απαντάει ο Πικάσο στο Γερμανό αξιωματικό των Ναζί στη Διεθνή Έκθεση του 1937 στο Παρίσι, όταν τον ρώτησε αντικρίζοντας την Γκουέρνικα.
Η Γκουερνικα -μια μικρή πόλη στη χώρα των Βάσκων- που ενώ μαίνεται ο ισπανικός Εμφύλιος, η αεροπορία των ναζί, σε συνεννόηση με τον Φράνκο, σαν σημερα το 1937 την ισοπεδώνει σκοτώνοντας 1650 ανυπεράσπιστους αμάχους.
*****
Η πρώτη μορφή στον πίνακα του Πικάσο, ξεκινώντας από αριστερά, είναι μια γυναίκα που στα χέρια της κρατά το νεκρό της παιδί. Το κεφάλι της στραμμένο στον ουρανό και η κραυγή της τόσο δυνατή που την ακούει κανείς μέχρι σήμερα. Στην πορεία των χρόνων η οδύνη και ο σπαραγμός της έχει ενωθεί με εκατομμύρια άλλες οδύνες, άλλες μανάδες, άλλους σπαραγμούς.
Τούτη η μάνα δεν είναι πια η γυναίκα της Γκουέρνικα, είναι η γυναίκα της Συρίας, είναι η γυναίκα της Παλαιστίνης, της Υεμένης, της Ουκρανίας, του Βορρά και του Νότου, της Ανατολής και της Δύσης.
Ο Πικάσο την έφτιαξε άχρωμη, δίχως συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ίσως για να μας δείξει ότι εκείνη που αγκαλιάζει το νεκρό της παιδί είναι πάντα μια, σε όλους τους χρόνους, σε όλες τις φυλές, σε όλους τους τόπους.
Το ίδιο άχρωμο, δίχως συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τόπου ή χρόνου, έκανε ολόκληρο τον πίνακά, για να μας δείξει ότι ο εθνικισμός πάντα φέρνει απελπισία, θάνατο, καταστροφή σε όλους τους χρόνους, σε όλες τις φυλές, σε όλους τους τόπους.
Γι’ αυτό η Γκουέρνικα είναι διαχρονική, γι’ αυτό σε τούτους τους καιρούς που ζούμε είναι τόσο επίκαιρη, όσο ήταν στις 26 Απριλίου του 1937.
Η διαφορά είναι ότι στην πραγματική επαρχιακή πόλη της Γκουέρνικα, στη χώρα των Βάσκων,
ήταν η πρώτη φορά που η φωτιά του εθνικισμού έπεφτε από τον ουρανό. Τότε ήταν η πρώτη φορά που η ναζιστική αεροπορία, βομβάρδισε μια ολόκληρη πόλη, έναν ολόκληρο άμαχο πληθυσμό γυναικών και παιδιών.
Η πραγματική Γκουέρνικα ήταν η γενική πρόβα.
Από τότε η Ευρώπη και η ίδια η πατρίδα μας έζησαν πολλές «Γκουέρνικες», είδαν πολλά νεκρά παιδιά και πολλές μανάδες, άλλες να καίγονται στις φλόγες, άλλες να πνίγονται στις θάλασσες κι άλλες να μαζεύουν τα παιδιά τους από τοίχους εκτελέσεων.
Τα αεροπλάνα του Χίτλερ έσπευσαν εκείνο το απόγευμα της 26ης Απριλίου (1937) να βοηθήσουν τον σύμμαχό τους στην Ισπανία, τον Φράνκο (Francisco Franco y Bahamonde, 1892-1975).
Από κοντά σε εκείνον τον πόλεμο και η βοήθεια του έτερου φασίστα, του Μουσολίνι.
Το 1937, λίγο πριν το επίσημο ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στην Ισπανία διαδραματίζεται το πρελούδιο όσων έμελε να συμβούν λίγο αργότερα στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Εκεί ξεκινά η σύγκρουση των Δημοκρατικών με τους Φρανκιστές, η σύγκρουση του Ανθρώπου με τον μεγαλύτερό του εχθρό, τον εθνικισμό.
