ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2018

ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΔΑΣΚΑΛΑ ΜΟΥ: -ΕΝΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ,, ΤΟΥ ΑΝΤΟΝ ΤΣΕΧΟΦ !!


" Τις προάλλες φώναξα στο γραφείο μου τη δεσποινίδα Ιουλία, τη δασκάλα των παιδιών. Έπρεπε να της δώσω το μισθό της.
- Κάθισε να κάνουμε το λογαριασμό, της είπα. Θα ‘χεις ανάγκη από χρήματα και συ ντρέπεσαι να ανοίξεις το στόμα σου... Λοιπόν... Συμφωνήσαμε για τριάντα ρούβλια το μήνα...
- Για σαράντα.
- Όχι, για τριάντα, το έχω σημειώσει. Εγώ πάντοτε τριάντα ρούβλια δίνω στις δασκάλες... Λοιπόν, έχεις δύο μήνες εδώ...
- Δύο μήνες και πέντε μέρες...
- Δύο μήνες ακριβώς... Το ‘χω σημειώσει... Λοιπόν, έχουμε εξήντα ρούβλια. Πρέπει να βγάλουμε εννιά Κυριακές... δε δουλεύετε τις Κυριακές. Πηγαίνετε περίπατο με τα παιδιά. Έπειτα έχουμε τρεις γιορτές...
Η Ιουλία έγινε κατακόκκινη και άρχισε να τσαλακώνει νευρικά την άκρη του φουστανιού της, μα δεν είπε λέξη.
- Τρεις γιορτές... μας κάνουν δώδεκα ρούβλια το μήνα... Ο Κόλιας ήταν άρρωστος τέσσερις μέρες και δεν του έκανες μάθημα... Μονάχα με τη Βαρβάρα ασχολήθηκες... Τρεις μέρες είχες πονόδοντο και η γυναίκα μου σου είπε να αναπαυτείς μετά το φαγητό... Δώδεκα και εφτά δεκαεννιά. Αφαιρούμε, μας μένουν... Χμ! σαράντα ένα ρούβλια... Σωστά;
Το αριστερό μάτι της Ιουλίας έγινε κατακκόκινο και νότισε. Άρχισε να τρέμει το σαγόνι της. Την έπιασε ένας νευρικός βήχας, έβαλε το μαντίλι στη μύτη της, μα δεν έβγαλε άχνα.
- Την παραμονή της πρωτοχρονιάς έσπασες ένα φλιτζάνι του τσαγιού με το πιατάκι του... Βγάζουμε δύο ρούβλια... Το φλιτζάνι κάνει ακριβότερα γιατί είναι οικογενειακό κειμήλιο, μα δεν πειράζει... Τόσο το χειρότερο! Προχωρούμε! Μια μέρα δεν πρόσεξες τον Κόλια, ανέβηκε ο μικρός στο δέντρο και έσκισε το σακάκι του... Βγάζουμε άλλα δέκα ρούβλια... Άλλη μια μέρα που δεν πρόσεχες, έκλεψε μια καμαριέρα τα μποτάκια της Βαρβάρας. Πρέπει να ‘χεις τα μάτια σου τέσσερα, γι’ αυτό σε πληρώνουμε... Λοιπόν, βγάζουμε άλλα πέντε ρούβλια. Στις δέκα του Γενάρη σε δάνεισα δέκα ρούβλια...
- Όχι, δεν έγινε τέτοιο πράμα. μουρμούρισε η Ιουλία.
- Το ‘χω σημειώσει!
- Καλά...
- Βγάζουμε είκοσι επτά ρούβλια, μας μένουν δεκατέσσερα.
Τα μάτια της Ιουλίας γέμισαν δάκρυα. Κόμποι ιδρώτα γυάλιζαν πάνω στη μύτη της. Κακόμοιρο κορίτσι!
- Μα εγώ μια φορά μονάχα δανείστηκα χρήματα. Μονάχα τρία ρούβλια, από την κυρία, μουρμούρισε η Ιουλία και η φωνή της έτρεμε... Αυτά είναι όλα όλα που δανείστηκα.
- Μπα; Και ‘γω δεν τα είχα σημειώσει αυτά. Λοιπόν, δεκατέσσερα έξω τρία, μας μένουν έντεκα. Πάρε τα χρήματά σου, αγαπητή μου! Τρία... τρία, τρία... ένα και ένα... Πάρ’ τα...
Και της έδωσα έντεκα ρούβλια. Τα πήρε με τρεμουλιαστά δάχτυλα και τα έβαλε στην τσέπη της.
- Ευχαριστώ, ψιθύρισε.
Πετάχτηκα ορθός και άρχισα να βηματίζω πέρα δώθε στο γραφείο. Με έπιασαν τα δαιμόνια μου.
- Και γιατί με ευχαριστείς;
- Για τα χρήματα.
- Μα, διάολε, εγώ σε έκλεψα, σε λήστεψα! Και μου λες κι ευχαριστώ;
- Οι άλλοι δε μου ‘διναν τίποτα!...
- Δε σου ‘διναν τίποτα. Φυσικά! Σου έκανα μια φάρσα για να σου γίνει σκληρό μάθημα. Πάρε τα ογδόντα σου ρούβλια! Τα είχα έτοιμα στο φάκελο! Μα γιατί δε φωνάζεις για το δίκιο σου; Γιατί στέκεσαι έτσι σαν χαζή; Μπορείς να ζήσεις σ’ αυτό τον κόσμο αν δεν πατήσεις λίγο πόδι, αν δε δείξεις τα δόντια σου; Γιατί είσαι άβουλη;
Μουρμούρισε μερικά ευχαριστώ και βγήκε."
" Ένας αριθμός"
του Άντον Τσέχοφ ❤️


Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018

Μία Νοβιτά απ΄το Τζάντε !!!


Η μούρλια δε πάει στα βουνά ,αλλά...

