ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Το "εργαλείο" για «την ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός που θα συνιστά προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων»:


Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από τον κόσμο όπου 8 μόλις άτομα κατέχουν πλούτο που ισούται με τα υπάρχοντα 3,5 δισεκατομμυρίων ανθρώπων, δηλαδή του 50% του πληθυσμού της Γης.
Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από τον κόσμο των 3 δισεκατομμυρίων ανθρώπων που «ζουν» με 1,5 δολάρια την ημέρα.
Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από την Ευρώπη των 120 εκατομμυρίων φτωχών και απόκληρων.
Ένα ερώτημα πλανάται πάνω από την Ελλάδα της καταχνιάς, της κατάθλιψης, της αιθαλομίχλης και των 2.460 αυτοκτονιών το διάστημα 2010-2014: «Τι να κάνουμε;»…

Στις αρχές του περασμένου αιώνα, σε άλλες (;) συνθήκες το ερώτημα είχε τεθεί και είχε απαντηθεί από τον άνθρωπο που σήμερα συμπληρώνονται 93 χρόνια από τον θάνατό του, στις 21 Γενάρη 1924: 
Τον Λένιν.

Κατ’ αρχάς, όμως, τι σόι άνθρωπος, τι σόι τύπος ήταν ο Λένιν, ώστε να αξίζει να δώσουμε βάση στην άποψή του για το «τι να κάνουμε» εμείς σήμερα;

«Λένιν, ο πιο ανθρώπινος άνθρωπος»,έγραφε μετά τον θάνατό του ο Μαγιακόφσκι. 
Αλλά ο Μαγιακόφσκι λάτρευε τον Λένιν και ίσως δεν θα μπορούσε να είναι αντικειμενικός στην κρίση του.

Είναι σημαντικότερο, επομένως, να μας περιγράψει την προσωπικότητά του κάποιος που οι σχέσεις του μαζί του υπήρξαν, το λιγότερο, πολυκύμαντες:
«Ο Λένινγράφει ο Τρότσκιανεχόταν την νεροποντή από εγκώμια με τον τρόπο που ένας ανυπόμονος πεζός υπομένει τη βροχή κάτω από μια ξώπορτα». Και ως πολιτικός, ως ηγέτης;
 Ο Τρότσκι πάλι αναφέρει: 
«Δεν επέβαλε το σχέδιό του στις μάζες. Βοηθούσε τις μάζες να συλλάβουν και να πραγματοποιήσουν τα δικά τους σχέδια». 
Αλλά δεν έχει λιγότερη σημασία να δει κανείς πως μιλούσαν για τον Λένιν οι ίδιοι οι ταξικοί του αντίπαλοι:
«Ο Λένιν ήτο η επιφανεστέρα των προσωπικοτήτων που ανέδειξεν ο τελευταίος παγκόσμιος πόλεμος» σημείωναν σε άρθρο τους οι Τάϊμς της Νέας Υόρκης την επόμενη του θανάτου του ενώ οι Τάϊμς του Λονδίνου έκαναν λόγο για 
«το σιδερένιο θάρρος του, την ακλόνητη αποφασιστικότητα του και την ολοκληρωτική έλλειψη κάθε ιδιοτελούς συμφέροντος μέσα στον αγώνα» (https://atexnos.gr, 20/1/2017)

Όσο για τα παρακάτω δεν τα έγραψε κάποιος 
«όποιος κι όποιος». 
Και κυρίως δεν τα ισχυρίζεται κάποιος που πάσχει από μαρξιστικές και λενινιστικές «παρωπίδες». 
Ο ύμνος στον Μαρξ και τον Λένιν προέρχεται από έναν υπουργό Οικονομικών του… Ρήγκαν! 
Τον Πολ Κρεγκ Ρόµπερτς. 
Έγραψε:
«Αν ο Μαρξ και ο Λένιν ήταν σήµερα ζωντανοί, θα ήταν βασικοί διεκδικητές του βραβείου Νόµπελ για την οικονοµία. Ο Μαρξ προέβλεψε την προϊούσα εξαθλίωση των εργαζοµένων και ο Λένιν προείδε την υποταγή της υλικής παραγωγής στη συσσώρευση κερδών του χρηµατοπιστωτικού κεφαλαίου. Οι προβλέψεις τους είναι κατά πολύ ανώτερες από τα “οικονοµικά µοντέλα” που σήµερα βραβεύονται µε Νόµπελ και από τις προβλέψεις των κεντρικών τραπεζιτών, των υπουργών Οικονοµικών και των νοµπελιστών οικονοµολόγων...» (1)
Φυσικά ο Λένιν δεν θα πάρει ποτέ το βραβείο Νόμπελ. Παρότι είναι ο άνθρωπος που με διεξοδικό τρόπο προσδιόρισε αυτό που ζούμε (και) 
σήμερα: Δηλαδή τον ζυγό του «αποικιακού» και «τοκογλυφικού ιµπεριαλισµού» (2). 
Ο Λένιν, αντίθετα, θα συνεχίσει να βαφτίζεται «ξεπερασμένος» από τους αδαείς. 
Αλλά θα είναι πάντα εκείνος που ανέλυσε ότι:
«Χαρακτηριστικό του καπιταλισµού γενικά είναι ότι χωρίζει την ιδιοκτησία του κεφαλαίου από την χρησιµοποίηση του κεφαλαίου στην παραγωγή, ότι χωρίζει το χρηµατικό κεφάλαιο από το βιοµηχανικό ή το παραγωγικό (…). Ο ιµπεριαλισµός ή η κυριαρχία του χρηµατιστικού κεφαλαίου είναι η ανώτατη εκείνη βαθµίδα καπιταλισµού όπου ο χωρισµός αυτός παίρνει πελώριες διαστάσεις. Η υπεροχή του χρηµατιστικού κεφαλαίου πάνω σε όλες τις υπόλοιπες µορφές κεφαλαίου σηµαίνει κυρίαρχη θέση του εισοδηµατία και της χρηµατιστικής ολιγαρχίας, σηµαίνει ξεχώρισµα µερικών κρατών που κατέχουν τη χρηµατιστική δύναµη, απ’ όλα τα υπόλοιπα» (3).
Ο Λένιν δεν θα πάρει ποτέ το Νόμπελ. Βλέπετε όσα είχε να μας πει (από τότε!) για την κυρία… Μέρκελ και για τα «χαϊδεμένα παιδιά» των εκάστοτε «Μέρκελ» που είναι σπαρμένα στις «μισοαποικίες» των μεγάλων Δυνάμεων, είναι ενοχλητικά. 
Έγραφε:
«Το κεφάλαιο έγινε διεθνές και μονοπωλιακό. Ο κόσμος είναι μοιρασμένος ανάμεσα σε μια χούφτα μεγάλες Δυνάμεις, δηλαδή Δυνάμεις που έχουν επιτυχίες στη μεγάλη καταλήστευση και καταπίεση των εθνών (...) η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία έχουν τοποθετήσεις στο εξωτερικό όχι μικρότερες από 70 δισεκατομμύρια ρούβλια. Για να εισπράττουν το "θεμιτό" εισοδηματάκι τους από το στρογγυλούτσικο αυτό ποσό - ένα εισοδηματάκι που ξεπερνάει τα τρία δισεκατομμύρια ρούβλια το χρόνο - υπάρχουν οι εθνικές επιτροπές των εκατομμυριούχων, που ονομάζονται κυβερνήσεις, που διαθέτουν στρατό και πολεμικό στόλο και "τοποθετούν" στις αποικίες και στις μισοαποικίες τα χαϊδεμένα παιδιά και τα αδέλφια "του κυρίου δισεκατομμυρίου" σαν αντιβασιλείς, προξένους, πρεσβευτές, κάθε λογής υπαλλήλους, παπάδες και άλλες βδέλλες» (4).

Παρ' όλα αυτά,το ερώτημα παραμένει: Έχει να πει κάτι ο Λένιν στους εργαζόμενους και στους άνεργους, σήμερα; 
Έχουν νόημα τα λόγια του στην εποχή του Wi – Fi; Μπορούν να ακουστούν μέσα σε όλη αυτή την οχλαγωγία από το σαφάρι των Πόκεμον; 
Και κυρίως: 
Τι προοπτική, τι διδάγματα μπορεί να προσφέρει η πολιτική δράση του εκατό χρόνια μετά, τώρα που επήλθε πια το «Τέλος της Ιστορίας» και το εγχείρημα της Οκτωβριανής Επανάστασης ανατράπηκε;

Μια σκέψη είναι αυτή που διατυπώθηκε από τον Σαρτρ
Ο μαρξισμός, έλεγε ο Γάλλος φιλόσοφος, 
«είναι αξεπέραστος διότι δεν ξεπεράστηκαν οι συνθήκες που τον ανέδειξαν».
Και ο Λένιν δεν εκπροσωπεί τίποτα λιγότερο από αυτό: Τον μαρξισμό στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Δηλαδή την εποχή της απόλυτης κυριαρχίας των μονοπωλίων στον κόσμο. Η’ μήπως σήμερα, επί «Ζήμενς» και «Κρούπ», επί Novartis και Ντόιτσε Μπανκ, επί τραπεζιτών και εργολάβων, ζούμε σε κάποια άλλη εποχή; 
Αν πάλι ο Σαρτρ δεν ακούγεται και τόσο πειστικός στα αυτιά ορισμένων, τότε τους προτείνουμε να λάβουν τοις μετρητοίς τον κ.Σαμαρά και τον κ.Τσίπρα. 
Αυτοί είναι που επί πρωθυπουργίας του πρώτου μνημόνευαν τον Λένιν στη Βουλή συχνότερα κι από το ΚΚΕ. 
Ας πάρουν τοις μετρητοίς και τον κ.Στουρνάρα. Αυτός (!) ήταν που επαναλάμβανε ότι διαβάζει τον Λένιν. Ανελλιπώς μάλιστα, όπως έλεγε από τη θέση του υπουργού Οικονομικών.

Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά από κάθε του υπογραφή κάτω από κόφτες και μνημόνια, είναι σύνηθες να βγαίνει και κάποιος «αριστερούλης» του (πρώτος διδάξας ο κ.Τσίπρας αμέσως μετά την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου) 
για να ξεπλύνει την ξεφτίλα του – πως; – απαγγέλλοντας Λένιν.
Οι μαρτυρίες όλων των παραπάνω όσο να ‘ναι μια κάποια πιστοποίηση της επικαιρότητας της λενινιστικής παρακαταθήκης προσφέρουν. Ειδικά αν αναλογιστούμε όσα διαπράττουν. 
Γεγονός που πείθει ότι ο λόγος που αναφέρονται στον Λένιν και ξεπατικώνουν τσιτάτα του, είναι για να κάνουν τα ακριβώς αντίθετα… 


«Τι να κάνουμε;», συνεπώς. Αλλά όχι κατά τους παραχαράκτες του Λένιν, μα σύμφωνα με τον ίδιο τον μπολσεβίκο ηγέτη;
Χρέος
Για παράδειγμα, στην Ελλάδα που λιμοκτονεί υπό το βάρος των χρεών έχει ο Λένιν να μας πει κάτι; 
Έχει να προτείνει κάτι στους Έλληνες του μόχθου που – ως μη όφειλαν – έχουν πληρώσει αυτά τα χρέη χίλιες φορές, αλλά τους επιβάλλουν να τα πληρώσουν άλλες χίλιες; 
«…νομίζουμε – έλεγε ο Λένιν απευθυνόμενος στους λαούς της Ευρώπης και όλου του κόσμου – πως για την ακύρωση των χρεών θα αναγκαστούν (σσ: οι λαοί) να περιμένουν κάτι άλλο και να δουλέψουν σε κάποια άλλη κατεύθυνση, χωρίς να υπολογίζουν στη "γενναιοψυχία" των κυρίων καπιταλιστών».
Τι έκανε λοιπόν ο Λένιν που δεν επαφίετο στη «γενναιοδωρία» των τοκογλύφων και των κερδοσκόπων και φυσικά δεν «διαπραγματευόταν» μαζί τους;
Το Γενάρη του 1918, η σοβιετική κυβέρνηση, με διάταγμα υπογεγραμμένο από τον Λένιν, ακύρωσε τα εσωτερικά και εξωτερικά δάνεια που είχε συνάψει η τσαρική και η Προσωρινή κυβέρνηση.
 Τέλος!
Όμως, οι Μπολσεβίκοι, επειδή ακριβώς ήταν κομμουνιστές, δηλαδή και πατριώτες και διεθνιστές, την ώρα που οι πολιτικοί προπάτορες του ελληνικού αστικού πολιτικού κόσμου έστελναν στρατό εναντίον τους, εκείνοι, όσον αφορά την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, να τι έκαναν:
«Ένα άλλο οικονομικό μέτρο της σοβιετικής κυβέρνησης στον εξωτερικό τομέα ήταν η παραίτησή της από το Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο (ΔΟΕ), που επέβαλαν το 1897, μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, οι Μεγάλες Δυνάμεις στην Ελλάδα (...) από την Οχτωβριανή Επανάσταση η Ελλάδα απεκόμισε οικονομικά οφέλη.
 Η νεαρή Σοβιετική Δημοκρατία, με απόφαση του Δεύτερου Συνεδρίου των Σοβιέτ, απάλλαξε την Ελλάδα από το χρέος που όφειλε στη Ρωσία και ανερχόταν στα 100 εκατομμύρια χρυσά γαλλικά φράγκα. 
Ακόμα, η σοβιετική κυβέρνηση παραιτήθηκε από τα δικαιώματά της στο Άγιο Όρος, καθώς και από τις ιδιοκτησίες του τσαρικού κράτους σε διάφορα ευαγή ιδρύματα στην Ελλάδα (…)» 
(Κώστας Αυγητίδης, 
«Η στρατιωτική επέμβαση 
των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα (1918-1920)»,
 εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).
Έτσι αντιμετώπισαν, λοιπόν, οι Μπολσεβίκοι και ο Λένιν τα θέματα του χρέους.

Κυβερνήσεις
Και για τους εκάστοτε «σωτήρες» μας; 
Έχει να πει κάτι ο Λένιν που να εξηγεί τον ρόλο τους; 
Η άποψή του δεν μας φαίνεται 
και πολύ παράταιρη:
«Σε μια κοινωνία – έλεγε – που βασίζεται (…) στην υποδούλωση των εκατομμυρίων φτωχών και εργαζομένων από μια χούφτα πλουσίων, η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να είναι ο πιο πιστός φίλος και σύμμαχος των εκμεταλλευτών, ο πιο πιστός φρουρός της εξουσίας τους. 
Και για να είναι σίγουρος φρουρός, δεν αρκούν στον καιρό μας τα κανόνια, οι ξιφολόγχες και ο βούρδουλας: 
Πρέπει να φροντίσεις να υποβάλλεις στα θύματα της εκμετάλλευσης την ιδέα ότι η κυβέρνηση στέκεται πάνω από τις τάξεις, ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ευγενών και της αστικής τάξης, αλλά τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, ότι φροντίζει να προστατεύει τους αδύναμους και τους φτωχούς από τους πλούσιους και τους ισχυρούς».
Τα διδάγματα της κρίσης
Μήπως ο Λένιν, που φυσικά δεν θα πάρει ποτέ το Νόμπελ – πράγμα που προφανώς ουδόλως θα τον ενδιέφερε και θα τον απασχολούσε – έχει να μας πει κάτι για την κρίση;
Είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρον για μας, τους βουλιαγμένους στις «μισοαποικίες» και στις «μητροπόλεις», τα θύματα των τοκογλύφων ιμπεριαλιστών, τα υποζύγια των «χαιδεμένων παιδιών» της ολιγαρχίας, να πάρουμε υπόψη μας τις σκέψεις του Λένιν για «Τα διδάγματα της κρίσης». 
Και –κυρίως - να σκεφτούμε την άποψη του μεγαλύτερου επαναστάτη του 20ου αιώνα γύρω από τα πολιτικά συμπεράσματα που απορρέουν από την κρίση.
 Ο Λένιν έγραφε: 
«Για να βγει κέρδος από μια επιχείρηση, πρέπει να πουληθούν τα εμπορεύματα, να βρεθούν αγοραστές. Και αγοραστής πρέπει να είναι κατ' ανάγκην όλη η μάζα του πληθυσμού, γιατί οι τεράστιες επιχειρήσεις παράγουν βουνά ολόκληρα από προϊόντα. Σ' όλες όμως τις κεφαλαιοκρατικές χώρες τα εννιά δέκατα του πληθυσμού αποτελούνται από φτωχούς: από εργάτες που παίρνουν ένα πενιχρότατο μεροκάματο, από αγρότες που, στη μεγάλη τους μάζα, ζουν χειρότερα κι από τους εργάτες.
Και να που, όταν η μεγάλη βιομηχανία σε περίοδο άνθησης παίρνει φόρα για να παράγει όσο το δυνατό περισσότερα, ρίχνει στην αγορά τόσο μεγάλη ποσότητα προϊόντων, που δεν είναι σε θέση να τα πληρώσει η φτωχή πλειονότητα του λαού. Αυξάνει ολοένα ο αριθμός των μηχανών, των εργαλείων, των αποθηκών, των σιδηροδρόμων κτλ., όμως, από καιρό σε καιρό διακόπτεται αυτή η αύξηση, γιατί η μάζα του λαού, για την οποία, σε τελευταία ανάλυση, προορίζονται όλοι αυτοί οι βελτιωμένοι τρόποι παραγωγής, παραμένει σε φτώχεια τέτοια, που φτάνει τα όρια της εξαθλίωσης.

