ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

Μια Γιατρός με Ανοσοκαταστολή...Ζώντας την Πανδημία στις ΗΠΑ.





Εμβολιασμός χωρίς προστασία. Ζώντας με ανοσοκαταστολή στην πανδημία.

Συγγραφέας: Lindsay Ryan (1)
Απόδοση στην ελληνική: Παναγιώτης Χούπας, ιατρός παθολόγος:

Τα Β-λεμφοκύτταρά μου αγαπούν τις εξωσχολικές δραστηριότητες. Είναι αφοσιωμένοι εργασιομανείς, παθιασμένοι με την αποστολή τους. Έτσι τουλάχιστον σκέφτομαι γι’ αυτά, όταν αισθάνομαι μεγαλόψυχη. Όταν αισθάνομαι κάπως ένοχη επειδή τα μακελεύω με τη ριτουξιμάμπη (2).

Όμως, αυτό το κάνω επειδή τα αυτοαντισώματα που παράγουν με αρρωσταίνουν τόσο πολύ. Και βέβαια, δεν έδινα και τόση σημασία στη σχετική έλλειψη Β-λεμφοκυττάρων, μέχρι που η πανδημία COVID-19 μας χτύπησε με δύναμη.

Όταν δεν εξετάζω ασθενείς στο τμήμα Επειγόντων, βοηθώ στην εκπαίδευση φοιτητών. Οι φοιτητές αυτοί εγγράφουν κόσμο για εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού. Πόρτα-πόρτα. Πρόκειται για ένα πλάνο που σκοπό έχει να αυξήσει την εμβολιαστική κάλυψη στις πολύ σκληρά χτυπημένες γειτονιές της Bay Area (3), στο πλαίσιο «φυλετικής δικαιοσύνης».

Συχνά, χωρίζω τους φοιτητές σε μικρές ομάδες, για ένα παιχνίδι ρόλων, ώστε να εκπαιδευτούν σε συζητήσεις με τα μέλη των διαφόρων κοινοτήτων. Τους λέω ότι η αποτελεσματικότητα των εμβολίων είναι ένα από τα στοιχεία που οι αναποφάσιστοι βρίσκουν πολύ πειστικό.

Εξασκούνται ξανά και ξανά, αποκτούν ικανότητα μετάδοσης των κύριων μηνυμάτων και είμαι υπερήφανη γι’ αυτούς. «Αυτά τα εμβόλια είναι πολύ καλύτερα από εκείνα της γρίπης», λένε. «Είναι σχεδόν απόλυτα αποτελεσματικά στο να προλαμβάνουν τη νοσηλεία στο νοσοκομείο και τον θάνατο».

Αυτά που λένε, ισχύουν για τον περισσότερο κόσμο.

Αλλά όχι για μένα.

Μετά την κυκλοφορία των εμβολίων κατά του SARS-CoV-2, οι φίλοι μου κάνουν πια πεζοπορίες στη Χαβάη και ράφτινγκ στο Γκραντ Κάνυον. Γεύονται ράμεν σε Γιαπωνέζικα εστιατόρια και απολαμβάνουν μοχίτο σε Περουβιανά μπαρ. Κάνουν γνωριμίες μέσω κοινωνικών δικτύων χωρίς δισταγμούς και μαζεύονται σε πάρτυ γενεθλίων.

Εγώ αισθάνομαι ότι η πανδημία μπορεί να μην τελειώσει ποτέ.

Το γνώριζα ότι ο εμβολιασμός ίσως δεν δούλευε σε μένα. Η ριτουξιμάμπη καταστρέφει τη δυνατότητα παραγωγής αντισωμάτων και μειώνει την ανταπόκριση και σε άλλα εμβόλια.
Έχω την τύχη να διαθέτω συνεργάτες που μελετούν τα Τ-λεμφοκύτταρα. Μέτρησαν την ανταπόκριση των Τ-λεμφοκυττάρων μου μετά τον εμβολιασμό μου κατά του κορωνοϊού. Μέτρησαν και τα αντισώματά μου κατά της πρωτεΐνης-ακίδας.

Η ανοσολογική απόκριση του οργανισμού μου στο εμβόλιο ήταν εντελώς … χλιαρή. Τόσο τα αντισώματά μου, όσο και τα Τ-λεμφοκύτταρά μου είναι πολύ λίγα για να προσφέρουν οποιαδήποτε εγγύηση προστασίας.

