ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

ΟΙ "ΖΑΙΟΙ" ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΑΛΥΒΑ ??(!!)

Η «πρόστυχη πένα» και το προξενείο στη Βοστώνη – Τι λέει το Υπουργείο Εξωτερικών;


   Την επόμενη Παρασκευή 23/3 ο Στάθης Καλύβας (θα υπενθυμίσουμε παρακάτω περί ποιου πρόκειται) είναι προσκεκλημένος ομιλητής σε μια διάλεξη στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης  που οργανώνεται από το τμήμα Κλασσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου και από μια ενδοπανεπιστημική οντότητα, τους «Boston University Philhellenes» .

   Ο τίτλος της διάλεξης είναι (ωιμέ!) «What is Greece? Rethinking the place of history in modern Greek identity», τουτέστιν «Επανεξέταση/αναθεώρηση της θέσης της Ιστορίας στη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα» .
   Το ζήτημα δεν είναι μόνο η πρόσκληση/διάλεξη καθαυτή, αν και φυσικά το τι απόψεις και τίνος τις απόψεις επιλέγει να διακινήσει σε επίπεδο ιδεών ένα Πανεπιστήμιο κάθε άλλο παρά έξω από τη σφαίρα της κριτικής βρίσκεται.
   Το κυρίως θέμα εδώ έχει να κάνει με το γεγονός ότι η συγκεκριμένη εκδήλωση διαφημίζεται στην σελίδα του Ελληνικού Προξενείου της Βοστώνης(https://www.facebook.com/GeneralConsulateOfGreeceInBoston/):

       Το ερώτημα που τίθεται  
    προς τους ταγούς του ελληνικού κράτους,
    προς την κυβέρνηση των «αριστερών» του ΣΥΡΙΖΑ,
    προς το υπουργείο Εξωτερικών με επικεφαλής τον Κοτζιά,
    είναι τούτο:
    Έχουν φτάσει στο σημείο να ενστερνίζονται την «αναθεωρητική» σκέψη του Καλύβα αλλά λόγω ντροπαλοσύνης μας το ανακοίνωσαν από την… Βοστώνη βάζοντας το εκεί Ελληνικό Προξενείο να την διαφημίζει, ή κάτι άλλο συμβαίνει;
    Μέχρι να απαντήσουν (;) ας ξαναθυμηθούμε το είδος της «Ιστορίας» που διακονεί και διακινεί ο Καλύβας (το άρθρο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στον «Ημεροδρόμο» στις 21/7/2017).

