Ο Κώστας Βιδάλης, δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη», αφήνει την τελευταία του πνοή στον Θεσσαλικό κάμπο, άγρια δολοφονημένος από συμμορία ακροδεξιών.
O Σούρλας με συμμορίτες του και δεξιά ο Κώστας Βιδάλης | Τύπος της εποχής
Ο δημοσιογράφος πρέπει να ενοχλεί. Αν δεν ενοχλεί κάνει δημόσιες σχέσεις και όχι δημοσιογραφία. Αυτό είναι ένα βασικό θεώρημα. Ταυτόχρονα, ωστόσο, αυτή η «ενόχληση» μπορεί να τον φέρει αντιμέτωπο με θανάσιμους κινδύνους. Αυτό το ξέρει. Αναγνωρίζει τους κινδύνους. Κάποιοι, ίσως οι περισσότεροι, μπροστά σε αυτή τη συνθήκη υποχωρούν και συνθηκολογούν. Υπάρχουν και εκείνοι, ωστόσο, που κοιτάνε τον κίνδυνο κατάματα και πηγαίνουν καταπάνω του.
Ένας από αυτούς τους δημοσιογράφους ήταν και Κώστας Βιδάλης, ο οποίος μια ημέρα σαν σήμερα, πριν από 77 χρόνια, έπεφτε νεκρός, άγρια δολοφονημένος από μια ακροδεξιά συμμορία που δρούσε και τρομοκρατούσε τους πολίτες στον Θεσσαλικό κάμπο.
Ένας δημοσιογράφος που τιμούσε την αποστολή του
Ο Κώστας Βιδάλης γεννήθηκε το 1904 στην Αθήνα. Ο πατέρας του ήταν μαρμαράς και η μάνα του ράφτρα. Φτωχή οικογένεια που με δυσκολία, αλλά αξιοπρέπεια, κατάφερνε να βγάζει τα προς το ζην. Ο μικρός Κώστας γνώρισε από νωρίς το σκληρό πρόσωπο της ζωής αφού έχασε τον πατέρα του όταν ήταν ακόμα μαθητής. Αναγκάστηκε να αφήσει για λίγο το σχολείο προκειμένου να κάνει διάφορες δουλειές του ποδαριού, ώστε, να βοηθάει την μητέρα του στα οικονομικά του σπιτιού.
Παρά τις δυσκολίες, ο Κώστας, επέστρεψε στο σχολείο (ενώ παράλληλα δούλευε). Τελειώνοντας το Γυμνάσιο κατόρθωσε να περάσει στη Νομική σχολή της Αθήνας.
Ουδέποτε την ολοκλήρωσε και αυτό γιατί είχε βρει ήδη τι ήθελε να κάνει στη ζωή του. Ήθελε να γίνει δημοσιογράφος. Ήταν ερωτευμένος με αυτή τη δουλειά. Άρχισε να γράφει σε διάφορα έντυπα και αρχικά φαίνεται πως έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στο οικονομικό ρεπορτάζ, όπου, μάλιστα, καταφέρνει να διακριθεί ανάμεσα στους συναδέλφους του.
Εκτός από δημοσιογράφος, ωστόσο, ο Βιδάλης είναι και ένας πολιτικά στρατευμένος άνθρωπος. Όταν συνδυάσει αυτά τα δυο θα βρεθεί στον «Ριζοσπάστη». Πηγαίνει ως απεσταλμένος στη Βαρκελώνη προκειμένου να καλύψει την «Σπαρτακιάδα», την αθλητική διοργάνωση που ήταν η «απάντηση» των κομμουνιστών στον ελιτισμό των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Μένει εκεί για να καλύψει το ξέσπασμα του Ισπανικού εμφυλίου κάτι που τον σημαδεύει τόσο δημοσιογραφικά όσο και πολιτικά.
