Στις 9 Απριλίου 1940 με εισήγηση του Σοσιαλιστή (!) Σερόλ, υπουργού δικαιοσύνης, η κομμουνιστική δραστηριότητα χαρακτηρίστηκε «προδοτική πράξη η οποία δύναται να επισύρει την ποινή του θανάτου...»!
Μπορεί ν' αποτρέψει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο;
Ποιες είναι οι επιδιώξεις της αστικής τάξης και των κομμάτων της - και ιδιαίτερα της σοσιαλδημοκρατίας - όταν προσπαθούν να εγκλωβίσουν ένα Κομμουνιστικό Κόμμα σε μια τέτοια κυβέρνηση;
Ποια είναι η στάση της κάθε τάξης και των αντίστοιχων κομμάτων απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο;
Ποιος αναφωνεί "Οχι όπλα στους εργάτες! Καλύτερη η σκλαβιά από την επανάσταση!";
Η πείρα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου είναι πλούσια και τα διδάγματα που αντλούνται από αυτόν ακόμα περισσότερα.
Η πτώση του Παρισιού, παίρνοντας ως παράδειγμα τη Γαλλία πριν και κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου και την κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, απαντάει στα παραπάνω ερωτήματα.
Την αστική τάξη δεν την ενδιαφέρει αν η χώρα της είναι κάτω από τη φασιστική μπότα, γιατί ακριβώς και αυτή είναι δική της μπότα. Μια μπότα που, με άλλη μορφή, την βοηθά να κάνει ό,τι έκανε και πριν, στη "δημοκρατία" της:
Την βοηθά να πατάει στο πτώμα της εργατικής τάξης και να κερδίζει αμύθητα πλούτη.
Και η εργατική τάξη; Τι πρέπει να κάνει;
Θ' αποφασίσει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της και να πετάξει από την πλάτη της ντόπια και ξένα αφεντικά; Επιβάλλεται!».
Από το σημείωμα της έκδοσης στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.
***
Ο Ιλία Ερενμπουργκ δημιουργεί ένα επικό μυθιστόρημα που λίγα έχει να ζηλέψει από μια ιστοριογραφία.
Πιάνοντας το νήμα από την Παρισινή Κομμούνα, εστιάζει στις συγκλονιστικές μέρες του 1934 και τα πικρά γεγονότα που ακολουθούν από τη σύσταση του Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία έως και την πτώση του Παρισιού, δηλαδή την παράδοσή του στους ναζί από εκείνους που έξι χρόνια πριν αναδείχτηκαν στη Βουλή στο όνομα του έθνους.
Κτίζοντας έναν έναν τους χαρακτήρες που αντιπροσωπεύουν τους πρωταγωνιστές εκείνης της ιστορικής στιγμής, δείχνει τις μεταβολές, τα όριά τους και προπάντων την άτεγκτη ταξική πραγματικότητα.
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες ο συγγραφέας βάζει τον αναγνώστη στο κλίμα:
«Το 1935 σημειώθηκε μια καμπή για τη Γαλλία. Το Λαϊκό Μέτωπο, που γεννήθηκε την επομένη του φασιστικού πραξικοπήματος (σ.σ. 6 Φλεβάρη 1934), έγινε η πνοή, η οργή και η ελπίδα της χώρας», και με γρήγορο τρόπο παρουσιάζονται οι ιδεολογικο-ταξικές διαφορές και οι σχέσεις:
Ο σοσιαλδημοκράτης
«Δουλεύω τώρα στο εργοστάσιο "Σηκουάνας" και είχα την ευκαιρία να συζητήσω με τον Ντεσέρ. Εξαιρετικά ενδιαφέρων άνθρωπος! Για να ήμαστε ειλικρινείς, πρόκειται για εχθρό, για ένα μεγάλο καπιταλιστή (...) Ως στις 6 Φλεβάρη υποστήριζε τους "Πυροσταυρίτες" (...)1
Σε κάνα χρόνο θα είναι μαζί μας, θα το δεις. Ο Βιάρ το είπε πολύ καλά: Εμείς, οι σοσιαλιστές, θα πραγματοποιήσουμε τη συνεργασία όλων των Γάλλων...».
