,,Αφιερωμένο σε όλους όσους πέρασαν απ΄τις σκαλωσιές... και με τον ιδρώτα και το αίμα τους χτίσανε το κόσμο,,
Η σκαλωσιά
Πώς γίνεται είκοσι χρονών ένα παιδί γεννημένο σε μιαν απόμακρη συνοικία, μέσα σε μιαν αυλή, μόνον η μάνα του μπορεί να το ξέρει. Εγώ και σεις τα φανταζόμαστε όλα, νομίζουμε ότι τα ξέρουμε όλα, ωστόσο απλώς φιλοσοφούμε μπροστά σ’ αυτόν που τα ζει όλα, μπροστά στη μάνα π.χ. που μεγαλώνει το παιδί της στην αυλή μιας μακρινής συνοικίας. Το μόνο πράσινο που είδε αυτό το παιδί, ήταν το χορταράκι που φύτρωνε το χειμώνα ανάμεσα στις πλάκες αυτής της αυλής, κάτω από τα σύρματα ή τα σκοινιά που κρέμονταν τα βρεγμένα ρούχα. Λίγος ήλιος, λίγος αέρας, λίγο γάλα και πολλά ελπιδοφόρα νανουρίσματα και τραγούδια σε πικρό ρυθμό από τα χείλη αυτής της μάνας, που εναγκαλίζεται όλο τον κόσμο, σφίγγοντας με καθαρό μητρικό πάθος το παιδί της στο στήθος της.
Αν μπορούσε ο Πέτρος ―έτσι λέγονταν το παιδί της― θα γίνονταν κάτι άλλο, γιατί στις τρεις τάξεις του δημοτικού που πήγε ήταν ένας καλός μαθητής. Το είπε στη μάνα του και ο δάσκαλος, αλλά εννιά χρονών χρειάστηκε να πουλάει κάτι μικροπράγματα, πότε πασατέμπο, πότε τσατσάρες, είκοσι δραχμών εμπόρευμα σ’ ένα χαρτονένιο κουτί και δεκατέσσερο χρονών να βοηθάει σ’ ένα γιαπί. Από γιαπί σε γιαπί, έφτασε είκοσι χρονών, είχε μάθει την τέχνη κι η μάνα του δεν ξενόπλενε κάθε μέρα μια που ήταν μισοπιασμένη από τ’ αρθριτικά και μια που ο θεός της τα ’φερε βολικά κι ο Πέτρος της έφερνε κάθε Σάββατο τα μεροκάματά του. Νοιάζονταν το μικρότερό της παιδί που κι αυτό κάτι έφερνε στο σπίτι πουλώντας λάστιχα και κοκαλάκια για το γιακά. Όταν ο Πέτρος δούλευε σε κοντινές οικοδομές, του ’στελνε το ψωμί του με το μικρό, γιατί σφίχτηκε η καρδιά της μια φορά που τον είδε ξανεμισμένον πάνω σε μια ψηλή σκαλωσιά.
Της φάνηκε πως η σκαλωσιά έτρεμε, πως τα σανίδια ήταν σάπια, πως ο γιος της κρεμόταν σχεδόν στον αέρα κι από τότε ποτέ δεν της έλειψε η πικρή αυτή συλλογή.
Ο γιος της ένα βράδυ της είπε: «Όλος ο κόσμος μάνα έγινε με σκαλωσιές.Χιλιάδες άνθρωποι δούλεψαν και δουλεύουν στις σκαλωσιές. Μη φοβάσαι, προσέχω…».
Εκείνη όμως δεν ησύχασε.
Είχε δει πως τα σανίδια ήταν λειψά, της είχε φανεί μάλιστα πως η σκαλωσιά που είχε δει έγερνε. Η αγάπη μεγαλώνει τον κίνδυνο, η φαντασία δουλεύει. Κάθε μέρα που περνούσε, κάθε νέο βράδυ που επέστρεφε τον αγαπούσε περισσότερο. Έτρεχε, του ’βγαζε τα παπούτσια και του ’πλενε τα λασπωμένα πόδια. Αγαπούσε ακόμη και το πουκάμισό του που το καλοσιδέρωνε την ημέρα, για να βγει το βράδυ ο γιος της με τους φίλους του, να κάτσει στο καφενείο ή στην ταβέρνα ή να σεργιανίσει στην κεντρική οδό.
Πώς έγινε εκείνη την μέρα κι άλλαξε ο κόσμος, εκείνη δεν το κατάλαβε.
Όταν άκουσε την είδηση έπεσε ξερή. Το παιδί είχε πέσει κι είχε μείνει στον τόπο.
Ήταν λίγο πριν το μεσημέρι.
Το φαγητό του ήταν δεμένο στην πετσέτα και το περίμενε. Τηλεφώνησαν, ήρθε γρήγορα το ασθενοφόρο. Μάταια πράγματα. Η ανάσα του είχε κοπεί. Ο εργάτης που έχωσε μες στο πουκάμισό του κι ακούμπησε το ασβεστωμένο του χέρι στην καρδιά του, το είπε: «Πέθανε». Το βραδάκι που θα σχόλαγαν οι εργάτες θα ξανασυναντούσαν τον σκοτωμένο τους σύντροφο στο σπίτι του, ξαπλωμένον, αμίλητον, όμορφον όπως πάντα, είκοσι χρονών για πάντα.
