Ο Κεντρικός Σχδιασμός συνδέει τους παραγωγούς με τα μέσα παραγωγής που χειρίζονται και τα προϊόντα που παράγουν.
Στον Σοσιαλισμό που θα κτίσουμε και θα ζήσουμε, ο Κεντρικός Σχεδιασμός αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις, αναπτύσσει και την Κοινωνική ευημερία. Που δε θα είναι συνισταμένη, ούτε ένας μέσος όρος των εισοδημάτων ενός πλούσιου και 99 φτωχών, αλλά πραγματική για το κάθε ένα μέλος της ξεχωριστά.
Ο Κεντρικός Σχεδιασμός της Οικονομίας αποτελεί ταυτόχρονα θεμέλιο, ακρογωνιαίο λίθο, επιστέγασμα και κορωνίδα του Σοσιαλισμού και του Κομμουνισμού.
Τον ίδιο καιρό που ένα διεθνές εκστρατευτικό σώμα προσπαθούσε να πνίξει την Επανάσταση των Μπολσεβίκων στην Ρωσία, ο Αυστριακός οικονομολόγος Ludwig von Mises ξεκινούσε την δική του εκστρατεία κατά του Σοσιαλιστικού εγχειρήματος δημοσιεύοντας την διατριβή του “Economic Calculation in the Socialist Commonwealth”, 1920 (Οικονομικός Υπολογισμός στην Σοσιαλιστική Πολιτεία).
Το κύριο σημείο της ήταν ότι χωρίς ιδιωτικά μέσα παραγωγής, εμπορεύματα και ελεύθερη αγορά που να καθορίζει τις τιμές τους, το πρόβλημα του Οικονομικού Υπολογισμού, δηλαδή η ισορρόπηση της Προσφοράς και της Ζήτησης,
ήταν αδύνατο να λυθεί αφού δεν θα υπήρχε η δυνατότητα να κοστολογηθούν οι συντελεστές της Παραγωγής: υλικά, μέσα παραγωγής, εργατικό δυναμικό. Και έτσι, συνέχιζε ο von Mises, χωρίς τιμές, κανένα οικονομικό εγχείρημα δεν θα μπορεί να κοστολογηθεί, καμιά σύγκριση μεταξύ επιλογών δεν θα μπορεί να γίνει, καμιά απόφαση για το αν είναι προτιμότερο το τάδε ή το δείνα έργο, μέθοδος ή κατεύθυνση της παραγωγής, δεν θα μπορεί να παρθεί, καμιά αποτίμηση παρελθόντων οικονομικών αποφάσεων δεν θα μπορεί να γίνει.
Εν συντομία “η Σοσιαλιστική Πολιτεία θα πορεύεται στα σκοτεινά, ο Σοσιαλισμός είναι πρακτικά τελειωμένος” – έγραφε ο von Mises.
Είναι πράγματι έτσι; Αυτό θα το δούμε.
Πρώτα όμως ας πούμε λίγα λόγια για το θέμα του Οικονομικού Υπολογισμού (ΟΥ) που έχει άμεση σχέση με τον Κεντρικό Σχεδιασμό.
Πολύ απλά, ΟΥ είναι όλοι οι υπολογισμοί που αφορούν την παραγωγή και διάθεση των προϊόντων και υπηρεσιών σε μια κοινωνία ή ακόμα και μέσα σε μια καπιταλιστική εταιρεία. Πόσα αγαθά, από ποια υλικά, με ποιες μεθόδους, σε ποια ποιότητα, από ποιους, σε ποιους;
Τα “εύκολα” του ΟΥ είναι η βελτιστοποίηση (optimisation) των μεθόδων παραγωγής, κατανομή εργατικού δυναμικού και υλικών ώστε να βγαίνει μέγιστο προϊόν από ελάχιστους πόρους.
Κάθε πρόβλημα ΟΥ σε αυτό το πλαίσιο ξεκινά κάπως έτσι: θέλουμε να παραγάγουμε τα προϊόντα Α και Β στις τάδε αναλογίες, χρησιμοποιώντας ένα αριθμό μηχανών οι οποίες είναι ικανές να βγάζουν το Α ή το Β μέσα σε διαφορετικούς χρόνους. Σχεδιάστε την παραγωγή ώστε να παραγάγουμε τον μέγιστο αριθμό προϊόντων σε μονάδα χρόνου.
Τα “δύσκολα” του ΟΥ είναι η αξιολόγηση εναλλακτικών οικονομικών επιλογών για να παρθεί μια απόφαση για την κατεύθυνση της παραγωγής.