Ο κομμουνιστής
«Με τον Βιάρ το πράγμα είναι πεντακάθαρο. Προς το παρόν βαδίζουμε μαζί, συμφωνούμε. Αργότερα, θα τον στείλουμε στο διάολο ή, καλύτερα, θα μας στείλει εκείνος. Ποιος θα προλάβει; Δεν ξέρω...
Ενα πράγμα είναι βέβαιο: Αν δεν τον στήσουμε στον τοίχο την κατάλληλη στιγμή, θα μας ξεκάνει όλους εκείνος».
Ο καπιταλιστής
«Αρνιόταν την επίδρασή του στις υποθέσεις του κράτους, αν και χωρίς την έγκρισή του καμιά κυβέρνηση δεν μπόρεσε να ζήσει ούτε ένα μήνα.
Ο Ντεσέρ προτιμούσε να μένει στα παρασκήνια. Αόρατος, με τη συνδρομή καλοπληρωμένων ανθρώπων που του ήταν αφοσιωμένοι, υπαγόρευε τους νόμους του, έδινε στην εξωτερική πολιτική τον προσανατολισμό της, ανέβαζε και κατέβαζε υπουργούς».
Ο βουλευτής
«Το αξίωμα του βουλευτή ήταν για τον Τεσά μια καινούργια πηγή για πλουτισμό - έπαιρνε χρήματα και από τους εργολάβους και από τους προμηθευτές.
Με μια λογική αμοιβή, έμπαινε στα διοικητικά συμβούλια των ανωνύμων εταιριών και με το όνομά του κάλυπτε κάθε είδους επιχειρήσεις - μεταλλεία στη Βενεζουέλα ή φυτείες στη Μαρτινίκα».
Η εντολή
«Είναι πολύ απλό. Πρέπει να ταχτείς με το Λαϊκό Μέτωπο. Αγανακτισμένος ο Τεσά πέταξε την πετσέτα του και βροντοφώναξε σα να ήταν στο βήμα: - Ποτέ!
Καλύτερα η αποτυχία, η ερείπωση, ό,τι και αν είναι να γίνει, αλλά όχι η προδοσία! (...)
Ο Τεσά, αφοσιωμένος στο ψάρι του, σώπαινε.-- Μπορούν να υπολογίζουν σε σένα οι κομμουνιστές; Οχι, βέβαια. Ομως, είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν την υποψηφιότητά σου από στρατηγικό υπολογισμό. Γιατί να είμαστε αφελείς; Προβάλλουν το Λαϊκό Μέτωπο με τον υπολογισμό να ξεκάνουν τους δεξιούς για να μασήσουν και εμάς μετά. Αλλά στον κατεργάρη, δυο φορές κατεργάρης. Θα χτυπήσουμε τους δεξιούς στις εκλογές και μετά με το γλυκό θα λογαριαστούμε και με τους κομμουνιστές.
-- Τελικά, αυτό το χέλι είναι νόστιμο.
-- (...) Το Λαϊκό Μέτωπο πρέπει να θριαμβεύσει και θα θριαμβεύσει. Αν θριαμβεύσει με την υποστήριξή μας, μέσα σ' ένα χρόνο οι ριζοσπάστες θα φράξουν το δρόμο στους δεξιούς και όλα θα τακτοποιηθούν για τρία - τέσσερα χρόνια. Ενα ποτήρι Μπορντό; Είναι Μουτόν-Ρότσιλδ».
Η κοινή συγκέντρωση
«Το λόγο είχε ο Ντιντιέ:
- Οι κομμουνιστές ούτε εξαγοράζονται, ούτε γελιούνται. Απευθύνονται στη λογική και στη συνείδηση. Στις τελευταίες εκλογές πήραμε εξακόσιες ψήφους και τώρα έχουμε δυο χιλιάδες τριακόσιες εβδομήντα. Πρόκειται για δύναμη. Πρέπει να φράξουμε το δρόμο στους φασίστες Ντιγκάρ και Γκρανμεζόν.