Ο ίδιος εργάτης που έβαλε το χέρι στην καρδιά του, πήρε με το σχόλασμα και την πετσέτα με το φαΐ του Πέτρου μαζί του.
«Θα το πάω στο σπίτι, είπε, για το άλλο της παιδί».
Η μάνα του είχε πλύνει για τελευταία φορά τα πόδια και του είχε φορέσει το καλό του πουκάμισο. Στον κόσμο τα ίδια δάκρυα έχουν διαφορετικό βάρος.
Σας έγραψα σήμερα μια πολύ κοινή ιστορία, που την έμαθα αρχίζοντας από το τέλος της.
Ένα βράδυ μου ’δειξαν μια γυναίκα, που ανέβαινε σ’ ένα λόφο, κοιτούσε τις σκαλωσιές των οικοδομών που χτίζονταν κι έκανε το σταυρό της. Παρακαλούσε για τα παιδιά όλου του κόσμου, που δουλεύουν στις σκαλωσιές.
01-12-2017 Η 1η Δεκέμβρη 1960 με την απεργία των οικοδόμων σηματοδότησε την είσοδο στο προσκήνιο μιας νέας εργατικής τάξης που είχε αφήσει πίσω της την ήττα του εμφυλίου. Το σπάσιμο της τρομοκρατίας και της φοβίας θα άλλαζε τις συνθήκες στο συνδικαλιστικό κίνημα και θα άνοιγε αργότερα μια νέα προοπτική στην ανάπτυξη των εργατικών και γενικότερα των κοινωνικών αγώνων.
Λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση της χώρας από τη Γερμανική κατοχή, και τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, που σηματοδότησε τη βαριά ήττα του λαϊκού κινήματος, στην Αθήνα – ιδιαίτερα – και τις άλλες μεγάλες πόλεις έχει ήδη αρχίσει η μακρά περίοδος της ανοικοδόμησης. Στο χώρο της οικοδομής έρχονταν για να βρούν δουλειά άνθρωποι από όλη την Ελληνική επικράτεια.
Άνθρωποι που στα χωριά τους είχαν σαν κύρια απασχόληση τη γεωργία και την κτηνοτροφία, νέοι αλλά και μεγαλύτεροι σε ηλικία, που έκαναν όνειρα για μια καλύτερη ζωή, θέλοντας να δραπετεύσουν από τη φτώχεια και την ανέχεια που τα φτωχά χωριά τους μπορούσαν να τους «προσφέρουν».
Μέσα σ’ αυτούς βρίσκονταν χιλιάδες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, που βίωναν τις διώξεις και τον κατατρεγμό της εξουσίας στις μικρές τοπικές κοινωνίες, αλλά και μέλη οικογενειών και συγγενείς άλλων αγωνιστών που σκοτώθηκαν στον Εμφύλιο ή κατάφεραν να διαφύγουν στις Σοσιαλιστικές χώρες της ανατολικής Ευρώπης.
Η μόνη διέξοδος όλων αυτών ήταν να ψάξουν να βρουν την τύχη τους στην Αθήνα και στο λεκανοπέδιο της Αττικής ευρύτερα, όπου το χτίσιμο των νέων (πολυ)κατοικιών είχε ανάγκη από χιλιάδες εργατικά χέρια. Κανείς εδώ δεν θα τους ζητούσε το περιβόητο «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων».
Στο γιαπί δούλευες αν είχες την αντοχή, έφευγες την άλλη μέρα αν το αποφάσιζες, ή σε έδιωχνε ο εργολάβος αν δεν του έκανες.
Παύλος, Φρειδερίκη, Καραμανλής
Η οικοδομή ήταν ένας χώρος κατακερματισμένος. Οι εργοδότες όσοι και τα έργα, οι εργολάβοι πολλοί. Η έλλειψη ενός κεντρικού ελέγχου είχε σαν αποτέλεσμα την ασυδοσία των εργοδοτών ειδικά στο θέμα της ασφάλισης των οικοδόμων που ήταν και το κυριότερο από μια σειρά διεκδικήσεων του κλάδου.
Οι οικοδόμοι ωθούμενοι από την έκρηξη της ανοικοδόμησης και την έλλειψη συχνά εργατικών χεριών, πίεζαν όλο και περισσότερο για επίλυση μιας σειράς αιτημάτων τους, όπως η μείωση των συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων, η διανομή των «υπέρ αγνώστων» ενσήμων στους υπερήλικες οικοδόμους, η μείωση του ορίου ηλικίας για τη συνταξιοδότησή τους μέσα από την ένταξη του επαγγέλματος στα βαρέα και ανθυγιεινά, τα λιγότερα ένσημα ως προϋπόθεση του επιδόματος ανεργίας, η καταβολή από το ΙΚΑ των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και του επιδόματος αδείας. Οι οικοδόμοι της Αθήνας είχαν κατέβει ήδη τέσσερις φορές σε απεργία το δεύτερο εξάμηνο (πριν το Δεκέμβρη) του 1960.
