ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Κυριακή 30 Απριλίου 2017

Το Χρονικό της Πρωτομαγιάς:

Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ
Στις 20 Ιουλίου 1889, το ιδρυτικό συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς πήρε την εξής απόφαση: 
«Θα οργανωθεί μια μεγάλη διεθνής εκδήλωση για μια καθορισμένη ημερομηνία, με τέτοιο τρόπο, ώστε οι εργάτες σε όλες τις χώρες και σε όλες τις πόλεις ν' απευθύνουν ταυτόχρονα μια συγκεκριμένη μέρα, προς τις δημόσιες αρχές, ένα αίτημα για να καθοριστεί η εργάσιμη μέρα σε οκτώ ώρες και να τεθούν σε ισχύ οι άλλες αποφάσεις του Διεθνούς Συνεδρίου του Παρισιού.
Ενόψει του ότι μια τέτοια εκδήλωση έχει ήδη αποφασιστεί από την Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας στο συνέδριό της, το Δεκέμβρη του 1888 στο Σεντ Λούις για την 1η του Μάη 1890, η μέρα αυτή γίνεται δεκτή σαν η μέρα για τη διεθνή εκδήλωση. Οι εργάτες των διαφόρων χωρών θα πρέπει να οργανώσουν την εκδήλωση με τρόπο ανάλογο προς τις συνθήκες της χώρας τους» (Ουίλιαμ Φόστερ: «Η Ιστορία των τριών Διεθνών», Αθήνα 1975, σελ. 175).
Γιατί όμως η 1η Μάη; 
Ηταν η μέρα της μεγάλης απεργίας στο Σικάγο των ΗΠΑ με αίτημα την καθιέρωση της 8ωρης εργάσιμης μέρας, αντί της 10ωρης, 11ωρης έως και 14ωρης που ήταν ως τότε. Απεργία η οποία συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες και που βάφτηκε στο αίμα των εργατών από το χτύπημα αστυνομίας με εντολή των καπιταλιστών, ενώ οι ηγέτες, πρωτεργάτες των τότε εργατικών κινητοποιήσεων για το 8ωρο καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.
Ετσι η 1η Μάη του 1886 αποφασίστηκε να καθιερωθεί ως η Εργατική Πρωτομαγιά. 
Ας παρακολουθήσουμε τα ιστορικά γεγονότα του εργατικού κινήματος της τότε περιόδου. Πηγή το έργο των Ρίτσαρντ Ο. Μπόγιερ και Χέρμπερτ Μ. Μόρε, «Η άγνωστη Ιστορία του Εργατικού Κινήματος των ΗΠΑ», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
«Παντού βλέπει κανείς αναταραχή για το οχτάωρο», έγραφε ο Τζον Σουίντον στην εφημερίδα του, στις 18 του Απρίλη 1886. 
Οι εργάτες διαδήλωναν και τραγουδούσαν από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Σαν Φραντσίσκο. 

Οι εφημερίδες, ομόφωνα και με μικρές διαφοροποιήσεις, δήλωναν ότι το κίνημα ήταν «κομμουνιστικό, ανατριχιαστικό και αχαλίνωτο». Δήλωναν
 ότι θα έφερνε «μείωση μισθών, φτώχεια και κοινωνική υποβάθμιση του Αμερικανού εργάτη», ενώ θα έσπρωχνε τους εργάτες σε «αλητεία και χαρτοπαιξία, βία, κραιπάλη και αλκοολισμό».

 Η Νιου Γιορκ Τάιμς, στις 25 του Απρίλη 1886, χαρακτήρισε το κίνημα «αντιαμερικανικό», προσθέτοντας ότι «οι εργατικές αναταραχές προκαλούνται από ξένους»...
Οι εφημερίδες και οι βιομήχανοι διέδιδαν ότι η 1η του Μάη ήταν η ημερομηνία που θα γινόταν μια κομμουνιστική εργατική εξέγερση, σύμφωνα με το μοντέλο της Παρισινής Κομμούνας. 
Ο Μέλβιλ Ε. Στόουν, διευθυντής της εφημερίδας Σικάγκο Ντέιλι Νιους - η οποία χαρακτηριζόταν «η πιο κερδοφόρα έκδοση δυτικά της Νέας Υόρκης» - έλεγε ότι «εύκολα προβλέπεται επανάληψη των ταραχών της Παρισινής Κομμούνας», για την 1η Μάη 1886. Στο φύλλο της μέρας εκείνης, η εφημερίδα του Σικάγου Ιντερ Οσεαν ανακοίνωνε: «Οι σοσιαλιστές ταραχοποιοί δήλωσαν με καμάρι ότι θα χρησιμοποιήσουν τη διαδήλωση για το οχτάωρο προς όφελός τους... Εγινε γνωστό ότι φτάνουν σήμερα στο Σικάγο μερικοί από τους πιο ικανούς καθοδηγητές του σοσιαλιστικού κινήματος»...
Η 1η του Μάη ήταν μια θαυμάσια μέρα. Ο παγωμένος άνεμος της λίμνης, που συχνά ήταν πολύ διαπεραστικός την άνοιξη, ξαφνικά έπεσε και είχε βγει ένας δυνατός ήλιος. Ολα ήταν ήσυχα, τα εργοστάσια άδεια, οι αποθήκες κλειστές, τα φορτηγά βαγόνια αχρησιμοποίητα, οι δρόμοι έρημοι, οι οικοδομές παρατημένες, δεν έβγαινε καπνός από τα φουγάρα των εργοστασίων και οι μάντρες των ζώων ήταν σιωπηλές.
Ηταν Σάββατο, εργάσιμη μέρα. Ομως οι εργάτες γελώντας, κουβεντιάζοντας και ντυμένοι με τα καλά τους, κατευθύνονταν μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, στη λεωφόρο Μίτσιγκαν. Ο δρόμος είχε αποκτήσει ατμόσφαιρα γιορτής...
Εξω από τον κύριο όγκο της διαδήλωσης και στους γειτονικούς δρόμους ήταν παραταγμένοι λόχοι αστυνομικών και ειδικών δυνάμεων, έτοιμοι να επιβάλουν «το νόμο και την τάξη». 
Σε στρατηγικά σημεία, στις στέγες, ήταν μαζεμένοι αστυνομικοί, Πίνκερτον και αξιωματικοί της εθνοφρουράς, κρατώντας όπλα και άλλα σύνεργα πολέμου.
 Στους στρατώνες, 1.350 εθνοφρουροί με στολή, οπλισμό και πολυβόλα περίμεναν το σύνθημα για να δράσουν. Σε ένα κεντρικό κτίριο γραφείων μαζεύτηκαν ηγετικά στελέχη της Επιτροπής Πολιτών. Συνεδρίαζαν όλη τη μέρα και έπαιρναν αναφορές από έξω για την επικείμενη σύγκρουση. Αυτοί ήταν το γενικό επιτελείο που συντόνιζε τη μάχη για τη διάσωση του Σικάγου από το κομμουνιστικό οχτάωρο...
Γύρω στους 340.000 εργάτες διαδήλωναν σε όλη τη χώρα. Περίπου 190.000 είχαν κατέβει σε απεργία. Στο Σικάγο 80.000 απεργούσαν για το οχτάωρο και οι περισσότεροι, είπε ο Σπάις δείχνοντας με συγκίνηση, βρίσκονταν εδώ και περίμεναν να αρχίσει η διαδήλωση. 
Μια δεύτερη σκέψη πέρασε από το μυαλό του και είπε στον Πάρσονς να διαβάσει το κύριο άρθρο
 της Μέιλ:
«Στην πόλη μας υπάρχουν δύο επικίνδυνοι κακοποιοί, δύο ακαμάτηδες δειλοί που πάνε να δημιουργήσουν φασαρίες. Ο ένας λέγεται Πάρσονς, ο άλλος Σπάις...
«Θυμηθείτε τα ονόματά τους σήμερα. Παρακολουθήστε τους. Θεωρήστε τους προσωπικά υπεύθυνους για όποια φασαρία δημιουργηθεί. Τιμωρήστε τους παραδειγματικά αν σημειωθούν ταραχές!».
Η διαδήλωση άρχιζε, οι χιλιάδες ξεκινούσαν την πορεία και ο καθένας ένιωθε μέσα του τη δύναμη, την τεράστια δύναμη της αλληλεγγύης... όλοι αποφασισμένοι στη διεκδίκηση του οχτάωρου.
Ο Πάρσονς βάδιζε κοντά στην κεφαλή της πορείας... Η πορεία κατευθύνθηκε προς τη λίμνη Φροντ, όπου θα γίνονταν ομιλίες στα αγγλικά, στα τσέχικα, στα γερμανικά και τα πολωνικά. 
Ο Πάρσονς μίλησε για την ακατανίκητη δύναμη της ενωμένης εργατικής τάξης. 
Ο Σπάις, τριάντα ενός χρόνων, εκδότης της γερμανόφωνης εργατικής εφημερίδας Αρμπάιτερ - Τσάιτουνγκ και εξίσου εύγλωττος στη μητρική του γλώσσα και στα αγγλικά, ήταν πολύ αγαπητός στους συγκεντρωμένους... Καθώς τα χειροκροτήματα για τον Σπάις έσβηναν, η Πρωτομαγιά ανήκε πια στο παρελθόν.
Δεν έγινε αιματοχυσία, ούτε επαναλήφθηκε η Παρισινή Κομμούνα... 
Ο Τύπος με απολογητικό ύφος άρχισε να μετριάζει τις βίαιες προβλέψεις του... το Σικάγο τώρα ένιωθε κάπως εξαπατημένο με την ειρηνική διαδήλωση. 
Η επόμενη μέρα ήταν Κυριακή και ο Πάρσονς πήγε στο Σινσινάτι για να μιλήσει σε μια συγκέντρωση. Τη Δευτέρα η απεργία απλώθηκε και πολλές χιλιάδες εργατών του Σικάγου κατάκτησαν το οχτάωρο, ενώ η Επιτροπή Πολιτών εξακολουθούσε να υποστηρίζει ότι κάτι έπρεπε να γίνει.
Η αστυνομία, εξοργισμένη από τη διάψευση των υψηλών προσδοκιών της για την Πρωτομαγιά, παρηγορήθηκε κάπως χτυπώντας τους εργαζόμενους στο λοκ άουτ του εργοστασίου θεριστικών μηχανών του Μακ Κόρμικ και βάζοντας μέσα 300 απεργοσπάστες. 
Την ώρα που έκλεινε το εργοστάσιο, ένα μεγάλο πλήθος εργατών περίμενε να βγουν οι απεργοσπάστες. 
Τότε, 
ξαφνικά, τα όπλα των αστυνομικών στράφηκαν κατά πάνω τους. Εκείνοι υποχώρησαν και έκαναν να φύγουν, όταν η αστυνομία, σύμφωνα με έναν αυτόπτη μάρτυρα, «άρχισε να πυροβολεί τους εργάτες πισώπλατα. Μερικοί άντρες και αγόρια σκοτώθηκαν καθώς έτρεχαν να φύγουν». Οι νεκροί ήταν έξι. 
Ο Σπάις, που μιλούσε εκεί κοντά σε συγκέντρωση απεργών εργατών ξυλουργείων, είδε τη σφαγή και το ανέφερε στους συντρόφους του. 
Αποφασίστηκε να οργανωθεί συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την αστυνομική βία, το επόμενο βράδυ στην πλατεία Χεϊμάρκετ...
Ο Πάρσονς είχε γυρίσει από το Σινσινάτι με ακμαίο ηθικό και ενθουσιασμένος από τα νέα ότι χιλιάδες εργάτες σε όλη τη χώρα κατακτούσαν το οχτάωρο. Αφού ετοίμασε λεπτομερειακή αναφορά για το ταξίδι του, 
το μεσημέρι και ενώ έτρωγαν στο σπίτι τους της οδού Ιντιάνα, η Λούσι του είπε για τη συγκέντρωση στη Χεϊιμάρκετ, αλλά πρόσθεσε ότι την Κυριακή, όσο έλειπε, εκείνη συναντήθηκε με γυναίκες ράφτρες που ήθελαν να οργανωθούν.
 Ο Πάρσονς, ενθουσιασμένος από αυτήν την προοπτική, αποφάσισε να μην πάει στη Χεϊμάρκετ, αλλά να συναντηθεί με τον Σαμ Φίλντεν και άλλα στελέχη του Συνδέσμου Εργαζομένων, στο γραφείο της Αλάρμ, στην Πέμπτη Λεωφόρο 107, για να ασχοληθούν με την οργάνωση των γυναικών...
Συζητούσαν ορισμένες προτάσεις πάνω στην οργανωτική καμπάνια, όταν μπήκε λαχανιασμένος ένας απεσταλμένος. «Η συγκέντρωση είναι μεγάλη στη Χεϊμάρκετ», είπε, «και ο Σπάις είναι ο μόνος ομιλητής. Θέλει να πας», είπε στον Πάρσονς, «και συ, επίσης, Φίλντεν».

