Το ζήτημα της οργάνωσης του χρόνου εργασίας είναι εξαιρετικής σημασίας για την εργατική τάξη και το ταξικό εργατικό κίνημα, καθώς αφορά όχι απλώς το ωράριο εργασίας αλλά το σύνολο των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης - συνθήκες δουλειάς, μισθοί - και της αναπαραγωγής της - όροι υγιεινής και ασφάλειας, ελεύθερος κοινωνικός χρόνος.
Οπως λέει ο Μαρξ, «στην ιστορία της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής η ρύθμιση της εργάσιμης ημέρας παρουσιάζεται σαν πάλη για τα όρια της εργάσιμης ημέρας - πάλη ανάμεσα στο συνολικό κεφαλαιοκράτη, δηλαδή την τάξη των κεφαλαιοκρατών και στο συνολικό εργάτη, δηλαδή την εργατική τάξη»1.
Η παράταση της εργάσιμης μέρας αυξάνει το χρόνο της υπερεργασίας του εργάτη, τον απλήρωτο δηλαδή χρόνο της δουλειάς και άρα την υπεραξία που καρπώνεται ο κεφαλαιοκράτης. Στην ένταση της εργασιακής εκμετάλλευσης οδηγεί και η κατανομή του χρόνου εργασίας σε μια πιο μακροχρόνια περίοδο, που ανάλογα με το μέγιστο προσδόκιμο αποτέλεσμα από τον εργοδότη, εναλλάσσονται τα μειωμένα με τα αυξημένα ωράρια.
Οι «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ
Στην ΕΕ η επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη από το κεφάλαιο σχετικά με το χρόνο εργασίας εντάθηκε με την Οδηγία 93/104/ΕΚ, που αντικαταστάθηκε με την ακόμα πιο αντιδραστική Οδηγία 2003/88/ΕΚ, η οποία ισχύει μέχρι σήμερα.
Με την οδηγία αυτή υπονομεύθηκαν καθοριστικά το 8ωρο, η 5ήμερη βδομάδα εργασίας και το 40ωρο, δηλαδή ο σταθερός ημερήσιος χρόνος εργασίας. Με το αντιδραστικό αυτό τερατούργημα, τα όρια του ημερήσιου χρόνου εργασίας διαμορφώνονται πλέον σε 13 ώρες και η εργάσιμη βδομάδα σε 6 μέρες!
Η 48ωρη βδομάδα εργασίας που προβλέπει καταργείται από την ίδια την οδηγία, αφού ο υπολογισμός του 48ωρου δεν γίνεται στο διάστημα μιας βδομάδας, αλλά αρκεί να προκύπτει ως μέσος όρος εργασίας σε 4μηνη βάση. Αυτό σημαίνει ότι για κάποιες βδομάδες, οι εργαζόμενοι μπορεί να δουλεύουν και 13 ώρες τη μέρα επί 6 μέρες, δηλαδή 78 ώρες τη βδομάδα!
Η περίοδος αναφοράς μπορεί να επεκταθεί με νόμο σε έξι μήνες για ορισμένους κλάδους (εργαζόμενοι σε νοσοκομεία, μεταφορές, ποντοπόρα αλιευτικά πλοία, λιμάνια, αεροδρόμια, τουρισμό, γεωργία, μεταφορά Ενέργειας, υπηρεσίες, Τύπο, ραδιοτηλεόραση, μετακινούμενοι εργαζόμενοι, φύλακες κ.λπ.), καθώς και με Συλλογική Σύμβαση, σε ανώτατο όριο δώδεκα μηνών για όλους.
Οι απολογητές του κεφαλαίου ισχυρίζονται ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυσμενές για τον εργαζόμενο, αφού ουσιαστικά εργάζεται τις ίδιες συνολικά ώρες. Ομως, η φθορά της εργατικής δύναμης ενός ανθρώπου που εργάζεται μέχρι και 13 ώρες τη μέρα, δεν μπορεί να αναπληρωθεί από το γεγονός ότι αυτός θα εργάζεται στη συνέχεια λιγότερες ώρες.
Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο (αλλά προκύπτει και από την κοινή λογική) ότι η τεράστια καταπόνηση του ανθρώπινου οργανισμού από τέτοια εξοντωτική και συνεχόμενη εργασία δεν μπορεί να ισοσκελιστεί από ένα κάπως μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ανάπαυσης και μάλιστα έπειτα από διάστημα πολλών βδομάδων διαρκούς καταπόνησης.
Επιπρόσθετα, το εξαντλητικό ωράριο, σε συνδυασμό με την πλήρη κατάργηση του σταθερού χρόνου εργασίας, έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη έλλειψη κοινωνικού και προσωπικού ελεύθερου χρόνου, τη στέρηση δυνατότητας αναψυχής, την αποδιοργάνωση της οικογενειακής ζωής, που αποτελούν βασικά στοιχεία της δυνατότητας αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Ο εργαζόμενος χάνει οποιαδήποτε κοινωνική επαφή και επικοινωνία, στερείται τη δυνατότητα συμμετοχής σε κοινωνικά γεγονότα και συλλογικές δραστηριότητες, μένει μακριά από κάθε πολιτική, συνδικαλιστική, ευρύτερα κοινωνική δράση. Με άλλα λόγια, βρίσκεται σε κοινωνική απομόνωση.
Η ρήτρα αυτοεξαίρεσης (opt-out)
Με τη ρήτρα αυτοεξαίρεσης (opt-out), που προβλέπεται στην οδηγία για κάθε κράτος - μέλος που το επιθυμεί, το 78ωρο ως εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας γίνεται κανόνας για τους εργαζόμενους που δηλώνουν τη συναίνεσή τους στον εργοδότη για την εξοντωτική αυτή εργασία, κάτω βέβαια από τον εκβιασμό της απόλυσης και τον εφιάλτη της ανεργίας.
Τη δυνατότητα αυτή εκμεταλλεύτηκε πρώτη απ' όλους η Μ. Βρετανία, ήδη από την πρώτη Οδηγία 1993/104 για να την ακολουθήσουν η Δανία, η Πορτογαλία και τα περισσότερα από τα νέα κράτη - μέλη. Το 8ωρο και το 48ωρο έχουν ήδη αρχίσει να καταργούνται από τις εθνικές νομοθεσίες των κρατών - μελών εδώ και 14 χρόνια. Υλοποιήθηκε έτσι μια από τις βασικές αξιώσεις του κεφαλαίου για διαμόρφωση του χρόνου εργασίας ανάλογα με τις ανάγκες του, και μάλιστα χωρίς αμοιβή για υπερωρίες, εξασφαλίζοντας έτσι για την ίδια εργασία μείωση του εργατικού κόστους!
Η διευθέτηση στην Ελλάδα
Οι καπιταλιστές στην Ελλάδα δεν έμειναν βέβαια πίσω στη θεσμοθέτηση μέτρων που μεγαλώνουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης.
- Η πρώτη απόπειρα «διευθέτησης» του χρόνου εργασίας έγινε το 1990 με το νόμο 1892, που έδινε τη δυνατότητα διευθέτησης σε 6μηνη βάση και προέβλεπε ανώτατα όρια εργασίας τις 9 ώρες ημερησίως και τις 48 εβδομαδιαίως κατά μέσο όρο, κατόπιν επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων.
- Με το νόμο 2639/1998 προβλεπόταν ότι, με περίοδο αναφοράς το εξάμηνο, για 3 μήνες δινόταν η δυνατότητα υπέρβασης του συμβατικού ωραρίου κατά μία ώρα καθώς και διευθέτησης του χρόνου εργασίας, με δυνατότητα υπέρβασης του συμβατικού ωραρίου μέχρι 2 ώρες (ημερήσια απασχόληση 10 ώρες) για ένα εξάμηνο.
