«Έντιμε άνθρωπε, κυρ-Παντελή…»
Η σκηνή του λιντσαρίσματος στην Ομόνοια είναι ο καθρέφτης του κοινωνικού εκβαρβαρισμού που ζούμε. Είναι ο φασισμός της διπλανής πόρτας, αυτός που κρύβεται πίσω από το προσωπείο του «ήσυχου νοικοκύρη», του καλού οικογενειάρχη, του «κυρ-Παντελή» του 21ου αιώνα που συνεχίζει να ζει βουτηγμένος στις μικροαστικές του αυταπάτες.
Η αυταπάτη του μικροαστού ότι μπορεί κάποτε να γίνει μεγαλοαστός, ότι μπορεί να πλουτίσει μέσα σε ένα σύστημα εξ’ ορισμού άδικο, τον οδηγεί στη θεοποίηση του ατομικού του πλούτου, της όποιας μικρότερης ή μεγαλύτερης ατομικής ιδιοκτησίας. Πάνω σε αυτό το έδαφος αναπτύσσεται ο ατομικισμός, η ιδιοτέλεια, η περιφρόνηση για την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια και η ανύψωση της ιδιοκτησίας σε μέγιστο αγαθό.
Στο «θερμοκήπιο» του καπιταλισμού όπου ευδοκιμούν οι «κυρ-Παντελήδες» είναι διάσπαρτες οι ρίζες του φασισμού. Ο μικροαστός βρίσκει στο φασισμό το αντίδοτο απέναντι σε οτιδήποτε- και οποιονδήποτε- απειλεί τις επίπλαστες αυταπάτες του. Έτσι τρέφεται η απαξίωση και συχνά το μίσος απέναντι στους εργαζόμενους που αγωνίζονται για δικαιώματα, στους απεργούς, στους διαδηλωτές, στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, σε κοινωνικά περιθωριοποιημένες ομάδες ανθρώπων, σε όσους ξεφεύγουν από τα στερεότυπα που έχουν δημιουργηθεί στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κοινωνίας.
«Μια διακήρυξη ενάντια στο φασισμό δεν μπορεί να έχει ίχνος ειλικρίνειας, όταν μένουν ανέπαφες οι κοινωνικές καταστάσεις, που τον παράγουν σαν φυσική αναγκαιότητα. Όποιος δε θέλει να εγκαταλείψει την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, όχι μονάχα δε θ’ απαλλαγεί από το φασισμό, αλλά θα τον χρειάζεται»
– Μπ. Μπρεχτ, Για τον φασισμό και τον πόλεμο.
Ο φασισμός του «κυρ-Παντελή» είναι μακράν ο πιο επικίνδυνος, ο πιο δηλητηριώδης. Κι’ αυτό γιατί καλύπτεται πίσω από το πέπλο της υποκρισίας και της νοικοκυροσύνης. Ο ευσεβής «κυρ-Παντελής» που σταυροκοπιέται το πρωί της Κυριακής στην εκκλησία είναι ο ίδιος που το βράδυ επικροτεί από τον καναπέ του σπιτιού του τον ξυλοδαρμό μετανάστη από νεοναζί χρυσαυγίτες: «Καλά του έκαναν! Να φύγουν να παν στη χώρα τους!» μουρμουρίζει χαιρέκακα. Είναι ο ίδιος «κυρ-Παντελής» που θα παραμείνει άπραγος και απαθής στη θέα ενός άγριου λιντσαρίσματος, ενώ λίγα λεπτά αργότερα θα βγει λαλίστατος στα δελτία ειδήσεων, ως «αυτόπτης μάρτυρας», να περιγράψει με κάθε λεπτομέρεια όσα είδε.
Για να επανέλθουμε όμως στην ουσία: Πηγή του κοινωνικού εκβαρβαρισμού και του μικροαστικού φασισμού δεν είναι άλλη από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Ο εκφασισμός της κοινωνίας γεννιέται και αναπαράγεται από την ανάγκη του καπιταλισμού να διατηρήσει «μαντρωμένα» τα μικροαστικά στρώματα, τους «κυρ-Παντελήδες».
Η αναγωγή της ατομικής ιδιοκτησίας σε απαραβίαστο αγαθό που πρέπει να προστατευτεί με κάθε κόστος πάει χέρι-χέρι με την ανάπτυξη φασιστικών αντιλήψεων. Έτσι ο «κυρ-Παντελής», ο κάθε μικροαστός που ζει και αναπνέει για την κοινωνική-ταξική του αναβάθμιση, γίνεται ο καλύτερος θεματοφύλακας του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος και ταυτόχρονα νεκροθάφτης του μέλλοντος των παιδιών του.
Μέχρι, λοιπόν, να γκρεμιστεί μιας δια παντός, από την οργανωμένη πάλη του εργαζόμενου λαού, το σύστημα που γεννά και αναπαράγει «κυρ-Παντελήδες», σκηνές βαρβαρότητας όπως αυτή στην Ομόνοια θα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ανυπόφορης, θλιβερής καθημερινότητας μιας κοινωνίας σε προχωρημένη σήψη.
