ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024

"tips" Σαν τον ζήτουλα Τι θα μάς αφήσει ο καθένας ?

Ninetta Altani:


Ως δασκαλα δεν είχα ποτέ φιλοδώρημα...
Είχα κάτι πολύ ωραία δωράκια από το τζάμπο...ωραια στυλό...όμορφα κοσμήματα...από της γειτονιάς τα καταστήματα...παρεο...γάντια...ό,τι θυμάμαι λέω...τα Χριστούγεννα αντε και στο τέλος της σχολικής χρονιάς...
Ποτέ κανένας γονιος ή γιαγιά δε μου βάλε το μεσημέρι στο σχολασμα 2 ευρώ γιατί έκανα μάθημα στα παιδιά τους...
Μόνο σπουδαία δωρα που ακόμα στολίζουν το σπίτι μου κι εμένα...και που με έκαναν να ντρέπομαι, γιατί πολλές φορές ήταν από το υστέρημά τους κυριολεκτικά...
Ποτέ
στο τέλος της χρονιάς δε μου βαλαν στο χέρι 10 ευρώ...
Ποτέ δεν έλεγα 1400 μισθο και 1000 τιπς...2400 μια χαρά...γαμα την απεργία και το Σωματείο...
Αυτή η στενοχώρια που έπεσε για τα φιλοδωρηματα με εντυπωσιάζει...
Κι αν την συνδυάσω με τις συζητήσεις...
700 ευρώ ως σερβιτόρος και 800 τιπς μια χαρά είμαι...
700 ευρώ ως κομμώτρια και άλλα τόσα τιπς...
Δηλαδη αφού δε μας πληρώνουν...πού να τρέχω να γραφτώ στο σωματείο να διεκδικήσω όπως οι λιμενεργάτες ...ας κοιτάζω σαν τον ζητουλα τι θα μου αφήσει ο καθένας και η καθεμία επιπλεον...

Γιατι ρε παιδιά;;;
Γίνομαι πολύ αποκρουστική εάν πω ότι αντί να ζητάμε από τους κηφηνες ό,τι μας ανήκει...κοιτάμε ο ένας τον αλλον σα λυγουρια τι τιπς θα αφήσουμε...
Και πρέπει και να αγχωθω μη βγω και δεν έχω ψιλά να αφήσω...
Με τρομάζουν αυτές οι "ευαισθησιες"
Εκτός κι αν είναι κάτι που δεν καταλαβαίνω...





Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2024

#ΣΤΟ_ΤΖΑΝΤΕ_ΕΧΟΥΜΕ_ΕΚΘΕΣΗ: ΣΤΗ "ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ"






























-Τρέχα Μπάμπαινα να σου πω μία νοβιτά!
-Τί εστάθηκε πάλε; Ωφου του τί εχω ν' ακούσω η καψερή!
-Μη κάνεις έτσι ωρή, δεν ειναι και του πεθαματού. Εκείνη η “κοπεεέλααα” (χαλάει τα μούτρα τση) του Θοδωρίτση, κάνει πάλε εξιμπισιόνε
-Τί είναι ευτούνο ευτού ωρή, κολλητικό;
-Ωσκε πανάθεμά σε! Εξιμπινσιόνε, δεν το νογάς
-Ήπρεπε;
-Ναι ωρή, τόμου έχει κι άλλες καμωμένες
-Εξιμπισιόνες;;;
-Αμήήή!!!Μία με πέτρες, μία με πιντούρες, μία και και με τα δυο μαζί και στη Χώρα και στην Πρωτεύουσα. Περνιέται για εικαστικός στα τελευταίααα, αρτίστα παναπεί. Επήε κι έβαψε τα μαλλιά τσης και τα έκαμε μαρασκινί, κάτι αναμεταξύς ράπανο και κοκκινογούλι. Βέρο αρτίστικο, παναπεί, το πεθερίστικο λέει, τέλεψε!
-Ωρή, εσενσάρισες; Δε μου ξηγάς κάνε, τι είναι ευτούνες ευτού οι εξιμπισιόνες;
-Εκειά εκεί που τα κρεμάνε…
-Σφαχτά είναι και τα κρεμάει στα τσιγκέλια; και ποία τα βότσαλα και ποία οι πιντούρες;
-Μπα που να σο ΄ρθει πλούτη! Τι σφαχτά και τσιγκέλια μου τσαμπουνάς, να δεις πως το λένε ελληνικά… Παραλοϊσα κι εγω με τούτους τσου ξένους τόσους μήνους το χρόνο και ξέχασα να μιλώ αθρωπινά. Ααα να μωρέ το ματαθυμήθηκα, ΕΚΘΕΣΗ!
-Ααα Μόστρα, παναπεί. Και τι θα μοστράρει, το προικιό τσης; ;
-Ποίο προικιό, το φαωμένο; Με έκαμες κι εγέλασα! Αμή ώρα είναι να την ξαναπαντρέψουμε. Δε σου είπα πως λογιάζεται για αρτίστα; Έκθεση, Έκθεση με πέτρες
-Τί πέτρες; απο το νταμάρι;
-Οχι γιαμά, τσι μαώνει στη θάλασσα και τσι κάνει κουάδρα
-Κουάδρα; και στέκουντε οι πέτρες;
-Τσι κολλάει χριστιανή, δε κάνει και θάματα
-Ααα ευτούνο είναι ούλο κι ούλο το μυστικό; μα ευτουνη ψυχη μου κάθε τρεις και λίγο είναι σε μία έκθεση. Ηταν να μη πάρει το κομπί τση αέρα
Αμή πού θα τηνε κάμει;
-Στο Φόρο, στο απάνου Καζίνο
-Θάχει και χορό;
-Αντακάπου! Πού να χει χορό, Καρναβάλια έχουμε;
-Τόμου μου πες Καζίνο! Πού να ξέρω η καψερή έδωπα πού κάθουμαι και μαθαίνω καμία νοβιτά οτι κάνει και εξιμπισιόνες το Καζίνο! Αμή δε σε ρώτησα, πότε θα τηνε καμει;
-7 του μηνού μεχρι του Σταυρού κάθε απόγιομα, απογιοματόβραδο!
-Και τί θα πας κι εσύ;
-Γιατί να μη πάω; Λίμπερα θάναι, όγοιος θελει πηαίνει
-Ε κυράδες να δούνε τα μάτια σου που θα μαωχτούνε!!!Tήραξε να ραφτείς ωρή κουμπάρα, μη σε πιάσουνε στο στόμα τσους οτι είσαι τέλεια χωριάτισσα
-Άλλη όρεξη δεν είχα! Ενα τσίτι που έχω αφόριο και α τση αρέσει! Δε φτάνει που θα τση κάμω πόληψη, θα με ξομπλιάσουνε κι απο πάνου!
-Άμε και πολλά τα είπαμε, θα σ’ ασπετάρω να μου τα πεις με το νι και με το σίγμα
-Senz’ altro!
-------------------------------------------------------------------------
Και για όποιον δεν καλοκατάλαβε τα ελληνικά μου , ΤΟ ΑΛΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ, σήμερο 8 παναπεί,
 ΕΧΟΥΜΕ ΕΚΘΕΣΗ!!!
Θα σας περιμένω senz altro

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

Περί πλουσίων και περί πλούτου!