Η κρίση δείχνει ότι η σύγχρονη κοινωνία θα μπορούσε να παράγει ασύγκριτα περισσότερα προϊόντα για την καλυτέρευση της ζωής όλου του εργαζόμενου λάου, αν δεν είχαν αρπαχτεί η γη, τα εργοστάσια, οι μηχανές κ.τ.λ. από μια χούφτα ατομικούς ιδιοχτήτες, που βγάζουν εκατομμύρια από τη λαϊκή εξαθλίωση.

Η κρίση δείχνει ότι οι εργάτες δεν μπορούν να περιοριστούν μόνο στην πάλη για μερικές παραχωρήσεις από μέρους των κεφαλαιοκρατών: στην περίοδο της αναζωογόνησης της βιομηχανίας μπορούν να καταχτηθούν τέτοιες παραχωρήσεις (...) όμως επέρχεται η κρίση και οι κεφαλαιοκράτες όχι μόνο παίρνουν πίσω τις παραχωρήσεις που έκαναν, αλλά και επωφελούνται από την αδυναμία των εργατών για να κατεβάσουν ακόμα πιο πολύ τα μεροκάματα. Κι αυτό θα συνεχίζεται αναπότρεπτα, ώσπου οι στρατιές του σοσιαλιστικού προλεταριάτου να γκρεμίσουν την κυριαρχία του κεφαλαίου (…)» (5).
Εκτός από λόγια, όμως, ο Λένιν συνήθιζε να κάνει και πράξεις. Οι οποίες συμβάδιζαν με τα λόγια του. 
Ως εκ τούτου, πιστός στις θέσεις του να μην επαφίεται στην «γενναιοδωρία» των δημίων του λαού, 
πιστός στην θέση του για το ξεπέρασμα της κρίσης υπέρ των πολλών, 
πιστός στη θέση του ότι οι κυβερνήσεις του λαού δεν στέκονται «πάνω από τάξεις» αλλά εκπροσωπούν την τάξη των καταπιεσμένων, 
φρόντισε: 
1) Στις 26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης –να υπογράψει το Διάταγμα για την Ειρήνη με το οποίο έβγαζε τη Ρωσία έξω από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και έξω από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν είχε υπογράψει, δηλαδή, κανένα κείμενο με το οποίο να αναγνωρίζει την παραμονή της Ρωσίας σε κανένα «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» με τους ιμπεριαλιστές ούτε κανένα κείμενο που έθετε την εσωτερική πολιτική στη Ρωσία υπό την «αξιολόγηση», την «εποπτεία» και την «επιτήρηση» των ιμπεριαλιστών. 
2) Την ίδια μέρα (26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης) είχε ήδη υπογράψει το Διάταγμα για τη Γη με το οποίο καταργήθηκε – χωρίς καμία αποζημίωση – η ιδιοκτησία της γης από τους τσιφλικάδες, συμπεριλαμβανομένης της αυτοκρατορικής και της μοναστηριακής. Δεν είχε δηλαδή υπογράψει τίποτα που να μιλά για επέκταση των ιδιωτικοποιήσεων, για το ξεπούλημα του λιμανιού στην Cosco, των αεροδρομίων στη Fraport, του ΟΣΕ στους Ιταλούς και του Ελληνικού στον Λάτση.

3) Πάλι την ίδια μέρα (26 Οκτώβρη 1917 – την επόμενη κιόλας μέρα της Επανάστασης) είχε ήδη υπογράψει το Νομοσχέδιο για τον Εργατικό έλεγχο στις βιομηχανικές, εμπορικές και τραπεζικές επιχειρήσεις.

4) Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση είχε ήδη υπογράψει (στις 14 Δεκέμβρη 1917) τον νόμο για την Εθνικοποίηση των Τραπεζών. Δεν είχε δηλαδή υπογράψει κανένα κείμενο που να λέει ότι οι τραπεζίτες θα συνέχιζαν να πίνουν το αίμα του λαού μέσω τραπεζών που θα συνέχιζαν να ανακεφαλαιοποιούνται με λεφτά του λαού.

5) Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση είχε ήδη υπογράψει (στις 18 Γενάρη 1918) την Εθνικοποίηση του εμπορικού στόλου. Δεν πήγαινε δηλαδή στην Ένωση Εφοπλιστών μοιράζοντας φοροαπαλλαγές στους εφοπλιστές μαζί με υποκλίσεις στον «πατριωτισμό» τους.

6) Λίγες μέρες μετά την Επανάσταση (στις 9 Γενάρη 1918) υπέγραψε – επαναλαμβάνουμε - το Διάταγμα Ακύρωσης όλων των Εσωτερικών και Εξωτερικών Δανείων που είχε υπογράψει η τσαρική και η προηγούμενη αστική κυβέρνηση. Αρνήθηκε, δηλαδή, να πληρώνει εγχώριους και ξένους κλέφτες, ληστές, κερδοσκόπους και τοκογλύφους, τους είπε αν θεωρούν πως έχουν λαμβάνειν να πάνε να τα πάρουν από εκείνους που τα είχαν ξεκοκαλίσει και όχι από το ρώσικο λαό, και φυσικά ουδέποτε υπέγραψε κείμενο όπως αυτό: «Οι ελληνικές αρχές επαναλαμβάνουν την αδιαμφισβήτητη δέσμευσή τους να τηρήσουν τις δανειακές υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές, πλήρως και έγκαιρα»…

Οι μετρ του εξυπνακισµού, φυσικά, επιμένουν:
 «Ναι», θα µας πουν ειρωνικά, 
«αλλά όση “σοφία” κι αν κρύβουν τα παραπάνω λόγια του Λένιν, όση αποφασιστικότητα κι αν δείχνουν οι πράξεις του, αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι τα “καθεστώτα’’ που δημιουργήθηκαν από τον Λένιν και τους οµοίους του κατέρρευσαν». 
Από τέτοιες τοποθετήσεις του συρµού άλλο τίποτα. Αυτού του τύπου οι αναγνώσεις της Ιστορίας είναι τόσο «εμβριθείς», ώστε να µην προκαλεί πια καµία εντύπωση ότι παραγνωρίζουν ακόµη και
 τα στοιχειώδη:
Πρώτον, ότι μετά από την ήττα που επέφεραν στο όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης οι εξελίξεις στις χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», η αλήθεια που περιέχεται στη σκέψη του Οσκαρ Ουάιλντ γίνεται ακόμα πιο επίκαιρη: 
«Ένας χάρτης του κόσµου που δεν περιέχει την Ουτοπία δεν αξίζει να τον κοιτάξεις καν, γιατί αφήνει έξω τη µόνη χώρα όπου η Ανθρωπότητα πάντα θα προσγειώνεται. Κι όταν προσγειωθεί, κοιτάζει πέρα και, βλέποντας µια καλύτερη χώρα, ξεκινάει για εκεί. Πρόοδος είναι η υλοποίηση της µιας µετά την άλλη Ουτοπίας».
Δεύτερον, ότι ο Λένιν – και εδώ μιλάμε για τον Λένιν – είχε ξεκαθαρίσει πολύ νωρίς στους επιγόνους 
του: «Κανένας στον κόσμο δεν μπορεί να μας τσακίσει αν δεν κάνουμε καμιά υπερφυσική ανοησία», έγραφε. Το να χρησιμοποιείς τις μεθόδους του καπιταλισμού στο όνομα της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού» είναι προφανώς περισσότερο κι από την «υπερφυσική ανοησία», για την οποία προειδοποιούσε ο Λένιν.
Τρίτον
ότι στο πανανθρώπινο αίτημα να «ξελασπώσουμε το μέλλον» δεν υπάρχει άλλος δρόμος από εκείνον που περιέγραφε ο Μαρξ αμέσως μετά την ήττα της Παρισινής Κομμούνας: «Πέθανε η Επανάσταση. Ζήτω η Επανάσταση»!
Ο Λένιν, λοιπόν, εκείνο που πάνω απ’ όλα συμβολίζει, για μας φυσικά, είναι η αστείρευτη δύναμη που περικλείεται στην μετατροπή του κοινωνικού δίκιου σε πολιτική δράση. 
Συμβολίζει εκείνη την ακατάβλητη ζωντάνια της σκέψης και της θεωρίας που δεν γίνεται «πατρόν», 
δεν γίνεται «δόγμα», αλλά εργαλείο και καθοδήγηση για δράση στην προοπτική ενός κόσμου χωρίς ίχνος δεσποτισμούόπου 
«η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός συνιστά προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων».Αυτός είναι και ο λόγος της «αθανασίας» του Λένιν αλλά και ο λόγος που κανένας – κομμουνιστής τουλάχιστον – δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει με τα λόγια του 
Μαγιακόφσκι:
«Επιμένουμε: 
Μην κάνετε τον Λένιν στάμπες
Μην τυπώνετε το πορτρέτο του σε πλακάτ, κερόπανα, πιάτα, ποτήρια, ταμπακέρες.
Μην κάνετε τον Λένιν μπρούντζο.
Μην του αφαιρείτε το ζωντανό του βάδισμα
 και το ανθρώπινό του πρόσωπο
που ο ίδιος μπόρεσε να διαφυλάξει 
ποδηγετώντας την ιστορία.
Ακόμα ο Λένιν είναι της γενιάς μας άνθρωπος ζωντανός με τους ζωντανούς
 αφήστε τον να είναι ζωντανός, όχι πεθαμένος
- Διά ταύτα 
- κάνετε τον Λένιν δάσκαλό σας
 αλλά μην τον αγιοποιήσετε. 
Θρησκεία μην κάνετε τ' όνομα ενός ανθρώπου
που σ' όλη του τη ζωή πολέμαγε όλες τις θρησκείες μην τον κάνετε σκεύος λατρείας για να το ρίξτε στο εμπόριο - 
μην εμπορευτείτε τον Λένιν»

