ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2024

#ΣΤΟ_ΤΖΑΝΤΕ_ΕΧΟΥΜΕ_ΕΚΘΕΣΗ: ΣΤΗ "ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ"






























-Τρέχα Μπάμπαινα να σου πω μία νοβιτά!
-Τί εστάθηκε πάλε; Ωφου του τί εχω ν' ακούσω η καψερή!
-Μη κάνεις έτσι ωρή, δεν ειναι και του πεθαματού. Εκείνη η “κοπεεέλααα” (χαλάει τα μούτρα τση) του Θοδωρίτση, κάνει πάλε εξιμπισιόνε
-Τί είναι ευτούνο ευτού ωρή, κολλητικό;
-Ωσκε πανάθεμά σε! Εξιμπινσιόνε, δεν το νογάς
-Ήπρεπε;
-Ναι ωρή, τόμου έχει κι άλλες καμωμένες
-Εξιμπισιόνες;;;
-Αμήήή!!!Μία με πέτρες, μία με πιντούρες, μία και και με τα δυο μαζί και στη Χώρα και στην Πρωτεύουσα. Περνιέται για εικαστικός στα τελευταίααα, αρτίστα παναπεί. Επήε κι έβαψε τα μαλλιά τσης και τα έκαμε μαρασκινί, κάτι αναμεταξύς ράπανο και κοκκινογούλι. Βέρο αρτίστικο, παναπεί, το πεθερίστικο λέει, τέλεψε!
-Ωρή, εσενσάρισες; Δε μου ξηγάς κάνε, τι είναι ευτούνες ευτού οι εξιμπισιόνες;
-Εκειά εκεί που τα κρεμάνε…
-Σφαχτά είναι και τα κρεμάει στα τσιγκέλια; και ποία τα βότσαλα και ποία οι πιντούρες;
-Μπα που να σο ΄ρθει πλούτη! Τι σφαχτά και τσιγκέλια μου τσαμπουνάς, να δεις πως το λένε ελληνικά… Παραλοϊσα κι εγω με τούτους τσου ξένους τόσους μήνους το χρόνο και ξέχασα να μιλώ αθρωπινά. Ααα να μωρέ το ματαθυμήθηκα, ΕΚΘΕΣΗ!
-Ααα Μόστρα, παναπεί. Και τι θα μοστράρει, το προικιό τσης; ;
-Ποίο προικιό, το φαωμένο; Με έκαμες κι εγέλασα! Αμή ώρα είναι να την ξαναπαντρέψουμε. Δε σου είπα πως λογιάζεται για αρτίστα; Έκθεση, Έκθεση με πέτρες
-Τί πέτρες; απο το νταμάρι;
-Οχι γιαμά, τσι μαώνει στη θάλασσα και τσι κάνει κουάδρα
-Κουάδρα; και στέκουντε οι πέτρες;
-Τσι κολλάει χριστιανή, δε κάνει και θάματα
-Ααα ευτούνο είναι ούλο κι ούλο το μυστικό; μα ευτουνη ψυχη μου κάθε τρεις και λίγο είναι σε μία έκθεση. Ηταν να μη πάρει το κομπί τση αέρα
Αμή πού θα τηνε κάμει;
-Στο Φόρο, στο απάνου Καζίνο
-Θάχει και χορό;
-Αντακάπου! Πού να χει χορό, Καρναβάλια έχουμε;
-Τόμου μου πες Καζίνο! Πού να ξέρω η καψερή έδωπα πού κάθουμαι και μαθαίνω καμία νοβιτά οτι κάνει και εξιμπισιόνες το Καζίνο! Αμή δε σε ρώτησα, πότε θα τηνε καμει;
-7 του μηνού μεχρι του Σταυρού κάθε απόγιομα, απογιοματόβραδο!
-Και τί θα πας κι εσύ;
-Γιατί να μη πάω; Λίμπερα θάναι, όγοιος θελει πηαίνει
-Ε κυράδες να δούνε τα μάτια σου που θα μαωχτούνε!!!Tήραξε να ραφτείς ωρή κουμπάρα, μη σε πιάσουνε στο στόμα τσους οτι είσαι τέλεια χωριάτισσα
-Άλλη όρεξη δεν είχα! Ενα τσίτι που έχω αφόριο και α τση αρέσει! Δε φτάνει που θα τση κάμω πόληψη, θα με ξομπλιάσουνε κι απο πάνου!
-Άμε και πολλά τα είπαμε, θα σ’ ασπετάρω να μου τα πεις με το νι και με το σίγμα
-Senz’ altro!
-------------------------------------------------------------------------
Και για όποιον δεν καλοκατάλαβε τα ελληνικά μου , ΤΟ ΑΛΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ, σήμερο 8 παναπεί,
 ΕΧΟΥΜΕ ΕΚΘΕΣΗ!!!
Θα σας περιμένω senz altro

Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

"ΣΩΠΑΤΕ ΚΥΡΓΙΟΙ ΤΟ ΛΟΙΠΌ ΤΗΝ ΟΜΙΛΊΑ ΝΑ ΠΟΎΜΕ"

 ΚΆΠΟΤΕ ΣΤΗ ΖΆΚΥΝΘΟ.


"ΣΩΠΑΤΕ ΚΥΡΓΙΟΙ ΤΟ ΛΟΙΠΌ
ΤΗΝ ΟΜΙΛΊΑ ΝΑ ΠΟΎΜΕ. "

"Ομιλία ",είδος λαϊκού θεατρικού έργου που ανθεί στη Ζάκυνθο .
Ο λαϊκός δημιουργός, ανώνυμος τις περισσότερες φορές, συνθέτει έμμετρο θεατρικό έργο, στο Ζακυνθινό γλωσσικό ιδίωμα.
Το περιεχόμενο των έργων ποικίλο.
Κυρίως διακωμωδεί καταστάσεις της τοπικής κοινωνίας, σατιρίζει
συμπεριφορές και πρόσωπα, όμως κάποιες φορές αντλεί τη
θεματογραφία του από τα ιπποτικά μυθιστορήματα και το κρητικό θέατρο .
Άλλωστε είναι γνωστή η στενή σχέση της Ζακύνθου με την Μεγαλονησο,
ήδη από τα τέλη του 15ου αιώνα.
Σ αυτό το ιδιαίτερο θεατρικό είδος, παίζουν μόνο άντρες, οι οποίοι
υποδύονται και τους γυναικείους ρόλους, μεταμφιεσμένοι.
Πολλοί ασχολήθηκαν με την προέλευση της Ζακυνθινής ομιλίας.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι προέρχεται
από τα θρησκευτικά δράματα του Μεσαίωνα , ενώ μερικοί ανάγουν την καταγωγή της στα διονυσιακό δρώμενα της Αρχαίας Ελλάδας .
Υποστηρίζουν μάλιστα ότι οι τελετές προς τιμή του Διονύσου, που πραγματοποιούνταν κατά την διάρκεια των Μεγάλων και Μικρών Διονύσιων,
πέρασαν στη Δύση και αυτή τα προσέφερε ως αντίδωρο, με την μορφή
των θρησκευτικών δραμάτων από τα οποία επηρεάστηκαν και οι Ζακυνθινες
ομιλίες.
Αυτές λοιπόν οι "ομιλίες" παίζονται κυρίως την περίοδο του Καρναβαλιού,
όμως προετοιμάζονται σχεδόν όλο το χρόνο.
Έπρεπε να βρεθεί το έργο, ή να γραφεί νέο .
Κάποιος έμπειρος, αυτοδίδακτος, αναλάμβανε τη διανομή των ρόλων,
τη διδασκαλία, τα κουστούμια κλπ.
Τα παλιά καφενεία μετατρέπονταν, σε θεατρικά εργαστήρια.
Άνθρωποι του μεροκάματου, του μόχθου, άφηναν κατά μέρος τις στεναχώριες και
τα προβλήματα και έδιναν σάρκα και οστά σε βασιλιάδες και ιππότες, σε αρχοντοπουλες και κυράδες, σε σέμπρους και αφεντάδες.