- Με το νόμο 2874/2000 προβλεπόταν η διευθέτηση (διαχείριση βάσει διευθυντικού δικαιώματος) συνολικά 138 ωρών το χρόνο.
- Με το Ν. 3385/2005 νομοθετήθηκαν οι απλήρωτες (μέχρι 10 ώρες τη μέρα) υπερωρίες, η «διευθέτηση» του χρόνου ημερήσιας και εβδομαδιαίας εργασίας κατά την κρίση και τη βούληση του εργοδότη, με την προσφυγή στις στημένες «επιτροπές διευθέτησης».
Η προσπάθεια τροποποίησης της Οδηγίας 2003/88
Κι όμως, ακόμη κι αυτές οι σαρωτικές αλλαγές σε βάρος της εργατικής τάξης δεν ήταν αρκετές για να ανακόψουν την ακόρεστη δίψα του κεφαλαίου για διαρκώς μεγαλύτερα κέρδη. Επανήλθε έτσι, βάζοντας το πολιτικό προσωπικό του στην ΕΕ να προχωρήσει σε τροποποίηση της Οδηγίας 2003/88 σε ακόμα πιο αντεργατική κατεύθυνση.
Στα τέλη του 2004 προέκυψε το σχέδιο Οδηγίας της Επιτροπής - COM (2004) 0607 - το οποίο συζητήθηκε στο Συμβούλιο Υπουργών Απασχόλησης στις 6 και 7 Δεκέμβρη. Η πρόταση αυτή ήρθε αναθεωρημένη το 2006, με πρωτοβουλία της φινλανδικής προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ.
Βασικά στοιχεία της ήταν ο ορισμός σχετικά με το ποιος χαρακτηρίζεται «εργάσιμος χρόνος» και η διάρκεια του ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, που τινάζουν κυριολεκτικά στον αέρα το σταθερό ωράριο εργασίας.
Ετσι: α) Διαχώριζε τον χρόνο εφημερίας και έθετε μια καινούργια έννοια, αυτή του «ανενεργού χρόνου εφημερίας», τον οποίο δεν θεωρεί χρόνο απασχόλησης, αν και ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να βρίσκεται στο χώρο δουλειάς και στη διάθεση του εργοδότη! β) Ενώ με το άρθρο 16β της αρχικής Οδηγίας ο ανώτατος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας μπορούσε να υπολογίζεται ως μέσος όρος σε χρονική περίοδο εργασίας 4 μηνών και επιτρεπόταν για ορισμένες μόνο κατηγορίες εργαζομένων να υπολογίζεται σε 6μηνη βάση, με τη φινλανδική πρόταση επιτρεπόταν ο υπολογισμός να γίνεται σε 12μηνη βάση ακόμα και με νόμο, για κάθε είδος απασχόλησης, αρκεί να υπάρχουν «αντικειμενικοί ή τεχνικοί λόγοι» ή και «λόγοι οργάνωσης της εργασίας», δηλαδή πάντοτε κατά την κρίση του εργοδότη. Με τη δωδεκάμηνη περίοδο αναφοράς της φινλανδικής πρότασης, καταργούνταν κάθε ανώτατο όριο ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, αφού όλοι οι εργαζόμενοι μπορούσαν να δουλεύουν 78 ώρες τη βδομάδα επί μήνες, χωρίς να πληρώνονται ούτε ώρα υπερωρίας!