Ο Τεσά ορκίζεται πίστη στο Λαϊκό Μέτωπο. Πολύ καλά. Θα ψηφίσουμε τον Τεσά. Η Γαλλία περνάει δύσκολες στιγμές. Ο εξωτερικός κίνδυνος μεγαλώνει, στο εσωτερικό βασιλεύει η προδοσία όπως γινόταν παλιά, που οι επαναστάτες συμμαχούσαν με τους Αυστριακούς και τους Αγγλους και η κυβέρνηση στηριζόταν στους Πρώσους. Μόνο το Λαϊκό Μέτωπο μπορεί να σώσει τη Γαλλία. Ζήτω το Λαϊκό Μέτωπο. Ζήτω η Γαλλία!Ο υπουργός«Φίλε μου, πρέπει να μάθουμε να κυβερνάμε σαράντα εκατομμύρια ανθρώπους. Τον καιρό του Μαρξ οι προλετάριοι δεν είχαν να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους και να κερδίσουν έναν κόσμο. Τώρα, όμως, για μας υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε τα πάντα και να μην κερδίσουμε παρά μόνο τις αλυσίδες».
Η προδοσία
«Ο Βιάρ (...) κάλεσε τον αρχηγό της μυστικής αστυνομίας: - Μου ανακοίνωσαν ότι ο μηχανικός Ντιπουά έχει την πρόθεση να στείλει στη Βαρκελώνη βομβαρδιστικά αεροπλάνα "A68". Από αυτό μπορούν να προκληθούν διεθνείς περιπλοκές. Τα αεροπλάνα πρέπει να κρατηθούν. Μπορεί να γίνει;
- Βεβαίως (...) Οταν βγήκε ο αρχηγός της αστυνομίας, ο Βιάρ ξάπλωσε πάλι στο ντιβάνι (...) Δεν ήθελε να σκέφτεται τίποτα - ο κύβος ερρίφθη - δεν είχε παρά να περιμένει. Και όμως, η λέξη προδοσία καρφώθηκε στο μυαλό του και στάθηκε αδύνατο να την διώξει. Σκεφτόταν: "Μα όχι, δεν πρόδωσα κανέναν. Ο,τι και να κάνουμε, η Ισπανία χάθηκε. Εντεκα αεροπλάνα ενάντια σε διακόσια. Τι παιδιά! Σαν τους εργάτες της Λαόν... Εσωσα το Λαϊκό Μέτωπο, το κόμμα μας και την ειρήνη. Εκανα το καθήκον μου. Τίποτα περισσότερο"».
Ο πόλεμος που έρχεται
«Οταν κηρύχτηκε η επιστράτευση και η πόλη βυθίστηκε στο σκοτάδι, οι μπουρζουάδες ξανάρχισαν να εγκαταλείπουν το Παρίσι και να στέλνουν τις οικογένειές τους μακριά. Και έβλεπε κανείς σε αυτήν την ασυνήθιστη εποχή να ξαναζωντανεύουν οι πλαζ και τα ορεινά χωριουδάκια.
(...) Αλλά στα πυκνοκατοικημένα προάστια λέγανε άλλα. Ούτε εκεί άρεσε ο πόλεμος σε κανέναν, αλλά οι άνθρωποι ξεκίναγαν σιωπηλοί για να υπερασπίσουν την πατρίδα τους. Η πατρίδα κινδύνευε, το ήξεραν και δεν ήθελαν να μένουν με σταυρωμένα τα χέρια. (...) Εμοιαζε σα να ξαναγεννιόταν το πνεύμα του Ιούνη του 1936».
Ο κεντρώος
«Την επομένη, ο Τεσά πήρε το λόγο "Πρέπει να υπερασπίσουμε την Ευρώπη από τη βαρβαρότητα των μυρμηγκιών της Ασίας και των πρωτόγονων που ζούνε πέρα από τον Ατλαντικό (...) οι άνθρωποι των διαφόρων χωρών συνεισφέρουν τον οβολό τους στο έργο της δημιουργίας μιας Ευρώπης καινούργιας και καλύτερης.