Το πλήθος δεν έφτανε να γεμίσει την πλατεία, γι' αυτό ο Σπάις, που είχε πάει πρώτος, έσπρωξε ένα άδειο βαγόνι στη γωνία του λιθόστρωτου δρόμου, μισό τετράγωνο πιο πέρα, για να το χρησιμοποιήσουν σαν εξέδρα οι ομιλητές. 
Εκεί κοντά βρισκόταν το αστυνομικό τμήμα της οδού Ντεπλέν, με διευθυντή τον αστυνόμο Τζον Μπόνφιλντ, που είχε παρατσούκλι «Γκλόμπερ», όπου 180 αστυφύλακες ήταν σε ετοιμότητα για να κάνουν επίθεση στους συγκεντρωμένους αν το καλούσε η περίσταση. 
Αυτό δεν το ήξερε ο Σπάις, όπως δεν ήξερε και ότι μέσα στο πλήθος ήταν ο δήμαρχος Κάρτερ Χάρισον.
Ο Σπάις μιλούσε από το βαγόνι, όταν είδε τον Πάρσονς να φτάνει μαζί με τη γυναίκα του και τα παιδιά του. 
Τον είδε και ο κόσμος και ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Ο Πάρσονς έβαλε την οικογένειά του σε ένα άλλο άδειο βαγόνι, πήγε στην αυτοσχέδια εξέδρα, σκαρφάλωσε και άρχισε την ομιλία του. 
«Δε βρίσκομαι εδώ για να ξεσηκώσω κανέναν», είπε, «αλλά για να πω τα πράγματα έτσι όπως έχουν». 
Ο δήμαρχος του Σικάγου απομακρύνθηκε από το ακροατήριο, πήγε στο αστυνομικό τμήμα και είπε στον αστυνόμο Μπόνφιλντ ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική, γι' αυτό, είπε, δε χρειάζονταν οι αστυφύλακες της επιφυλακής και μπορούσαν να επιστρέψουν στα κανονικά καθήκοντά τους.

Η ομιλία του Πάρσονς τέλειωσε στις δέκα. Φυσούσε κιόλας ένας παγωμένος άνεμος από τη μεριά της λίμνης και έπεφταν λίγες σταγόνες βροχής. Ερχόταν καταιγίδα. Πολλοί είχαν φύγει. 
Τώρα μιλούσε ο Σαμ Φίλντεν, αλλά ο Πάρσονς πήρε τη γυναίκα του και τα παιδιά του από το βαγόνι, όπου τους είχε αφήσει, και με μερικούς άλλους μπήκαν σ' ένα μπαρ, στου Ζεπφ, στη γωνία. 
Μετά από λίγο η παρέα γελούσε και έλεγε ιστορίες με ένα ποτήρι μπίρα στο χέρι, ενώ έξω ο Φίλντεν συνέχιζε την ομιλία του μπροστά στο πλήθος, που ολοένα μίκραινε.
«Είναι αλήθεια ή όχι», έλεγε, «ότι δεν εξουσιάζουμε την ίδια μας τη ζωή, ότι άλλοι διαμορφώνουν τις συνθήκες ύπαρξής μας, ότι...».
 Ξαφνικά φωνές ακούστηκαν: «Προσοχή! Η αστυνομία!». Από το τέρμα του δρόμου φάνηκαν οι 180 αστυφύλακες σε στρατιωτικό σχηματισμό, με τα γκλομπ στα χέρια. Επικεφαλής ήταν ο αστυνόμος Μπόνφιλντ και ο αστυνόμος Γουόρντ. 
Ο κόσμος άρχισε να τρέχει. Ο Γουόρντ σταμάτησε μπρος στο βαγόνι και είπε στον κατάπληκτο Φίλντεν: «Εν ονόματι του λαού της πολιτείας του Ιλινόις, διατάζω να διαλυθεί αμέσως και ειρηνικά αυτή η συγκέντρωση».
«Μα, Αστυνόμε», είπε ο Φίλντεν με σβησμένη φωνή, «είμαστε ειρηνικοί».
Για μια στιγμή έγινε σιωπή. Μέσα στη νύχτα ακουγόταν ο θόρυβος των ποδιών που έτρεχαν. Ξαφνικά ένα κόκκινο φως έλαμψε και ακούστηκε μια τρομερή έκρηξη. 
Κάποιος είχε ρίξει μια βόμβα. Ακολούθησε φοβερή σύγχυση. 
Η αστυνομία πυροβολούσε άγρια προς όλες τις κατευθύνσεις, άνθρωποι έπεφταν στη γη, πολλοί είχαν τραυματιστεί, άλλοι έτρεχαν, έβριζαν, βογκούσαν καθώς τους ποδοπατούσαν ή τους χτυπούσαν με τα γκλομπ οι μανιασμένοι αστυνομικοί, ένας από τους οποίους είχε σκοτωθεί και εφτά ήταν βαριά τραυματισμένοι.
Την άλλη μέρα, το Σικάγο και όλη η χώρα είχαν μεταμορφωθεί σε ένα τέρας που διψούσε για εκδίκηση. «Με την έκρηξη της βόμβας», γράφει ο Ντέιβιντ στην αναφορά του στα γεγονότα της Χεϊμάρκετ, 
«ο Τύπος έχασε και το τελευταίο ίχνος αντικειμενικότητας... 
Ενας χαρακτηριστικός τίτλος ούρλιαζε: 
ΤΩΡΑ ΑΙΜΑ!.. 
Μια βόμβα που ρίχτηκε στις γραμμές της αστυνομίας εγκαινιάζει το έργο του θανάτου».
Η Νιου Γιορκ Τρίμπιουν έγραφε:
«... ο όχλος έμοιαζε να έχει χάσει τα λογικά του, διψούσε για αίμα. 
Μένοντας σταθερά στη θέση, έριξε καταιγισμούς πυρών στους αστυνομικούς».
Από την αρχή κιόλας, πολλοί σκέφτηκαν ότι η βόμβα ήταν έργο προβοκατόρων και αργότερα αυτή η υπόθεση υποστηρίχτηκε εν μέρει και από την αστυνομία. Το πρωί όμως της 5ης του Μάη, αλλά και πολλές μέρες αργότερα, δεν ήταν φρόνιμο να εκφράζονται τέτοιες σκέψεις.
 «Συνάντησα πολλές παρέες και άκουσα τις συζητήσεις τους γύρω από τα γεγονότα της προηγούμενης νύχτας», γράφει ένας κάτοικος του Σικάγο εκείνης της εποχής. «Ολοι ήταν σίγουροι ότι δράστες του φοβερού εγκλήματος ήταν οι ομιλητές της συγκέντρωσης και άλλοι υποκινητές των εργατών. "Κρεμάστε τους πρώτα και μετά τους δικάζετε", ήταν μια φράση που άκουγα συνέχεια... Η ατμόσφαιρα ήταν φορτισμένη από θυμό, φόβο και μίσος».
Οι εφημερίδες της χώρας δήλωναν με ένα στόμα ότι δεν είχε σημασία αν ο Πάρσονς, ο Σπάις και ο Φίλντεν είχαν βάλει τη βόμβα ή όχι. 
Επρεπε να κρεμαστούν για τις πολιτικές απόψεις τους, για τα λόγια τους και τη γενική δραστηριότητά τους. 
Οσο περισσότεροι ταραχοποιοί παραδίνονταν στο δήμιο, τόσο το καλύτερο. 
«Το αίσθημα δικαιοσύνης του λαού», έλεγε η Σικάγκο Τρίμπιουν, 
«απαιτεί οι Ευρωπαίοι δολοφόνοι Ογκαστ Σπάις, Μάικλ Σβαμπ (ένα άλλο μέλος του Διεθνούς Συνδέσμου Εργαζομένων) και Σάμιουελ Φίλντεν να συλληφθούν, να δικαστούν και να απαγχονιστούν για φόνο... Απαιτεί ακόμα να συλληφθεί ο εγκληματίας Α. Ρ. Πάρσονς, που ντρόπιασε τη χώρα με τη γέννησή του σ' αυτήν, να δικαστεί και να απαγχονιστεί για φόνο»...
Η διαδικασία της δίκης άρχισε στις 21 του Ιούνη με δικαστή τον Τζόζεφ Ε. Γκάρι...
...οι μάρτυρες, όλοι τρομοκρατημένοι και μερικοί πληρωμένοι, κατέθεσαν ότι οι κατηγορούμενοι συνωμοτούσαν να ανατρέψουν βίαια την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών και ότι η βόμβα στη Χεϊμάρκετ και ο φόνος του Ντίγκαν ήταν το πρώτο χτύπημα μιας γενικότερης επίθεσης ενάντια στην έννομη τάξη. 
Ομως οι καταθέσεις τους είχαν τόσα αντικρουόμενα στοιχεία, ώστε ανάγκασαν την πολιτική αγωγή να αλλάξει την κατηγορία στη μέση της δίκης. Τώρα ισχυριζόταν ότι ο άγνωστος βομβιστής εμπνεύστηκε την ιδέα να ρίξει τη βόμβα από τα λόγια και τις ιδέες των κατηγορουμένων.
Ετσι, δε δικάζονταν πια οι άνθρωποι, αλλά τα βιβλία και οι γραπτές ιδέες. Το φαινόμενο αυτό επρόκειτο να επαναληφθεί πολλές φορές αργότερα στις ΗΠΑ. Διαβάστηκαν αμέτρητα άρθρα του Πάρσονς και του Σπάις. Εκτέθηκαν στο δικαστήριο όλοι σχεδόν οι λόγοι των κατηγορουμένων. Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα βιβλίων πάνω στο χαρακτήρα και τη φιλοσοφία της πολιτικής, σαν ενοχοποιητικά στοιχεία. Το πολιτικό πρόγραμμα του Συνδέσμου Εργαζομένων, οι αποφάσεις και οι δηλώσεις του θεωρήθηκαν αποδείξεις που ενέπλεκαν τους κατηγορουμένους στο φόνο του Ντίγκαν.
Η ετυμηγορία ήταν δεδομένη. Η μεγάλη μέρα της δίκης έφτασε. 
Οι κατηγορούμενοι απευθύνθηκαν στο δικαστήριο και κατηγόρησαν τους κατηγόρους τους. Εξήγησαν γιατί δεν έπρεπε να καταδικαστούν σε θάνατο και γιατί οι ένοχοι δεν ήταν αυτοί, αλλά η κοινωνία. 
Η φωνή τους κυριάρχησε μέσα στην αίθουσα και ακούστηκε το ίδιο δυνατά σε όλη τη χώρα. 
Καμιά εφημερίδα, όσο συντηρητική κι αν ήταν, δεν αρνήθηκε το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι αψήφησαν το θάνατο και υπερασπίστηκαν την εργατική τάξη με επιβλητικό και θαυμαστό τρόπο...
*δες στο τέλος της ανάρτησης την θρυλική απολογία του Σπάις

