ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαρά Θεοδωρίτση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαρά Θεοδωρίτση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 23 Απριλίου 2022

Το Αλήστου Μνήμης Μεγαλοβδόμαδο της Ζακύνθου

Από Χαρά Θεοδωρίτση:

Βρισκόμαστε στα μισά του ζακυθινού Μεγαλοβδόμαδου,κι εγω όπως πάντα κάνω ενα βήμα μπρος και δέκα πίσω (και λίγα λέω, κρύβω χρόνια) κι αν και τίποτα δεν είναι πια το ίδιο, μέσα μου γίνονται διεργασίες πολλές. Ανασταίνονται πρόσωπα, εικόνες, συναισθήματα, μυρωδιές.

Χρόνο με το χρόνο οι παιδιακίσιες αναμνήσεις βαραίνουν όλο και περισσότερο τους ώμους μου, με λυγάνε, με συγκινούν, με κάνουν και αναπολώ αλλά και να ευγνωμονώ που τα έζησα!
Εμείς δεν είχαμε ποτέ Λαζαράκια αλλά ήταν η αρχή των σχολικών διακοπών κι αυτό έδινε νότες χαράς στη μέρα αυτή!

Οι τελετές αρχινάγανε από του Βαγιώνε! 
Δε θα σταθώ στις Ακολουθίες, τί ένοιαζε ένα μικρό παιδί οι Ακολουθίες με τ' ακαταλαβίστικα λόγια και την πολύ ορθοστασία!
Με γκρίνια ξύπναγα να πάμε στην εκκλησία αλλά ήταν το δέλεαρ για το δαχτυλίδι που θα φτιάχναμε γυρνώντας στο σπίτι φέρνοντας το βαγί ! και δεν ήταν ανάγκη να χαλάσουμε εκείνο που θα πήγαινε στα κονίσματα κατευθείαν, αφού ο νιότσολος του χωριού θα έφερνε με την κόφα το βαγί σπίτι-σπίτι σ όλο το χωριό, όσο απομακρυσμένα κι αν ήταν τα σπίτια!
Κακώς που δεν έμαθα ποτέ τούτο το περίτεχνο τύλιγμα μέχρι να γίνει δαχτυλίδι, αλλά ποτέ δεν είναι αργά 😉.
Στο σπίτι επικρατούσε αναστάτωση καθαριότητας! Όλα γίνονταν από την αρχή, να πλυθούν, να αεριστούν, να κολαριστούν ναναι έτοιμα για τη μεγάλη Γιορτή. Οι αυλές και όπου υπήρχαν μάντρες και πεζοδρόμια ασβεστώνονταν, μέχρι και οι κορμοί των δέντρων!
Ολ αυτά για τους μεγάλους τα παιδιά απολάμβαναν τις διακοπές τους,(αν και κάπου κάπου μ έχωναν κι εμένα να ξεσκονίζω τα έπιπλα που από τότε σιχάθηκα τα λιονταρίσια πόδια των τραπεζοκαθισμάτων) με νηστεία μεν, διακοπές δε!
Τα δύσκολα άρχιζαν από την Μεγάλη Τετάρτη! Από εκεί τέρμα το ρεπόσο και αρχή των εκκλησιασμών 😤
Μεσημεριάτικα ξεκινάγαμε ποδαράτο με τη συνονόματη γιαγιά μου για τα Ευχέλαια.
Προσπαθώντας να προλάβω το γρήγορο βήμα της, γκρινιάζοντας τί ήθελαν λειτουργίες μεσημεριάτικα με τραβούσε από το χέρι να προκάμουμε.
Να προκάμουμε να πάμε να ξαγορευτούμε στο σεβάσμιο παπά Γαλάνη, που όλες μου οι αμαρτίες συμπυκνώνονταν στο ερώτημα "αν έφαγα τα γλυκά που έκρυβε η μαμά μου στη σερβάντα"! Πολύ αργότερα έμαθα οτι δεν ρωτάει μόνο αυτό ο παπάς κι έπεσα στη λούμπα, μ αποτέλεσμα να μου απαγορεύσει την θεία κοινωνία 😡 
Έμεινα με την απορία, γιατί ναναι τόσο κολάσιμη η αγνή αγάπη, αφού αυτή κήρυττε κι ο Χριστός και γι αυτή σταυρώθηκε😟 .Τλπ δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα.
Κι αφού τέλειωνε το ξαγόρεμα, εγώ τέλειωνα γρήγορα, δεν είχα να πω και τίποτα, οπότε όσο καθυστερούσε η γιαγιά μου, φεύγαμε γραμμή για τον Αγιο να μυρωθούμε.
Κι αφού αγιάζαμε, γραμμή πάλι για την επιστροφή.

Η άλλη μέρα Μεγάλη Πέμπτη, η θεία Κοινωνία ήταν μη διαπραγματεύσιμη, αλλά έτσι ήταν και πιο κοντά, η έστω και για λίγο, λύση της νηστείας, αφού δεν μου αρνιόνταν να αρτηθώ μ' ενα κουλουράκι.
Πάλι με τα πόδια, πάλι με γκρίνια, πάλι τραβηχτή από το χέρι πηγαίναμε με τη γιαγιά στον Αγιο Λάζαρο. Ήταν η πιο κοντινή μας εκκλησία, παρ όλα αυτά ακόμα κοιτάζω τα πόδια μου νομίζοντας οτι θ αντικρύσω τα λευκά καλτσάκια με τα καμούφα, ματοχυλισμένα από τα καινούργια παπούτσια που με χτυπούσαν και πώς θάταν άλλωστε δυνατόν, αφού ήταν αφόρια!
Κοινωνισμένες λοιπόν, κλαίουσα εγώ από τον πόνο στις φτέρνες, πίνοντας κάτι σε ζουμί (δε θυμάμαι τί ακριβώς αφου η μέρα αυτή το φαγητό είναι αγκινάρες γεμιστές και κουκιά) προσπαθώντας να μου αποσπάσουν την προσοχή για να σταματήσω να κλαίω, ήθελαν όλοι να δουν το "χρυσό μου δόντι", κι εγώ σαν γύφτος το δειχνα κάθε φορά και καμάρωνα που λαμποκόπαγε και θαύμαζαν οι αναζητούντες το!

