Σεμίνα Διγενή. Άρθρα- Συνεντεύξεις- Εκπομπές- Βιβλία.
Semina Digeni:
Του το χρωστούσα αυτό το κείμενο σήμερα στον Ριζοσπάστη.
Νίκος Αντωνάκος, 15 χρόνια μακριά
●Αρχές δεκαετίας του '70. Καλοκαίρι. Ετοιμαζόμαστε να πάμε για μπάνιο στο Καβούρι. Ο πατέρας μου μας ενημερώνει ότι θα μας αφήσει στην παραλία και θα πεταχτεί κάπου εκεί κοντά, να δει έναν φίλο του σκηνοθέτη που κάνει γύρισμα.
Γυαλίζει αμέσως το μάτι μου! Σκηνοθέτης; Γύρισμα; Αρα και ηθοποιοί. Διεκδικώ μαχητικά να πάω μαζί του. Δεν το χάνω με τίποτα, θέλω τόσο πολύ να δω όλους αυτούς από κοντά. Τον πιέζω. Υποκύπτει και με παίρνει μαζί του.
Εκείνο το μεσημέρι, μπορεί να έχασα το μπάνιο, είχα όμως την τύχη να γνωρίσω έναν μαγικό άνθρωπο. Δεν θα πρέπει να ήταν πάνω από 30 χρόνων και απίστευτα όμορφος. Τον παρακολουθώ, από μακριά, να μιλάει, να καθοδηγεί το γύρισμα, να πηγαινοέρχεται διορθώνοντας τα φώτα, τις κάμερες, τα πλάνα, τις θέσεις, να ρωτάει συνέχεια έναν αεικίνητο κύριο με μακριά μαλλιά (τον ζωγράφο και σκηνογράφο Τάσο Ζωγράφο), ώσπου μετά από λίγη ώρα δεν κοιτάζω τίποτα άλλο, εκτός από εκείνον. Νιώθω σαν να τον ακολουθεί ένας δυνατός προβολέας.
Στο πρώτο τους διάλειμμα, ο πατέρας μου μας συστήνει (Τόσα χρόνια μετά, δεν ξεχνάω λέξη από εκείνη τη συνομιλία).
-- Νίκο, η κόρη μου, η Μίνα. Από εδώ ο Νίκος Αντωνάκος.
-- Καλώς την. Τι μέρος του λόγου είστε εσείς, δεσποσύνη; (μα πληθυντικός;)
-- Θαυμάστριά σας κύριε! (θρασύτατη)
-- Νάτα μας! Και γιατί παρακαλώ; Τι προλάβατε να θαυμάσετε;
-- Που τους φέρνετε όλους αυτούς βόλτα και σας ακούνε όταν μιλάτε.
-- Τι τάξη πας; (ενικός επιτέλους)
-- Πρώτη Γυμνασίου.
-- Και τι σκοπεύεις να γίνεις;
-- Δημοσιογράφος!
-- Α μάλιστα... Να κανονίσουμε να μιλήσουμε σε λίγα χρόνια, πριν το κάνεις (ωχ, γιατί;)
●Με τον Μάνο Κατράκη στο σπίτι μας!
Τελικά δεν πέρασαν χρόνια. Σε λιγότερο από μια βδομάδα - ο μετέπειτα γκουρού μου - ήρθε σπίτι μας μαζί με τον Μάνο Κατράκη, που μου φάνηκε ένας γίγαντας, το χέρι μου σαν να εξαφανίστηκε στην τεράστια παλάμη του. Κλείστηκαν σ' ένα δωμάτιο με τον πατέρα μου για να συζητήσουν. Από όσα κατάφερα να κρυφακούσω, μιλούσαν για μια εκδήλωση που θα ετοίμαζαν στο Καλλιμάρμαρο, με τα εθνικά μπαλέτα της Κένυας. Ο Νίκος θα έγραφε τα κείμενα και θα το σκηνοθετούσε, ο Κατράκης θα ήταν αφηγητής κι ο πατέρας μου θα το οργάνωνε.
Τι αδικία! Είχα την είδηση από πρώτο χέρι, είχα τους πρωταγωνιστές δικούς μου, αλλά ήμουν πολύ μικρή για να είμαι δημοσιογράφος και να την αξιοποιήσω...
