Το άρθρο του διάσημου φυσικού για την κρίση και το σοσιαλισμό
«Ο καπιταλισμός, ιδού η πηγή του κακού», είναι ο τίτλος άρθρου του Άλμπερτ Αϊνστάιν που έγραψε το 1949 για το αμερικάνικο περιοδικό «Monthly Review» και αναδημοσιεύει η κομουνιστική εφημερίδα Ουμανιτέ.
Στον πρόλογό του, και πριν αναπτύξει τις θέσεις του, ο μέγας επιστήμονας απαντά στο ερώτημα: «Είναι σωστό για ένα άτομο που δεν έχει εμπειρία (προσανατολισμό) σε οικονομικά και κοινωνικά θέματα να εκφράζει απόψεις για το σοσιαλισμό; Για πολλαπλούς λόγους πιστεύω πως ναι», υπογραμμίζει.
«Έχω σήμερα φθάσει στο σημείο» συνεχίζει, «όπου μπορώ να αναφέρω επιγραμματικά, ποια είναι κατά την άποψή μου η ουσιαστική αιτία της κρίσης της εποχής μας. Πρόκειται για τη σχέση ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία.
Το άτομο έχει συνειδητοποιήσει όσο ποτέ άλλοτε, την εξάρτησή του από την κοινωνία. Δεν νοιώθει όμως την εξάρτηση αυτή σαν ένα θετικό καλό, σαν έναν οργανικό δεσμό, σαν μια προστατευτική δύναμη, αλλά μάλλον σαν μια απειλή για τα φυσικά του δικαιώματα, ή ακόμα για την οικονομική του ύπαρξη».
Παρατηρώντας την κοινωνική συμπεριφορά των συνανθρώπων του, ο Αϊνστάιν εκτιμά ότι «η κοινωνική θέση του ατόμου είναι τέτοια, που οι εγωιστικές τάσεις της ύπαρξής του βρίσκονται σε διαρκή προβολή, ενώ οι κοινωνικές τάσεις, που από τη φύση τους είναι ασθενέστερες, επιδεινώνονται σταδιακά.
Όλα τα ανθρώπινα όντα, ανεξάρτητα από τη θέση τους στην κοινωνία, υποφέρουν από αυτή τη διαδικασία της φθοράς.
Δέσμιοι, χωρίς να το γνωρίζουν, του δικού τους εγωισμού, νοιώθουν ανασφαλείς, απομονωμένοι και στερημένοι, από την αγαθή, απλή και γνήσια χαρά της ζωής», λέει ο Αϊνστάιν και προσθέτει:
«Ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρει ένα νόημα στη ζωή, που είναι σύντομη και επικίνδυνη, παρά αφιερώνοντας τον εαυτόν του στην κοινωνία.
Η οικονομική αναρχία της καπιταλιστικής κοινωνίας, όπως είναι σήμερα, αποτελεί κατά τη γνώμη μου, την πραγματική πηγή του κακού», καταλήγει.
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν περιγράφει στη συνέχεια το τρόπο λειτουργίας μιας κοινωνίας όπου τα μέσα παραγωγής και επομένως η παραγωγική ικανότητα δημιουργίας καταναλωτικών αλλά και κεφαλαιακών αγαθών, ανήκουν νομίμως στην ιδιωτική ιδιοκτησία.
Μιλά για την ανισότιμη σχέση ανάμεσα σε εργαζόμενο και εργοδότη καπιταλιστή, τις «ελεύθερες συμβάσεις εργασίας» που υπογράφονται όχι με βάση την αξία των προϊόντων που ο εργαζόμενος παράγει, αλλά με βάση το ελάχιστο των αναγκών του (εργαζόμενου),
αλλά και σε σχέση με τον αριθμό των εργαζόμενων που έχει ανάγκη ο καπιταλιστής αλλά και τον αριθμό των ανέργων που αναζητούν εργασία.
«Στρατιές ανέργων»
Η επικρατούσα κατάσταση σε μια οικονομία που βασίζεται στην ιδιωτική ιδιοκτησία του κεφαλαίου, χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι «η παραγωγή γίνεται με στόχο το κέρδος κι όχι τη χρησιμότητα», τονίζει ο Αϊνστάιν και προσθέτει:
«Δεν υπάρχει τρόπος να προβλεφθεί εάν όλοι αυτοί, που είναι ικανοί και επιθυμούν να εργασθούν, θα μπορέσουν πάντα να βρουν μια απασχόληση. Έχουμε ήδη μια στρατιά από ανέργους. Ο εργάτης είναι μονίμως μέσα στο φόβο να χάσει την εργασία του. (...)
Το κεντρί του κέρδους, σε συνδυασμό με τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους καπιταλιστές ευθύνονται για την αστάθεια σε ό,τι αφορά στη συσσώρευση και τη χρήση του κεφαλαίου που οδηγεί σε οικονομικές υφέσεις όλο και πιο σοβαρές. Ο απεριόριστος ανταγωνισμός οδηγεί σε μια τεράστια σπάταλη εργασίας, αλλά και ακρωτηριασμό της κοινωνικής συνείδησης (των καπιταλιστών). Θεωρώ ότι αυτός ο ακρωτηριασμός είναι το χειρότερο κακό του καπιταλισμού. Ολόκληρο το εκπαιδευτικό μας σύστημα υποφέρει απ’ αυτό το κακό. Την έννοια της υπερβολικής ανταγωνιστικότητας έχει ενστερνισθεί ο φοιτητής, που έχει εκπαιδευθεί να λατρεύει την επιτυχία “του έχω” (ιδιοκτησίας) ως προετοιμασία της μελλοντικής του σταδιοδρομίας».
Για την απαλλαγή των κοινωνιών από όλα αυτά τα κακά, ο Αϊνστάιν είναι πεπεισμένος ότι «δεν υπάρχει παρά ένα μόνο μέσο, και αυτό είναι, η θέσπιση μιας σοσιαλιστικής οικονομίας, η οποία να συνοδεύεται από ένα εκπαιδευτικό σύστημα προσανατολισμένο σε κοινωνικούς στόχους».
Σε μια τέτοια οικονομία εξηγεί, «τα μέσα παραγωγής θα ανήκουν στην ίδια την κοινωνία και θα χρησιμοποιούνται βάσει προγραμματισμού (σχεδιασμού).
Μια σχεδιασμένη οικονομία η οποία θα προσαρμόζει την παραγωγή στις ανάγκες της κοινωνίας, θα μοιράζει την εργασία σε όλους αυτούς που είναι ικανοί και θα εξασφαλίζει τα προς το ζην για κάθε άνδρα, γυναίκα, παιδί.
Η παιδεία του ατόμου θα πρέπει να ενισχύει την ανάπτυξη των έμφυτων ικανοτήτων του και να του ενσταλάζει το αίσθημα ευθύνης απέναντι στους συνανθρώπους του, αντί να εξυμνεί την εξουσία και την επιτυχία, όπως ακριβώς γίνεται σήμερα», έγραφε το 1949 ο Α. Αϊστάιν.
Αναγνωρίζει στη συνέχεια «ότι μια σχεδιασμένη οικονομία δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός (...) ο οποίος θα πρέπει να επιλύσει ορισμένα εξαιρετικά δύσκολα κοινωνικό-πολιτικά προβλήματα, όπως:
τον κίνδυνο της πλήρους υποδούλωσης του ατόμου, τον κίνδυνο ενός σκληρού συγκεντρωτισμού της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, καθώς και μια γραφειοκρατία που θα μπορούσε να γίνει παντοδύναμη και αλαζονική».