Η πρώτη Εργατική Πρωτομαγιά στην Ελλάδα
Η πρώτη Πρωτομαγιά στην Ελλάδα γιορτάστηκε το 1893, με πρωτοβουλία του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη, που ιδρύθηκε από τον τελευταίο στις 20 Ιούλη του 1890, ενώ από τις 3 Ιούνη του ιδίου έτους ο Καλλέργης εξέδωσε την εφημερίδα «Σοσιαλιστής»3. Ο Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος ήταν βεβαίως μια οργάνωση ουτοπικού σοσιαλιστικού προσανατολισμού, πράγμα καθόλου παράξενο για εκείνη την εποχή, αφού και το ελληνικό εργατικό κίνημα ήταν σε νηπιακή μορφή και η διάδοση του μαρξισμού απελπιστικά περιορισμένη. «Ο Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος - γράφει ο Γιάννης Κορδάτος4- ήταν, σα να πούμε η κεντρική διοίκηση των ομίλων και των τμημάτων. Πολλά από τα τμήματα και τους ομίλους είχαν διάφορες ονομασίες. 
Στην Αθήνα ο σοσιαλιστικός όμιλος λεγόταν ΚΟΣΜΟΣ. Αλλού τα τμήματα είχαν τον τίτλο της Λέσχης και της Αδελφότητας».
 Την Πρωτομαγιά του 1891 ο Καλλέργης και 12 Σοσιαλιστές φωτογραφήθηκαν όλοι μαζί και μ' αυτή τη συμβολική χειρονομία θέλησαν να δείξουν τη συμμετοχή και την αλληλεγγύη τους στην παγκόσμια ημέρα των εργατών. 
Ενα χρόνο αργότερα, ο Καλλέργης και μια ομάδα συντρόφων του συγκεντρώθηκαν στο χώρο του Σταδίου και διαμαρτυρήθηκαν κατά του «πλουτοκρατικού Αθλίου συστήματος»5
Το 1893, όμως, ο γιορτασμός της Πρωτομαγιάς και μαζικός ήταν - αν λάβουμε υπόψη το μέγεθος και το βαθμό ωριμότητας του ελληνικού προλεταριάτου - και αισθητός έγινε. Φυσικά, υπήρξε κατάλληλη προετοιμασία και η σοσιαλιστική κίνηση είχε αναπτυχθεί αρκετά σε σχέση με το παρελθόν.
Η απόφαση για το γιορτασμό της Πρωτομαγιάς του 1893 πάρθηκε στη συνεδρίαση του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου στις 21 Φλεβάρη του ιδίου έτους. «Απεφασίσθη -αναφέρεται στο πρακτικό της συνεδρίασης- όπως εκλεγή επιτροπή και επιδοθή αποκλειστικώς διά της εορτής της 1ης Μαΐου, γενομένης δε μυστικής ψηφοφορίας εξελέγησαν ως εξής: Καλλέργης, Νάγος, Συνοδινός και Χριστόπουλος». 
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 3 Μάρτη 1893, σε συνεδρίαση της Επιτροπής, ο Καλλέργης πρότεινε να εκδοθεί για την οικονομική ενίσχυση του γιορτασμού της Πρωτομαγιάς ένα βιβλίο «το οποίον θα περιέχει την Σοσιαλιστικήν πολιτικήν ... και θα τιμηθεί 25 λεπτά έκαστον».
 Πρόκειται για την γνωστότερη ίσως μπροσούρα του Σταύρου Καλλέργη που φέρει τον τίτλο «Εγκόλπιον Εργάτου»6
Πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι επειδή η 1η Μάη του 1893 έπεφτε ημέρα Σάββατο, οι διοργανωτές αποφάσισαν να γιορτάσουν την Παγκόσμια ημέρα της Εργατικής Τάξης την επομένη, 2 Μάη που ήταν Κυριακή «όπου οι εργάται θα δυνηθώσι να λάβωσι μέρος σ' αυτήν»7.
 Ετσι, από τα μέσα Απρίλη ο «Σοσιαλιστής» ενημέρωσε για την εκδήλωση, δημοσιεύοντας ταυτόχρονα και το διεκδικητικό της πλαίσιο. Εγραφε, για παράδειγμα, στο φύλλο αρ. 23: 
«Δύο Μαΐου, ημέρα Κυριακή 5 μ.μ. εις το Αρχαίον Στάδιον όπισθεν του Ζαππείου, εις την γέφυραν όπου είνε απέναντι εις τα αγγλικά μνημεία με Κυπαρίσσια. Ολοι οι σοσιαλισταί και οι υπό μισθόν πάσχοντες θα συναθροισθώσι να υπογράψωσι ψήφισμα προς τη Βουλή, διά του οποίου θα ζητώσι πρώτον τας Κυριακάς όλα τα καταστήματα γενικώς να ήναι κλειστά προς ανάπαυσιν των πολιτών. β΄ τον περιορισμόν των εργάσιμων ωρών εις 8 καθ' εκάστην κατ' ανώτατον όριον και ολιγώτερον διά τας κοπιώδεις και ανθυγιεινάς εργασίας και διά τους παίδας και τας γυναίκας. γ΄ απονομήν συντάξεως εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς διατήρησιν εαυτών και της οικογενείας των και εις τας οικογενείας των εν τη εργασία φονευομένων».8
Η προετοιμασία για τον πρωτομαγιάτικο γιορτασμό δεν περιοριζόταν στην κινητοποίηση των σοσιαλιστών της πρωτεύουσας και του Πειραιά, αλλά και άλλων πόλεων, όπου υπήρχαν σχετικές οργανώσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να πάρουν ανάλογες πρωτοβουλίες σε τοπικό επίπεδο. 
Για το λόγο αυτό, από τον Καλλέργη και τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο στάλθηκαν επιστολές - με οδηγίες - όπως αυτή που ακολουθεί9
«Συνάδελφε Δημητρακόπουλε, την 1η Μαΐου, σκοπόν έχομεν όπως οι ενταύθα σοσιαλισταί συνέλθομεν εις το Στάδιον, όπισθεν του Ζαππείου, και εορτάσωμεν όσον το δυνατόν πανηγυρικώτερον, την επέτειον εορτήν του παγκοσμίου σοσιαλισμού. 
Καλόν επομένως θεωρώ, όπως προς επίδειξιν, καθ' όσον ουδέν μέσον πρέπει να παρορώμεν, όπερ τείνει εις την εξάπλωσιν των αρχών ημών και εις την ευόδωσιν του επιδιωκομένου σκοπού, συνέλθετε και υμείς αυτόθι, την ημέραν εκείνην όσοι ασπάζεσθε τας αρχάς του σοσιαλισμού και εορτάσετε είτε διασκεδάζοντες, είτε φωτογραφούμενοι, είτε δι' οιουδήποτε άλλου τρόπου και μετά ταύτα συντάξητε τηλεγράφημα απευθυνόμενον εις το καθ' ημάς κεντρικόν συμβούλιον όπου θα αγγέλετε ότι εορτάσατε την σοσιαλιστικήν 1η Μαΐου και έχον περίπου ως εξής: Σοσιαλιστικόν Συμβούλιον Αθήνας, Πανηγυρικώτατα εορτάσαμεν σοσιαλιστικήν Πρωτομαγιά. Αν τις κωλύεται να θέση την υπογραφήν του ας θέσει ψευδώνυμον. Το τηλεγράφημα τούτο, καταχωρηθήσεται εν τω ημετέρω φύλλω ο Σοσιαλιστής. Μην σας εμποδίσει ο μικρός αριθμός του να πράξετε και δύο πρέπει να εορτάσετε οπωσδήποτε. Διότι το τοιούτον, όπως και αν έχει πράγμα, ωφέλειαν θα παράσχει και ουχί βλάβην».