Ένας δημοσιογράφος που τιμούσε την αποστολή του
Ο Κώστας Βιδάλης γεννήθηκε το 1904 στην Αθήνα. Ο πατέρας του ήταν μαρμαράς και η μάνα του ράφτρα. Φτωχή οικογένεια που με δυσκολία, αλλά αξιοπρέπεια, κατάφερνε να βγάζει τα προς το ζην. Ο μικρός Κώστας γνώρισε από νωρίς το σκληρό πρόσωπο της ζωής αφού έχασε τον πατέρα του όταν ήταν ακόμα μαθητής. Αναγκάστηκε να αφήσει για λίγο το σχολείο προκειμένου να κάνει διάφορες δουλειές του ποδαριού, ώστε, να βοηθάει την μητέρα του στα οικονομικά του σπιτιού.
Παρά τις δυσκολίες, ο Κώστας, επέστρεψε στο σχολείο (ενώ παράλληλα δούλευε). Τελειώνοντας το Γυμνάσιο κατόρθωσε να περάσει στη Νομική σχολή της Αθήνας.
Ουδέποτε την ολοκλήρωσε και αυτό γιατί είχε βρει ήδη τι ήθελε να κάνει στη ζωή του. Ήθελε να γίνει δημοσιογράφος. Ήταν ερωτευμένος με αυτή τη δουλειά. Άρχισε να γράφει σε διάφορα έντυπα και αρχικά φαίνεται πως έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στο οικονομικό ρεπορτάζ, όπου, μάλιστα, καταφέρνει να διακριθεί ανάμεσα στους συναδέλφους του.
Εκτός από δημοσιογράφος, ωστόσο, ο Βιδάλης είναι και ένας πολιτικά στρατευμένος άνθρωπος. Όταν συνδυάσει αυτά τα δυο θα βρεθεί στον «Ριζοσπάστη». Πηγαίνει ως απεσταλμένος στη Βαρκελώνη προκειμένου να καλύψει την «Σπαρτακιάδα», την αθλητική διοργάνωση που ήταν η «απάντηση» των κομμουνιστών στον ελιτισμό των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Μένει εκεί για να καλύψει το ξέσπασμα του Ισπανικού εμφυλίου κάτι που τον σημαδεύει τόσο δημοσιογραφικά όσο και πολιτικά.
Όταν επέστρεψε στην Αθήνα, θα «πέσει» πάνω στην επιβολή της δικτατορίας από τον Ιωάννη Μεταξά. Παρά το γεγονός ότι, πλέον, τα πράγματα είναι δύσκολα για μαχητικούς δημοσιογράφους, ο Βιδάλης αποκαλύπτει ένα σκάνδαλο που είχε ως κεντρικό πρόσωπο τον επιχειρηματία (και άνθρωπο του μεταξικού καθεστώτος) Μποδοσάκη.
Η δημοσιογραφική αυτή επιτυχία του «χαρίζει» μια θέση ανάμεσα στους εξόριστους, πολιτικούς κρατούμενος, στα Κύθηρα.
Τίποτα από αυτά, όμως, δεν πτοεί τον Βιδάλη. Μετά την εξορία γίνεται και επίσημα μέλος του ΚΚΕ και γίνεται γραμματέας της Επιτροπής Κεντρικής Διαφώτισης του ΕΑΜ.
Τίποτα από αυτά, όμως, δεν πτοεί τον Βιδάλη. Μετά την εξορία γίνεται και επίσημα μέλος του ΚΚΕ και γίνεται γραμματέας της Επιτροπής Κεντρικής Διαφώτισης του ΕΑΜ.
Παράλληλα, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο στήσιμο του δικτύου του παράνομου αντιστασιακού Τύπου, με ναυαρχίδα τη θρυλική «Ελεύθερη Ελλάδα», που στήθηκε σε ένα μυστικό τυπογραφείο στην Καλλιθέα
Παρά τις επιτελικές θέσεις που είχε αρχίσει να αποκτά, ο Βιδάλης παρέμενε ένας ενεργός ρεπόρτερ. Ήθελε και ουσιαστικά απαιτούσε να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του ρεπορτάζ.
Παρά τις επιτελικές θέσεις που είχε αρχίσει να αποκτά, ο Βιδάλης παρέμενε ένας ενεργός ρεπόρτερ. Ήθελε και ουσιαστικά απαιτούσε να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του ρεπορτάζ.
Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η παρουσία του στη θρυλική «Μάχη της Σοδειάς» τον Ιούλιο του 1944, όταν οι Ναζί που υπέφεραν από την κατάρρευση των πολεμικών μετώπων και είχαν τεράστια προβλήματα επιμελητείας, αποφάσισαν, σε αγαστή συνεργασία με τους ντόπιους συνεργάτες τους, να αρπάξουν καρπούς και τρόφιμα από τους αγρότες του Θεσσαλικού κάμπου.
Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ συγκρότησαν ειδικές ένοπλες ομάδες που προστάτευαν τη σοδειά και έδωσαν σκληρές μάχες με τους ναζί.
Όταν η «Μάχη της Σοδειάς» έληξε νικηφόρα για τους αντάρτες, ο Βιδάλης επέστρεψε στα γραφεία του Ριζοσπάστη, μαύρος από τους καπνούς, ρακένδυτος και με πρησμένα μάτια από τις κακουχίες, έδωσε το ρεπορτάζ του και επέστρεψε στο σπίτι του για να ξεκουραστεί.
Η άγρια δολοφονία ενός μάρτυρα της δημοσιογραφίας
Μετά από τη θρυλική «Μάχη της Σοδειάς», ο Βιδάλης δέθηκε συναισθηματικά με τους ανθρώπους του κάμπου.
Μετά από τη θρυλική «Μάχη της Σοδειάς», ο Βιδάλης δέθηκε συναισθηματικά με τους ανθρώπους του κάμπου.
Μετά τα Δεκεμβριανά και τη «Συμφωνία της Βάρκιζας», οι ντόπιοι που τόσο είχε δεθεί μαζί τους ο Βιδάλης, βιώσαν στο πετσί τους τις «εκκαθαριστικές επιχειρήσεις» που οργάνωσε το εμφυλιακό κράτος και εφάρμοσαν διάφορες παρακρατικές και ακροδεξιές οργανώσεις. Η Θεσσαλία «φλεγόταν» και ο Βιδάλης ήθελε να είναι εκεί και να καταγράφει τα όσα βίωναν οι φτωχοί αγρότες.
Ήταν, πλέον, πολιτικός συντάκτης αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να θέλει να πάει σε ένα (κατ’ ουσίαν) πολεμικό μέτωπο.
Ήταν, πλέον, πολιτικός συντάκτης αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να θέλει να πάει σε ένα (κατ’ ουσίαν) πολεμικό μέτωπο.
Δεν τον εμπόδισαν ούτε οι προειδοποιήσεις των συναδέλφων του πως αν πάει εκεί κινδυνεύει η ζωή του αφού δρουν αδίστακτες παρακρατικές συμμορίες, όπως αυτή του αδίστακτου, ακροδεξιού, φονιά Σούρλα.
Ο Βιδάλης, ωστόσο, δεν καταλαβαίνει από αυτά.
Φεύγει για τη Θεσσαλία και αρχίζει να κάνει ρεπορτάζ με τον τρόπο που εκείνος ήξερε.
Φεύγει για τη Θεσσαλία και αρχίζει να κάνει ρεπορτάζ με τον τρόπο που εκείνος ήξερε.
«Κανείς δεν τον έστειλε στη Θεσσαλία, στο στόμα του λύκου. Πήγε μόνος του. Θεληματικά.
Και ο Καραγιώργης (σσ: διευθυντής τότε του Ριζοσπάστη) και οι συνάδελφοί του προσπάθησαν να τον συγκρατήσουν, να μην τον αφήσουν να φύγει.
Δεν άκουγε, όμως.
Μέρες είχε μείνει άγρυπνος με φουρτουνιασμένη καρδιά, με την αγωνία πως οι Σούρληδες καίγαν τα χωριά, άρπαζαν το βιος του κοσμάκη, έδερναν μέχρι θανάτου τους αγρότες, βίαζαν γυναίκες, σκότωναν αγωνιστές», έλεγε αργότερα η σύντροφος του δημοσιογράφου, Κάτια Βιδάλη.