Η σκηνή του λιντσαρίσματος στην Ομόνοια είναι ο καθρέφτης του κοινωνικού εκβαρβαρισμού που ζούμε. Είναι ο φασισμός της διπλανής πόρτας, αυτός που κρύβεται πίσω από το προσωπείο του «ήσυχου νοικοκύρη», του καλού οικογενειάρχη, του «κυρ-Παντελή» του 21ου αιώνα που συνεχίζει να ζει βουτηγμένος στις μικροαστικές του αυταπάτες.
Η αυταπάτη του μικροαστού ότι μπορεί κάποτε να γίνει μεγαλοαστός, ότι μπορεί να πλουτίσει μέσα σε ένα σύστημα εξ’ ορισμού άδικο, τον οδηγεί στη θεοποίηση του ατομικού του πλούτου, της όποιας μικρότερης ή μεγαλύτερης ατομικής ιδιοκτησίας. Πάνω σε αυτό το έδαφος αναπτύσσεται ο ατομικισμός, η ιδιοτέλεια, η περιφρόνηση για την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια και η ανύψωση της ιδιοκτησίας σε μέγιστο αγαθό.
Στο «θερμοκήπιο» του καπιταλισμού όπου ευδοκιμούν οι «κυρ-Παντελήδες» είναι διάσπαρτες οι ρίζες του φασισμού. Ο μικροαστός βρίσκει στο φασισμό το αντίδοτο απέναντι σε οτιδήποτε- και οποιονδήποτε- απειλεί τις επίπλαστες αυταπάτες του. Έτσι τρέφεται η απαξίωση και συχνά το μίσος απέναντι στους εργαζόμενους που αγωνίζονται για δικαιώματα, στους απεργούς, στους διαδηλωτές, στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, σε κοινωνικά περιθωριοποιημένες ομάδες ανθρώπων, σε όσους ξεφεύγουν από τα στερεότυπα που έχουν δημιουργηθεί στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κοινωνίας.
«Μια διακήρυξη ενάντια στο φασισμό δεν μπορεί να έχει ίχνος ειλικρίνειας, όταν μένουν ανέπαφες οι κοινωνικές καταστάσεις, που τον παράγουν σαν φυσική αναγκαιότητα. Όποιος δε θέλει να εγκαταλείψει την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, όχι μονάχα δε θ’ απαλλαγεί από το φασισμό, αλλά θα τον χρειάζεται»
– Μπ. Μπρεχτ, Για τον φασισμό και τον πόλεμο.
Ο φασισμός του «κυρ-Παντελή» είναι μακράν ο πιο επικίνδυνος, ο πιο δηλητηριώδης. Κι’ αυτό γιατί καλύπτεται πίσω από το πέπλο της υποκρισίας και της νοικοκυροσύνης. Ο ευσεβής «κυρ-Παντελής» που σταυροκοπιέται το πρωί της Κυριακής στην εκκλησία είναι ο ίδιος που το βράδυ επικροτεί από τον καναπέ του σπιτιού του τον ξυλοδαρμό μετανάστη από νεοναζί χρυσαυγίτες: «Καλά του έκαναν! Να φύγουν να παν στη χώρα τους!» μουρμουρίζει χαιρέκακα. Είναι ο ίδιος «κυρ-Παντελής» που θα παραμείνει άπραγος και απαθής στη θέα ενός άγριου λιντσαρίσματος, ενώ λίγα λεπτά αργότερα θα βγει λαλίστατος στα δελτία ειδήσεων, ως «αυτόπτης μάρτυρας», να περιγράψει με κάθε λεπτομέρεια όσα είδε.
Για να επανέλθουμε όμως στην ουσία: Πηγή του κοινωνικού εκβαρβαρισμού και του μικροαστικού φασισμού δεν είναι άλλη από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Ο εκφασισμός της κοινωνίας γεννιέται και αναπαράγεται από την ανάγκη του καπιταλισμού να διατηρήσει «μαντρωμένα» τα μικροαστικά στρώματα, τους «κυρ-Παντελήδες».
Η αναγωγή της ατομικής ιδιοκτησίας σε απαραβίαστο αγαθό που πρέπει να προστατευτεί με κάθε κόστος πάει χέρι-χέρι με την ανάπτυξη φασιστικών αντιλήψεων. Έτσι ο «κυρ-Παντελής», ο κάθε μικροαστός που ζει και αναπνέει για την κοινωνική-ταξική του αναβάθμιση, γίνεται ο καλύτερος θεματοφύλακας του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος και ταυτόχρονα νεκροθάφτης του μέλλοντος των παιδιών του.
Μέχρι, λοιπόν, να γκρεμιστεί μιας δια παντός, από την οργανωμένη πάλη του εργαζόμενου λαού, το σύστημα που γεννά και αναπαράγει «κυρ-Παντελήδες», σκηνές βαρβαρότητας όπως αυτή στην Ομόνοια θα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ανυπόφορης, θλιβερής καθημερινότητας μιας κοινωνίας σε προχωρημένη σήψη.