Πάμε πίσω στο παράδειγμα μας: μία επιπλέον μηχανή μας προσφέρεται. Πρέπει να επιλέξουμε αν θα λειτουργεί με πετρέλαιο ή με ηλεκτρισμό. Στην δεύτερη περίπτωση η απόδοση της θα είναι η μισή, αλλά η συντήρηση στο εν τρίτο, ο θόρυβος στο εν πέμπτο. Η ρύπανση στο εν δεύτερο σε σχέση με αυτή του πετρελαίου. Το δύσκολο εδώ είναι η ποσοτικοποίηση των υπέρ και κατά. Δηλαδή να εκφράσουμε με αριθμούς τα πλεονεκτήματα των δύο εναλλακτικών που έχουμε μπροστά μας – πετρέλαιο ή ηλεκτρισμός – ώστε να μπορέσουμε να συγκρίνουμε όμοια πράγματα και να επιλέξουμε την επιλογή με το μεγαλύτερο σκορ.
Επιπλέον, πώς ποσοτικοποιείς τις συνέπειες του θορύβου στην ζωή των γειτόνων ή των πουλιών στο πάρκο; Πώς τις συνέπειες στο περιβάλλον από μια μηχανή βενζίνης 50cc;
Αλλά, ας πούμε ότι αυτό το κατάφερες με μια “περιβαλλοντική μελέτη” – όπως μάθαμε να τις λέμε. Τώρα όμως πώς συγκρίνεις θόρυβο και καυσαέριο – ποιο είναι το λιγότερο κακό; Πόσες μονάδες ενόχλησης από τον θόρυβο αντιστοιχούν σε μια μονάδα ενόχλησης από το καυσαέριο; Πόσους ρύπους είμαστε διατεθειμένοι να ανεχτούμε για να έχουμε επιπλέον ενέργεια για κλιματιστικά;
Αυτές οι ισοδυναμίες – ας τις πούμε έτσι – καθώς και το κόστος για την κοινωνία (όχι μόνο εργατικό) για την παραγωγή του κάθε προϊόντος, είναι απαραίτητα για την σύγκριση επιλογών, η οποία βρίσκεται στο κέντρο του ΟΥ.
Για να εμπεδώσει την θέση του για την ανάγκη έκφρασης όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων και συντελεστών σε μια κοινή βάση – θα δούμε ποια – ο von Mises φέρνει το εξής παράδειγμα :
θέλουμε να κατασκευάσουμε μία και μόνο σιδηροδρομική γραμμή χιλιάδων χιλιομέτρων για να μεταφέρει προϊόντα στο τεράστιο λιμάνι που έχουμε κτίσει. Για κάθε μία από τις δεκάδες εναλλακτικές πορείες που μπορεί να ακολουθήσει ο σιδηρόδρομος, θα μεταφέρονται στο λιμάνι μόνο κάποια ήδη προϊόντων και θα αναπτυχθούν διαφορετικές περιοχές της χώρας, διαφορετικοί τομείς της Οικονομίας. Π.χ. σταφύλια και τρακτέρ αν περάσει από τα νότια, ή ροδάκινα και ραδιόφωνα αν πάει από τα ανατολικά.
Πώς θα αξιολογηθεί η κάθε εναλλακτική ώστε να επιλέξουμε αυτήν με την ψηλότερη βαθμολογία;
Ένα τρίτο παράδειγμα που φέρνει ο von Mises είναι το εξής: έχουμε να επιλέξουμε μεταξύ παραγωγής 1000 λίτρων κρασιού ή 300 λίτρων ελαιόλαδου στην γη που έχουμε διαθέσιμη.
Πώς συγκρίνεις ανόμοια πράγματα για να καταλήξεις στο τι τελικά θα σπείρεις;
Ένας λογικός άνθρωπος, ένας επιστήμονας μετά ή άνευ διπλώματος, ως μέρος της Κοινωνίας, θα σκεφτεί και τις δικές του ανάγκες και της Κοινωνίας. Υγεία, διατροφή, εργατικά, ενόχληση στο περιβάλλον, μεταφορά και αποθήκευση, όλα αυτά θα τσεκάρει, και μέσα σε ένα γενικότερο πλάνο, θα φτάσει σε κάποια αξιολόγηση των δύο εναλλακτικών.
Το βασικό είναι ότι όλα τα παραπάνω κριτήρια αφορούν τις ανάγκες του Κόσμου, της Κοινωνίας, του Περιβάλλοντος.