Βράδυ Μεγάλης Πέμπτης και τα 12 Ευαγγέλια στον Αγιο ήταν δυσβάσταχτο ακόμα και στη σκέψη!
 Πόσες ώρες ορθοστασία σε μία εκκλησία γεμάτη μέχρι τον πρόναο από κόσμο, σαν σαρδέλες ο ένας δίπλα στον άλλον, που σ' έπιανε λιποθυμιά από τη ζέστη, το στριμωξίδι και το λιβάνι; 
Για καλή μου τύχη, η γιαγιά μου η χωραϊτισσα που πήγαινε εξ αρχής, είχε το στασίδι της κι έτσι φτάνοντας στον 10ο Ευαγγέλιο που καταφθάναμε ν' ακούσουμε το "Σημερον κρεμάται επι ξύλου" μετά το 11ο Ευαγγέλιο, από τη μοναδική φωνή του Γιώργη του Μαλλαρίτση που κράταγες και την αναπνοή σου από αυτή τη φωνή που σου τρυπούσε τα κατάβαθα της ψυχής σου και συναισθανόσουν το θείο δράμα, όλο και κάπως ξαπόσταινα κι άντεχα! 
Αυτή η φωνή έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη μου και καμιά άλλη δε την έφτασε ποτέ. Ισως έτσι την θέλει η ανάμνηση που έφτιαξε ένα μικρό παιδί, ποίος ξέρει ! Αποκαμωμένη πια απ όλη την ημέρα έπεφτα ξερή για ύπνο στο γυρισμό.

Η Μεγάλη Παρασκευή ήταν και είναι το αποκορύφωμα του ζακυθινού Μεγαλοβδόμαδου!
Ηταν αυτή που έστω κι άγουρο παιδάκι, περίμενα ολόκληρο χρόνο! θάταν βέβαια παράτολμο να με τραβάνε και στην Αποκαθήλωση, αλλά στις 2 το μεσημέρι, ακόμα κι αν ήμασταν νηστικοί αφού τραπέζι δεν στρωνόταν, στο Σταυρό πηγαίναμε απαράβατα.
Τα μαγαζιά άπαντα κλειστά. Αυτά με τα είδη διατροφής άνοιγαν μετά το πέρασμα του Σταυρού, μετά τις 2 το μεσημέρι δηλαδή, αλλά όλα όμως ήταν στολισμένα με κλάδους φοινίκων, κάτι που σήμερα διατηρείται από ελάχιστους .
Η μέρα αυτή έχει κάτι το απόκοσμο
Ο ήλιος κρύβεται μέσα στα σύννεφα, κι όχι από καπρίτσιο για να παίξει μαζί τους, απλά κρύβεται! σαν να είναι βλασφημία να φανερωθεί τέτοια μέρα, όταν στους δρόμους της Πόλης "περπατεί" ο Σταυρωμένος!
Ένα μαυρόασπρο πλήθος κατάκλυζε την Πλατεία του ποιητή, η μέρα πένθιμη και απαιτούσε και η ενδυμασία να ομολογεί πένθος.
Έτσι οι άνδρες με κοστούμι και μαύρες γραβάτες, οι γυναίκες με μαύρα ταγιέρ, ήταν ένα πλήθος που ήταν εξοικειωμένο το μάτι μου να βλέπω. 
Ήταν η μοναδική μέρα που απαγορεύονταν τα φιλιά χωρίς νάχουμε πανδημία, απλά κάθε τέτοια εκδήλωση αγάπης θεωρείτο φιλί προδοσίας.
Αυτό λοιπόν το μαυροντυμένο πλήθος χωρίς νάχει κάποιο οικείο νεκρό αλλά όλοι είχαν τον ίδιο, αμίλητοι και υπομονετικοί έξω από την είσοδο του ναού περίμεναν...και ξαφνικά το μεγάλο τύμπανο της Φιλαρμονικής ορίζει την έναρξη του "Ινα τι εφρύαξαν έθνοι" και όλα τα βλέμματα στρέφονται στην είσοδο του Αγίου Νικόλα του Μώλου που ο Σταυρός σκύβει να περάσει και να βγεί στην Πλατεία.
"Η περιφορά του Εσταυρωμένου" ακουαρέλα μου