«Δεν πρόκειται ν” ακούσω πια κανέναν. Η Θεσσαλία έχει γίνει ένα απέραντο σφαγείο. Οσοι γλίτωσαν από των Γερμανών το βόλι, σφάζονται σαν αρνιά. Είμαι δημοσιογράφος, πρέπει να κάμω τη δουλιά μου, να καταγγείλω όλο αυτό το όργιο της τρομοκρατίας. Ν’ αποκαλύψω τους δράστες», έλεγε ο ίδιος και έφυγε «σαν σίφουνας» για τη Λάρισα.
«Δεν πρόκειται ν” ακούσω πια κανέναν. Η Θεσσαλία έχει γίνει ένα απέραντο σφαγείο. Οσοι γλίτωσαν από των Γερμανών το βόλι, σφάζονται σαν αρνιά. Είμαι δημοσιογράφος, πρέπει να κάμω τη δουλιά μου, να καταγγείλω όλο αυτό το όργιο της τρομοκρατίας. Ν’ αποκαλύψω τους δράστες», έλεγε ο ίδιος και έφυγε «σαν σίφουνας» για τη Λάρισα.
Μερικές ημέρες αργότερα ο Ριζοσπάστης θα δημοσιεύσει το ρεπορτάζ του Βιδάλη που αποκάλυπτε μια ζοφερή, εφιαλτική κατάσταση για τους φτωχούς αγρότες στον κάμπο. Όπως ήταν φυσικό τόσο το ρεπορτάζ όσο και η παρουσία του Βιδάλη στην περιοχή, ενόχλησε. Ήταν ένα αγκάθι.
Στις 13 Αυγούστου 1946, ο Βιδάλης, ταξίδευε από Λάρισα για Βόλο. Ήταν η μέρα που ο «Ριζοσπάστης» πήρε το τελευταίο του μήνυμα: «Λογαριάζω να ‘μαι αυτού Παρασκευή βράδυ, 16 του μηνός. Μάζεψα φοβερό υλικό. Θα τα πούμε».
Στο χωριό Πλατύκαμπος, κοντά στο Κιλελέρ, 10 χιλιόμετρα από τη Λάρισα σταματούν το τρένο συμμορίτες του Σούρλα. Πάνοπλοι εισβάλλουν στα βαγόνια του και, μπροστά σε αξιωματικούς του στρατού που παρακολουθούν χωρίς να αντιδράσουν, αρπάζουν τον Βιδάλη. Ακόμα και στο μικρό καφενείο του γειτονικού χωριού Μελία, όπου τον οδηγούν, εκείνος κάνει ρεπορτάζ, ρωτώντας τους χωρικούς για τη ζωή τους, για τη σοδειά.
Στις 13 Αυγούστου 1946, ο Βιδάλης, ταξίδευε από Λάρισα για Βόλο. Ήταν η μέρα που ο «Ριζοσπάστης» πήρε το τελευταίο του μήνυμα: «Λογαριάζω να ‘μαι αυτού Παρασκευή βράδυ, 16 του μηνός. Μάζεψα φοβερό υλικό. Θα τα πούμε».
Στο χωριό Πλατύκαμπος, κοντά στο Κιλελέρ, 10 χιλιόμετρα από τη Λάρισα σταματούν το τρένο συμμορίτες του Σούρλα. Πάνοπλοι εισβάλλουν στα βαγόνια του και, μπροστά σε αξιωματικούς του στρατού που παρακολουθούν χωρίς να αντιδράσουν, αρπάζουν τον Βιδάλη. Ακόμα και στο μικρό καφενείο του γειτονικού χωριού Μελία, όπου τον οδηγούν, εκείνος κάνει ρεπορτάζ, ρωτώντας τους χωρικούς για τη ζωή τους, για τη σοδειά.