Οπως ακριβώς είχε καθοριστεί, στις 2 Μάη του 1893, ημέρα Κυριακή και ώρα 5μ.μ. οι Σοσιαλιστές της ομάδας Καλλέργη και εργαζόμενοι συγκεντρώθηκαν στο Στάδιο - και όχι στους στύλους του Ολυμπίου Διός που από λάθος, προφανώς, πληροφόρηση γράφει ο Κορδάτος10- όπου και γιόρτασαν αγωνιστικά την παγκόσμια ημέρα της Εργατικής Τάξης.
 Οι πληροφορίες στον Τύπο της εποχής παρουσιάζουν μεγάλη απόκλιση αναφορικά με τον αριθμό των συγκεντρωμένων, οπότε και δεν είναι εύκολο να αποφανθεί κάποιος σήμερα με ακρίβεια πάνω σ' αυτό το ζήτημα. 
Ο «Σοσιαλιστής» του δευτέρου 15ήμερου του Μάη 1893 κάνει λόγο για πάνω από 2 χιλιάδες συγκεντρωμένους. 
Γράφει συγκεκριμένα: «Εις τας δύο Μαΐου ώρα 5 μ.μ. παρά το αρχαίον Στάδιον, τα μέλη του "Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου" και μέγα πλήθος εκ των πασχουσών εργατικών τάξεων των ευρισκομένων υπό τον ζυγόν του μισθού, ακολουθούντες τον διεθνή των πασχουσών τάξεων αγώνα, συνηθροίσθησαν προς διαμαρτύρησιν εναντίον του σημερινού αθλίου συστήματος, όπου δυστυχούν οι πολλοί κοπιωδώς εργαζόμενοι και ευτυχούν οι ολίγοι οκνηροί, πλούσιοι, μη εργαζόμενοι και απολαμβάνοντες τον ιδρώτα των πολλών εργαζομένων... συνήλθον πλέον των 2 χιλιάδων ατόμων...»11.
Αντίθετα, η «Εφημερίς» παρουσίασε ένα κοινό που δεν ήταν πάνω από 200 άτομα. «Οι πλείστοι εξ αυτών ήσαν εργάται, ευπρεπώς κατά το πλείστον ενδεδυμένοι, με ερυθράς κονκάρδας επί της κομβιοδόχης, και πολύ ήσυχοι άνθρωποι. Αυτοί είναι οι πρώτοι σοσιαλισταί εν Ελλάδι, και συνήλθον χθες εις το πρώτον αυτών εν Αθήναις συλλαλητήριον»12
Τέλος, η «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη σημείωνε στο δικό της ρεπορτάζ στις 3 του Μάη 1893: «Είχομεν χθες και συλλαλητήριον σοσιαλιστών εις το αρχαίον στάδιον. 
Συνήχθησαν πλείστοι εργατικοί άνθρωποι και άλλοι κύριοι εμφορούμενοι υπό των σοσιαλιστικών αρχών, φέροντες όλοι ερυθράς κονκάρδας επί της κομβιοδόχης των και ήκουσαν τον σοσιαλιστήν κ. Καλλέργην, όστις υπεστήριξεν την αργίαν της Κυριακής διά τους εργάτας, τον περιορισμόν των εργασίμων ωρών εις οκτώ και την αλληλοβοήθειαν των εργατών. Εις το συλλαλητήριον επεκράτησε πλήρης τάξις»13.
Οπως ήδη αναφέρεται στα δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής, ομιλητής στην πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση του 1893 ήταν ο Σταύρος Καλλέργης, ο οποίος μεταξύ άλλων είπε:
 «Ο σκοπός της συναθροίσεώς μας ενταύθα είναι να υπογράψωμεν ψήφισμα διά να δοθή εν καιρώ εις την Βουλήν. Το ψήφισμα δε έχει ως εξής: Συνελθόντες σήμερον την 2 Μαΐου ημέραν Κυριακήν και ώραν 5 μ.μ. εν τω Αρχαίω Σταδίω οι κάτωθι υπογεγραμμένοι μέλη του "Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου" και υπό μισθόν πάσχοντες εψηφίσαμεν:
Α) Την Κυριακήν να κλείωσι τα καταστήματα, καθ' όλην την ημέραν, και οι πολίται ν' αναπαύωνται.
Β) Οι εργάται να εργάζωνται 8 ώρας την ημέραν.
Γ) Ν' απονέμηται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς διατήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.
Δ) Το συμβούλιον του "Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου" να επιδώση το ψήφισμα εις την Βουλήν.
Οι παραδεχόμενοι το ψήφισμα ας υπογράψουσιν αυτό. Δεν πιστεύω δε να υπάρχη τις ενταύθα ο οποίος να μη παραδέχεται τας σοσιαλιστικάς ιδέας και το ψήφισμα. Η συνάθροισίς μας ενταύθα σήμερον έχει παγκόσμιον χαρακτήρα...». 
Ο Καλλέργης αναφέρθηκε ακόμη στο ζήτημα της ιστορίας του γιορτασμού της Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα και διεθνώς, σημείωσε την πρόοδο που είχε κάνει το σοσιαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και υπογράμμισε ως άμεσους στόχους πάλης του κινήματος τη βελτίωση της θέσης των εργατών και τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών. Υστερα από την ομιλία του Καλλέργη - πάντα κατά το ρεπορτάζ του «Σοσιαλιστή» - συγκεντρώθηκαν μέσα σε μισή ώρα 500 υπογραφές κάτω από το ψήφισμα14.
Η συγκέντρωση των υπογραφών συνεχίστηκε και στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα με αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν περί τις 2.000 και το ψήφισμα κατατέθηκε στη Βουλή την 1η του Δεκέμβρη του 1893. Το ιστορικό της παράδοσης του ψηφίσματος στη Βουλή το περιγράφει ο ίδιος ο Καλλέργης στο φύλλο 30 του «Σοσιαλιστή», που κυκλοφόρησε στις 2 του Γενάρη του 1894.
 Γράφει ο Καλλέργης: «Εις τας αρχάς Δεκεμβρίου (σ.σ. του 1893) υπέβαλον ψήφισμα εις τον πρόεδρον της Βουλής κατ' εντολήν του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου, το οποίον είχον εγκρίνει την 2αν Μαΐου 1893 οι σοσιαλισταί και εν γένει οι υπό μισθόν πάσχοντες Αθηνών - Πειραιώς, ζητούντες δι' αυτού μικράν βελτίωσιν της αθλίας αυτών ζωής.
 Μετά την επίδοσιν του ψηφίσματος ανήλθον εις το θεωρείον των δημοσιογράφων και ανέμενον μετ' ανυπομονησίας την ανάγνωσιν αυτού. 
Αλλά το προεδρείον ησχολείτο εις την ανάγνωσιν ετέρων αναφορών προερχομένων εκ διαφόρων προσώπων και πραγματευομένων κατά το μάλλον και ήττον περί ανέμων και υδάτων. 
Αμα είδον εγώ την πράξιν αυτήν του προέδρου και μάλιστα ότε παρετήρησα να δεικνύη το περί ου ο λόγος ψήφισμα εις τους περί το προεδρείον βουλευτάς εμπαικτικώς, ωργίσθην και ανεφώνησα λέξεις τινάς διά να ελκύσω την προσοχήν των βουλευτών και των δημοσιογράφων.
 Αμα τη αναφωνήσει των λέξεων εκείνων οργίζεται ο πρόεδρος, κρούει ακαταπαύστως τον κώδωνα, διατάσσει την σύλληψίν μου. 
Οι στρατιώτες της φρουράς έρχονται αμέσως, με συλλαμβάνουν και κτυπούντες με αγρίως διά των κοπάνων των όπλων των με οδήγησαν εις το δεύτερον αστυνομικόν τμήμα, ένθα επί δύο ημέρας και δύο νύκτας παρέμεινα»15
Μετά τη «φιλοξενία» του στην αστυνομία, στις 9 του Δεκέμβρη του 1893, ο Καλλέργης δικάστηκε και καταδικάστηκε να εκτίσει ποινή φυλάκισης 10 ημερών στις φυλακές του Παλαιού Στρατώνα.
Ετσι έληξε και τυπικά ο πρώτος γιορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα, που από κάθε άποψη αποτελεί σταθμό στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος. 
Ο προσανατολισμός εκείνης της εκδήλωσης ήταν σαφής και αφορούσε στην ανάπτυξη της πάλης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των εργατών και τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών, των ιδεών δηλαδή για μια ανώτερη, δικαιότερη κοινωνία. Ο προσανατολισμός αυτός εμπλουτίστηκε τα επόμενα χρόνια, έγινε πιο σαφής, πιο ουσιαστικός και σ' ό,τι αφορά στις ιδέες της νέας κοινωνίας πέρασε από το πεδίο της ουτοπίας και των συγχύσεων στο πεδίο της επιστήμης με τη διάδοση του επιστημονικού σοσιαλισμού. 
Εντούτοις, ποτέ δεν άλλαξε κατεύθυνση αφού το δίκιο του εργάτη και η καινούρια κοινωνία, που θα υπερβαίνει τον καπιταλισμό, είναι έννοιες αξεχώριστες.
3. Αρχείο Σταύρου Καλλέργη, βλέπε: Λυκούργου Καλλέργη: «Σταύρος Καλλέργης», εκδόσεις «Προσκήνιο», σελ. 96, 104, 150.
4. Γιάννη Κορδάτου: «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Μπουκουμάνη», σελ. 64.
5. Μιχάλης Δημητρίου: «Το ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα - Από τους ουτοπιστές στους μαρξιστές», εκδόσεις «ΠΛΕΘΡΟΝ», σελ. 141.
6. Αρχείο Σταύρου Καλλέργη, βλέπε: Λυκούργου Καλλέργη: «Σταύρος Καλλέργης», εκδόσεις «Προσκήνιο», σελ. 155.
7. Στο ίδιο, σελ. 159.
8. Στο ίδιο, σελ. 159-160.
9. Στάθη Δρομάζου: «Θητεία», Εκδόσεις «Δίφρος», 1966, σελ. 203.
10. Γιάννη Κορδάτου: «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Μπουκουμάνη», σελ. 65.
11. «Σοσιαλιστής», αρ. φύλλου 24 και Λυκούργου Καλλέργη: «Σταύρος Καλλέργης», εκδόσεις «Προσκήνιο», σελ. 161.
12. «Εφημερίς», 3/5/1893 και Μιχάλης Δημητρίου: «Το ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα - Από τους ουτοπιστές στους μαρξιστές», εκδόσεις ΠΛΕΘΡΟΝ, σελ. 143.
13. Στάθη Δρομάζου: «Θητεία», Εκδόσεις «Δίφρος», 1966, σελ. 205.
14. «Σοσιαλιστής», αρ. φύλου 24 και Λυκούργου Καλλέργη: «Σταύρος Καλλέργης», εκδόσεις «Προσκήνιο», σελ. 161-162.
15. Σταύρος Καλλέργης: «Ανέκδοτα κείμενα», έκδοση της ΓΣΕΕ, Μάης 1982, σελ. 28-29.