Τι μας χωρίζει με τη Γερμανία; Ενα ποτάμι και οι προλήψεις. Τα σύνορα της Ευρώπης δεν είναι εδώ, είναι πολύ μακριά, στην Ανατολή, εκεί που η χριστιανική και ιπποτική Πολωνία διαδέχεται μια μισοασιατική φυλή... (...) όταν ο Τεσά ξεφώνησε: Οι κομμουνιστές παραβίασαν τη συμφωνία του Λαϊκού Μετώπου, τοποθετήθηκαν έξω από το έθνος... ο ενθουσιασμός έφτασε στο αποκορύφωμά του».
Το βουλεβάρτο
«Αντηχεί μια μοναδική σάλπιγγα και ο τσαγκάρης, που τα έχει πιει, ξεφωνίζει: - Εν, δυο! Δεξιά, κατευθείαν! Κατεύθυνση: Νεκροταφείο...».
Η παρανομία
«Εστειλαν τον Λεγκρέ μαζί με άλλους κομμουνιστές σ' ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στο σταθμό του Νουαζί λε Σεκ (...) ο Λεγκρέ άρχισε να τραγουδάει δυνατά τη Διεθνή (...) Σήκωσε τη γροθιά του - χειρονομία φοβερή, σχεδόν ξεχασμένη, ανάμνηση του 1936, της μεγάλης ελπίδας που δεν πραγματοποιήθηκε - οι χωροφύλακες τον τράβηξαν προς τα μέσα και το τρένο ξεκίνησε. Αλλά τότε οι γροθιές σηκώθηκαν κατά εκατοντάδες - οι γυναίκες και οι στρατιώτες χαιρετούσαν τους κατάδικους».
Ο «εφιάλτης της Κομμούνας»
«Πρέπει να πολεμήσουμε. Μπορούμε να υπερασπίσουμε το Παρίσι. Από δρόμο σε δρόμο... - Ευχαριστώ πολύ! Για ν' ανακηρύξουν την Κομμούνα οι κύριοι εργάτες; Οχι. Προτιμώ να σώσω την τιμή... (...) Ωστε, κατά τη γνώμη σου, εβδομήντα μεραρχίες και τρεις χιλιάδες άρματα εφόδου θα σταματήσουν μπροστά σε οδοφράγματα;... Και ύστερα, θα πρέπει να είμαστε τρελοί για να δώσουμε όπλα στους κομμουνιστές! (...)
Μόνο οι κομμουνιστές φόβιζαν τον Τεσά (...) Αν πάρουν την εξουσία, δε γλιτώνει την κρεμάλα. Και ύστερα, τι δυστυχία για τη Γαλλία!... Οταν οι Γερμανοί μπουν στο Παρίσι, θα είναι μέρα εθνικού πένθους. Οπωσδήποτε, όμως, οι Γερμανοί είναι καλύτεροι από τους κομμουνιστές. Οι Γερμανοί θα υψώσουν τη σημαία τους στα Ηλύσια, δε θα πειράξουν, όμως, το ανάκτορο. Οι κομμουνιστές, αυτοί θα τα κάψουν όλα, όπως το 1871».
Οι «πατριώτες»
«Ενας συγκεχυμένος κρότος και ξαφνικά μια φωνή που έμοιαζε να έρχεται από το γειτονικό δωμάτιο: "Εδώ το «Εθνικό Ξύπνημα». Καταθέστε τα όπλα! Σχηματίσαμε μυστικές ομάδες. Στο Αρλ το 16ο Απόσπασμα τουφέκισε όλους τους μασόνους και τους μαρξιστές. Στην Γκρενόμπλ το 47ο Απόσπασμα..."».
Το κόκκινο αστέρι
«Ο Κλοντ χαμογελούσε μέσα στο βρόμικο εγκαταλειμμένο δρόμο του μισοπεθαμένου Παρισιού. Κοίταζε τους Γερμανούς στρατιώτες και χαμογελούσε· δεν τους έβλεπε. Εβλεπε κάτι άλλο: Ενα μικροσκοπικό κόκκινο αστέρι μέσα στην άσπρη ομίχλη. Αδυνατισμένος, εξαντλημένος από την αρρώστια του που χειροτέρευε και από τις στερήσεις περπατούσε, χαρούμενος σαν παιδάκι. Εβγαλε από την τσέπη του ένα κομμάτι κιμωλία, έριξε γύρω του μια ματιά και χάραξε αυτές τις λέξεις πάνω στον γκρίζο τοίχο: "Ο Χίτλερ άρχισε, ο Στάλιν θα τελειώσει". Και έκλεισε το μάτι σ' ένα μαύρο σπουργίτι που καθόταν πάνω στη γαλάζια άσφαλτο».