Οι συμμορίτες του Σούρλα, οδηγούν τον Βιδάλη στο νεκροταφείο του χωριού. Τον βασανίζουν φρικτά προκειμένου να τους πει μυστικά του ΚΚΕ. Εκείνος δεν τους δίνει την παραμικρή πληροφορία και όταν εκείνοι αντιλαμβάνονται πως δεν πρόκειται να «κερδίσουν» κάτι, τον εκτελούν εν ψυχρώ με πέντε σφαίρες. Στη συνέχεια πέταξαν το άψυχο κορμί του Βιδάλη σε ένα χωράφι. Τα αγρίμια και τα όρνια της περιοχής, έφαγαν τις σάρκες του δημοσιογράφου.
Μερικές εβδομάδες μετά, μια ηλικιωμένη αγρότισσα, η Σουλτάνα Τζουβάρα, κατευθύνει σκόπιμα τις γαλοπούλες της για να βοσκήσουν προς την Κούμια και εκεί, με κίνδυνο της ζωής της, μάζεψε όσα οστά βρήκε και στη συνέχεια τα έθαψε σε κοντινή απόσταση.
Από τα σχόλια:
...Είμαι τόσο μικρή ακόμη. Τι κακό μπορούσα να κάνω στην πατρίδα για να με αποκαλούν προδότη; ....
……………….
9.4.49 (Σάββατο)
Πέρασε κι αυτή η αυγή. Ζουν κι οι πέντε ακόμα… Αύριο είναι Κυριακή – δεν εκτελούν. Τη Δευτέρα την αυγή θα περιμένω πάλι…
-------------
Κράτησα αυτές τις στιγμές της Αλίκης. Στιγμές μεγαλείου, εγκαρτέρησης μα και πόνου για το -ακατανόητο μιας τιμωρίας, το ακατανόητο του θανάτου.
Καλημέρα Ευρυτάνα
από όσες έχω διαβάσει η πιο συγκινητική σου ανάρτηση.
Οι τραγωδίες τών αρχαίων μας ποιητών ήταν γεννήματα του νου τους, βασισμένα σε μύθους, οι οποίοι πιθανότατα είχαν πραγματική βάση.
Η τραγωδία τής Αλίκης, πραγματική, τόσο πρόσφατη, θα μπορούσε κάλλιστα να διδάσκεται στα σχολεία μας, στη θέση μιας αρχαίας τραγωδίας. Και θα ήταν πολύ χρησιμότερη. Εκτός των άλλων, ποιος νέος, που θα διδασκόταν την «Αλίκη», θα διενοείτο να ασπασθεί νεοναζιστικές ιδέες;
Εξαιρετική η ανάρτησή σου, φίλε Ευρυτάνα, αν και μου σφίχτηκε η καρδιά…
Ευρυτάνα….με τα σπουδαία άρθρα σου ιχνηλατείς τις πιο επικές στιγμές της ιστορίας του τόπου μας!!!!!!!Βούρκωσα πολλές φορές στη διάρκεια της ανάγνωσης του άρθρου σου………. Η Αλίκη Τσουκαλά αν και ήταν ακόμη πολύ νέα, είχε τη συνείδηση και τη θαυμαστή αξιοπρέπεια μεγάλων επαναστατών που δεν δείλιαζαν ούτε μπροστά στα εκτελεστικά αποσπάσματα…… Ετσι κατόρθωσε να υπερβεί πρώτα τις πιέσεις του απεγνωσμένου πατέρα της για συμβιβασμό και δεύτερον την ίδια την ανθρώπινη λαχτάρα ενός κοριτσιού της ηλικίας της για να ζήσει και να πραγματώσει τα όνειρα της!!!!!!!!Πραγματικό ηθικό μεγαλείο!!!!!!!! Μπροστά σε αυτό ακριβώς το μεγαλείο ηττήθηκε το αμερικανοκίνητο κράτος και οι υπηρέτες δολοφόνοι του!!!!!!!!!!!
ΔΙΑΛΕΞΑ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΑΣ ΠΟΙΗΤΗ Τ. ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΣΩ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑ......