***
(1) Πολ Κρεγκ Ρόµπερτς, υπουργός Οικονοµικών των ΗΠΑ επί προεδρίας Ρίγκαν, περιοδικό CounterPunch, Τα Νέα, 9.10.2010.
(2) Λένιν, Άπαντα, τόµος 27, σελ. 367, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
(3) Λένιν, Άπαντα, τόµος 27, σελ. 362, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
(4) Λένιν, Άπαντα, τόμος 26, σελ. 360 - 363, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
(5) Λένιν, απόσπασμα από το άρθρο «Τα διδάγματα της κρίσης», δημοσιεύτηκε στην «Ισκρα» τον Αύγουστο του 1901, «Απαντα», τόμος 5ος, σελ. 85 - 86, έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»).

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

«Kομμούνι, θα Πεθάνεις Εδώ Προδότη. Δεν υπογράφεις, εεε;»Tο χρονικό της Δολοφονίας των «Αμετανόητων».

  
Η μεγάλη σφαγή της Μακρονήσου - Το χρονικό της εν ψυχρώ δολοφονίας των 300 αμετανόητων φαντάρων - Media
«Κείνο το βράδυ σώπαιναν οι λύκοι, γιατί ούρλιαζαν οι άνθρωποι.
Εκείνο το πρωί τα κοκόρια του Λαυρίου για πρώτη φορά δε λάλησαν. Μόνο τα σκυλιά της πόλης ανέβηκαν στο καρβουνόχωμα και κλαίανε όλη τη νύχτα. Όσο για τους ανθρώπους, όλες αυτές τις νύχτες παρακολουθούσαν τη ζωή απ’ τις χαραμάδες... Σάστιζαν πως, αυτό που γινόταν αντίκρυ, δεν το είχε γράψει ακόμα η Αποκάλυψη»
Μενέλαος Λουντέμης
«Οδός Αβύσσου, αριθμός 0»
στο ΠΟΝΤΙΚΙ,
Ο ήχος των κυμάτων ήταν η μοναδική του συντροφιά τις τελευταίες 72 ώρες.
 Βρισκόταν δεμένος πισθάγκωνα, κοντά στην ακτή, προς την πλευρά που το καταραμένο νησί το έδερναν οι άνεμοι και το έκαιγε ο ήλιος. «Πρέπει να συνεχίσω να μετράω, αλλιώς θα τρελαθώ, θα χάσω το μυαλό μου», σκέφτηκε και σε κάθε παφλασμό πρόσθετε και ένα κυματάκι.
Ένας μεγάλος πάσσαλος, που ακουμπούσε την πλάτη του, είχε ακινητοποιήσει τα χέρια του και δυο μικρότεροι τα πόδια του. Το κορμί του ήταν ολόκληρο μια πληγή. 
Η ξηρασία και ο ήλιος είχαν κάνει το δέρμα του να σκάσει και να καεί. Ο καυτός αέρας, που φυσούσε δαιμονισμένα, είχε γεμίσει τις πληγές με σκόνη και άμμο. Είχε βγάλει φουσκάλες που έσπαγαν μόνες τους και το πηχτό υγρό που έβγαινε από μέσα νόμιζε ότι τον δρόσιζε. Τα χείλη του και το στόμα του είχαν σκληρύνει. Δεν είχε καθόλου σάλιο. Διψούσε. Εδώ και κάποιες ώρες δεν αισθανόταν τα γυμνά του μέλη που είχαν μουδιάσει, έτσι σφιχτά δεμένα που ήταν. Τα αυτιά του βούιζαν συνεχώς και το κεφάλι του νόμιζε ότι θα εκραγεί.
«Θα τρελαθώ», ξανασκέφτηκε. «Πεντακόσια δεκατρία, οκτακόσια δεκαεπτά... Όχι, πεντακόσια δεκατέσσερα...» συνέχισε το μέτρημα. 
Από απέναντι έβλεπε καθαρά τα φώτα από το Λαύριο. Σε λίγη ώρα θα ξημέρωνε και η ζωή στην πόλη θα ξεκινούσε κανονικά. Ο χασάπης θα πουλούσε το κρέας, ο γαλατάς θα μοίραζε το γάλα, ο μανάβης θα έβγαζε τα φρέσκα φρούτα του για να τα πουλήσει. Σκέφτηκε πώς είναι να δαγκώνεις λαίμαργα το καρπούζι και να γεμίζει το στόμα σου από αυτή τη γλυκιά υγρή σάρκα. Το στόμα του ξεράθηκε ακόμη περισσότερο. Θα λιποθυμούσε. Διψούσε.
Σκέφτηκε τα παιδιά του. Τον Αλέξη του. Να παίζουν μαζί και να γελάνε. Θα ήθελε να μπορούσε να σφίξει στην αγκαλιά του τη μικρή του κόρη που γεννήθηκε μια εβδομάδα αφότου τον πήραν με το καΐκι για το νησί. Άρχισε να κλαίει. Δάκρυα δεν έτρεχαν από τα μάτια του, κάθε υγρό του σώματός του είχε στερέψει. Όμως έκλαιγε με λυγμούς. Δεν μπορούσε να συγκρατηθεί. Δάγκωσε δυνατά τα ξεραμένα χείλη του και ρούφηξε το ίδιο του το αίμα για να ξεδιψάσει. 
Λίγες ώρες νωρίτερα
«Αλφαμίτες στη σκηνή μας». Δεν χρειάστηκε να του πουν κάτι άλλο. Αμέσως έσβησε το τσιγάρο του, που κάπνιζε με ανοιχτά τα πίσω κράσπεδα, το έκρυψε ανάμεσα σε κάτι πέτρες και άρχισε να καθαρίζει το πάτωμα. Μέσα στη μικρή σκηνή μπήκαν δυο αλφαμίτες. Ο ένας στάθηκε στην είσοδο, ο άλλος προχώρησε με βλέμμα αυστηρό. «Τι κάνει αυτούνος ιδώ και είν’ ξαπλουμέν’ς; Κοιμάτ’;».
«Έχει χαρτί γιατρού, συνάδελφε. Τον χτύπησε πολύ ο ήλιος όπως έσπαγε πέτρες και λιποθυμάει συνέχεια», απάντησε ο Γιάννης Δρακόπουλος, σκαπανεύς, που υπηρετούσε την πατρίδα του στον Οργανισμό Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου. Ήταν τυχερός. Δεν πολεμούσε στα βουνά τους συμμορίτες, αλλά βρισκόταν σε μια «νέα Εδέμ στα μάτια της ελληνικής Ιστορίας». Ήταν τυχερός γιατί, αν και παραστράτησε, το κράτος τον είχε στείλει στην «εθνική κολυμβήθρα», όπου σε αυτό το «αναρρωτήριο ψυχών» το μυαλό του θα υγίαινε από το μίασμα και θα ξαναγεννιόταν: «Στη Μακρόνησο αναγεννάται η Ελλάς ωραιοτέρα στην ψυχή των Ελλήνων». 
Ο αλφαμίτης τον κοίταξε ακόμη αυστηρότερα. «Δρακόπουλε, άφ’σε τ’ς μαλακίες κι έλ’ μαζί μ’. Δεν ιμπουρείς να με κουροϊδέψ’ς ισύ ιμέν. Ιγώ όταν παρ’δίδατε την πατρίδα στους Σλάβ’ς, ήμουν δίπλα στου Γρίβα στου Θησείου. Κανείς δεν μι κουροϊδεύ’ ιμένα. Πάμε μια βόλτα, πουλάκι μου».
Ο Δρακόπουλος δεν μπορούσε να περπατήσει από το ξύλο. Τα πόδια του πονούσαν, η πλάτη του πονούσε, τα μπράτσα του είχαν πιαστεί από το σπάσιμο και το κουβάλημα πέτρας. Παρ’ όλα αυτά ανέβαινε την ανηφόρα χωρίς να γλιστρά και με την ίδια ταχύτητα με τους βασανιστές του. Σε λίγο βρισκόταν στο γραφείο του διοικητή του λόχου του. 