Και έτσι πρέπει να είναι. Λογικά.
Όμως ο von Mises εισηγείται κάτι πιο απλό: βάλτε τα προϊόντα, λάδι και κρασί, στην “ελεύθερη” αγορά, καταγράψετε την τιμή που θα πιάσουν, πολλαπλασιάστε την επί τα αντίστοιχα λίτρα που νομίζετε ότι θα παράγετε και έχετε ένα “πρώτης τάξεως” δείκτη για να αξιολογήσετε τις εναλλακτικές σας!
Και όλα τα άλλα κριτήρια; Διατροφικές αξίες, βιταμίνες, περιβάλλον;
Α! λέει, αυτά τα πράγματα πρέπει να τα σκεφτεί ο κάθε παίχτης στην “ελεύθερη” αγορά μόνος του, αν του κόψει, και με μοναδικό μέτρο τον εαυτό του.
Αγοράζεις ένα προϊόν με τα λεφτά σου, για σένα, και όχι αν θα ωφελήσει τον άλλο έτσι; Με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνονται οι τιμές του κρασιού και του λαδιού και με αυτό το κριτήριο θα σπείρουμε την γη μας.
Εδώ μου έρχεται στο μυαλό η εκστρατεία κάποιου Jamie Oliver, στην Βρετανία, ενάντια στα αναψυκτικά που περιέχουν υπερβολική ζάχαρη, απαιτώντας “Φόρο Ζάχαρης” για να σταματήσουν επιτέλους να τα αγοράζουν!
Τώρα ας ρωτήσει κάποιος τον von Mises γιατί ένας ενήλικας γονιός μόνο με Φόρο (επέμβαση δηλαδή του κράτους στην “ελεύθερη” αγορά) αποτρέπεται από το να αγοράζει για τα παιδιά του ένα τενεκεδάκι 330 ml με εφτά (!) κουταλάκια ζάχαρης μέσα;
Η αγορά μίλησε παιδιά! Ούτε λάδι, ούτε κρασί! Ξεκινήστε τα τρακτέρ, σπέρνουμε κοκακόλες.
Στον Καπιταλισμό λοιπόν, το θέμα της αξιολόγησης οικονομικών αποφάσεων “λύνεται” – μάλλον δένεται – μέσα στην “ελεύθερη” αγορά όπου ο “καθένας” (ο κύριος με το πούρο δηλαδή) μπορεί να φέρει για πούλημα όποιο προϊόν νομίζει ότι θα του αποφέρει Μέγιστο Κέρδος.
Θεωρητικά οι καταναλωτές θα αγοράσουν ή θα αγνοήσουν το προϊόν στέλνοντας έτσι ένα σήμα που λαμβάνεται από τους Παραγωγούς για να προγραμματίσουν την παραγωγή, να διορθώσουν την τιμή και να ισορροπήσουν την προσφορά με τη ζήτηση. Η τιμή αυτή υπάρχει για το κάθε τι, και είναι σημαντικό για τον Καπιταλισμό όλα, μα όλα ανεξαιρέτως, τα πράγματα να βγαίνουν στην αγορά για να αποκτήσουν τιμή που θα χρησιμοποιηθεί στον υπολογισμό του τελικού κόστους/κέρδους του σιδηροδρόμου, του κρασιού και του λαδιού, στα παραδείγματα που αναφέραμε.
Αυτό το “σήμα”, δηλαδή η πληροφορία για το πόσο πολύ θέλει ο καταναλωτής ένα προϊόν ή ποια η προτίμησή του μεταξύ παρόμοιων προϊόντων είναι σημαντικό να υπάρχει και να αντανακλά την πραγματικότητα. Αφήνοντας κατά μέρος την όποια χρησιμότητά του στον ΟΥ, χωρίς αυτό το “σήμα” η Παραγωγή θα είναι ξεκομμένη από την Κατανάλωση, δεν θα υπάρχει βελτίωση στην ποιότητα.
Όμως, η μέθοδος των τιμών που διαμορφώνονται στην “ελεύθερη” αγορά δεν είναι θέσφατο, ούτε καν αποτελεσματική είναι όπως θα δούμε παρακάτω αφού παράγει ένα στρεβλό σήμα που δεν έχει καμιά σχέση με τις ανάγκες του κόσμου αλλά με τις ανάγκες του Κεφαλαίου
και μιας ιδεολογίας που προσπαθεί να συγκαλύψει την άνιση και άδικη κατανομή του πλούτου που επιφέρει, πίσω από μηχανισμούς που τους βαπτίζει “ελεύθερους” – η πλέον αγαπημένη της λέξη μα κενή περιεχομένου.