Με αφορμή την σημερινή μαύρη επέτειο εκείνου του πρώτου βομβαρδισμού αμάχων από τους ναζί, θα διαβάσουμε και φέτος πολλά για τον Ισπανικό Εμφύλιο.
Κάποια ίσως να περιοριστούν στην αμιγώς καλλιτεχνική διάσταση του πίνακα του Πικάσο, προσπερνώντας τεχνηέντως το πολιτικό του στίγμα και το μήνυμα του.
Συνήθως στις κατακλείδες τέτοιων κειμένων αναφέρονται τα δεινά των εμφύλιων πολέμων, ο αδελφοκτόνος χαρακτήρας τους, και η πάγια ανάγκη των λαών να συσπειρώνονται γύρω από τους κοινούς εχθρούς που είναι –κατά κάποιον παράξενο τρόπο- πάντα εξωτερικοί.
Ωστόσο, ο Φράνκο ήταν «εσωτερικός», Ισπανός στην καταγωγή και την εθνικότητα και στρατιωτικός.
Στα κείμενα αυτά, συνήθως, τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα αναφέρονται μόνο ονομαστικά.
Δεν αναφέρονται οι διαφορετικές τους ιδεολογίες, οι διαφορετικές τους πολιτικές και κοινωνικές θέσεις, δεν αναφέρονται σχεδόν ποτέ ούτε οι διεθνείς συμμαχίες τους.
Οπωσδήποτε απουσιάζουν λέξεις όπως «εθνικισμός», «ναζισμός», «φασισμός».
Όταν μιλούν για την Ισπανία κάνουν λόγο για τον εμφύλιο σπαραγμό, καλούν τους λαούς να ζουν ενωμένοι και συσπειρωμένοι, αλλά παραβλέπουν να αναφέρουν την κοινωνική θέση, την πολιτική ιδεολογία και την τοποθέτηση των εμπλεκομένων στον πολιτικό χάρτη της εποχής.
Ωστόσο, ακόμα και ο τρόπος που γεωγραφικά χωρίστηκε η Ισπανία, τις πρώτες μέρες μετά το πραξικόπημα, είναι δηλωτικός του ταξικού, του πολιτικού προσήμου αυτού του πολέμου.
Ειδικότερα, η αρχική διαίρεση της χώρας, μεταξύ Δημοκρατικών και στασιαστών, αντιστοιχεί με τη γεωγραφική κατανομή των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων.
Τα αστικά κέντρα, που παρουσίαζαν υψηλή συγκέντρωση εργατών οργανωμένων σε κινήματα και σωματεία, παρέμειναν υπέρ των Δημοκρατικών. Ήταν οι άνθρωποι του μόχθου, οι νέοι εργάτες που συγκροτούσαν εκείνη την εποχή το βιομηχανικό δυναμικό της χώρας.
Ως προς την πολιτική τους τοποθέτηση ή και δράση, πολλοί ήταν μέλη πολιτικών κομμάτων όπως ήταν το PCE (Patrido Comunista de Espana), το POUM (Patrido Obrero de Unificacion Marxista), το PSOE (Patrido Socialista Unificado de Cataluna) και άλλα.
Η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, που είχε προκύψει από νόμιμες εκλογές τον Φεβρουάριο του 1936 (μόλις 5 μήνες πριν το πραξικόπημα) είχε οδηγήσει στη νίκη τους Δημοκρατικούς [1].
Οι περιοχές που πέρασαν αμέσως στον έλεγχο των στρατιωτικών ήταν, κατά κανόνα, εκείνες στις οποίες πλειοψηφούσαν από παλιότερα οι συντηρητικοί μαζί με τις αγροτικές περιοχές της Κεντρικής, Βόρειας και Βορειοδυτικής Ισπανίας.