Κι αφού ολοκληρώνεται το μουσικό κομμάτι αργά, βουβά και ρυθμικά υπο τον ήχο του τύμπανου ξεκινά η μεγάλη περιφορά κι εμείς να τρέχουμε να τον προλάβουμε σε συγκεκριμένα πόστα, μέχρι να γυρίσει ξανά στην πλατεία και να γίνει η "ευλογία του σύμπαντος" από το Δεσπότη πάνω στο πάρκο. Καρφίτσα νάπεφτε στην πλατεία θ ακουγόταν ,τόση σιωπή, σα να μην υπήρχε άνθρωπος ήταν σχεδόν ανατριχιαστικό (δε θα τολμήσω σύγκριση με το σήμερα σε τίποτα απ όλ αυτά).
Και μετά, πάλι σιωπηλά, γινόταν η αποχώρηση. 
Οι ευχές για "Καλή Ανάσταση" ανταλλάσσονταν σχεδόν συνωμοτικά, λες και θα χαλούσαν τη μαγεία της στιγμής που ζήσαμε.
Το βράδυ εκείνο, είχε μεγάλη αναμονή και αγωνία, μην αποκοιμηθώ και μου φύγουν οι γονείς μου χωρίς να τους ακούσω και δε με πάρουν.
 Ήμουν τύπος και υπογραμμός για κείνη τη νύχτα γιατί ήξερα οτι θαταν η τιμωρία μου να μη με πάρουν στον Επιτάφιο, αν ήμουν ανυπάκουη.
Σχεδόν όλο το χρόνο είχα αυτή την απειλή, γιατί ήξεραν το απωθημένο μου.
Έτσι γύρω στις 3 το ξημέρωμα κατεβαίναμε ξανά στη Χώρα για την περιφορά του Επιταφίου, μέσα σε μία φύση που οργίαζε προετοιμάζοντας την επερχόμενη Ανάσταση.
Οι μυρωδιές μεθυστικές από λεμονανθούς, πασχαλιές ,φιορ ντ αμόρε και γλυτσίνιες οχι τσίκνας όπως στις μέρες μας!
Η νύχτα αυτή τόσο διαφορετική από το μεσημέρι, λες και πρόκειται γι άλλη μέρα, άλλο μήνα ακόμα! 
Οι ξύλινες ταμπέλες των μαγαζιών που άλλαζαν σκωπτικά τις ιδιότητες, Οι ήχοι, οι ψαλμωδίες το "Ω γλυκύ μου έαρ" να διαχέεται στην ατμόσφαιρα σα θρήνος, αλλά και σα μύρο, ο κόσμος με τα κρεμασμένα πεύκια στα μπαλκόνια και τ αναμμένα κεράκια να γλυκαίνουν το μέσα σου. Κάποιοι αγουροξυπνημένοι να προβάλουν και να σταυροκοπιούνται από τις μισάνοιχτες γρίλιες των παραθύρων και κάποιοι ξένοι, ελάχιστοι τουρίστες της εποχής, ξαφνιασμένοι, απορημένοι: τί γυρεύει όλος αυτός ο κόσμος μεσ' το ξημέρωμα στους δρόμους!
Και ξαφνικά, εκεί που μπαίνει ο Επιτάφιος ξανά στη Μητρόπολη και περιμένεις όλα να ησυχάσουν κι ο κόσμος να διαλυθεί ησύχως, ενας εκκωφαντικός θόρυβος από πήλινα που σπάνε μαζικά, καμπάνες να χτυπάνε χαρμόσυνα, ήχοι από παντού να σηματοδοτούν τη 'ΓΚΛΟΡΙΑ" της πρώτης Ανάστασης.
Ήχοι χαράς και να μπαίνει στη Χώρα το πρώτο σφάγιο! Αφού μέχρι το ξημέρωμα του Μεγάλου Σαββάτου και πριν τη Πρώτη Ανάσταση σφάγιο δεν υπήρχε στα κρεοπωλεία (ας μη κάνουμε σύγκριση με το σήμερα)
Έτσι έζησα και τον Τσάκαλο, που ανάερα θυμάμαι ένα τρελό τρέξιμο του χειρόκαρου τσι Μέσα Μερίες, με το σφαγμένο δαμάλι, να προλάβει νάναι πρώτος που φέρνει κρέας στο κρεοπωλείο στο Γιοφύρι! Παίζει νάταν και από τις τελευταίες χρονιές αυτό το αντέτι, έκτοτε τα τσιγκέλια γεμάτα και τα εστιατόρια ακόμα περισσότερο!
Ονόματα και εικόνες αχνές μεν, ανεξίτηλες δε, στο παιδικό μυαλό.
Και οι ευχές πια φωναχτά και χαρούμενα για Καλή Ανάσταση με το ματζέτο του Επιταφίου στα χέρια να επιστρέφουμε στο σπίτι και πριν πέσουμε για ύπνο (εγω δηλ. γιατί οι μεγάλοι άρχιζαν για τις ετοιμασίες της ημέρας αφού ήδη είχε ξημερώσει για τα καλά) να σπάμε το δικό μας πήλινο "για τη σκάση των Οβραίωνε" όπως έλεγε η γιαγιά μου

Από εκεί και πέρα δεν με πολυενδιέφερε η συνέχεια και συμπαθάτε με, εγω είχα ολοκληρώσει μέσα μου, παρ όλα αυτά η Ανάσταση στη Χωρα, αν και ήταν μια ακόμα ταλαιπωρία, ειδικά η επιστροφή με το μποτιλιάρισμα που μας καθυστερούσε από τη γλήγορη επιστροφή και την ανυπομονησία να φάμε επιτέλους τα εδέσματα της βραδυάς και να φιρίρουμε τα κόκκινα αυγά, που είχαμε κοκκινήσει τα χέρια από τη βαφή των ρούχων που τα βάφαμε για να κολλήσουμε τις χαλκομανίες, να μην ανυπομονούμε ;
Η Ανάσταση στην Πλατεία Αγίου Μάρκου

Με το Χριστός Ανέστη και το ρολόι του Φόρου να χτυπά 12 ακριβώς, δεν ακολουθούσαμε την πομπή, αλλά πηγαίναμε περικοπά να προλάβουμε να πιάσουμε θέση ν ακούσουμε το "Αρατε πύλας" από το Σκοπιώτη τον Επισκοπόπουλο, αγαπημένο φίλο των δικών μου που με στεντόρια φωνή απαντούσε από μέσα από την κλειστή πόρτα, μέχρι να την κλωτσήσει ο Δεσπότης και να μπει θριαμβευτικά το Νιο φως στην Εκκλησία!