Πρωτομαγιές μέσα από το αρχείο του ΚΚΕ και τις σελίδες του «Ριζοσπάστη»
«Μέσα στα όρια του σημερινού καθεστώτος η εργατική τάξη και οι άλλες εργαζόμενες μάζες αδυνατούν να εξασφαλίσουν μια μόνιμη διαρκή βελτίωση των όρων ζωής τους. Ο καπιταλισμός καθιστά κάθε βελτίωση προσωρινή. Οι νόμοι του καπιταλιστικού καθεστώτος επιβάλλουν διαρκώς παρ' όλες τις βελτιώσεις και τις μεταρρυθμίσεις, τη χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων. Οι πόλεμοι δεν έχουν τέλος, διότι το καπιταλιστικό καθεστώς αναπαράγει διαρκώς τους ανταγωνισμούς οι οποίοι προκαλούν τις ιμπεριαλιστικές συρράξεις».
Μοιάζει σα να γράφτηκε σήμερα. 
Κι όμως είναι γραμμένο για την Πρωτομαγιά του 1927. Παραμονές της τότε μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης και ανάμεσα στους δυο ιμπεριαλιστικούς πολέμους.
Κείμενα σαν κι αυτό προβάλλουν μέσα από το ιστορικό αρχείο του ΚΚΕ. Ολα αποκαλύπτουν έναν πλούτο χρήσιμο στο εργατικό κίνημα και την Ιστορία του για το σήμερα.
Ενα σύντομο «ταξίδι» στις προκηρύξεις και άλλα έντυπα του ΚΚΕ που συνοδεύουν τις Πρωτομαγιές μάς δίνει ένα διαχρονικό ρεπορτάζ για την κατάσταση της εργατικής τάξης και τις διεκδικήσεις της. Ας το παρακολουθήσουμε.

Απεργία της Πρωτομαγιάς 1919. Μεροκάματα, οχτάωρο και ασφάλιση είναι το τρίπτυχο των αιτημάτων. Στη σχετική προκήρυξη διαβάζουμε: «Το Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα εορτάζει σήμερον την 1ην Μαΐου. Ως κόμμα που αντιπροσωπεύει έναν αγώνα διεθνή, όπως είναι ο αγών της εργατικής τάξεως εις κάθε χώραν και που αγωνίζεται διά τον σκοπόν τον οποίον όλα τα αδελφά κόμματα όλων των χωρών επιδιώκουν και ο οποίος είναι η κατάργησις της κεφαλαιοκρατίας και η επικράτησις των αρχών του διεθνούς σοσιαλισμού» (...) 
Σύντροφοι εργάται και εργάτριες! Αν όλο το έτος εργαζόμεθα από πρωίας μέχρι νυκτός διά να θρέψωμεν και να πλουτίσωμεν άλλους, αν επί όλας τα ημέρας του έτους είμεθα τα όργανα της σκλαβιάς των πατρώνων και των εκμεταλλευτών, χωρίς να έχωμεν ούτε το δικαίωμα της αναπνοής χωρίς την άδειάν των, μια ημέρα όμως υπάρχει και δι' ημάς (...) Αυτή είναι η πρώτη Μαΐου, αυτή είναι η ημέρα μας. (...) Ολοι μας κάτω από την ερυθράν σημαίαν μας την οποία σήμερα εκατομμύρια συντρόφων μας κρατούν αλλού δοξασμένην και υπερήφανον».

Η κυβέρνηση Βενιζέλου απαγορεύει τις Πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις του 1919 σε Αθήνα και Πειραιά. Ο γιορτασμός γίνεται στα προάστια. 
Στον «Ριζοσπάστη» της επομένης διαβάζουμε: «Ενταύθα όπου λέγεται ότι κυβερνά η λαϊκή κυριαρχία και ότι ανυποφόρως δημοκρατούμεθα, το Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα, εκ πολιτικού ανταγωνισμού, εμποδίσθη αυθαιρέτως να εορτάση εις την έδραν του την 1η Μαΐου (...) και εις αυτά ακόμη τα γραφεία του, τα οποία απεκλείσθησαν διά μυδραλιοβόλων υπό προκλητικού σώματος το οποίον αδιακόπως εζήτη αφορμήν προς διαταραχήν της τάξεως».

Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου σημειώνεται το πρώτο κυβερνητικό πραξικόπημα στο εσωτερικό της ΓΣΕΕ. Καθαιρούνται 5 συνεπείς συνδικαλιστές από την Εκτελεστική Επιτροπή της ΓΣΕΕ και εξορίζονται στη Φολέγανδρο. Το Εθνικό Συμβούλιο της ΓΣΕΕ, που συνήλθε εκτάκτως, αναθέτει τη διοίκηση στους 5 εξορίστους! 
Το ΣΕΚΕ οργανώνει πολιτική απεργία με αίτημα την απελευθέρωση των εξορίστων συνδικαλιστών. Η αντίθεση αυτή, από τη μια κυβερνήσεις και κυβερνητικός συνδικαλισμός κι από την άλλη πλευρά της όχθης ΚΚΕ και ταξικός συνδικαλισμός θα διαπερνά μέχρι σήμερα όλες τις στιγμές του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

Η Πρωτομαγιά του 1920 βρίσκει την εργατική τάξη να αναπτύσσει τους ταξικούς αγώνες της. Αλλά και η κυβέρνηση δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Εγκαινιάζει την τακτική της δημιουργίας αντισωματείων, της εξαγοράς συνδικαλιστών με δημόσιο χρήμα.
Στην προκήρυξή του, το ΣΕΚΕ απευθύνεται σ' αυτούς, που «αφού δουλέψετε όλη σας τη ζωή για να στρώσετε πλούσιο το τραπέζι της ακολασίας στους κηφήνες αστούς, σαν γεράσετε ή σαν αρρωστήσετε πετιέστε στους δρόμους για να ψοφήσετε σαν σκύλοι μέσ' στα σκουπίδια» και τους καλεί να «διαδηλώσουμε τη διαμαρτυρία μας κατά του αστικού καθεστώτος που βασισμένο επάνω στην ιδιοκτησία έκαμε ικανή μια μικρή τάξη αέργων να κλέβη τον ιδρώτα των εργαζομένων». 
Ελάτε, συνεχίζει, «στην Κόκκινη Πρωτομαγιά να ζητωκραυγάσουμε για την παγκόσμια σοβιετική δημοκρατία, για την αγωνιζόμενη διεθνή εργατική τάξη, για τη σοσιαλιστική Πρωτομαγιά».

Το 1921 το ΣΕΚΕ, που στο μεταξύ έχει προσθέσει και το Κομμουνιστικό στον τίτλο του, σημειώνει: «Ας διδαχθούμε πως όταν ανεβάζουμε ένα κόμμα αστικό στην κυβέρνηση δεν ανεβάζουμε παρά έναν τύραννο (...) η απελευθέρωση των εργαζομένων δεν είναι παρά έργον των ιδίων».

Το 1922 το ΣΕΚΕ καλεί: «Ολοι πρέπει να δώσετε να εννοήση η αστική τάξη της Ελλάδας ότι δεν λησμονείτε ούτε την σοβιετική Ρωσίαν, ούτε τους φυλακισμένους του Βόλου, ούτε τους φόρους και την εκμετάλλευση της κυβερνήσεως και του κεφαλαίου, ούτε τους πολέμους και τας επιστρατεύσεις που κατέστρεψαν και ορφάνεψαν την χώραν μας».

Η προκήρυξη του 1923 έχει περάσει από λογοκρισία και κυκλοφορεί με λευκό στο σημείο που κατονομάζει ποιοι τυραννούν τους εργάτες.

Το '24 ξεχειλίζει οργή: «Με τα σχολεία τους και με τις διδασκαλίες τους γέμισαν τα φτωχά των φτωχών κεφάλια με ψευτιές και με ανοησίες, με την ένοπλο δύναμη, τις φυλακές και τα δικαστήρια μας τρομοκράτησαν πάντα. Με τους φορατζήδες τους και με την αισχροκέρδειά τους μας παίρνουν πάντα τα εννιά δέκατα της παραγωγής μας (...) για να πλουτίσουν πιο πολύ μας έσυραν στα πολεμικά μέτωπα, μας έσφαξαν σαν τραγιά και μας υποχρέωσαν να πληρώσουμε εμείς οι φτωχοί και τα έξοδα και τα πλούτη των».

Το 1926 την παράδοση στις διώξεις που έχει δημιουργήσει ο Βενιζέλος, αναλαμβάνει να την συνεχίσει ο Πάγκαλος. Παραμονές του συνεδρίου της ΓΣΕΕ, συλλαμβάνει αριστερούς αντιπροσώπους με κατηγορίες εσχάτης προδοσίας, αντίστασης στις αρχές, στασιασμό. 110 αντιπρόσωποι φορτώνονται σ' ένα πλοίο που πλέει ανοιχτά του Σαρωνικού και κρατούνται εκεί μέχρι να λήξουν οι εργασίες του συνεδρίου. Ηταν Μάρτης του '26. Είναι η χρονιά που επισημοποιείται απροκάλυπτα η κρατική παρέμβαση στα συνδικάτα για την αντιμετώπιση των κομμουνιστών, ενώ το ΚΚΕ είναι ήδη στην παρανομία.