Προσπάθειες για τη δημιουργία ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος στους οικοδόμους
Ας δούμε όμως σε ποια κατάσταση βρίσκεται το συνδικαλιστικό κίνημα των οικοδόμων την περίοδο αυτή. Το Συνδικάτο Οικοδόμων με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα, δεν υπάρχει. Οι πολλές ειδικότητες στο επάγγελμα έχουν τα δικά τους σωματεία, τα περισσότερα από τα οποία λειτουργούν σαν συντεχνίες. Στην Αθήνα αρχαιότερα σωματεία είναι: ο «Σύνδεσμος Εργατοτεχνιτών Κονιαστών Αθηνών» (σοβατζήδες) που ιδρύθηκε το 1895, το «Σωματείο Κτιστών Αθηνών» με χρονιά ίδρυσης το 1912, η «Ένωσις Τεχνιτών και Εργατών Μπετόν Αρμέ Αθηνών» το 1929. Αυτά τα σωματεία, κυρίως, στάθηκαν πρωτοπόρα στη μάχη για ανεξάρτητο από την κεντρική εξουσία, ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα στους οικοδόμους, μετά τον πόλεμο.
Τότε ήταν που γεννήθηκε και ο όρος «εργατοπατέρας». Τα περισσότερα σωματεία βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο της Ασφάλειας και των «εργατοπατέρων» που εξασφάλιζαν οι ίδιοι πολλά οφέλη σαν διορισμένα όργανα της εξουσίας, όπως παχυλούς μισθούς και συντάξεις, από την ενασχόλησή τους με το «συνδικαλισμό».
Επικεφαλής της φιλοκυβερνητικής ΓΣΕΕ και του Εργατικού Κέντρου Αθήνας ο περιβόητος Μακρής είχε διαγράψει πολλά οικοδομικά σωματεία (με τα τρία αρχαιότερα του κλάδου να συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτά) ως ελεγχόμενα «υπό των κομμουνιστών» (της ΕΔΑ, επισήμως, γιατί το ΚΚΕ ήταν εκτός νόμου).
Χωρίς λόγια…
Περιβόητα ήταν στο χώρο των οικοδόμων και τα λεγόμενα «σωματεία σφραγίδες», με τα οποία η Ομοσπονδία Οικοδόμων του εγκάθετου «εργατοπατέρα» Λυκιαρδόπουλου προσπαθούσε και κατάφερνε σε ένα βαθμό (πλαστές πλειοψηφίες σε συνέδρια και διοικήσεις, μέσω των σωματείων σφραγίδων, αποκλεισμός των ταξικών σωματείων με διάφορες προφάσεις, χρησιμοποίηση χαφιέδων και παρακρατικών στις συνελεύσεις για τρομοκράτηση των εργατών κλπ.) να ποδηγετεί το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα («υπερασπίζοντάς το, επίσης, από τον κομμουνιστικό κίνδυνο» – ΕΔΑ), που έψαχνε να βρει τρόπους να αναγεννηθεί.
Το ηφαίστειο «βράζει»
Στην κεντρική πολιτική σκηνή, η άρχουσα τάξη (βασιλιάδες, «προστάτες» Αμερικανοί, δεξιά κυβέρνηση της ΕΡΕ) είχε υποστεί ένα σοκ δύο χρόνια πριν με το πρωτοφανές (για αριστερό κόμμα) ποσοστό 24,5% της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς, (αν αναλογιστεί κανείς πως δεν είχε κλείσει ούτε μια δεκαετία από τη συντριβή της Αριστεράς στον Εμφύλιο) ενός συνασπισμού κομμάτων, που τον κύριο ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής της είχε το παράνομο, όπως είπαμε, ΚΚΕ. Οι κομμουνιστές, αξιωματική αντιπολίτευση στη Βουλή!
1 Δεκέμβρη 1960: Από την απεργιακή κινητοποίηση
Χειμώνας του 1960. Πρωθυπουργός της κυβέρνησης της ΕΡΕ είναι ο «εθνάρχης» Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Το μετεμφυλιακό, ακραία δεξιό κράτος εντείνει τις σκληρές διώξεις των κομμουνιστών και δημοκρατικών ανθρώπων, την καταστολή κάθε ψήγματος αντίδρασης και κινητοποίησης του λαού.
Η κρατική βία και τρομοκρατία βρίσκονται στο προσκήνιο. Το παρακράτος αναλαμβάνει να «καθαρίζει» όπου διστάζει ή δεν μπορεί η επίσημη εξουσία. Οι συνθήκες στα γιαπιά απάνθρωπες. Τα αιτήματα των οικοδόμων καυτά.
Ο κατακερματισμός της εργοδοσίας και ο θεσμικός χαρακτήρας πολλών αιτημάτων (κυριότερα των οποίων ήταν το ασφαλιστικό, συνθήκες εργασίας κλπ.), οδηγούσαν τους οικοδόμους στη σύγκρουση με την κεντρική εξουσία.
Έδιναν στις διεκδικήσεις τους ένα πολιτικό χαρακτήρα. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, είχαν γίνει τέσσερις απεργίες την ίδια χρονιά, με τα ίδια αιτήματα. Όλος αυτός ο αναβρασμός οδηγούσε στην πιο ιστορική απεργία του κλάδου, το Δεκέμβρη του 1960.
“Η ΕΔΑ καθίσταται αξιωματική αντιπολίτευσις”
Την κατάσταση όξυνε η ψήφιση από τη Βουλή του νόμου 4104/1960. Ένας νέος ασφαλιστικός νόμος που αύξανε τα ένσημα που χρειαζόταν ένας οικοδόμος για να συνταξιοδοτηθεί, από τα 2.500 στα 4.050, με 175 ένσημα κατά έτος, για την τελευταία πενταετία πριν από τη συνταξιοδότηση (!).
