ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βάρναλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βάρναλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2020

-Τα Κούλουμα- Περιγράφει ο Κώστας Βάρναλης !!!

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020

«ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» - ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΓΡΑΨΑΝΕ...ΙΣΤΟΡΙΑ !!


Διαβάστε: 

Τον "ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΚΟΣΜΟ" του Κώστα Βάρναλη από την e-βιβλιοθήκη του "Οικοδόμου"


Η ποιητική συλλογή του Κώστα Βάρναλη «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» βρήκε τη θέση της στο ράφι της e-βιβλιοθήκης μας, από το οποίο μπορεί ο καθένας να την κατεβάσει, να την διαβάσει ή να την αποθηκεύσει στον υπολογιστή του. 
Πρόκειται για την επανέκδοση του ΚΕΔΡΟΥ που έγινε το 1966 και έχει εδώ και πολλά χρόνια εξαντληθεί (στην οποία ο ποιητής πρόσθεσε έξι ποιήματα) και όχι την πρώτη έκδοση του 1965 όπως γράφουμε στις πληροφορίες που συνοδεύουν το βιβλίο στο «ανέβασμά» του στο  Scribd
Αυτά συμβαίνουν όταν οι εκδοτικοί οίκοι δεν αναγράφουν στα βιβλία τους την ημερομηνία έκδοσής τους. 
Ελπίζουμε επίσης στην κατανόηση των αναγνωστών για την "καλλιτεχνική" επέμβαση στο εξώφυλλο του βιβλίου, που οφείλεται αποκλειστικά στις... αυξημένες ανησυχίες μας... περί αισθητικής των εκδόσεων, των πρώτων μαθητικών μας χρόνων. :)

                Κάνει Καλό !!

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2018

O ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΟ «ΑΝ» ΤΟΥ Rudyard KIPLING !!



      Rudyard Kipling               -            Κώστας Βάρναλης




Στις 18 Γε­νά­ρη 1936 πέ­θα­νε ο Τζό­ζεφ Ρά­ντ­γιαρντ Κί­πλινγκ, Αγ­γλος συγ­γρα­φέ­ας και ποι­η­τής, υμνη­τής του αγ­γλι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού. Γεν­νή­θη­κε στις 30 Δε­κεμ­βρί­ου 1865 στη Βομ­βάη της Βρε­τα­νι­κής Ιν­δί­ας. Εζησε στην Ινδία, στη Βρε­τα­νία και στην Αμε­ρι­κή, τα­ξί­δε­ψε πολύ σε όλον τον κόσμο και απέ­κτη­σε γρή­γο­ρα φήμη σπου­δαί­ου συγ­γρα­φέα και ποι­η­τή.

Το 1907 τι­μή­θη­κε με Νό­μπελ Λο­γο­τε­χνί­ας σε ηλι­κία 42 ετών και μέχρι σή­με­ρα πα­ρα­μέ­νει ο νε­ό­τε­ρος κά­το­χος του βρα­βεί­ου. Τρία χρό­νια αρ­γό­τε­ρα δη­μο­σί­ευ­σε το ποί­η­μα του «Αν», με τις πα­ραι­νέ­σεις ενός πα­τέ­ρα προς τον γιο του, που απο­τε­λεί μέχρι σή­με­ρα το σήμα κα­τα­τε­θέν της ποί­η­σής του και το πιο διά­ση­μο ποί­η­μα.

Στο ελ­λη­νι­κό κοινό είναι γνω­στός κυ­ρί­ως για το πα­ραι­νε­τι­κό ποί­η­μά του «Αν» («If-») και τη συλ­λο­γή δι­η­γη­μά­των «Το Βι­βλίο της Ζού­γκλας» με ήρωα τον Μόγλη.

Πε­τυ­χη­μέ­νη είναι η πα­ρω­δία του ποι­ή­μα­τος «Αν» από τον Κώστα Βάρ­να­λη. Ο Ρ. Κί­πλινκ, την εποχή της αποι­κιο­κρα­τί­ας, δίνει ευ­γε­νι­κές συμ­βου­λές για το πώς θα γίνει καλός χρι­στια­νός, πο­λι­τι­σμέ­νος και Καλός πο­λί­της ο Άγ­γλος συ­μπα­τριώ­της του. Αυτός που κατά τη θέ­λη­ση του Εγ­γλέ­ζου πλου­το­κρά­τη και για την εξυ­πη­ρέ­τη­ση των ιμπε­ρια­λι­στι­κών του επι­διώ­ξε­ων, σκο­τώ­νει, βα­σα­νί­ζει, λε­η­λα­τεί, μα ταυ­τό­χρο­να είναι θρή­σκος. Για άφεση αμαρ­τιών, με τη Γραφή στο χέρι, πη­γαί­νει κάθε Κυ­ρια­κή στην εκ­κλη­σία όπου συμ­με­τέ­χει «ψυχή τε και σώ­μα­τι». Ο Βάρ­να­λης, αντί­θε­τα, στην πα­ρω­δία του «Το ‘’Αν’’ του Κί­πλιγκ», με τις συμ­βου­λές του δεί­χνει το κυ­νι­κό πρό­σω­πο της τα­ξι­κής κοι­νω­νί­ας, που αλ­λο­τριώ­νει τον άν­θρω­πο από κάθε ηθική και κοι­νω­νι­κή αξία.

Κώστα Βάρ­να­λη
Το «ΑΝ» του Κί­πλιννγκ
(Πα­ρω­δία)


Αν ημπο­ρείς την πα­λα­βή να κά­νεις, όταν οι άλλοι
σου κά­νου­νε το γνω­στι­κό κι όλοι σε λένε φταί­χτη·
αν δεν πι­στεύ­εις τί­πο­τα κι άλλοι δε σε πι­στεύ­ουν·
αν σχωρ­νάς όλα τα δικά σου, τί­πο­τα των άλλων·

κι αν το κακό, που πας να κά­νεις, δεν το ανα­βάλ­λεις
κι αν σ’ όσα ψέ­μα­τα σου λεν με πιό­τε­ρ’ απα­νταί­νεις·
κι αν να μι­σείς ευ­φραί­νε­σαι κι όσους δε σε μι­σού­νε
κι αν πάντα τον πο­λύ­ξε­ρο και τον κα­λό­νε κά­νεις.
Αν περ­πα­τάς με την κοι­λιά κι ονεί­ρα­τα δεν κά­νεις

κι αν να στο­χά­ζε­σαι μπο­ρείς μο­νά­χα το ιντε­ρέ­σο·
το νι­κη­μέ­νο αν πα­ρα­τάς και πάντα δι­πλα­ρώ­νεις
το νι­κη­τή, μα και τους δυο ξε­τσί­πω­τα προ­δί­νεις·
αν, ό,τι γρά­φεις κι ό,τι λες, το ξα­να­λέν κι οι άλλοι
γι’ αλη­θι­νό — να πα­γι­δεύ­ουν τον κουτό κο­σμά­κη·