 «Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη (…)
και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι…»
  Από τη «δικαιολόγηση» των Ταγμάτων Ασφαλείας μέχρι το ξέπλυμα της χούντας, ένας Καλύβας «αναθεωρητικός» δρόμος. Μιλάμε για τον δρόμο της «αναθεώρησης» της Ιστορίας. Όχι επί τη βάσει στοιχείων, έρευνας, μαρτυριών, αξιόπιστων πηγών, διασταύρωσης. Όχι, δηλαδή, με όρους Επιστήμης.
  Αυτή η ανασκολόπιση, που η «αντικειμενικότητά της» εδράζεται στην τακτική να παίρνει ορισμένα πραγματικά γεγονότα και να τα ρίχνει στο μίξερ της διαστρέβλωσης σαν άλλοθι του εκκωφαντικού της ψεύδους, έχει μια αποστολή: Το ξαναγράψιμο της Ιστορίας με τρόπο που ό,τι αμφισβητεί το καθεστώς κυριαρχίας της αστικής τάξης θα συκοφαντείται και ό,τι ξεπλένει την δικτατορία του κεφαλαίου θα καθαγιάζεται.
  Αλλά ας δούμε κατ’ αρχάς το ποιόν του συγκεκριμένου. Ονομάζεται Καλύβας Ευστάθιος. Τι εστί «Καλύβας»; Διαβάζουμε: 
«Ο Στάθης Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Yale των ΗΠΑ, ενώ έχει διδάξει και σε άλλα αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και ινστιτούτα. Η έρευνά του για τους εμφυλίους πολέμους έχει χρηματοδοτηθεί από το Harry Frank Guggenheim Foundation, το United States Peace Institute (Ινστιτούτο χρηματοδοτούμενο από το αμερικανικό Κογκρέσο), τη Folke Bernadotte Academy (χρηματοδοτούμενη από τη σουηδική κυβέρνηση) και από το Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης»  («23+Παθιασμένα ψέματα για τον ένοπλο λαικό αγώνα 1941-1949», Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, Σύγχρονη Εποχή).
    Πριν φτάσουμε στο τελευταίο «επιστημονικό κατόρθωμα» του εν λόγω, δηλαδή στον εκθειασμό εκ μέρους του της επταετούς χούντας των συνταγματαρχών – όπως συνέβη από τις στήλες της «Καθημερινής» στις 18/6/2017 σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Μια παράδοξη κληρονομιά» – θα πάρουμε μια γεύση από προηγούμενα «επιστημονικά του ανδραγαθήματα».
    Αυτός, λοιπόν, ο Καλύβας, μαζί με έναν άλλον (Μαραντζίδης), από την εκπνοή του προηγούμενου αιώνα – και από τις αρχές του νέου πιο μαχητικά – ανέλαβαν την αναθεώρηση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ασφαλώς δεν είναι του παρόντος να ανατρέξει κανείς σε όλες τις πλευρές του εγχειρήματός τους. Ορισμένες επισημάνσεις όμως είναι απαραίτητες για να φανεί η κατεύθυνση και ο προσανατολισμός τους.
  • Το 2004 οι δύο αυτοί κύριοι εγκαινίασαν έναν διάλογο μέσα από την εφημερίδα τα «Νέα» όπου προέβαλαν επιτακτικά την ανάγκη η σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας να αναθεωρηθεί. Το εναρκτήριο λάκτισμα το έδωσαν με κοινό άρθρο στο φύλλο της 20-03-2004 όπου μεταξύ άλλων έγραφαν:
«Ώριμη για διερεύνηση είναι πλέον και η ιδέα πως η συνεργασία με τον εχθρό δεν ήταν πραγματικά ελληνικό φαινόμενο, πως μόνο λίγοι “καιροσκόποι” έπαιρναν εντολές από τους Γερμανούς. Το όλο ζήτημα της ελληνικής συνεργασίας θα αποτελέσει αντικείμενο συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί το ερχόμενο καλοκαίρι. Είναι σαφές όμως ότι οι Έλληνες εργάστηκαν πλάι στους Γερμανούς για πολλούς λόγους: ένας είναι το κοινό αντικομμουνιστικό μένος, ένας άλλος ο φόβος των Βουλγάρων (στον Βορρά) και ένας τρίτος το μίσος και ο φόβος του EAM/ΕΛΑΣ».
    Δηλαδή: Όλες αυτές οι προδοτικές συμμορίες – κι ανάμεσά τους η κορυφαία, τα Τάγματα Ασφαλείας – που… «εργάστηκαν» πλάι στους ναζί, δεν είχαν καμία σχέση με την προδοσία της πατρίδας και του ελληνικού λαού. Δεν ήταν προδότες και δοσίλογοι. Ήταν «απλώς» αντικομμουνιστές, ήταν «απλώς» αντιεαμίτες και – γιατί όχι – πατριώτες αφού ήθελαν να αντιμετωπίσουν τον Βούλγαρο κατακτητή!!! Άλλωστε μπροστά στο Βούλγαρο κατακτητή γιατί να μη συνεργάζεται κανείς με τον Γερμανό ναζί κατακτητή; (!!!).
  • Το συνέδριο που προανήγγειλαν αυτοί οι κύριοι έγινε και τα πρακτικά του κυκλοφόρησαν σε βιβλίο με τον τίτλο «Οι άλλοι καπετάνιοι».Τι ήταν οι άλλοι καπετάνιοι; Μας το λέει ο Μαραντζίδης στην εισαγωγή του βιβλίου:
«Στον όρο άλλοι καπετάνιοι – γράφει- συμπεριλαμβάνονται όσοι κατά τα χρόνια της Κατοχής ηγούνται κάποιας μικρής ή μεγάλης ομάδας ένοπλων ανδρών και ήρθαν αντιμέτωποι με το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με τη στάση και τη δράση τους. Κάτω από τον τίτλο του αντικομουνιστή ενόπλου παρουσιάζονται τρεις βασικές κατηγορίες καπεταναίων: α) αυτοί οι οποίοι συμμετείχαν σε αντιστασιακές οργανώσεις πολεμώντας μέχρι το τέλος της Κατοχής σε έναν διμέτωπο αγώνα ενάντια στους στρατούς κατοχής και από το 1943 ενάντια στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ β) όσοι συνεργάσθηκαν αμέσως με τις δυνάμεις κατοχής συγκροτώντας ένοπλα σώματα, όπως ο Πούλος και γ) αυτοί που, ξεκινώντας να δημιουργήσουν αντιστασιακές ομάδες, οδηγήθηκαν μέσω της εμφύλιας σύγκρουσης του 1943-1944 σε σταδιακή συνεργασία με τους Γερμανούς, αναγορεύοντας σε σημαντικότερο παράγοντα τον κίνδυνο κυριαρχίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο μεταπολεμικό πολιτικό σκηνικό».
    Με άλλα λόγια: Όσοι πρόδωσαν δεν πρόδωσαν γιατί ήταν φασίστες, ή γιατί θέλησαν να ωφεληθούν από τις δυνάμεις κατοχής. Όλοι αυτοί δεν ήταν προδότες. Ήταν «απλώς» αντικομουνιστές! Κι όσοι δεν ξεκίνησαν από την αρχή με σκοπό να συνεργαστούν με τον κατακτητή, στη συνέχεια… υποχρεώθηκαν να συνεργαστούν με ευθύνη του ΕΑΜ!!! Ιδού, συνεπώς, ο αντικομμουνισμός σαν δικαιολογητική βάση του δοσιλογισμού! 
  • Ο Καλύβας, αφιερωμένος στο καθήκον του να παραδώσει άσπιλο και αμόλυντο στους νεώτερους Έλληνες τον δοσιλογισμό επί Κατοχής, σε άρθρο του με τίτλο «Το “ταμπού” του δοσιλογισμού» (Βήμα, 24/12/2006) μας εξηγεί ότι αυτή ροπή των δοσίλογων προς την προδοσία προέκυψε ένεκα
«μιας ευρείας τρομοκρατικής εκστρατείας που εξαπέλυσε το ΕΑΜ και που είχε ως αποτέλεσμα την εξώθηση ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού σε συνεργασία με τους Γερμανούς…».
    Τουτέστιν, οι δοσίλογοι δεν ήταν δοσίλογοι, τρομοκρατημένοι από το ΕΑΜ καλοί άνθρωποι ήταν, που «εξωθήθηκαν» (από το ΕΑΜ!) στην προδοσία…  
  • Ο ίδιος αυτός λαμπρός επιστήμων για να κατοχυρώσει τον ισχυρισμό του περί «τρομοκρατών» κομμουνιστών που… εξωθούσαν άλλους καλούς ανθρώπους στον δοσιλογισμό, φέρνει σαν απόδειξη εξαιρετικές πηγές.
    Μια από αυτές  βρίσκεται στο πόνημά του «Κόκκινη τρομοκρατία: Η βία της Αριστεράς στην Κατοχή» (περιλαμβάνεται στο συλλογικό βιβλίο «Μετά τον πόλεμο», εκδόσεις Αλεξάνδρεια) και δεν είναι άλλη από τις καταδικαστικές εναντίον αγωνιστών αποφάσεις του Εφετείου Ναυπλίου. Τι δεν λέει ο εξαίρετος επιστήμων;
Ότι η «ιστορική πηγή» του, δεν είναι άλλη από τις αποφάσεις ενός δικαστηρίου σκοπιμότητας που με χαλκευμένες κατηγορίες καταδίκασε εκατοντάδες κομμουνιστές και αγωνιστές του ΕΑΜ για «εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου» κατά τα ειωθότα της μεταβαρκιζιανής περιόδου…
  • Ο Καλύβας μαζί με τον άλλον (Μαραντζίδης) σε φρέσκο πόνημά τους («Τα εμφύλια πάθη, 23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο, εκδόσεις Μεταίχμιο) έχουν αξιομνημόνευτης αντικειμενικότητας απαντήσεις στο «γιατί» της απήχησης του ΕΑΜ στον ελληνικό λαό. Μεταξύ άλλων λόγων, όπως λένε, πολλοί Έλληνες προσχώρησαν στο ΕΑΜ
«γιατί απλούστατα δεν είχαν άλλη επιλογή, καθώς το ΕΑΜ δεν δίσταζε να τιμωρήσει παραδειγματικά όσους παράκουαν τις εντολές του».
    Δεν ήταν, δηλαδή, ότι «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα, θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά», όπως τραγουδούσε ο λαός, ήταν η… τιμωρητική συμπεριφορά του ΕΑΜ να θέλει να κάνει τους Έλληνες με το ζόρι… πατριώτες! Τέτοια άποψη έχουν για τον πατριωτισμό του ελληνικού λαού οι δυο καθηγητάδες. 
  • Κι αφού δεν έκανε αντίσταση το ΕΑΜ, τότε ποιος έκανε; Κι εδώ η απάντηση του Καλύβα (και του άλλου) είναι σαφέστατη όσον αφορά την ψευδολογία, τη διαστρέβλωση και την καθεστωτική αγιαστούρα:
«Η ύπαρξη της εξόριστης κυβέρνησης στη διάρκεια του πολέμου – γράφουν – έδωσε στη χώρα διπλωματική και θεσμική συνέχεια, καθιστώντας τη μέρος του συμμαχικού κόσμου και επιτρέποντάς της να σταθεί δίπλα στους νικητές…» (ο.π.)
    Καταλάβατε; «Αγωνιστές» οι άκαπνοι στο Κάιρο και τα παλατιανά απολειφάδια που την κοπάνησαν μαζί με τον χρυσό της χώρας για τα Λονδίνα και… κατσαπλιάδες οι κομμουνιστές που οργάνωσαν το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ.     
  • Εν πάση περιπτώσει, όμως, σε αυτόν τόπο το ΕΑΜ έκανε αντίσταση. Τι γνώμη έχει ο Καλύβας (και ο άλλος) γι’ αυτή την αντίσταση; Πάρτε βαθιά ανάσα:
«Ένα κρίσιμο ερώτημα είναι αν η αντίσταση ωφέλησε ή έβλαψε τη χώρα. Συνέβαλε, για παράδειγμα, στην ήττα του Άξονα στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο;… Οι λίγες χιλιάδες γερμανικές απώλειες… δεν αποτέλεσαν ουσιαστική προσφορά και με κανέναν τρόπο δεν ισοσκελίζουν, ούτε καν πλησιάζουν σε απόσταση, τις ελληνικές απώλειες… Οι ζημιές στις υποδομές της χώρας υπήρξαν τεράστιες και πολλές προκλήθηκαν από την ίδια την Αντίσταση (…) ιδιαίτερα η ένοπλη αντίσταση ενίσχυσε τη συνεργασία με τους κατακτητές αντί να την περιορίσει και ταυτίστηκε με έναν εμφύλιο πόλεμο που οδήγησε σε νέες μεταπολεμικές εμφυλιακές συγκρούσεις…» (ο.π.)