Ελενη Μαρκακη:

Περί πλουσίων και περί πλούτου! Βασίλης Ραφαηλίδης και πάλι...
...''Η ικανότητα προς πλουτισμό είναι κυρίως η συνέπεια της ανυπαρξίας ήθους. Διότι ο σωρευμένος πλούτος είναι το αποτέλεσμα της συσσώρευσης της παρακρατημένης απ' τον εργαζόμενο υπεραξίας της δουλειάς του.
Κάθε τέτοια παρακράτηση είναι κλοπή, νέτα σκέτα. Βέβαια, πρόκειται για κλοπή νομότυπη και νομικά κατοχυρωμένη. Συνεπώς, δεν μοιάζει καθόλου με την κυρίως ειπείν κλοπή.
Ο καπιταλιστής δεν είναι ένας κλέφτης με την τρέχουσα έννοια. Αντίθετα, ο ίδιος μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του καθόλα τίμιο άνθρωπο — και να είναι πράγματι. Εκτός απ’ την περίπτωση που οι επιχειρήσεις του συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τη Μαφία, ο επιχειρηματίας μπορεί ν’ ανάβει το κεράκι του χωρίς τύψεις.
Ο καημένος, δεν έμαθε ποτέ πως η ιδιότητα του καπιταλιστή συνεπάγεται αυτόματα, και άσχετα προς τη βούλησή του, και την ιδιότητα του κλέφτη. Μ' άλλα λόγια δεν κάθησε να σκεφτεί, όπως ο Άνταμ Σμιθ και ο Ρικάρντο πριν απ’ τον Μαρξ, και φυσικά όπως ο ίδιος ο Μαρξ, το πόθεν του πλούτου. Δηλαδή, πώς συμβαίνει να αυγατίζουν τα χρήματα, ποιοι είναι οι νόμοι που κάνουν το κεφάλαιο να συσσωρεύεται και να μεγαλώνει, θεωρητικά μέχρι το άπειρο.
Κάτι τέτοιο δε θα συνέβαινε σε καμιά περίπτωση αν μας πλήρωναν ολόκληρη την αξία της προσφερόμενης εργασίας, Ο εργοδότης κρατάει πάντα ένα μέρος του χρήματος που θα έπρεπε να μας πληρώσει για την προσφερθείσα εργασία ή υπηρεσία. Καμιά μα καμιά απολύτως εργασία δεν είναι πληρωμένη στο ακέραιο, όσο υψηλή και άν είναι η αμοιβή. Εκμεταλλευόμενοι είναι πάντα και οι υψηλόμισθοι. Αλλά αυτοί θα είναι οι τελευταίοι που θα το μυριστούν. Κάθε αμοιβή με μισθό (ή με ημερομίσθιο ή με ωρομίσθιο) είναι πηγή πλούτου για τον εργοδότη. Όσο λοιπόν υπάρχει μισθωτή εργασία θα υπάρχει αναγκαστικά και πλούτος.
Όταν ο πλούτος συσσωρεύεται σε χέρια ιδιωτών, το σύστημα που τον παράγει λέγεται καπιταλιστικό. Όταν ο πλούτος συσσωρεύεται στο κράτος (ή στην κοινωνία) το σύστημα που τον παράγει λέγεται σοσιαλιστικό. Όταν δεν συσσωρεύεται κανένας πλούτος σε κανέναν, δηλαδή όταν όλοι καταναλώνουν κατά τις ανάγκες τους, κρατώντας στο δημόσιο ταμείο ένα απόθεμα για "ώρα ανάγκης" {του κοινωνικού συνόλου), το σύστημα λέγεται κομουνιστικό. Αλλά αυτό το σύστημα είναι ένα ιδανικό για το μέλλον, κάθε άλλο παρά ουτοπικό, όπως απόδειξε ο Μαρξ.''

(απόσπασμα από το άρθρο: ΑΝΗΘΙΚΕΣ ΣΥΝΤΑΓΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΤΕ ΠΛΟΥΣΙΟΣ), 6 Οκτωβρίου Ί985, ''Έθνος''




Ελενη Μαρκακη

''Δεν υπάρχει καθαρό χρήμα, παρά μόνο στον καθαρό εγκέφαλο των αφελών.'' έγραφε ο Β. Ραφαηλίδης στο βιβλίο του ''Η Κρυφή γοητεία της Μπουρζουαζίας'' Σας συνιστώ να το διαβάσετε -αν δεν το έχετε κάνει ήδη...

Τρίτη 23 Απριλίου 2024

Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΠΑΤΡΕΩΝ, ΚΩΣΤΑΣ ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ ΕΦ' ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ SPORTAL

 



https://www.sportal.gr/.../o-dimarxos-patras-kostas...
Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΠΑΤΡΕΩΝ, ΚΩΣΤΑΣ ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ ΣΤΟ SPORTAL: «ΥΠΟ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΘΑ ΕΠΙΤΡΕΠΑΜΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΤΟΥ ΚΥΠΕΛΛΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΠΑΜΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟ»
ΜΙΑ ΕΦ' ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕ ΣΤΟ SPORTAL Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΚΩΣΤΑΣ ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΜΙΛΗΣΕ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΠΑΜΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟ ΕΝΑ... ΣΤΟΛΙΔΙ.
Πριν από λίγα χρόνια το Παμπελοποννησιακό στάδιο είχε την ίδια εικόνα που έχουν τα περισσότερα Ολυμπιακά Ακίνητα. Αυτή της εγκατάλειψης! Όμως το σήμερα βρίσκει το γήπεδο που εδρεύει στην Πάτρα σε μία κατάσταση εντελώς διαφορετική. Με κερκίδες φτιαγμένες, με αγωνιστικό χώρο... χαλί και με εγκαταστάσεις που σκοπό έχουν να βοηθήσουν τους αθλούμενους.
Για να συμβεί αυτό χρειάστηκε η παρέμβαση ενός ανθρώπου που σκοπό έβαλε να κάνει το στάδιο ξανά ένα... στολίδι. Ο λόγος για τον Κώστα Πελετίδη. Ο Δήμαρχος της Πάτρας παραχώρησε μία συνέντευξη εφ' όλης της ύλης στο Sportal. Μεταξύ άλλων στάθηκε στο πως κατόρθωσε με τους κατάλληλους ανθρώπους να επαναφέρει το Παμπελοποννησιακό στάδιο στην αρχική του εικόνα, τονίζοντας πως το έκανε δίχως τη βοήθεια της πολιτείας.
Παράλληλα, με αφορμή το «σήριαλ» που έχει δημιουργηθεί για το γήπεδο που θα φιλοξενήσει τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας Betsson, Παναθηναϊκός - Άρης, ο ίδιος απάντησε στο αν θα δεχόταν να ανοίξει τις πύλες του Αχαϊκού σταδίου. Εντούτοις ο κ. Πελετίδης δεν στάθηκε μόνο εκεί, αλλά μίλησε και για τις αιτίες που έχουν φέρει αυτές τις συνθήκες βίας στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

• Ένα γήπεδο είναι αρκετά κοστοβόρο. Θα ήθελα να σας ρωτήσω πως καταφέρατε να το κάνετε ξανά ένα κανονικό γήπεδο;
«Το γήπεδο αυτό ήταν καταρχάς ένα γήπεδο το οποίο ανακατασκευάστηκε. Στην αρχή αποτελούσε εθνικό στάδιο και μετά στα πλαίσια των Ολυμπιακών Αγώνων ξανάγινε ένα στάδιο που θα πληρούσε τις προϋποθέσεις για τις ανάγκες της διοργάνωσης. Μετά τα Ολυμπιακά Ακίνητα αναζητούσαν πώς θα απαλλαγούν από την ευθύνη του και το παραχώρησαν στον δήμο.
Έκαναν προγραμματική σύμβαση με το Δήμο και το πήρε ο Δήμος την περίοδο 2008-2009, με την υποχρέωση να καλύπτει ένα μέρος από τα έξοδα συντήρησης και λειτουργίας του σταδίου. Αυτό διότι είναι μια βαριά κατασκευή. Στην πορεία, λοιπόν, ο Δήμος δεν μπορούσε να ανταποκριθεί οικονομικά, είχε παραιτηθεί από την συντήρηση και την σωστή του λειτουργία, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει. Όταν αναλάβαμε εμείς, είχαμε τα φυσικά πρόσωπα και την πολιτική αντίληψη για να καταλάβουμε ότι πρέπει να κάνουμε δύο ενέργειες.
Η μία ενέργεια ήταν να διεκδικήσουμε από την κυβέρνηση να μας δώσει ένα μέρος από την υποχρέωση που είχε αναλάβει για τη συντήρηση του χώρου, κάτι που δεν το πετύχαμε μέχρι σήμερα ποτέ. Δεν πήραμε ούτε ένα ευρώ και κοντεύουν περίπου 10 χρόνια. Η δεύτερη ενέργεια ήταν να παρθεί η απόφαση ότι θα το συντηρήσουμε. Γιατί αποτελούσε ανάγκη των παιδιών μας και του Πατρινού λαού να έχουν έναν χώρο υψηλών προδιαγραφών, στο οποίο να αθλούνται, να περνούν τον χρόνο τους. Και αυτό το πετύχαμε, με πολλές δυσκολίες».