Τα αίτια όμως της έκρηξης δεν ήταν μόνο τα συνδικαλιστικά αιτήματα. Ήταν πολύ βαθύτερα και είχαν να κάνουν από τη μια με την καταπίεση των εργατών από τις πολύ σκληρές κι απάνθρωπες συνθήκες δουλειάς που ευνοούσε η εργοδοσία και το επίσημο κράτος, και από την άλλη, με τη γενικότερη κοινωνικοπολιτική κατάσταση της εποχής.
Η έκρηξη
Στα τέλη του Νοέμβρη η Ομοσπονδία Οικοδόμων κάτω από την πίεση πολλών πρωτοβάθμιων σωματείων, προκηρύσσει 24ωρη πανοικοδομική πανελλαδική απεργία, για την 1η του Δεκέμβρη, με τα εξής αιτήματα:
Όριο συνταξιοδοτικής ηλικίας τα 60 αντί τα 65 χρόνια.
2500 ημερομίσθια αντί για 4050 που ορίζει το νομοσχέδιο, για τη σύνταξη.
Δώρο Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα αδείας από το ΙΚΑ.
Αναγνώριση των «υπέρ αγνώστων» ενσήμων.
Τα γιαπιά νέκρωσαν
Η επιτυχία είναι πρωτοφανής. Η συμμετοχή των οικοδόμων αγγίζει σχεδόν το απόλυτο. Τα εργοτάξια και τα μικρότερα γιαπιά, στην κυριολεξία νέκρωσαν.
Γίνονται συγκεντρώσεις και πορείες των οικοδόμων σε πολλές μεγάλες πόλεις της χώρας: Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Αγρίνιο, Λάρισα και αλλού. Στην Αθήνα, έξω από τα γραφεία του Εργατικού Κέντρου συγκεντρώνονται περίπου 15.000 απεργοί οικοδόμοι. Μετά τις καθιερωμένες ομιλίες, συγκροτείται μια επιτροπή για να παραδώσει το ψήφισμα στον Υπουργό Εργασίας.
Το σύνθημα που επικρατεί είναι «όλοι στο Υπουργείο!» και το πλήθος αρχίζει να κινείται προς τα κει.
Η αστυνομία εμποδίζει τους απεργούς
και αρχίζει η σύγκρουση.
Απεργοί οικοδόμοι
Οι απεργοί χρησιμοποιούν πέτρες, καδρόνια, ξηλώνουν τα πεζοδρόμια και βγάζουν τις πλάκες, τις οποίες εκτοξεύουν στους αστυνομικούς. Ανατρέπουν αυτοκίνητα και στήνουν τα πρώτα οδοφράγματα. Οι συμπλοκές είναι σκληρές.
Κυριολεκτικά μάχη σώμα με σώμα. Οι αστυνομικές δυνάμεις δεν καταφέρνουν να διαλύσουν τους οικοδόμους που δείχνουν μεγάλη αποφασιστικότητα. Ο αστυνομικός διευθυντής Αθηνών Ρακιντζής, ζητά άμεσα την ενίσχυση των δυνάμεων καταστολής. Καταφτάνουν νέες δυνάμεις με επικεφαλής τον υποδιευθυντή της αστυνομίας Τασιγιώργο. Καταφτάνουν όλοι οι άντρες της Γενικής Ασφάλειας με επικεφαλής τον διοικητή τους Καραμπέτσο, τον υποδιοικητή Καραχάλιο και τον αστυνομικό διευθυντή Παπασταφίδα. Καταφτάνει επίσης ολόκληρο το μηχανοκίνητο τμήμα της αστυνομίας υπό τον αστυνομικό διευθυντή Ταμιολάκη και τον υποδιοικητή Μπιτούνη. Καταφτάνουν δυνάμεις της Πυροσβεστικής, που χρησιμοποιούν τις μάνικες των οχημάτων τους, χωρίς όμως να καταφέρουν να διαλύσουν τους απεργούς.
Τμήμα της συγκέντρωσης
Έτσι ο Ρακιντζής δίνει εντολή σε κρανοφόρους αστυνομικούς του μηχανοκίνητου τμήματος να επιτεθούν στη μάζα των απεργών και να πυροβολήσουν με τα περίστροφά τους. Κάποιοι είπαν μετά πως η εντολή ήταν να πυροβολήσουν για εκφοβισμό, στον αέρα. Τρεις διαδηλωτές τραυματίζονται. Είναι η πρώτη φορά στην Ελλάδα, που σε διαδήλωση γίνεται χρήση χημικών ουσιών. Το ειδικό τμήμα της αστυνομίας, εφοδιασμένο με κράνη και αντιασφυξιογόνες μάσκες, εκτοξεύει στους διαδηλωτές δακρυγόνα και καπνογόνα αέρια. Με την παράλληλη ρίψη θαλασσινού νερού από τις πυροσβεστικές αντλίες, καταφέρνουν να σπάσουν την πορεία. Το ξύλο πέφτει ανελέητα. Την αγριότητα των γκλομπς των αστυνομικών, δοκιμάζουν πολλοί δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερς.