    Πρόκειται για θαύμα!
  • Ο Γοργοπόταμος και το Κούρνοβο δεν ήταν αντίσταση, ήταν πράξεις βλαπτικές για τις υποδομές της χώρας!
  • Ο ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να καθηλώσει έως και 12 μεραρχίες ναζί στην Ελλάδα συμβάλλοντας στην αντιφασιστική νίκη.
  • Ο ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να έχει απελευθερώσει τα ¾ της χώρας πριν ακόμα φύγουν οι ναζί.
  • Το ΕΑΜ δεν έπρεπε να ματαιώσει με τις ηρωικές διαδηλώσεις την υποχρεωτική επιστράτευση των Ελλήνων στα Νταχάου.
  • Δεν έπρεπε να διασώζει τους Εβραίους.
  • Δεν έπρεπε να ακυρώνει την επέκταση της βουλγαρικής κατοχής.
  • Δεν έπρεπε να δίνει τη μάχη των συσσιτίων ώστε να μην πεθάνουν κι άλλες εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων από την πείνα.
  • Όσο, δε, για τον εμφύλιο, δεν ευθύνεται η ανελέητη ταξική επίθεση της άρχουσας τάξης σε συνεργασία με τα αποβράσματα που ξέβρασε η Κατοχή, ευθύνονται εκείνοι που πήραν τα όπλα ενάντια στον κατακτητή. Και γιατί ευθύνονται, μα διότι πήραν τα όπλα! Και τι έπρεπε να κάνουν; Να κάτσουν στ’ αυγά τους! Και εδώ στην Ελλάδα, και στη Γιουγκοσλαβία, και στη Γαλλία παντού!
    Μόνο που αυτή δεν είναι καινούργια Ιστορία. Είναι η ιστορία όπως επιχείρησαν να την γράψουν τα κηρύγματα του  Τσολάκογλου. Αυτά που λέει σήμερα ο Καλύβας (και ο άλλος), τα ίδια έλεγε τότε ο Τσολάκογλου.
  • Και για τα Τάγματα Ασφαλείας; Τι λέει ο Καλύβας για τα Τάγματα Ασφαλείας; Ξαναπάρτε βαθιά ανάσα:
«Η κυβέρνηση Ράλλη αντιλαμβανόμενη ότι η έκβαση στα μέτωπα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου θα οδηγούσε σχετικά σύντομα στην αποχώρηση των Γερμανών… μετέβαλλε τις προτεραιότητές της. Η διασφάλιση της δημόσιας τάξης στις πόλεις και στην ύπαιθρο και η προστασία του κοινωνικού καθεστώτος αποτέλεσε τη στιγμή εκέινη την υπ’ αριθμό ένα έγνοια της. Στο πλαίσιο αυτό, δημοσιεύτηκε στις 18 Ιουνίου 1943, ο νόμος για την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας». (ο.π)
    Είδατε γιατί ήταν απαραίτητα τα Τάγματα Ασφαλείας που ορκίζονταν πίστη στον Χίτλερ; Μα, καλέ, για την τήρηση της δημόσιας τάξης (!) και φυσικά για την «προστασία του κοινωνικού καθεστώτος»! Ήταν, βλέπετε, ζήτημα προτεραιοτήτων: Αν για να διατηρηθεί το καθεστώς της πλουτοκρατίας πρέπει να φτιαχτούν τάγματα ένοπλων δοσίλογων στην υπηρεσία των ναζί, τότε να φτιαχτούν! Ετσι κύριε Καλύβα;    
    Εδώ, φυσικά, σας οφείλουμε ένα ευχαριστώ για την ομολογία σας: Τέτοιο που ήταν και είναι το κοινωνικό καθεστώς τους, τέτοιοι απολογητές του καθεστώτος που είναι οι Καλύβες (και ο άλλος), τέτοιους προστάτες θα έχουν του κοινωνικού καθεστώτος τους: Ταγματασφαλίτες.
***  
    Αυτή η σαβούρα, λοιπόν, του έσχατου αντικομμουνισμού, μέσω του οποίου – όπως σημειώνει ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης – «ο ναζισμός όχι μόνο αθωώνεται αλλά αξίζει να ακολουθήσει κανείς τα ίχνη του», που φτάνει στο σημείο να αθωώνει και τα ναζιστικά ολοκαυτώματα και τους ντόπιους συνεργάτες των ναζί, μιας και κατά ορισμένους όλα αυτά δεν ήταν παρά …αντίποινα και αντανακλαστικές κινήσεις την ευθύνη των οποίων φέρει η δράση του ΕΛΑΣ (!), πέρασε από την «δικαιολόγηση» των Ταγμάτων Ασφαλείας στο μακιγιάρισμα της χούντας των συνταγματαρχών.
    Μικρή η απόσταση, θα πείτε. Ειδικά για κάποιον που εξηγεί τα Τάγματα Ασφαλείας σαν «προτεραιότητα» των Κουίσλινγκ για την «προστασία του κοινωνικού καθεστώτος», να φτάνει στο να εκθειάζει την «παράδοξη κληρονομιά» της χούντας των (και ταγματασφαλίτη) Παπαδόπουλου,  Παττακού, Μακαρέζου, Ιωαννίδη. Σωστό.
    Ας πάρουμε μια γεύση, λοιπόν, από το άρθρο του Καλύβα, που βρήκε τόσο φιλόξενη θέση στην Καθημερινή (όλο εδώ: http://www.kathimerini.gr/914382/opinion/epikairothta/politikh/mia-parado3h-klhronomia), την εφημερίδα που προ δεκαετίας εκθείαζε σε αφιέρωμά της τη χούντα του Μεταξά:
«Ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία και την αποτίμηση της δικτατορίας είναι το θέμα της λαϊκής αποδοχής της. Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή. Πράγματι, η δικτατορία ταυτίστηκε με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος. Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις. Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής. Η κοινωνία του 1974 μικρή σχέση είχε με αυτή του 1964. Η διαδικασία κοινωνικού εκσυγχρονισμού είχε, βέβαια, ξεκινήσει πριν από τη δικτατορία, αλλά εκείνη την επιτάχυνε γνωρίζοντας πως η αποδοχή της εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάπτυξη και ενισχύοντας την τάση των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα (…). Η δικτατορία ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ισως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία. Ισως γιατί μας θυμίζει κάποιες ενοχλητικές πτυχές της Ιστορίας που προτιμάμε να βάζουμε στην άκρη. Ισως πάλι, γιατί χωρίς αυτήν, ο πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός της χώρας να είχε απαιτήσει πολύ πιο μακρόχρονες και επίπονες διαδικασίες. Η δικτατορία είναι σαν ένα από αυτά τα μεγάλα παλιά έπιπλα που δεσπόζουν σε ένα δωμάτιο τόσο πολύ που δεν τα παρατηρούμε ποτέ».
    Αλήθεια, τι να πρωτοθαυμάσει κανείς!
  • Την «πλατιά αποδοχή» της χούντας, που προφανώς εκδηλώθηκε στο αδικαίωτο μυριόστομο μεταπολιτευτικό αίτημα «δώστε τη χούντα στο λαό» άμα τε και αναμετάξυ των «σεσημασμένων» της Γυάρου, της Μπουμπουλίνας, του Ωρωπού, των γυναικείων φυλακών Αβέρωφ…
  • Τις «πολλές τέχνες (που) άνθησαν»,όπως την «τέχνη» να στέλνεις στην εξορία τον Ρίτσο και τον Θεοδωράκη, να στέλνεις στην σιωπή τον Σεφέρη, να στέλνεις τον λογοκριτή και τον χαφιέ από «Το μεγάλο μας τσίρκο» μέχρι την «Απανεμιά», την ώρα που οργανώνεις «εθνοσωτήριες» γελοιότητες στο Παναθηναικό Στάδιο…
  • Την «επιτάχυνση» του «πολιτικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού»και την «ενίσχυση της τάσης των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα» (!) αφού μάλλον οι δολοφονίες του Ελή, του Κομνηνού, του Μυρογιάννη, της Καλαβρού, του Μανδηλαρά, του Χαλκίδη, του Τσαρουχά, το σακάτεμα του Μουστακλή, η αποτυπωμένη κτηνωδία στο σώμα του Κάππου, δεν συνιστούσαν πολιτικό και κοινωνικό πισωγύρισμα, αλλά ένα ελαφρύ ξεστράτημα κατά την «αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα»…
  • Το «εύκολο και γρήγορο ξεπέρασμα»της δικτατορίας συγκρινόμενο με εκείνο το 40% της Κύπρου που παραμένει ξεροκέφαλα, 43 χρόνια τώρα, σε κατάσταση χουντικής προδοσίας…
  • Το ότι η δικτατορία «υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία»αφού τι σημασία έχει εκείνος ο κατάλογος των 7.840 ονομάτων που καταρτίστηκε με τη συμβολή του Συνδέσμου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αγωνιστών (ΣΦΕΑ) και περιλαμβάνει όσους βίωσαν τη χούντα στη ζωή τους σαν ένα «μικρό διάλειμμα» φυλακίσεων και εξοριών…
  • Την ευδαιμονία για τη «νεολαία (που) προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης» έχοντας σαν αξεσουάρ της εκδυτικοποιησής της ένα τανκ στην πύλη του Πολυτεχνείου…
    Και πως να μη θαυμάσει κανείς την τέτοια «ιστορική» εκπόρνευση που παριστάνει την  «επιστήμη» όταν έχει βυθιστεί σε τέτοιο καθεστωτικό βούρκο σε σημείο που θέλει να ξεπλύνει τον φασισμό ανασύροντας την γελοιότητα περί «οικονομικού θαύματος» ή την τρισγελοιότητα ότι «η χούντα έφτιαξε δρόμους»!
***
    Ο Βάρναλης το περιέγραφε έτσι:
Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,
της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,
και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι,
του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!
    Άλλως πως:
    Η ιστορική άγνοια αποτελεί λίπασμα για την πολιτική αφασία. Ο φασισμός γίνεται «ελκυστικός» έτσι: Πατώντας πάντα στο έδαφος της αφασίας και της άγνοιας.
    Το κράτος μας με τους θύλακες της αέναης και μηδέποτε συντελούμενης «αποχουντοποίησης», συμπεριλαμβανομένων αφενός των εκπροσώπων της «τσούλας των δημίων, Επιστήμης», αφετέρου μερίδας της «τέταρτης εξουσίας» που υπηρετεί τον βούρκο, έχει κάθε λόγο να καλλιεργεί την αφασία και την άγνοια, ώστε έτσι να κρατά πάντα ζεστό τον κόρφο που επωάζει τα «φίδια» του.
    Πάνω σε αυτό το έδαφος, της καλλιεργούμενης άγνοιας και της αφασίας, της ιστορικής παραχάραξης και της μαζικού τύπου πολιτικής λοβοτομής, αναπτύσσονται σήμερα οι γνωστές θεωρίες για το «πόσο καλύτερα ήταν τα πράγματα επί χούντας»…
    Η αλήθεια, φυσικά, είναι ότι δεν υπάρχει χούντα – στην Ελλάδα και οπουδήποτε στον κόσμο – που να μην είναι κυλισμένη στο αίμα της τρομοκρατίας και των δολοφονιών. Στην αγριότητα των ανά τον κόσμο «ΕΑΤ – ΕΣΑ». Στην ταξική βαρβαρότητα και στο βούρκο της διαφθοράς.
    Όσον αφορά στο τελευταίο, στο ζήτημα της διαφθοράς, της βρωμιάς και της δυσωδίας, με τους «ημέτερους» συνταγματάρχες είχαμε εκείνη ακριβώς τη διαφθορά και εκείνη την «τιμιότητα» που άρμοζε στη γελοιότητά τους:
  • Ήταν τόσο γελοίοι όσο και οι κομπίνες τους στην υπόθεση με τα «κρέατα του Μπαλόπουλου». Ήταν τόσο αντιφαυλοκράτες όσο και οι «τακτοποιήσεις»των γαμπρών του Παττακού, των αδερφών του Παπαδόπουλου και των ίδιων των πραξικοπηματιών που «νομοθέτησαν» τον… διπλασιασμό των μισθών τους.
  • Σημειώστε: Μια από τις πρώτες πράξεις των χουνταίων ήταν να δώσουν αυξήσεις στον… εαυτό τους.Με τον Αναγκαστικό Νόμο 5/1967, οι «Παπαδόπουλοι» φρόντισαν να υπερδιπλασιάσουν τον μισθό του πρωθυπουργού από τις 23.600 στις 45.000 δραχμές και των υπουργών και υφυπουργών από τις 22.400 στις 35.000 δραχμές. Αυτοί ήταν που κατέβασαν τα τανκς για να σώσουν την Ελλάδα από την «φαυλοκρατία»…
  • Ήταν τόσο «τίμιοι» και αντικομφορμιστές όσο και οι τρεις βίλες του Παπαδόπουλου:Μια στο Ψυχικό, μία στην Πάρνηθα και μια Τρίτη στο Λαγονήσι (η τελευταία ήταν προσφορά του Ωνάση).
  • Ήταν τόσο «πατριώτες» που – εκτός του μέγιστου εγκλήματος κατά της Κύπρου – το βοούν και οι ληστρικές συμβάσεις με«Litton», «Μακντόναλντ», «Τομ Πάππας» και«Ζήμενς» – πάντα η… «Ζήμενς».
  • Ήταν τόσο θεομπαίχτες που έφτασαν να βουτάνε λεφτά ακόμα και από το… παγκάρι!Γνωστή η ιστορία με την ανέγερση του «θαυματουργού» (καθότι… αόρατος) Ναού του Σωτήρος. Μόνο από εκεί, από έναν προϋπολογισμό ύψους 450 εκατομμυρίων, φαγώθηκαν τα 400…).
    Αλλά αφού εκτός από τα φασιστοειδή του «εγέρθητου» βρέθηκε και κοτζάμ καθηγητής του Yale να αρθρογραφεί αναπαράγοντας το τόσο γελοίο όσο και «προσφιλές» τροπάρι περί του δήθεν «οικονομικού θαύματος» επί χούντας των συνταγματαρχών, ας υπενθυμίσουμε την πραγματικότητα (τα παρακάτω στοιχεία είδαν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας το 1975. Πηγή: Journal of the Hellenic Diaspora Vol 2 -1975-, Permanent URL:http://hdl.handle.net/10066/4929. Για αναλυτικότερη ενημέρωση στην επισκόπηση του Βασίλη Καρίφη, «Η ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967 – 1974)», στο «greekjunda.blogspot.com»):   
     1) Το δημόσιο χρέος από 32 δισ. δραχμές το 1966 εκτινάχτηκε στα 87,5 δισεκατομμύρια δραχμές τον Ιανουάριο του 1973 ενώ το 1974 απογειώθηκε στα 114 δισ. δραχμές. Δηλαδή ήταν τέτοιο το έγκλημα που συντελέστηκε στην ελληνική οικονομία επί χούντας ώστε το δημόσιο χρέος υπερτριπλασιάστηκε! Το επίτευγμα της χούντας ήταν τέτοιο που δεν μπορούσε να κρυφτεί ούτε επί των ημερών της. Στο «Βήµα» της 20/10/1973, καταγράφεται ότι στην εξαετία της δικτατορίας το εξωτερικό χρέος αυξήθηκε όσο δεν είχε αυξηθεί από την γέννηση του ελληνικού κράτους το 1821! Σε έξι χρόνια οι χουντικοί έκαναν το χρέος 1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε αυξηθεί σε διάστηµα 145 χρόνων!
     2) Το εμπορικό έλλειμμα το 1973 έγινε τέσσερις και πέντε φορές μεγαλύτερο από αυτό του 1968. Παρά τη λογοκρισία που ασκείτο στον Τύπο, ήταν τέτοια η κατρακύλα που δεν κρυβόταν με τίποτα: «Η δεύτερη µεγάλη θυσία της ελληνικής οικονοµίας κατά την περίοδο αυτήν (έγραφε το «Βήμα» στο ίδιο άρθρο) υπήρξε η θεαµατική διόγκωση του εµπορικού ισοζυγίου. Το έλλειµµα του εµπορικού ισοζυγίου από 745 εκατ. δολάρια προβλέπεται ότι θα φτάσει τελικά το τέλος του 1973 τα 2.600 εκατ. δολάρια, δηλαδή περίπου θα τετραπλασιασθεί»…
     3) Στην Ελλάδα, που 1961-71 είχε το χαμηλότερο ποσοστό πληθωρισμού μεταξύ όλων των χωρών του ΟΟΣΑ (2,2%), ο δείκτης καταναλωτικών τιμών αυξήθηκε κατά 15,3% από το 1972 έως το 1973 και κατά 37,8% από τον Απρίλη του 1973 μέχρι τον Απρίλη του επόμενου έτους, και μάλιστα σε τομείς όπως τα είδη πρώτης ανάγκης και η υγεία. Το 1973 το ποσοστό του πληθωρισμού είχε επιφέρει μειώσεις των πραγματικών μισθών κατά 4%. Με δυο λόγια επί χούντας οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Πράγμα που επίσης δεν κρυβόταν με τίποτα. Ο Τύπος έγραφε (στο ίδιο): «Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας της οικονοµίας περιορίστηκε. Τα συµπτώµατα κερδοσκοπίας εντάθηκαν. Έχει ήδη σηµειωθεί ένταση στην ανισοκατανοµή µε την αύξηση της µερίδας των κερδών έναντι της µερίδας των µισθών στο εθνικό εισόδηµα. Πρέπει να προστεθεί ότι η τελευταία πληθωριστική διαδικασία δεν έθιξε τα υπέρογκα κέρδη της περιόδου αυτής».
    4) Το ποσοστό των δαπανών για την εκπαίδευση στο σύνολο των γενικών κρατικών δαπανών μειώθηκε από 11,6% σε 10%, όταν οι δαπάνες για την «άμυνα» και «δημόσια ασφάλεια» του αστυνομοκρατικού καθεστώτος μέσα σε μια πενταετία σχεδόν διπλασιάστηκαν.
     5) Οι προσωπικές καταθέσεις μειώθηκαν ως αποτέλεσμα της οικονομικής δυσχέρειας των λαϊκών στρωμάτων από 34,2 δισεκατομμύρια δραχμές το 1972 σε 19,6 δισεκατομμύρια δραχμές το 1973.
     6) Στον αγροτικό τομέα, όπου απασχολείτο το 44% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, αντί της πενταετούς πρόβλεψης του καθεστώτος για ανάπτυξη 5,2%, η αγροτική οικονομία αναπτύχθηκε κατά μόλις 1,8% στην περίοδο 1967 – 1974, σε αντίθεση με το 4,2% κατά την περίοδο 1963 – 1966. Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν από το 63% του συνόλου των εξαγωγών το 1968 στο 48% το 1972. Το αποτέλεσμα ήταν το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα να πέσει από το 55% στο 43% του μέσου κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος.
     7) Οι φόροι που επιβάρυναν τα λαϊκά στρώματα ανέρχονταν στο 91% επί του συνόλου των φορολογικών εσόδων του καθεστώτος τα οποία αυξάνονταν σταθερά: Τα φορολογικά έσοδα από 27,4% του ΑΕΠ το 1966, επί συνταγματαρχών και μέχρι το 1972 αυξήθηκαν στο 29,2%. Αυτά για τα λαϊκά στρώματα. Από την άλλη:
  • Οι φόροι επί των επιχειρήσεωνμειώθηκαν κατά 10,9%την περίοδο 1972 – 73.
  • Η φορολογική «μεταρρύθμιση» του 1968 μετέφερε το φορολογικό φορτίο στους ώμους της εργατικής τάξης με τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους πλουτοκράτες να απολαμβάνουν μεγαλύτερα φορολογικά προνόμια. Συνέπεια: Οι φοροαπαλλαγές 464 μεγάλων επιχειρήσεων το 1971 ήταν κατά τρεις φορές υψηλότερες από τους φόρους που οι ίδιες εταιρείες είχαν καταβάλει!
  • Τα φορολογικά έσοδα από τις ναυτιλιακές εταιρείες μειώθηκαν από 109 εκατομμύρια δραχμές το 1968 σε 29 εκατομμύρια το 1972 (μείωση 73%!),περίοδος κατά την οποία ο ελληνικός στόλος αυξήθηκε κατά 16,7 εκατομμύρια τόνους.
     8) Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά οχτώ φορές, μεταξύ του 1967 και 1972. Το ισοζύγιο πληρωμών από μέσο πλεόνασμα 14,6 εκατ. δολαρίων την περίοδο 1960 – 66, εμφάνισε μέσο έλλειμμα την περίοδο 1967-73 ύψους 117 εκατομμυρίων δολαρίων.
     9) Οσο για την «ανάπτυξη» που σημειώθηκε επί συνταγματαρχών, το άρθρο του οικονομολόγου Αδαμάντιου Πεπελάση στις 2/8/1974, είναι αποκαλυπτικό και για το χαρακτήρα της «ανάπτυξης» και για το ξεπούληµα της Ελλάδας στο ξένο κεφάλαιο. Γράφει:
«Η ανάπτυξη της επταετίας είχε αντιλαϊκό χαρακτήρα. Η µεγάλη µάζα δηλαδή επωµίσθηκε το βάρος της ανάπτυξης, καρπώθηκε τα λιγότερα ωφελήµατα κι έφερε το κόστος των διάφορων αντιφατικών και συγκυριακών µέτρων για την προσπάθεια επαναφοράς της οικονοµίας σε σχετική σταθερότητα και ισορροπία. Ιδιαίτερα τα µέτρα των τελευταίων 12 µηνών ήταν εξοντωτικά για τα µικρά εισοδήµατα. Η άνοδος των τιµών κατά 40%-45% το 1973 (και κατά 9% για το πρώτο εξάµηνο του 1974) υπερκάλυψε την αύξηση των αστικών εισοδηµάτων ενώ το αγροτικό εισόδηµα άρχισε να συρρικνώνεται σηµαντικά. Οι ξένες παραγωγικές επενδύσεις µειώνονται εντυπωσιακά. Ενώ στην περίοδο 1965-66 εισάγονται 200 εκατ. δολάρια για παραγωγικές επενδύσεις, σ’ όλη την επταετία 1967-1973 εισάγεται πραγµατικά το µισό περίπου της προηγούµενης επταετίας. Τα άλλα ξένα κεφάλαια που εισέρρευσαν ήταν ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ – αγορά γης, οικοπέδων και παρόµοια».
***
    Από τη μια, λοιπόν, χούντα σήμαινε φορολογικά και κάθε λογής προνόμια σε ντόπια και ξένα μονοπώλια, χαριστικές πράξεις στους φιλικά προσκείμενους στη χούντα Ωνάσηδες και Τομ Πάπες, φτηνό και φιμωμένο εργατικό δυναμικό, απαλλαγές από δασμούς και πακτωλός επιχορηγήσεων («νόμοι» 89/1967 και 378/1968) σε εργολάβους, βιομήχανους, μεγαλεμπόρους, μεγαλοξενοδόχους, επιβολή 300 ειδικών μέτρων παροχής πλήρους ελευθερίας στο εγχώριο και ξένο κεφάλαιο να κερδοσποπεί χωρίς κανέναν έλεγχο.
     Από την άλλη «ξεχαρβάλωμα» όλων των οικονομικών δεικτών, αποσάθρωση της εγχώριας παραγωγής, βάρη στο λαό και μια πλασματική «ανάπτυξη» που πίσω της έκρυβε αθρόες εισαγωγές, επιμήκυνση πιστώσεων και τεχνητή κυκλοφορία χρήματος, που προέκυπτε από αναγκαστικό δανεισμό κι άλλες τέτοιες υψηλού επιπέδου δημοσιονομικές αλχημείες.
     Αυτό ήταν το οικονομικό… «θαύμα» του καθεστώτος των συνταγματαρχών. Αυτά είναι και τα παραμύθια της Χαλιμάς από τους γκεμπελίσκους επιγόνους τους και από τους «τακτοποιημένους» του καθεστώτος που γέννησε εκείνη τη μαύρη για τον τόπο περίοδο.
    Και θα ρωτήσει τώρα κάποιος: Μα κοτζάμ Yale, δεν τα γνωρίζει αυτά ο κύριος καθηγητής;  Φοβόμαστε ότι δεν προσέχτηκαν όσο έπρεπε τα λόγια του Βάρναλη. Τα επαναλαμβάνουμε:
«Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,
της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,
και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι,
του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!»

Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

ΑΛΙΚΗ ΤΣΟΥΚΑΛΑ: -Ακούω από πάνω μου τα βήματα των μελλοθανάτων… το βήχα τους… κι αυτή τους την παράξενη για μένα, ευθυμία. Γιατί πεθαίνουν; -

«κάνε μας μίαν προφορικήν δήλωσιν αποκηρύξεως και είσαι ελεύθερη να συνεχίσεις τας σπουδάς σου»

Αλίκη Τσουκαλά: «Αποκηρύσσω, μα όχι τις ιδέες μου… αλλά τον πατέρα μου»!!!


Η Αλίκη (σε σχέδιο του Μέντη Μποσταντζόγλου)


«Αγόρια στήστε το χορό, κορίτσια τραγουδείστε
και σεις παιδιά μου αδέρφια της, κρατείστε τον καημό σας.
Τώρα είναι Απρίλης κι άνοιξη, τώρα είν' καημός για νιάτα
τώρα το μνήμα της ανθεί γιομάτο παπαρούνες
Μάνα της πιάσου στο χορό, και συ αδερφέ της πρώτος
και σεις πικραδελφούλες της, φέρτε ένα γύρο ακόμα
κι εγώ ένα ρουμελιώτικο σκοπό θα τραγουδήσω
τραγούδι απ' την πατρίδα μου κι απ' την καρδιά μου μέσα.»


(“Ρουμελιώτικο μοιρολόι” 
– γραμμένο από τον τραγικό πατέρα της Αλίκης,
 τον Ευρυτάνα ποιητή Γ. Τσουκαλά)




ΘΥΣΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ…


Η Αλίκη Τσουκαλά ήταν μια γενναία και πανέμορφη κοπέλα Ευρυτανικής καταγωγής που εκτελέστηκε σε ηλικία μόλις 21 χρονών στο νεκροταφείο του Αϊ Γιάννη στη Χαλκίδα τα ξημερώματα της 16ης Απρίλη 1949, μετά από μια κατάπτυστη δίκη-σκευωρία με την οποία καταδικάστηκε σε θάνατο για «συμμετοχή σε παράνομη κομμουνιστική οργάνωση με σκοπό την ανατροπή του καθεστώτος»!
 Η συνήθης στημένη κατηγορία με την οποία οδηγήθηκαν στα εκτελεστικά αποσπάσματα χιλιάδες αγωνιστές της αντίστασης και του λαϊκού μας κινήματος. 
Μαζί με την Αλίκη εκτελέστηκαν άλλες 3 γυναίκες (Κατερίνα Μελεμενή, Ευανθία Πατσαλή, Μαρία Λαφαζάνη) και 4 άντρες (Τάκης Φίτσος, Γιάννης Χάνος, Δημήτρης Βουραζόπουλος, Γιάννης Χριστοφορίδης). Όλοι τους διαλεχτοί αγωνιστές. 
Ο Τάκης Φίτσος ήταν ο σπουδαίος δημοσιογράφος και λογοτέχνης, παλιός στενός συνεργάτης του Άρη Βελουχιώτη (βλ. εδώ).
 Ο Χριστοφορίδης ήταν ο ατρόμητος καπετάνιος ενός καϊκιού που φυγάδευε διωκόμενους αντάρτες. Μετά το χαμό του η γυναίκα του και μάνα δύο παιδιών αυτοκτόνησε πέφτοντας στον Ευβοϊκό.