Στον Σοσιαλισμό, η παραγωγή θα εξυπηρετεί τις ανάγκες της Κοινωνίας. Οι ελάχιστες / μέσες ανάγκες του ανθρώπινου σώματος είναι λίγο πολύ γνωστές: τόσα γραμμάρια πρωτεΐνη, τόσο ρούχο, τόση στέγη λένε οι ειδικοί.
Πρέπει όμως να αναγνωρίσουμε ότι όσο η τεχνολογία θα αναπτύσσεται και η Κοινωνία θα ευημερεί, οι ανθρώπινες ανάγκες – πέραν των απαραιτήτων για επιβίωση – θα γίνονται ολοένα πιο σύνθετες, πιο εκλεπτυσμένες, πολυποίκιλες. Με τον ίδιο τρόπο που η Εργασία, όσο η τεχνολογία θα αναπτύσσεται, θα γίνεται περισσότερο εξειδικευμένη και θα απαιτεί περισσότερη γνώση, μόρφωση, αυτο-οργάνωση.
Είναι σημαντικό, κατά την γνώμη μου, να εξυπηρετείται μία επιπλέον ανάγκη: το αίσθημα ότι οι ατομικές ανάγκες εξυπηρετούνται. Στο μέτρο του δυνατού φυσικά.
Συνεπώς αυτό το “σήμα” από την Κατανάλωση στην Παραγωγή, ως feedback, ως μέτρηση της αντίδρασης κάποιας δράσης, πρέπει να συν-υπάρχει παράλληλα με τα “πλάνα” που θα καθορίζονται με επιστημονικά ή κοινωνικά κριτήρια και χωρίς να προϋποθέτει την αγορά.
Στον Καπιταλισμό η διαμόρφωση της τιμής (του “σήματος”) προϋποθέτει την ανταλλαγή ενός προϊόντος με χρήμα μεταξύ δύο ιδιοκτητών – αυτού με το χρήμα και αυτού με το προϊόν.
Πώς θα παράγεται αυτό το σήμα στην Σοσιαλιστική κοινωνία όταν η ατομική ιδιοκτησία εκλείψει και οι αγορές, ως χώρος ανταλλαγής προϊόντων με χρήμα, εξαφανιστούν σιγά-σιγά, και οι τιμές – όπως τις εννοεί ο von Mises – δεν θα υπάρχουν;
Αυτό θα μας απασχολήσει σε επόμενη ανάρτηση.
Προς το παρόν, ας δούμε πόσο ελεύθερη είναι ή δεν είναι η αγορά στον Καπιταλισμό, και πόσο αποτελεσματική είναι ή δεν είναι στην εξισορρόπηση της Προσφοράς και της Ζήτησης.
Δηλαδή πρέπει να νιώθουμε ένοχοι που θέλουμε να καταστρέψουμε ένα θεσμό εκατοντάδων χρόνων που σίγουρα έλυσε κάποια προβλήματα, όταν ακόμα ο άνθρωπος ζούσε σε σκοτεινά χρόνια, με τα μέτρα και τα μέσα των εποχών εκείνων;
Οι Βιομήχανοι, βασιζόμενοι στις πληροφορίες που καταφθάνουν κοντά τους μέσω των τιμών και τον όγκο των πωλήσεων των προϊόντων τους στην αγορά, κάνουν ο καθένας τον δικό του, ιδιωτικό ΟΥ και αποφασίζουν αν θα συνεχίσουν την παραγωγή τους, αν θα αλλάξουν μέθοδο, αν θα αγοράσουν καινούριο εξοπλισμό κτλ.
Δηλαδή αποφασίζουν, ο καθένας από μόνος του, για την κατεύθυνση της δικής του παραγωγής με σκοπό την μεγιστοποίηση του δικού τους Κέρδους. Πολλές φορές επενδύουν όχι μόνο σε Υλικό, Εκπαίδευση προσωπικού και Εξοπλισμό αλλά και σε Διαφήμιση.
Κάτι που ξεκίνησε σαν μια αθώα ανακοίνωση, ότι “κοιτάξτε παράγω αυτό το πράγμα και αν σας χρησιμεύει κοστίζει τόσο, εδώ θα το βρείτε”, έγινε σήμερα η βασικότερη τέχνη μαζικής εξαπάτησης και πλύσης εγκεφάλων προσπαθώντας να κάνει τους καταναλωτές να προτιμήσουν κάποια προϊόντα από άλλα και χειραγωγώντας τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης που την προβάλλει επ’ αμοιβή. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό όπως θα δούμε παρακάτω.
