Από Χρήστος Ζουλιάτης:Νομπελ στους γιατρους της ΚΟΥΒΑΣ -Nobel Prize for the Doctors of Cuba 2021
Από Χρήστος Ζουλιάτης:Νομπελ στους γιατρους της ΚΟΥΒΑΣ -Nobel Prize for the Doctors of Cuba 2021
Οτιδηποτε λιγοτερο ειναι εθελοτυφλια.
Δεν χρειαζεται να σας φυτεψουν κανενα τσιπακι μορτες μου, τα δινετε ολα χαρτι και καλαμαρι και μαλιστα με την συγκαταθεση σας - αν θελετε καντε κι αλλιως, θα βρεθειτε πιο απομονωμενοι και απο την καλυβα του μπαρμπα-Θωμα, αφου δεν θα μπορειτε να χρησιμοποιησετε μιση διαδικτυακη υπηρεσια ή εφαρμογη στο κινητό σας.
Δυστυχως η ελληνικη πολιτικη σκηνη ειτε αγνοει πληρως το προβλημα ειτε δεν το αναγνωριζει - μη αντιλαμβανομενη τον αντικτυπο στην κοινωνια που μετασχηματιζεται κατω απο την μυτη της μεσα απο την 4η βιομηχανικη επανασταση.
Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,
όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,
όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,
όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.
Αργοπεθαίνει όποιος έχει την τηλεόραση για μέντορα του
Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος προτιμά το μαύρο αντί του άσπρου και τα διαλυτικά σημεία στο “ι” αντί τη δίνη της συγκίνησης αυτήν ακριβώς που δίνει την λάμψη στα μάτια, που μετατρέπει ένα χασμουρητό σε χαμόγελο, που κάνει την καρδιά να κτυπά στα λάθη και στα συναισθήματα.
Αργοπεθαίνει όποιος δεν "αναποδογυρίζει το τραπέζι" όταν δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,
όποιος δεν ρισκάρει τη σιγουριά του, για την αβεβαιότητα του να τρέξεις πίσω απο ένα όνειρο,
όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, έστω για μια φορά στη ζωή του, να ξεγλιστρήσει απ' τις πάνσοφες συμβουλές.
Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει,
όποιος δεν διαβάζει,
όποιος δεν ακούει μουσική,
όποιος δεν βρίσκει το μεγαλείο μέσα του
Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,
όποιος δεν αφήνει να τον βοηθήσουν,
όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη κακή του τύχη ή για τη βροχή την ασταμάτητη
Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,
όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει
Martha Medeiros |
Πηγή: www.lifo.gr
Το διάσημο ποίημα “Muere lentamente” (“Αργοπεθαίνει”) κυκλοφορεί στο διαδίκτυο – από το 2009 περίπου – αποδιδόμενο, πολλές φορές, στον Πάμπλο Νερούδα. Όμως, ανήκει στη συγγραφέα και δημοσιογράφο Martha Medeiros από τη Βραζιλία. Η ίδια, επικοινωνώντας με το ίδρυμα “Πάμπλο Νερούδα”, κατέθεσε αποδεικτικά στοιχεία που δείχνουν πως το κείμενο είναι δικό της για να αποκατασταθεί η περεξήγηση, αφού φαίνεται πως από το 2000 είχε συγγράψει το ποίημα με τίτλο “A Morte Devagar” (“Αργά προς τον θάνατο”). Το ίδρυμα απάντησε πως δεν γνωρίζει για ποιο λόγο το ποίημα αποδίδεται στο Χιλιανό ποιητή, κάνοντας το γύρο του κόσμου μέσα από το διαδίκτυο, τονίζοντας πως το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και με άλλα «ανώνυμα» ποιήματα.
"Δεν έχω χρόνο να πεθάνω"Μιλάμε για control freak σε levels star trek - where no man has ever been before.
Δεν τον έβρισα τον μαλάκα.Πέρασε όλη η κλινική να δει την εκπαιδευτική αξονική μου και με κάποιους κάναμε και εκπαιδευτικό υπέρηχο για να δουν τις λεπτομέρειες. Η επωδός ίδια. 6 μήνες max.
Ας πεθάνουν, όσοι είναι να πεθάνουν.Σας έχω νέα, έχω ακούσει το χειρότερο "έχεις 6 μήνες max", το έχω για πασατέμπο χρόνια μετά τόσα χρόνια ζώντας με την Crohn, για το τι θα έπρεπε να κάνω και τι όχι, αν είμαι αρκετά άρρωστη ή όχι, αν είμαι "χαλασμένη" ή όχι, αν εγώ ή κάποιος άλλος, ποιος πρώτος ποιος δεύτερος και όλα αυτά...
Εγώ είμαι σε αυτούς που πρέπει να πεθάνουν με την λογική σας και δεν γουστάρω να πεθάνω, όσο μπουρδελότοπος και αν είναι η Ελλάδα.Αν δεν ξέρετε τι θα πει πείσμα, σκεφτείτε πόσους ανθρώπους ξέρετε να έσκασε το έντερό τους και να είπε το σώμα τους "όχι, καργιόλα, δεν θα πεθάνεις, θα σε μπαλώσω και θα σηκωθείς να συνεχίσεις"
Αυτά.