Η Αλίκη γεννήθηκε Άνοιξη (26 Μάη 1928) και «έφυγε» Άνοιξη (16 Απρίλη 1949) . 
Λες και μέσα από αυτή την τραγική συγκυρία οι τύραννοι του ερέβους, οι αδίστακτοι εκπρόσωποι του αμερικανόδουλου μοναρχικού κράτους, επεδίωκαν να δολοφονήσουν στο πρόσωπο της μικρής Αλίκης τον ίδιο τον συμβολισμό της αναγέννησης και της προόδου!

Η μεγάλη μας ποιήτρια Ρίτα Μπούμη-Παπά η επονομαζόμενη και “Σολωμός της Αντίστασης” έγραψε στη μνήμη της νεαρής ηρωίδας ένα υπέροχο ποίημα με τον τίτλο «Αλίκη».
 Παραθέτουμε από αυτό λίγους αντιπροσωπευτικούς στίχους:
«Πώς να πεισθούν όσοι πολύ μ’ αγάπησαν
πως νίκησα πεθαίνοντας όλους μου τους εχθρούς
πως εκυρίεψα τα φρούριά τους
πως δεν φοβήθηκα τους κεραυνούς των ντουφεκιών
πως χάρισα το πιο γλυκό χαμόγελο
στα φανταράκια που με σημαδεύαν
λίγο πιο έξω από τη Χαλκίδα;»

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ Γ. ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ…



Ο πατέρας της Αλίκης ήταν ο Ευρυτάνας ποιητής Γ. Τσουκαλάς. 
Μία τραγική μορφή που βίωσε στο έπακρο όχι μονάχα τη βαθιά οδύνη του πατέρα που χάνει κατ’ αυτό τον τρόπο το παιδί του, αλλά πολύ περισσότερο τις τύψεις και την ενοχή λόγω του γεγονότος ότι εκείνος δείλιασε μπροστά στο θάνατο και έζησε, ενώ η αγαπημένη του κόρη στάθηκε ως το τέλος ακλόνητη και χάθηκε …

Ο Γιώργος Τσουκαλάς ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος. 
Από το μεγάλο Ευρυτάνα διανοητή Μιχάλη Σταφυλά μαθαίνουμε πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Γ. Τσουκαλά. Αν δεν ήταν ο Μ. Σταφυλάς ίσως και αυτός να είχε μείνει στην αφάνεια.
 Ο Γιώργος Τσουκαλάς γεννήθηκε στα 1903 στον Προυσό Ευρυτανίας. 
Από μικρός ήταν ανήσυχο πνεύμα, έτσι δεν δέχτηκε την σίγουρη θέση που του προσφέρθηκε στο δημόσιο, αλλά προτίμησε τη δημοσιογραφία η οποία βέβαια προπολεμικά δεν προσέφερε καμία επαγγελματική εξασφάλιση. 
Τουναντίον μάλιστα, οι εφημερίδες έκλειναν η μία μετά την άλλη λόγω της συχνά ανώμαλης πολιτικής κατάστασης (δικτατορίες κλπ). 
Ο Τσουκαλάς επιδόθηκε και στη συγγραφή μυθιστορημάτων και ιστορικών ερευνών σχετικά με τους αγωνιστές του 1821. 
Εκεί που θα σταθούμε όμως είναι στο σημαντικό ποιητικό του έργο που απέσπασε σπουδαίους επαίνους στην εποχή του! Σε ηλικία μόλις 18 ετών εκδίδει την πρώτη ποιητική του συλλογή «Άσμα ασμάτων» (1921), ενώ ακολουθούν: τα «Αγροτικά» (1924), τα «Ερωτικά» (1925), ο «Χωρισμός» (1926), «Η ζωή μου κι εγώ» (1928), το «Ελντοράντο» (1937) και βέβαια το κορυφαίο μα και τραγικότερο όλων… «Αλίκη» (1960)!




Μετά το κλείσιμο από τη δικτατορία του Μεταξά της εφημερίδας «Ανεξάρτητος» (των Ευρυτάνων εκδοτών Πουρνάρα), ο Γ. Τσουκαλάς ιδρύει την πρώτη ιδιωτική «Δανειστική Βιβλιοθήκη» στην οδό Φιλελλήνων 25, η οποία σύντομα μετατρέπεται σε σπουδαίο πνευματικό κέντρο και αναγνωρίσιμο στέκι διανοουμένων, λογοτεχνών και μελετητών, πάντα με την άοκνη και συνεχή παρουσία του ίδιου του Γιώργου Τσουκαλά ο οποίος χαίρει πλέον βαθιάς εκτίμησης και αναγνώρισης στους κύκλους της διανόησης. 
Ο Γ. Τσουκαλάς είναι όμως και τύπος μποέμ, με έφεση προς τη γλεντζέδικη ζωή. Συχνάζει παρέα με τον φίλο του τον Κώστα Βάρναλη στα Πλακιώτικα κουτούκια πολλές φορές και μετά ωραιοτάτων νεανίδων! Ως προοδευτικό πνεύμα, ο Γ. Τσουκαλάς συνδέθηκε την περίοδο της Κατοχής με την Αντίσταση δίπλα από άλλους επώνυμους αγωνιστές.

Η ΑΛΙΚΗ




Η Αλίκη ήταν ένα πανέξυπνο, όμορφο και γεμάτο ζωή κορίτσι. Τρυφερή, με σπάνιες ευαισθησίες. 
Στα χνάρια του πατέρα της, τον οποίο θαύμαζε, η Αλίκη μελετούσε ακατάπαυστα λογοτεχνία, ποίηση, ιστορία, ήταν δε και η ίδια ένα πολλά υποσχόμενο συγγραφικό ταλέντο. 
Παράλληλα διαπρέπει στις σπουδές της, λατρεύει παθολογικά τη μουσική, παίζει πιάνο.
 Οι κοινωνικές της αναζητήσεις βρίσκουν διέξοδο στην ΕΑΜική Αντίσταση. Από μικρή εντάσσεται στην ΕΠΟΝ! 
Η Αλίκη αποτελεί υπόδειγμα αγωνίστριας, είναι «πρώτη στα μαθήματα και πρώτη στον αγώνα» δίνοντας ανελλιπώς το παρόν της σε όλες τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις εναντίον του φασίστα κατακτητή. 
Κατόπιν, στην περίοδο του Εμφυλίου, κυνηγημένη πλέον, συνεχίζει την αγωνιστική δραστηριότητά της αποσπώντας το θαυμασμό και την εκτίμηση όλων των συντρόφων της για την ανιδιοτελή της προσήλωση στο κίνημα, μα και για την συγκινητική της τόλμη.

Το 1949 η Αλίκη συλλαμβάνεται μαζί με άλλους αγωνιστές με τη συνήθη κατηγορία ότι αποτελούσαν ανατρεπτική ομάδα κατά του καθεστώτος. 
Ανάμεσά τους βρίσκεται και ο ίδιος ο πατέρας της, ο καλός του φίλος Τάκης Φίτσος και άλλοι επώνυμοι Αθηναίοι. 
Οι συλληφθέντες πλην του Γ. Τσουκαλά (για τον οποίο θα εξηγήσουμε παρακάτω τους λόγους) θα υποστούν τα πιο άγρια βασανιστήρια μέσα στα αστυνομικά μπουντρούμια. 
Κάποιοι εξ΄ αυτών εκπαραθυρώνονται από την Ασφάλεια η οποία κατά την προσφιλή τακτική της τούς παρουσιάζει τάχα ως “αυτοκτονήσαντες”! 
Οι υπόλοιποι οδηγούνται στο στρατοδικείο. Η θανατική καταδίκη τους είναι κάτι παραπάνω από βέβαιη.
 Η Αλίκη με πρωτοφανή λεβεντιά και αξιοπρέπεια αντέχει όλα τα μαρτύρια, στέκεται αλύγιστη! 
Ο πατέρας της όμως επιλέγει μια εντελώς διαφορετική στάση: παραδίδεται αμαχητί στο φόβο. 
'Έτσι υποτάσσεται και σκύβει στην εξουσία. 
Νομίζει ότι αν δεχθεί να αποκηρύξει τις ιδέες του, αν συνεργαστεί με το κράτος και “μιλήσει", έτσι όπως θα του ανέθεταν οι αρχές, εναντίον των πρώην συντρόφων του ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και η ίδια του η κόρη!, πως θα τύχει διαφορετικής μεταχείρισης τόσο ο ίδιος όσο και η Αλίκη. Πράττοντας κατ' αυτό τον τρόπο, ο Γ. Τσουκαλάς θα αναιρέσει τον ίδιο του τον εαυτό και θα σκοτώσει μόνος του την ψυχή του και το αλλοτινό έντιμο παρελθόν του. 
Στη διάρκεια της δίκης (15 Μάρτη ως 5 Απρίλη 1949) και στη δίνη μίας άνευ όρων απόγνωσης θα γυρνά μέσα στο στρατοδικείο με ένα ευαγγέλιο στο χέρι και θα παριστάνει τον τρελό προσπαθώντας να σώσει την κόρη του. 
Ταπεινώνεται, αυτοεξευτελίζεται, μετατρέπεται σε ένα ηθικό ράκος.