αν, λόγια κι έργα σου κα­πνόν ο δυ­να­τός αέρας
τα δια­βο­λο­σκορ­πά, και συ ξα­να­μο­λάς και­νού­ριον.
Αν όσα κέρ­δι­σες μπο­ρείς να τα πλη­θαί­νεις πάντα
και την πα­τρί­δα σου κο­ρό­να γράμ­μα­τα να παί­ζεις·
κι αν να πλε­ρώ­νεις την πε­ντά­ρα, που χρω­στάς, αρ­νιέ­σαι

και μόνο να πλη­ρώ­νε­σαι σωστό και δίκιο το ’χεις·
αν η καρ­διά, τα νεύρα σου κι ο νους σου εν αμαρ­τί­αις
γε­ρά­σα­νε κι όμως εσύ τα στύ­βεις ν’ απο­δί­δουν·
αν στέ­κεις πάντα δί­βου­λος και πάντα σου σκυμ­μέ­νος
κι όταν φω­νά­ζουν οι άλλοι «εμπρός»! εσύ φω­νά­ζεις «πίσω»!

Αν στην πλε­μπά­για να μι­λά­ει αρ­νιέ­ται η αρετή σου
κι όταν ζυ­γώ­νεις δυ­να­τούς, στα δυο λυγάς στη μέση·
κι αν μήτε φί­λους μήτ’ εχτρούς ποτέ σου λο­γα­ριά­ζεις
και κά­νεις πως τους αγα­πάς, αλλά ποτέ κα­νέ­ναν·
αν δεν αφή­νεις ευ­και­ρία κάπου να κα­κο­βά­νεις

και μόνο αν κά­νεις το κακό, η ψυχή σου γα­λη­νεύ­ει,
δικιά σου θα ’ναι τούτ’ η Γης μ’ όλα τα κάλλη που ’χει
κι έξο­χος θα ’σαι Κύ­ριος, αλλ’ Άν­θρω­πος δε θα ’σαι

Ρά­ντ­γιαρντ Κί­πλινγκ
ΑΝ ΜΠΟ­ΡΕΙΣ…


Αν μπο­ρείς να κρα­τάς το κε­φά­λι ψηλά όταν γύρω σου όλοι
τον εαυτό τους εχά­σαν δειλά, και για τούτο μαζί σου τα βά­ζουν,
στον εαυτό σου αν μπο­ρείς να ‘χεις πίστη όταν όλοι για σένα αμ­φι­βάλ­λουν
μα κι αδιά­φο­ρος να ‘σαι κι ορθός στις δικές τους μπρο­στά αμ­φι­βο­λί­ες,
αν μπο­ρείς να υπο­μέ­νεις χωρίς ν’ απο­στά­σεις ποτέ καρ­τε­ρώ­ντας,
ή μπλεγ­μέ­νος με ψεύ­τες, μα­κριά να στα­θείς, αν μπο­ρείς απ’ το ψέμα
κι αν γε­νείς μι­ση­τός, να μη δεί­ξεις στρα­τί στο δικό σου το μίσος,
κι ούτε τόσο καλός να φα­νείς κι ούτε τόσο σοφά να μι­λή­σεις,

αν μπο­ρείς να ονει­ρεύ­ε­σαι δίχως να γί­νεις του ονεί­ρου σου σκλά­βος,
αν μπο­ρείς να στο­χά­ζε­σαι δίχως τη σκέψη να κά­νεις σκοπό σου,
αν μπο­ρείς την λα­μπρήν αντα­μώ­νο­ντας Νίκη ή τη μαύρη φουρ­τού­να,
να φερ­θείς με τον ίδιο τον τρόπο στους δυο κα­τερ­γά­ρη­δες τού­τους,
αν μπο­ρείς να υπο­φέ­ρεις ν’ ακούς την αλή­θεια που ο ίδιος σου είπες,
στρε­βλω­μέ­νη από αχρεί­ους, να γενεί μια πα­γί­δα για ηλί­θιους αν­θρώ­πους,
ή αν τα όσα η ζωή σού έχει δώσει αντι­κρί­σεις συ­ντρίμ­μια μπρο­στά σου,
κι αφού σκύ­ψεις, ν’ αρ­χί­σεις ξανά να τα χτί­ζεις με σκάρ­τα ερ­γα­λεία,

αν μπο­ρείς να σω­ριά­σεις μαζί τ’ αγαθά και τα κέρδη σου όλα,
κι αν τολ­μή­σεις με μια σου ζαριά όλα για όλα να παί­ξεις
και να χά­σεις τα πάντα και πάλι απ’ την πρώτη σου αρχή να κι­νή­σεις,
και να μην ψι­θυ­ρί­σεις ποτές ούτε λέξη για τα όσα έχεις χάσει,
κι αν μπο­ρείς ν’ ανα­γκά­σεις με βία, την καρ­διά σου, τα νεύρα, το νου σου,
να δου­λέ­ψουν για σέναν ακόμα κι αφού τσα­κι­στού­νε στο μόχθο,
και ν’ αντέ­ξεις σ’ αυτό στα­θε­ρά όταν τί­πο­τε εντός σου δεν θα ‘χεις
άλλο εξόν απ’ τη θέ­λη­ση που όρθια θα κρά­ζει σε τούτα «Κρα­τά­τε»,

αν μπο­ρείς να μιλάς με τα πλήθη κι ακέ­ριος στο ήθος να μέ­νεις,
ή αν βρε­θείς με ρη­γά­δες χωρίς τα μυαλά σου να πά­ρουν αέρα,
κι αν ποτέ, ούτε οι φίλοι ούτε οι εχθροί να σε κά­νουν μπο­ρούν να πο­νέ­σεις,
τον κα­θέ­να αν ζυ­γιά­ζεις σωστά και κα­νέ­ναν πιο πρό­σβα­ρα απ’ άλλον,
αν μπο­ρείς να γε­μί­ζεις το αμεί­λι­χτο ένα λεφτό της κάθε ώρας
στην αξία των εξή­ντα μοι­ραί­ων δευ­τε­ρό­λε­φτων της δια­δρο­μής του,
τότε θα ‘ναι όλη η Γη σα δικιά σου, ως και κάθε που υπάρ­χει σε τούτη,
και —πε­ρισ­σό­τε­ρο ακόμα— θε να ‘σαι ένας άν­θρω­πος πλέ­ριος, παιδί μου.