Και βέβαια, παρέμενε η ρήτρα της εξαίρεσης (opt-out) για τα κράτη - μέλη εκείνα όπου το κεφάλαιο κρίνει ότι αυτή η μέθοδος εκμετάλλευσης ανταποκρίνεται καλύτερα στα συμφέροντά του. Με τη ρήτρα αυτή παύει να ισχύει κάθε περιορισμός στη διάρκεια του εργάσιμου χρόνου, εάν υπάρχει συμφωνία του εργαζόμενου. Η συμφωνία αυτή είναι ετήσια και ανανεώσιμη. Ο εργαζόμενος πρέπει να δηλώσει τη συμφωνία του στις πρώτες 4 βδομάδες της απασχόλησής του. Δηλαδή, στην περίοδο που στις περισσότερες νομοθεσίες των κρατών - μελών (όπως και η Ελλάδα) θεωρείται «χρόνος δοκιμής», όπου επιτρέπεται η χωρίς όρους και περιορισμούς απόλυση του εργαζομένου. Με άλλα λόγια, ο εργαζόμενος ή συμφωνεί ή απολύεται!
Ο μόνος ...«περιορισμός» είναι πλέον ο μέσος όρος βδομαδιάτικης εργασίας να μην ξεπερνάει τις 60 ώρες σε 3μηνη βάση - ή 65 ώρες όπως πρότεινε η Βρετανία!
Η «Εκθεση Σέρκας»***
Το Ευρωκοινοβούλιο, πιστό στον αντιλαϊκό του ρόλο, υπερψήφισε την «Εκθεση Σέρκας», του Ισπανού σοσιαλδημοκράτη, που με κάποιες μικροτροποποιήσεις (για να ρίξει «στάχτη στα μάτια»), άφηνε άθικτο το αντεργατικό περιεχόμενο της πρότασης της Φινλανδικής προεδρίας. Δηλαδή: α) Τη δυνατότητα της επιχείρησης να χωρίζει τον ημερήσιο εργάσιμο χρόνο σε ενεργό και ανενεργό και β) Τη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου σε 12μηνη βάση.
Στην Επιτροπή Απασχόλησης του Ευρωκοινοβουλίου, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ με τον τότε ευρωβουλευτή του Δ. Παπαδημούλη, αντιπρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου σήμερα, υπερψήφισε την «Εκθεση Σέρκας», μαζί με το Λαϊκό Κόμμα, τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Φιλελεύθερους, τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Κάτω, βέβαια, από την κατακραυγή, αναγκάστηκε τελικά να την καταψηφίσει στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου. 15 χρόνια μετά, έρχεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και κάνει και εδώ τη βρώμικη δουλειά που δεν μπόρεσαν οι προηγούμενοι, δηλαδή να εφαρμόσει με νόμο την Οδηγία.
Το ΚΚΕ στην Ευρωβουλή πρότεινε μια σειρά τροπολογιών, που όχι μόνο ακύρωναν και αντιτάσσονταν στις αντεργατικές προτάσεις του Συμβουλίου της ΕΕ, αλλά ταυτόχρονα πρόβαλλαν τις σύγχρονες ανάγκες, με βάση τα τεράστια επιτεύγματα της επιστημονικοτεχνικής προόδου που έχει δημιουργήσει η σκληρή εργασία της εργατικής τάξης, για μείωση του εργάσιμου χρόνου και ταυτόχρονη αύξηση του ελεύθερου χρόνου και του χρόνου ανάπαυσης της εργατικής τάξης, αναδεικνύοντας τα αιτήματα του ταξικού εργατικού κινήματος για 7ωρο - 5ήμερο - 35ωρο.
Η αρνητική στάση όλων των πολιτικών δυνάμεων απέναντι στις προτάσεις αυτές του ΚΚΕ αποκάλυψε, για πολλοστή φορά, τον αντιλαϊκό χαρακτήρα τους, τη στήριξή τους στο κεφάλαιο. Τελικά, η τροποποίηση της Οδηγίας 2003/88 δεν ολοκληρώθηκε, γιατί υπήρξαν διαφωνίες στο Συμβούλιο από κράτη - μέλη (όπως η Βρετανία) που ήθελαν τη διατήρηση της αυτοεξαίρεσής τους από την Οδηγία, ώστε οι αστικές τάξεις τους να διατηρούν τη δυνατότητα να ρυθμίζουν το χρόνο εργασίας με βάση τις δικές τους ιδιαίτερα ανάγκες, ανταγωνιστικά προς άλλες οικονομίες στο εσωτερικό της Ευρωένωσης.