Σημείωση: Για την καλύτερη κατανόηση των ιστορικών δεδομένων του βιβλίου παραπέμπουμε στο άρθρο του Γ. Μαργαρίτη* «10 Ιούλη 1940: Οι "απόλυτες εξουσίες" του στρατάρχη Πεταίν και η Σοσιαλιστική Διεθνής», στην ηλεκτρονική διεύθυνση: https://www.902.gr/eidisi/istoria/47314/10-ioyli-1940-oi-apolytes-exoysies-toy-stratarhi-petain-kai-i-sosialistiki:
Ο Ιούλιος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ο μήνας της σοσιαλδημοκρατίας. Πραγματικά το πολιτικό αυτό κίνημα που επικάθησε ρεφορμιστικά πάνω στο δυναμικό εργατικό κίνημα των βιομηχανικών επαναστάσεων του 19ου αιώνα, πήρε, μήνα Ιούλιο πάντοτε, τις δύο σημαντικές αποφάσεις που σφράγισαν την ιστορική του πορεία και αποκάλυψαν, πέρα από την όποια αμφιβολία, τον πραγματικό χαρακτήρα του.Η πρώτη περίσταση είναι γνωστή: τις τελευταίες ημέρες του Ιουλίου 1914, όταν οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί έσερναν την Ευρώπη στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σοσιαλδημοκρατία της Β' Εργατικής Διεθνούς, ισχυρή και σε πολλά κράτη κυρίαρχη κοινοβουλευτική πολιτική δύναμη, βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα του να αποδεχθεί ή μη την ψήφιση των «κονδυλίων πολέμου», δηλαδή των ειδικών οικονομικών μέτρων που θα επέτρεπαν την χρηματοδότηση του πολέμου και άρα την πραγματοποίησή του. Ως τότε η Σοσιαλδημοκρατία παρουσιαζόταν ως ο βασικός υπέρμαχος της ειρήνης και διακήρυσσε επίμονα την πρόθεσή της να αντιταχθεί στην όποια πολεμική εμπλοκή στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Τα λόγια της όμως αποδείχθηκαν ψεύτικα και παραπλανητικά. Με μια εντυπωσιακή μεταστροφή θέσεων και λόγων, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα ψήφισαν ομόθυμα τα πολεμικά κονδύλια -την χρηματοδότηση του πολέμου με έκτακτα μέτρα- και στις δύο πλευρές των αντίπαλων συνασπισμών.Πολύ λίγοι ήσαν εκείνοι που αντιτάχθηκαν στην μεταστροφή αυτή και στην απόλυτη υποταγή του σοσιαλιστικού κινήματος στις πολεμόχαρες επιταγές του μονοπωλιακού, ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου. Ελάχιστοι αντιτάχθηκαν από αξιοπρέπεια, ο Ζαν Ζωρρές ανάμεσά τους. Άλλοι, λίγοι και αυτοί, αντιτάχθηκαν από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων καθώς διέγνωσαν ότι στις νέες συνθήκες οι εργάτες της Ευρώπης εκτός από το προϊόν του μόχθου τους θα έπρεπε πλέον να καταθέτουν στα πόδια των καπιταλιστών και το αίμα τους, και τη ζωή τους. Ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι ήταν ανάμεσα στους δεύτερους και από αυτούς θα ξεκινούσε λίγο αργότερα η πολιτική αναγέννηση του εργατικού κινήματος: ο Κομμουνισμός.Η δεύτερη όμως εντυπωσιακή μεταστροφή των σοσιαλδημοκρατών είναι λιγώτερο γνωστή και, στις ημέρες μας, σχεδόν ξεχασμένη. Και αυτή, όπως και η πρώτη, έγινε μέσα στο γενικώτερο πλαίσιο ενός παγκοσμίου πολέμου. Πραγματικά, στις συνθήκες ενός πολέμου οι ισχυροί του πλούτου και του αστικού πολιτικού συστήματος έχουν ανάγκη από όλες τις εφεδρείες τους -προφανώς και τις σοσιαλδημοκρατικές.