Σάββατο 21 Απριλίου 2018

-ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΑΣ ...ΣΩΣΕΙ ;;;



Για τους "χτεσινούς" και τους Σημερινούς ΣΩΤΗΡΕΣ !!
-ΑΤΤΑΛΟΣ Γ'-
Ο φόβος του λαού γεννά και τους θεούς και τους τυράννους του. 
Το φόβο πολεμά ο Βάρναλης με τον «Ατταλο Γ'», (1968) 
για να καταδείξει ότι τη σκυτάλη του σκοταδισμού πήραν 
νέοι ξεπουλημένοι «εθνοσωτήρες». 
Οτι η Ελλάδα ξαναπαραδόθηκε σε νέο αμερικανοκίνητο Ατταλο Δ'...
Οι εκπρόσωποι του σκλάβου λαού (ο Γραμματιζούμενος, ο Φοβιτσιάρης, ο Χωρατατζής), τραγουδώντας αναρωτιούνται: 
Ποιος θα μας σώσει; Ανατολή για Δύση; 
Ποιος Ελληνας ή Βάρβαρος θεός; 
Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει, 
για πίσου θα γυρίζει ο παλαιός; 

Στο φινάλε του έργου στο παραπάνω τραγούδι των σκλάβων, ο τρελο-φιλόσοφος απαντά:
Δε θα μας σώσει Ανατολή για Δύση, 
μηδ' Ελληνες ή Βάρβαροι θεοί. 
Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει, 
άμα ξυπνήσουν κάποτε οι λαοί. 

Απ΄τον σ. Κώστα Κόκκινο
***************

«Ατταλος Γ'» 
- διαχρονική και επίκαιρη διδαχή για το λαό

Πίνακας που αναπαριστά τη Στοά Αττάλου κατά την αρχαιότητα 
«...Η ποσότητα δεν είναι ποτές η αιτία ή μια από τις αιτίες της ομορφιάς», έλεγε ο Κώστας Βάρναλης. Αυτή η φράση του δίνει το μέτρο κριτικής εκτίμησης και του δικού του - μοναδικού - θεατρικού έργου «Ατταλος ο Γ'». 
Εργο διαχρονική ιστορική διδαχή για τους λαούς, που ακτινοβολεί την τεράστια γνώση του, αλλά και τη διαλεκτική ανάλυση της Ιστορίας από τον Βάρναλη. Ενα έργο με χυμώδη λαϊκή γλώσσα, σπινθηροβόλο χιούμορ, καυστικό σαρκασμό για τους τυράννους των λαών, πλασμένο από τον διακαή πόθο του Βάρναλη να πάψουν οι λαοί «δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα» να «προσμένουν κάποιο θάμα». Να γίνουν αυτοί ο τροχός της Ιστορίας κι οι μόνοι αφέντες στον τόπο τους.

Βαθύτατα διαλεκτικός καθώς ήταν ο Βάρναλης, διαλεγόταν με θεατρικό τρόπο στις μεγάλες ποιητικές συνθέσεις, στα μικρά ποιήματα και τα πεζογραφικά του έργα. Δε θα μπορούσε να του λείπει το θεατρικό αισθητήριο, καθώς στη δεκαετία του 1910 άρχισε να μεταφράζει τους Ευριπίδη, Σοφοκλή κι Αριστοφάνη.

Η θεατρικότητα του Βάρναλη είναι έκδηλη στη διαλογική δομή και τα πρόσωπα που περιλαμβάνουν, λ.χ., «Το φως που καίει», οι «Σκλάβοι Πολιορκημένοι», η μονολογική «Αληθινή απολογία του Σωκράτη», που - όπως έλεγε ο Παλαμάς - «δεν τον ταράζουν τ' ακάθαρτα του δρόμου, γιατί λυτρώνεται στην κορυφή της ροδακινιάς». Κι ακόμα έλεγε ο Παλαμάς ότι στον Βάρναλη «η αρχαιογνωσία μαζί με την κοροϊδία χορεύουν καρσιλαμά».

Το καράβι που μετέφερε τους εξόριστους στον Αϊ - Στράτη. Κάτω σειρά: δεύτερος από αριστερά, με μπερέ, ο Δ. Γληνός και τέταρτος, με τραγιάσκα, ο Βάρναλης 
Η θεατρικότητα του Βάρναλη, και στα μεγάλα θεατρικόμορφα ποιήματά του και στα μικρά, προκύπτει και με την ψυχογράφηση των προσώπων που πλάθει, με τις συγκρούσεις της μυθοπλασίας του, την παραστατική, πλουμιστή, αφτιασίδωτα λαϊκή, λυρική ή τσουχτερή και θεατρικά «νευρώδη» γλώσσα του, με της «Αλήθειας το ρυθμό».

Διαχρονική αλληγορία

Ο λαός μας με τον ηρωικό ΕΑΜικό απελευθερωτικό αγώνα του νίκησε τον τριπλό φασισμό. Πριν γευτεί τη λευτεριά του, τον ξαναμάτωσε ο αγγλικός ιμπεριαλισμός, το κράτος και παρακράτος, που εξαπολύουν την τρομοκρατική και δολοφονική λύσσα τους κατά των αγωνιστών. Μόνο «καταφύγιο» των διωκόμενων αγωνιστών, πάλι τα βουνά.

Στις 4/8/1946, ο Βάρναλης πρωτοδημοσιεύει στο νόμιμο, ακόμα, «Ριζοσπάστη» το επίκαιρα αλληγορικό, επίσης με θεατρικά στοιχεία, «Ημερολόγιο της Πηνελόπης». Την ίδια χρονιά, ο επίσης συνεργάτης του «Ριζοσπάστη», αγαπημένος φίλος του Βάρναλη, Παναγής Λεκατσάς, εκδίδει το ιστορικό βιβλίο του «Η πολιτεία του Ηλιου (Η κοινοχτημονική επανάσταση των δούλων και προλεταρίων της Μικράς Ασίας. 133-128 π.Χ.)».

Από το βιβλίο του Λεκατσά εμπνέεται ο Βάρναλης τον «Ατταλο Γ'», που αρχίζει να γράφει στα εμφυλιακά χρόνια. Το Σεπτέμβρη του 1950, επανακυκλοφορούν τα «Ελεύθερα Γράμματα».

Στο 1ο τεύχος τους δημοσιεύεται η πρώτη σκηνή - με τίτλο «Πρόλογος» - του «Ατταλου Γ'», που ο Βάρναλης το χαρακτήριζε «Δράμα σε πράξεις τρεις». Τα πρόσωπα του «Προλόγου» είναι τρεις αλυσοδεμένοι δούλοι, οι «Υποψιάρης», «Χωρατατζής», «Γραμματιζούμενος», καθώς και ο «Επιστάτης» (με βούρδουλα) και «ο Περίεργος» (χαφιεδόμουτρο και δουλέμπορος). Ο πρόλογος εκτυλίσσεται στην Ακρόπολη της Περγάμου, όπου θα τοποθετηθεί άγαλμα ενός Ρωμαίου ιμπεριαλιστή, «αφέντη» της Περγάμου (σ.σ. σα να λέμε του Τρούμαν...).