-Καλημέρα Τζόγια (Χαρά) μου
-Καλημέρα Νιόνια (Διονυσία)μου, καλή βδομάδα νάχεις! για πού με το καλό τόβαλες τέτοια ώρα,για νάχουμε καλό ρώτημα με τη μπροστέλα και τσι παντόφολες;
-Πάω να πάρω μία μπότσα πετρέλαιο για τη σόμπα γιατί νετάρισε και θα κάνει φίο πέσμα ήλιου. Τι γνέθεις που να σώρθει πλούτη,όξω με τη μπελερίνα;
-Δε κρυαίνω μαρή εγώ είμαι σκληρό κόκκαλο. Να, μου έφερε ρεγάλο το μαλλί ο σέμπρος μας ο Μπιτσιμπάς, που τουχουμε δώσει το λιοστάσι και βοσκάει τσι προβάτες του
-και τι θα το κάμεις μωρή βουρλισμένη; τελέψανε τα σκαρτσούνια για το Αλβανικό,γιατί κάτι άλλο δεν γίνεται τούτες τσι εποχές
-Μπα,καμιά κουβερτούλα θα πλέξω το γνέμα
-Μωρή που κακή Λαμπρή να μη σ’ εύρη θα τσου φάει η φαούρα,μαρή,θα σε κακοχρονίζουν αντί να σε καληνωράνε.Τσάμπα παιδεύεσαι,ετούτοι τώρα εχουν τα πουπουλένια παπλώματα σιγά μην βάλουν ένα τόνο πάνω τους που τσιμπάει κιόλας σαν το διάολο.
Τλπ μη σ αντισκόβω που εχεις πρεμούρα! μμμμμμμμμ τηηήρα! να και η λεγάμενη… ακόμα δε χρόνισε ο άντρας τση και βγήκε τσι ρούγες και το διαλαλεί. Κοίτα,κοίτα βεντουζάρισμα και χούφτωμα! παπαππαααααα
-Πού ζεις καημένη Νιόνια,αλλάξανε οι καιροί. Όλα τώρα γίνονται στο πίτσι φυτίλι,πού καιρός για χάσιμο και ούλα στα φανερά,οχι σαν κι εμάς
-Γιατί μωρή Τζόγια,εμείς δεν είχαμε ψυχή,που μαυροφόριαμε και δε ξαναβλέπαμε ήλιο;;;
-Ηλιο μπορεί να μη ξαναβλέπαμε αλλά έμπαινε ο “ήλιος” από τσι χαραμάδες, έλα τωρα...και ξεπορτίσματα είχαμε και απ’ ούλα, μην παραπονιόμαστε, γλυκαινόμαστε κι εμείς
-Και είναι ωραίο δηλαδή τώρα που τα κάνουνε στο δρόμο;
-για να διαολίζεσαι εσυ που έτρεχες τσι ρεματίες, τάχα μου, να ποτίσεις τα ζά μωρή μουρλάσω! ή μπας και ξεχνάς πόσες μέρες κοιμόσουν τα μπρούμυτα από τσου ασφαλαχτούς, που έπεσες όταν έτρεχες να κρυφτείς, που είχες πάει ραντεβού με το Τζανέτο σου και μετά, όταν έγειανε ο κώλος σου, ήθελες δεν ήθελες σε στεφανώσανε κιόλας και αυτό ήταν. Τι κατάλαβες μωρή,16 χρονώνε σκατό; Ασε λοιπόν τα νειάτα να χαρούν και μη παραλογάς και τσου γλωσσοτρώς γιατί θα συντριφτούνε μέχρι να φτάσουνε στη γωνία
-Χαίρονται μη σκας και δε τσου γνοιάζει η γνώμη η δικιά μου, που να σ' έχω στο σπίτι, που έχω το γλυκιάρικο το γιό μου! Σκασίλα του αν δεν μας αφήνει να κλείσουμε μάτι, τρίζουνε τα παρεθύρια...κανένας σεβασμός τσου γονέους τσους, έτσι κάναμε εμείς μωρή; Στα μουγγά ούλα. Άιντε πάω γιατί θα κλείσει το μαγαζί και θα μας πιάσει το ρίο μας από το κρύο.
 Μωρή ήθελα να σου πω και μία νοβιτά και με το κάζο την ξαστόχησα...κάτι για την άλλη βδομάδα, αλλά τι;;;;ραμολίρησα μαρήηηηηη
-Χαχχαχαχαα άμε καλλιά σου χριστιανή μου γιατί τότε με το δίκιο του κι ο γιος σου ν’ αποζητήσει παρηγόρια στα ζεστά και ποίος ακούει μετά τσι σκουξίες σου, κι άμα σου ρθει εδω πα θάμαι να μου το πεις. Μόνο να προκάμεις μη πρέπει να ραφτώ 
Λοιπόν αστεία αστεία η γρία ματαθυμήθηκε τι είχε ξαστοχήσει και επανήλθε και μία και δεν εύρηκε τη Τζόγια τση, είπε να τα πει σε σας.
Τώρα τι θα καταλάβετε, είναι ένα εύλογο ερώτημα, ας την ακούσουμε και θα δούμε:
Μωρές παιδία μου ετούτο το ατσιδέντε δε ματαστάθηκε με κείνη την κοπέλα (τρόπος του λέγειν κοπέλα, σιτεμένη είναι) του Θοδωρίτση!
Τση ρθε η βένα στα γεράματα να μαζώνει πέτρες. Τι να τσι κάμει παναπεί;;; να βαρεί πετρίες τον ήλιο;;;Πέθανε κι ο Ξενόπουλος να τηνε κάμει μυθιστόρημα
Αλλά ευτούνη μάτια μου, είναι να μη τσι μπει ο διάολος στοοο…, σωπάτε τζόγιες μου, μη σκιαζόσαστε, στο μυαλό τση θαλεγα.
Είχε κι από σας το σιγοντάρισμα... δεν ήθελε και πολύ να πάρουν τα μυαλά τση αέρα. Δεν ήταν και ποτέ ολότελα στα σέστα τσουσ, έδωπα που τα λέμε κι έδωπα να μείνουνε... αμηηή, ξέρω εγώ που σας λέω!
Δε τση φτασε που δε ρεντικολιάστηκε στη Ζάκυθο... ε, μεταξύ μας, εδώ λίγο πολύ την εξέραμε, είπαμε να τση δώσουμε μία αμποσία πώς θα σταμάταγε, αλλά ειχε μπροστά θάλασσα κι ευτούνη μάτια μου πήρε φόρα και τώρα μου ήθελε ΑΘήνες ...άμε στο καλό και στα ένδοξα Παρίσια!
Φιρί φιρί το πάει να τηνε γράψουμε γραφιάδες και ποιητάδες.
Τι να πω η καψερή είναι να μη ραμολήρεις!
Και μία που επέθανε και ο καψερός ο Πανάς, που έκανε το ντελάλη τσι Ομιλίες,πήρα εγω τσι ρούγες να το φουγιάξω.
Σας ερχεται το λοιπό, σήμερα 8, τσι 17 παναπεί του μηνού θα τη γκαινιαστείτε,βοήθεια σας!
Τόχε λέει ταμένο να τηνε κάμει εκεί που πρωτόφαγε την πετρία του πιτόρου,για κάτι ψυριασμένο εβάριε,δε κατάλαβα, δε νογάω γλιέπεις και τσι γειτονιές που τρογυρίζει η προκομένη.
Καλή είναι η κακομοίρα,θα το ιδείτε κι εσείς με τα μάτια σας, αλλά μη τση δώσετε θάρρητα μπας και μαωχτεί πίσω στο έρμο τση, γιατί δε μας γλέπω καλά, μην απογίνει φοβάμαι, από βουρλισία μας περισσεύει στο νησί.
Μπερκέτι σας, μην πείτε οτι δεν σας είχα προειδοποιήσει...ο,τι σας λέει ΝΑΙ,να τση λέτε 😉είμαστε μουρλοί οι ζακυθινοί τζόγιες μου για δέσιμο, ααα ούλα κι ούλα!