Το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τους γιατρούς
Το πρόσφατο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των γιατρών είναι ένα αντεργατικό έκτρωμα, το οποίο όχι μόνο εφαρμόζει την ισχύουσα Οδηγία της ΕΕ (2003/88), αλλά βάζει πρόσθετα στοιχεία που περιλαμβάνονταν στην «Εκθεση Σέρκας» και στην αντεργατική πρόταση του Συμβουλίου της ΕΕ.
Το νομοσχέδιο πρέπει να βρει τη συνολική καταδίκη και τον συντονισμένο αγώνα για την απόσυρσή του, την καταψήφισή του, επειδή:
1. Συνιστά επικίνδυνη εξέλιξη, γιατί, ξεκινώντας από τους γιατρούς, ανοίγει το δρόμο για αντιδραστικές αλλαγές και σε άλλους εργατικούς κλάδους και γενικότερα. Καταργεί τον σταθερό ημερήσιο και βδομαδιάτικο χρόνο εργασίας και εισάγει την έννοια του «ανενεργού» χρόνου εργασίας.
2. Στο άρθρο 2, με τους ορισμούς «ενεργός εφημερία» και «εφημερία ετοιμότητας», σε συνδυασμό και με τον ορισμό του χρόνου εργασίας, σαν εργάσιμος θεωρείται μόνο ο χρόνος κατά τον οποίο ο γιατρός βρίσκεται στο χώρο εργασίας του. Εισάγεται έτσι η έννοια του «ανενεργού χρόνου εργασίας».
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο χρόνος της «εφημερίας ετοιμότητας» δεν θεωρείται εργάσιμος χρόνος και δεν προσμετράται στο 4μηνο, στη βάση του οποίου θα υπολογίζεται ο μέσος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας, αφήνοντας παράλληλα ανοικτό και το ενδεχόμενο αυτού του τύπου οι εφημερίες να μην πληρώνονται, παρά μόνο εάν ο γιατρός κληθεί στο νοσοκομείο και παράσχει υπηρεσίες.
Αρα ο δρόμος άνοιξε! Οχι μόνο για να μην πληρώνεται η «ετοιμότητα», βλέπε «ανενεργός χρόνος εργασίας» εκτός του χώρου εργασίας (αυτή είναι η πρώτη συνέπεια της διάκρισης ενεργού - ανενεργού χρόνου εργασίας), αλλά προοπτικά και εντός του νοσοκομείου, όταν ο γιατρός δεν παρέχει υπηρεσία, ή να μην πληρώνεται ολόκληρο το χρόνο αυτό (δεύτερη συνέπεια της διάκρισης). Η ερμηνεία αυτή προκύπτει και ενισχύεται και από τα άρθρα 5, 6 παρ. 5 και 7, που ορίζουν ποιες είναι οι αμειβόμενες υπερωρίες, όπου ρητά σαν τέτοιες ορίζονται μόνο όσες είναι με παρουσία στο χώρο εργασίας.
Η σημασία αυτού του μέτρου είναι τεράστια για το σύνολο της εργατικής τάξης, με αιχμή σε πρώτη φάση κλάδους όπως Μεταφορές, Ενέργεια, Ξενοδοχεία, Εμπόριο και σε άλλους στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, όπου υπάρχει η υπηρεσία ετοιμότητας. Μάλιστα, αυτό πρέπει να το δούμε και σε συνδυασμό με την κατάργηση της κυριακάτικης αργίας στο εμπόριο, που θα αυξήσει τον συνολικό βδομαδιάτικο χρόνο λειτουργίας των επιχειρήσεων και άρα και τον χρόνο εργασίας. Εκ των πραγμάτων, επομένως, θα δημιουργηθούν ανάγκες για βάρδιες εργαζομένων, με τη σύνθεση και τον αριθμό τους να καθορίζεται με βάση την εμπορική κίνηση.