Έτσι, μικρά παιδάκια και ενήλικες, άνθρωποι και ζώα βομβαρδιζόμαστε καθημερινά με χιλιάδες διαφημιστικά μηνύματα – αρκετές φορές υποσυνείδητα – όχι μόνο για την άλφα ή βήτα μάρκα αλλά και το ότι κάτι είναι στην μόδα, το φόρεσε κάποιος διάσημος, ο καθηγητής Παπαγαλάκης και η ομάδα του μελέτησαν και αποφάσισαν ότι είναι υγιεινό φέτος, βλαβερό του χρόνου κτλ.
Άλλοι μάστορες της εξαπάτησης προσφέρουν λαχνούς για ταξίδια και αυτοκίνητα με κάθε αγορά ενός από τα προϊόντα τους, επιλέγοντας το κουμάρι, τον τζόγο, αντί της ψυχολογικής βίας. Είμαστε ευγνώμονες.
Με συνολική δαπάνη για Διαφήμιση στα $600 δις το 2015 (το 1% του πλανητικού ΑΕΠ. Σύγκρινε με το 3% για Άμυνα) καταλαβαίνετε ότι λαμβάνει χώρα μια τεράστια επιχείρηση χειραγώγησης των τιμών της “ελεύθερης” αγοράς, τον Φάρο του Καπιταλισμού όπως θα έλεγε ο von Mises. Κάτω από την μύτη μας και ταυτόγχρονα με εμάς συνένοχους.
Μόνο που αυτό δεν σταματά στον επηρεασμό της βούλησης του καταναλωτή γιατί οι δύο εταιρείες που δρέπουν το 20% της παγκόσμιας διαφημιστικής πίτας είναι ακριβώς οι εταιρείες που δημιουργούν το καθημερινό μας “internet experience”. Google και Facebook.
Την μία την ρωτάμε εκατό ερωτήσεις την ημέρα και επιλέγει να μας παρουσιάσει τις απαντήσεις που ο αλγόριθμος της αποφάσισε ότι είναι οι καταλληλότερες για μας.
Ε
νώ η άλλη έχει αλγόριθμο που επιλέγει τι νέα θα λογοκρίνει, τι θα σας παρουσιάζει, και με ποια σειρά.
Έτσι γεννιέται μια “ελεύθερη” αγορά τύπου matrix όπου οι εγκέφαλοι των καταναλωτών πρώτα πλένονται για να αγοράσουν κάτι
και μετά τους γίνονται μαλάξεις για να το αγαπήσουν, να μην απογοητευτούν από τα gadgets, τα ρούχα, την σαβούρα που μαζεύεται στα σπίτια τους. Να πειστούν ότι κάνουν “καλές αγορές”, να τρέχουν πίσω από “προσφορές”, να είναι γενικά ικανοποιημένοι. Το φαινόμενο αυτό θα το ονόμαζα “μέτα-ισορρόπηση της Προσφοράς και της Ζήτησης“.
Αφού η αγορά αδυνατεί να ισορροπήσει Προσφορά και Ζήτηση, παράγετε ό,τι θέλετε και τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει η Διαφήμιση. Θα τα αγοράσουν και, το σημαντικότερο, θα είναι και ευχαριστημένοι.
Τα πράγματα όμως είναι πολύ χειρότερα στην “ελεύθερη” αγορά Πρώτων Υλών (commodities) που επηρεάζει άμεσα την παραγωγική διαδικασία.
Οι διάφοροι σπεκουλαδόροι αγοράζουν καθημερινά τεράστιους όγκους πρώτων υλών και τροφίμων, π.χ. σίδηρο, χαλκό, ρύζι, σιτάρι, όχι γιατί τα χρειάζονται για να τα μεταποιήσουν σε κάποια βιομηχανία τους αλλά γιατί πιστεύουν ότι η τιμή θα ανεβεί όταν πουλήσουν – αύριο, μεθαύριο – και έτσι θα κάνουν κέρδος.
Από την αγοραπωλησία, την σπέκουλα και όχι από την μεταποίηση.
Αφελείς και αδαείς μόνο πιστεύουν ότι αγοράζοντας εκατό τόνους ρύζι στο χρηματιστήριο πρέπει να βρουν χώρο στο σπίτι τους για να το αποθηκεύσουν και μετά να ψάχνουν ζυγαριές και σακουλάκια για να το πουλήσουν στην γειτονιά! Όχι φυσικά.