Πέμπτη 1 Μαρτίου 2018

ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΠΟΥ -ΕΧΕΙ ΚΑΤΙ ΝΑ ΠΕΙ- και Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΤΟΥ !!


Η συγγραφέας Βαγγελιώ Καρακατσάνη μιλά στο cretalive για ένα παραμύθι που απευθύνεται σε παιδιά κάθε ηλικίας!
Η Βαγγελιώ Καρακατσάνη, μετά από το μυθιστόρημα "Στη Ρϊζα του Αετού", επιστρέφει με ένα εξαιρετικό παραμύθι για παιδιά κάθε ηλικίας με τίτλο  "Το άτακτο αστεράκι με το κόκκινο σκουφάκι" 
Μετά το μυθιστόρημα «Στη ρίζα του αετού» που έκανε αίσθηση και ταξίδεψε σε όλη την Κρήτη, επανέρχεστε με ένα παραμύθι για μικρούς και μεγάλους όπως λέτε. Ποια ήταν η αφορμή γι’ αυτήν τη στροφή;
Ουσιαστικά δεν πρόκειται για στροφή. 
Βέβαια τα παιδιά, είτε μικρά, είτε μεγάλα, διαθέτουν αισθητήριο και εξυπνάδα, όπως και το άτακτο αστεράκι, κυρίως όμως διαθέτουν κριτήριο κι αυτό κάνει το ρόλο του συγγραφέα πολύ εύκολο. 
Αφορμή βέβαια για τη συγγραφή του παραμυθιού ήταν το έναυσμα που μου έδωσε ο ψυχίατρος και συστημικός ψυχοθεραπευτής Παναγιώτης Χρυσός, στα πλαίσια ενός κύκλου ψυχοθεραπείας που έκανα -και τον ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό, ιδιαίτερα τον ευχαριστώ που μου κάνει την τιμή να προλογίσει το παραμύθι μου.
Το έγραψα, το χρησιμοποιήσαμε σαν εργαλείο στην ψυχοθεραπεία και το άφησα στην άκρη. Όταν λοιπόν ο Νίκος ο άντρας μου, διάβασε τη «Ρίζα του αετού», μου είπε ότι μπορώ να απευθυνθώ στο πιο απαιτητικό κοινό δηλαδή τα παιδιά, γράφοντας ένα παραμύθι… Μα , του λέω, έχω ήδη γράψει κι ένα  παραμύθι! 
Έτσι, "το άτακτο αστεράκι με το κόκκινο σκουφάκι" ξεκίνησε το ταξίδι του αρχικά ως εργαλείο ψυχοθεραπείας στην ομάδα προσωπικής ανάπτυξης της Κλινικής Ψυχικής Υγείας «Αγιος Χαράλαμπος», όπου οι θεραπευόμενοι έβγαλαν πρωτόγνωρα όπως ενημερώθηκα στη συνέχεια συναισθήματα, και στη συνέχεια στην Ομάδα Έργου όπου δύο μέλη της, η Άννα και ο Σταύρος, συνεργάστηκαν και ξόμπλιασαν με τις ζωγραφιές τους την ιστορία μου.
 Να ευχαριστήσω ιδιαίτερα με την ευκαιρία που μου δίνεται τα παιδιά για την ξεχωριστή τιμή που μου έκαναν και βέβαια θα πρέπει να αναφέρω ότι εγώ θεώρησα σωστό να μην παρέμβω ούτε στον τρόπο που αντιλαμβάνονταν και απέδωσαν τελικά  το παραμύθι μου, ούτε, στη συνέχεια, στις εικόνες. 
Δηλαδή το παραμύθι που θα δείτε, είναι ακριβώς όπως το ζωγράφισαν τα παιδιά σε συνεργασία με την κοινωνική λειτουργό Μαριλένα Μητράκη, υπεύθυνη της ομάδας Έργου, με την οποία αξίζει να αναφέρω ότι είχα μια άψογη συνεργασία.
Έχει ήδη δηλαδή δοκιμαστεί σε αναγνωστικό κοινό κατά  ένα τρόπο. Και μάλιστα σε άτομα με σοβαρές ψυχικές παθήσεις. Αλήθεια, πόσο διαφέρουν οι ψυχικά πάσχοντες από τους υγιείς;
Θα έλεγα ότι στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία δεν υπάρχουν υγιείς. Όλοι από κάτι πάσχουν… Άλλος από κάποια παθολογική πάθηση, άλλος από ψυχική νόσο, διαγνωσμένος ή αδιάγνωστος, ανεξάρτητα, δηλαδή, απ’ το αν το έχει ή όχι συνειδητοποιήσει. 
Και φυσικά το μεγάλο «πρόβλημα» είναι κι εδώ το… κκε! Όχι μην πάει ο νους σας στο μακροβιότερο και μάλιστα επαναστατικό, πολιτικό κόμμα, της ελληνικής κοινωνίας… Το πρόβλημα είναι καρδιά, καρκίνος, εγκεφαλικό! (γέλια)
Για να επιστρέψω όμως στην ερώτησή σας, θα πρέπει να σας αναφέρω ότι οι ψυχικά πάσχοντες που έχουν πλήρη επίγνωση της κατάστασής τους
 –εφόσον βέβαια η ασθένειά τους το επιτρέπει-, έχουν περάσει από τα συναισθηματικά στάδια του θυμού, της απόγνωσης, της παραίτησης για να αποδεχτούν στη συνέχεια την κατάστασή τους, όποια κι αν είναι αυτή, να αφυπνιστούν, να κατακτήσουν την κατανόηση του εαυτού τους και των άλλων και, τελικά, την ενσυναίσθηση.
 Όλη αυτή η μάχη με τον εαυτό και φυσικά το κοινωνικό στίγμα, ας μην το ξεχνάμε, είναι μια κορυφαία μάχη, άνιση, ιδιαίτερα αν κάποιος πάσχων έχει αυτοκτονικό ιδεασμό, αλλά αν καταφέρεις να βγεις από αυτήν νικητής μπορείς στη συνέχεια να αντιδράσεις με δημιουργικό τρόπο. 
Ξέρετε, γνωρίζω δεκάδες ψυχικά πάσχοντες που το κάνουν αυτό, αφυπνίζονται με δημιουργικό τρόπο και μάλιστα αποτελούν παραδείγματα για όλους μας.
Αλήθεια, το αστεράκι γιατί είναι άτακτο και γιατί φοράει κόκκινο σκουφάκι;
Το άτακτο αστεράκι μιλά μέσα από την καρδιά του και μεταμορφώνεται άλλοτε σε κίσσα,  για να επικοινωνήσει με τους άλλους κι άλλοτε σε τίγρη που  όλοι την φοβούνται. 
Εκτός από ένα μικρό παιδί… Ποιος άλλος διερωτώμαι, θα μπορούσε να είναι σε αυτήν τη θέση εκτός από τα τολμηρά και άφοβα παιδιά, τα οποία βέβαια είναι λίγο παρεξηγημένα… 
Οι γονείς χαρακτηρίζουν τα παιδιά τους άτακτα όταν είναι απλώς ζωηρά, γεμάτα ενέργεια, εκδηλώνονται  με σθένος και ένταση και εκφράζονται με  ζωντάνια, σύντομα, λιτά και συνήθως είναι εύστοχα. 
Τα μαλώνουν και λένε ότι είναι άτακτα όταν χαρακτηρίζονται από έντονη κινητικότητα και διάθεση για δράση. 