• Το Παμπελοποννησιακό αριθμεί πάρα πολλά μέλη. Πως δεν δημιουργούνται προβλήματα;
«Είναι μια μικρή πόλη (σ.σ το γήπεδο). Φτάσαμε τις 70 συλλογικότητες καταρχάς. Και τα μέλη τους και οι δραστηριότητές τους δένονται με το Παμπελοποννησιακό. Όσοι θέλουν να ασχολούνται με τον αθλητισμό, κάνανε έδρα το Παμπελοποννησιακό, το οποίο είναι ένα πολύ μεγάλο γήπεδο. Όλα αυτά που κάνουμε για τις συλλογικότητες που φιλοξενούμε τα κάνουμε αδάπανα. Με χρήματα του Δήμου. Εκεί πάμε σε ένα άλλο θέμα, στο πως βρίσκουμε τα χρήματα εμείς. Το ότι το κάναμε έναν χώρο που να λάμπει, που να κερδίσει την εμπιστοσύνη της πόλης μας, που η νεολαία μας να βρίσκεται εκεί και να αθλείται, έγινε με πολλή προσπάθεια.
Πώς τα καταφέραμε εμείς; Αφού χρήματα δεν μας δίνει το κράτος. Τα χρήματα του Δήμου είναι πενιχρά. Είναι διαρκής η προσπάθεια να πάρουμε αυτά που δικαιούμαστε από το κράτος. Διότι τα χρήματα που δεν παίρνουμε εμείς, δεν πηγαίνουν στη θάλασσα. Πηγαίνουν στα χέρια των επιτήδειων οι οποίοι κάνουν την ανάπτυξη, την ατομική τους ανάπτυξη, με τα δικά μας τα χρήματα. Στο συγκεκριμένο χώρο εμείς κάναμε μια τεράστια προσπάθεια. Βρήκαμε τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία προσπαθούσαν να μηδενίσουν το κόστος.
Αντί να γινόταν μια συντήρηση που θα κόστιζε 100 ευρώ, χρησιμοποιώντας τη τεχνική, την επιστήμη, την αναζήτηση χρηματοδότησης των ανταλλακτικών, την προσπάθεια να τα κάνουμε μόνοι μας, να μην πηγαίνουμε να τα αναθέσουμε από εδώ κι από εκεί, παίρνοντας και κάποιο πρόγραμμα που είχαμε για την ενεργειακή του αναβάθμιση, για το α ή το β, καταφέραμε να το κρατήσουμε ζωντανό, με τα λίγα χρήματα που είχαμε.
Οι άνθρωποι μας που αγωνίζονται για να κρατηθεί το Παμπελοποννησιακό από τη μία μεριά κάνουν οικονομία αλλά από την άλλη μεριά δείχνουν και τη δύναμη που έχουν οι άνθρωπο. Αυτό είναι ένα μήνυμα, ότι μπορείς να λειτουργήσεις αυτούς τους χώρους με λιγότερα χρήματα, εάν έχεις το μόνιμο σου προσωπικό, εάν κάνεις καλό κουμάντο, εάν έχεις τα εφόδια που χρειάζεται.
Αυτό είναι μια συνεχής, διαρκής προσπάθεια, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δυστυχώς η ευθύνη για τον αθλητισμό, που είναι ευθύνη των κυβερνήσεών μας, έχει αφεθεί. Αφήνουν πλέον τα γήπεδα να τα λειτουργούν οι δήμοι ή τα κάνουν επιχειρήσεις, το οποίο συνεπάγεται ότι πηγαίνουν πλέον και βάζουν χέρι στην τσέπη του αθλούμενου, του σωματείου, των παιδιών που έρχονται εκεί πέρα.
Πώς τα καταφέραμε εμείς; Αφού χρήματα δεν μας δίνει το κράτος. Τα χρήματα του Δήμου είναι πενιχρά. Είναι διαρκής η προσπάθεια να πάρουμε αυτά που δικαιούμαστε από το κράτος. Διότι τα χρήματα που δεν παίρνουμε εμείς, δεν πηγαίνουν στη θάλασσα. Πηγαίνουν στα χέρια των επιτήδειων οι οποίοι κάνουν την ανάπτυξη, την ατομική τους ανάπτυξη, με τα δικά μας τα χρήματα. Στο συγκεκριμένο χώρο εμείς κάναμε μια τεράστια προσπάθεια. Βρήκαμε τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία προσπαθούσαν να μηδενίσουν το κόστος.
Αντί να γινόταν μια συντήρηση που θα κόστιζε 100 ευρώ, χρησιμοποιώντας τη τεχνική, την επιστήμη, την αναζήτηση χρηματοδότησης των ανταλλακτικών, την προσπάθεια να τα κάνουμε μόνοι μας, να μην πηγαίνουμε να τα αναθέσουμε από εδώ κι από εκεί, παίρνοντας και κάποιο πρόγραμμα που είχαμε για την ενεργειακή του αναβάθμιση, για το α ή το β, καταφέραμε να το κρατήσουμε ζωντανό, με τα λίγα χρήματα που είχαμε.
Οι άνθρωποι μας που αγωνίζονται για να κρατηθεί το Παμπελοποννησιακό από τη μία μεριά κάνουν οικονομία αλλά από την άλλη μεριά δείχνουν και τη δύναμη που έχουν οι άνθρωπο. Αυτό είναι ένα μήνυμα, ότι μπορείς να λειτουργήσεις αυτούς τους χώρους με λιγότερα χρήματα, εάν έχεις το μόνιμο σου προσωπικό, εάν κάνεις καλό κουμάντο, εάν έχεις τα εφόδια που χρειάζεται.
Αυτό είναι μια συνεχής, διαρκής προσπάθεια, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δυστυχώς η ευθύνη για τον αθλητισμό, που είναι ευθύνη των κυβερνήσεών μας, έχει αφεθεί. Αφήνουν πλέον τα γήπεδα να τα λειτουργούν οι δήμοι ή τα κάνουν επιχειρήσεις, το οποίο συνεπάγεται ότι πηγαίνουν πλέον και βάζουν χέρι στην τσέπη του αθλούμενου, του σωματείου, των παιδιών που έρχονται εκεί πέρα.
Διαχρονικά όσες κυβερνήσεις, όταν βάζαμε το ζήτημα της χρηματοδότησης μας λέγανε “μα εσείς έχετε τόσο κόσμο που έρχεται εδώ πέρα, βάλτε τους να πληρώνουν εκεί πέρα και ένα 5ευρώ το μήνα”. Πέντε ευρώ στον αθλητισμό, πέντε στον πολιτισμό, πέντε εδώ, πέντε εκεί. Ένας που έχει τρία ή τέσσερα παιδιά και δεν μπορεί να δίνει κάθε μήνα τα χρήματα, τι θα τον κάνουμε θα τον στείλουμε σπίτι του; Τι θα είναι οι αθλητικές εγκαταστάσεις, μόνο για αυτούς που έχουν χρήματα;»

• Από όσο γνωρίζω το γήπεδο έχει και πολλά χρέη από προηγούμενες συνεργασίες, ΠΑΕ κλπ. Εσείς πως καταφέρατε να πάρετε πίσω αυτά τα χρήματα;
«Με σκληρή προσπάθεια. Ιδιαίτερα από τις ΠΑΕ οι οποίες χρωστούσαν. Κάναμε μια τεράστια προσπάθεια. Το κάναμε ώστε να μην θεωρούν ότι ο Δήμος είναι ένας χώρος όπου μπορεί να πάρει ο καθένας να ασχημονεί. Εμείς το παλέψαμε πιέζοντας από εδώ, από εκεί και αξιοποιώντας στιγμές που μας έδωσαν τη δυνατότητα να είμαστε εμείς από πάνω, καταφέραμε και πήραμε αυτά που μας χρωστούσαν».