Η Κυριακής τση Λαμπρής είχε εκκλησιασμό, αλλά ήταν ένας ακόμα πριν το τέλος, μεσημέρι με αυγολέμονο, ύπνο και τ' απόγευμα ένα πανηγύρι μας περίμενε.
Το πανηγύρι του Αγιου Λαζάρου με την περιφορά της Παναγίας της Γαλανούσας.
Θα μου πείτε τόσο πολύ θρήσκα ήμουν από μικρή; Οχι βέβαια, ούτε τώρα ισχυρίζομαι κάτι τέτοιο! για μένα εντύπωση έκαναν ο κόσμος, οι πάγκοι με τα πλαστικά ευτελούς αξίας παιχνίδια, οι ατέλειωτες ουρές περιμένοντας τις φρεσκοτηγανισμένες φυτούρες, οι μποτέγες που υπήρχαν τότε μπάντα κι άλλη του δρόμου κι έψηναν κι ο κόσμος που καθόταν στις μπανκάδες και τρωγόπινε και τέλος οι φωτίες! Αυτοσχέδια πυροτεχνήματα από ντόπιο τεχνίτη, ο Μουσολίνι, το κάψιμο του Ιούδα, η ρόδα, αυτά περίμενα να απολαύσω κι οχι το Κήρυγμα της αγάπης του Δεσπότη που λίγα καταλάβαινα απ όσα έλεγε

Γενικά, από την Κυριακή τση Λαμπρής άρχιζε μία σειρά πανηγυριών, που με χαρά συμμετείχαμε, γιατί η θρησκευτικότητα συνδυασμένη με την αναγέννηση και τη σύμπραξη της φύσης έδιναν μία μοναδικότητα ανεπανάληπτη.

Ετσι η εικόνα στα Ξεροβούνια, το πανηγύρι στο Βόιδι τη Νιά Δευτέρα, της Χρυσοπηγής τη Νιά Παρασκευή και του Αγίου Λύπιου την Κυριακή του Θωμά, ήταν και παραμένουν τ' αγαπημένα μου γιατί το λιβάνι που διαχέεται στην ατμόσφαιρα μαζί με τις μοσχοβολιές των φυτών και των δέντρων υπο τους ήχους της φιλαρμονικής που συνοδεύει το Κόνισμα, συνθέτουν έναν ύμνο στη ζωή και την ελπίδα και ξορκίζουν το θάνατο, εκτός του ότι και από τα τρία βλέπεις τη Ζάκυνθο από διαφορετικές οπτικές γωνίες και την ξαναγαπάς! 
Λίγο τόχεις;

Τώρα ολ αυτά που μου λείπουν, που έχουν ριζικά αλλάξει, προσπαθώ να τα διατηρήσω ζωντανά με τη φλόγα που τα έζησα και τα αποτύπωσα για πάντα στην καρδιά μου. 
Ο καθένας αυτές τις Μέρες τις νοιώθει διαφορετικά, ανάλογα με τα βιώματα και τα συναισθήματα που του γεννάνε, 
Καλή Ανάσταση λοιπόν με λιγότερες Σταυρώσεις!

Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020

"Επιστροφή στα Πάτρια..." k "Τσιρλί ντερς.."


Εξέπνευσε κι ο Αύγουστος 2020, ζωή νάχουμε να τον θυμόμαστε τέτοιος που ήταν!
Δε ξέρω εσείς πώς τοχετε πάρει, αλλά εγώ σαν να μην βιώνω το 2020, ενα πράμα.
Φεύγουν οι μήνες από ένα χρόνο άχρονο! Μηχανικά τους περνάμε. Σαν να μην υπάρχει δηλαδή, αν μπορείτε να με καταλάβετε.
Μόνο το τριψήφιο “112” έχει νου και γνώση για μας.

Πριν λίγο καιρό στην Εύβοια το σκέφτηκε το ξανασκέφτηκε ,είπε “ασε μη τους ανησυχήσω. Γιατί αν τους πω οτι έρχεται ο κατακλυσμός του Νωε αυτοί θα τρελαθούν, θα καβαλήσουν ό,τι ρόδα έχουν πρόχειρη και θα πνιγούν” , δεν τους ενημέρωσε ...ο κατακλυσμός τους έπιασε στον ύπνο και πνίγηκαν ήρεμα. 
Τώρα όμως, σκεπτόμενο ωριμότερα είπε “δεν τους ενημερώνω οτι οι διακοπές τελείωσαν, ώρα να γυρίσουν πίσω, μη συνωστισθούν στις πύλες εισόδου κι έχουμε ντράβαλα;” γιατί τόχουμε οι Έλληνες να μας πιάνει η Καλοκαιρινή ραστώνη και να ξεχνιόμαστε στις παραλίες, με το φρέντο στην ξαπλώστρα.
Τώρα πόσους είδε στις παραλίες και το σκέφτηκε, άλλο καπέλο! Εγω πάντως εκεί που πάω μετρημένοι ήμασταν μετρημένοι είμαστε, εμείς κι εμείς οι εξής ίδιοι!
Το στειλε ομως το μηνυματάκι (ευτυχώς εμένα δε μ έχει στη λίστα του κι έτσι δε με ταράζει) και όποιος ήθελε να πιάσει το νόημα ας το έπιανε, οι υπόλοιποι απλά άλλαξαν πλευρό, μια που διακοπές δε πήγαν οι χριστιανοί.
Εν τω μεταξύ από μέσα από το 112 παίζουν ένα παιδικό παιχνίδι την κολοκυθιά… θυμάστε ...λέει «Έχω μια κολοκυθιά που κάνει 4 κολοκύθια».
Εδώ δε παίζουν με κολοκύθια αλλά με ημερομηνίες ανοίγματος των σχολείων. Και γιατί να κάνει 4 κι οχι 14; μέχρι στιγμής πάντως το παιχνίδι παίζεται με περισσό πάθος και καταληκτική ημερομηνία δεν έχει βρεθεί ακόμα.
Ξεντώνουν ημερομηνίες, ξεντώνουν αίθουσες, απλώνουν θρανία κι άκρη καμμία.
Εσείς λοιπόν που γυρίσατε ασμένως, κακώς ταλαιπωρηθήκατε, αλλά μάλλον το 112 σκέφτηκε οτι θα πρεπε να απολυμάνετε και το σπίτι σας αφού μπορεί κάποιο “δωράκι” να το φέρατε από τας νήσους τας εξωτικάς, που ενβιεί το καθόλου σπάνιο είδος covid 19.
Kαι πάλι το 112 ξανάστειλε μνμ στους ζακύνθιους (πάλι μ έβγαλε από τη λίστα και θα παρεξηγηθώ) “επαγρυπνείτε και πιστεύσατε, ο covid μετά σου!”
Κι έτσι εμείς μένουμε πίσω και κουνάμε μαντήλια σ' αυτούς που φεύγουν (δυστυχώς κουνήσαμε και στον τραγουδιστή τους τον αγαπημένο Γιάννη Πουλόπουλο) και οι αποχωρούντες περιμένουν στωικά στους σταθμούς ποιός ταξιτζής θα ευαρεστηθεί να τους φορτώσει, παιδιά, σκυλιά, συμπράγκαλα, βρίζοντας και βλαστημώντας καθ' όλη τη διαδρομή, το όργανο που επέβλεπε την τάξη και τις μονές κούρσες και εμ φόρτωσε ο,τι είχε και δεν είχε η οικοσκευή, εμ θα πάει σε μια διαδρομή και δεν θα κάνει το γύρο της Αθήνας μοιράζοντας κόσμο, χωρίς ταξίμετρο 
Καλή επιστροφή λοιπόν στους διακοπεύσαντες του Αυγούστου, να μας σκέφτονται όπως κάνει το 112 και να μην ανησυχούν...εκεί που είσαι ήμασταν κι εδώ που είμαι θάρθεις...που λέει κι η παροιμία, όπου νάναι θα το λάβουν το μνμ από το 112
Χαρά Θεοδωρίτση