«Λοιπόν, Δρακόπουλε, έχω μπροστά μου τον φάκελό σου. Βαρύς, Δρακόπουλε, πολύ βαρύς. Κρίμα, έχεις και δυο παιδάκια. Κρίμα γι’ αυτή τη γυναίκα που τα μεγαλώνει. Είναι και σαν τα κρύα τα νερά, μου λένε και κάποια πουλάκια. Δεν φοβάσαι που την αφήνεις μόνη; Κρίμα και για σένα. Απόφοιτος Νομικής και έμπλεξες με τους κομμουνιστές. Δεν σ’ αρέσει η πατρίδα σου, Δρακόπουλε;». 
Ο απόφοιτος της Νομικής, σε στάση προσοχής, απάντησε: «Αγαπώ την πατρίδα μου, κύριε διοικητά».
«Κάθισε, παιδί μου», του είπε ευγενικά. «Η πατρίδα σε αγαπάει και είναι διατεθειμένη να ξεχάσει ό,τι κακό της έκανες και να σε δεχτεί ξανά εις τους κόλπους της. Διάβασε αυτό το χαρτί και βάλε την υπογραφή σου. Μετά ο βαρύς αυτός φάκελος θα γίνει σαν πούπουλο πάπιας. Λευκός και ελαφρύς». Ο διοικητής έσπρωξε ευγενικά προς το μέρος του μια δακτυλογραφημένη κόλλα χαρτί και μετά, με εξαιρετικά αργές κινήσεις, έβαλε δροσερό νερό από μια γυάλινη κανάτα που είχε μπροστά του. 
Ο Δρακόπουλος λίγο έλειψε να πάθει αποπληξία. Όχι από τον ήχο του γάργαρου νερού που άκουγε στ’ αυτιά του. Τι κι αν το προηγούμενο βράδυ τους είχαν ταΐσει παστές ρέγκες, αλλά τους είχαν απαγορεύσει να πιουν νερό; Κόντεψε να πάθει αποπληξία από αυτό που διάβασε στο χαρτί:
«ΔήλωσιςΟ κάτωθι υπογεγραμμένος... κλάσεως... εκ... και διαμένων εις... δηλώ υπευθύνως και εν γνώσει των συνεπειών του νόμου περί ψευδούς δηλώσεως και χωρίς να ασκηθή βία τα κάτωθι:
Ουδέποτε υπήρξα κομμουνιστής και ουδεμίαν σχέσιν έχω με το συνωμοτικόν ΚΚΕ. Προσεχώρησα εις το ΕΑΜ με σκοπόν να απελευθερώσω την πατρίδα μου από τους κατακτητάς. Μετ’ ολίγον καιρόν αντελήφθην ότι όπισθεν του ΕΑΜ ήτο το ΚΚΕ, το οποίο ήτο η πηγή πάσης ενεργείας και πράξεως του ΕΑΜ.
Επειδή είμαι γνήσιο Ελληνόπουλο, καταδικάζω και αποκηρύσσω μετά βδελυγμίας όλας τας αναρχοβουλγαροκομμουνιστικάς οργανώσεις: ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΕΑ, αίτινες αποτελούν τα εγκληματικά σλαυόβουλα και αντεθνικά συγκροτήματα, σκοπός των οποίων είναι η κατασκόπευσις παντός ό,τι αφορά το κράτος και ιδία τον στρατόν και η υποδούλωσις της φυλής μας εις τους προαιώνιους εχθρούς μας Βουλγάρους - Σέρβους και γενικώς Σλαύους οίτινες πάντοτε ατίμως και υπούλως είτε διά της πανσλαυιστικής ιδέας προσπαθούν να αποσπάσουν εδάφη άτινα είναι ποτισμένα με ιδρώτα και αίμα των προγόνων μας. Τίθεμαι πολέμιος των άνω σλαυοδούλων και ανθελληνικών συγκροτημάτων μέχρι της τελικής εξαλείψεώς των.
Η παρούσα μου επιθυμώ να δημοσιευθή εις τον τύπον και αναγνωσθή εις την εκκλησίαν της ενορίας μου.
Β.Σ.Γ. 802 τη...Ο Δηλών...».
Ο Δρακόπουλος σηκώθηκε αργά από την καρέκλα. «Λυπούμαι, κ. διοικητά. Δεν θα υπογράψω».
Ο διοικητής του λόχου, που μέχρι εκείνη τη στιγμή φορούσε τη μάσκα του στοργικού πατέρα, μισόκλεισε τα μάτια: «Kομμούνι, θα πεθάνεις εδώ. Προδότη. Δεν υπογράφεις, εεε;».
Αμέσως έπεσαν επάνω του οι δυο αλφαμίτες που είχαν ήδη βγάλει τα μακριά ξύλινα κλομπ τους. Στο πέμπτο γεμάτο χτύπημα στο κεφάλι, ο Δρακόπουλος ένιωθε να σβήνει. Πρόλαβε να ακούσει τον διοικητή να λέει: «Μην τον σκοτώσετε, ρε ηλίθιοι. Αύριο τον θέλω περδίκι, να βρίσκεται μαζί με τους άλλους στο γήπεδο. Θα καλοπεράσει εκεί...». Ήταν απόγευμα της 28ης Φεβρουαρίου του 1948...
Η σφαγή
Τον Γιάννη Δρακόπουλο τον συνέφεραν οι συνάδελφοί του στη σκηνή, όπου τον πέταξαν αναίσθητο οι αλφαμίτες. Το πρόσωπό του ήταν γεμάτο ξεραμένα αίματα. Κάποιος εκ περιτροπής όλη τη νύχτα κατέβαινε μέχρι τη θάλασσα, έβρεχε ένα κομμάτι ύφασμα και ερχόταν να καθαρίσει τις πληγές του. Ο Γιάννης ανέβαζε πυρετό. Όλο το βράδυ μέχρι να ξημερώσει η 29η ψηνόταν και παραληρούσε. Φώναζε τα παιδιά του, έκλαιγε, ούρλιαζε. Κάθε του κίνηση τον τσάκιζε από τον πόνο. Οι συνάδελφοί του κρατούσαν και δρόσιζαν το κεφάλι του με απαλές κινήσεις. Το πρωί η γνωστή φωνή από τα μεγάφωνα διέκοψε τη διαδικασία: «Όλοι οι στρατεύσιμοι του Α’ Τάγματος Σκαπανέων» (ΑΕΤΟ) να πάνε για εκκλησιασμό».
«Σήκω, Γιάννη, θα σε κουβαλήσουμε εμείς. Σήκω, αδερφέ μου, γιατί εάν μείνεις μόνος στη σκηνή και σε βρουν, θα σε σκοτώσουν σαν το σκυλί και θα πουν ότι έκανες ψαράκι και αυτοκτόνησες». Το «ψαράκι» ήταν η απονενοημένη βουτιά κάποιων κρατουμένων με το κεφάλι στους βράχους για να χάσουν τις αισθήσεις τους και να σταματήσουν τα βασανιστήρια. 
Οι αμετανόητοι του ΑΕΤΟ, του «ερυθρού τάγματος», εκείνοι που δεν υπέγραφαν δήλωση, κινήθηκαν προς το γηπεδάκι του νησιού. Ανθρώπινα ράκη, ζωντανοί νεκροί, από τα βασανιστήρια και τη δίψα, 4.500 φαντάροι έσερναν τα βήματά τους μέχρι που έφτασαν εκεί. Στους λόχους είχαν μείνει μόνον οι ασθενείς, οι νερουλάδες, οι γραφιάδες και οι μάγειρες. Μετά την έπαρση της σημαίας, οι στρατιώτες διατάχθηκαν να πάνε στο θέατρο για να ακούσουν «θρησκευτική ομιλία». Μόνο έτσι τα ελληνορθόδοξα ιδεώδη θα ξερίζωναν από μέσα τους τη σαπίλα του κομμουνισμού. 