Στην Γαλλία, οι εκλογές του Απριλίου - Μαΐου 1936 είχαν δώσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία σε δύο πολιτικούς σχηματισμούς που αυτοορίζονταν ως «αντι-δεξιοί»: στους Ριζοσπάστες (Radicaux), που περιλάμβαναν ένα πλατύ φάσμα αστών δημοκρατών, φιλελεύθερων, μεταρρυθμιστών, και στους Σοσιαλιστές του SFIO (του Γαλλικού Τμήματος της Εργατικής Διεθνούς -της Δεύτερης δηλαδή Διεθνούς της Σοσιαλδημοκρατίας). Τα γεγονότα που προηγήθηκαν, και πιο ειδικά η απόπειρα πραξικοπήματος στο Παρίσι από την άκρα δεξιά στις 6 Φεβρουαρίου 1934, είχαν οδηγήσει σε προσέγγιση και -εν μέρει- σε συνεργασία τα «αντι-δεξιά» κόμματα: Ριζοσπάστες, Σοσιαλιστές αλλά και Κομμουνιστές. Πραγματικά, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, με Γραμματέα τον Μωρίς Τορέζ, υιοθέτησε ανάμεσα στα 1934 και στα 1936 την πολιτική του ευρέως «Μετώπου», της κεντρικής δηλαδή πολιτικής συμμαχίας με κόμματα που -υπολογιζόταν- θα αντιτάσσονταν στην άνοδο της άκρας δεξιάς. Η πρακτική αυτή του ΚΚΓ ήταν μάλιστα το πρόπλασμα που οδήγησε όλη την Κομμουνιστική Διεθνή στην πολιτική των Ενιαίων, Λαϊκών και τελικά Εθνικών Μετώπων στα επόμενα χρόνια.Η πολιτική αυτή συμφωνία κατέληξε στην δημιουργία, τον Μάιο του 1936,της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου στην Γαλλία, κυβέρνηση όπου κυριαρχούσαν οι Ριζοσπάστες και οι Σοσιαλιστές, και στην οποία το ΚΚΓ -χωρίς να συμμετέχει- παρείχε την στήριξή του. Πρωθυπουργός ορίστηκε ο Σοσιαλιστής Λεόν Μπλούμ.Η ανέφελη συνεργασία κράτησε λίγο. Το Λαϊκό Μέτωπο δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες που δημιούργησαν οι εργατικές κινητοποιήσεις του Μαΐου 1936, δεν στρατεύθηκε στην υπόθεση της προάσπισης της Δημοκρατίας απέναντι στο φασιστικό στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ισπανία τον Ιούλιο του 1936. Οι κυβερνήσεις του παρέμειναν προσηλωμένες στην βρετανική συμμαχία και αγνόησαν τις εκκλήσεις της Σοβιετικής Ένωσης για αποφασιστική συστράτευση ενάντια στον ναζισμό. Τελικά ακόμα και οι σπουδαίες κατακτήσεις της εργατικής τάξης του καλοκαιριού του 1936 -οι 40 ώρες εβδομαδιαίας εργασίας και η «άδεια μετ' αποδοχών»- επρόκειτο να ακυρωθούν σε λίγους μήνες από τους ίδιους πολιτικούς συσχετισμούς. Το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, που είδε τις δυνάμεις του να ενισχύονται μέσα στον αρχικό ενθουσιασμό και τις προσδοκίες που καλλιέργησε η ενωτική δράση (στις εκλογές του 1936 διπλασίαζε τις ψήφους του σε σχέση με το 1932 -στα 1936 έφθασε το 1.500.000 ψήφους έναντι 2.000.000 των Σοσιαλιστών και 1.400.000 των Ριζοσπαστών), γνώρισε στη συνέχεια κλυδωνισμούς στη βάση