• Αν σας ζητούσε τώρα μια ομάδα, π.χ. η Παναχαϊκή που είναι η πιο γνωστή, να επιστρέψει το γήπεδο, η κάποια άλλη ομάδα να πάρει το γήπεδο θα της το παραχωρούσατε;
«Ναι υπάρχει η Παναχαϊκη αλλά έχουμε και άλλες ομάδες οι οποίες μπορεί μελλοντικά να προχωρήσουν πιο ψηλά και να αιτηθούν το γήπεδο. Εφόσον φτάσουμε στο να γίνουν ΠΑΕ που σημαίνει ότι είναι μια επιχείρηση κάποιου, αυτός που θα το αναλάβει θα πρέπει να πάρει και τα δικαιώματα αλλά και τις υποχρεώσεις. Θα πρέπει δηλαδή, να ανταποκριθεί σε μια συμφωνία με το Δήμο για να καλύψουμε τις ζημιές, τη συντήρηση και μια σειρά άλλα θέματα.
Και τώρα για παράδειγμα ένα μεγάλο ζήτημα το οποίο έχουμε είναι ότι θέλουμε να αντικαταστήσουμε το ταρτάν στο στάδιο, γιατί έχει βγει μια νέα νομοθεσία. Σύμφωνα με αυτή το ταρτάν που χρησιμοποιούσαμε πριν, παύει πλέον να επιτρέπεται σε διεθνείς και εθνικούς αγώνες. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό κόστος και το οποίο το διεκδικούμε από την κυβέρνηση.
Για αυτό έχουμε ζητήσει και συνάντηση με το Υπουργείο Αθλητισμού, ώστε να δούμε πώς θα λυθεί αυτό το θέμα. Το θέμα του Ταρτάν μπορεί να καταστήσει ανενεργό το Παμπελοποννησιακό, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Γιατί εμείς για περίπου 7-8 χρόνια διατηρήσαμε το στάδιο σε τέτοιο επίπεδο, που μπορούσαν να γίνονται στην Πάτρα οι αγώνες στίβου, οι Πανελλήνιοι να σημειώνονται ρεκόρ κ.ο.κ. . Είμασταν επομένως σε ένα υψηλό επίπεδο. Σήμερα, αν δεν γίνουν αυτοί οι εκσυγχρονισμοί που απαιτούν χρήματα πάρα πολλά, κινδυνεύει το στάδιο».

• Βλέπουμε το τελευταίο διάστημα τι γίνεται με τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας. Εσείς θα προσφέρατε το γήπεδο με ότι αυτό συνεπάγεται;
«Πριν φτάσουμε να το αν θέλαμε να γίνει ο τελικός ή όχι, θα πρέπει σαν κοινωνική συγκρότηση να αναζητήσουμε την αιτία γιατί φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε αγώνες; Τι φταίει;
Δεν είναι ότι δεν υπάρχει κάποια αιτία η οποία οδηγεί στη βία, στο να έχουμε μια τέτοια κατάσταση και να φοβάσαι να κάνεις ένα ποδοσφαιρικό αγώνα, να φοβάσαι να πάς στο γήπεδο. Άρα πρέπει να γυρίσουμε πίσω και να πούμε ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι διαμορφώνουν αυτές τις συνθήκες που παράγουν τα συμπτώματα της βίας, τα οποία είναι προάγγελος άλλης βίας. Αυτή που σου λέει “κοίταξε να δεις, η κοινωνία σου βρίσκεται σε παρακμή, δεν πάει καλά”. Ποιοι είναι αυτοί που διαμορφώνουν αυτή την κοινωνία σήμερα; Δεν είναι αυτοί οι οποίοι κατέχουν τον πλούτο. Δεν είναι αυτοί οι οποίοι κατέχουν και την ιδιοκτησία των ΠΑΕ. Δεν είναι αυτοί οι οποίοι λένε ότι κάνουν κουμάντο στην κοινωνία μας; Είναι ικανοί, με αυτά τα αποτελέσματα, να τους έχουμε εμπιστοσύνη αυτούς να κουμαντάρουν και το κομμάτι του αθλητισμού.
Δεν έχει έρθει η ώρα να τους πούμε ότι “Αποβάλλεστε. Όλο το περιεχόμενο το οποίο φέρνετε στην κοινωνία μας δεν είναι προς την πρόοδο, διότι νέα παιδιά τα έχετε αφυδατώσει από αξίες και τους βάζετε αξίες οι οποίες κινούνται σε μια κατεύθυνση, η οποία μόνο καλό δεν έχει να προσφέρει”. Επομένως, σε αυτό το κομμάτι πρέπει να ανοίξουμε ως κοινωνική συγκρότηση μία μάχη για να αλλάξουν τα πράγματα. Από εκεί και έπειτα όσον αφορά τον τελικό θα πρέπει να συζητήσουμε το πότε, το πού και το γιατί. Εκεί, λοιπόν, θα πούμε τις απόψεις μας».
• Εάν σας έλεγαν, λοιπόν, «άνοιξε το γήπεδο ο τελικός θα γίνει στην Πάτρα», θα δεχόσασταν;
«Εμείς θα δεχόμασταν με τις προϋποθέσεις που είπα προηγουμένως. Διότι αν τις προϋποθέσεις τις καθορίζουμε εμείς, τα γήπεδα θα ήταν ανοιχτά να τα χαίρεται η οικογένεια. Τώρα τις προϋποθέσεις τις διαμορφώνει η κυβέρνηση με τις ΠΑΕ. Αμφότεροι αποδεικνύουν ότι δεν μπορούν να διαχειριστούν τίποτα που να είναι ασφαλές για να το χαρείς. Πώς έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο;
Δεν θα πρέπει να πάμε στη καταστολή. Διότι κάθε φορά που συζητάμε για τα προβλήματα που παράγονται, τρέχουμε και λέμε “Υπάρχει βία; Μάλιστα. Καταστολή. Να βρούμε τρόπους να φωτογραφίσουμε, να βαρέσουμε, να πιάσουμε κλπ.”. Δεν πανε στο πριν όμως, στο πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Ούτε στο ποιο λόγο θα πρέπει να υπάρχει αυτή η κατάσταση σήμερα στον αθλητισμό. Ποιοι είναι οι παράγοντες που το διαμόρφωσαν; Εκεί αν το ψάξουμε καλά και φτάσουμε στην επίπεδο θα βγει στην επιφάνεια ότι το αξιακό σύστημα αυτού του συστήματος είναι να το τυλίξεις σε ένα χαρτί και να το πετάξεις στη θάλασσα.
Θα πρέπει να πάρουμε επίσης αυτούς που διαμορφώνουν αυτό το αξιακό σύστημα, να τους τυλίξουμε επίσης σε ένα χαρτί και να το πετάξουμε στη θάλασσα. Στη θέση τους να φέρουμε ένα άλλο σύστημα, το οποίο να έχει αξίες οι οποίες να είναι η αλληλεγγύη, η άμυλα, η χαρά του να πεις ότι “θα πάω να παρακολουθήσω αγώνες”. Όχι τον επαγγελματισμό που έχουν επιβάλει τώρα και με τον τρόπο που το έχουν κατοχυρώσει νομοθετικά. Με μια άλλη κατεύθυνση ο αθλητισμός θα είχε απογειωθεί σε ποιότητα, σε ποσότητα και θα το αγκάλιαζε το σύνολο της κοινωνίας, κάτι που είναι και πολύ απαραίτητο. Βασικό ζήτημα για να εντάξεις μια νεολαία σε μια άλλη κατεύθυνση είναι να πάρεις και να του δώσεις χώρους δημιουργικούς, που θα τους ανοίξουν στο κεφάλι, τα προσόντα τους, τις δυνατότητές τους».