Ο Μάνος Κατράκης έφυγε γρήγορα μετά την κουβέντα τους. Ο Αντωνάκος όχι μόνο έμεινε για φαγητό, αλλά μου έκανε μετά και το πρώτο πολύτιμο - και αξέχαστο - μάθημα δημοσιογραφίας, που μόνο με μάθημα δεν έμοιαζε. Πιο πολύ με ρωτούσε, παρά μου έκανε τον δάσκαλο. Μιλήσαμε για ώρες και χρησιμοποιούσε παραδείγματα για να μου δώσει να καταλάβω πως το επάγγελμα που είχα επιλέξει, μπορούσε να είναι λειτούργημα, αλλά μπορούσε να γίνει και εγκληματική πράξη. Μου μιλούσε για τους δημοσιογράφους που έβλεπα εκείνη την εποχή στην τηλεόραση και για τον ρόλο τους, μου εξηγούσε τις παγίδες αυτής της επιλογής.
Προφήτευε πως αν δεν αλλάξει αυτό το σύστημα, θα 'ρθει στιγμή που οι άνθρωποι αυτοί, που λένε τα νέα στην τηλεόραση και γράφουν στις εφημερίδες, θα γίνουν οι πιο βρωμεροί βρικόλακες. Συχνά χειρότεροι κι από τους δικτάτορες.
Καμιά εικοσαριά χρόνια μετά, το ρεζουμέ αυτών που συζητούσαμε εκείνο το απόγευμα στο σπίτι της οδού Σερρών 71, στην Ακαδημία Πλάτωνος, τα διάβαζα σε άρθρο του, στον «Ριζοσπάστη».
●Να τον αλλάξουμε, επιτέλους, τον κόσμο
«Ο καθένας, πια, ξέρει πως ετούτοι οι άνθρωποι όταν μυρίσουν αίμα ζουμάρουν με μανία και σαδιστική ευχαρίστηση στις πληγές. Ο φακός τους χώνεται βίαια στις ανοιγμένες φλέβες και η οθόνη τους γίνεται κατακόκκινη. Ομως δε σταματάνε! Λαίμαργοι και ανικανοποίητα διψασμένοι προχωράνε ακόμα περισσότερο. Ανοίγουν, όπως ο μετροπόντικας, διαδρόμους και στοές στις πληγωμένες φλέβες των θυμάτων και προχωράνε κατευθείαν στην καρδιά. Εκεί, πια, καρφώνουν περήφανα τη σημαία τους, μιμούμενοι τον Αμερικανό φαντάρο, που κάρφωσε την αμερικανική σημαία στο ιρακινό Προεδρικό Μέγαρο! Κατέκτησαν τον απόλυτο πόνο! Αυτή είναι η πραγματικότητα και είναι - πολυποίκιλα - διαπιστωμένη!
Τι νόημα έχει, όμως, η επανάληψη της διαπίστωσης; Εκείνο που έχει αξία είναι να βρεθεί ο τρόπος να γκρεμιστεί αυτό το αιμοδιψές και αιμοσταγές οικοδόμημα.
Τι νόημα έχει να μιλάς για την ακρίβεια, να διαπιστώσεις τις απάτες και τις λοβιτούρες; Το ζητούμενο είναι το πέρασμα από τη διαπίστωση και την καταγγελία στη δράση.
Γνωστό είναι πως διάφοροι "αριστεροί" έπαψαν να είναι αριστεροί. Γνωστό, επίσης, είναι πως διάφοροι συνδικαλιστές την "έκαναν" για απέναντι! Γνωστό, ακόμα, είναι πως αρκετοί, καθαροί κατά τα άλλα, στην πορεία λιποψυχούν. Αλλοι αλλάζουν συνειδητά και άλλοι ασυνείδητα στρατόπεδο. Αλλοι συμβιβάζονται από φόβο. Και άλλοι από συμφέρον. Ολα αυτά είναι γνωστά και διαπιστωμένα.
Ομως η ζωή απαιτεί, παρ' όλα αυτά, να πάμε παρακάτω!
Να περάσουμε από τις διαπιστώσεις στην ανατροπή αυτής της πολλαπλώς διαπιστωμένης θλιβερής και άθλιας πραγματικότητας.
Και αυτό δε θα συμβεί όταν επαναλαμβάνουμε - και κολλάμε - τις διαπιστώσεις. Αλλο πράγμα να μελετάμε, να εμβαθύνουμε στα πράγματα και στις πολιτικές και άλλο να βουλιάζουμε στην περιπτωσιολογία!