Είναι όμως αυτά τα χαρακτηριστικά αρκετά για να πούμε ότι ένα παιδί είναι πραγματικά άτακτο; Έτσι, μάλλον ο καθένας μας μπορεί εύκολα να ταυτιστεί με το άτακτο αστεράκι.
Το κόκκινο σκουφάκι από την άλλη, συμβολίζει το πάθος, τον έρωτα, τον αγώνα, τη φωτιά που σιγοκαίει μέσα στον καθένα μας και αρκεί μια σπίθα για να εξωτερικευτεί και να μετουσιωθεί σε πραγματική δύναμη αλλαγής πορείας και συνειδητοποίησης. 
Και κατά τη γνώμη μου αυτό είναι το σημαντικότερο πρόβλημα, σήμερα. 
Η κοινωνική απάθεια και ο ωχαδερφισμός. Ε, αυτό έρχεται το κόκκινο αστεράκι να σπάσει, αυτό το απόστημα πρέπει να κατασταλεί με δραστικό τρόπο, ιδιαίτερα σήμερα, μετά από οχτώ χρόνια καπιταλιστικής κρίσης.
Το "άτακτο αστεράκι" από εργαλείο ψυχοθεραπείας έγινε...βιβλίο
Πιστεύετε ότι τα λαϊκά παραμύθια αποτελούν πηγή γνώσεων και διδαγμάτων για τα παιδιά; Βοηθάνε να γνωρίζουν τον εαυτό τους και τους άλλους να κατακτούν δηλαδή την ενσυναίσθηση, όπως είπατε;
Τα λαϊκά παραμύθια είναι και πηγή γνώσεων και ρυάκι που μεταφέρει διδάγματα με εύγλωττο και διαπαιδαγωγικό τρόπο. 
Μην ξεχνάμε ότι η λογοτεχνία συνολικότερα διαμορφώνει συνειδήσεις και διαπαιδαγωγεί ανθρώπους… 
Ένα πρόβλημα ενός συστήματος, του καπιταλισμού, που έχει φάει τα ψωμιά του και σαπίζει καθημερινά αναδεύοντας την μπόχα της καταρράκωσης του ανθρώπου ακριβώς ως προσωπικότητας, είναι η έλλειψη ελεύθερου χρόνου για όσους εργάζονται και η έλλειψη χρημάτων για τους άνεργους, πρόβλημα που εμποδίζει την ενασχόληση με το διάβασμα και την ατομική καλλιέργεια.
Ας κάνουμε όμως το βήμα. 
Ας βρούμε τρόπο δανειζόμενοι βιβλία, ανταλλάσσοντας βιβλία με φίλους να μεταλαμπαδεύσουμε το μήνυμα της ατομικής ευθύνης για καλλιέργεια και προσωπική ανάπτυξη σε άλλους…. 
Κι εγώ, αν θέλετε, στο σχολείο δεν μελετούσα καθόλου, όπως και πολλά παιδιά σήμερα. Μισούν το σχολείο για τον τρόπο της μάθησης αλλά κυρίως για τα κενά περιεχομένου και ουσίας μαθήματα που συχνά στρέφονται ενάντια τόσο στην επιστήμη όσο και στην ίδια τη γνώση.
Ποια ήταν η σχέση σας με τα παραμύθια, όταν ήσασταν μικρή;
Δυστυχώς τα σοβαρά οικογενειακά προβλήματα που αντιμετώπιζα με τον ψυχασθενή πατέρα μου, δεν μου επέτρεπαν να διαβάσω ούτε καν τα μαθήματα του σχολείου, πολύ δε περισσότερο  εξωσχολικά βιβλία. 
Κι αυτή δυστυχώς είναι η κατάσταση ακόμα και σήμερα σε χιλιάδες λαϊκές οικογένειες, κυρίως βέβαια για οικονομικούς λόγους, και μάλιστα αυτή χειροτερεύει καθημερινά.  
Έτσι, το βράδυ, όταν δεν με έπαιρνε ο ύπνος, έπλαθα ιστορίες από το μυαλό μου, έφτιαχνα τα πρώτα μου παραμύθια που ήταν δικά μου, καταδικά μου!
Είναι βέβαια γεγονός, ότι τα παραμύθια είναι πολύ της μόδας τα τελευταία χρόνια, γιατί πολλοί γονείς δεν αγοράζουν εύκολα ένα βιβλίο για αυτούς, ένα παραμύθι όμως για το παιδί τους θα το πάρουν. 
Έτσι έχουν στραφεί όλοι, εκδότες και συγγραφείς, στα παραμύθια, με σκοπό βέβαια κι εδώ το κέρδος, αυτήν την αόρατη δύναμη που διαπερνά όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής μας ζωής.
Παραμυθάδες όμως έχουμε πολλούς και με τη μεταφορική έννοια του όρου. 
Έτσι, παραμυθάδες παρακολουθούμε καθημερινά στα πρωϊναδικα, στα μεσημεριανάδικα, στις ειδήσεις των οχτώ και γενικώς σε διάφορες «ενημερωτικές» εκπομπές… 
Είναι οι άνθρωποι του κατεστημένου, οι φελλοί που επιπλέουν, όσοι πληρώνονται αδρά για να κρατούν τον κόσμο υπνωτισμένο και αποχαυνωμένο, χωρίς κρίση και κατά συνέπεια, χωρίς δράση.
Βλέπεις πολλούς σήμερα που σου λένε δεν θέλω να συζητήσω. Θέλω να ακούσω ένα καψουροτράγουδο, να δω μια ευκολοχώνευτη κωμική ταινία, δεν θέλω βρε παιδί μου άλλο πόνο και κυρίως άλλο βάθος! 
Αν είναι δυνατόν! 
Μια μη υγιείς αντίδραση, μια εντελώς αψυχολόγητη έκφανση του «μπούχτισα, δεν αντέχω άλλο!». 
Και οδηγούνται οι άνθρωποι στην απομόνωση, ο καθένας κι απάνω του, τρέχει να προλάβει, αναρωτιέμαι τι… Και περνάει η ζωή και χάνεται η στιγμή και οι ανθρώπινες σχέσεις αποδομούνται. 
Πιστεύω ότι ακόμα και τα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης βοηθούν στο να ζει ο καθένας στον κόσμο του, να «φτιάχνεται» έξω απ’ την πραγματικότητα, να δραπετεύει από αυτήν και να επιστρέφει μόνο όταν, όπως έλεγε και ο Τζακ Λόντον στη «Σιδερένεια Φτέρνα», πέσει ένα κεραμίδι πάνω στο κεφάλι του και του πει πεινάω!
Ε αυτή η αντίληψη κι αυτή η στάση ζωής πρέπει να αλλάξει! 
Και πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία σιγοβράζει. Γρήγορα θα πετάξει το πέπλο της απογοήτευσης, του θυμού και του φόβου και θα αναμετρηθεί με την πραγματικότητα. 
Γι αυτό και το παραμύθι μου έχει κάτι να πει στον καθένα που ζει την αφόρητη μοναξιά της καθημερινότητας, είναι μόνος ανάμεσα σε χιλιάδες, θέλει να κάνει το βήμα και θα το κάνει: να συναντηθεί με αυτούς τους χιλιάδες! Άλλος δρόμος δεν υπάρχει!