• Εν αντιθέσει με το Παμπελοποννησιακό άλλα Ολυμπιακά Ακίνητα παραμένουν παρατημένα. Γιατί θεωρείτε ότι συμβαίνει αυτό;
«Διότι δεν είναι στο κέντρο της προσοχής το κυβερνήσεων που έχουμε γνωρίσει, ο αθλητισμός και οι ανάγκες της νεολαίας. Όλα τα χρήματα τα οποία συγκεντρώνονται μέσα από τη φορολογία, από το ΕΝΦΙΑ, από το ΦΠΑ, από χίλιους δυο τρόπους, στο τέλος τι γίνονται; Τα δικά μας χρήματα, τα οποία θα έπρεπε να καλύψουν τις κοινωνικές μας ανάγκες, τις ανάγκες του αθλητισμού, του πολιτισμού, της παιδείας, της υγείας. Υπάρχει υποχρηματοδότηση, δεν υπάρχει ενδιαφέρον να υπάρχουν υποδομές που πρέπει. Για ποιο λόγο; Γιατί τα χρήματα και ο προσανατολισμός είναι να πάτε σε αυτούς που έχουν το χρήμα. Τα δίνουν σε αυτούς με τη μορφή της επένδυσης, της ανάπτυξης. Ότι αυτοί θα φέρουν την ευτυχία στο τρόπο μας. Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως ούτε ανάπτυξη έχουμε ή μάλλον έχουμε αλλά για τα δικά τους ενδιαφέρονται.
Αυτοί παίρνουν τα χρήματά μας και ζουν τη δική τους ευτυχία. Είτε λέγεται ταμείο ανάκαψης, είτε λέγεται αναπτυξιακός νόμος, είτε λέγεται επενδυτικός νόμος. Εφευρίσκουν συνέχεια νόμους οι οποίοι μετατρέπουν τα χρήματά μας σε χρήματα των λίγων. Υπάρχει μια κατάσταση στην οποία δεν το ενδιαφέρον από τους κυβερνώντες δεν στρέφεται στα παιδιά μας, αλλά στην ευτυχία των λίγων.
Το πρόγραμμα ΕΣΠΑ, για παράδειγμα, που είναι δισεκατομμύρια. Το 30% των χρημάτων λένε ότι θα γίνει επένδυση. Ο άλλος, λοιπόν, το κάνει ξενοδοχείο, ο άλλος το κάνει εργοστάσιο κλπ. Γιατί αυτά τα δισεκατομμύρια να πάνε για τις ατομικές χαρές των κατόχων του πολούτου, και να μην είναι είναι ανάπτυξη το να έχουμε ένα αθλητικό κέντρο το οποίο να λάμπει και να έχει μια λειτουργία η οποία να είναι αντίστοιχη της εποχής μας. Να προσφέρει στα παιδί τη χαρά να πάει στο γήπεδο χωρίς να έχει κριτήριο αν του φτάνουν τα οικονομικά του ή όχι. Γιατί δεν είναι μόνο να πάει στο στάδιο, είναι και όλη η υποδομή αλλά και η ανάγκη του σαν αθλητής.
Αν η καρδούλα και η ψυχή μας χτυπά δίπλα στα παιδιά μας πρέπει να διαλέξουμε άλλο δρόμο. Γιατί αλλιώς θα καθόμαστε εμείς και θα μιλάμε για τις ανάγκες μας. Θα τρέχουμε με εθελοντισμούς και με άλλα πράγματα για να κρατήσουμε την κοινωνία μας. Ενώ χρειάζεται να ανοίξουμε και ένα μέτωπο».

• Θεωρείτε, επειδή τη ζήσατε εκείνη την εποχή, ότι όταν φτιάξαμε όλα αυτά τα έργα, σκεφτήκαμε το τώρα και όχι το μετά;
«Οι Ολυμπιακοί αγώνες ήταν ένας κύκλος οικονομικός. Όταν φτιάχνεις κάτι σε σε μία κοινωνία που έχει κεντρικό σχεδιασμό στην οικονομία της, κάνεις κάτι με μια προοπτική για το μέλλον. Σε ένα γεγονός όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες, έχεις στο νου σου αυτά (σ.σ. τα έργα) να μείνουν μετά για δεκαετίες, εκατοντίες, όσο θα υπάρχει η χώρα μας. Πρέπει σε αυτή τη σκέψη σου να πάρεις πορούς, οι οποίοι να χρησιμοποιηθούν σε αυτό το κομμάτι το οποίο είναι ζωτικής σημασίας για τη διαμόρφωση ενός νέου ανθρώπου.
Αλλά δεν ήταν στο κέντρο της προσευχής τους. Στο κέντρο της προσευχής ήταν το πλιάτσικο που γινόταν, το πώς μαζευόταν το χρήμα την περίοδο των κατασκευών. Αν στο κέντρο της προσοχής σου είναι τα παιδιά, θέλει άλλο προσανατολισμό που δεν τον έχουμε, Αν στον προσανατολισμό σου είναι πώς θα κερδίσουν κάποιοι, αυτοί μας τα αυγατίζουν, μας τα βγάζουν και με περηφάνια. Αυτούς οι οποίοι κυριαρχούν είναι για να κάθεσαι να λες, να εξαφανιστούν. Διότι το αξιακό τους σύστημα και η συμβολή τους στην ευτυχία των παιδιών μας και της κοινωνίας μας είναι ανύπαρκτη. Είναι ένα βάρος ο οποίος πρέπει να παραμεριστεί για να έχουμε την ευτυχία των παιδιών μας».






Τρίτη 19 Μαρτίου 2024

#Ειδική_Ασφάλεια: Η “Ελληνική Γκεστάπο” της κυβέρνησης του Βενιζέλου #Φεβρουάριος_1929


    Ειδική Ασφάλεια: Η “Ελληνική Γκεστάπο”:

Ήταν Φεβρουάριος του 1929, όταν η κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου αποφάσιζε την δημιουργία μιας νέας υπηρεσίας της αστυνομίας με τίτλο “Διεύθυνση Ειδικής Ασφάλειας του Κράτους”.

    Η υπηρεσία είχε σκοπό -μεταξύ άλλων- την παρακολούθηση προσώπων “σκοπός των οποίων ήθελεν είσθε η μεταφύτευσις και καλλιέργεια εν την Ελληνική κοινωνία…δοξασιών η ιδεών, αίτινες θα απέβλεπον εις την μεταβολή ή ανατροπήν των υφιστάμενων σήμερον νομίμως εν την Χώρα τοιούτων”.

 Στην πραγματικότητα η νέα υπηρεσία ήταν ενίσχυση της ανασυγκρότησης όλων των κρατικών μηχανισμών ενάντια στον “εσωτερικό εχθρό” δηλαδή το εργατικό κίνημα και τον λαό με όχημα τον αντικομμουνισμό. 


Λίγες εβδομάδες μετά την ίδρυση της “Ειδικής” η κυβέρνηση έφερε στην Βουλή το “Ιδιώνυμο” και ξεκίνησε νέο πογκρόμ κατά των ταξικών συνδικαλιστών, των κομμουνιστών και δημοκρατικών αγωνιστών.

Η “Ειδική” γρήγορα εξελίχθηκε σε ομάδα παρακρατικών χαφιέδων-δολοφόνων που έφτασε στο σημείο να προσπαθήσει να δολοφονήσει ακόμα και τον ιδρυτή της. 

Απο τις έρευνες που έγιναν μετα την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου (6 Ιουνίου 1933) αποκαλύφθηκε ότι ο οργανωτής της απόπειρας δολοφονίας ήταν ο τότε ο Διοικητής της Ειδικής Ασφάλειας μαζί με τον Διοικητή της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών. 


Οι φασίστες/φιλοναζιστές του Μεταξά πήραν “προίκα” απο τις “δημοκρατικές” κυβερνήσεις την Ειδική και-όπως και με άλλους αντιδραστικούς νόμους και υπηρεσίες-την ανέπτυξαν σε βασική υπηρεσία για την αντιμετώπιση του “κομμουνιστικού κινδύνου”.

Ενισχυμένη ακόμα περισσότερο απο την φασιστική δικατορία η Ειδική Ασφάλεια εντάχθηκε κατευθείαν δωσιλογικό μηχανισμό και την υπηρεσία των ναζί στην διάρκεια της κατοχής.


Το Φθινόπωρο του 1943, λίγους μήνες μετα την ίδρυση των “Ελληνικών Ες-Ες”, των Ταγμάτων Ασφαλείας απο την “κυβέρνηση” Ράλλη, ο δοσίλογος διευθυντής της αστυνομίας Πόλεων Άγγελος Έβερτ πρότεινε να αναλάβει η Ειδική  εξολοκλήρου την “δίωξη των κομμουνιστών”. 