Πρωτομαγιά του 1928. «Στη συγκέντρωση έλαβαν τον λόγο πολλοί Αμερικανοί εργάτες που με δριμείς φράσεις επιτίθονται κατά της κεφαλαιοκρατικής κυβερνήσεως που διά πρωτοφανών τρομοκρατικών μεθόδων επιτίθεται κατά των Ελλήνων εργατών, προσπαθούσα να στηρίξει την καπιταλιστικήν της ανόρθωση στους ώμους των εργαζομένων μαζών. Επίσης οι ξένοι ομιλητές καταφέρθησαν εναντίον της ελληνικής κυβερνήσεως διά την απόπειράν της όπως διαλύσει τις εργατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και τον πολιτικόν της οργανισμό, το Κομμουνιστικό Κόμμα, διά να δυνηθεί ευκολώτερα να επιβάλει το καπιταλιστικό ανορθωτικό της πρόγραμμα».
(«Ριζοσπάστης» 2 του Απρίλη 1928, ταχυδρομική ανταπόκριση από τη Νέα Υόρκη).
Το απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό της εποχής. Το επιλέξαμε καθώς μέσα από μία ανταπόκριση που στάλθηκε από την άλλη άκρη του Ατλαντικού περιγράφονται οι συνθήκες της τρομοκρατίας που επικρατούσαν εδώ. 
Για το πώς αντιμετωπιζόταν η κατάσταση εδώ μιλά το έγγραφο που ακολουθεί και το οποίο είναι επίσης αποκαλυπτικό για τις συνθήκες υπό τις οποίες διεξαγόταν η ταξική πάλη αλλά και διδακτικό για όσους ξεχνιούνται στη σιδερόφραχτη δημοκρατία μας. Είναι αρκετά χρόνια πριν ο δικτάτορας Μεταξάς επιβάλει για πρώτη φορά την Πρωτομαγιά ως αργία για να σπάσει το απεργιακό μέτωπο. 
Το έγγραφο προέρχεται από το αρχείο του ΚΚΕ και έχει χαρακτηρισμό «Εμπιστευτικό». Εχει ημερομηνία 20-4-1928, έχει γραφτεί ενόψει Πρωτομαγιάς από το οργανωτικό τμήμα του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος και απευθύνεται προς όλες τις περιφερειακές και αχτιδικές επιτροπές. 
Τίτλος: Οδηγίες για τη γενική απεργία!
«Το Κόμμα, γράφει σ' ένα σημείο, πρέπει να ετοιμαστεί πλήρως ιδεολογικά και οργανωτικά με προσοχή και με δραστηριότητα για τη μεγάλη αυτή πάλη κατά του κράτους και της μπουρζουαζίας».
Υπό τον πλάγιο τίτλο: «Η πείρα μας», σημειώνει πως το κέντρο της κινητοποίησης θα αποτελέσουν οι πυρήνες μέσα στα εργοστάσια, στους σιδηροδρόμους, στα λιμάνια. Δίνεται κατεύθυνση «οι πυρήνες να δεκαπλασιάσουν τη δραστηριότητά τους και την επαφή τους με τις μάζες. Η στρατολογία μελών για το Κόμμα πρέπει να γίνεται και κατά το διάστημα του αγώνα καθώς και η ανάπτυξη της διάδοσης του Τύπου μας».
Αντίστοιχος με την πραγματικότητα που καλείται να αντιμετωπίσει παρουσιάζεται ο μηχανισμός για οργάνωση και επιτυχία της απεργίας: «Οι συνθήκες αυτής της πάλης δείχνουν ότι ο μηχανισμός πρέπει να είναι ικανός να αντέξει κάτω από μεγάλη τρομοκρατία, που μπορεί να φτάσει μέχρι και πλήρους παρανομίας.
Δίχως να εγκαταλειφθούν οι νόμιμες συνδέσεις πρέπει να εξασφαλιστούν πλήρως οι παράνομες.
Αντικαταστάτριες επιτροπές πρέπει να υπάρχουν έτοιμες σε περίπτωση σύλληψης να αναλάβουν αμέσως έργο».
Τεράστιας σημασίας χαρακτηρίζεται η επαφή με τις μάζες με έντυπα. Ζητείται να παρθούν μέτρα ώστε αν χτυπηθούν οι κεντρικές τυπογραφικές μονάδες «οι πυρήνες να διαθέτουν μικρούς ή μεγάλους πολυγράφους για την έκδοση προκηρύξεων».
Για την ίδια τη διεξαγωγή της απεργίας διαβάζουμε: «Ούτε μια στιγμή δεν πρέπει να λησμονηθεί ότι στην απεργία δεν πρέπει να κατεβάσουμε μόνο απλώς μία πρωτοπορία αλλά πλατιές μάζες, γι' αυτό πρέπει να παρθούν όλα τα οργανωτικά μέτρα: Επιτροπές απεργίας νόμιμες και μυστικές. Ταμεία απεργίας. Ετοιμασία του μηχανισμού των συνδικάτων για την απεργία.
Κάθε συνέλευση εργατών να εκλέξει φανερά μια επιτροπή απεργίας. Δίπλα σ' αυτές (σ.σ. τις φανερές) μυστικές επιτροπές να είναι απολύτως άγνωστες».
Αναφορά υπάρχει και για την ιδεολογική διαπάλη που διεξαγόταν παράλληλα στο συνδικαλιστικό κίνημα:
«Τα αριστερά συνδικάτα πρέπει να ετοιμαστούν όχι με φιλολογικές εγκυκλίους αλλά με δραστήρια οργανωτικά μέτρα.
Για τα ρεφορμιστικά, οι φράξιες μας έχουν τεράστιο καθήκον γιατί πρέπει να οργανώσουν την κινητοποίηση των μαζών εναντίον της θέλησης των διοικήσεων».

Και καθώς ούτε και τότε η απεργία ήταν περίπατος, το Κόμμα παίρνει μέτρα περιφρούρησης:
«Το κράτος και το κεφάλαιο, σημειώνει, θα θελήσουν να σπάσουν την απεργία όχι μόνο μ' ένα κύμα αιματηρής τρομοκρατίας αλλά και με τη χρησιμοποίηση ως απεργοσπαστών διαφόρων αποβρασμάτων ή ακόμα και εξαπατημένων εργατών».
Διά ταύτα εντέλλεται «να οργανωθεί η πάλη όχι μόνο κατά της μισητής αυτής ενέργειας αλλά και για τη φρούρηση, από σήμερα, κατά εργοστάσιο και σωματείο».
Επιπλέον μέτρα: «Οι πυρήνες να κανονίσουν πού θα βρίσκουν τους συμπαθούντες των εργοστασίων (να μάθουν τα σπίτια τους και τα καφενεία που συχνάζουν). Οι περιφερειακές και αχτιδικές επιτροπές να πάρουν μέτρα ενίσχυσης των πυρήνων που θα κατεβούν στα εργοστάσια παίρνοντας δυνάμεις από τους πυρήνες δρόμων που δεν προβλέπεται να παίξουν ρόλο».
Εκείνη η Πρωτομαγιά τελικά γιορτάστηκε στην Αγία Ελεούσα. Εγιναν συγκρούσεις με την Αστυνομία και χτυπήθηκαν αρκετοί εργάτες.

Πρωτομαγιά 1929. Στην προκήρυξη του 1929, που κατασχέθηκε στο πρακτορείο μαζί με τον «Ριζοσπάστη» που την περιείχε, διαβάζουμε: «Η μέρα της Πρωτομαγιάς του 1929 έχει εξαιρετική σημασία μέσα στις σημερινές συνθήκες της προπαρασκευής νέων ιμπεριαλιστικών πολέμων, με τους πυρετώδεις εξοπλισμούς των ιμπεριαλιστών, με τις στρατιωτικές συμμαχίες παράλληλα με την κωμωδία του αφοπλισμού που παίζεται απ' τους ιμπεριαλιστές ληστές της Κοινωνίας των εθνών. Νέοι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, νέα ιμπεριαλιστική εκστρατεία κατά της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών είναι η τελευταία λέξη του διεθνο-καπιταλισμού (...) εργάτες, αγρότες, στρατιώτες και ναύτες της Ελλάδος! (...) στα σημερινά συλλαλητήρια της Πρωτομαγιάς διαδηλώστε την απόφασή σας, της πάλης κατά των πολεμικών εξοπλισμών και των νέων ιμπεριαλιστικών πολέμων, κατά της προετοιμαζόμενης ιμπεριαλιστικής εκστρατείας εναντίον της προλεταριακής μας πατρίδας. Διαδηλώστε την απόφασή σας, της υπεράσπισης της Ενωσης των Σοβιετικών Δημοκρατιών, της μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε πόλεμο κατά της ελληνικής μπουρζουαζίας (...)».
Είναι η χρονιά που στις 25 Ιούνη ψηφίστηκε το «Ιδιώνυμο» από την κυβέρνηση Βενιζέλου.