Κάποτε, καθώς φεύγεις/
πηγαίνοντας σε μια μεγάλη μάχη/
θα σου 'τυχε ν' ακούσεις ξαφνικά από 'να παράθυρο/
ένα πιάνο να παίζει./
Ισως ένα κορίτσι με άσπρα δάχτυλα/
ή ένας άντρας με δυνατά χέρια/
να παίζουν αυτόν τον λυπημένο σκοπό/
που σου θυμίζει τα παιδικά σου χρόνια, τους χαμένους έρωτες/
όλα όσα ονειρεύτηκες χωρίς να τα ζήσεις/
τα γιασεμιά που σου γυρίσανε/
την καρδιά σου που την ποδοπατήσαν./
Εσύ στέκεσαι με το στόμα ανοιγμένο/
ακούγοντας κάτω απ' τη βροχή-/
μα πρέπει να βιαστείς, προχωράνε οι άλλοι/
χάθηκαν κιόλας στη στροφή του δρόμου./
Κι όπως ξεκινάς με πλατύ βήμα/
τα παιδικά σου χρόνια/
οι χαμένοι έρωτες/
όλα όσα ονειρεύτηκες χωρίς να τα ζήσεις/
τα γιασεμιά που σου γυρίσανε/
η καρδιά σου που την ποδοπατήσαν/
ξεκινάνε κι αυτά πλάι σου -/
να πολεμήσουν/
μαζί σου
Καλησπέρα φίλε μου Ιχνηλάτη μόλις πήρα το μήνυμά σου ήρθα, πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει.
Αλλά κοίτα σε τι στιγμή με βρήκες μόλις είχα λάβει ένα meil με ένα ποίημα του Ριτσου από το γιο μου.
Λίγο πριν πήγαμε να συνδέσουμε το ρεύμα σε μια φοιτήτρια άνεργη που έμεινε χωρίς ρεύμα για 2 μήνες και ντρεπόταν να μας το πει.
Αλλά σήμερα της είπαν οι γονείς της ότι έρχονται από το χωριό και τρομοκρατήθηκε μην και τους αναστατώσει ξέροντας ότι και εκείνοι δεν έχουν την δυνατότητα να την βοηθήσουν.
Μετά διάβασα και την δική σου αφήγηση και ήρθε και ολοκληρώθηκε το «δράμα» μου.
Σου παραθέτω λοιπόν ένα απόσπασμα από το ποίιμα του ρίτσου που μου έστειλε ο γιός μου
……………………..
«Τούτοι οι γερόντοι δε μιλάνε.
Τα παιδιά τους βγήκαν στο κλαρί.
Ετούτοι χώσαν την καρδιά τους στο βουνό
σαν ένα βαρέλι με μπαρούτι».
Και είναι από το ποίημα του Γ. Ρίτσου οι «ΓΕΡΌΝΤΟΙ»
Και εγώ του απάντησα την απάντηση που είναι και για τούτη εδώ, την αφήγηση την δική σου……….
«Ζήτω οι σεισμοί του μέλλοντός μας……….Και όταν θε νάρθει η ώρα που τα παιδιά θα βγούν στο κλαρί, έμεις θα ξεθάψουμε το βαρέλι με το μπαρούτι και θα γίνουμε ασπίδα τους μην και τους έβρει κάνα βόλι».
Να είσαι καλά που φέρνεις στο φώς τις αλήθειες της ιστορίας που είναι παρακαταθήκη για όλους εμάς .
Τώρα ξέρω...
Μετά την ηρεμία η καταιγίδα !
Χρώματα πολλά και από παντού!
Ποτάμια, λίμνες και απάτητα βουνά!
Ουράνια πολύχρωμα τόξα στήνουν γέφυρες στις κορφές της Ευρυτάνικης γης!
Χρονοσκαμένοι άνθρωποι με λαχτάρα αφήνουν πίσω τους τις εμπειρίες και τα βιώματά τους παρακαταθήκη στις νέες γενιές!
Ερειπωμένα σπίτια, κουρασμένα από τον χρόνο στέκουν στην άκρη της στράτας κρατώντας το κεφάλι με τα δυο τους χέρια ,ψάχνοντας την καλημέρα !
Η τραγωδία του γονιού και ο θάνατος!