Ο Έβερτ γνώριζε καλά πως σημαντικό τμήμα της Αστυνομίας Πόλεων επηρεαζόταν απο το ΕΑΜ και έτσι έκανε αυτήν την πρόταση-για να αποποιηθεί ευθύνες αλλά και να δώσει “υπηρεσιακή λύση”.


Για να ανταποκριθεί στα νέα της “καθήκοντα”, η δοσιλογική “κυβέρνηση” Ράλλη και η Διοίκηση της Ειδικής ανασυγκρότησαν την υπηρεσία, παραμερίζοντας ακόμα και αξιωματικούς της για να στρατολογήσουν,σύμφωνα με την μαρτυρία του Διοικητή της Σχολής Χωροφυλακής στο Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων “καθάρματα, άλλα μεν χρησιμοποιήθηκαν ως προδότες και άλλα πήγαν εις τα ΕΣ-ΕΣ”. 


Αυτά τα  καθάρματα εντάχθηκαν κατευθείαν στην Ειδική είτε ως χωροφύλακες άνευ θητείας, είτε ως ιδιώτες που συγκρότησαν “ομάδες κρούσης”, που δρούσαν αυτόνομα και με την ενθουσιώδη στήριξη των SS.

Με ομάδάρχες τους Παρθενίου, Πουλή, αδελφούς Μαντά, Παναγιωτόπουλο και άλλους, η Ειδική Ασφάλεια εξελίχθηκε σε “Ελληνική Γκεστάπο”, που αιματοκύλισε την Αθήνα, με την ενθουσιώδη υποστήριξη

και συνεργασία των SS:

Συλλήψεις χωρίς εντάλματα, βασανισμοί μέχρι θανάτου, εκτελέσεις χωρίς καν καταδικαστικές αποφάσεις.

Δικτυώθηκε σε συνοικίες δίνοντας ταυτότητες της σε μέλη της “Χ” του Γρίβα η άλλες “εθνικόφρονες” οργανώσεις.  

Αυτό το δίκτυο χαφιέδων και δολοφόνων ανέλαβε αμέσως δράση ενάντια στην Εθνική Αντίσταση μέσα στις συνοικίες.

Παράλληλα έστησε κέντρο βασανιστηρίων στο επιταγμένο ξενοδοχείο Κριστάλ της οδού Ελπίδος,όπου ξεπέρασε σε βαρβαρότητα ακόμα και τους ναζί. 

Με αυτόν τον τρόπο πολλά μέλη της Ειδικής πετύχαιναν τον στόχο τους, την απόσπαση στα SS απο τα οποία, όπως κατέθεσαν αξιωματικοί της Χωροφυλακής μετα την απελευθέρωση, αρνούνταν να επιστρέψουν.


Η Ειδική είχε κομβικό ρόλο και σε όλο το εγκληματικό δίκτυο που συγκρότησαν οι ναζί και οι δωσίλογοι, μαζί με άλλες υπηρεσίες η ναζί κατασκόπους. Στην δράση της Ειδικής στηρίχθηκαν όλες οι εγκληματικές επιχειρήσεις των Ταγμάτων Ασφαλείας, με πρώτο μαζικό έγκλημα τις εκτελέσεις και φυλακίσεις χιλιάδων αναπήρων ηρώων του πολέμου του 40, το Φθινόπωρο του 1943.


Λίγες εβδομάδες μετά ο υποστράτηγος της Ειδικής Λάμπου ενημέρωσε την υπηρεσία ότι ο Αρχηγός των Σωμάτων Ασφαλείας Στρατηγός των SS Βάλτερ Σιμάνα

επιθυμών εμπράκτως να διατρανώση την προς αυτούς εκτίμησην του..παρεχώρησε ως δώρον δια τας εορτάς των χριστουγέννων 10 σάκκους νήματος” και ότι η διανομή θα γίνει ανάλογα με τις “επιτυχίες” του καθενός (δηλαδή πόσους αντιστασιακούς η και απλούς πολίτες είχε σφάξει, βασανίσει η καταδώσει στους ναζί).

Οι ομάδες κρούσης της Ειδικής δολοφονούσαν απεργούς στους χώρους δουλειάς, νεολαίους που κολλούσαν αφίσες για την Αντίσταση, αντιστασιακούς κ.α ενω πολλούς τους δολοφονούσαν στα κρατητήρια μετα απο βασανιστήρια και πετούσαν τα πτώματα σε δρόμους και υπονόμους. Άλλες φορές προσπαθούσαν να αποσπάσουν χρήματα απο τα θύματα.

Το καλοκαίρι του 1944, γύρω απο την πλατεία Βικτωρίας βρισκόντουσαν κάθε πρωί κακοποιημένα πτώματα.

Μέχρι και τις τελευταίες μέρες της λειτουργίας της, η Ειδική βασάνιζε και δολοφονούσε. 24/9/1944, τέσσερις μέρες πριν διαλυθεί, εκτέλεσε, αφού πρώτα βασάνισε, τρείς φοιτητές της ΕΠΟΝ που είχε συλλάβει την προηγούμενη μέρα στο Χημείο. Τα πτώματα βρέθηκαν στην είσοδο του Ζαππείου.


Τα θύματα της Ειδικής Ασφάλειας δεν βρήκαν ποτέ δικαιοσύνη. Μετα την απελευθέρωση, ο αστικός κρατικός μηχανισμός προστάτευσε τα κτήνη της Ειδικής. Στις λίγες περιπτώσεις που επιβλήθηκαν ποινές θανάτου η ισοβίων, μετατράπηκαν σε ποινές λίγων ετών. Σε λίγα χρόνια, όλοι οι δολοφόνοι της “Ελληνικής Γκεστάπο” (όσους δεν είχαν προλάβει ο ΕΛΑΣ και η ΟΠΛΑ στην κατοχή και τον Δεκέμβρη του 1944) κυκλοφορούσαν ελεύθεροι.


Πχ ο Λάμπου αποφυλακίστηκε το 1952 ενω ο αρχιβασανιστής Παρθενίου, αργότερα έγινε και μοίραρχος της Χωροφυλακής. Η ιστορία της Ειδικής Ασφάλειας των Βενιζέλου-Μεταξά-Ράλλη(και ναζί)είναι άλλο ένα παράδειγμα ότι η εξουσία της αστικής τάξης και το κράτος της, ανεξάρτητα απο κυβερνήσεις και συνθήκες έχουν συνέχεια, με στόχο πάντα τον”εχθρό λαό” και όσους αγωνίζονται.

 

Πηγές/Βιβλιογραφία: “Ιστορία της Αντίστασης 1940-45”, Συλλογικό έργο, “Διεύθυνση Ειδικής Ασφάλειας του Κράτους”, Μενέλαος Χαραλαμπίδης, Το τιμωρό χέρι του λαού: Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα” Ιάσονας Χανδρινός ”Η 4η Αυγούστου”, Σπύρος Λιναρδάτος


Αλιεύτηκε από Praxis Review

Κυριακή 17 Μαρτίου 2024

#ΤΖΑΝΤΕ ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΣΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ




Dionisis Vitsos:
Αγαπημένα 
ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΣΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ
Ι
Κοντόβραδο του τελευταίου Σαββάτου τσ’ Αποκριάς. 
Σφάλισε τα πορτοπαράθυρά τση, η σόρα-Μαντίνα, αφού είπε την ύστερη “καληνύχτα” στη διερχόμενη μουρλο-Κατινάρα που ακόμα δε βαρέθηκε να πορτοθουρίζει [γυρίζει από πόρτα σε πόρτα] και να διαλαλεί η μουστρούφω[ανόητη] τα καρναβαλίσια τση “αντραγαθήματα”, και τρούπωσε στο σπιτόπουλό τση, εδεκεί που βρισκότουνα κάποτε η Εκκλησία τ’ Αη-Βασίλη του Κάτου.
Χήρα από τα πενήντα τση η κακομοίρα, και με το που καλοπάντρεψε στο μεταξύ τσι δύο θυγατέρες της, μνέσκει[απομένει] ολομόναχη στο πατρογονικό τση, φτιαγμένο μετά το Πενήντα Τρία, από τα χεράκια τ’ ανδρός τση, από τσου πλέον μαγγιώρους μαστόρους, του Τζάντε. 
Και να ιδείτε, όπου καλοστέκεται ακόμα μία χαρά, παρ’ όλο που από τότες που ’φυγε ο μακαρίτης, δεν του προστέθηκε μήτε καρφάκι.
Τώρα για να πει την αγία αλήθεια τση, δεν έχει λεμέντο[παράπονο] ούτε τσι κοπέλες, μα ούτε τσου γαμπρούς. Αν πει τ’ αντίθετο, θα πέσει παναπεί φωτία, να την κάψει. Αφού τηνε προσέχουνε και με το παραπάνου. Φροντίζουνε, να μην τση λείψει ποτέ τίποτσι. Από περιποίηση, μέχρι φάκνα[φαί]. Κι από γιατρό, όταν χρειάζεται, ως χατζιλίκι.