Η Αλίκη όμως ήταν πλασμένη από τα ανθεκτικά υλικά των ηρώων! 
Δεν ακολουθεί τον ταπεινωτικό δρόμο του πατέρα της, αλλά επιλέγει τη στάση της τιμής, της αξιοπρέπειας και της υπερηφάνειας. 
Δεν δέχεται να διαχωριστεί από τους συντρόφους της, αρνείται να καταδώσει και δεν αποκηρύσσει τα πιστεύω της. 
Στην απολογία της ενώπιον του θανατοδικείου η ευαισθησία της γίνεται πύρινο ξίφος στην καρδιά του μοναρχοφασιστικού κράτους. 
Με συγκινητικό και συνάμα παλικαρίσιο τρόπο υπερασπίζεται τη λαϊκή υπόθεση και το δίκαιο του αγώνα για λευτεριά και ανεξαρτησία. 
Η γενναία απολογία της καθηλώνει τους πάντες, ακόμη και τους στρατοδίκες. 
Το μόνο που βρίσκει να πει ο πρόεδρος του στρατοδικείου Καρράς είναι: «κάνε μας μίαν προφορικήν δήλωσιν αποκηρύξεως και είσαι ελεύθερη να συνεχίσεις τας σπουδάς σου». 
Εκείνη ακριβώς την τραγική στιγμή που μια λέξη μόνο, θα μπορούσε να πάρει την Αλίκη από την αγκαλιά του θανάτου και να την οδηγήσει ξανά στη Ζωή, ο πατέρας της πέφτει γονατιστός μπροστά της ζητώντας της να υπακούσει στον πρόεδρο του στρατοδικείου. 
Μία σκηνή που αναμφίβολα θυμίζει αρχαία τραγωδία.

Πώς να ένιωσε άραγε αυτή η ακατάβλητη αγωνίστρια; 
Όταν πέρα από τον προσωπικό της γολγοθά, έβλεπε τον ίδιο της τον πατέρα, τον παλιό αγωνιστή και κάποτε σεβαστό ίνδαλμά της, να καταρρακώνεται με τέτοιο τρόπο και παράλληλα να επιζητεί και από την ίδια να ακολουθήσει το δικό του ηθικό ξεπεσμό; 
Ίσως οι στίχοι της Ρίτας Μπούμη – Παπά από το προαναφερόμενο ποίημα να μας δίνουν μια απάντηση για τα βαθύτερα ανομολόγητα συναισθήματα της Αλίκης:
«Κι έχω πατέρα ποιητή
που προσκυνά το στέφανο του μάρτυρα που φόρεσα
κι ακοίμητο καντήλι ανάβει
μπρος στη φωτογραφία μου που τη στολίζει μ’ άνθη
κι ακόμα μου ζητά γονατιστός συγνώμη
γιατί μπόρεσε κι έζησε.

Σαν με γεννούσε έψελνε αγροτικά εμβατήρια
με μακριά μαλλιά στον άνεμο δοσμένα,
αυτός με δίδαξε τη μουσική να κυνηγώ
να ντύνομαι με πράσινες ελπίδες.
Πώς να προδόσω
την ομορφιά που μου ‘δωσε ο πατέρας
πως ν’ απιστήσω στη θρησκεία που διάλεξα
λουτρό να κάνω μες στο ψέμμα
πώς να κυλήσω μες στη λάσπη
την εικοσάχρονη καρδιά μου»

Η Αλίκη στάθηκε ολόρθη υψώνοντας το δικό της «ΟΧΙ»! 
Κοιτώντας θαρραλέα τους στρατοδίκες της είπε:
«Μονάχα δήλωση ότι αποκηρύσσω τον πατέρα μου και όχι τις ιδέες μου, μπορώ να σας υπογράψω»!!! 
Η ηρωίδα είχε ήδη επιλέξει έναν περήφανο θάνατο παρά μια ατιμωτική “ζωή”! 
 
Η απόφαση του στρατοδικείου για την Αλίκη ήταν ότι 
«αποβαίνει επιβλαβής δια την πατρίδα» και καταδικάζεται… «δις εις θάνατον»!!!



ΤΡΑΓΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ…




Μετά την εκτέλεση της Αλίκης, ο πατέρας της θα αφεθεί ελεύθερος. 
Είναι όμως πλέον ηθικά νεκρός! 
Ο Γ. Τσουκαλάς θα ζει σε ένα υπόγειο, γωνία Σοφοκλέους και Αριστείδου, περιφρονημένος λόγω της στάσης του ακόμη και από την ίδια του την οικογένεια, τη γυναίκα του και τα παιδιά του και απομονωμένος από τους αλλοτινούς συναγωνιστές του και τους παλιούς κύκλους της διανόησης. 
Κάποια στιγμή θα ξαναπαντρευτεί, εντούτοις όμως δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεφύγει από τις τύψεις και το προσωπικό του δράμα. 
Στο τέλος κι έχοντας πια "μισοπαρανοήσει", θα πεθάνει τυφλός και μάλλον ξεχασμένος σε κάποιο αθηναϊκό γηροκομείο. 
Στα 1974, την ίδια ακριβώς μέρα που έσβησε και ο παλιός του φίλος Κ. Βάρναλης!

Αρκετά χρόνια πριν το θάνατό του, γύρω στο 1960, ο Γ. Τσουκαλάς εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο «ΑΛΙΚH». Περιείχε ποιήματα του τραγικού πατέρα αφιερωμένα στη μνήμη της κόρης του, ποιήματα που συγκλόνισαν για το βαθύ σπαραγμό τους. 
Στον Μιχάλη Σταφυλά που τον επισκέφτηκε είπε : «Είναι γραμμένο με το αίμα της καρδιάς μου. Κάθε λέξη του τη συνόδευε ποταμός δακρύων. Πλήγωνα το στήθος μου με την πένα που έγραφα…» (σ.σ. Μ. Σταφυλά, “της πατρίδας και της λευτεριάς”).


Το εξώφυλλο του βιβλίου είναι αυτό που βλέπετε στην αρχή του παρόντος αφιερώματος. 
Την προσωπογραφία της Αλίκης φιλοτέχνησε ο «Μποστ» (Μέντης Μποσταντζόγλου) ενώ ο τίτλος του βιβλίου Αλίκη σε συνδυασμό με το όνομα του ποιητή αποκάτω, είναι πανομοιότυπη η υπογραφή της ηρωίδας: Αλίκη Γ. Τσουκαλά! 

Λίγοι στίχοι από αυτό το βιβλίο…

«Αόρατη ζυγαριά που ταλαντεύεσαι
μπροστά μου, όταν τα μάτια μου τα κλείνω:
από τη μια το ματωμένο της χαμόγελο
κι από την άλλη η περιφρόνησή της…
Κρατάω τη ζυγαριά στα δυό μου χέρια:
βαρύτερη απ’ το αίμα είναι η ματιά της….
Εμένανε τα δυό μου χέρια τρέμουν.
Εμένα θρυμματίστηκε η καρδιά μου…»


(Δίλλημα)


«Είναι τόσο περσότεροι εκείνοι που φύγαν
και μετριούνται στα δάχτυλα αυτοί που μου μείναν.
Θέ μου δεν ξαίρω αν είμαι μ’ αυτούς και μ’ εκείνους,
Μ’ όσους μείναν, ή, μ’ όσους έχουν φύγει για πάντα.»


(Μπαλάντα για κείνους που έχουν φύγει για πάντα)




«Ξύπνησε κοριτσάκι, να σε σκοτώσουμε.
Άφησε τα όνειρά σου εδώ στη γη.
Έχεις καιρό να ονειρευτείς στον τάφο σου.