Και

Αρχαία δεν χρειαζόμαστε. Λατινικά δεν χρειαζόμαστε. Ιστορία δεν χρειαζόμαστε. Κοινωνιολογία δεν χρειαζόμαστε. Εννοείται δεν χρειαζόμαστε εικαστικά και μουσική.
Χρειαζόμαστε όμως τσιρλί ντερς
Ο μεν νους καλά κάνει να υπνώττει , το δε σώμα οφείλει να είναι υγιές για να μπορεί να ξαπλώνει στον καναπέ να βλέπει μπιγκ μπρόδερ.
Έτσι φτιάχνεται το μέλλον.
Ερη Ελευθερία Ριτσου


Τρίτη 9 Ιουνίου 2020

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΤΖΑΝΤΕ: Το kαροντσίνο του Αφεντός - By Χαρα Θ.

Pebble art By Χαρα Θ.

Το καροντσίνο του αφεντός

-Αλιβίζο
-...
- Αλιβίζοοο! πού είσαι μωρέ αφορεσμένε;
- Εφούγιαξες αφέντη;
- Τι εφούγιαξα μωρέ που ξελαρυγγιάστηκα!
-Έδωπα ήμουνα αφέντη, ένα μουμέντο μπρι αριβάρισα από το Φόρο, εγίνηκε τ' όρντινό σου, κατά πώς μου πες αποβραδίς κι  ήφερα κι ένα ζιμπίλι πράματα τση κυράς απο το Γιοφύρι. Κομιντόρα, κραμπία, βερτζότα μία μάπα, κάτι ραδικοβλάσταρα, μία χαρτουλίνα φρύσσες και σπιτσοπίπερα απο του Αγγιού.
Μου είπε και γεώμηλα, αλλά δεν νογάω τι είναι ευτούνα ευτού αφέντη και τσ΄ήφερα πατάτες νιές, μόλις φερμένες απο τ΄ Αργάσι, μαζί με φραουλίνες ντόπιες. Ούτε κρεμμύδια Μπελουσιώτικα ηύρηκα ο καψερός, ούτε μύγδαλα για ορτζάδα, ειναι αμπονόρα ακόμα, μου είπε ο Βενέτικος. Ααα κι ένα σκουράτζο γαλάριο από το μπακάλικο του Φουρνογεράκη. 
Τσ'  ηφερα και χερίες αφέντη  που ξέρω οτι τση αρέσουνε, κανίσκι από μένανε

-Τάκαμες ούλα όπως σου πα  ή ξαστόχησες τίποτα για να φέρεις τα ...γεώμηλα;
-Ούλα τα δικά σου τα ηύρηκα αφέντη κατά πως μου τα πες.

-Ζέψε το λοιπό το καροντσίνο να πάμε μέχρι το μετόχι στην Αγρία, τόσες μέρες στη καραντίνα τα νιτερέσα μου μείνανε οπίσω, κι εμένανε μ έπιασε κουπάριση. Πρέπει να ιδώ αν πήγανε οι αργάτες για  το χαράκι, χώρια που το σπίτι τόσο καιρό φέρμο θάχει γιομίσει μάγαρα, μελιγκόνια και σαμαμήθια.
-Ποίοι αργάτες αφέντη;;; Το Ζέπο το μπιστικό σου, τον ηύρηκε ινφλουέντσα,από μουμέντο τον επροκάμανε. Επολιώρα βγήκε από το Σπιτάλιο, ακόμα τρέμουνε τα κατσικλείδια του!

-Ινφλουέντσααα;;; Κακό που μ΄ηύρηκε!
-Εσένανε τι κακό σ ηύρηκε αφέντη, εκειός απολίγο  να πάει στα πέρ αμπέλια ! να τον ιδείς πως  είναι φινίδος...έρεψε από τη φέμπρε, μήτε μόρτος!

_Και που ζει, τι κατάλαβε, το βάρος τση γης, αφού δε κάνει για δουλειά; Τί θα γένω τώρα συφορέλια μου; Πού θα έβρω αργατία; Κόρπο θα μ΄ έυρει με τούτη τη νοβιτά!
- Ο Άγιος κοντά σου αφέντη, γιατί τούτη η ινφλουέντσα βαρεί και τσου αφεντάδες, είναι λέει κορωνάτη, έτσι άκουσα στη Χώρα, να φορείς μουσαριόλα αφέντη.