1910. Ο νεαρός καθηγητής Κ. Βάρναλης
Ο Βάρναλης συνεχίζει να δουλεύει το έργο. 
Το 1954, ο «Κέδρος» εκδίδει μια εκλογή ποιημάτων του, με τίτλο «Ποιήματα», στην οποία περιλαμβανόταν το έμμετρο «Μοιρολόγι των δούλων», από τον Πρόλογο του «Ατταλου Γ'» και το «Τραγούδι της φυγής», από το τρίτο μέρος του έργου. Τα δύο αυτά ποιήματα περιλήφθηκαν και στο βιβλίο «Ποιητικά» («Κέδρος», 1956). 
Ο Βάρναλης ξαναδουλεύει το έργο. Κάνει μικροαλλαγές στους διαλόγους του Προλόγου και το τελειώνει - βάζοντας ο ίδιος την ημερομηνία - στις 10 Σεπτέμβρη 1968. 
Η αμερικανοκίνητη δικτατορία τον ώθησε να ολοκληρώσει το έργο.
Το έργο, τιτλοδοτημένο «Ατταλος ο Τρίτος», αφιερωμένο «στη μνήμη του σοφού φίλου του» Παναγή Λεκατσά, εκδίδεται από τον «Κέδρο» το Δεκέμβρη του 1971 και κυκλοφορεί αρχές του 1972. 
Η χούντα το απαγορεύει. 
Το Μάη του 1976 το έργο πρωτοπαρουσιάζεται από το φοιτητικό ερασιτεχνικό θεατρικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο κινηματοθέατρο «Ιρις».

Ιστορικό πλαίσιο του έργου: Οι Ατταλίδες και ο επαναστάτης Αριστόνικος
Μακεδονικής καταγωγής η «φύτρα» των Ατταλιδών, βασιλέων της Περγάμου, σπέρνεται με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Μικρά Ασία. Δυνάστευσαν από το 283 έως το 133 π.Χ. Ιδρυτής της ήταν ο γιος του Μακεδόνα Αττάλου, Φιλέταιρος (283-263 π.Χ.), που διορίστηκε, από τον Λυσίμαχο, αρχηγός άμυνας στην Ακρόπολη της Περγάμου, αλλά το 283 στράφηκε εναντίον του και το 281 ανεξαρτητοποιήθηκε. Ο διάδοχός του, Ευμένης Α' (263-241 π.Χ.), κήρυξε ανεξάρτητη τη δυναστεία. Επί Αττάλου Α' (241-197 π.Χ.), διαδόχου του Ευμένη Α', ολόκληρη σχεδόν η Μ. Ασία (μέχρι τον Ταύρο) κατακτήθηκε και εντάχθηκε στο βασίλειο της Περγάμου. Τελευταίοι εκπρόσωποι της δυναστείας ήταν οι γιοι του Αττάλου Α', Ευμένης ο Β' (197-160/159 π.Χ.), Ατταλος Β' (160-139 π.Χ.) και Ατταλος Γ' (139-133 π.Χ.).

1923, στο Παρίσι. Από αριστερά: πρώτος ο Κ. Βάρναλης, με τους φίλους του Νίκο Χατζηκυριάκο - Γκίκα (δεύτερος) και Στρατή Ελευθεριάδη (Τεριάντ) 
Ο Ατταλος Α' επονομάστηκε «Σωτήρ» γιατί έσωσε την Πέργαμο από τις επιθέσεις των Γαλατών (238-230 π.Χ.). 
Μετά τον πόλεμο ο Ατταλος Α' κήρυξε την Πέργαμο «ανεξάρτητο» βασίλειο και το διεύρυνε με επεκτατικούς πολέμους σε γειτονικά κράτη. Συγκρούστηκε με το βασιλιά της Συρίας, Σέλευκο Β', και κατέκτησε τη Μ. Ασία, μέχρι τον Ταύρο. 
Επιτέθηκε στον Αντίοχο Γ' τον Μεγάλο. Τελικά συμμάχησε μαζί του (216 π.Χ.), όπως και με τους Αιτωλούς και Ρωμαίους, ενάντια στις εκστρατείες του Φιλίππου Ε' της Μακεδονίας, στη Μ. Ασία, αλλά και στην Αθήνα.
Η Αθήνα, θεωρώντας τον «ελευθερωτή» της από την πολιορκία του Φιλίππου Ε', του απένειμε τιμές και ονόμασε τη φυλή του «Ατταλίδα».
Ο Ατταλος Α', με τις κατακτήσεις του, συγκέντρωσε άφθονο πλούτο και με το μόχθο αμέτρητων σκλάβων από τα κατακτημένα κράτη κόσμησε την Πέργαμο με πολλά θαυμαστά οικοδομήματα (λ.χ. την περίφημη Βιβλιοθήκη της, που θεωρούνταν σημαντικότερη από τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας).

Ο Ατταλος Β', ο «Φιλάδελφος», γεννήθηκε το 220 π.Χ. Πολέμησε κατά των Γαλατών. Σύμμαχος της Ρώμης πολέμησε και κατά της Μακεδονίας. 
Κατά τη βασιλεία του πολέμησε και τη Βιθυνία και έχτισε κι άλλα λαμπρά κτίρια (λ.χ. η περίκομψη εξέδρα στην Ακρόπολη, όπου στήνονταν αγάλματα θεών και των Ατταλιδών). 
Σπουδαγμένος στην Αθήνα, της πρόσφερε μια μεγαλόπρεπη Στοά - τη «Στοά Αττάλου» - ενώ η Αθήνα του έστησε έναν κολοσσιαίο ανδριάντα.


Ο Κ. Βάρναλης στο σπίτι του 

Ο Ατταλος Γ', επονομαζόμενος «Φιλομήτωρ Ευεργέτης», γεννήθηκε το 171 π.Χ. 
Διαδέχτηκε τον Ατταλο Β'.
Σκληρός, κακός, ανίκανος, κατά την πεντάχρονη βασιλεία, ασχολούνταν μόνο με την κηπουρική και τη βοτανολογία. 
Πάθος του ήταν η παρασκευή δηλητηρίων και αντιδότων τους. 
Το κράτος διοικούσαν φίλοι του πατέρα του, οι οποίοι, όμως, δολοφονούνταν κατά διαταγή του. 