Ο χορός των ερυνιών και η κάθαρση
Η θυσία για να ''γινει τ΄ όνειρο φέτα ψωμί ''
Η απόλυτη αλληλουχία των συναισθημάτων!
Σε χαιρετώ καλέ μου φίλε και διέσωσε ότι μπορείς από τη λήθη του χρόνου.
Κάποιοι άνθρωποι είναι ταγμένοι γιαυτό! Και συ είσαι ένας απ' αυτούς !
Αγαπητοί φίλοι...
Τα σχόλιά σας μας έχουν πραγματικά συγκινήσει. Σας ευχαριστούμε ολόψυχα που τιμάτε με τις επισκέψεις σας, τις αναδημοσιεύσεις και τα γραπτά σας και αυτό το αφιέρωμα μνήμης.
Θα προσθέσουμε μερικές "λεπτομέρειες" που αφορούν τις τελευταίες στιγμές της Α. Τσουκαλά. Το πρωί πριν την πάρουν οι δήμιοι άφησε μαζί με το ημερολόγιό της και ένα δαχτυλίδι στη μικρότερη αδερφή της. Ήταν ότι είχε όλο κι όλο από υλικά αγαθά, γιατί από άυλα μας άφησε τα πάντα! Το πιο συγκλονιστικό, όμως, ήταν ότι πριν την εκτέλεση φρόντισε να βγάλει το παλτό της έτσι ώστε αυτό να μην τρυπηθεί από τις σφαίρες των δολοφόνων της μιας και όπως είπε "θα ήταν χρήσιμο σε κάποιον άλλο άνθρωπο που πιθανόν να μην είχε"!!! Το ήθος αυτής της αγωνίστριας πραγματικά ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ!!!
Ευρυτάνα ιχνηλάτη ήταν ένα από τα πιο “δυνατά” σου θέματα. Με έκανες και δάκρυσα. Πόσο τραγικό το γεγονός ένα τόσο νέο κορίτσι γεμάτο ζωή και όνειρα να δολοφονηθεί με αυτό τον άγριο τρόπο από αυτά τα αδίστακτα κτήνη που οδηγούσαν μπροστά στα εκτελεστικά αποσπάσματα χιλιάδες Αλίκες και άλλους αγωνιστές εκτελώντας τις εντολές που είχαν πάρει από τους αμερικανούς και το φασιστικό καθεστώς. Η Αλίκη Τσουκαλά έβαλε πάνω απ όλα τις ιδέες της και δεν τις αντάλλαξε ούτε με τη ζωή της, αλλά ούτε δίστασε να απαρνηθεί ακόμη και τον συμβιβασμένο πατέρα της προκειμένου να μην χάσει την αξιοπρέπεια της. Είναι μια σπάνια ιστορία που δεν την είχα ακούσει πουθενά και είναι πολύ σημαντικό που την έφερες στο φως. Συμφωνώ και εγώ με το φίλο που έγραψε πιο πάνω ότι θα πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία, αλλά είναι προφανές ότι δεν συμφέρει το σύστημα. Ισως στα σχολεία……του μέλλοντος. Είναι ιδιαίτερα συγκλονιστικά και τα ποιήματα του τραγικού πατέρα που αποτυπώνουν το σπαραγμό της ψυχής του και τη συντριβή του από τις ερινύες. Πόσα δράματα έζησε ο τόπος μας εκείνη την εποχή από αυτούς που και για δεκαετίες μετά μας κυβερνούσαν. Για μένα όμως πιο πολύ είναι εκείνα τα μεγάλα εκφραστικά μάτια της Αλίκης που απευθύνουν ένα τεράστιο “γιατί” και στο δικό μας το σήμερα. Τόσες θυσίες για να βρεθούμε στο σημείο μηδέν……
Σε ευχαριστούμε για την υπέροχη δουλειά σου, είναι μοναδικός ο τρόπος που μας παρουσιάζεις τα τόσο σημαντικά ιστορικά σου θέματα. Να είσαι καλά.
Α Θ Α Ν Α Τ Η !!!
Ψυχή βαθιά!
Επιλογή Τίτλου:VivaLaRevolucion