Η Βαγγελιώ


Η Βαγγελιώ Καρακατσάνη κατάγεται από το Μοχό Ηρακλείου και σήμερα ζει στο Αστρίτσι. Είναι παντρεμένη με το Νίκο Λουτράρη από τις Αρχάνες.
Είναι Αρχιτέκτων Τοπίου.
Εργάστηκε σαν δημοσιογράφος στην εβδομαδιαία εφημερίδα Ν. Λέσβου «Νέο Εμπρός», ως διευθύντρια σύνταξης στο περιοδικό «Οικοδομώ», ενώ σήμερα συνεργάζεται με διάφορα έντυπα και ηλεκτρονικές σελίδες.
Ανέπτυξε έντονη κοινωνικοπολιτική δράση από τα σπουδαστικά της χρόνια, διετέλεσε Πρόεδρος Δ.Σ. της Ένωσης Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ν. Ηρακλείου και σήμερα είναι Πρόεδρος Δ.Σ. του Σωματείου ενάντια στο στίγμα και την προκατάληψη για τις ψυχικές διαταραχές, «Υπέρβαση» και Αντιπρόεδρος Δ.Σ. του Συλλόγου Γυναικών Αρχανών.
Το μυθιστόρημα «Στη ρίζα τ’ αετού» είναι το πρώτο της έργο. Εκδόθηκε το 2015 από τις εκδόσεις Επιλογές και επανεκδόθηκε το 2016 από τις εκδόσεις Ραδάμανθυς.
Το παραμύθι "Το άτακτο αστεράκι με το κόκκινο σκουφάκι" είναι το δεύτερο έργο της που εκδόθηκε και αυτό από τις εκδόσεις Ραδάμανθυς. 
Τώρα εργάζεται πάνω στην ποιητική συλλογή "Τα αναγκαία".