Ο Ατταλος Γ' υπήρξε το πιο «μοιραίο» πρόσωπο για το κράτος της Περγάμου. Κορυφώνοντας την πολιτική υπέρ του ρωμαϊκού ιμπέριουμ, πριν τον αιφνίδιο θάνατό του (133 π.Χ.), με διαθήκη του παραχώρησε στη Ρώμη το βασίλειο της Περγάμου, με όλους τους θησαυρούς της - και της Βιβλιοθήκης, που μεταφέρθηκε στη Ρώμη.
Ο Αριστόνικος (άγνωστο πότε γεννήθηκε, πέθανε το 129/128, ή το 126 π.Χ.). Νόθος γιος του Ευμένη Β' και μιας παλλακίδας, ζώντας με το λαό και τους δούλους και επηρεασμένος από τις ιδέες του Ιάμβολου, οραματιζόταν τη δημιουργία ενός κράτους του «Ηλίου», ένα κράτος κοινωνικής δικαιοσύνης και ισοτιμίας. 
Ο Αριστόνικος, αμέσως μετά το θάνατο του Ατταλου Γ', κατήγγειλε ως πλαστή τη διαθήκη του με την οποία παραχώρησε την Πέργαμο στη Ρώμη. 
Συγκέντρωσε λαϊκές δυνάμεις και δούλους - στα παράλια της Μ. Ασίας - και προετοίμασε την πρώτη στην ιστορία του αρχαίου κόσμου λαϊκή επανάσταση. Εξορμώντας από τις Λεύκες (μεταξύ Σμύρνης και Φωκαίας) πολεμούσε τη ρωμαιοκρατία και την ντόπια άρχουσα τάξη.
Κατέλαβε τη Φώκαια, απέκρουσε σφοδρές επιθέσεις από υποτελείς στη Ρώμη πόλεις (λ.χ. Εφεσος, Πέργαμος) και αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς, με το όνομα Ευμένης Γ', στηριζόμενος στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και στους δούλους, που τους χαρακτήριζε «Ηλιοπολίτες». 
Υποστηρικτής των ιδεών του Αριστόνικου ήταν ο στωικός φιλόσοφος Γάιος Βλόσσιος, σύμβουλος και υποστηρικτής των φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων του Τιβέριου Γράκχου. Διωκόμενος από τους αντιδραστικούς συγκλητικούς, ο Βλόσσιος σώθηκε καταφεύγοντας στον Αριστόνικο.

Για ψώνια στο μπακάλικο της γειτονιάς του, κοντά στη στάση «Βρυσάκι» (στην οδό Φορμίωνος) του λεωφορείου της Καισαριανής 
Η ρωμαιοκρατία και οι υποτακτικοί της χρησιμοποίησαν πολεμικά και ποικίλα δόλια μέσα κατά της επανάστασης του Αριστόνικου. 
Ο λαϊκός στρατός του Αριστόνικου το 132 π.Χ. ηττήθηκε από το στόλο της Εφέσου, υποχώρησε στο εσωτερικό της Μ. Ασίας, αλλά την ίδια χρονιά κατέλαβε άλλες πόλεις (Θυάτειρα, Απολλωνία της Λυδίας, Στρατονίκεια της Καρίας, Μύνδο, Σάμο, Κολοφώνα). 

Η Ρώμη έστειλε αντιπροσωπεία στην Πέργαμο για την καταπολέμηση του Αριστόνικου. 
Το 131 π.Χ. ο ύπατος Λικίνιος Κράσσος Μουκιανός, συμμαχώντας με τους βασιλείς της Βιθυνίας, του Πόντου, της Καππαδοκίας και της Παφλαγονίας εξεστράτευσε εναντίον των επαναστατών, αλλά ηττήθηκε και σε άλλη μάχη σκοτώθηκε. 
Το 130 π.Χ., και με άλλες ενισχύσεις από τη Μ. Ασία, ο Ρωμαίος ύπατος Μάρκος Περπέρνας, ο «Ασιατικός», με αιφνιδιαστική επίθεση νίκησε τον Αριστόνικο και αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς της Περγάμου, με το όνομα Ατταλος Δ' (σ.σ. Το πρόσωπο αυτό αναφέρεται αλλά δεν περιλαμβάνεται στο βαρναλικό έργο). 
Ο Αριστόνικος κατέφυγε στη Στρατονίκεια. Λόγω της μεγάλης πείνας του στρατού του παραδόθηκε στους Ρωμαίους, στάλθηκε στη Ρώμη, φυλακίστηκε και δολοφονήθηκε διά στραγγαλισμού.

Η πλοκή του έργου

Ο φόβος του λαού γεννά και τους θεούς και τους τυράννους του. 
Το φόβο πολεμά ο Βάρναλης και με τον «Ατταλο Γ'», τον οποίο ξαναδούλεψε το 1968, για να καταδείξει ότι τη σκυτάλη του σκοταδισμού πήραν νέοι ξεπουλημένοι «εθνοσωτήρες». Οτι η Ελλάδα ξαναπαραδόθηκε σε νέο αμερικανοκίνητο Ατταλο Δ'...
Μεταπλάθοντας την ιστορία της Περγάμου, του «Ατταλου Γ'» και του «Ατταλου Δ'», ο Βάρναλης αποκρυπτογράφησε τη μακραίωνη εξάρτηση του τόπου μας. 
Κατήγγειλε την «ιδεολογία» και τους φορείς της εθνικής υποτέλειας και της στήριξης του ιμπεριαλισμού. 

Εξευτέλισε τα σκιάχτρα και τους μύθους που διαιωνίζουν την αντιλαϊκή εξουσία και κρατούν ναρκωμένο το λαό. 
Την εξουσία που υπηρετούν σαν ερπετά και άνθρωποι της τέχνης, της επιστήμης, της διανόησης.
Η Εκκλησία και οι κρατικοί μηχανισμοί καταπίεσης του λαού. 
Το έργο του μιλώντας, ουσιαστικά, για τη νεότερη Ιστορία μας, καυτηρίαζε, εμμέσως, όλους τους εξουσιαστές, εκμεταλλευτές και προδότες του λαού, τονίζοντας την ευθύνη του λαού, που «μοιραίος» κι «άβουλος» τους ανέχεται..
Ανάμεσα στα πρόσωπα του έργου είναι κι ένας τρελο-φιλόσοφος («προσωπείο» του Βάρναλη). 
Τούτος ο «τρελός» ξεστομίζει τις πιο επικίνδυνες αλήθειες. 
Ο Βάρναλης δεν έχει αυταπάτες. 
Ο φιλόσοφος δε θα κάνει την επανάσταση, αλλά ξέρει πως η επανάσταση είναι έργο του λαού και για το λαό.
Στον πρόλογο του έργου οι εκπρόσωποι του σκλάβου λαού (ο Γραμματιζούμενος, ο Φοβιτσιάρης, ο Χωρατατζής), τραγουδώντας αναρωτιούνται:

«Ποιος θα μας σώσει; Ανατολή για Δύση; Ποιος Ελληνας ή Βάρβαρος θεός; Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει, για πίσου θα γυρίζει ο παλαιός;».