Οι απεργοί οκοδόμοι δέχονται την επίθεση της αστυνομίας
Οι πρωταγωνιστές αφηγούνται
«Ήτανε η πρώτη φορά που έμπαινα σ’ ένα τέτοιο πανηγύρι – βέβαια είχα ζήσει σ’ έναν Εμφύλιο Πόλεμο και πάρα πολύ έντονα, αλλά δεν είχαμε φτάσει ποτέ στους μαζικούς αγώνες. [ ] Ήταν μια άλλη, πρωτόγνωρη εμπειρία, η οποία από ένα σημείο και ύστερα αισθάνεσαι να μεθάς, έτσι; Αισθάνεσαι να μεθάς, και είσαι ικανός για όλα.» (Μπάμπης Δ.)
«Ήμασταν στην Πλατεία Καραΐσκάκη, κάτω εκεί, Φαβιέρου, και ήρθαν να μας διώξουν οι αστυνομικοί και κόψαμε μια ακακία εμείς, και χτυπάγαμε τους αστυνομικούς με το ξύλο. Και φύγαν, λέει, και είπαν: Αμάν! Όταν θε να ‘ναι οι οικοδόμοι σ’ απεργία, δεν ξανάρχονται οι αστυνομικοί να μας χτυπήσουν. Μετά παέναμε στο υπουργείο, δεν μας ενόχλαε κανένας. Παέναμ’ τη διαμαρτυρία μας κανονικά.» (Τάκης Ν.)
Ο Ρακιντζής (δεξιά) επιβλέπων το έργο του
«Μετά το πρώτο ξάφνιασμα, έμεινα μετέωρος […] είδα μια σύγκρουση που έγινε ακριβώς μπροστά μου και είδα ότι σηκωνόντουσαν χέρια και χτυπάγανε.
Ε, αυτό το διάστημα, το να είσαι μουδιασμένος απέναντι στο χωροφύλακα μέχρι το σημείο να πάρεις απόφαση να σηκώσεις κι εσύ το χέρι, περνάει ένα διάστημα.
Βοήθαγε και η ίδια η αστυνομία, γιατί, μπορεί να μην είχανε τη φυσική κατάσταση, την εκπαίδευση των ΜΑΤ, αλλά είχανε μια αγριότητα που ήταν απ’ τον Εμφύλιο Πόλεμο.
Γιατί τώρα μπορεί κάποιον να τον χτυπήσουνε βάρβαρα, αλλά εκεί ήτανε χτυπήματα καίρια, ήτανε απ’ τον Εμφύλιο. […] Ε, το πρώτο που μου ‘ρθε είναι ότι πρέπει, τελικά, όχι ν’ αντισταθείς. Το πρώτο είναι να προφυλαχτείς. […]
Η αστυνομία έχοντας το θάρρος του Εμφυλίου Πολέμου, προσπάθησε να διαλύσει αυτόν τον κόσμο. Τεχνικά ήταν αδύνατο να διαλυθεί, γιατί ήταν ογκώδης η διαδήλωση. [···]
Δεν δημιουργήθηκε πανικός, ούτως ώστε να φύγει όλος ο κόσμος. Αν κάποιος έπεφτε σε μια κατάσταση πανικού ή να υποχωρήσει, ε, τεχνικά ήταν αδύνατο να υποχωρήσει, η μάζα ήτανε συμπαγής.
Ε, οπότε άρχισε τελικά, μετά το πρώτο ξάφνιασμα, άρχισε τελικά μια προσπάθεια αντίστασης. Το δεύτερο είναι ότι δεν έφυγε κανένας από τη θέση του, δεν υποχώρησε από τη θέση του, δημιούργησε μια διάθεση επιθετική πια. Ε, αυτό έληξε σαν πανηγύρι μετά. Λέγοντας πανηγύρι, είναι αυτό το ξέσπασμα. Το από καιρό, από χρόνια καταπίεσης, προσβολών απέναντι στον μπάτσο. Κι εκείνη τη στιγμή ένιωθες τελικά ότι μπορείς να τ’ αναπληρώσεις.» (Στέλιος Κ.)
Οι αστυνομικοί επαναφέρουν …την τάξη
Η επόμενη μέρα
Ο απολογισμός είναι 120 τραυματίες, 173 συλλήψεις από τις οποίες οι 139 είναι οικοδόμων, παραπομπή σε δίκη 22 ατόμων. Προκηρύσσεται νέα απεργία για την επόμενη μέρα, 2 του Δεκέμβρη, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τα γεγονότα της προηγούμενης, στην οποία η σύγκρουση των απεργών με τις δυνάμεις καταστολής είναι η «συνηθισμένη».
Η δίκη των 22 διαρκεί δεκατρείς μέρες (5-18 Δεκέμβρη), με την παρουσία πάνοπλων αστυνομικών δυνάμεων έξω από το χώρο των δικαστηρίων. Το δικαστήριο συνεδρίασε για 1.130 ώρες, εξέτασε περισσότερους από 100 μάρτυρες, παρουσία 26 δικηγόρων υπεράσπισης των οικοδόμων και 4 της πολιτικής αγωγής.
Καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας όπως του προϊσταμένου του συνδικαλιστικού τμήματος της Γενικής Ασφάλειας: «η συγκέντρωσις είχε τον χαρακτήρα τοπικής επαναστάσεως με περιωρισμένον αντικείμενον την καταφρόνησιν της εννοίας του Κράτους και ίσως την πυρπόλησιν του υπουργείου», είναι χαρακτηριστικές. Η αγόρευση του εισαγγελέα διήρκεσε 4 ώρες.