Είναι λογικό έτσι όπως συνέβη, αφού σε επίπεδο ηγεσίας οι περισσότεροι στρατιωτικοί προέρχονταν από οικογένειες με μεγάλες γαιοκτησίες, κατάλοιπα φεουδαρχικών δομών που τα μέλη τους παραδοσιακά προωθούνταν στο στράτευμα και στον κλήρο. Πρόκειται για συνήθεια που έχει τις ρίζες της βαθιά στο χρόνο, πολύ πριν το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου.
Πολιτικά εκφράζονταν στον χώρο της Δεξιάς, ήταν συντηρητικοί και βασιλόφρονες.
Μέσα στις αποσιωπήσεις αυτών των κειμένων καταγράφεται ακόμα μια.
Η αποσιώπηση της φράσης «ενεργή ουδετερότητα». Είναι η φράση που χαρακτηρίζει τη στάση των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης, προεξάρχουσας της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας.
Ο Ισπανικός Εμφύλιος ήταν ένας πόλεμος διεθνής και πολιτικός που δεν κρίθηκε μόνο από εκείνους που έλαβαν ενεργό μέρος αλλά και από εκείνους που τήρησαν ίσες αποστάσεις μεταξύ των εθνικιστών (φασιστών, ναζιστών, φρανκιστών) και των Δημοκρατικών.
Κρίθηκε και από την στάση της ενεργούς ουδετερότητας των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων που επέτρεψαν στις εθνικιστικές δυνάμεις της Ευρώπης να ενισχύσουν τον Φράνκο, ελπίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα κατάφερναν να αντιμετωπίσουν τον «κομμουνιστικό κίνδυνο».
Ούτως ή άλλως η νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση των Δημοκρατικών, πριν το ξέσπασμα του πραξικοπήματος, δεν άρεσε στην Ευρώπη των αστών. Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ (ο γνωστός φιλελεύθερος Ουίστον Τσόρτσιλ, αυτός που λίγα χρόνια μετά βρέθηκε με πρωταγωνιστικό ρόλο στον δικό μας «εμφύλιο») χαρακτήριζε στα Απομνημονεύματά του την νόμιμη ισπανική κυβέρνηση ως «εκφυλισμένη» και «κομμουνιστική».
Επιπλέον την συνέκρινε με την κυβέρνηση της περιόδου Κερένσκυ στη Ρωσία [2].
Επιλέγοντας τη στάση της ουδετερότητας είναι σαν να περπατάς στον δρόμο, να βλέπεις έναν ενήλικα να χτυπάει ένα παιδί και εσύ να τηρείς ίσες αποστάσεις μεταξύ του δράστη και του θύματος, αφήνοντας τον θάνατο του παιδιού να επέλθει βασανιστικά και βίαια.
Με τον ίδιο τρόπο, βασανιστικά και βίαια, ο φασισμός επικράτησε στην Ισπανία.
Για τη στάση της χώρας του ο Τσόρτσιλ αναφέρει:
«…Όταν ο στρατηγός Franco ύψωσε τη σημαία της επαναστάσεως είχε την υποστήριξη ολόκληρου του στρατού, αξιωματικών και ανδρών. Η εκκλησία καθώς και όλα σχεδόν τα στοιχεία της Δεξιάς και του Κέντρου προσχώρησαν σ’ αυτόν και ο στρατηγός Franco έγινε αμέσως κύριος αρκετών σημαντικών επαρχιών […] Στη διένεξη αυτή ήμουν ουδέτερος. Φυσικά δεν ήμουν υπέρ των κομμουνιστών. Πώς θα ήταν δυνατόν αυτό;…»[3]
Όσο η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες παρακολουθούν τους Δημοκρατικούς Ισπανούς να μάχονται ενάντια στον ευρωπαϊκό εθνικισμό, η ναζιστική Γερμανία και η φασιστική Ιταλία ενισχύουν τον Φράνκο με κάθε τρόπο.