Αλλά στο φινάλε του έργου στο παραπάνω τραγούδι των σκλάβων, ο τρελο-φιλόσοφος απαντά:

«Δε θα μας σώσει Ανατολή για Δύση, μηδ' Ελληνες ή Βάρβαροι θεοί. Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει άμα ξυπνήσουν κάποτε οι λαοί».


Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

ο ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΕΞΙΣΤΟΡΕΙ -Τα "αναρχικά-αθεϊ­κά" βιβλία του ΣΟΛΩΜΟΥ



Με αφορ­μή την επέ­τειο θα­νά­του του Διο­νύ­σιου Σο­λω­μού, πα­τέ­ρα της νε­ο­ελ­λη­νι­κής λο­γο­τε­χνί­ας και εθνι­κού ποι­η­τή, δη­μο­σιεύ­ου­με χρο­νο­γρά­φη­μα του Κώστα Βάρ­να­λη από την εφη­με­ρί­δα «Αυγή» (7/4/1954).
***
«ΣΟ­ΛΩ­ΜΟΥ ΤΙΝΟΣ ΚΤΛ»

ΤΟ ΧΡΟ­ΝΟ­ΓΡΑ­ΦΗ­ΜΑ ΤΟΥ κ. Κ. ΒΑΡ­ΝΑ­ΛΗ

Συμ­βαί­νουν με­ρι­κά πράγ­μα­τα στη χώρα της «φαι­δράς πορ­το­κα­λέ­ας», που φαί­νο­νται ακα­τα­νό­η­τα κι όμως αυτά τ’ ακα­τα­νό­η­τα σε βοη­θού­νε να κα­τα­νο­ή­σεις την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. 
Λες; 
Πως είναι δυ­να­τό να πα­ρου­σιά­ζο­νται σε δίκες συγ­γρα­φέ­ων μάρ­τυ­ρες κατη­γορίας που δεν έχου­νε δια­βά­σει τα βι­βλία, που κα­τη­γο­ρού­νε; 
Κι όμως! 
Αν δεν συ­νέ­βαι­νε αυτό δεν θα μπο­ρού­σες να κα­τα­νο­ή­σεις γιατί τα κα­τη­γο­ρού­νε. Και τόσο πε­ρισ­σό­τε­ρο κα­τα­νο­είς όσο πιο ψηλά βρί­σκο­νται οι κα­τή­γο­ροι.
           Οταν ένας πρό­ε­δρος δικηγορι­κού συλ­λό­γου, ένας κα­θη­γη­τής Πα­νε­πι­στη­μί­ου, ένας εκ­παι­δευ­τι­κός σύμ­βου­λος κα­τη­γο­ρού­νε χωρίς να έχου­νε δια­βά­σει, τότες απελ­πίζεσαι – και τους συγ­χω­ρείς! 
       Διότι η ανά­γκη της κα­τη­γο­ρί­ας είναι ανώ­τε­ρη από την ανά­γκη της αλή­θειας.

Αλλά μήπως, άλ­λο­τες, σε τέτια πνευ­μα­τι­κά θέ­μα­τα η άγνοια ήτανε μι­κρό­τε­ρη; 

Ο ιστο­ρι­κός Γιά­νης Κορ­δά­τος μας έδωσε τε­λευταία δυο αξια­γά­πη­τες πλη­ρο­φο­ρί­ες:   
   --Πώς η δι­κτα­το­ρία Πα­γκά­λου έστει­λε να συλ­λά­βει το Μα­κρυγιάννη 
και 
---πώς ο Ει­ρη­νο­δί­κης Ζα­γο­ράς «κα­τέ­σχε» (όπως έγρα­ψε ο ίδιος στην έκ­θε­ση του) «τα «Άπα­ντα», ποι­ή­μα­τα Σο­λω­μού τινος γε­γραμ­μέ­να εις γλώσ­σαν μαλ­λια­ρήν». 
Τέ­τιαν εντο­λήν είχε ο Ει­ρη­νο­δί­κης από τον Εισ­αγγελέα Βόλου («Αθεϊ­κά» του 1910) να «προ­βεί» στο σπίτι του Κορ­δά­του* 
και ει δυ­να­τόν εις ώραν, καθ ην δεν θα ευ­ρί­σκε­το ούτος εις την οι­κί­αν του»!) «εις κα­τά­σχε­σιν των αναρ­χι­κών αθεϊ­κών και μαλ­λια­ρών βι­βλί­ων του».
       Και κα­τε­σχέ­θη και ο Σο­λω­μός τις· αυτό θα πει άγνω­στος ή ασή­μα­ντος Σο­λω­μός! 
      
Αγνω­στος στον τόπο του και δε­μέ­νος ο ποι­ητής της Ελευ­θε­ρί­ας του τόπου του από τους φύ­λα­κες της ελευ­θε­ρί­ας. 
       Και μόνον άγνω­στος; 
Και «μαλ­λια­ρός» άρα άθεος και αναρ­χι­κός και, φυ­σι­κά, τότε και τώρα Βούλ­γα­ρος.
Φαι­νό­με­νον ομα­δι­κού πα­ρα­λη­ρή­μα­τος, που το δη­μιουρ­γεί «το του κρείτ­το­νος συμ­φέ­ρον» και το ρι­ζώ­νει στο σκο­τά­δι της αμα­θεί­ας των πολ­λών. 
Κι όσο από αμά­θεια (αναλ­φα­βη­τι­σμό) κα­νέ­να κρά­τος του κό­σμου δεν μπο­ρεί να μας πα­ρα­βγεί… 
 Πρώτα λοι­πόν δη­μιουρ­γεί­ται ο διωγ­μός κ’ ύστε­ρα βρί­σκο­νται τα θύ­μα­τα, όσα θε­λή­σεις. 
      Και γί­νο­νται θύ­μα­τα κι αυτοί οι διώ­χτες μαζί με τον Σο­λω­μόν τινα και τον Μα­κρυ­γιάν­νην τινα!

Το λοι­πόν, τότε στ’ Αθεϊ­κά του Βόλου, ήρθε μια μέρα της Με­γά­λης βδο­μά­δας στην Αρ­γα­λα­στή (ένα χωριό του Πη­λί­ου) ο αρ­χια­να­τρο­πεύς Θεού, πα­τρί­δος, οι­κο­γέ­νειας ο Δελ­μού­ζος. 
       Εκεί, στην πλα­τεία του χω­ριού, τον κέ­ρα­σε καφέ ο σχο­λάρ­χης που τον γνώ­ρι­ζε από τα φοι­τη­τι­κά χρό­νια. 
 Την άλλη μέρα ήρθε τη­λε­γρά­φη­μα του Ει­σαγ­γε­λέα Βόλου στον Ει­ρη­νο­δί­κη Αρ­γα­λα­στής να προ­βεί σε ανα­κρί­σεις για να εξα­κρι­βώ­σει με ποιους συ­νη­ντή­θη ο Δελ­μού­ζος, τι είπε και τι …φυλ­λά­δια εμοί­ρα­σε.