Μπαίνεις με τον υπολογιστή σου στο NASDAQ, π.χ., δίνεις την πιστωτική σου κάρτα και το αγόρασες – στα χαρτιά. Μετά από λίγες μέρες συνδέεσαι πάλι, το πουλάς – στα χαρτιά – και βάζεις το κέρδος (ή την ζημιά) στην τσέπη. Το ρύζι βρίσκεται εκεί που ήταν και εσύ το αγόρασες όχι για να κάνεις ρυζάλευρο και πιττούλες αλλά για να κάνεις κέρδος (speculate / κερδοσκοπώ).
Το ίδιο συμβαίνει και στην αγορά μετοχών εταιρειών, Μέσων Παραγωγής δηλαδή. Μόνο που όσον αφορά την κερδοσκοπία, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα εδώ γιατί η πρόσβαση είναι πιο ελεύθερη, το “Χρηματιστήριο” είναι πια μέρος του εθνικού φολκλόρ, και επενδυτικά και συνταξιοδοτικά ταμεία, μαζί και τράπεζες ποντάρουν τον ιδρώτα του κόσμου.
Ακόμα μια “ελεύθερη” αγορά δηλαδή που αντί να δίνει “σήμα” στην Παραγωγή την “σαντανώνει” (συγχύζει, αποσυντονίζει).
Π
ώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός ότι η μετοχή μιας συγκεκριμένης εταιρείας λογισμικού που με τα λάθη και τις παραλείψεις της είναι απολύτως υπεύθυνη για το τελευταίο κύμα ομηρείας ηλεκτρονικών υπολογιστών (WannaCry) μα και για εκατομμύρια άλλες τρύπες ασφαλείας στα προϊόντα της να έχει σταθερά ανοδική πορεία εδώ και χρόνια ενώ τον Μάιο που συνέβη αυτό δεν είχε καταποντιστεί αλλά μάλιστα σημείωσε και μεγαλύτερη αύξηση;
Κάθε μέρα που περνά στον Καπιταλισμό όλο και περισσότερο δαιμόνιοι τρόποι κερδοσκοπίας εφευρίσκονται – σε αυτό κανείς δεν αμφισβήτησε ποτέ την πρωτιά του.
Ήδη από την δεκαετία του 1970-80 κάποιοι έβαλαν τους υπολογιστές να αποφασίζουν για τις χρηματιστηριακές αγοραπωλησίες. Έκαναν κάποια προγράμματα/αλγόριθμους που παρακολουθούσαν την αγορά και αγόραζαν ή πουλούσαν μετοχές ανάλογα με το τι έκαναν οι υπόλοιποι. Στην αρχή υπό επιτήρηση – βοηθώντας τους χρηματιστές – και αργότερα από μόνα τους!
Σήμερα στην “ελεύθερη” αγορά του von Mises, το 75% των χρηματιστηριακών πράξεων (2014, ΗΠΑ) αποφασίζεται εξ ολοκλήρου από λογισμικό το οποίο “διαβάζει” την αγορά και παίρνει μια απόφαση αγοράς ή πώλησης εκ μέρους του ιδιοκτήτη του – με σκοπό το κέρδος του φυσικά και όχι την Παραγωγή και λοιπές αρλούμπες.
Κάποιες φορές παρουσιάζονται προβλήματα στα λογισμικά, στους αλγόριθμους ή στον εξοπλισμό, το σύστημα τρελαίνεται και η τιμή των μετοχών καταρρέει – μαζί με αυτές και οι τύχες εκατομμυρίων ανθρώπων, παράδειγμα η Δευτέρα 19/10/1987 (Black Monday), -20% λόγω των υπολογιστών και του λογισμικού τους.
Τα πράγματα χειροτερεύουν με την είσοδο στο χρηματιστήριο χιλιάδων ερασιτεχνών καιροσκόπων, ή απλά τζογαδόρων που δοκιμάζουν ο καθένας τον δικό του αλγόριθμο για να κερδοσκοπήσουν.
Μην ξεχνάμε ότι ακόμα μιλάμε για την “ελεύθερη” αγορά που ο von Mises πιστεύει ότι οδηγεί τον Καπιταλισμό, ότι διαμορφώνει τιμές που θα αποφασίσουν από που θα περάσει ο σιδηρόδρομος στο παράδειγμα μας.