Μα η ψυχή της Ζακυνθινής ομιλίας πάντοτε ήταν και είναι ο κωμικός ήρωας.
Εκείνος που αναλάμβανε το δυσκολότερο ρόλο. Να διακωμωδήσει καταστάσεις,
να σατιρίσει πρόσωπα, να δώσει και να φέρει γέλιο.
Κουρελής, ο αριστοφανικός αυτός τύπος, πάντα ετυμόλογος, άνοιγε συχνά διάλογο
με το πλήθος, που συμμετείχε κραυγάζοντας, άλλοτε επευφημώντας και άλλοτε δείχνοντας τη δυσαρέσκειά του .

Από την εποχή του Μοντζελέζε, το 1646, και τους μετέπειτα Γουζέλη, Μάτεση,
Νεούση , μέχρι τον Ζούγρα και τον Ριχάρδο τον Καραμαλίκη, στα έργα τους,
πάντα ο κωμικός έκλεβε την παράσταση.

Ο γέρο-διάβολος, "Στα έργα του Σατανά " του Ρίκου Καραμαλίκη αποδόθηκε
τόσο εντυπωσιακά απο τον Αγγελή τον Τσαγκαρόπουλο, τον επονομαζόμενο Κονίδη, που εμείς τα παιδιά τον....φοβόμαστε για αρκετά χρόνια.

Ποιός στα αλήθεια μπορεί να ξεχάσει , ένα άλλο μεγάλο λαϊκό κωμικό,
τον Τάση το Ρίτσο-Καψάσκη, (και αυτός από τον Πισινόντα, όπως και οι προηγούμενοι),που έκανε τον Ντάριο Φο να παραμιλάει, όταν την δεκαετία του 70, πραγματοποιείτο στη Ζάκυνθο η Συνάντηση Μεσαιωνικού και Λαϊκού Θεάτρου.
Ο Τάσης ο Ρίτσος υποδυόταν αριστοτεχνικά τον ταλαίπωρο, αδικημένο
και κακότυχο ανθρωπάκο.
Δεν ήταν μόνο ο λόγος του αλλά κυρίως οι κινήσεις του σώματος και οι μοναδικές εκφράσεις του προσώπου του.
Ρακένδυτος, πηγαινοερχόταν στη σκηνή διηγούμενος τα παθήματα του.
Χρεωμένος στους αφεντάδες και στους
τοκογλύφους βλέπει να χάνει τη λιγοστή περουσία του.
Όλοι τον πιέζουν να παντρευτεί την πλούσια αλλά κακάσχημη νύφη.
Προξενητάδες ,ο παπάς και οι επίτροποι της εκκλησίας.
Στην απελπισία του δέχεται.
Έβγαινε λοιπόν στη σκηνή και απευθυνόμενος στον κόσμο έλεγε:
"Οι επιτρόποι τόπανε
ο Στράτης, ο Θανάσης,
ο Πέτρος, ο Θεμιστοκλής,
ο Παύλος κι ο Αναστα'σης.
Γι αυτό κι εγώ αποφασισα
να κάμω την παντρεία,
για να γλυτώσω το ληνό
και την περιουσία."
Και περίλυπος έφευγε από την σκηνή, ακολουθούμενος από την κουτσή,
κουφή και άσχημη νύφη.
Μα πριν χαθεί από τα μάτια του θεατή, έκανε μια απότομη χορευτική στροφή
και στρέφοντας το χέρι του προς τον αφέντη-τοκογλύφο συμπλήρωνε:
"- 'Ορσε , σγομπέ και αλλοίθωρε,
που γράφεις το χαρτί σου,
θα ρθει η βολά ,που θα το φας
το ξύλο στο πετσί σου.!!!"
Για να εισπράξει βέβαια το δυνατό χειροκρότημα του κόσμου, που ένοιωθε
ότι αργά ή γρήγορα θα έρθει η δικαίωση και για τα δικά του δεινά.

Μα από το άγρυπνο μάτι του λαϊκού δημιουργού δεν ξέφευγαν
και οι δυσάρεστες ή ευχάριστες καταστάσεις που απασχολούσαν
την μικρή τοπική κοινωνία.
Δίνονταν δε με ιδιαίτερο τρόπο, σατιρίζοντας, χωρίς όμως να προσβάλλουν.
Και πάλι στο δύσκολο ρόλο ο κωμικός.