Αφού έμαθα τα αποτελέσματα, την ακριβώς επόμενη μέρα, έπρεπε να ξαναπάρω ριτουξιμάμπη. Στο κέντρο χορήγησης του φαρμάκου, φορώντας τις φόρμες μου και τις παντόφλες μου, έγειρα στο ανάκλιντρο, έβαλα μουσική στο τέρμα στα ακουστικά μου και κάρφωσα τα μάτια μου στο σάκο με τα μονοκλωνικά αντισώματα. Στο διαυγέστατο υγρό που περιείχε, το τόσο αθώο στην εμφάνιση. Ήξερα ότι κάθε σταγόνα του μέσα στην ενδοφλέβια γραμμή στο χέρι μου, δεν θα αποδεκάτιζε απλώς τα επιθετικά Β-λεμφοκύτταρά μου, αλλά θα σκότωνε και την ελευθερία μου.

Η ριτουξιμάμπη θα μου παρείχε μια διαφορετική ελευθερία. Θα με απελευθέρωνε από τον νευροπαθητικό πόνο που πυρπολεί τα πόδια μου και από την εξάντληση που με στέλνει κατευθείαν στο κρεβάτι μετά από μια κοπιαστική βάρδια. Ζυγίζοντας όμως τις 2 επιλογές μου, μεταξύ του κινδύνου να με κυνηγάει αδιάκοπα ο ιός και του κινδύνου η υποκείμενη νόσος μου να με ξανακάνει ανάπηρη, δεν ήμουν σίγουρη ποιος ήταν ο χειρότερος.

Λίγους μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας, μια από τις καθηγήτριές μου μού είχε πει ότι η κατάσταση της θύμιζε τις πρώτες μέρες του AIDS. «Όλοι μιλούν για τον κίνδυνο», μου είχε πει, «και ορισμένοι στιγματίζονται από τον κίνδυνο». Είχε μισήσει εκείνη την εποχή. Είχαν, τότε, αναζωπυρωθεί οι διακρίσεις. Οι ταξικές, οι φυλετικές, οι σχετικές με τη διαβίωση. Είχαν επιβληθεί φυσικοί και συναισθηματικοί περιορισμοί που πολλοί δεν μπορούσαν να αντέξουν. Είχα συμφωνήσει: χρειαζόταν περισσότερη συμπάθεια για τον έφηβο που δεν άντεχε περισσότερο το να μην μπορεί να επιβιβαστεί σε ένα αεροπλάνο για να πάει να δει τους δικούς του.

Τούτες τις μέρες, ξέρω ότι θα έπρεπε να αισθάνομαι το ίδιο σχετικά με τα εμβόλια. Οι λόγοι που οι άνθρωποι δεν εμβολιάζονται είναι πολύπλοκοι και πρέπει να εξατομικεύονται. Αναγνωρίζω ότι θα έπρεπε να αποδέχομαι το γεγονός ότι πολλοί θα επιλέξουν να μην εμβολιαστούν. Ωστόσο, μου φαίνεται αδύνατον να υποχρεώσω τον εαυτό μου να συμβιβάσει αισθήματα και πεποιθήσεις. Αυτή η διανοητική διένεξη με αναστατώνει.

Αντί να επιστρατεύσω ψυχραιμία και κατανόηση, συχνά αισθάνομαι ότι η πανδημία με εξανάγκασε να μετέχω σε κούρσα αναπήρων με αγνώστους, με τερματισμό την κανονικότητα, στην οποία όμως μπορώ να τερματίσω μόνο αν τερματίσουν κι εκείνοι. Και δυστυχώς, πολλοί από αυτούς, μετά από λίγα βήματα, αποφασίζουν ότι είναι καλύτερα να πάνε σε ένα μπαρ.

Ντρέπομαι γι’ αυτή μου την αντίδραση, επειδή από τις επαφές μου με τους ίδιους μου τους ασθενείς, γνωρίζω ότι για πολλούς από αυτούς τα εμπόδια στον εμβολιασμό είναι συστημικά.
Άλλοι φοβούνται ότι αν εγγραφούν στους καταλόγους εμβολιασμού, θα θέσουν σε κίνδυνο το μεταναστευτικό τους καθεστώς. Άλλοι ανησυχούν για το πώς θα μπορέσουν να ζητήσουν έστω και μια μέρα ρεπό. Άλλοι στερούνται οποιαδήποτε αξιόπιστη πληροφόρηση για τα εμβόλια στη μοναδική γλώσσα που μιλούν. Άλλοι, απολύτως φυσικά, δυσπιστούν προς ένα σύστημα υγείας με ενσωματωμένο συστημικό ρατσισμό.

Άλλοι βέβαια, καταφεύγουν σε μια πολύ Αμερικάνικη έννοια της ελευθερίας, ολοφάνερης στα πάντα, από την πολιτική οπλοκατοχής, ως τους εργασιακούς νόμους. Η έννοια της ελευθερίας, πιστεύουν ορισμένοι, περιλαμβάνει και την ελευθερία να βλάπτεις τους άλλους. Ο John Stuart Mill θα μπορούσε να τους διαλύσει σε κάποια ζωντανή τηλεμαχία, αν δεν είχε πεθάνει πριν περίπου 150 χρόνια.