των ταλαντεύσεων μιας πολιτικής την οποία δεν μπορούσε να ελέγξει. Τελικά, μέσα σε γενική απογοήτευση και σε διωγμούς, είδε τις δυνάμεις του να συρρικνώνονται ακριβώς την ώρα που πύκνωναν τα σύννεφα του φασισμού και του πολέμου. Σε αυτή την κρίσιμη φάση -από το 1937 ως το 1940- η εξουσία πέρασε στον Νταλαντιέ -ηγέτη των Ριζοσπαστών- που, στο όνομα των έκτακτων συνθηκών που προκαλούσε η κρίση και η προοπτική του πολέμου, πήρε σκληρά αντεργατικά μέτρα επιτρέποντας και καλλιεργώντας ταυτόχρονα τον αντικομμουνισμό και κάθε είδους αντιδραστική ιδεολογία (π.χ. ένα ξέφρενο αντισημιτισμό με πρώτο στόχο τον Λεόν Μπλουμ). Στελέχη και μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, συνδικαλιστές και προοδευτικοί διανοούμενοι βρέθηκαν σε διωγμό, πάρα πολλοί έχασαν τις δουλειές τους και φυλακίστηκαν. Οι πρόσφυγες του ισπανικού εμφυλίου κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης με προοπτική να παραδοθούν στους Γερμανούς. Τέλος, λίγες ημέρες μετά την κήρυξη του πολέμου, τον Σεπτέμβριο του 1939, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα τέθηκε εκτός νόμου, οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί του (εξήντα βουλευτές και ένας γερουσιαστής) καθαιρέθηκαν, και πολλοί από αυτούς φυλακίστηκαν ή εκτοπίστηκαν... Στις 9 Απριλίου 1940 με εισήγηση του Σοσιαλιστή (!) Σερόλ, υπουργού δικαιοσύνης, η κομμουνιστική δραστηριότητα χαρακτηρίστηκε «προδοτική πράξη η οποία δύναται να επισύρει την ποινή του θανάτου...»!Ο δρόμος για τα χειρότερα είχε ανοίξει. Το γαλλικό κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι, επιλέγοντας τις διώξεις των κομμουνιστών ως πρώτο και βασικό μέτρο αντιμετώπισης του... ναζισμού στον επερχόμενο πόλεμο, έδειξαν ξεκάθαρα τις επιλογές και τις προθέσεις τους. Μερικούς μήνες αργότερα, τον Μάιο του 1940, ο γαλλικός στρατός -ο ισχυρότερος της Ευρώπης όπως διαφημιζόταν- κατέρρευσε χωρίς να πολεμήσει. Και την επαύριο της ανακωχής, το πολιτικό σύστημα της Γαλλίας άρχισε να φλερτάρει ανοικτά με την ιδέα της προσχώρησης της Γαλλίας στην ναζιστική πολιτική πρόταση της Νέας Ευρώπης. Ένα μέρος των πνευματικών ελίτ της χώρας είχε ήδη σπεύσει να χαιρετίσει την «νέα ελευθερία» της Γαλλίας: «η σωτήρια ήττα», έτσι ονόμασε την συμφορά του Ιουνίου ο Σαρλ Μωρράς!Με την δραστήρια παρέμβαση των ακροδεξιών παραγόντων, και ειδικά του Πιερ Λαβάλ, η Γαλλική Εθνοσυνέλευση συνεδρίασε τελικά στη μεγάλη αίθουσα του Καζίνο του Βισύ, όπου είχε καταφύγει διωγμένη από το Παρίσι και το Μπορντώ. Εκεί, στο όνομα της διατήρησης του Κράτους, της (κοινωνικής) Τάξης και των αξιών της «Εργασίας, της Οικογένειας και της Πατρίδας» (Travail, Famille, Patrie), τέθηκε σε ψηφοφορία ο Συνταγματικός Νόμος (Loi Constitutionelle) που παραχωρούσε «απόλυτες εξουσίες» (Pleins Pouvoirs) στον γηραιό ακροδεξιό στρατάρχη