Για...μνημειώδεις καυγάδες...
"Μπα-μπουμ, στο Ξεροκακάστελλο
η Εβραϊκή Πρεσβεία.
Και από το ξύλο το πολύ
στου Ρέκουλα το σπίτι,
στου Μουτζουκλή το μαγαζί
ετρέμανε οι τοίχοι. "

Σάτιρα λοιπόν απο τις ομιλίες, αλλά από τη...σάτιρα δεν γλύτωνε ούτε η ίδια η "ομιλία "και οι πρωταγωνιστές της.
Ακολουθούσε μια έμμετρη κριτική, στα καφενεία και στα σπίτια, στο πνεύμα του γέλιου και του πειράγματος.
"-Η Κυρία των Τιμών
μας τα είπε με θυμό.
Και η νύφη ήταν καλή,
τριαντάφυλλο στο στόμα
και κυπαρισσένιο σώμα.
Ο αμίλητος στρατιώτης
έλαχε του Παναγιώτη.
Το σπαθί του στον αέρα
σκιάζει ου'λους πέρα ώς πέρα. "

Στο γειτονικό Μουζάκι άφησε εποχή
ένας μεγαλος κωμικός, ο Μίμης ο Ντακουράς.
Ο Μίμης ήταν ένας απλός βιοπαλαιστής.
Κάθε μέρα έπαιρνε παραμάσχαλα ένα μεγάλο μπόγο, βαντάκα, στο Ζακυνθινό
ιδίωμα, με ρούχα, είδη προικός, και περνούσε από τις γειτονιές,
πουλώντας την πραμάτεια του.
Μα σαν φτάνανε τα καρναβάλια, δεν ξέχναγε να ειδοποιήσει τις νοικοκυρές.
-Κουμπάρα μην ξεχάσετε να ρθετε
στην "ομιλία "μου.
Γιατί ο Ντακουράς έγραφε και έπαιζε τις ομιλίες του, στον κωμικό ρόλο πάντα.
Πράγματι έφθανε η Κυριακή τηςΑποκριάς και όλοι προετοιμαζονταν για την "ομιλία".
Ανάμεσα τους κι εγώ.
Ηταν η πρώτη φορά, εκείνη τη χρονιά, που θα την παρακολουθούσα.
Από το πρωί όλα είχαν πάρει μια γιορταστική νότα .
Κατά τις δέκα έκαμε την εμφάνιση του στους δρόμους ο Βασιλιάς της ομιλίας με την συνοδεία του.
Μπροστά πήγαινε ο ντελάλης , ενώ εκείνος ακολουθούσε,
πάνω στο άσπρο του άλογο, περιστοιχισμένος από τους ιππότες του.
Και ο ντελάλης διαλαλούσε:
"- Ακούσατε.,ακούσατε
στην "ομιλία " να ρθείτε,
εις το Μουζάκι, το χωριό,
να ευχαριστηθείτε ".

Το απόγευμα, το πλάτωμα του Αγίου Νικολάου ήταν κατάμεστο.
Ένα πολύχρωμο πλήθος από όλη τη Ζάκυνθο.
Η μητέρα με την πιεν ντε πουλ καμπαρντίνα της και την ασορτί ομπρέλα,
μην καλού-κακού βρέξει, πάσχιζε να με βάλει σε θέση, που να μπορώ να βλέπω προς το υπερυψωμένο πάλκο.
Πράγματι στη Ζάκυνθο επεκράτησε , στα νεώτερα χρόνια, οι ομιλίες
να παίζονται σε πάλκα , στολισμένα με μυρτιές και λουλούδια εποχής.

Η αυλαία (και αυτό νεωτερικό στοιχείο), άνοιξε και ξεπρόβαλε ο Ντακουράς,
σέρνοντας μια παρόμοια "βαντάκα", με εκείνη της δουλειάς του.
Τον ακολουθούσε μια μεγαλόσωμη γυναίκα και εκείνος απευθυνόμενος
στην Κυρά του, που καθόταν στη μέση του μεγάλου σαλονιού έλεγε;
" -Τα συχαρήκια μου Κυρά,
η αδερφή σου ενταύθα,
βαστάει και στα χέρια της,
Νααα μία βαντα'κα.."
Κάνοντας μια ανάλογη χειρονομία.
Γέλια, φωνές, "ούρα "..