Μία μόνο στέρηση νιώθει, π’ ανάνθεμά τηνε, και την αποζητάει η καλή σου, με τη φωτία[απεγνωσμένα]. 
Αλλά, πού την εύρει η καψερή;
-Μια, προσλαλιά, μωρέ, κι ας είναι απ’ …Οβραίο!
Έτσι, γι’ ετούτη την προσλαλιά, παίρνει πρωί-πρωί τσου δρόμους, πως θα κάμει τάχατες τα ψώνια της. Το περισσότερο όμως για να κουβεντιάσει.
Κι αυτό το πιτυχαίνει κατά μεγάλο μέρος στη διάρκεια τσ’ ημέρας, είτε κατεβαίνοντας στην αγορά τ ’Αη-Παύλου, για τίποτα μικροψωνάκια, είτ’ υστερότερα κάνοντας κατ’ απάνου τον Αη Λάζαρο, κι αράζοντάς τηνε για κάμποση ώρα, στο “φούρνο του γιατρού” όπου βρίσκει, κανένανε, που ’χει όρεξη για πάρλα.

Το βράδυ όμως είναι το δύσκολο, όπου με το που μανταλώνει τα σκούρα... νιώθει να πέφτει απάνου τση τ’ Ατσαλή, και να τηνε πλακώνει κατάστηθα:
-Δεν βαστιέται άλλο, μωρές παιδία, ετούτη η μουγκαμάρα. Μέχρι που, μα τον ΄Αγιό μας, σκιάζουμαι, μήπως λάχει[τύχει] καμία βολά, και βουρλιστώ.
Σφαλίστηκε λοιπόν υποχρεωτικά και τ’ αποψινό βράδυ, ας έκανε κι αλλιώτικα, και με βαρεία καρδία, Θρονιάστηκε στη συνηθισμένη της θέση, πατώντας το κουμπί του χαζόκουτου, παραμιλώντας κιόλας από μοναχή της:
-Τι να μου κάμει κι ετούτο...
Και γυρνώντας ένα-ένα τα κανάλια, δε βρίσκει κάτι, νάναι τσ’ αρεσίας τση.
 Ποδόσφαιρο ο Κρατικός, κάποια ξέθωρη ταινία του “καλού” λεγόμενου ελληνικού κινηματογράφου ο ΑΝΤ1, κάμποσες ξεβράκωτες που λυσσομανάνε στο ΜΕGΑ.
 Έτσι σοχαδιασμένη διπλά, τη σβύνει, μην παραλείποντας και να τηνε στολίσει ανάλογα.
-Αει να χαθείς, κακός σου καιρός, για μπάλες κι αγαπητηλίκια είσαι πρώτη. 
Κάτι μωρέ για την Αποκριά, οπού νετάρει αύριο, δεν έχεις, συμφορά σου, να παρουσιάσεις;
Έτσι ξαπλώνει πάνω στο πάνινο κάθισμά της, βάνει και τσι δύο τις απαλάμες δεμένες πίσω από το κεφάλι σαν μαξιλάρι, κι ακουμπάει τεντωμένη στον πισινό τοίχο.

Σκέφτεται προς στιγμή, ν’ αντισηκωθεί για να ετοιμάσει κάτι ντις, για δείπνο. Μα παρατιέται αμέσως, γιατί μα την αλήθεια, όπου δεν πάει μέσα τση μήτε μερτόφυλλο.
Τόμου από την αυγή, ένα κόμπος όλο τσ’ ανεβαίνει, πασχίζοντας ο άτιμος, να τηνε πνίξει. 
Έτσι και το μεσημέρι, το μόνο που’ βαλε στο στομα τση, ήτανε δύο σκέτες κουταλιές ρυζόγαλο , απ’ εκείνο που έφτιαξε προψές, έτσι για το καλό. 
Για τούτο, σκέφτεται:
-Άσε να περάσει η Καθαροδευτέρα, και θα πω τσ’ Ασπασίας, να με πάει ίσαμε τον Πλαρινό, γιατί μα την αλήθεια, μωρές παιδία, που δεν είμαι και τόσο σόι.[δεν είμαι και τόσο καλά]
Αστοχώντας ωστόσο στο μουμέντο τις όποιες κακοδιαθεσίλες της, που έμαθε καιρό τώρα να τις θεωρεί περαστικές, ξανάρχεται ο νους της, σ’ εκείνη τη σουφροκώλα[ρυτιδιασμένη μέχρι και στον πισινό της] 
την Κατίνα, αυτήνε ντε, που καληνύχτισε πολληώρα[προηγουμένως].
-Είδες εκεί μάτια μου, να σου μοστράρει για γκόμενα κι η Κατινούλα; 
Τι έχουνε Θεέ μου, να ιδούνε ακόμα τα μάτια μου;
 Πού νογάει[γνωρίζει] μωρέ, ετούτη από Καζίνα και Καρναβάλια...;
Απ’ εδώ όμως και μπρος, δεν παραμιλεί άλλο από μοναχή της η σορα-Μαντίνα, μα μισοξαπλωμένη για περισσότερη άνεση, στο πλαϊνό της καναπεδάκι, με κλεισμένα τα μάτια, πελαώνει[παραδέρνει στο πέλαγο] ανάμεσα στις σκέψεις της.

ΙΙ
Τελευταίο Σαββάτο τσ’ Αποκριάς ήταν και τότε, ύστερη χρονιά που’ χε ακόμα Καζίνα η Ζάκυνθος. 
Μόλις που πάταγε τα δεκαεννιά. 
Κουκλάρα αληθινή, που το σκέρτζο κι η πουτανιά τση, είχαν ξεπερασμένες προ πολλού, τις συνοικίες και των δύο Αη-Βασίληδων και τ’ αποπάνου και τ’ αποκάτου. Κι είναι απλωμένες τόσο σ’ οξωμερία, ανέκαθεν λαικούρα, όσο και στη ψηλομύτα Μεσαμερία.

Ουρά οι νεαροί που λαχταράνε μία τση μόνο ματία.
 Μα κι οι κάπως οι μεγαλύτεροι όπου την λιγκουρεύουνε πιο πονηρά. 
Κι ετούτη, σκέτο θηλυκό τ’ άτιμο, με το ’να τση χέρι σκορπάει αβέρτα χαμόγελα κι υποσχέσεις, ενώ με τ’ άλλο δεν προφτάνει, κοροϊδεύοντας κιόλας, να τα ξαναμαζώνει.
 Παίζει έτσι η κακούργα, με την καρδία του καθενός που τηνε γλυκοκοιτάζει.
Στα φερσίματά τση ωστόσο, ετούτα τ’ άστατα, κύριο λόγο έχει, ο οικογενειακός της περίγυρος. 
Τα δύο παναπεί μεγαλύτερα αδέλφια τση, μακελαρέοι[χασάπηδες] το επάγγελμα, που την παρουσία τους, κανείς ούτε μπορεί, μα ούτε και πρέπει να μη λογαριάζει.