Ο Γιάννης είχε συνέλθει και ο πυρετός του είχε πέσει. Πλέον δεν τον υποβάσταζαν οι συνάδελφοί του. Ξαφνικά από το βάθος μια ομάδα από αλφαμίτες έσπαγαν στο ξύλο και έσερναν από τα μαλλιά και τα ρούχα τους απαλλαγμένους λόγω ασθένειας. Άρρωστους φαντάρους τους κλώτσαγαν, τους χτύπαγαν με τα κλομπ και τους έβριζαν για να συγκεντρωθούν κι εκείνοι στο γήπεδο. 
Οι αμετανόητοι του ΑΕΤΟ διαμαρτυρήθηκαν. Ο Γιάννης φώναζε και εκείνος με όση δύναμη είχε: «Ρε, δεν βλέπετε ότι είναι άρρωστοι; Ντροπή. Έχουν απαλλαγεί. Ντροπή σας, αλήτες». Οι 4.500 φαντάροι του ΑΕΤΟ είχαν γίνει μια ανθρώπινη ασπίδα μέσα στο γήπεδο. 
Τότε ο υπασπιστής Καρδαράς έβγαλε το πιστόλι του και πυροβόλησε στον αέρα. Το σύνθημα είχε δοθεί. Αμέσως οι άνδρες του λόχου ασφαλείας, οι φρουροί οι οποίοι από πριν είχαν ακροβολιστεί γύρω από το γήπεδο, άρχισαν να πυροβολούν στο ψαχνό. Πέντε φαντάροι έπεσαν αμέσως νεκροί και τουλάχιστον άλλοι 10 τραυματίστηκαν από σφαίρες. 
«Αίσχος, δολοφόνοι, ντροπή. Γιατί μας δολοφονείτε;». 
Οι άνδρες του ΑΕΤΟ, χωρίς να κουνηθούν από τη θέση τους, ζητούσαν εξηγήσεις. Φώναζαν, έκλαιγαν, έπιαναν τους νεκρούς τους και τους χάιδευαν λες και κοιμόντουσαν και ήθελαν να τους ξυπνήσουν. Ο διοικητής Βασιλόπουλος μίλησε με επιτροπή των στρατιωτών και τους εγγυήθηκε την προσωπική τους ασφάλεια, ενώ δέχτηκε να εξεταστούν τα γεγονότα από διακομματική επιτροπή για να διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση και να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι ένοχοι της σφαγής.
Κανείς φαντάρος όλο το βράδυ δεν μετακινήθηκε από το γήπεδο. Το ξημέρωμα στις ακτές του καταραμένου νησιού εμφανίστηκε μια ακταιωρός του Πολεμικού Ναυτικού. Επάνω της πάνοπλοι ναύτες σημάδευαν τους φαντάρους του ΑΕΤΟ. Από τον τηλεβόα ακούστηκε η φωνή της ίδιας της κόλασης:
«Στρατιώται, σας ομιλεί ο συνταγματάρχης Μπαϊρακτάρης. Συλλάβετε και απομονώσατε τους δολοφόνους που δημιούργησαν τα χθεσινά γεγονότα. Αποδοκιμάστε τους αρχηγούς σας και συγκεντρωθείτε εις τον 7ον λόχον». 
Οι σκαπανείς του ΑΕΤΟ κοίταζαν με απορία ο ένας τον άλλον. «Μα για ποιους δολοφόνους μιλάει; Εμάς δολοφόνησαν, εμείς δεν κινηθήκαμε». 
Τις σκέψεις τους έκοψαν σαν μαχαίρι οι ριπές. Μυδράλια που είχαν στηθεί το βράδυ πέριξ του χώρου σάρωναν με τις σφαίρες τους τα κορμιά. Το χώμα στο γήπεδο δεν προλάβαινε να ρουφήξει το αίμα. Σχημάτιζε λάσπη. Κόκκινη λάσπη. 
Ήταν μια σφαγή που μόνο με τις δολοφονίες των κατακτητών Γερμανών μπορούσε να συγκριθεί. Οι φαντάροι έγιναν ένα κουβάρι και έψελναν τον Εθνικό ύμνο. Έτσι πέθαιναν.
Ο Μίμης Βρονταμίτης, καπετάνιος του καϊκιού που έκανε τη διαδρομή Λαύριο - Μακρονήσι, θα πει χρόνια αργότερα:
«Έζησα όλα τα δραματικά γεγονότα της Μακρονήσου το 1948. Ο στρατός μας με είχε επιταγμένο με το καΐκι μου “Άγιος Νικόλαος”, επί μισθώ, οκτώ χιλιάδες δραχμές τον μήνα. Κουβαλούσα από το Λαύριο πέρα στη Μακρόνησο φαντάρους, πολιτικούς υπόδικους, νερό σε βαρέλια και άλλα.
Στο φοβερό τουφεκίδι του Μάρτη 1948 ο Σκαλούμπακας (για τις υπηρεσίες του στη Μακρόνησο προήχθη σε στρατηγό) μου κόλλησε το πιστόλι στο κεφάλι και με απειλές με διέταξε να κουβαλάω σκοτωμένους φαντάρους πέρα μακριά στον Κάβο Ντόρο, στο ξερόνησο Σαν Τζιόρτζιο. Στο Γ’ Τάγμα φόρτωνα τους νεκρούς φαντάρους, που τους εξέταζε ο γιατρός Μαλάμης, κι έγραφε στο πιστοποιητικό θανάτου τη λέξη “νεκρός”. Ήτανε δίπλα στον γιατρό Μαλάμη κι άλλοι δύο γιατροί.
Τους σκοτωμένους φαντάρους τους τακτοποιούσανε στριμωχτά στο αμπάρι οι αλφαμίτες Χούμης και Δήμητρας, Λαγός. Σ’ ένα μόνο δρομολόγιο φορτώσαμε 185 νεκρούς φαντάρους.
Εκεί στο Σαν Τζιόρτζιο περίμενε καράβι πολεμικό. Οι ναύτες παίρνανε τους σκοτωμένους φαντάρους και τους χώνανε μέσα σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στον βυθό της θάλασσας. Αυτό ξανάγινε. 
Οι νεκροί όλοι - όλοι ήταν 350 κοντά, τους μέτραγα έναν - έναν και ήταν 350 φαντάροι νεκροί. Αυτή ήταν η πιο τραγική περιπέτεια που έζησα στη ζωή μου». 
Ύστερα από ώρα η σφαγή σταμάτησε έτσι ξαφνικά, όπως είχε αρχίσει. 
Το ΑΕΤΟ είχε σπάσει και ήταν έτοιμο να επανέλθει στους κόλπους της πατρίδας. Πολλοί φαντάροι συνελήφθησαν ως πρωταίτιοι των επεισοδίων. Ο Γιάννης ήταν ένας από εκείνους. 
Τις επόμενες ημέρες δοκίμασαν στο κορμί του κάθε βασανιστήριο. Ξύλο, φάλαγγα, εικονικούς πνιγμούς. Πέρασε από τα «πασαλάκια», από το «αεροπλανάκι» και φυσικά από το «σιδερωτήριο». 
Εκεί δεν άντεξε. 
Ο Δρακόπουλος με δάκρυα ζήτησε να υπογράψει.
 Το έκανε. 
Στην Αθήνα, όπου επέστρεψε, άρχισε να μπαινοβγαίνει στα ψυχιατρεία. 
Ήταν πλέον μισότρελος. Του έκαναν ηλεκτροσόκ για να επανέλθει. 
Τα βράδια ξύπναγε με λυγμούς και μετρούσε: «Πεντακόσια τριάντα... επτακόσια σαράντα δύο... Όχι... πεντακόσια τριάντα ένα...». 
Τα χείλη του ήταν ματωμένα κάθε βράδυ από το δάγκωμα.
Καταγραφή από φίλο στο f/b
Αλίευση - Παρουσίαση: Viva.La.Revolucion