Στο ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη», 27/4/1929 διαβάζουμε: «Στη φετινή πρωτομαγιά που πρέπει να πάρει χαρακτήρα πραγματικού συναγερμού της εργατικής τάξης κατά της οικονομικής και πολιτικής καταπίεσης της μπουρζουαζίας, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μη συμμετάσχει η γυναίκα εργάτρια. Αντίθετα πρέπει να παρθούν όλα τα μέτρα ώστε να συμμετάσχουν στη διαμαρτυρία της πρωτομαγιάς, όσο το δυνατό πλατύτερες μάζες εργατριών.
Η εργάτρια στη χώρα μας αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης και είνε το πιο αισχρότερα εκμεταλλευόμενο τμήμα της. Τα ημερομίσθια των εργατριών αρχίζουν από τις 4 δραχμές και φθάνουν στις καλλίτερες περιπτώσεις στις 30. Οι ώρες δουλιάς ημερησίως εχτός ελαχίστων εξαιρέσεων αρχίζουν απ' τις 10 και φθάνουν ως τις 15. Η προστασία της μητρότητος όχι μόνον είνε πράγμα άγνωστο για την εργάτρια αλλά αντίθετα η μητέρα εργάτρια παύεται ακόμα και απ' τη δουλιά γιατί κατά την αντίληψη του εκμεταλλευτή εργοδότη δεν μπορεί να είνε όσο πριν παραγωγική.
Το χειρότερο από όλα είνε το ότι το Κεφάλαιο τείνει να χρησιμοποιήσει την εργάτρια σαν ανταγωνιστή του εργάτη για το σπάσιμο του ημερομισθίου του και αυτό το επιτυγχάνει εφόσον η εργάτρια παραμένει ανοργάνωτη, ταξικά ασυνείδητη και δε συμμετέχει στην ταξική πάλη δίπλα απ' τον άνδρα εργάτη.
Το καθήκον του Κόμματος και των ταξικών Συνδικάτων είνε να εργαστούν εντατικά για την ταξική συνειδητοποίηση της εργάτριας, για τη συνδικαλιστική της οργάνωση, για την ανάπτυξη της ταξικής αλληλεγγύης της με τον εργάτη άνδρα στην ομαδική πάλη, για τη διεκδίκηση των απαιτήσεων της εργατικής τάξης γενικά και των ειδικών απαιτήσεων των εργατριών ειδικά.
Συγκεκριμένα για τη συμμετοχή των εργατριών στη διαμαρτυρία της φετινής πρωτομαγιάς είνε απαραίτητο να γίνει μία πλατιά ζύμωση στα εργοστάσια που απασχολούν εργάτριες γύρω από τα συνθήματα που αφορούν τις ιδιαίτερες άμεσες απαιτήσεις των εργατριών, ήτοι: α') Αύξηση των ημερομισθίων των εργατριών σύμφωνα με τις σημερινές βιωτικές ανάγκες. β') Ισο ημερομίσθιο σε ίση δουλιά της εργάτριας με τον άνδρα εργάτη. γ') 8ωρο εργασίας και εξάωρο στις ανθυγιεινές εργασίες. δ') Εξάωρο εργασία γενικά για τις ανήλικες εργάτριες. ε') Προστασία της μητρότητος, ήτοι χορήγηση αδειών 4 βδομάδες πριν και 4 μετά τον τοκετό με πλήρεις αποδοχές. στ') Πλήρης ελευθερία οργάνωσης των εργατριών με ίσα δικαιώματα των ανδρών εργατών.
Πάνω στις βάσεις των κεντρικών ούτων μίνιμουμ απαιτήσεων των εργατριών συμπληρωμένων ανάλογα με διάφορες άλλες τοπικές απαιτήσεις τους πρέπει να γίνουν ειδικές συσκέψεις. Συνελεύσεις και συγκεντρώσεις εργατριών κατά εργοστάσιο, κατά συνοικία, κτλ., με την πρωτοβουλία των οργανώσεων του Κόμματος και των ταξικών Συνδικάτων και με σκοπό τη διαφώτιση των εργατριών στις αιτίες της σημερινής κατάστασης».

Επίσης στον «Ριζοσπάστη» 22/4/30 (βρισκόμαστε ήδη στην καρδιά της οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού) υπάρχει ένα σπουδαίο ρεπορτάζ με τίτλο: «ΟΙ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΕΙΣ ΤΗΣ 27ΗΣ ΑΠΡΙΛΙΟΥ», που αναδεικνύει τόσο τις επιδιώξεις της κυβέρνησης κατά του λαού, όσο και τα καθήκοντα για την οργάνωση των εργαζομένων, τη δημιουργία της λαϊκής συμμαχίας και τους στόχους πάλης υπέρ των λαϊκών συμφερόντων. Ας το παρακολουθήσουμε.
«Από την 1η Μαΐου δεν μας χωρίζουν παρά εννιά μόνο μέρες και η 1η Μαΐου πρέπει να είνε ημέρα μαχητικής κινητοποίησης των εργατών και των φτωχών χωρικών, ημέρα πάλης τους κατά της κυβέρνησης που μας τσακίζει με την αεργία, την πείνα, τους φόρους, την τρομοκρατία, της κυβέρνησης που προετοιμάζει τη νέα εκστρατεία κατά των Σοβιέτ.
Οι σοσιαλφασίστες και όλες οι αποχρώσεις τους θα αγωνιστούν για να κάνουν την κινητοποίηση της πρωτομαγιάς μια διαδήλωση υπέρ της κυβέρνησης του Διχτάτορα, μια διακήρυξη της αλληλεγγύης των εργατών προς την "ασθμαίνουσα" κεφαλαιοκρατία, μια εκδήλωση υψηλού, "σοσιαλιστικού" εθνικισμού. Αυτή είνε η δουλειά των σοσιαλφασιστών μέσα στους εργάτες και αυτό θα κάνουν σαν άνθρωποι που δεν πληρώνουνται άδικα, σαν ευσυνείδητοι έμμισθοι υπηρέτες της τάξης και της κοινωνικής ειρήνης.
Γι' αυτό πρέπει να κινητοποιηθούν οι εργάτες κάτω από τις σημαίες της Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας και όχι της Συνομοσπονδίας των βιομηχάνων, γι' αυτό πρέπει να κατέβουν στην 24ωρη απεργία και στις διαδηλώσεις που καλεί η Ενωτική την πρωτομαγιά, στις διαδηλώσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος που δεν είνε οργάνωση "τεράτων πληρωνομένων έξωθεν" που δεν είνε άνθρωποι που "διψάν αίματα", μα εργάτες που ζούνε μέσα στην εργατιά και καταλαβαίνουν και αγωνίζουνται για τα συμφέροντα όλης της εργατικής τάξης.
Οι κομμουνιστές πρέπει να κινηθούν επί κεφαλής των εργατών, και στα χωριά των καταπιεζόμενων αγροτών. Πρέπει μέσα στα εργοστάσια να πραγματοποιήσουν το ενιαίο μέτωπο της πάλης όλων των εργατών ενάντια στο Κεφάλαιο και τα όργανά του, τα κρατικά και τα "εργατικά". Πρέπει οι ανοργάνωτοι εργάτες, οι δεκάδες χιλιάδες ανοργάνωτοι εργάτες της βιομηχανίας, οι γυναίκες, οι νέοι να τραβηχτούν στην πάλη της 1ης Μαΐου και στη γενική αντεπίθεσή τους, στη γενική πολιτική απεργία.
Μέσα στους εργάτες ηλεκτρισμού (στους φωταεριεργάτες, στους τροχιοδρομικούς, στους ηλεκτροτεχνίτες κλπ.) μέσα στους σιδηροδρομικούς, στους ναυτεργάτες, τους υφαντουργούς - ταπητουργούς, στους εργάτες λιπασμάτων, στους μεταλλωρύχους, μέσα στους καπνεργάτες όλους, στους οικοδόμους κλπ., να εκλεγούν επιτροπές αγώνος από τις μάζες των εργατών που να διευρύνουν την απεργία της 1ης Μαΐου και τις διαδηλώσεις των εργατών.
Προετοιμασία της 1ης Μαΐου είνε η εντεταμένη, διπλά και τριπλά εντεταμένη δουλιά για την εκλογή επιτροπών αγώνος και την οργάνωση σωμάτων αυτοάμυνας και ταμείων απεργίας. Προετοιμασία είνε οι συγκεντρώσεις στα εργοστάσια και η άμεση εκλογή επιτροπών αγώνος. Από την 1η Μαΐου δε μας χωρίζουν παρά εννιά μόνο μέρες.
Την Κυριακή 27 Απριλίου οι επιτροπές αγώνος θα οργανώσουν τις συνδιασκέψεις τους κατά πόλεις για την εκλογή επιτροπής αγώνος όλης της πόλης που θα διευθύνει την πάλη της πρωτομαγιάς, την 24ωρη απεργία και τις διαδηλώσεις. 
Οι εργάτες της κάθε πόλης πρέπει να πάρουν μέρος στις συνδιασκέψεις αυτές με τις επιτροπές αγώνος και οι ίδιοι κατά μάζες. 
Οι συνδιασκέψεις της 27ης ας είνε συγκεντρώσεις μαζικές των εργατών για την καλύτερη προπαρασκευή της πρωτομαγιάτικης πάλης τους, ας είνε μια απάντηση στις προσπάθειες της κυβέρνησης να ματαιώσει την πρωτομαγιά μας. 
Οι φτωχοί χωριάτες ας συγκροτήσουν τις συνδιασκέψεις των επιτροπών τους αγώνος κατά περιφερείας 10 - 18 χωριών και ας ετοιμάσουν με τις συνδιασκέψεις - συγκεντρώσεις τους της 27ης Απριλίου και καθόδους των στις πόλεις την 1η Μαΐου.
Εμπρός όλοι οι εργάτες, όλοι οι φτωχοί χωριάτες ας "προετοιμάσουμε" την πρωτομαγιά,
ας εκλέξουμε αμέσως τις επιτροπές μας αγώνων και ας οργανώσουμε τα σώματά μας αυτοάμυνας και τα απεργιακά μας ταμεία. Ας πάρουμε μέρος στις συνδιασκέψεις της 27ης Απριλίου!
Μέχρι της 1ης Μαΐου δε μας χωρίζουν παρά εννιά μόνο μέρες και η 1η Μαΐου είναι μέρα πάλης που θα προετοιμάσει τη γενική μας αντεπίθεση, της γενικής πολιτικής απεργίας και τις ενόπλους καθόδους των φτωχών αγροτών στις πόλεις».