Κάθε πρωί, με τον καφέ, διαβάζω τους New York Times.

«Η Ανοσία Αγέλης Είναι Απίθανη Στις ΗΠΑ, Πιστεύουν Τώρα Οι Επιστήμονες» διαβάζω σε έναν τίτλο. Συνεχίζω να πίνω τον καφέ μου, προσποιούμενη ότι το βρίσκω εντάξει αυτό. Κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο εστιάζω στο γεγονός ότι η έλλειψη ανταπόκρισης του οργανισμού μου στο εμβόλιο είναι επιστημονικά συναρπαστική, για να πνίξω το πόσο προσωπικά ολέθρια είναι.
«Οι Εμβολιασμένοι Μπορούν Να Πηγαίνουν Στα Περισσότερα Μέρη Χωρίς Μάσκες, Λένε Οι Ομοσπονδιακές Αρχές», γράφει ένα πρωτοσέλιδο. Ξέρω λοιπόν ότι οι ανεμβολίαστοι θα παρατήσουν κι εκείνοι, με ιδιαίτερη χαρά, τις μάσκες τους, μαζί με τους εμβολιασμένους. Και μια απλή επίσκεψη στο σούπερ-μάρκετ θα γίνει ακόμα πιο επικίνδυνη για μένα, από όσο ήταν πριν.

Όσο η ελευθερία τους διογκώνεται, η δική μου συρρικνώνεται.

«Θα πετάξουν τις μάσκες, θα τρέχουν σε διπλανούς διαδρόμους στα γυμναστήρια, θα μοιράζονται φιστίκια με τους διπλανούς οπαδούς στα γήπεδα. Ειδικές ελευθερίες περιμένουν τους εμβολιασμένους», σχολιάζει ένα άλλο άρθρο. Η κοινωνία χωρίζεται στα 2.

Κι εγώ θέλω τόσο πολύ να πηδήξω τον φράχτη.

Απέρριψα τη δουλειά που ήθελα σε μια κλινική της πόλης που εξειδικεύεται στη φυματίωση. Θα έπρεπε να δουλεύω σε ένα μικρό δωμάτιο γεμάτο με οικογένειες που έβηχαν. Είπα στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα ότι όχι, δεν μπορώ να μετέχω σε αποστολές τώρα, αν και επί χρόνια δούλευα σε απομακρυσμένα μέρη. Με τις αποφάσεις αυτές συνειδητοποίησα πόσο μεγάλο μέρος της ταυτότητάς μου περιστρέφεται γύρω από την καριέρα μου. Η έλλειψη ανταπόκρισης στο εμβόλιο με κάνει να θεωρώ τις άκρες του εαυτού μου ψαλιδισμένες.

Μια Τρίτη, η συζήτηση στο αμφιθέατρο είχε τίτλο «COVID-19 και ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς». Παρακολούθησα τα πλάνα και, στο τέλος της συνεδρίας, ο διευθυντής του τμήματος είπε: «Μοιάζει πραγματικά με τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο του 2020, μόνο που τώρα ο πληθυσμός των ασθενών είναι πολύ συγκεκριμένος».

Είχε δίκιο. Υπάρχουν τόσα για τον εαυτό μου που δεν μπορώ να γνωρίζω επί του παρόντος. Αναπνέω καθημερινά την αβεβαιότητα.

Κάτω από το βίντεο, κάποιος διαδικτυακός σχολιαστής έγραψε:
«Η ιδέα ότι οι συμπτωματικοί ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς δεν αποβάλλουν τον ιό και μπορούν να αποτελούν εστίες για την ανάπτυξη μεταλλαγμένων παραλλαγών είναι πολύ τρομακτική. Αν οι ασθενείς αυτοί βγουν στην κοινότητα χωρίς να έχουν επίγνωση της κατάστασής τους, θα είναι τα απόλυτα οχήματα μεταφοράς της λοίμωξης».

Μεταξύ αβεβαιότητας και στιγματισμού, σκέφτομαι τους ασθενείς που μολύνθηκαν από τον ιό HIV στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και επιβίωσαν. Η περίπτωσή μου βέβαια ούτε καν συγκρίνεται σε βαρύτητα με τις δικές τους. Δεν έχω προσβληθεί από έναν ιό που να είναι, όπως τότε εκείνος, 100% φονικός. Δεν έχω καν προσβληθεί τώρα από κάποιον ιό.

Έχω όμως μια αμυδρή ιδέα του πώς αισθάνονταν και κατανοώ βαθύτερα το τι εννοούσε η καθηγήτριά μου όταν περιέγραφε το πώς στιγματίζονταν οι άνθρωποι ως «επικίνδυνοι». Δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι κάποιος θα μπορούσε να γράψει για μένα θεωρώντας με ως «όχημα μεταφοράς» και όχι ως ανθρώπινο ον.