«Αν δεν φτάσει ο άνθρωπος στο χείλος του γκρεμού, δε θα βγάλει η ράχη του φτερούγες να πετάξει, μου έχει γράψει η κόρη μου εδώ πίσω».


Η δύναμη μέσα σου

Ήταν άσχημα τα λευκά δωμάτια της κλινικής μας όταν ήταν γεμάτα.
Έμοιαζαν με φυλακές. Μέσα τους έκρυβαν ανθρώπινες ιστορίες, πόνους και κάποια χαμόγελα, που ήταν το βασικό όπλο όλων μας εδώ μέσα.
Χθες ήρθε στην κλινική να εγχειριστεί η Αγγελική. Ο γιατρός της είχε πει πως ήταν ένας όγκος στο στήθος και έπρεπε να αφαιρεθεί.
Η Αγγελική μπήκε στο λευκό δωμάτιο στις δέκα και βγήκε στις τέσσερις.
Αφού συνήλθε πήγα δίπλα της, έπιασα το χέρι της και την άκουσα. 
Αυτή ήταν η δουλειά μου, να αγγίζω τα χέρια αυτών των γυναικών και να μοιραζόμαστε λίγο τον πόνο ή τη δύναμη. 
Χτίζαμε αμφίδρομη σχέση από το πρώτο δευτερόλεπτο και η καθεμιά έδινε στην άλλη ό,τι της έλειπε.
«Ήμουν διακοπές. Έπιασα κάπως το στήθος μου στο μπάνιο και ένιωσα ένα γρουμπουλάκι. Το προσπέρασα. Τελείωσαν οι διακοπές κι αυτό ήταν εκεί και είχε εμφανιστεί και ένας μικρός πόνος. Φοβήθηκα. Δεν ήθελα να σκεφτώ τι μπορεί να ήταν. Άλλωστε ήταν προς τη μασχάλη όλο αυτό και κάπως μια αισιοδοξία την είχα. Πήγα στο γιατρό και μου είπε πως το προλάβαμε. Και μάλλον το προλάβαμε. Τώρα νομίζω θα γίνω καλά. Αν και πριν καλά ένιωθα. Πώς γίνεται να νιώθεις καλά και να μην είσαι, δεν μπορούσα να το καταλάβω.»
Η Αγγελική μου κρατούσε σφιχτά το χέρι, με όση δύναμη θα μπορούσε να έχει κανείς μετά από μία μεγάλη εγχείρηση. 
Την κοιτούσα στα μάτια, αλλά το μάτι μου πήγαινε σε μία φωτογραφία που είχε στο κομοδίνο με την κόρη και τον άντρα της. 
Με έβλεπε που κοιτούσα.
«Αυτοί είναι οι θησαυροί μου», μου είπε, 
«Ξέρεις τι; 
Νομίζω πως ο καρκίνος τους φοβάται κάτι τέτοιους θησαυρούς και κάνει πίσω.
 Αν ήταν άνθρωπος ο καρκίνος, θα ήταν σκυθρωπός και μαυροφορεμένος κι εμείς κάναμε μια συμφωνία με τους θησαυρούς μου. 
Θα ντυνόμαστε με πολύχρωμα ρούχα και θα χαμογελάμε. Τα τρέμει ο καρκίνος αυτά.»
Της βάζω στο χέρι ένα χαρτί, με τη συνταγή του γιατρού. Ένα χάπι για τα επόμενα τρία χρόνια και κάποιες χημειοθεραπείες. Τα διαβάζει σα να διαβάζει ποίημα αγαπημένου ποιητή. Απόρησα πως είχε τόση ηρεμία μέσα της.
«Ναι», μου λέει. «Μόνο ένα πρόβλημα έχω. Δε μου πηγαίνουν οι περούκες. Ακόμη και στις απόκριες, πιο μικρή με τον άντρα μου, τα άφηνα πάντα ελεύθερα τα μαλλιά μου.»
Έκανε προσπάθειες να γελάσει, κρατούσε τους όρκους που είχε δώσει και ήξερε πως κάποια άλλη αντίδραση δε θα ωφελούσε.
«Ξέρεις τι; Σε εκείνο το ταξίδι που σου έλεγα πριν, είχα αγοράσει κάτι μαντήλια, γαλάζια με ασημένιες λεπτομέρειες. Θα μου πηγαίνουν λες;»
Τι να της έλεγα; Πως εξηγείται αυτή η δύναμη και από πού βγαίνει; Από πού την έπαιρνε; Όχι από εμένα, δεν είχα τόση να δώσω. Ούτε διάθεση συμπονετική είχα, δεν ταιριάζουν αυτά εδώ.
Ο καρκίνος του μαστού είναι η συχνότερη μορφή καρκίνου που προσβάλλει τις γυναίκες. Αν κάτι ίσως δεν γνωρίζουμε, είναι ότι μπορεί να προσβάλλει και άντρες.
Έχει στρατηγική αντιμετώπισης ο καρκίνος κι αυτή είναι τριπλή: πρόληψη, πρώιμη διάγνωση, θεραπεία.
Να αγγίζεις το στήθος σου και να αυτοεξετάζεσαι.
Μην ξεχνάς πως ο σύντροφός σου είναι κι αυτός υπεύθυνος για την υγεία σου. Έχεις δίπλα σου ένα μικρό γιατρό που μπορεί να σε εξετάσει κι εκείνος.
Η μαστογραφία, αν είσαι πάνω από σαράντα είναι απαραίτητη κάθε χρόνο, διότι ο καρκίνος στρέφεται σε αυτές τις ηλικίες. Και οι μικρότερες, όμως, οφείλουν στον εαυτό και την υγεία τους να ελέγχονται, κάθε δύο με τρία χρόνια.
Είχα αφαιρεθεί και η Αγγελική είχε βρει ένα συνδετήρα, για να καρφιτσώσει τη συνταγή του γιατρού πίσω από τη φωτογραφία.
«Αν δεν φτάσει ο άνθρωπος στο χείλος του γκρεμού, δε θα βγάλει η ράχη του φτερούγες να πετάξει, μου έχει γράψει η κόρη μου εδώ πίσω. Ο Καζαντζάκης δεν το έλεγε αυτό;»
Χαμογέλασα και της κούνησα καταφατικά το κεφάλι. Η Αγγελική το είχε μέσα της το φάρμακο, οι συνταγές του γιατρού ήταν βοηθητικές.
Θα συνεχίσει να πετάει σε αυτόν τον κόσμο, θα συνεχίσει να δίνει αγάπη, μαζί με τη συμμορία της, την οικογένειά της. Θα φοράει, για λίγο, αυτά τα πολύχρωμα μαντήλια των διακοπών και θα αρχίσει να διαβάζει και Καζαντζάκη, μου είπε.
Και επειδή τα δωμάτια των κλινικών πρέπει να είναι άδεια, αυτοεξετάσου, αυτοελέγξου, αγαπήσου.
Ο άνθρωπος έχει μέσα του τα υλικά που χρειάζεται για να σηκώνεται κάθε φορά που πέφτει.
Κι αν τα υλικά αυτά σου έχουν τελειώσει, σήκωσε το βλέμμα σου και πιάσου από αυτό το χέρι που θα δεις πρώτο.

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Το νταβατζιλίκι και η "συμφωνία κυρίων" των πρώην δημ. Αρχών της Πάτρας

Τ΄ακούτε Πατρινοί ; 
Συμφώνησαν να δίνουν μηνιάτικο 27.000 ευρώ !
Για να υποστηρίζειτο σύστημα ελεγχόμενης
στάθμευσηςμε τα παρκόμετρα, 
ένας υπάλληλος !
ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΚΕΡΑΜΙΔΑ
Εδώ και δυόμιση χρόνια έχει καταργηθεί το σύστημα ελεγχόμενης στάθμευσης με παρκόμετρα στην Πάτρα. 
Ωστόσο, ο λογαριασμός για εξόφληση χρηματικών διεκδικήσεων της εταιρείας, έφθασε τώρα στο Δήμο και το τίμημα είναι εξωφρενικό !
Η πρώτη δόση (εξοφλήθηκε ήδη) ήταν 300.000 ευρώ και εκκρεμούν δικαστικώς και άλλες, όπου οι οικονομικές απαιτήσεις της εταιρείας, υπερβαίνουν τις 500.000 ευρώ.

Γιατί συνέβη αυτό ;
Διότι οι προηγούμενοι έκαναν χρήση του συστήματος, αδιαφορώντας για τις συμβατικές υποχρεώσεις τους προς την εταιρεία. 
Έβαλαν το "φέσι" κι άφησαν το χρέος να εξοφληθεί από τους επόμενους (συνήθης πρακτική εδώ και πολλά χρόνια στο Δήμο, παρότι όλοι τους μιλούσαν για…νοικοκύρεμα).
Έτσι, όταν η εταιρεία έστειλε στο Δήμο (με δήμαρχο Πελετίδη) το πρώτο "μπουγιουρντί", αυτό απορρίφθηκε από τον Επίτροπο, επειδή δεν προσκομίστηκε η σύμβαση. Όπως αποδείχτηκε αργότερα, σύμβαση μεταξύ Δήμου και εταιρείας δεν είχε υπογραφεί γιατί, όπως είπαν, είχε γίνει "συμφωνία κυρίων" !!
Η εταιρεία προσέφυγε στα δικαστήρια όπου και δικαιώθηκε. Εκδόθηκε διαταγή πληρωμής κι ο Δήμος, προ ημερών, υποχρεώθηκε να καταβάλλει 300.000 ευρώ, ενώ έπονται οι υπόλοιπες διεκδικήσεις της εταιρείας συνολικού κόστους 800.000 ευρώ.

Όμως, το πλέον εντυπωσιακό στην όλη υπόθεση, είναι ότι, η συμφωνία προέβλεπε πως συμβατική υποχρέωση της εταιρείας ήταν να υποστηρίζει το σύστημα, φυσικά με δικό της προσωπικό.
Διέθεσε, λοιπόν, έναν – όλο κι όλο - υπάλληλο, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Δημαρχείο, σε ξεχωριστό γραφείο, πλήρως εξοπλισμένο.
Για την απασχόληση του ενός υπαλλήλου, ( η βασική του δουλειά ήταν ν΄αλλάζει το χαρτί στα παρκόμετρα) ο Δήμος είχε συμφωνήσει να καταβάλλει 27.000 ευρώ το μήνα !

Από τα παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι , το σύστημα με τα παρκόμετρα,  εκτός από ατελέσφορο και, εν πολλοίς, αχρείαστο, ήταν ένα σύστημα που κόστιζε ο… κούκος αηδόνι !
Παραδόξως, όμως, είχε πάντοτε ένθερμους υποστηρικτές από το παραγοντικό κατεστημένο της πόλης , οι οποίοι αρέσκονταν στο νταβατζιλίκι και την "αρπαχτή" που γινόταν και τώρα δείχνουν αποστροφή στο δωρεάν σύστημα στάθμευσης που εφαρμόζεται.