Έτσι κύλαγε το έργο, όταν σε μια στιγμή, που βρισκόταν στη σκηνή, γύρισε προς τον κόσμο λέγοντάς:
"-Τρέξετε, τρέξτε χωριανοί,
μια γίδα κρεμασμένη,
την βλέπω να φουρκίζεται,
σώστε τη, την καημένη. "
Ξανά γέλια .!!!
Όλοι πίστευαν ότι πρόκειται για κάποια ατάκα του έργου.
Μα ο καημένος ο Μίμης, που από το υπερυψωμένο πάλκο
έβλεπε το ζωντανό να κινδυνεύει να πνιγεί στο γειτονικό χωράφι ,
χωρίς να χάσει τη ρίμα του, ξανάπε ,κουνώντας απεγνωσμένα τα χέρια του:
"- Αλήθεια λέω χωριανοί
τη χάνουμε τη γίδα,
τρέξτε να την προκάμετε,
φουρκίζεται ,την είδα. "

Τελικά κάποιοι έστρεψαν το βλέμμα τους στην κατεύθυνση, που έδειχνε ο Μίμης,
έτρεξαν και έσωσαν το ζωντανό.
Κι όλα κύλησαν ομαλά, ανάμεσα στα γέλια, τα πειράγματα
και σε μια φύση βουκολική, αντάξια της πανάρχαιας παράδοσης μας.
Δεν σας κρύβω δε, ότι κάθε φορά που δίδασκα τη γέννηση του αρχαίου
δράματος, συνειρμικά γύριζα πάντα σ αυτό το επεισόδιο της πρώιμης
παιδικής μου ηλικίας.
Και ο συχωρεμένος ο Ντακουράς, έπαιρνε το ρόλο του πρώτου
ηθοποιού, που εξ αμάξης, τά ψαλλε σ όλους και για όλα και απαντούσε
στον καθένα.
Κάπως έτσι γεννήθηκε το δράμα και το θέατρο.
Γιατί αυτό είναι το θέατρο.!!
Ενα λαϊκό δημιούργημα ,που σε μια κορυφαία στιγμή, έμελλε να αλλάξει τη σκέψη της ανθρωπότητας.
Μια αόρατη λοιπόν κλωστή ενώνει εκείνον τον πρώτο λαϊκό ηθοποιό
με τον Τάση, τον Μίμη και τόσους άλλους, στις "ομιλίες " μας.

Ένα αόρατο νήμα, το νήμα της Φυλής μας.!!!!

Η ανάρτηση αυτή αφιερώνεται σ όλους τους ανώνυμους λαϊκούς δημιουργούς των ομιλιών και στους ηθοποιούς, που διαχρονικά τις ερμήνευσαν.

Επιπλέον στον πατέρα μου, Φώτη Λουντζη, που απομνημόνευε
πολλές ομιλίες και τις διατήρησε στην μνήμη μας.

Τα αποσπάσματα, προέρχονται από ομιλίες των χωριών Παντοκράτορα
και Μουζακιου, γραμμένες απο το τέλος του 19ου αιώνα
έως και τη δεκαετία του 70.

Το αλιεύσαμε από εδώ:
    Cristina Lunzi 
Δες τη Θεατρική Ομιλία «Ο ΚΟΥΡΙΟΖΟΣ» απ' τη #Ομάδα_Λαϊκού_Θεάτρου_Λιθακιάς_Κώστας_Σκαντάλης»
που την παρουσίασε το Σάββατο 16 Μαρτίου τση 15:00 ( 3:00) στο προαύλιο του Πολιτιστικού Κέντρου Λιθακιάς. Ερασιτεχνική Λήψη απ το κανάλι μας VivaLaRevolucion


Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2020

Ένας Γέροντας Μέρμηγκας Αφηγείται την Ζωή του...