Αν ο ιός γίνει ενδημικός, πράγμα πολύ πιθανό, δεν θα μπορέσω να ζω για πάντα όπως τώρα, με τις φιλοδοξίες μου να καταρρέουν πάνω μου σε ηλικία 37 ετών. Θέλω να ξαναδουλέψω στη Νότιο Αφρική, να ξανακούσω ζωντανή μουσική, να ξαναγελάσω με τους φίλους μου στο Βιρμανέζικο εστιατόριο που όλοι αγαπάμε. Την εφαρμογή του τρόπου ελαχιστοποίησης του κινδύνου για τους ασθενείς μου, θα πρέπει να την κάνω και στον εαυτό μου.

Είναι ιδιαίτερα σκληρό η επιστημονική γνώση να αναδύεται τόσο αργά, ενώ λαμβάνω ένα φάρμακο που αυξάνει τον κίνδυνο για σοβαρή COVID-19. 
Είναι σκληρό να συμβιβαστώ με το γεγονός ότι η COVID-19 δεν θα καταλαγιάσει ποτέ και ότι κάποια στιγμή ο διπλανός μου στο σινεμά μπορεί να μου μεταδώσει έναν ιό που θα με σκοτώσει σε μερικές εβδομάδες. 
Δεν ξέρω πώς θα το χειριστώ αυτό. Γνωρίζω τόσο λίγα για το μέλλον μου αυτές τις μέρες. Σαν όλους τους γιατρούς έχω την τάση να σχεδιάζω τα πάντα 1-2 χρόνια νωρίτερα κι αυτό με ανησυχεί. Επί του παρόντος, είναι απλώς μια ενόχληση, την οποία δεν μπορώ παρά να αποδεχθώ.

Βάζω κάτω το σημειωματάριό μου για να καταγράψω τις σκέψεις μου. Μπορώ να δειπνήσω με φίλους σε εσωτερικό χώρο; Ναι, πιθανότατα, αν είναι όλοι εμβολιασμένοι. Μπορώ να καβαλήσω ένα αεροπλάνο για τις διακοπές που χρειάζομαι απεγνωσμένα; Μάλλον όχι ακόμα. Συναυλίες; Όχι. Μαγαζάκι στη γωνία χωρίς μάσκα; Όχι. Επίσκεψη στη γιαγιά μου; Ναι. Είναι ανάγκη να τη δω. Θα είναι όμως μάλλον δύσκολο με τα παιδάκια του ξαδέρφου (τα οποία λατρεύω) τριγύρω.

Καταρτίζω αυτή τη λίστα για να ζήσω όσο περισσότερη ζωή μπορώ, εντός των περιορισμών που για τους περισσότερους φίλους μου δεν ισχύουν πια. Μετά μπαίνω στο αυτοκίνητο για να πάω στη δουλειά.

Σε μια 12ωρη ολονύκτια βάρδια.

Οι υπόλοιποι γιατροί στο τμήμα επειγόντων φορούν κυρίως χειρουργικές μάσκες τώρα. Βγαίνω από το αυτοκίνητο.

Φοράω την Ν95 μάσκα μου, την οποία δεν θα μπορέσω να βγάλω μέχρι αύριο το πρωί.

(1) Η Lindsay Ryan είναι γιατρός, στο τμήμα Γενικής Εσωτερικής Παθολογίας στο Γενικό Νοσοκομείο του Σαν Φρανσίσκο, στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ
(2) η ριτουξιμάμπη είναι μονοκλωνικό αντίσωμα, και στις ΗΠΑ είναι εγκεκριμένη για τη θεραπεία ορισμένων κακοηθειών και ορισμένων αυτοανόσων νοσημάτων
(3) Η επονομαζόμενη «Bay Area» είναι μια ευρεία περιοχή 9 κομητειών και 8 περίπου εκατομμυρίων κατοίκων της Βόρειας Καλιφόρνιας. Διακρίνεται για την έντονη ποικιλομορφία του πληθυσμού της. Περίπου οι μισοί διαμένοντες είναι Ισπανόφωνοι, Ασιάτες, Αφροαμερικανοί και άτομα με καταγωγή από τις νήσους του Ειρηνικού. (Πληροφορίες από Wikipedia, ανακτήθηκαν 15/07/2020).

Το πρωτότυπο άρθρο στην αγγλική γλώσσα, δημοσιεύτηκε στη διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης (Journal of American Medical Association) στις 07/06/2021.
Ο αναγνώστης μπορεί να το βρει στη διαδικτυακή διεύθυνση https://jamanetwork.com/journals/jama/fullarticle/10.1001/jama.2021.9321?utm_campaign=articlePDF%26utm_medium=articlePDFlink%26utm_source=articlePDF%26utm_content=jama.2021.9321, μαζί με τις πηγές και τις παραπομπές της συγγραφέως.