3. Με βάση όσα ορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 3 και 4 έχουμε «διευθέτηση» - ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας στο τετράμηνο. Αρα θα υπάρξουν μεγάλες περίοδοι που τα ημερήσια και εβδομαδιαία ωράρια θα είναι εξοντωτικά. Δεν προκύπτει από το νομοσχέδιο ότι θα πάμε σε βδομαδιάτικη εργασία 78 ωρών. Κι αυτό γιατί η παρ. 4 του άρθρου 3 βάζει ένα απόλυτο όριο 60 ωρών εργασίας τη βδομάδα. Ομως, είναι σίγουρο ότι η βδομαδιάτικη εργασία 60 ωρών θα γίνει ο κανόνας και για αυτούς που θα συμφωνήσουν και για αυτούς που δεν θα συμφωνήσουν.
4. Τα περί συναίνεσης του γιατρού να δουλεύει 60ωρο είναι πρόκληση. Οι όροι που βάζει για τήρηση αρχείου από τον διοικητή και ενημέρωση του υπουργείου δεν μπαίνουν για την προστασία των γιατρών, αλλά το αντίθετο. Για να ...υπενθυμίζουν σε όλους, και ειδικά σε ειδικευόμενους και νέους γιατρούς, ότι το υπουργείο και η διοίκηση ξέρουν ποιος αρνείται να δουλέψει το 60ωρο και να μπαίνει στη «μαύρη λίστα» με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Η εμπειρία από άλλες χώρες της ΕΕ
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ βιάζεται να ακολουθήσει τις μεσαιωνικές συνθήκες που ισχύουν στις άλλες καπιταλιστικές χώρες της ΕΕ και να τις ξεπεράσει. Με βάση την Εκθεση της Επιτροπής του 2010 σχετικά με την εφαρμογή από τα κράτη - μέλη της Οδηγίας 2003/88/EΚ - COM(2010) 802, προκύπτουν τα εξής στοιχεία:
«Στην Αυστρία, δυνάμει τομεακής νομοθεσίας, οι γιατροί μπορούν να κληθούν να εργαστούν κατά μέσο όρο 60 ώρες εβδομαδιαίως, χωρίς την προηγούμενη συναίνεσή τους. Στη Γαλλία, η ασάφεια των διατάξεων σχετικά με τη διάρκεια εργασίας των γιατρών φαίνεται ότι έχει καθιερώσει πρακτική όπου oι πίνακες υπηρεσίας των γιατρών στα δημόσια νοσοκομεία, κατά την κανονική τους υπηρεσία, υπερβαίνουν ήδη το όριο των 48 ωρών που προβλέπει η Οδηγία.
Η Ουγγαρία επιτρέπει μέσο χρόνο εργασίας 60 έως 72 ωρών εβδομαδιαίως, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, στο πλαίσιο "υπηρεσίας ετοιμότητας". Ωστόσο, δεν είναι σαφές κατά πόσον οι συμβάσεις αυτές εμπίπτουν στην παρέκκλιση της "εθελούσιας επιλογής εξαίρεσης από τον κανόνα". Επίσης, σημειώνεται ότι σε πολλά κράτη - μέλη της ΕΕ, η εφαρμογή κανόνων σχετικά με τον χρόνο εφημερίας, καθώς και με τους ασκούμενους ιατρούς ή τους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα, δημιουργεί προβλήματα ως προς τη συμμόρφωση με το όριο του χρόνου εργασίας.