Τα σταυθμευμένα οχήματα της αστυνομίας
Είκοσι κατηγορούμενοι απεργοί αθωώθηκαν, ένας καταδικάστηκε και αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από άσκηση έφεσης, ενώ ο 22ος δικάστηκε αργότερα αφού νοσηλευόταν από τραυματισμό σφαίρας .
Λίγες μέρες μετά, ο «πρόεδρος» της Ομοσπονδίας Οικοδόμων Λυκιαρδόπουλος, ευχαριστούσε τον υπουργό Δημ. Τάξεως Καλαντζή, για τη συμπαράσταση (!) που είχε εκδηλώσει προς τους οικοδόμους και το Ρακιντζή ο οποίος «δια των εντολών του προς τα αστυνομικά όργανα, επέδειξε αισθήματα συμπαθείας, κατανοήσεως και συμπαραστάσεως εις τους αγώνας των οικοδόμων».
Γίνεται κατανοητό από τον αναγνώστη τι σημαίνουν οι όροι «εγκάθετος» και «εργατοπατέρας», που αναφέρθηκαν παραπάνω, και πόσο …άξιζαν το μισθό που εισέπρατταν για τις «υπηρεσίες» τους, σε εργοδοσία και κυβέρνηση!
Οι εφημερίδες της άρχουσας τάξης με ναυαρχίδα την «Καθημερινή», κατακεραυνώνουν τους απεργούς και τους «κομμουνιστάς υποκινητάς» τους: «Με αρτίαν οργάνωσιν, αναπτύξαντες πρωτοφανή μαχητικότητα, οι κομμουνισταί προεκάλεσαν χθες αιματηράς ταραχάς εις Αθήνας» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της «Καθημερινής» (2/12/1960).
Και πιο κάτω: «οι κομμουνισταί επεδίωκαν να προκαλέσουν αιματηράς συγκρούσεις και να εμφανίσουν την πόλιν ως αναρχουμένην».
Στη Βουλή ο Π. Κανελλόπουλος παραλλήλισε τα γεγονότα με τα Δεκεμβριανά και ισχυρίστηκε ότι «το δράμα βαρύνει εκείνους οι οποίοι και προ 16 ακριβώς ετών (…) αιματοκύλησαν (…) την πόλιν των Αθηνών.»
Οι αστυνομικοί διαλύουν τα οδοφράγματα των απεργών
Μες στο αποκορύφωμα της βίας και της τρομοκράτησης των εργατών και του λαού συνολικότερα από το καραμανλικό καθεστώς, για πρώτη φορά μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, οι καταπιεζόμενοι εργάτες απαντούν με βία στην – έτσι κι αλλιώς – βίαιη καταστολή των κινητοποιήσεών τους.
Η αγανάκτηση των απεργών οικοδόμων δεν προέρχονταν μόνο από τα χρόνια προβλήματά τους που ζητούσαν λύση.
Η βίαιη αντίδρασή τους ήταν το ξέσπασμα μιας συσσωρευμένης οργής όλη αυτή τη δεκαετία που μεσολάβησε.
Οργή για τις διώξεις του κράτους, τη βία του χωροφύλακα, την τρομοκρατία των παρακρατικών ομάδων, τις εξορίες, τους εξευτελισμούς, τα βασανιστήρια. Ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι.
Ο Στ. Κατσαρός γράφει: [«Ωστόσο, η αγριότητα της αστυνομίας και η αγανάκτηση των οικοδόμων ήταν τέτοιες που μετέτρεψαν τις διαδηλώσεις σε άγριες συγκρούσεις.
Ήταν η πρώτη φορά μετά το 1949 που οι καταπιεσμένες και εκμεταλλευόμενες μάζες αντιμετώπιζαν με βία τη βία των οργάνων κρατικής καταστολής.
Δεν ήταν μόνο οι εβδομήντα χωροφύλακες που τραυματίστηκαν σοβαρά στα επεισόδια αυτά, αλλά και πολλοί άλλοι, που μετά τα γεγονότα υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους.
Οι απεργοί οικοδόμοι μεταφέρουν τραυματισμένο συνάδελφό τους
Η ταπείνωση του χωροφύλακα, που για χρόνια ήταν απόλυτος κύριος της ζωής και της αξιοπρέπειας εκατομμυρίων ανθρώπων, είχε ένα απελευθερωτικό αποτέλεσμα για το σύνολο των καταπιεσμένων μαζών. [ ] Όσο για τον οικοδόμο, ξέφυγε από τα τάρταρα της κοινωνικής περιφρόνησης και έγινε ο πρωταγωνιστής της πολιτικής σκηνής, όπου κυριάρχησε για εφτά ολόκληρα χρόνια. Από τότε οι φοιτητές και άλλοι εργαζόμενοι, όταν στις συγκρούσεις τους με την αστυνομία βρίσκονταν σε δυσκολίες, φώναζαν το σύνθημα «έρχονται οι οικοδόμοι.»]
Η κυβέρνηση και οι πάτρωνές της Αμερικανοί, αιφνιδιάστηκαν από τη δυναμική αυτής της κινητοποίησης των απεργών οικοδόμων.