Για τούτο κι η μάνας τση, έτσι για καλό και για κακό, δεν παύει να την ορμηνεύει:
-Πρόσεχε θεγατέρα... γιατ’ ετούτα τα μπογιούδικα[αιμοβόρα] τ' αδέρφια σου, δεν μπαρτζολετάρουν [αστειεύονται]. 
Α σε πιάσουνε μωρή στο ουδέ[στο παραμικρό], θα σε ξεκοιλιάσουνε κακομοίρα μου, σαν... προβατίνα.

-Σιγά μωρέ, τη φόρα τσου...
Απαντάει την κάθε φορά, χασκογελώντας ετούτη.
Δίχως όμως να μην παίρνει στα σοβαρά, τον όποιο διαφαινόμενο κίνδυνο.
 Έτσι ζουλάπι μοναχό, δεν παύει την κάθε φορά, να «βάνει τ’ α-μέντε [προφυλάξεις] τση».
Ετούτο όμως το Σαββάτο, στο Ρωμιάνικο Καζίνο, τα παίζει όλα για όλα.
 Κορτάρει[φλερτάρει] από μήνες το Λιμενάρχη. Ένα λεβεντόπαιδο εκεί πάνου, κι άντρα μ’ όλη τη σημασία της λέξης.
«Ετούτος μ’ αρέσει μωρέ... » είπε σαν τον πρωτόειδε
«…κι όχι εκειά τ’απολειφάδια του κερατά, που με κυνηγάνε από πίσω, σαν ψοφόσκυλα.»

Με τον καιρό, την έχει προσέξει κι εκείνος, και τις Κυριακάτικες βόλτες, που ανελλιπώς τηνε κατεβάζει η μάνα τση, ας κάμει κι αλλιώτικα η κακομίξα[κακομοίρα] ανταλλάσσουνε κάτι φλογερές ματίες, που αν λάχαινε νάτανε σαΐτες, θα φουγκάρωνε[λαμπάδιαζε] σίγουρα ο ...Πλατύφορος.

Μα πέραν τούτου, ουδέν. Τα πράγματα, βλέπετε...
Έτσι το πήρ’ απόφαση, ο κόσμος να χαλάσει, να τονε σμίξει στο Καζίνο το ύστερο ετούτο Σάββατο τσ’ Αποκριάς, όπου την κάθε χρονιά, συνηθίζουνε βεραμέντε[“στ’ αλήθεια” ειρωνικά] να την παίρνουνε κι ετούτη, τ’ αδέλφια τση.

Αβιζάρει[ειδοποιεί] πρώτα-πρώτα το παιδί, για νάναι ξάπαντως στο πάνου Καζίνο, κι απέ βάνει χάμου τ’ ωραίο τση κεφάλι, για να καταστρώσει το σχέδιο. 
Γιατί μπορεί οι “μακελαρέοι” να την κουβαλούνε μεν μια βραδιά στο Καζίνο, για ν’ αλλάζει τάχα τον αέρα τση, αλλά δεν την αφήνανε κιόλας να...χορεύει του καλού καιρού. 
Η μάλλον τση έχουνε εξοικονομήσει δικό της αποκλειστικό ...καβαλιέρο: 
Τη Διονυσούλα, μία κρυοκώλα ξαδέλφη της, που δε τηνε σηκώνει σερνικός να χορέψει ούτε στο...χρυσάφι να τονε βουτήξουνε.
Και για να μην την χάνουνε, από τα μάτια τους, της είχανε παραγγελμένο πάνω στην κουκούλα του μαύρου της ντόμινου, να ’χει κολλημένη μία τεράστια κόκκινη φιόγκα.
Εδώ λοιπόν, έπρεπε να δουλέψει το κεφάλι της, να ξεγελάσει παναπεί, τσου ...δεσμοφύλακές τση.

Το έστυψε ωστόσο όσο έπαιρνε, και κατέληξε στην Αθηνούλα, μία γειτονοπούλα τση, που εκτός από φιλενάδα, είχε την ίδια ακριβώς μ’ εκείνη κοψία.
-Αθηνούλα μου... από το Θέο και στα χέρια σου, έτσι κι έτσι...

Τρομάζει στην αρχή η άλλη με την αποκοτιά της, και τση κάνει φοβισμένα:
-Αν σε πάρουνε πρέφα, θα σε πετσοκόψοννε κακομοίρα μου εφτούνοι οι αλιτζερίνοι[αλγερινοί πειρατές].

Μα εκείνη, είναι πια, αποφασισμένη για όλα:
-Ας με σφίξει στην αγκαλιά του, ευτούνος ο παίδαρος, κι ας με κάμουνε την άλλη κι όλας στιγμή, χίλια μπουκούνια[κομμάτια].

Έτσι, εκείνο τ’ αλησμόνητο Σάββατο, το τελευταίο της Αποκριάς του 1953, η Μαντίνα χορεύει πρώτα ένα-δύο χορούς με τη χαζο-Διονυσούλα, και στη συνέχεια κάνει προς την τουαλέτα.
 Εκεί, όλα κι όλα, δεν χωράει η διπλή αδελφική της επιτήρηση. Αλλάζει στο μουμέντο κουκούλα με την Αθηνούλα, που την περιμένει εκεί επί τούτου, κι απέ[μετά] χουμάει με λαχτάρα, μέσα στην κοσμοπλημμυρισμένη σάλα, για ν’ ανταμώσει τον καλό της.

Χορεύει δύο ολόκληρες ώρες μαζί του, και δε θα ξεκολλούσε από τη ζεστή αγκαλιά του, αν δεν έκανε κατά ’κει η Αθηνά, για να της ψιθυρίσει στ’ αυτί:
-Γύρισε ογλήγορα στ’ αποχωρήτηρια, γιατί... δε τα βλέπω καλά τα πράματα.

Και να ιδείς, που δεν έπεσε όξω η Αθηνούλα, σπίρτο κι ετούτη μοναχό, γιατί με το που σκατζάρανε[ανταλλάξανε] κουκούλες, και γύρισε η Μαντίνα στην συντροφιά τση, ετοιμαζότανε όλοι, και η Διονυσούλα, τρομάρα τση, να κάμουν ρόντα[περιπολία, εδώ: 
βόλτα] κατά το Κάτου Καζίνο, το Λουμπαρδιανό.

Εδωπά όμως, η σορα-Μαντίνα σταματάει ν’ αναπολεί.
Κι όπου μάλιστα, τόση ώρα μισοξαπλωμένη, νιώθει σαν ν’ ανατριχιάζει η ραχοκοκαλιά τση:
-Ετούτο μ’ έλειπε, ν ’αρπάξω, συφορέλια μου, και κάνα κρυολόγημά. Ψιθυρίζει και κάνει κατά την κρεββατοκάμερα της.
Και πέφτοντας σε λίγο για νανάκια τση, δεν αστοχάει να δώκει πληρωμένη απάντηση σ’ εκείνη τη συφοριασμένη την Κατινούλα, έστω κι αν δεν υπάρχει τρόπος για να την ακούσει:
-Εκείνο το δικό μας μωρή, ήτανε αληθινό καρναβάλι, όχι ετούτα εδώ τα δικά σας τα σημερνά ρεντίκολα!

Ύστερα τηράει κατά το εικονοστάσι, φωτισμένο αμυδρά από ένα ηλεκτρικό καντήλι, που όσο κι αν το ’χουνε καμωμένο να τρεμοσβύνει, κανέναν δεν μπορεί να πείσει για αληθινό. 

Κάνει το σταυρό τση, λέγοντας φωναχτά την τελευταία σημερνή της κουβέντα:
-Καληνύχτα Χριστούλη μου, κι ...αύριο με καλό.

ΝΙΟΝΙΟΣ ΜΕΛΙΤΑΣ «ΖΑΚΥΝΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ», ΕΡΜΗΣ, 1999
[ΝΙΟΝΙΟΣ ΜΕΛΙΤΑΣ(1932-2018): Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες και δημόσια διοίκηση κι εργάστηκε στη Νομαρχία Ζακύνθου ως διοικητικός υπάλληλος από το 1960 μέχρι το 1991.
Παράλληλα δημοσίευσε άρθρα, διηγήματα και χρονογραφήματα κυρίως ζακυνθινής θεματολογίας.]