Γι αυτό και εξακολουθούν να μας θυμίζουν, αυτοί οι "καλοί νοικοκυραίοι", πόσο χουβαρντάδες υπήρξαν με τα λεφτά των πατρινών.

Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2017

θα συμπαραστέκεται ο «πνευματικός κόσμος» μας στη δυσχέρεια κάθε συνανθρώπου μας ;;

«Πνευματικές» ανησυχίες για τον ΔΟΛ


Διαβάζω τη δημόσια ανακοίνωση-έκκληση του πνευματικού κόσμου για τη στήριξη του ΔΟΛ και εντυπωσιάζομαι από το πλήθος των συνυπογραφόντων και την ηχηρότητα των ονομάτων, που άμεσα κινητοποιήθηκαν. Εκατοντάδες άνθρωποι της επιστήμης, των γραμμάτων, των τεχνών του πολιτισμού κ.ά. έσπευσαν να συνυπογράψουν την παρακάτω ανακοίνωση:
«Καλούμε την Κυβέρνηση και όλη την Αντιπολίτευση, τις Τράπεζες και τη Δικαιοσύνη να δείξουν την επιβαλλόμενη ευαισθησία απέναντι σε έναν ιστορικό Δημοσιογραφικό Οργανισμό και να στηρίξουν – για όσον χρόνο απαιτεί η ρύθμιση των χρεών και των όποιων εκκρεμοτήτων – τη συνέχιση της έκδοσης των εφημερίδων «Το Βήμα» και «Τα Νέα», των Περιοδικών και της λειτουργίας του ραδιοφωνικού Σταθμού Βήμα FM, του ενημερωτικού πόρταλ in.gr και του πλήθους των ιντερνετικών σελίδων.
Τέτοιες φωνές – είτε συμφωνεί κανείς είτε διαφωνεί με όλες τις απόψεις τους – πρέπει να συνεχίσουν να ακούγονται, τώρα που η Ελλάδα χρειάζεται την πολυφωνία όσο ποτέ και ακόμη περισσότερο γιατί ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός πάντοτε στηρίχτηκε σε τέτοιες φωνές.
Η καταδίκη σε ανεργία ενός ακόμη μεγάλου αριθμού εργαζομένων, δημοσιογράφων, τεχνικών και άλλων που δοκιμάζονται ήδη επί μήνες, θα είναι μια νέα ανοιχτή πληγή στην οικονομία, στον πολιτισμό, στην Παιδεία και στα Γράμματα που πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία.»

Αντιλαμβάνομαι προφανώς την ιστορικότητα του δημοσιογραφικού οργανισμού. Αναρωτιέμαι όμως, αν σε αυτή την ιστορικότητα προσμετρείται και η περίοδος 1941-1944. Αναρωτιέμαι επίσης, πόσο και πώς εφημερίδες με μεγάλο έρεισμα στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης συνεισέφεραν στον πλουραλισμό, όταν την περίοδο που ήταν κραταιές, η ελληνική δημοσιογραφία κατρακυλούσε τη μία θέση πίσω από την άλλη στην ετήσια κατάταξη για την ελευθερία του Τύπου. Αλλά μάλλον αυτό θα οφείλεται σε κάποιο δικό μου έλλειμμα, που δεν μου επιτρέπει να αντιληφθώ την ανησυχία, για το που θα βρει χώρο και βήμα να εκφραστεί η συστημική θέση και άποψη.

Τέλος ερχόμαστε και στη συναισθηματική έκκληση των επιλεκτικά αγωνιούντων για τις χαμένες θέσεις εργασίας. Μια έκκληση που δεν αξιώνει ή έστω προτείνει κάποιο μοντέλο ώστε οι εργαζόμενοι να μπορέσουν να πάρουν τη ζωή και την εργασία στα χέρια τους, αλλά καλεί τους ιθύνοντες για οικονομική διευκόλυνση των αφεντικών που προφανώς εξαιτίας των χειρισμών τους, «οι εργαζόμενοι αυτοί δοκιμάζονται επί μήνες».

Πραγματικά, πολύ εντυπωσιακή αυτή η συστράτευση του «πνευματικού κόσμου», τόσο ως προς το πλήθος και τη φαινομενικά ετερόκλιτη προέλευσή του, όσο και προς την αμεσότητα των αντανακλαστικών του. Το παράδοξο όμως είναι, πως δεν θυμάμαι μέχρι σήμερα μια αντίστοιχα συντονισμένη κινητοποίηση όλων αυτών των ονομάτων, που θα έκαναν έκκληση για την «επιβαλλόμενη ευαισθησία» για τα χαμηλά στρώματα, τους άνεργους, τους χαμηλά αμειβόμενους, τους χαμηλοσυνταξιούχους, για άλλους απολυμένους.

Πού είναι σύσσωμο αυτό το ετερόκλητο πλήθος διανοούμενων, να απαιτήσει στήριξη «για όσο χρόνο απαιτεί η ρύθμιση των χρεών και των όποιων εκκρεμοτήτων» ανθρώπων που χάνουν τα σπίτια τους ή το ρεύμα ή όποιο άλλο αγαθό που καθιστά μια κοινωνία πολιτισμένη;

Άραγε, «η καταδίκη σε ανεργία ενός μεγάλου αριθμού εργαζομένων στον ΔΟΛ συνιστά ανοιχτή πληγή στην οικονομία, στον πολιτισμό, στην Παιδεία και στα Γράμματα που πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία», αλλά η απόλυση άλλων εργαζομένων δε συνιστά;

Τα παιδιά που υποσιτίζονται δεν είναι ανοιχτή πληγή για την Παιδεία και τα Γράμματα; Τα νοικοκυριά που ζουν χωρίς ρεύμα, οι άνθρωποι που τρέφονται στα συσσίτια, οι άνθρωποι που έμειναν άστεγοι δεν είναι πληγή για τον πολιτισμό;

Άραγε ο «πνευματικός κόσμος» διατηρεί κάποια σύνδεση με την κοινωνία ή αποτελεί μέρος μιας κρίσης που εκτός από οικονομική, είναι κυρίαρχα κρίση αξιών;

Μήπως ό,τι ορίζεται σήμερα ως πνευματικός κόσμος, έχασε κάπου στην πορεία τις προτεραιότητές του; Διότι στην ιστορία του πολιτισμού, η πνευματικότητα ποτέ δεν βρήκε το δρόμο της, στη επιλεκτική ευαισθησία για τους λίγους.

Αντιλαμβάνομαι πως όλη αυτή η στήριξη και συστράτευση έγινε ως ανταπόκριση στο κάλεσμα συνεργατών του ΔΟΛ. 
Φαντάζομαι όμως, πως οι εργαζόμενοι του οργανισμού, αν έστω και λίγο ήρθαν στη θέση των τόσων επισφαλών εργαζομένων ή των απολυμένων, αν ένιωσαν έστω και φευγαλέα την απόγνωση των ανθρώπων που καθημερινά βιώνουν κάποια απώλεια λόγω της οικονομικής κρίσης, θα συντάσσουν καθημερινά με δική τους πρωτοβουλία ανακοινώσεις προς τις «Τράπεζες, τη Δικαιοσύνη, την Κυβέρνηση και όλη την Αντιπολίτευση» για τη στήριξη κάθε συνανθρώπου μας που βρίσκεται σε δυσχέρεια, και θα καλούν με το ίδιο πάθος όλο τον «πνευματικό κόσμο» να συνυπογράψει. Και έστω καθυστερημένα, ο πνευματικός κόσμος θα ανταποκριθεί στα προβλήματα της κοινωνίας.

Φαντάζομαι πως αφού βρεθεί κάποια λύση για τον ΔΟΛ, θα είναι δυνατό «να στηριχθεί – για όσον χρόνο απαιτεί η ρύθμιση των χρεών και των όποιων εκκρεμοτήτων-» κάθε συνάνθρωπός μας. 
Φαντάζομαι πλέον και κατόπιν τούτου, ένα μεγάλο ρεύμα αλληλεγγύης να συντρέχει κάθε ευπαθή. Φαντάζομαι ο πνευματικός κόσμος να βρει το βηματισμό του και να μας καθοδηγήσει στην έξοδο αυτής της αξιακής κρίσης.

Αλλά εντάξει, εγώ από την άλλη, φαντάζομαι και έναν πιο δίκαιο κόσμο.
..............................................
Viva La Revolucion: Δες και την άποψη του
ΠΑΜΕ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΜΜΕ εδώ:
Ο αγώνας των εργαζομένων στο ΔΟΛ πρέπει τώρα να στραφεί στον πραγματικό αντίπαλο