Πρέπει αυτό το υλικό της γνώσης, που αποκτήσαμε μελετώντας, κάποια στιγμή να το "δοκιμάσουμε" στην εφαρμογή. Διαφορετικά θα γίνουμε "λέσχη" συζητήσεων. Ομως καιρός, πια, είναι να ξεφύγουμε από τις διαπιστώσεις και να κάνουμε κάτι για τον κόσμο. Να τον αλλάξουμε, επιτέλους, τον κόσμο».
Ο πρώτος μου μέντορας ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος! Ασυμβίβαστος και ακέραιος. Καλλιεργημένος και τολμηρός. Ευαίσθητος ποιητής και αιχμηρός αρθρογράφος. Κοσμοπολίτης, με σπάνια αισθητική. Μαχητικός όταν υποστήριζε τις αξίες του και τα ιδανικά του, ένας παθιασμένος και φλογερός αγωνιστής, μέχρι το τέλος.
Ηταν μια λαμπερή και πολυδιάστατη προσωπικότητα, σεναριογράφος, σκηνοθέτης, κριτικός κινηματογράφου, συγγραφέας. Πίστευε και στήριζε τον κοινωνικό ρόλο του καλλιτέχνη, αλλά και του δημοσιογράφου.
Είχε πει:
«Ω, τι ευτυχία να είσαι διανοούμενος! Και καλλιτέχνης. Και ακαδημαϊκός. Και δάσκαλος στο Πανεπιστήμιο. Και να σιωπάς! Να σιωπάς, γιατί είσαι πονηρός και φοβητσιάρης. Γιατί θέλεις να τα έχεις καλά με τον νεκροθάφτη σου. Και να προσποιείσαι ότι εισέρχεσαι στη ζωή, ενώ εσύ εξέρχεσαι! Να οπισθοβατείς προσποιούμενος ότι βαδίζεις μπροστά. Οτι παίρνεις μέρος στη ζωή, ενώ την έχεις - προ πολλού - αποχωριστεί. Να παριστάνεις τον ζωντανό, ενώ έχεις πεθάνει!».
Από τους πρώτους που μου μίλησε - τότε, στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου - γι' αυτό που πίστευε με πάθος, για την ιδεολογία του, τον κομμουνισμό. Πάντα έλεγε πως η ανατροπή αυτού του εκμεταλλευτικού συστήματος απαιτεί σύνθετη σκέψη, κόπο, επιμονή, υπομονή, αποφασιστικότητα και πειθαρχία. Απαιτεί ολοκληρωτικό δόσιμο στην υπόθεση.
●Κόντρα στο μαύρο και το άσπρο της καταστροφής υπάρχει το κόκκινο
Διάβαζα χρόνια μετά, τα κείμενά του όπου έλεγε, όπως και τότε, ότι:
«... Κόντρα στο μαύρο και το άσπρο της καταστροφής, υπάρχει πάντα και το κόκκινο. Εκεί, όπου οι υποσχέσεις δεν έχουν θέση. Εκεί, όπου μιλάνε για κοινούς αγώνες και κοινές αγωνίες. Εκεί, όπου δε βγάζουν τους άσους απ' το μανίκι. Εκεί, όπου σου ζητάνε τη συμμετοχή και όχι, έτσι απλά, την ψήφο σου».
«Εφυγε» 67 χρόνων, τιμώντας στο ακέραιο την αποστολή του σύγχρονου ανθρώπου. Δεν υπήρξε στιγμή ένα ήσυχο, συμβιβασμένο και υπάκουο άτομο. Αφησε πίσω του τεράστια «περιουσία», μυθιστορήματα, τηλεοπτικές εκπομπές, σενάρια, ποιήματα, πολιτικά άρθρα, ταινίες, θεατρικά έργα, κριτικές, εικαστικά δρώμενα, διηγήματα, ανταποκρίσεις...
Γεννήθηκε στο Αγρίνιο στις 25 Μάη του 1942 κι «έφυγε» στην Αθήνα στις 3 Απρίλη του 2009, από ανακοπή καρδιάς, ενώ μιλούσε σε εκδήλωση της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών στο αφιέρωμα για τον Γιάννη Ρίτσο.