Φιλίπ Πεταίν. Στους 649 βουλευτές και γερουσιαστές παρόντες οι 569 υπερψήφισαν την πρόταση. Η Γ' Γαλλική Δημοκρατία καταργήθηκε και στη θέση της εγκαθιδρύθηκε η «Γαλλική Πολιτεία» -το κράτος του Βισύ. Το κράτος αυτό αποτέλεσε το πρόπλασμα για τα πολιτικά συστήματα της ναζιστικής Νέας Ευρώπης. Ένα σχεδόν χρόνο αργότερα, και στην Ελλάδα το πολιτικό καθεστώς της συνεργασίας με τους ναζί -η κυβέρνηση Τσολάκογλου- ονομάστηκε «Ελληνική Πολιτεία» και λειτούργησε με βάση το γαλλικό πρότυπο.Για να επιστρέψουμε στην αφετηρία ας δούμε τη στάση των πολιτικών δυνάμεων στην κρίσιμη αυτή απόφαση. Μετά την αποβολή των Κομμουνιστών αντιπροσώπων, η Γαλλική Εθνοσυνέλευση αποτελείτο από 846 αντιπροσώπους (βουλευτές και γερουσιαστές). Από αυτούς ήσαν παρόντες στο Καζίνο του Βισύ οι 649. Από αυτούς οι 569 ψήφισαν υπέρ των «απόλυτων εξουσιών», οι 80 εναντίον. Από τους 126 παρόντες Σοσιαλιστές -της SFIO (του Γαλλικού Τμήματος της Εργατικής Διεθνούς)- οι 36 καταψήφισαν την πρόταση, οι 90 όμως την υπερψήφισαν. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι έτεροι «σύμμαχοι» του Λαϊκού Μετώπου, Ριζοσπάστες της αριστεράς ή της δεξιάς, υπερψήφισαν επίσης την πρόταση. Ανάμεσα στους 80 που αντιτάχθηκαν στη δικτατορία του Πεταίν και τη συνακόλουθη στροφή προς τον ναζισμό και τον Άξονα, υπήρξαν αντίθετα και μερικοί δεξιοί ή συντηρητικοί, που για δικούς τους λόγους καταψήφισαν την πρόταση. Στην άλλη πλευρά, οι λίγοι πρώην βουλευτές του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που είχαν, τον Σεπτέμβριο του 1939, καταγγείλει το Γερμανο-Σοβιετικό Σύμφωνο μη επίθεσης και τον «σταλινισμό», και ως εκ τούτου είχαν διαγραφεί από το ΚΚΓ, υπερψήφισαν ομόθυμα τις «απόλυτες εξουσίες» στον στρατάρχη Πεταίν. Ο δρόμος από τον αντι-σοβιετισμό και τον «αντι-σταλινισμό» ως την Νέα Ευρώπη του Χίτλερ και του ευρωπαϊκού καπιταλισμού αποδείχθηκε εντυπωσιακά βατός και σύντομος...Αυτό ήταν το θλιβερό τέλος των ενωτικών προσδοκιών του 1936. Αυτή ήταν η αξιοπιστία των «δημοκρατικών» δυνάμεων, με τη συνεργασία των οποίων θα αναχαιτιζόταν ο ναζισμός. Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός, γοητεύτηκε στο σύνολό του σχεδόν από τα μεγαλεπήβολα σχέδια του ναζισμού. Τόσο το αποφασιστικό ξερρίζωμα του Κομμουνισμού, η υποταγή του εργατικού κινήματος, όσο και η αποκατάσταση της παγκόσμιας κυρίαρχης θέσης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και η δημιουργία μιας Νέας Ευρώπης, βρήκαν απήχηση σε όλες της πρωτεύουσες της Γηραιάς Ηπείρου. Και μπροστά στο κοινό συμφέρον οι μεγάλες κουβέντες της σοσιαλδημοκρατίας περί αριστεράς, δημοκρατίας και προόδου, αποδείχθηκαν απλά πομφόλυγες.* O Γιώργος Μαργαρίτης είναι ιστορικός, καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
1. Εννοεί την εθνικιστική οργάνωση Croix-de-Feu («Πύρινος Σταυρός»)