Κατά τη διάρκεια των τριών ετών 1936-1939 του προσφέρουν:
650 αεροπλάνα
150 τανκς και τεθωρακισμένα
630 κανόνια
800 βαριά και ελαφρά πολυβόλα
430 όλμους
Πάνω από 500.000 ντουφέκια και τεράστιες ποσότητες πυρομαχικών
Διενήργησαν προς όφελός του την πρώτη αερομεταφορά στρατευμάτων στην Ιστορία.
Με το ξέσπασμα του πραξικοπήματος του έστειλαν μεταγωγικά αεροπλάνα που μετέφεραν άμεσα τα Tercios de la Bandera (συντάγματα της ισπανικής εκδοχής της Λεγεώνας των Ξένων) από το Μαρόκο στην ισπανική ενδοχώρα.
Τα στρατεύματα αυτά σάρωσαν την ύπαιθρο σφάζοντας, καίγοντας, βιάζοντας και βασανίζοντας φτωχούς κατοίκους που ήταν, κυρίως, ακτήμονες εργάτες γης.
Όσο συμβαίνουν αυτά, τον Αύγουστο του 1936 ο Φράνκο παραχωρεί συνέντευξη σε αμερικανό δημοσιογράφο στην οποία δηλώνει:
«θα σώσω την Ισπανία από τον μαρξισμό με οποιοδήποτε κόστος, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να εκτελέσω τη μισή»[4]
Κοιτάζοντας σήμερα τον πίνακα του Πικάσο, οφείλουμε να δούμε όσα ο δημιουργός του θέλησε να μας δείξει μέσα από τους συμβολισμούς του.
Να δούμε ότι τα μάτια όλων των μορφών του έχουν παραφρονήσει από την οδύνη.
Να δούμε το σώμα του νεκρού πολεμιστή με το παραμορφωμένο πρόσωπο. Να δούμε το άλογο που συμβολίζει τον Λαό και παρουσιάζεται λογχισμένο.
Στο τέλος, αξίζει να δούμε το κεφάλι του ταύρου, που δεσπόζει στην επάνω αριστερή πλευρά του έργου.
Το κεφάλι που αντιπροσωπεύει τον εθνικισμό με όλη τη βία, τη βαρβαρότητα και την οδύνη που σπέρνει σε όλους τους χρόνους, σε όλες τις φυλές, σε όλους τους τόπους.
***
[1] Το Λαϊκό Μέτωπο είναι ο πολιτικός φορέας που συγκροτούν τα αριστερά κόμματα. Είναι το αποτέλεσμα της συμφωνίας του Κομμουνιστικού Κόμματος, του Σοσιαλιστικού, της Κομμουνιστικής και της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, της Δημοκρατικής Αριστεράς, της Δημοκρατικής Ένωσης, της Καταλονικής Αριστεράς, της Γενικής Ένωσης Εργαζομένων και άλλων. Στις εκλογές πήρε 268 έδρες, έναντι 205 εδρών που πήραν τα Κεντρώα και Δεξιά κόμματα.
[2] «Στα τέλη του Ιουλίου του 1936 ο αυξανόμενος εκφυλισμός του κοινοβουλευτικού καθεστώτος στην Ισπανία και οι δυναμικές ενέργειες για μια εναλλασσόμενη κομμουνιστική ή αναρχική επανάσταση, έφερε σε μια στρατιωτική στάση που ετοιμάζονταν από καιρό…. Στην Ισπανία ελάμβανε χώρα μια τέλεια αναπαράσταση της περιόδου Κερένσκυ στη Ρωσία», Winston S. Churchill, Απομνημονεύματα του Β’ Π.Π., μτφρ. Μαρία Μακκά, τ. Α’, Ίκαρος, Αθήνα 1954, σ. 153.
[3] Winston S. Churchill, Απομνημονεύματα του Β’ Π.Π., μτφρ. Μαρία Μακκά, τ. Α’, Ίκαρος, Αθήνα 1954, σ. 154.
[4] Helen Graham, The Spanish Civil War. A very short Introduction, Oxford University Press, Λονδίνο 2005, σ. 40.