   Ακρι­βώς την άλλη μέρα είδε το χωριό πως
 σχο­λάρ­χης του τρώει σαρ­δέ­λες την κα­θα­ρά Δευ­τέ­ρα, στρί­βει το μου­στά­κι του στην εκ­κλη­σία και ανά­βει το κερί του με σπίρ­το… και το χει­ρό­τε­ρο απο­κα­λύ­φθη­κε πως είναι Βούλ­γα­ρος.
«Χαίρε ω Χαίρε ελευ­θε­ρία»! Σο­λω­μού τινος!

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Ο «Άγνωστος Ήρως»


Σαν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Σκοτωμένος, 
μια νύχτα του Μαρτιού (βροχή και κρύο!) 
με τους αγκώνες του έσπασε την πέτρα, που χτισμένος μέσα της σάπιζε… Τί νύχτα, η ώρα δύο!… 
Κανείς! Αγριεύανε συρμές κι απανωτοί λεβάντες
 και συνεπαίρναν φλάμπουρα, φανάρια και γιρλάντες.

Άστραψε ο κόσμος απ’ το μαύρο φως σου, Κόσμε Κάτου… Φαντάσματα, σκυλιά που φύγει—φύγει! 
Τα πάντα τράνταζε στριγκιά τρομπέτα του θανάτου. —«Βουρκόλακα, ποιός είσαι;» είπεν η λίγη 
ντροπή και τσίπα των ολίγων κι αποκρίθη ο γύρος 
καιρών και τόπων: —«Το δικό σας θύμα! Άγνωστος ήρως»!

«Άγνωστοι κι αφανείς εσείς! Είμ’ ο λαός εγώ! 
Χωρίς εμένα δεν υπάρχετε κι εσείς! 
Παράσιτα, χωρίς εμέ, χωρίς αβασταγό, 
αίμα ποιανού θα πίνατε θρασείς; 
Εσείς των Νόμων οι άγνωστοι, γίνεστε το καντίνι 
στη λύρα των Μουσών, εσείς Θεοί κι εμείς τα χτήνη!

»Εγώ δεν είμ’ ένας λαός! Όλ’ οι λαοί της Γης! 
Της Ιστορίας, παλιάς και νέας, τα πτώματα! 
Ακούτε; Ο κόκορας λαλάει τον ξύπνο της αυγής. 
Όλοι ενωμένοι, μια φωνή μυριάδες στόματα: 
Τρέμε φονιά, τρέμε άρπαγα και τρέμε απατεώνα. 
Σάπιο θρασίμι, που βρομάς και κλέβεις στον αιώνα!

»Σε μάχη μια δεν έπεσα! Σ’ όλην την Ιστορία 
κι εδώ κι αλλού και πάντα προδομένος. 
Κι όταν πολέμησα κι εγώ για την ελευτερία 
την εδικιά μου, πήγα χτυπημένος
 πισώπλατ’ από σένανε και τον οχτρό μου, ταίρι, 
για να με στήσεις ύστερις εδώ, δικό σου αστέρι!

»Να μη σκαλίζω τα παλιά της Ιστορίας δεφτέρια! 
Λαός, στρατιώτης του λαού, που πάντα 
σε Κοκκινιές, Καλάβρυτα, Κύπρος και Περιστέρια, 
σε Σκοπευτήρια κι όπου αλλού, με μπάντα 
τα πολυβόλα σου έστρωναν αρμάθες νια βλαστάρια 
με το χορό, με το τραγούδι: «Ώς πότε παλικάρια»!

»Είμ’ ο Λαός χύμα, λαός, και σεις οι Διαλεμένοι 
και σήμερα με τον οχτρό μας ένα! 
Σκοτώνετε καθημερνώς όποιον δεν υπομένει 
με δίκες, χωρίς δίκες, με την πένα! 
Μαζί μ’ εμάς σκοτώνετε συμβία, παιδιά, πατρίδα, 
που αδάμαστη ξερνομασάει την ξενική σαλίβα…»

Κι όταν αχνοξημέρωσε και φούντωσεν η μπόρα, 
χιλιάδες σκέλεθρα, όλο φως, εβγαίναν 
και τρίζανε τα κόκαλά τους, από κάθε χώρα, 
παγκόσμιο κύμ’ Ανάστασης, που μ’ έναν 
κύκλο φωτιάς σάς έζωσε και στης φωτιάς το χόχλο 
καίει κι αφανίζει των ολίγων τον πανάθλιον όχλο!

Αλιεύτηκε από:
Cloe Pappa
17 Δεκεμβρίου 2017

 Παρουσίαση κειμένου: 