Την γειτονιά των μερμηγκιών , ίσως να μην την γνωρίζετε , ίσως πάλι να σας είναι αδιάφορη.
Δεν σας το κρύβω ότι όταν πληροφορήθηκα ότι υπάρχει πήγα και την επισκέφθηκα. Βρισκότανε σε μια ήρεμη περιοχή που το περιβάλλον της μου θύμισε νοσοκομείο και μάλιστα θάλαμο ασθενών την στιγμή που πλησιάζει το τέλος και επικρατεί μια ιδιαίτερη ηρεμία και γαλήνη. 
Η γειτονιά των μερμηγκιών δεν διαθέτει πολίτες αλλά μόνο υπηκόους οι οποίοι εργάζονται νύκτα μέρα χωρίς διακοπή για την συσσώρευση κεφαλαίου και για να έχουν ασφάλεια. 
Επίσης δεν υπάρχει το δικαίωμα της αντίρρησης και οι υπήκοοι δεν δικαιούνται να έχουν άλλη άποψη για τίποτα και όλοι ακολουθούν το ίδιο πρόγραμμα . 
Γενιές και γενιές ακολουθούν το ίδιο πρόγραμμα χωρίς ποτέ να σκεφτούν κάτι διαφορετικό , να διατυπώσουν κάτι το διαφορετικό , να αρνηθούν , να φύγουν , να αλλάξουν τρόπο ζωής . 
Χρόνια τώρα πιστά στρατιωτάκια υπάκουα από την ανατολή του ηλίου μέχρι την δύση του φορτώνονται και κουβαλούν χωρίς σταματημό και συσσωρεύουν για να υπάρχει ασφάλεια . 
Όταν γίνει πόλεμος με σκοπό να τους πάρουν αυτά που συγκεντρώσανε τότε πάνε στον πόλεμο να πολεμήσουν και να πεθάνουν υπερασπιζόμενοι την ασφάλεια και την ακεραιότητα του κεφαλαίου . 
Χάνεται η ζωή τους μέσα από την ομοιομορφία , την επανάληψη και τον πόλεμο και φεύγει για πάντα . 
Καθώς σεργιανούσα στην γειτονιά των μερμηγκιών συνάντησα ένα πολύ τυχερό γέρο μέρμηγκα και τον ρώτησα να μου μιλήσει για την γειτονιά των μερμηγκιών . 
Ο γέρος μέρμηγκας με κοίταξε στα μάτια και κούνησε το κεφάλι του και άρχισε να μου μιλά
Είμαι από τους λίγους και πολύ τυχερούς που κατάφερα να γεράσω και δεν δουλεύω πιά γιατί έχω χάσει δυο από τα πόδια μου και είμαι άχρηστος πλέον . 
Έφυγε η ζωή μου στο να κουβαλώ , να φορτώνομαι και να κοιμάμαι για να είμαι έτοιμος για την επόμενη μέρα . 
Μια ζωή σπίτι ,δουλειά , σπίτι , ύπνος και πάλι από την αρχή και τα χρόνια περάσανε σαν νερό μέσα από τα χέρια μου . 
Θυμάμαι πριν πολλά χρόνια , ήμουν πολύ νέος τότε που επισκέφθηκε την γειτονιά μας ένας μέρμηγκας ποιητής , μας μίλαγε για την ζωή που μας φεύγει μέσα από τα χέρια μας , μας μίλαγε για διάφορα θέματα της γειτονιάς μας , μας διάβαζε ποιήματα , μας περιέγραφε την ζωή που υπάρχει έξω από την δική μας γειτονιά , για την απομόνωση , για την αλλοτρίωση , μας φώναζε γιατί δεν έχουμε όνειρα , που δεν παλεύουμε για την αλήθεια , δεν ερωτευόμαστε , δεν αγαπάμε, δεν ζούμε . 
Ταραχθήκαμε όλοι και αρχίσαμε να φωνάζουμε , να διαμαρτυρόμαστε , και να κραυγάζουμε « τι είναι αυτά που μας λες ,ανατρέπουν την ήσυχη κοινωνία μας , απειλούν τα παιδιά μας , εισαγάγουν κενά δαιμόνια , καταστρέφουν την ζωή μας» . Ταραχθήκαμε τόσο πολύ που ορμήσαμε επάνω του και τον δαγκώναμε συνέχεια μέχρι που πέθανε . 
Έτσι ήσυχοι , ήρεμοι επιστρέψαμε στην δουλειά μας με ήσυχη την συνείδηση μας ότι κάναμε το καθήκον μας καθαρίσαμε την γειτονιά μας από τα παράσιτα . 
Περάσανε τα χρόνια και μεγάλωσα και κατάλαβα πόσο δίκαιο είχε εκείνος ο μέρμηγκας ποιητής βλέποντας όλα αυτά που μας έλεγε τότε να συμβαίνουν μετα , αλλά να σου πω τίποτα δεν θα αλλάξει και δεν θα αλλάξει γιατί δεν το θέλουν έχουν βολευτεί στην σιγουριά της δυστυχίας τους . 
Για να αλλάξει κάτι πρέπει να το θέλουνε και αυτοί δεν το θέλουν ικανοποιούνται με το επιφανειακό , το ψεύτικο , την εικόνα χωρίς περιεχόμενο , ζουν με την ψευδαίσθηση , την αυταπάτη , το εύπεπτο , τον φόβο και συναινούν στην επικράτηση της δικτατορίας της ασημαντότητας για να νιώθουν ότι το τίποτα τους το έχουν όλοι το ίδιο και είναι όλοι ομοιόμορφοι το ίδιο , ένα τίποτα . 
Ευχαρίστησα τον σοφό γέροντα μέρμηγκα και πήρα τον δρόμο της επιστροφής αφήνοντας την γειτονιά των μερμηγκιών μέσα στον φόβο , την ανασφάλεια , την επιβίωση , και την συνεχή δουλειά . 
Η γειτονιά των μερμηγκιών είναι μια γειτονιά που τώρα ίσως την αναγνωρίζετε , είναι μια γειτονιά σαν όλες τις άλλες γειτονιές της πόλης σας , της πόλης μας