«Ημουνα βέβαιος πως δίπλα μου υπήρχαν θαυμάσιοι άνθρωποι που ήθελαν ν' αγωνιστούν και δεν ήξεραν πώς. Κουβαλούσα πιστόλια. Μοίραζα προκηρύξεις... κι ακόμα όταν έπαιζα στο θέατρο, προσπαθούσα να παίζω καλύτερα γιατί είχα πιο πολλές ευθύνες. Γιατί ήμουνα κομμουνιστής» γράφει στο βιβλίο του «Κουβέντα με τους φίλους μου» ο Τίτος Βανδής.
- ο κυρ - Κώστας, που του 'λεγε ότι από τους εργάτες, που είδε - γύρω στο 1930 ήταν - να περνούν μπροστά από το σπίτι, «τους παίρνουν το ψωμί. Δεν τους πληρώνουν και δεν μπορούν ν' αγοράσουν ούτε ψωμί ούτε παπούτσια σαν τα δικά σου. Γι' αυτό φωνάζουν. Παλεύουν για τη ζωή τους. Μπροστά στο σπίτι σου τους χτύπησε η Χωροφυλακή. Δυο απ' αυτούς είναι σε κρίσιμη κατάσταση. Θέλουν να τους φοβίσουν, να τους διαλύσουν. Και πολλές φορές τα καταφέρνουν. Οσοι φεύγουν, όσοι δε μιλάνε, περιμένουν κάποιο θάμα, που λέει ο δικός μας ο ποιητής».Το αγόρι, συμπτωματικά, ήξερε τους «Μοιραίους» του Βάρναλη, όταν του 'πε τα παραπάνω ο κυρ - Κώστας. Αργότερα του έλεγε κι άλλα. Οτι «οι κομμουνιστές εργάτες, αν διαφέρουν σε κάτι, είναι ότι αυτοί έχουν μάθει τι σημαίνει εκμετάλλευση, Ξέρουν την αξία της οργάνωσης, του σωματείου, της μαζικής αντίστασης. Οι κομμουνιστές δε δέχονται την αδικία σιωπηλά». Ο κυρ - Κώστας τού δάνειζε βιβλία. «Το "Κεφάλαιο" του Μαρξ ήταν το πρώτο. Μου έδινε και προκηρύξεις ύστερα από λίγο καιρό», θυμόταν ο Τίτος Βανδής, ομολογώντας ότι αγάπησε πολύ και ουδέποτε ξέχασε τον κυρ - Κώστα.-
«Το μεροκάματο» - έλεγε - «είναι ιερό. Το δίκιο του εργάτη είναι ιερό. Κι αν ένας εργάτης δεν έχει ανάγκη, έχει πιει με το αφεντικό και έχει διασκεδάσει μαζί του, το μεροκάματο πρέπει να το πάρει. Αν δεν τσακωθεί για το μεροκάματο, προδίδει όλη του την τάξη. Είναι κάτι που πρέπει να το κυνηγάς συνέχεια για να αποκτήσεις συνείδηση».
«Ολα τα κεκτημένα έχουν κερδηθεί με αίμα εργατών και είναι μια νίκη ιερή, αλλά αυτός το αμφισβητεί, λέγοντας ότι τον μάθανε να τα ονομάζει κεκτημένα! Ετρεξε πολύ αίμα για το οκτάωρο, φίλε, που σου έχουν "μάθει να το λες" κεκτημένο. Σκοτώσαν, το 1886, στο Σικάγο, εφτά απεργούς, που διαμαρτυρόντουσαν για τις πολλές ώρες εργασίας και αντί να δικαστούν οι δολοφόνοι, συλλάβανε οχτώ απεργούς, από τους οποίους κρεμάσανε τους τέσσερις, ένας πρόλαβε και αυτοκτόνησε και οι υπόλοιποι τρεις φυλακίστηκαν για πολλά χρόνια. Το οχτάωρο, λοιπόν, κερδήθηκε με αίμα και, φυσικά, όλα τα άλλα, σύνταξη, επίδομα ανεργίας, δώρα εορτών, για να αναφέρω μόνο μερικά. Τίποτα δε δώσανε οι κυβερνήσεις και οι εργοδότες από την καλή τους καρδιά. Και δεν υπήρξε στιγμή, που να μην προσπάθησαν σε κάθε ευκαιρία που τους δόθηκε, να καταστρατηγήσουν και να αρνηθούν την υπογραφή τους».
Κι αρχίζει το πανηγύρι της ζωής μου, εκεί που ο οίστρος ρίχνει όλα τα σύνορα, και τίποτα και κανένας δεν έχει κτήτορα.Και πάνω στα σύνορα τα γκρεμισμένα τού οίστρου, βλέπω πάντα την ίδια εικόνα. Μιά κάμπια που μού κλείνει το μάτι, μού γνέφει "ΖΉΣΕ", φεύγει και επιστρέφει με εκθαμβωτικά φτερά.
Ο άλλος είναι μοναχά ένα φευγιό. Ένα φευγιό τόσο ελαφρύ για τον ταξιδιώτη, αφού δεν παίρνει μαζί του καμιά αποσκευή, και τόσο αβάσταχτα βαρύ για όσους μένουν πίσω.