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2017

Ο ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΛΟΥΝΤΕΜΗ

,,Για να ναι ένοχος ένας Συγγραφέας πρέπει να δίνει αρνητικές απαντήσεις στις τρεις παρακάτω ερωτήσεις; 
Πρώτον: Ζώντας σε μια κοινωνία αδικίας με ποιους θα πάει; Με τους αδικητές ή με τους αδικημένους;
Δεύτερο: Αν ο Λαός πέσει στα δεσμά της τυραννίας με ποιους θα συνταχθεί; Με τον τυραγνισμένο ή με τον τύραννο; 
Και Tρίτο και τελευταίο: Αν η Πατρίδα πάει σ΄ εθνική σκλαβιά ποιους θα βοηθήσει; Τους κατακτητές ή τους κατακτημένους; Δηλαδή με τους κιοτήδες θα πάει ή με τα παλικάρια;,, 
Ο ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ* ΤΟΥ ΛΟΥΝΤΕΜΗ
( Η συγκλονιστική κατάθεση του Κ. Βάρναλη την οποία αφηγείται ο ίδιος ο Λουντέμης στο βιβλίο του ''Ο Κονταρομάχος'' )
…Είπαμε ότι ανάμεσα στους υπερασπιστές μου ήταν κι ο Δάσκαλος. Αλλά, πως ήρθε! Δεν είχε την υπομονή να περιμένει να τον ειδοποιήσουν.
 Μόλις το πληροφορήθηκε απ΄ τις εφημερίδες ντύθηκε τα γιορτινά του κι ήρθε μόνος του. Δε λογάριασε ούτε γηρατειά, ούτε φόβο, ούτε κρύο. Διέσχισε τα πυκνά στίφη των πραιτωριανών (που χανε κυκλώσει ολόκληρο το τετράγωνο) και μπήκε στην αίθουσα.
-Κωνσταντίνος Βάρναληςφώναξε ο κλητήρας.
Ο Δάσκαλος τον κοιτούσε με χλευαστική απάθεια.
-Δάσκαλε… Εσένα φωνάζουν… του 'πε ο Νίκος Παππάς.
-Εμένα; Τότε τι «Κωνσταντίνος» λέει αυτός ο… άντε ας μην το πω.
-Περάστε κ. Βάρναλη… του είπε ο Εισαγγελέας Κατεβαίνης, που 'κανε τον διανοούμενο.
Ο Δάσκαλος πλησίασε κάτω απ΄ την έδρα με το χέρι στ΄ αφτί. Ο Πρόεδρος ρωτά:
-Πιο δυνατά! φώναξε ο Βάρναλης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έστω. Είναι ένοχος ο κατηγορούμενος;
ΒΑΡΝΑΛΗΣ (Με έμφαση): Ένοχος; Όχι! 
Για να ναι ένοχος ένας Συγγραφέας πρέπει να δίνει αρνητικές απαντήσεις στις τρεις παρακάτω ερωτήσεις; 
Πρώτον: Ζώντας σε μια κοινωνία αδικίας με ποιους θα πάει; Με τους αδικητές ή με τους αδικημένους;
Δεύτερο: Αν ο Λαός πέσει στα δεσμά της τυραννίας με ποιους θα συνταχθεί; Με τον τυραγνισμένο ή με τον τύραννο; 
Και Tρίτο και τελευταίο: Αν η Πατρίδα πάει σ΄ εθνική σκλαβιά ποιους θα βοηθήσει; Τους κατακτητές ή τους κατακτημένους; Δηλαδή με τους κιοτήδες θα πάει ή με τα παλικάρια; 
Γνωρίζω τον κατηγορούμενο από έφηβο. Τον γνωρίζω σαν συγγραφέα, και σαν Έλληνα. Και σας δηλώνω κατηγορηματικά: Και στις τρεις ερωτήσεις ο κατηγορούμενος έδωσε αυτές τις απαντήσεις. Δεν είναι ένοχος.
ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Εις ένα από τα υπό κατηγορίαν κείμενά του και συγκεκριμένα εις το υπό τον τίτλον «Οι λύκοι ανεβαίνουν στον ουρανό»…
ΒΑΡΝΑΛΗΣ: Ε;…
ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Ο Συγγραφεύς -δια να σώσει την τρυφεράν Ειρηνούλαν από την βουλιμίαν των αφεντικών της- την παραδίδει εις τας χείρας των εργατών.
ΒΑΡΝΑΛΗΣ: Καλά κάνει.
ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Δε θα μπορούσε , έξαφνα, να την παραδώσει εις χείρας εκείνων οίτινες είναι εντεταλμένοι για την φρούρησιν της τιμής των…
ΒΑΡΝΑΛΗΣ: Ποιονών. Των χωροφυλάκων;
ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Βεβαίως.
ΒΑΡΝΑΛΗΣ: Όχι! Θα την πουλούσαν στο μπουρδέλο.
ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Κύριε Βάρναλη…
ΒΑΡΝΑΛΗΣ: Τη γνώμη μου δε ζητήσατε; Τη γνώμη μου είπα. Ξέρω, εσείς έχετε άλλην γνώμη. Αλλά δεν είσθε σεις ο μάρτυρας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τίποτε άλλο κ. Βάρναλη. Μπορείτε ν΄ αποσυρθείτε.
ΒΑΡΝΑΛΗΣ (δυνατά): Κοιτάξτε μην τύχει και τον αθωώσετε «λόγω αμφιβολιών»! 
Αν οι Νόμοι σας καταδικάζουν αυτές τις αρετές καταδικάστε τον! 
Δεν έχει κανένα ελαφρυντικό. Κανένα! 
Σας το λέω εγώ!
    16/12/17

************
*Η δίκη για τις «Βουρκωμένες μέρες» μια συλλογή κειμένων, που διηγούνται ιστορίες ανθρωπιάς στο πιο απάνθρωπο ιστορικό πλαίσιο, αυτό του δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και του Εμφύλιου που ακολούθησε. 
Ο Μενέλαος Λουντέμης με την γυναίκα του Εμυ και την μοναχοκόρη του Μυρτώ

Τα 14 διηγήματα, με ήρωες ανθρώπους του μόχθου, της πάλης για κοινωνική απελευθέρωση, ανθρώπους καθημερινούς, κυνηγημένους από το παρακράτος, θύματα μιας αχαλίνωτης μισαλλοδοξίας, στέκονται εκεί αντίκρυ μας με μάτια απορημένα σ' ένα ατέλειωτο «γιατί».
 Με αδρό, πλούσιο, παραστατικό λόγο καταγράφει τις ταλαιπωρίες ενός λαού που υφίσταται τη βία μέσα στις φυλακές και τις εξορίες, ενός λαού όμως αλύγιστου, περήφανου, που ψάχνει για φως και ελπίδα. 
Το βιβλίο όμως εκρίθη από την Ασφάλεια «αντεθνικό και επαναστατικό». 
Στη δίκη που έγινε την Τρίτη, 13 Μαρτίου του 1956, με τον εμφυλιοπολεμικό νόμο 509/47, η Εισαγγελία είχε προσάψει στον Μενέλαο Λουντέμη την κατηγορία ότι είναι έργο υπονομευτικό και αντεθνικό και ότι η δημοσίευσή του αποτελεί προπαρασκευαστική πράξη εσχάτης προδοσίας.
 Ο Λουντέμης μαζί με τους τρεις συγκατηγορούμενούς του (Ν. Αμπατιέλο, Γ. Χριστοδουλάκη, Ι. Γαμβιέλο) είχαν μεταχθεί στην Αθήνα από τον Αη-Στράτη, όπου βρίσκονταν εκτοπισμένοι, για να δικαστούν.

Αφού διαβάστηκε το κατηγορητήριο ερωτώμενος από τον πρόεδρο περί της ενοχής του απαντά:
 «Ναι, είμαι ένοχος. Οχι όμως γι' αυτά που έγραψα, αλλά γι' αυτά που δεν έγραψα και ακριβώς γιατί δεν τα έγραψα. 
Κατηγορούμαι ότι έγραψα για τους απλούς ανθρώπους, για τους ανθρώπους του μόχθου, για τους φτωχούς. Μα για ποιους έπρεπε να γράψω;
 Εγώ αυτούς γνώρισα, αυτούς αγάπησα, μαζί τους μοιράστηκα και τις χαρές και τις πίκρες μου. Δίπλα τους γεύτηκα κι εγώ την πίκρα της εκμετάλλευσης και της κοινωνικής αδικίας και ήταν οι μόνοι που μου συμπαραστάθηκαν. 
Γι' αυτό και αισθάνομαι φταίχτης που δεν έγραψα όσα έπρεπε να γράψω γι' αυτούς».

Για τον Μενέλαο Λουντέμη
Δες περισσότερα Εδώ 

Για τον αειμακάριστο 
ποιητή - οδηγητή
ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ
Εδώ