Dionisios Xenos

YOUTUBE.COM
This is the ninth song from Secret Gardens album Songs From a Secret Garden, from 1995. "Adagio was written in Spain while working on a project in 1988. This...



Παρουσίαση: Viva.La.Revolucion



Την γειτονιά των μερμηγκιών , ίσως να μην την γνωρίζετε , ίσως πάλι να σας είναι αδιάφορη .Δεν σας το κρύβω ότι όταν πληροφορήθηκα ότι υπάρχει πήγα και την επισκέφθηκα . Βρισκότανε σε μια ήρεμη περιοχή που το περιβάλλον της μου θύμισε νοσοκομείο και μάλιστα θάλαμο ασθενών την στιγμή που πλησιάζει το τέλος και επικρατεί μια ιδιαίτερη ηρεμία και γαλήνη . Η γειτονιά των μερμηγκιών δεν διαθέτει πολίτες αλλά μόνο υπηκόους οι οποίοι εργάζονται νύκτα μέρα χωρίς διακοπή για την συσσώρευση κεφαλαίου και για να έχουν ασφάλεια . Επίσης δεν υπάρχει το δικαίωμα της αντίρρησης και οι υπήκοοι δεν δικαιούνται να έχουν άλλη άποψη για τίποτα και όλοι ακολουθούν το ίδιο πρόγραμμα . Γενιές και γενιές ακολουθούν το ίδιο πρόγραμμα χωρίς ποτέ να σκεφτούν κάτι διαφορετικό , να διατυπώσουν κάτι το διαφορετικό , να αρνηθούν , να φύγουν , να αλλάξουν τρόπο ζωής . Χρόνια τώρα πιστά στρατιωτάκια υπάκουα από την ανατολή του ηλίου μέχρι την δύση του φορτώνονται και κουβαλούν χωρίς σταματημό και συσσωρεύουν για να υπάρχει ασφάλεια . Όταν γίνει πόλεμος με σκοπό να τους πάρουν αυτά που συγκεντρώσανε τότε πάνε στον πόλεμο να πολεμήσουν και να πεθάνουν υπερασπιζόμενοι την ασφάλεια και την ακεραιότητα του κεφαλαίου . Χάνεται η ζωή τους μέσα από την ομοιομορφία , την επανάληψη και τον πόλεμο και φεύγει για πάντα . Καθώς σεργιανούσα στην γειτονιά των μερμηγκιών συνάντησα ένα πολύ τυχερό γέρο μέρμηγκα και τον ρώτησα να μου μιλήσει για την γειτονιά των μερμηγκιών . Ο γέρος μέρμηγκας με κοίταξε στα μάτια και κούνησε το κεφάλι του και άρχισε να μου μιλά . Είμαι από τους λίγους και πολύ τυχερούς που κατάφερα να γεράσω και δεν δουλεύω πιά γιατί έχω χάσει δυο από τα πόδια μου και είμαι άχρηστος πλέον . Έφυγε η ζωή μου στο να κουβαλώ , να φορτώνομαι και να κοιμάμαι για να είμαι έτοιμος για την επόμενη μέρα . Μια ζωή σπίτι ,δουλειά , σπίτι , ύπνος και πάλι από την αρχή και τα χρόνια περάσανε σαν νερό