Δεν περίμεναν τέτοια εξέλιξη. Το πόσο θορυβήθηκαν είναι ενδεικτικό στο απόσπασμα που ακολουθεί, από άρθρο της εφημερίδας «Καθημερινή» λίγες μόλις μέρες μετά την απεργία, που επιχειρεί να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα και παράλληλα να τρομοκρατήσει τους εργαζόμενους:
«Ουδείς αρνείται ότι πλείστα των προβαλλομένων αιτημάτων των εργαζομένων έχουν υπέρ εαυτών πολλά τα δικαιολογητικά (…) είναι ακόμη πρόδηλον ότι η εκμετάλλευσις των εργατικών αιτημάτων υπό της άκρας αριστεράς και η προσπάθεια αναλήψεως της ηγεσίας της εργατικής τάξεως και της κατευθύνσεως των αγώνων της δεν γίνονται προς ικανοποίησιν των οικονομικών διεκδικήσεων των εργατών, αλλά διά την χρησιμοποίησιν αυτών τούτων των εργατών προς εξυπηρέτησιν των ανατρεπτικών σχεδίων τού κομμουνισμού.
Διά τον λόγον ακριβώς τούτον απαιτείται από μέρους των σωφρόνων ηγετικών στελεχών του εργατικού κόσμου προσοχή μεγίστη διά την εξουδετέρωσιν των σχεδίων τούτων της ωργανωμένης Αναρχίας, σχεδίων των οποίων τα πρώτα θύματα θα είναι οι ίδιοι οι νομιμόφρονες εργάται. Και απαιτείται παραλλήλως άγρυπνος περιφρούρησις της ανεξαρτησίας των Ελλήνων εργατών από οιανδήποτε επιρροήν η οποία θα τους έφερεν εχθρούς της τάξεως και των νόμων.
Τα πρόσφατα περιστατικά με την απεργίαν των οικοδόμων, όταν επί κεφαλής των νομιμοφρόνων εργατών ευρέθησαν έξαφνα οι προπομποί του ΚΚΕ με τεχνικήν και μεθόδους οχλοκρατικών εκδηλώσεων, γνωστάς από το χρονικόν της αιματηράς δράσεως τών πρακτόρων τής ερυθράς φάλαγγος, μαρτυρούν περί των γενικωτέρων βλέψεων τού κομμουνισμού εις την Ελλάδα.
Δεν είναι, λοιπόν, υποχρέωσις μόνον της Κυβερνήσεως και των τεταγμένων διά την προστασίαν της τάξεως αρχών να κρατήσουν εν αδρανεία την καραδοκούσαν ανταρσίαν. Είναι υποχρέωσις και της νομοταγούς εργατικής ηγεσίας αλλά και ενός εκάστου εργαζομένου, ο οποίος δεν θα ήθελε να ζήση ο τόπος αυτός τον εφιάλτην του Δεκεμβρίου 1944» («ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 11/12/1960)
Η Καθημερινή, 2/12/1960
Τί άλλαξε μετά την απεργία της 1ης Δεκέμβρη 1960
Η απεργία όσο αφορά τα αιτήματά της θα σημειώσει απόλυτη επιτυχία. Επιτυχία που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην συνεχή, ακατάπαυστη και αγωνιστικά προσανατολισμένη δουλειά των ταξικών σωματείων, που οργανώνοντας και καθοδηγώντας τις μορφές του αγώνα των οικοδόμων, θα έχει σαν αποτέλεσμα μια σειρά από σημαντικές κατακτήσεις εκείνη την περίοδο, όπως: η ένταξη στα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα, το δώρο των γιορτών, η δεκαπενθήμερη άδεια, η μείωση του ορίου ηλικίας για συνταξιοδότηση στα 60 χρόνια.
2/12/1960
Η 1η Δεκέμβρη με την απεργία των οικοδόμων σηματοδότησε την είσοδο στο προσκήνιο μιας νέας εργατικής τάξης που είχε αφήσει πίσω της την ήττα του εμφυλίου.
Το σπάσιμο της τρομοκρατίας και της φοβίας θα άλλαζε τις συνθήκες στο συνδικαλιστικό κίνημα και θα άνοιγε αργότερα μια νέα προοπτική στην ανάπτυξη των εργατικών και γενικότερα των κοινωνικών αγώνων. Το εργατικό κίνημα γεννιόταν ξανά σε ακόμα μεγαλύτερη κλίμακα. Το 1962 συγκροτήθηκε η Κίνηση των 115 σωματείων που σε δυο τρία χρόνια θα φτάσουν τα 600. Μαζί με την καρέκλα του Καραμανλή έτριζαν και οι καρέκλες των «Μακρήδων». Το 1962 οι απεργίες ήταν 50% περισσότερες από το μέσο όρο ολόκληρης της προηγούμενης εξαετίας.
2/12/1960
Οι οικοδόμοι πήραν τη θέση που τους άξιζε στην πρωτοπορία των κοινωνικών αγώνων.
Κράτησαν τη σκυτάλη που τους παρέδωσαν οι καπνεργάτες, οι σιγαροποιοί, οι μεταλλεργάτες κι άλλοι κλάδοι εργαζομένων που υπήρξαν προπομποί των εργατικών και κοινωνικών αγώνων.