Ξύπνησε κοριτσάκι μου να σε σκοτώσουμε
προτού προβάλλει ο ήλιος και μας δει
θάναι πιο καλά στο μισοσκόταδο…»


(Εγερτήριο πριν την αυγή)


ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ



Το βιβλίο αρχίζει με το τελευταίο φύλλο του ημερολογίου της Αλίκης που γράφηκε την 15η Απρίλη 1949. 
Το χάραμα της 16ης η Αλίκη εκτελέστηκε…


Παραθέτουμε το τελευταίο γράμμα της Αλίκης:
«Δεν φανταζόμουνα ποτέ πως τόσο πολύτιμη κι ωραία είναι η ζωή. Αν μπορούσε κανείς να μου το πει πρωτύτερα, και να τον πιστέψω, θα πρόσεχα πολύ στο πέρασμά της. Θα ήταν κάθε μου βήμα και ύμνος προς αυτήν. 
(Να, τώρα γιατί μου ήρθε στο νου μια σκηνή απ’ τον Σοπέν κι ακόμα η μελωδία του αθάνατου Μπετόβεν στη «Σονάτα υπό το Σεληνόφως»; 
Αχ, πόσο θάθελα ακόμα μια φορά να τ’ ακούσω απ’ τις γλυκόλαλες χορδές του πιάνου μου, χαμένο κι αυτό πια τώρα). 
Θα πρόσεχα το κάθε φύλλο που σειόταν απ’ τ’ αγέρι και που τόση ζωή κλειούσε μέσα του. 
Κάθε μου βήμα θα ήταν κι ένα προσκύνημα –τέτοια προσκυνήματα έκανα πάντα, όμως μόνο με αισθήματα,- κι ούτε ένα μυρμήγκι δε θα πέθαινε κάτω απ’ το πέλμα μου. 
Θα έμενα ξάγρυπνη τις νύχτες για να είχα τώρα ζήσει διπλή τη μικρή μου ζωή (αλήθεια δεν έκλεισα ακόμη τα εικοσιένα μου χρόνια…)………………

….Να, απόψε είναι το τελευταίο βράδι για πέντε ανθρώπους, που επί εικοσιδύο μέρες ανάσαιναν πλάι μου -κι αύριο δεν θα υπάρχουν, η ζωή όμως θα κυλάει αδιάφορη για άλλους. 
Ίσως νάναι κι η δική μου στερνή νύχτα…. Τούτες τις τελευταίες μέρες πρόσεξα όλους τους ήχους. 
Ένιωσα ως μέσα στην καρδιά μου τα μηνύματα της Άνοιξης, που έρχεται και που θα είναι η τελευταία της λιγόχρονης ζωής μου. Ακούω από πάνω μου τα βήματα των μελλοθανάτων… το βήχα τους… κι αυτή τους την παράξενη για μένα, ευθυμία. Γιατί πεθαίνουν; 
Ζήσαν τόσο πολύ για να είναι ευχαριστημένοι με το θάνατό τους; 
Τότε τι νόημα έχει η ζωή; 
Αλήθεια κι εμένα γιατί να με σκοτώσουν; 
Πως δεν μ’ αφήνουν να εκπληρώσω τον μεγάλο μου προορισμό σαν γυναίκα στη ζωή; 
Γιατί δεν μ’ αφήνουν να γνωρίσω το μεγάλο συναίσθημα της μητρότητας και τη μεγάλη στιγμή της φύσεως; 
Ήθελα να κι εγώ να στήσω νοικοκυριό, να γεννήσω παιδιά, να τα φροντίζω – να μου αρρωστήσουν και να ξαγρυπνώ πάνω από την κούνια τους. 
Ακόμα ήξερα και πώς να τα ντύνω – κι ακούστε: Είχα ακούσει την αδύνατη φωνούλα τους να προσπαθούν να ταιριάξουν τις πρώτες λεξούλες που θα τα συνέδεαν με τη ζωή. 
Θα τα μάθαινα πολύ μικρά ν’ αγαπούν τη μουσική και νάναι πάντα διψασμένα για μάθηση. 
Θα τους έβαζα διπλά μαξιλάρια στο σκαμνάκι του πιάνου για να φτάνουν τα μικρά τους ροδοδάχτυλα τα πλήκτρα. 
Ω!... τι αστεία που θα είναι τα μουτράκια τους όταν θ’ ακούσουν τον πρώτο ήχο… ίσως τρομάξουν κιόλας… Τι γέλια που θα κάνουμε με το μπαμπά τους… Θέλω να πω πως θα κάναμε αν ζούσα κι αν ήταν όλα έτσι όπως τα φαντάστηκα… 
Απόψε ίσως να΄ ταν η τελευταία δύση που θαύμασα.


Μελλοθάνατη. Απόψε αγαπημένοι μου πρέπει να κοιμηθούν τα όνειρά μου. (Ακούω το σκοπό να λέει πως είναι δέκα παρά τέταρτο – και μένουν τόσες λίγες ώρες ως το πρωί…. Πόσο βιάζεται ο Χρόνος….).


Δίπλωσε χρόνε, δίπλωσε
τ’ ακούραστα φτερά σου,
ώρες γλυκές μην τρέχετε,
σταθήτε μια στιγμή…


Τι αισθανόταν ο Λαορτίνος την ώρα που συνέθετε τούτους τους στίχους…

…….Πολυαγαπημένοι μου, εσάς που τόσο πολύ πόνεσα τις τελευταίες δύσκολες μέρες, ζητώ από σας, ως τελευταία μου χάρη,
 όχι ν’ αγνοήσετε το θάνατό μου, γιατί αυτό δεν είναι ανθρώπινο, αλλά να βοηθήσετε ο ένας τον άλλον, όσο μπορείτε, να μου δώσετε ψεγάδια, για νάναι ευκολώτερο να με ξεχάσετε… 
Μην προσπαθήσετε να φανταστείτε την εικόνα του τόσο αλλόκοτου θανάτου μου – γιατί ούτε κι εγώ προσπάθησα να κάνω… Εκείνη τη στιγμή ίσως φοβηθώ λιγάκι γιατί δεν έχω ξαναπεθάνει και δεν ξέρω πως θα είναι… - είναι φυσικό. 
Λυπούμαι μόνο που θα είναι ελληνικές οι σφαίρες που θα σταματήσουν τη ζωή μου – και γι αυτό θα πρέπει κι εσείς να λυπηθείτε και να κλάψετε….

……Υπάρχουν πολλές πιθανότητες να με πάρουν κι εμένα το πρωί, κι όμως δεν νιώθω καμιά νευρικότητα μέσα μου. Έτσι λοιπόν ήρεμα θάρθει ο θάνατος; 
Θέλω τόσο πολύ να ζήσω…. Γιατί λοιπόν δεν εξανίσταται το είναι μου ολόκληρο στην προσμονή του χαμού μου;….
…...Είμαι τόσο μικρή ακόμη. 
Τι κακό μπορούσα να κάνω στην πατρίδα για να με αποκαλούν προδότη; 
Γιατί δεν μ’ αφήνουν να τελειώσω τις σπουδές μου, να μπορέσω τότε να βοηθήσω κι εγώ με τις μικρές μου γνώσεις την Ελλάδα σ’ αυτό το αιώνιο πνευματικό ανέβασμά της;
……………….
9.4.49 (Σάββατο)
Πέρασε κι αυτή η αυγή. Ζουν κι οι πέντε ακόμα… Αύριο είναι Κυριακή – δεν εκτελούν. Τη Δευτέρα την αυγή θα περιμένω πάλι…
……………….
10.4.49. (Κυριακή 12 1/2 νύχτα)
Λίγες ώρες μένουν ως που να φέξει. Δε μας απομόνωσαν εμάς, ίσως να μην είμαστε αύριο με τους άλλους. 
Θέλω την τ ε λ ε υ τ α ί α σ τ ι γ μ ή  ν’ αφήσω τα γράμματα για το σπίτι….


Αλίκη».




Πόσο πρέπει να αγαπούσε τη ζωή αυτό το νέο κορίτσι ώστε τα τελευταία της λόγια να αποτελούν έναν αληθινό ύμνο στις ίδιες τις χαρές της ζωής που τόσο πρόωρα αποχωρίζονταν. 
Αλλά και πόσο βαθιά πίστη στα ιδανικά της, τις αρχές της και στο δίκαιο αγώνα είχε, ούτως ώστε να αυτοθυσιαστεί…


Την αυγή της 16ης Απριλίου 1949 η νεαρή ηρωίδα Αλίκη Τσουκαλά θα σταθεί περήφανη, μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους της, μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. 
Το αθώο νεανικό της αίμα θα ποτίσει το δεντράκι των αδικαίωτων οραμάτων αυτού του λαού…

Ένα αφιέρωμα στην Αλίκη