μέσα από τα χέρια μου . Θυμάμαι πριν πολλά χρόνια , ήμουν πολύ νέος τότε που επισκέφθηκε την γειτονιά μας ένας μέρμηγκας ποιητής , μας μίλαγε για την ζωή που μας φεύγει μέσα από τα χέρια μας , μας μίλαγε για διάφορα θέματα της γειτονιάς μας , μας διάβαζε ποιήματα , μας περιέγραφε την ζωή που υπάρχει έξω από την δική μας γειτονιά , για την απομόνωση , για την αλλοτρίωση , μας φώναζε γιατί δεν έχουμε όνειρα , που δεν παλεύουμε για την αλήθεια , δεν ερωτευόμαστε , δεν αγαπάμε, δεν ζούμε . Ταραχθήκαμε όλοι και αρχίσαμε να φωνάζουμε , να διαμαρτυρόμαστε , και να κραυγάζουμε « τι είναι αυτά που μας λες ,ανατρέπουν την ήσυχη κοινωνία μας , απειλούν τα παιδιά μας , εισαγάγουν κενά δαιμόνια , καταστρέφουν την ζωή μας» . Ταραχθήκαμε τόσο πολύ που ορμήσαμε επάνω του και τον δαγκώναμε συνέχεια μέχρι που πέθανε . Έτσι ήσυχοι , ήρεμοι επιστρέψαμε στην δουλειά μας με ήσυχη την συνείδηση μας ότι κάναμε το καθήκον μας καθαρίσαμε την γειτονιά μας από τα παράσιτα . Περάσανε τα χρόνια και μεγάλωσα και κατάλαβα πόσο δίκαιο είχε εκείνος ο μέρμηγκας ποιητής βλέποντας όλα αυτά που μας έλεγε τότε να συμβαίνουν μετα , αλλά να σου πω τίποτα δεν θα αλλάξει και δεν θα αλλάξει γιατί δεν το θέλουν έχουν βολευτεί στην σιγουριά της δυστυχίας τους . Για να αλλάξει κάτι πρέπει να το θέλουνε και αυτοί δεν το θέλουν ικανοποιούνται με το επιφανειακό , το ψεύτικο , την εικόνα χωρίς περιεχόμενο , ζουν με την ψευδαίσθηση , την αυταπάτη , το εύπεπτο , τον φόβο και συναινούν στην επικράτηση της δικτατορίας της ασημαντότητας για να νιώθουν ότι το τίποτα τους το έχουν όλοι το ίδιο και είναι όλοι ομοιόμορφοι το ίδιο , ένα τίποτα . Ευχαρίστησα τον σοφό γέροντα μέρμηγκα και πήρα τον δρόμο της επιστροφής αφήνοντας την γειτονιά των μερμηγκιών μέσα στον φόβο , την ανασφάλεια , την επιβίωση , και την συνεχή δουλειά . Η γειτονιά των μερμηγκιών είναι μια γειτονιά που τώρα ίσως την αναγνωρίζετε , είναι μια γειτονιά σαν όλες τις άλλες γειτονιές της πόλης σας , της πόλης μας



This is the ninth song from Secret Gardens album Songs From a Secret Garden, from 1995. "Adagio was written in Spain while working on a project in 1988. This...