(...) Ωστόσο, απ' ό,τι φαίνεται, ορισμένα κράτη - μέλη δεν συμμορφώνονται ακόμη πλήρως με την Οδηγία. Η Βουλγαρία και η Γερμανία επιτρέπουν περίοδο αναφοράς έξι μηνών για όλες τις δραστηριότητες. Η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Ισπανίαεπιτρέπουν περίοδο αναφοράς 12 μηνών χωρίς συλλογική σύμβαση (...) τα πέντε κράτη - μέλη της ΕΕ που επιτρέπουν τη χρήση της ρήτρας "opt-out", ανεξάρτητα από τον τομέα δραστηριότητας ή επαγγέλματος, είναι η Βουλγαρία, η Κύπρος, η Εσθονία, η Μάλτα και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Στις χώρες όπου είναι δυνατή η χρήση της ρήτρας "opt-out" σε συγκεκριμένους τομείς (και ειδικότερα στο τομέα της Υγείας) περιλαμβάνονται το Βέλγιο, η Τσέχικη Δημοκρατία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Ολλανδία, η Πολωνία, η Σλοβακία, η Σλοβενία, η Ισπανία και μόλις πρόσφατα και η Αυστρία (από τον Ιανουάριο του 2015)».
Επίσης, σύμφωνα με μελέτες, οι νοσοκομειακοί γιατροί στο Βερολίνο εργάζονται 57,8 ώρες κατά μέσον όρο τη βδομάδα, 60 ώρες στο Εσσεν, 59 ώρες στα νοσοκομεία του Μονάχου και 68 ώρες κατά μέσον όρο τη βδομάδα σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα από νοσοκομεία της χώρας. Αυτά τα αποτελέσματα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι Γερμανοί νοσοκομειακοί γιατροί πραγματοποιούν ένα σημαντικά μεγάλο αριθμό ωρών υπερωριακής απασχόλησης.2
Αλλωστε, υπάρχει αντίστοιχη πείρα από τη ναυτιλία - ένα από τα πρότυπα της «καπιταλιστικής ανάπτυξης» - «εθνικός στόχος» για την Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών, τον ΣΕΒ, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τα άλλα κόμματα του κεφαλαίου, όπου με το ΠΔ 152/14.5.2003 έγινε προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις Οδηγίες 1999/63/ΕΚ και 1999/95/ΕΚ «περί οργάνωσης του χρόνου εργασίας των ναυτικών».
Τη συμφωνία σύναψαν η Ενωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η - εργατική αριστοκρατία - Ομοσπονδία των Ενώσεων Εργαζομένων στις Μεταφορές (FST) (E.E.L167/33- 2.7.1999). Περιλαμβάνει συνθήκες γαλέρας για τους ναυτεργάτες με όριο τις 14 ώρες δουλειά το 24ωρο και τις 72 ώρες την εβδομάδα!
Πάλη για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου
Η οργάνωση της πάλης ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, των ΕΕ, ΔΝΤ και των άλλων εκπροσώπων του κεφαλαίου, αποκτά επείγοντα χαρακτήρα για την ίδια τη ζωή της εργατικής τάξης.
Μόνο με κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο μπορεί ο χρόνος εργασίας να αξιοποιηθεί για την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών που θα ικανοποιούν τις διευρυμένες σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, θα είναι λιγότερος και με περισσότερες παροχές, γιατί δεν θα υπάρχει το εμπόδιο των καπιταλιστών και το κίνητρο του κέρδους στην ανάπτυξη.
Γι' αυτό χρειάζεται ισχυρή Κοινωνική Συμμαχία και συμπόρευση με το ΚΚΕ. Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα για να ζήσουν τη ζωή που τους αξίζει πρέπει να κατευθύνουν την πάλη τους στην ανατροπή της αιτίας που γεννάει τα βάσανά τους, το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα και την εξουσία του κεφαλαίου, διεκδικώντας τον πλούτο που παράγουν με την εργατική εξουσία.
Παραπομπές:
1. «Το Κεφάλαιο» τ. 1, σελ. 246
2. Judith Rosta, Working Hours of Hospital Doctors in Germany, Preliminary Data from a Nationwide Survey in Autumn 2006.
ΤουΓιώργου ΤΟΥΣΣΑ*
Ο Γ. Τούσσας είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και του Τμήματος για την εργατική - συνδικαλιστική δουλειά της ΚΕ