-Μπα που κακό ψόφο νάχεις νιοράντε, που θα μου πεις οτι θα πάθω κορωνοιφλουέντσα! Σιγά μη φορέσω και μωρέττα! Καλλίτερα να μπουκώνεσαι παρά να μιλείς, όλο παρμενίες λες συφορά σου! Ζέψε να πάμε καλιά μας, γιατί  δε θάχουμε καλά ξεμπερδέματα, τήρα ο ήλιος, ένα ορδίνι στον ουρανό, πήγε γιόμα.
-Πρέπει να γυρίσουμε μπρι βραδυώσει αφεντη γιατί το φανάρι στο καροντσίνο είναι μπατάδο.
-Και πώς εμπατάρισε μωρέ νιοράντε,εβουρλίστηκε από μοναχό του;
-Όσκε αφέντη θα σου πω τι μου εκαπιτάρησε. 
'Ενας χεσμένος άρχινισε να το βαρεί  πετρίες, κι άμα το ρώτηξα τί του φταιξε το φανάρι, "Κάτου οι  μεγάλες μαϊστρες" μου φούγιαζε!
Εμαλινάρησα μα τον Άγιο! Ευτυχώς που ήτουνα μοναχό του το μουρλοφαντιασμένο και δε με κουλουμώσανε καμία δεκαρία απο δαύτα! 
Έκαμα το σταυρό μου που μόνε μόνε δεν ηύρηκε καμία πετρία το ζωντανό και τάφηνε σέκο, γιατί κάλλιο τόχα να συντριφτώ απο το Ξηνταβελόνη, παρά να γυρίσω σπίτι μετά απο τέτοιο κάζο!

-Τι λες μωρέ θεοβουρλισμένε;
Ποίος θεοτούμπης ήταν ευτός ο "επαναστάάάτης" πού νάμπει ο διάολος στο βρακί του και να μη βγαίνει
Ποίες "μαϊστρες" βαρεί το θεόμουρλο, του Κουμούτου για του Ψημάρη; 
Μη του ρθε ιδέα οτι είμαι κανένας μπενεστάντες από εκειούς; Αλλά άλλος δε φταίει παρά εσύ ο αγούρμαστος, σουχω πωμένο χίλιες βολές να μη πηγαίνεις από τη Κουτσουπία, που είναι μαωμένοι εκειοί οι διάσκατζοι! 
Αλλά πούύύ εσύύύ, τη δουλειά σου, γαϊδούρι κλάνει!
Κι αντακάπου απο κειές τσι μερίες! Γιατί γλέπεις εκεί είναι μαωμένες και οι μποτέγες που σ΄ έχουνε αβεντόρο, χώρια  που είσαι αβελίδος και ιναμοράτος με τα βελέσια! Μήγαρις δε σε ξέρω μουρλοπούπουλο;

-Δε νογάω αφέντη μου μα την Κυρά τη Σκοπιώτισσα, κι εμένανε κόπηκε το αίμα μου έτσι που πετάχτηκε απο τη καντουνάδα το γλυκιάρικο κι εβάρειε απάνου καταπάνου. Είναι που του εφινίρανε οι πέτρες και σταμάτησε, αλλιώτικα ακόμα θα με κυνήγαε!

-Πάμε μωρέ να φύγουμε, γιατί αν μείνουμε εδώ και μου ξεφουρνίσεις κι άλλα, θα κάμω φονικό, πάμε καλιά μας π' ανάθεμα το Λουμπάρδο!
-Ναίσκε αφέντη, τσακίζουμαι ο καψερός και μόλις γυρίσουμε θα τρέξω στο φαβραρείο του Οβραίου  να φτιάξω το φανάρι. Κι εσύ αφέντη μη ξαστοχήσεις το μπαγιασόν σου και το μπαστούνι σου, ναιιι αφέντη; μπουχός εγίνηκα κι εφύγαμε!

-Ναίσκε τώρα σ'  έπιασε ο πόνος μη μαυρίσω από τον ήλιο βεραμέντε! Ω στρατσίες που θες μωρέ κλαπαύτη, που αφού μ έκαμες ξύδι κι αγκλεούρι, τώρα τάχα μου νοιάζεσαι μη με κάψει ο ήλιος! 
Εγω ολοένα έχω ταράντουλο από τη σύγχυση, αν θες να ξέρεις. Άμα ξαναλάχει να μην είσαι κόμε σι ντέβε, να πας να ξαγορευτείς για δε θα εύρει άλλη ώρα, από λιντερίτσινο θα πας κακομοιριασμένε μου. 
Δελέγκου φόρειε τη γιατέκα σου, πάρε τη βίκα, μη γκανιάσουμε στο δρόμο για νερό και σαρτοκοπάμε τσου όχτους και βιάσου, δε θέλω άλλη άργητα,θα με πιάσει λάνια!
-Λακίζω αφέντη μου και δε λογιάζω τσι φωνές σου, γιατί νογάω πως δε τσι πιστεύεις, στη φούρκα σου τσι λες.