Διαβάστε περισσότερα: https://vagelio.webnode.gr/schetika-me-emas/


Η Σελίδα της στο f/b kαι το Blog της 

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2018

--ΟΙ ΣΤΕΡΝΕΣ--


Έμεινα με ανοιχτό στόμα γιατί ήμουν ανυποψίαστη για αυτά τα θέματα. Ε, δεν είχα κάνει και τα πολλά ταξίδια. 
Το δικό μου χωριό ήξερα και τη μεγαλούπολη που ζούσα. 
Και στις δύο περιπτώσεις νερό είχαμε άφθονο: Στο χωριό οι πηγές ήταν άφθονες που τις τροφοδοτούσαν τα δάση του βουνού που βρίσκεται ακριβώς από πάνω του(όλα αυτά βέβαια πριν περάσει κι από εκεί η πυρφόρα καταστροφή).Στην πόλη πάλι ο Μαραθώνας και ο Μόρνος έλυναν ουσιαστικά και γρήγορα το πρόβλημα της ύδρευσης. Παίρνεις το ποτήρι σου, ανοίγεις τη βρύση το γεμίζεις νερό και πίνεις .Τόσο απλά.
Όμως, όταν για πρώτη φορά βρέθηκα πριν πολλά χρόνια σε κείνο το νησί φιλοξενούμενη, 
κατάλαβα ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο αυτονόητα όσο εγώ τα θεωρούσα σχετικά με τη χρήση του νερού: 
Η καλή και πρόθυμη κυρία –που αργότερα έγινε πεθερά μου-θέλησε να με κεράσει κάτι δροσιστικό, καλοκαίρι ήταν. 
Τι άλλο ήταν πιο καλό για την περίσταση από μια βανίλια- ξέρετε- υποβρύχιο. 
Έτρεξε λοιπόν με ένα μικρό τσίγκινο κύπελλο που το είχε δέσει με ένα λεπτό σπάγκο και το έριξε μέσα στη στέρνα της αυλής. Γρήγορα και επιδέξια το έφερε στην επιφάνεια γεμάτο δροσερό νερό ,το έβαλε μαζί με το κουτάλι γεμάτο βανίλια σε ένα ποτήρι και μου το πρόσφερε. 
Τότε ήταν που άρχισα και εγώ τις ερωτήσεις για τις στέρνες.
Η κατασκευή της στέρνας ήταν εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, έμαθα, ειδικά σε ένα πετρώδες μέρος όπου βρισκόταν το χωριό που είχα επισκεφτεί.
Αυτή η δυσκολία αποτυπωνόταν εύγλωττα στην πολύ διαδεδομένη στην περιοχή παροιμία: «σπίτι, στέρνα και αμπέλι δεν τα φτιάχνει όποιος θέλει». Αυτό το καταλαβαίνει κανείς αν σκεφτεί πόσο επίπονη διαδικασία και εξαιρετικά χρονοβόρα ήταν η λάξευση των βράχων πριν από εκατό χρόνια ή και λιγότερα χωρίς την ύπαρξη των σύγχρονων κρουστικών μηχανημάτων (κομπρεσέρ).
Όμως ήταν ζωτικής σημασίας η δημιουργία βαθιών κοιλωμάτων μέσα στη γη (κάτι σαν πηγάδια)για την αποθήκευση του βρόχινου νερού που συνέλεγαν με κανάλια από τις στέγες των σπιτιών. 
Πώς αλλιώς θα έκαναν όλη τη λάτρα του σπιτιού και τι θα έπιναν άνθρωποι και ζώα που ασφαλώς υπήρχαν στο κάθε σπίτι. Για όλες τις χρήσεις η γεμάτη στέρνα ήταν μονόδρομος. 
Θυμάμαι πόσο πολύ πρόσεχαν όλοι να μη σπαταλούν το νερό: 
Είχα δει να φυτεύουν λάχανα και μπρόκολα Σεπτέμβρη μήνα και για να πιάσει το πότιζαν στη ρίζα με ένα μικρό κυπελάκι(το ίδιο έκαναν και την εποχή που φύτευαν τις ντοματιές και τις κολοκυθιές). Η ελπίδα τους είχε εναποτεθεί σε επικείμενες φθινοπωρινές βροχές που θα βοηθούσαν στην ανάπτυξη των λαχανικών.
Τα παραπάνω -πολύ γνωστά φαντάζομαι στους περισσότερους νησιώτες- τα έγραψα για να δείξω την απόλυτη εξάρτηση των ανθρώπων από τις στέρνες. 
Η Στέρνα πολλές φορές λένε έπαιζε και το ρόλο ψυγείου: Έδεναν το καρπούζι ή το κρέας με ένα σακούλι και το κρεμούσαν μέσα για να παραμένουν δροσερά και να μη χαλάνε ειδικά το καλοκαίρι.Όλοι επαινούσαν το βρόχινο νερό πως είναι εύγευστο ότι κάνει πιο νόστιμα τα φαγητά και ότι καθαρίζει τέλεια τα ρούχα. Τι να πω και εγώ που μόνο τρεχούμενα νερά έπινα;
Αλίμονο όμως αν η στέρνα δεν είχε καλή στεγανοποίηση ή για κάποιο λόγο παρουσίαζε κάποιες ρωγμές στο εσωτερικό της. Χανόταν όλο το αποθηκευμένο νερό που έστελναν οι υδρορροές από τις στέγες στην υπόγεια στέρνα στη διάρκεια των βροχοπτώσεων. 
Αλλά και ο καθαρισμός της όταν άδειαζε το νερό ήταν ένα άλλο βάσανο.
Έδεναν έναν άνθρωπο και τον κατέβαζαν στο βάθος της ή αργότερα κατέβαινε με σκάλες και μάζευε όλη τη λάσπη του πυθμένα σε κουβάδες που τραβούσε κάποιος από την επιφάνεια. Μετά ξέπλενε καλά και ενδεχομένως έριχνε λίγο ασβέστη για εξαφάνιση των μικροβίων(…)
Πόσο καθαρό μπορεί να παραμείνει το στάσιμο νερό που αποθηκεύεται για ένα χρόνο, αναρωτιέμαι.
Αλλά και θλιβερά περιστατικά συνδέονται με τις στέρνες ειδικά αν δεν ήταν σωστά κλεισμένο το φαρδύ στόμιό τους, το λεγόμενο φιλιατρό: Παιδάκια που ξέφευγαν από την προσοχή των οικείων τους έπεφταν μέσα και πνίγονταν αν δεν γίνονταν αμέσως αντιληπτά, ενώ δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις ατόμων που εκούσια (ή ακούσια) βρήκαν το θάνατο μέσα σ’ αυτές.
Αυτό που στην κυριολεξία με κατέπληξε-θα συνέβη πριν πενήντα χρόνια ή και αργότερα-ήταν που έβλεπαν φίδια να πέφτουν στη στέρνα που έπιναν οι άνθρωποι νερό:
Πώς το αντιμετώπιζαν;
Έτρεχαν στα εικονίσματα έπαιρναν το φυλαγμένο από τα Θεοφάνεια αγιασμό και τον έριχναν μέσα στο νερό της στέρνας και αμέσως έπιναν σα να μη συνέβη τίποτα. 
Τόσο πολύ πίστευαν ότι ο αγιασμός λειτουργεί καθαρτικά και εξορκίζει κάθε κακό. 
Σε περιόδους παρατεταμένης ξηρασίας –δεν ήταν και λίγες- μαζεύονταν οι κάτοικοι και έκαναν λιτανείες σε διάφορα ξωκλήσια για να έρθει η πολυπόθητη βροχή γιατί αλλιώς κινδύνευαν άμεσα φυτά ζώα και άνθρωποι.
Πόση δύναμη πίστης θεέ μου!
Αργότερα έκαναν την εμφάνισή τους οι υδροφόρες. 
Παρόλο που το τίμημα για κάθε βυτίο νερού ήταν σεβαστό αποτελούσε μια λύση έσχατης ανάγκης . Άλλωστε με την πάροδο του χρόνου οι στέρνες γίνονται τσιμεντένιες, ίσως δε χρειάζεται να σπάσουν πολύ τους μεγάλους βράχους τα σκαπτικά μηχανήματα γιατί τις φτιάχνουν σαν δεξαμενές με λίγο βάθος στη γη και περισσότερο στην επιφάνεια. 
Είναι πλέον καλά κλεισμένες και το νερό μεταφέρεται για την όποια οικιακή χρήση με πιεστικά μηχανήματα.