Μια θέση που κρατούν μέχρι σήμερα. Με την πάροδο των χρόνων, και πάντα μετά από σκληρούς αγώνες και απεργίες, θα καταχτηθούν νίκες οικονομικές, θεσμικές, οι συνθήκες δουλειάς στα γιαπιά θα γίνουν πιο ανθρώπινες, η θέση των οικοδόμων στην κοινωνία θα αναβαθμιστεί.
Ο κλάδος των οικοδόμων θα είναι από δω και πέρα πρωτοπόρος στους αγώνες για δημοκρατία, για την απελευθέρωση των πολιτικών εξορίστων και κρατουμένων, για την κατάργηση πολλών νόμων–κατάλοιπα του Εμφυλίου, για ελεύθερο ταξικό συνδικαλισμό.
Οι οικοδόμοι θα εμπνεύσουν με τους αγώνες τους κι άλλους κλάδους εργαζομένων. Θα γίνουν παράδειγμα προς μίμηση από τους φοιτητές, τους νέους. Θα «διδάξουν» πως τίποτα δεν κατακτιέται χωρίς αγώνα και θυσίες, κόπο και – πολλές φορές – αίμα.
Μπροσούρα της” Ένωσης τεχνιτών και εργατών μπετόν αρμέ Αθηνών” μετά την απεργία
«Το ΄59 ο Τσάτσος ήτανε υπουργός Παιδείας και θρησκευμάτων. Ο Κουν τότε θ’ ανέβαζε τους Όρνιθες. Και το απαγόρευσαν. Το απαγόρευσε ο Τσάτσος. Από κει και πέρα ο Δημητριάδης, γελοιογράφος φοβερός, του κόλλησε του Τσάτσου και μια κότα δίπλα του.
Πάει ο Τσάτσος στους Αγίους Αναργύρους να μιλήσει. Ήταν εκλογές, εκλογές του ΄61. Και θα μίλαγε από ένα μπαλκόνι το οποίο ήτανε δίπλα απ’ το μπαλκόνι του Μιχάλη.
Τι σκαρφίστηκε ο άλλος; Και πάει και παίρνει μια κότα. [Γέλια] Και την ώρα που βγαίνει ο Τσάτσος να μιλήσει, ο Μιχάλης τραβάει την κότα και αρχίζει να κακαρίζει η κότα. Κι έγινε πανζουρλισμός. Βέβαια ο Τσάτσος τα μάζεψε κι έφυγε, οι μπάτσοι πήγανε τον Μιχάλη κι έφαγε το ξύλο της χρονιάς του. [Γέλια] Ε, ντάξει… Αυτοί ήτανε οι οικοδόμοι. Είχανε και θάρρος και θράσος κι ό,τι θέλεις.
…
Απόκριες, και μπαίνει ένας συνάδελφος με μια καραμούζα στο Σωματείο. Ακούστηκε μέχρι την πλατεία Κουμουνδούρου. Και φωνάζει από την πόρτα: «Απείθαρχοι! Άπαντες παρόντες! Πειθαρχημένοι! Άπαντες απόντες!» (Μήτσος Κ.)
Βιβλιογραφία – Πηγές 1) Αρχείο «Οικοδόμου» 2) Δήμητρα Λαμπροπούλου: «Οικοδόμοι, οι άνθρωποι που έκτισαν την Αθήνα, 1950-1967», εκδόσεις «Βιβλιόραμα» 3) Συλλογικό: «Η σύντομη δεκαετία του ΄60» εκδόσεις «Καστανιώτη» 4) http://anarchyarchives.blogspot.com/ 5) Ηλίας Στάβερης: «Οικοδόμοι, ηρωικοί αγώνες μιας 7ετίας 1960-1967», εκδόσεις «Παρασκήνιο» 6) http://metwpoistorias.blogspot.com/ 7) http://www.ergatiki.gr/ 8) Στέργιος Κατσαρός: «Εγώ ο προβοκάτορας, ο τρομοκράτης – Η γοητεία της Βίας», εκδόσεις «Μαύρη Λίστα» 9) Εφημερίδα «Ριζοσπάστης» 10) Εφημερίδα «Καθημερινή» 11) Εφημερίδα «Τα Νέα» 12) Φωτογραφικό αρχείο εφημερίδας «Αυγή» 13) Φωτογραφικό αρχείο ΑΣΚΙ Σημείωση: Πρωτοδημοσιεύτηκε στο μπλογκ “Οικοδόμος” – Όταν γράφτηκε το άρθρο δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμα ο τόμος «Από την πείρα του κινήματος των Οικοδόμων στην Ελλάδα» (Αναστάσης Γκίκας – Ομοσπονδία Οικοδόμων Ελλάδας, εκδ. Σύγχρονη Εποχή) κι αυτός είναι ο λόγος που δεν συμπεριλήφθηκε στις πηγές.
απ' τον μαστροΝίκο που Μας τα αφηγείτο, γεμάτος υπερηφάνεια και λεβεντιά... και καμαρώναμε και Μεις, παίρναμε λίγο παραπάνω μπόι που ανήκαμε σ' αυτή την Τάξη, την πρωτοπόρα λεβέντικη τάξη που αποκαλείτε Εργατιά, που Αν συνειδητοποιήσει τη Δύναμη της... Τίποτα Δεν θα μπορεί να Τής σταθεί εμπόδιο, στο δρόμο της απελευθέρωσης απ' τα δεσμά της εκμετάλλευσης. Αφιερωμένο στον ΜαστροΝίκο kαι στο Γιό του.