Αμπαντονάρω εγώ οτι αναστήθηκα από λεχωνούδι στο αρχοντικό σου, αντίς κατεβήκανε οι αντενάτοι μου απο το Πλεμοναρίο; και αντίς μεγάλωσα τι ασύσταγο ήμουνα; δεν είχα αφιδοσύνη πουθενά και αντίς μ'  επιαντάριζε η συχωρεμένη η μάνα μου,τση εφούγιαζες: "Αστο μωρή Ζαμπέλα, μη το ξεσυνερίζεσαι, παιδί είναι, τι θέλεις να στέκεται στυλιάρι; Το ντεζόρντινο φέρνει ενόρντινο, μη σκιάζεσαι ,δεν είναι κανένα παρμένο να ξεμπουριστεί"
Κι εκείνη από σέβας ελόγου σου, άφηνε τη βέργα και τσι γλύτωνα
Ηύρεμα ήσουνα για τη φαμελιά μου αφέντη, αλλιά, θα διακονεύανε.
Ούτε με ξεχώρισες ποτέ από τα παιδία σου! μέχρι και πορτάδα δική μου έφτιανα, κι οχι αμούτσι μήτε μπιστιού...εν τη παλάμη! 
και ρούχα αφόρια από τα παιδία είχα, δεν ήμουνα κανένας ρούνιας, σα κάτι άλλα και η παδέλα σας, απ' ο,τι είχε, πάντα είχε και για μας. 
Ακόμα και στα γράμματα μ' αμπωσίες μ έστελνες, μη τηράς που δε τ' αγάπαγα κι έκανα γανιό κι αριβάριζα τάχατες με το σκόλασμα σαν γάτα μπανιάδα! 
Κι αν δεν ήσουν ελόγου σου, τοκιστής και σουλατσαδόρος στα ρεπάρα, θάμουνα! Και τσι αρρώστιες μου ελόγου σου πρόντος! γιατί ήμουνα κι ατάλικος ο καψερός. 
Τώρα σέρνε μου όσα δε σέρνει το αφανοσάρωμα, ξέρω οτι δεν είσαι αιρεσιάρης κι άμα έχεις γκιούστο, αναγνωρίζω το δικό μου το σμπάλιο.

-Πάμε μωρέ θρασίμι και με λαϊμισες, μπρι μας πάρουνε τα ζουμία και μας κομπαρίρει και κανένας κομπέβελος και  μας αντισκόψει. 
Τρέξε μία πιλάλα να ηφέρεις τη λάτα, να βγάλουμε λάδι λαμπάντε από την πίλα και τη μπότσα για τη Βερντέα, να τσι γιομίσουμε.
 Θυμού να κόψουμε αλιφασκιά για την αγκούσα και να φέρουμε το κακάβι για γάνωμα στη Χώρα, όπου νάναι θα γυρίσουμε να ξεκαλοκαιριάσουμε!
-Ούλα θα τα κάμουμε αφέντη μου, μη σκιάζεσαι και ευτούνα θα πάρουμε και μποκέ για τη σιόρα Γκιοβάννα θα κόψουμε  και γιουλάκια θα τση μαώξω,  να τα βάλει στο κόνισμα, να σχωράει το σιορ πάρε τση!
-Αμποδάτε χαρές! Ντούνκουε, να νετάρουμε μπρι πιάσει ντάβανος! Πάμε περικοπά, εβράδυωσε.
Pebble art By Χαρα Θ.

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

ΟΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ !!


Πρώτη του μήνα και μία πρόκληση #challengefebruaryklairv !!!
Γιατί οχι ;;
Τα ξυλόγλυπτα τα χα ήδη κερδίσει σε προηγούμενο διαγωνισμό της ευρηματικής Ελένης΄ και τα χρησιμοποιώ μετά από πολύ σκέψη να μη τα χαραμίσω,
το κουτί (απο σοκολατάκια όπως βλέπετε) υπήρχε σχεδόν 10 χρόνια στην αναμονή, η χρήση του κουτιού ήταν ήδη δεδομένη (κοσμηματοθήκη), η έμπνευση βοηθήθηκε από διάφορες εικόνες κι έτσι προέκυψε το αποτέλεσμα.
Η βάση είναι decoupage αφού τόχα ξεκινήσει για ρολόι τοίχου, εκτέλεση που δεν ολοκληρώθηκε και χρήση που δεν ευοδώθηκε.
Τα ξυλόγλυπτα αφού ασταρώθηκαν περάστηκαν 3 διαφορετικά χρώματα κιμωλίας (κόκκινο, βάση, μαύρο και lichen green) με σκουπίσματα ενδιάμεσα και τέλος με wax paste white gold.
Νομίζω οτι έγινε απείρως καλλίτερο με τα εξαιρετικά ξυλόγλυπτα του Αρτέμη Δούρου, 
μια σειρά διαμαντάκια απο κολιέ και μια καρφίτσα-δώρο (ηταν πολύ στρασάτη για μένα, έτσι φορέθηκε ελαχιστότατα) από τις πολλές που είχα τρέλα κάποτε.




Η γνώμη σας;
ΚΑΛΟ ΜΗΝΑ Σ' ΟΛΟΥΣ!!!
Χαρά Θεοδωρίτση
Αλίευση - Παρουσίαση: Viva.La.Revolucion


Σάββατο 10 Αυγούστου 2019

ΜΙΑ ΚΟΥΚΛΑ Κ ΕΝΑ ΛΕΥΚΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ "ΠΗΓΑΝ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΟΥΝ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΥΛΗ"