●Ή αφήνουμε τον κόσμο να βουλιάξει ή τον οδηγούμε στο μέλλον
Κρατάω για το τέλος ένα αγαπημένο μου κείμενό του:
Σιωπή! Παρακαλώ, μην ταράζετε τους κύκλους. Δες τε πόσο όμορφη είναι η λίμνη όταν κοιμάται! Αν - και όταν - η μπόχα από τα στάσιμα νερά σας πάρει στο κυνήγι, εσείς γνωρίζετε... ψεκάστε αρώματα - και ξόρκια - στον αέρα, για να φύγει η βρώμα.
Την ξέρετε τη συνταγή. Το ζήτημα είναι να μην χαθεί η ακινησία. Αυτή η μακάρια κατάσταση που σας βολεύει.
Γιατί, στ' αλήθεια, είναι - για σας - τόσο μπανάλ να ξαναρχίσετε πάλι τα ίδια. Να κάνετε συλλαλητήρια και πορείες για τη Νικαράγουα και την Κούβα. Τι δουλιά έχετε εσείς με τις ιδιωτικοποιήσεις; Πρόβλημά σας είναι τα άδεια πουκάμισα; Και τα άδεια τσουκάλια;
Οχι, αυτά είναι κουρελαρίες. Χυδαίος ρεαλισμός! Απομεινάρια μιας άλλης ζωής!
Εσείς - σταθερά - κρατήστε γερά τα φύλλα να μην κουνιούνται. Και το ίσο στους ψαλτάδες. Γονατισμένοι, βέβαια. Και τη σιωπή σας, προπαντός, που δε σας εκθέτει!
Ωσάν γιαπωνέζικη απεργία, ας πούμε. Εσείς, πάντως, μια ζωή ουδετερότητα!
Τι κι αν η λάσπη πέτρωσε! Τι και αν η σκόνη έγινε σύννεφο! Κρατήστε το καβούκι σας - γερά - κλεισμένο. Μην βγείτε στην αγορά και σας σκουντήσουν τα προβλήματα. Σταθείτε στην άκρη του πεζοδρομίου να περάσει η πλέμπα. Δεν είναι για σας οι συγκρούσεις με την Αστυνομία. Πάλι τα ίδια θα αρχίσουμε, τώρα;
Και τι παραμύθια, της Γαλλικής Επανάστασης, είναι αυτές οι κουβέντες για ισότητα...
Αφήστε, πια, τους μπολσεβίκους! Τα δάχτυλα, όπως και η κουτσή Μαρία γνωρίζει, δεν είναι ίσα, γιατί να είναι οι άνθρωποι; Εσείς δεν ευθύνεστε για τις σφαγές στη Ρουάντα, κοιμηθείτε ήσυχα. Τα παιδάκια μόνα τους έπεσαν πάνω στα μαχαίρια. Γίνονται και αυτά, μην ξαφνιάζεστε! Παρακαλώ, μην σηκώνετε την πέτρα. Ποτέ δεν ξέρει κανείς τι έχει από κάτω. Εχετε δίκαιο, που αποσύρατε την ανοχή σας από τις διεκδικήσεις. Αυτές οδηγούν, τελικά, στο ταξικό μίσος. Και το ταξικό μίσος στην αναρχία. Φυσικά, οι τοίχοι πρέπει - οπωσδήποτε - να κρατηθούν καθαροί. Δεν πρέπει να χαλάσει η ώχρα. Το κόκκινο πάνω στο κίτρινο δημιουργεί τόσες αναστατώσεις.
Κλειδώστε, σας παρακαλώ, πριν κοιμηθείτε. Κάντε ένα γύρω στα δωμάτια μη και ξεχάσατε τίποτα αξίας. Αφήστε στην είσοδο - για δόλωμα - το ψωμί. Πολλές φορές δε γυρεύουν και τυρί! Μπορεί να το πάρουν και να φύγουν!
Τι ζωή και αυτή να μην μπορείς να ευχαριστηθείς το φραπέ σου! Εσάς, μιλάω για όλους εσάς, έχουμε υποχρέωση να σας διαφυλάξουμε. Να σας βάλουμε στη γυάλα. Σαν δείγματα μοναδικά. Σαν τους ανθρώπους, που ακούνε τους κρότους και προσποιούνται τους κουφούς.
Θυμάμαι πως κάθε φορά που τελείωνε μια συζήτησή μας, έλεγε:
«Λοιπόν για πες μου τώρα, πού καταλήγουμε; Θα αφήσουμε τον κόσμο να βουλιάξει ή θα τον οδηγήσουμε στο μέλλον; Τι λες δεσποσύνη;»