Πόσος αγώνας για την απόκτηση αυτής της γενεσιουργού δύναμης και ζωής!

«Δεν έχουμε ποτάμια ,δεν έχουμε πηγάδια δεν έχουμε πηγές μονάχα λίγες στέρνες άδειες κι αυτές που ηχούν, που ηχούν και που τις προσκυνούμε…»Γ.Σεφέρης.
Της Ξαδέρφισσας!! 
-φωτο απ' το διαδίκτυο 

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

-ΣΤΗΝ ΆΛΛΗ ΆΚΡΗ ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ


«Πέρα απ’ τα όρη και τις θάλασσες, πέρα μακριά στην άλλη άκρη του κόσμου Μανολιό μου, υπάρχει ένα νησί σαν και το δικό μας.
Μικρό, μα είναι μονάχο του μια χώρα ολάκερη.
Εκεί ο κόσμος ζει με αξιοπρέπεια γιατί" βασιλεύει το δίκιο.» «Τι λες, παππού; Υπάρχει τέτοιος κόσμος; Να πάμε κι εμείς εκεί.»
«Αν υπάρχει λέει! Όλοι οι άνθρωποι έχουν δουλειά. Πηγαίνουν σχολειό και μορφώνονται. Άμα αρρωστήσουν έχουν γιατρούς να τους κάνουν καλά χωρίς λεφτά και δεν υπάρχουν ρουφιάνοι μήτε αφεντικά. Σε μια τέτοια χώρα μπορούσαμε να ζούμε κι εμείς, παιδί μου αλλά μας πήραν την εξουσία μέσα απ’ τα χέρια.»
Πήγε να δακρύσει ο γέροντας, μα δεν άφησε το δάκρυ να βγει απ’ το μάτι του.
«Αυτά πληρώνουμε, Μανολιό μου και θα πληρώνουμε για πολλά χρόνια ακόμα. Έχουν παιδί μου πολλά να δούνε τα μάτια σου μέχρι να μάθει ο εργάτης να λέει τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη.» «Αυτό φταίει παππού; Που δεν λέμε τα πράγματα με τ’ όνομα τους; Δηλαδή, άμα τα λέμε σωστά, αλλάζει ο κόσμος;»
«Άμα λέμε την αλήθεια και παλεύουμε γι’ αυτήν, ναι αλλάζει! Έως τότε όμως, σφίξε τα δόντια σου και προχώρα. Και στις δυσκολίες να μην τα παρατάς. Σε μια στιγμή έρχονται τα πάνω κάτω.»
«Και πότε θα έρθει αυτή η στιγμή, παππού;»
«Κανένας δεν ξέρει. Να είσαι χαρούμενος όταν είσαι καλά και μπορείς να παλεύεις για το δίκιο.»
«Είμαι χαρούμενος, παππού, αλλά μόνο εμείς θα παλεύουμε; Φτάνει αυτό;» «Μια σπίθα φτάνει για ν’ ανάψει και να φουντώσει η φωτιά, παιδί μου. Μια στάλα φτάνει για να ξεχειλίσει το ποτήρι. Το τσικάλι σαν θα βράσει, το καπάκι θα πετάξει κι αυτό έχει γίνει πράξη.»

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα "Στη ρίζα του αετού":
Για τον Φιντέλ Κάστρο 

Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2018

--ΟΙ ΜΙΣΟΛΟΓΓΙΤΙΣΣΕΣ--δέν ἤτανε μαθημένες- (από "Η γυναίκα της Ζάκυθος")


1. Καὶ ἐσυνέβηκε αὐτὲς τὲς ἡμέρες ὁποὺ οἱ Τοῦρκοι ἐπολιορκοῦσαν τὸ Μισολόγγι καὶ συχνὰ ὀλημερνὶς καὶ καπότε ὀληνυχτὶς ἔτρεμε ἡ Ζάκυνθο ἀπὸ τὸ κανόνισμα τὸ πολύ.
2. Καὶ κάποιες γυναῖκες Μισολογγίτισσες ἐπερπατοῦσαν τριγύρω γυρεύοντας γιὰ τοὺς ἄνδρες τους, γιὰ τὰ παιδιά τους, γιὰ τ᾿ ἀδέλφια τους ποὺ ἐπολεμούσανε.
3. Στὴν ἀρχὴ ἐντρεπόντανε νἄβγουνε καὶ ἐπροσμένανε τὸ σκοτάδι γιὰ ν᾿ ἁπλώσουν τὸ χέρι, ἐπειδὴ δὲν ἤτανε μαθημένες.
4. Καὶ εἴχανε δούλους καὶ εἴχανε σὲ πολλὲς πεδιάδες καὶ γίδια καὶ πρόβατα καὶ βόϊδα πολλά.
5. Καὶ ἀκολούθως ἐβιαζόντανε καὶ ἐσυχνοτηράζανε ἀπὸ τὸ παρεθύρι τὸν ἥλιο πότε νὰ βασιλέψη γιὰ νἄβγουνε.
6. Ἀλλὰ ὅταν ἐπερισσέψανε οἱ χρεῖες ἐχάσανε τὴν ντροπή, ἐτρέχανε ὀλημερνίς.
7. Καὶ ὅταν ἐκουραζόντανε ἐκαθόντανε στ᾿ ἀκρογιάλι κι ἀκούανε, γιατὶ ἐφοβόντανε μὴν πέσει τὸ Μισολόγγι.
8. Καὶ τὲς ἔβλεπε ὁ κόσμος νὰ τρέχουνε τὰ τρίστρατα, τὰ σταυροδρόμια, τὰ σπίτια, τὰ ἀνώγια καὶ τὰ χαμώγια, τὲς ἐκκλησίες, τὰ ξωκλήσια γυρεύοντας.
9. Καὶ ἐλαβαίνανε χρήματα, πανιὰ γιὰ τοὺς λαβωμένους.
10. Καὶ δὲν τοὺς ἔλεγε κανένας τὸ ὄχι, γιατὶ οἱ ρώτησες τῶν γυναικῶν ἤτανε τὲς περσότερες φορὲς συντροφευμένες ἀπὸ τὲς κανονιὲς τοῦ Μισολογγιοῦ καὶ ἡ γῆ ἔτρεμε ἀπὸ κάτου ἀπὸ τὰ πόδια μας.
11. Καὶ οἱ πλέον πάμπτωχοι ἐβγάνανε τὸ ὀβολάκι τους καὶ τὸ δίνανε καὶ ἐκάνανε τὸ σταυρό τους κοιτάζοντας κατὰ τὸ Μισολόγγι καὶ κλαίοντας.


Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Μην κλαίς...Εμείς Στέκουμε Όρθιοι...Ώσπου να ορθώσει κορμί, να δέσει χυμούς κι ο τελευταίος αδικημένος,,


Μην κλαίς..
Εμείς, μυρίζουμε ακόμη άνοιξη και μπαρούτι.
Χαμογελάμε στην κάθε ανατολή. 
Πίνουμε κοκκινο κρασί και σπάμε το ποτήρι. 
Μεθάμε με τις λεμονιές. 

Δεν χώνουμε τα χέρια μες στις τσέπες μας, 
μα στην χούφτα του διπλανού μας. 

Μην κλαίς..Μείναμε πίσω. Εκεί, στην λίθινη εποχή..
Εμείς, γλεντάμε ακόμη με δυό ελιές κι ένα κρεμμύδι.
Στέκουμε όρθιοι κάτω απ΄όλους τους καιρούς είτε με ιδρωμένο, είτε με σπασμένο κεφάλι.
Λέμε: " αύριο, ναι, αύριο" και ημερεύει η καρδιά του κόσμου,

Εμείς, ακόμη ξενυχτάμε ερωτοχτυπημένοι κάτω από κλειστά παράθυρα και δακρύζουμε με την " συννεφιασμένη Κυριακή"..

Ακόμη ορκιζόμαστε στο όνομα του δίκιου και της ελευθερίας μας.
Ακόμη κουβαλάμε στο δισάκι μας το αίμα των ηρώων μας και του μιλάμε.
Έτσι. Εμείς. Όρθιοι. Έτσι.
Ώσπου 
να ορθώσει κορμί, να δέσει χυμούς κι ο τελευταίος αδικημένος, ξεσπιτωμένος, ρημαγμένος και καταπιεσμένος απανταχού της γής.
Γι αυτό, μην κλαίς. 
Όρκος.


Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2017

,,στους ώμους της χορεύουν οι χρόνοι του κόσμου,,

,,Ξέρεις πια είμαι εγώ;… 
εγώ είμαι αυτή που γέννησε εκείνον που έφτιαξε τα σύννεφα. Εμένα, που με βλέπεις να χορεύω, μπορώ με το πέλμα μου να δαμάσω τον χρόνο, να φτιάξω καινούριο άνθρωπο, να γκρεμίσω παλιούς Θεούς και στους θρόνους τους να βάλω καινούριους.
 Ξέρεις τι είμαι εγώ; 
Είμαι ο Νους, είμαι η δύναμη που κρύβει μέσα του όποιος άνθρωπος έχει γεννηθεί, όποιος έχει πιεί από τη μάνα του γάλα. 
Να με φοβάσαι όταν νομίζεις ότι κερδίζεις τον άνθρωπο,,


Η εικόνα του κοριτσιού… 

Δεν είναι ακόμα 14 χρονών, φοράει εκείνο το λευκό φουστάνι που όταν κάνει στροφές ανοίγει σαν ομπρέλα με κέντρο τη μέση της. 

Το κορίτσι, το λευκό κορίτσι, με τα μακριά του τα μαλλιά, με τις νευρώδεις μπούκλες, περπατά και θαρρείς πως στους ώμους της χορεύουν οι χρόνοι του κόσμου, οι αιώνες χορεύουν. 
Κάθε της βήμα στις μύτες του λεπτού της ποδιού και οι πέτρες του δρόμου κυλάνε στην άκρη για να περάσει. Το λευκό κορίτσι, 
που κοιτάζει μονάχα ψηλά, τον βαρύ ουρανό και του φωνάζει: 
«Βρέξε, βρέξε όσο μπορείς πιο δυνατά… μόνο να με ποτίσεις μπορείς». 
… και εκείνος βρέχει και οι στάλες κάθονται πάνω στο αναιδές κεφάλι, βρέχουν το φουστάνι, το κάνουν να κολλάει στο άγουρο στήθος και το κορίτσι φωνάζει ξανά:
«Βρέξε κι άλλο, με αυτό το στήθος θα αναστήσω εκείνον που θα αλλάξει τον κόσμο». 
Η βροχή δυναμώνει, οι Θεοί θυμώνουν, γεμίζουν το διάβα της λάσπες, μα η βροχή την ξεπλένει και το κορίτσι συνεχίζει το δρόμο του. 
Χλευάζει τον ουρανό:
"Ξέρεις πια είμαι εγώ;… 
εγώ είμαι αυτή που γέννησε εκείνον που έφτιαξε τα σύννεφα. Εμένα, που με βλέπεις να χορεύω, μπορώ με το πέλμα μου να δαμάσω τον χρόνο, να φτιάξω καινούριο άνθρωπο, να γκρεμίσω παλιούς Θεούς και στους θρόνους τους να βάλω καινούριους. 
Ξέρεις τι είμαι εγώ; 
Είμαι ο Νους, είμαι η δύναμη που κρύβει μέσα του όποιος άνθρωπος έχει γεννηθεί, όποιος έχει πιεί από τη μάνα του γάλα. 
Να με φοβάσαι όταν νομίζεις ότι κερδίζεις τον άνθρωπο" 

7/10/17
*(Το κείμενο ανήκει στην Αθηνά Α., που απεχθάνεται τους υπολογιστές και κρύβει, χρόνια τώρα, επιμελώς όσα γράφει. Κατά καιρούς, θα φιλοξενείται - με την έγκρισή της - στον τοίχο μου)