Aξίζει να το διαβάσετε....
...Ξέρετε, αρέσουν πολύ τα λευκά τριαντάφυλλα στη μαμά...
Βρέθηκα σε ένα κατάστημα, στο διάδρομο με τα παιχνίδια. Με την άκρη του ματιού μου, παρατήρησα ένα αγοράκι γύρω στα πέντε, το οποίο κρατούσε μια κούκλα. Δε σταματούσε να της χαϊδεύει τα μαλλιά και να τη σφίγγει προσεκτικά πάνω του. Αναρωτήθηκα για ποιον προοριζόταν αυτή η κούκλα.
 Το αγοράκι γύρισε κάποια στιγμή προς την κυρία που βρισκόταν πλάι του: «Θεία μου, είσαι σίγουρη ότι δε μου φτάνουν τα λεφτά;»
 Η γυναίκα του απάντησε χάνοντας κάπως την υπομονή της: «Είπαμε ότι δεν έχεις αρκετά λεφτά για να την αγοράσεις.» Έπειτα, η θεία του του ζήτησε να μείνει εκεί και να τον περιμένει για λίγο, κι εκείνη έφυγε βιαστικά. 
Το αγοράκι κρατούσε ακόμη στα χέρια του την κούκλα. Τελικά, κατευθύνθηκα προς το παιδί και το ρώτησα σε ποιον ήθελε να δώσει την κούκλα. 
«Αυτή την κούκλα την ήθελε η αδερφή μου περισσότερο από καθετί για τα Χριστούγεννα. Ήταν σίγουρη ότι θα της την έφερνε ο Άι- Βασίλης.» Του είπα τότε ότι μπορεί και να της την έφερνε, κι εκείνο μου είπε θλιμμένο: «Όχι, ο Άι-Βασίλης δεν μπορεί να πάει εκεί που είναι τώρα η αδερφή μου... Πρέπει να δώσω την κούκλα στη μαμά μου να της την πάει.» Τα μάτια του ήταν πολύ θλιμμένα ενώ έλεγε αυτά τα λόγια. «Πήγε να συναντήσει τον Χριστούλη. Ο μπαμπάς λέει ότι και η μαμά θα πάει να συναντήσει το Χριστούλη σε λιγάκι. Έτσι, σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να πάρει την κούκλα μαζί της και να την πάει στην αδερφούλα μου.» 
Η καρδιά μου πήγε να σταματήσει. Το αγοράκι σήκωσε το βλέμμα προς εμένα και μου είπε: «Είπα στον μπαμπά να πει στη μαμά να μη φύγει αμέσως. Ζήτησα να περιμένει μέχρι να γυρίσω από το μαγαζί.» Μετά, μου έδειξε μία φωτογραφία που απεικόνιζε το ίδιο το αγοράκι μέσα στο κατάστημα να κρατάει την κούκλα, και μου είπε: «Θέλω η μαμά να πάρει κι αυτή τη φωτογραφία μαζί της, για να μη με ξεχάσει. Την αγαπάω τη μαμά και δε θέλω να μ'αφήσει, αλλά ο μπαμπάς λέει ότι πρέπει να πάει μαζί με την αδερφούλα μου.» Ύστερα, χαμήλωσε το κεφάλι του κι έμεινε σιωπηλό. 
Έψαξα στην τσάντα μου κι έβγαλα από μέσα ένα μάτσο χαρτονομίσματα και ρώτησα το αγοράκι: «Τι λες να μετρήσουμε τα λεφτά σου μια τελευταία φορά για να σιγουρευτούμε;» «Εντάξει, όμως πρέπει να βγουν αρκετά.» Έριξα κρυφά κάποια χρήματα μαζί με τα δικά του και αρχίσαμε το μέτρημα. Έφταναν με το παραπάνω για την κούκλα. Περίσσευαν κιόλας αρκετά. 
Το αγοράκι ψιθύρισε: «Ευχαριστώ Χριστούλη που μου έδωσες αρκετά λεφτά.» Έπειτα με κοίταξε και είπε: «Είχα ζητήσει από το Χριστούλη να κάνει να έχω αρκετά λεφτά για ν'αγοράσω την κούκλα και η μαμά μου να μπορεί να την πάει στην αδερφούλα μου. Εκείνος άκουσε την προσευχή μου. Ήθελα να έχω αρκετά λεφτά για ν'αγοράσω και ένα λευκό τριαντάφυλλο για τη μαμά, όμως δεν τόλμησα να του το ζητήσω. Εκείνος μου έδωσε αρκετά λεφτά για ν'αγοράσω την κούκλα και το λευκό τριαντάφυλλο. Ξέρετε, αρέσουν πολύ τα λευκά τριαντάφυλλα στη μαμά...» 
Λίγα λεπτά αργότερα, η θεία του ξαναγύρισε, κι εγώ απομακρύνθηκα σπρώχνοντας το καροτσάκι μου. Τέλειωνα τα ψώνια μου με ένα συναίσθημα εντελώς διαφορετικό από ότι όταν τα άρχιζα. Δεν μπορούσα να βγάλω απ'το μυαλό μου το αγοράκι. 
Μετά θυμήθηκα ένα άρθρο στην εφημερίδα, λίγες μέρες πριν, που μιλούσε για έναν οδηγό σε κατάσταση μέθης που είχε χτυπήσει ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε μια νεαρή γυναίκα με την κόρη της. Το κοριτσάκι είχε πεθάνει ακαριαία και η μητέρα ήταν σοβαρά τραυματισμένη. Η οικογένεια έπρεπε να αποφασίσει εάν θα της διέκοπταν την αναπνευστική στήριξη... Να ήταν άραγε η οικογένεια του μικρού αγοριού; 
Δυο μέρες μετά, διάβασα στην εφημερίδα ότι η νεαρή γυναίκα ήταν νεκρή. Δεν μπόρεσα να μην πάω ν'αγοράσω ένα μπουκέτο λευκά τριαντάφυλλα και να βρεθώ στην αίθουσα όπου εκθέταν τη σωρό της. Ήταν εκεί και κρατούσε ένα όμορφο λευκό τριαντάφυλλο στο χέρι της, μαζί με μία κούκλα και τη φωτογραφία του μικρού αγοριού από στο κατάστημα. 
Έφυγα από την αίθουσα κλαίγοντας και με την αίσθηση ότι η ζωή μου θα άλλαζε για πάντα. Η αγάπη που είχε αυτό το αγοράκι για τη μαμά του και την αδερφή του ήταν τόσο μεγάλη, και μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου ένας μεθυσμένος οδηγός του τα πήρε όλα μακριά....
Τώρα έχεις δύο επιλογές: 1) Να βάλεις αυτο το μηνυμα στο προφιλ σου 2) Να προσποιηθείς ότι δεν το διάβασες και ότι δε σε άγγιξε. Αν το στείλεις, ίσως εμποδίσεις κάποιον από το να οδηγεί ύστερα από κατανάλωση αλκοόλ, και ίσως να επαναπροσδιορίσεις μέσα του την αντίληψή του περί ζωής
 

Το βρήκαμε στη σελίδα της:
Χαρά Θεοδωρίτση*
*Αν έχει μείνει μυαλό στη θέση του, σκεφτείτε πρίν πιάσετε το τιμόνι, όχι μόνο για σας αλλά και για τους άλλους που δε σας φταίνε σε τίποτα,,