Σημαντικό επίσης είναι το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» για την Πρωτομαγιά, στις 29 Μάρτη 1931 με τίτλο «ΑΣ ΕΤΟΙΜΑΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ», που δείχνει αφενός τα βάσανα των εργατών στον καπιταλισμό, αλλά και τις τότε κατακτήσεις της Σοβιετικής Ενωσης, φάρο για την ταξική πάλη. Ας το δούμε.
«Κάθε χρόνο η εργατική τάξη όλου του κόσμου κατεβαίνει την πρωτομαγιά στους δρόμους για να διαδηλώση την απόφασή της να γκρεμίση το καθεστώς της εκμετάλλεψης και στα ερείπιά τους να εγκαθιδρύση ένα καθεστώς χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους.
Η φετεινή πρωτομαγιά βρίσκει τους εργάτες όλων των κεφαλαιοκρατικών χωρών κάτω απ' τις πιο σκληρές συνθήκες. Τριάντα εκατομμύρια άνεργοι σ' όλες τις κεφαλαιοκρατικές χώρες. Δυνάμωμα της φασιστικής καταπίεσης. Αύξηση των κινδύνων νέου ιμπεριαλιστικού πολέμου και κατά πρώτο λόγο ενάντια στη Σοβιετική Ρωσσία.
Η φετεινή πρωτομαγιά βρίσκει τους εργάτες της Σοβιετικής Ρωσσίας να περνάνε τον αποφασιστικό χρόνο του πεντάχρονου σχεδίου, που θα εφαρμοστεί σε 4 χρόνια. Τα 78 όλου του σχεδίου θα πραγματοποιηθούν μέσα στο 1931. Οι εργάτες της Σοβιετικής Ρωσσίας έχουν πλέον εξαλείψει την ανεργία, καλλιτερεύουν διαρκώς τη ζωή τους, δεν ξεχνούν όμως ότι οι ιμπεριαλιστές ετοιμάζουν εναντίον τους πολεμική επέμβαση. Πλάι στην ειρηνική σοσιαλιστική ανοικοδόμηση ετοιμάζουν την άμυνά τους.
Από τόνα μέρος οξύτατη οικονομική κρίση που ποτέ δεν εγνώρισε ο καπιταλισμός μέχρι σήμερα. Από τάλλο μέρος τεράστιες πρόοδες στη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση. Εδώ το ολοένα φασιστικοποιούμενο Κράτος βρίσκεται στα χέρια μιας χούφτας κεφαλαιοκρατών που καταδικάζουν με την αχαλίνωτη εκμετάλλευσή τους την εργατική τάξη και όλες τις εργαζόμενες μάζες στην πείνα. Εκεί το Κράτος βρίσκεται στα χέρια των εργατών και χωρικών και εξασφαλίζει την καλλιτέρεψη της ζωής τους, τις πολιτικές τους ελευθερίες.
Η φετεινή πρωτομαγιά βρίσκει και τους Ελληνες εργάτες κάτω από το κνούτο της φασιστικής διχτατορίας, που εφαρμόζει η Κυβέρνηση του Βενιζέλου, Κυβέρνηση του μεγάλου κεφαλαίου. Φασιστικός νόμος ψηφίστηκε για τη διάλυση των δημοσιοϋπαλληλικών οργανώσεων και τη φασιστικοποίηση του Κράτους. Φασιστικό νομοσχέδιο ετοιμάζεται για την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας των εργατών. Η τρομοκρατία στρέφεται τώρα ανοικτά ενάντια σ' ολόκληρη την εργατική τάξη και δεν κρύβεται πίσω από την τρομοκρατία κατά των κομμουνιστών, όπως γινότανε μέχρι τώρα με το ιδιώνυμο κλπ. Οι εργάτες και όλοι οι εργαζόμενοι που καταδικάζονται από την κεφαλαιοκρατία στο θάνατο από την πείνα δυναμώνουν την πάλη τους εναντίον της, την πάλη τους για τις άμεσες απαιτήσεις. Η κεφαλαιοκρατική Κυβέρνηση παίρνει τα τρομοκρατικά μέτρα της για ν' αλυσσοδέσει τις μάζες πισθάγκωνα, ώστε να μην μπορούν να παλαίψουν. Δεν θέλει να ικανοποιήσει ούτε στοιχειωδέστερες απαιτήσεις των μαζών.
Κόβει κι αυτά τα νεροζούμια που έδινε για συσσίτιο στους ανέργους με την κυνική δήλωση ότι δεν υπάρχουν άνεργοι.
Οι κεφαλαιοκράτες εκμεταλλεύονται την ανεργία για να κατεβάσουν πιο πολύ τα μεροκάματα και ν' αυξήσουν τις ώρες δουλειάς. Το Κράτος ετοιμάζεται ν' απολύσει ομαδικά 1.500 σιδηροδρομικούς και να βάλει τους υπόλοιπους να δουλεύουν ξεθεωτικά για να βγάλουν και τη δουλειά εκείνων που θ' απολυθούν. Το 8ωρο και κει που εφαρμόζονταν έχει παραβιαστεί.
Η φετεινή πρωτομαγιά πέφτει σε μια εποχή που η Ελληνική κεφαλαιοκρατία μπαίνει σ' ένα ανώτερο στάδιο της φασιστικής της εξέλιξης, που πραγματοποιεί μια αποφασιστική φασιστική στροφή.
Γι' αυτό και η κινητοποίηση των πιο πλατειών μαζών κατά τη φετεινή πρωτομαγιά θα έχει μια μεγάλη σημασία για την απάντηση που πρέπει να δώσει η εργατική τάξη στη φασιστική επίθεση της κεφαλαιοκρατίας.
Η πρωτομαγιά δεν είναι η μόνη μάχη που πρέπει να δώση η εργατική τάξη της Ελλάδος σαν απάντηση στη φασιστική επίθεση της κεφαλαιοκρατίας.
Είναι όμως και πρέπει να είναι μια σημαντική μάχη. Με την απεργία και τις διαδηλώσεις της πρωτομαγιάς η εργατική τάξη της Ελλάδος ακολουθούμενη και από τις άλλες εργαζόμενες μάζες πρέπει να δώση ένα γερό χτύπημα στη φασιστική επίθεση της κεφαλαιοκρατίας και της κυβέρνησής της. Να παλαίψουν ενάντια σ' όλα τ' αντιδραστικά νομοσχέδια, ενάντια στο φασισμό.
Ν' απαιτήσουν ψωμί και δουλιά, 7ωρο, επιδόματα ανεργίας, συσσίτια, αύξηση μεροκάματου, απαλλαγή από φόρους και χρέη. 
Να παλαίψουν κατά του προετοιμαζομένου ιμπεριαλιστικού πολέμου που κατά πρώτο λόγο στρέφεται ενάντια στη Σοβιετική Ρωσσία. Να διαδηλώσουν την απόφασή τους, ότι θα βαδίσουν πάνω στο δρόμο που τράβηξαν πρώτοι οι εργάτες και χωρικοί της Ρωσσίας, το δρόμο της επαναστατικής ανατροπής της κεφαλαιοκρατίας και της εγκαθίδρυσης της Εργατοαγροτικής Κυβέρνησης.
Οι δυνάμεις του Κόμματος και των επαναστατικών Συνδικάτων πρέπει να συγκεντρωθούν τη στιγμή αυτή στην καλύτερη προετοιμασία της πρωτομαγιάς, στην καλύτερη οργάνωση της πάλης κατά της σημερινής πιο έντονης φασιστικής επίθεσης του κεφαλαίου. Πρέπει να διεξαχθεί αγώνας για την τέλεια απογύμνωση των πραχτόρων της κεφαλαιοκρατίας μέσα στις γραμμές της εργατικής τάξης, αρχείο φασιστών, σοσιαλφασιστών και λικβινταριστών που θα κυττάξουν και πάλι να εμποδίσουν την εργατική τάξη ν' αντιτάξει τη δύναμή της ενωμένη. Ενάντιά τους πρέπει να πραγματοποιηθή το ενιαίο μέτωπο πάλης όλων των εργατών κατά της κεφαλαιοκρατίας».
Ακολουθούν το ματωμένο '36, η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος. 
Το Εργατικό ΕΑΜ, το '44 και οι 200 εκτελεσμένοι κομμουνιστές στην Καισαριανή, ο Δεκέμβρης. 
Κάθε μια απ' αυτές τις «στιγμές» χρειάζεται το δικό της τόμο και μόνο για να παρουσιαστεί.
Καταλυτικό ρόλο στο βαθμό ενότητας στις γραμμές του εργατικού κινήματος και στην ενδυνάμωση της ήδη υπάρχουσας τάσης συσπείρωσής του γύρω από τις ταξικές δυνάμεις, τόσο στην Καβάλα όσο και πανελλαδικά, διαδραμάτισαν αναμφισβήτητα τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης το Μάη του 1936.
Το χρονικό των γεγονότων 
του ξεσηκωμού των εργαζομένων της Θεσσαλονίκης έχει ως εξής:
Τετάρτη, 29 Απρίλη: Περίπου 12.000 καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης, αρχίζουν μεγάλη απεργία με αιτήματα την αύξηση του μεροκάματου, όχι στα ανθυγιεινά υπόγεια και τρώγλες, όπου φθείρεται η υγεία τους και αναπτύσσεται η φυματίωση, ικανοποιητική σύνταξη στους φυματικούς, βοηθήματα στους ανέργους κλπ.
Πέμπτη, 30 Απρίλη: Η απεργία απλώνεται σ' όλη τη χώρα. Αναπτύσσεται μεγάλο κίνημα αλληλεγγύης στους απεργούς. Απεργίες συμπαράστασης ετοιμάζουν τα συνδικάτα Οικοδόμων, Ηλεκτρισμού, Δέρματος, Οικοδόμων, αρτεργατών, Κουρέων. Οι φοιτητές συμμετέχουν ενεργά στον εργατικό αγώνα.
Στις 4 του Μάη, η Αστυνομία επιτίθεται σε απεργούς και τραυματίζεται σοβαρά η εργάτρια Σοφία Κωνσταντινίδου. Δύο μέρες μετά κι ενώ η κινητοποίηση έχει φουντώσει για τα καλά, στη διάρκεια πορείας φασίστες τραυματίζουν τον εργάτη Κ. Σταματίου. Ο Μεταξάς, που «διέρχεται» τη μέρα εκείνη από τη Θεσσαλονίκη κατευθυνόμενος προς τη Γιουγκοσλαβία, δίνει εντολή στους αστυνομικούς να διαλύσουν τους απεργούς με κάθε τρόπο.
Τετάρτη, 6 Μάη: Η αστυνομία επιτίθεται με μένος κατά των απεργών.
Γράφει στις 8 Μάη ο «Ριζοσπάστης»: «Η Αστυνομία έδειξε σήμερα καθαρά πως παίζει το ρόλο του υπηρέτη του καπνεργατικού και του άλλου κεφαλαίου. Με αγριότητα και βανδαλισμούς επιτέθηκε κατά των αόπλων καπνεργατών και καπνεργατριών, των υφαντουργών, των μικρών κοριτσιών (12 έως 15 χρόνων) και τους αιματοκύλησε. Επί 3,5 ώρες η Θεσσαλονίκη βρισκότανε σε κατάσταση μάχης, μεταξύ των δυνάμεων της Αστυνομίας και ενός μέρους της εργατικής τάξης. Η στάση της Αστυνομίας έχει εξεγείρει το λαό».
Παρασκευή, 8 Μάη: Η κυβέρνηση αποφασίζει την ολοκληρωτική καταστολή των κινητοποιήσεων.
Σάββατο, 9 Μάη: Αρχίζει μεγάλη πανεργατική απεργία, η μεγαλύτερη που γνώρισε η Θεσσαλονίκη, 30.000 απεργοί, με τη συμπαράσταση όλου του λαού, καταλαμβάνουν το κέντρο της πόλης και διαδηλώνουν. Χωροφύλακες χτυπούν τους απεργούς και σκοτώνουν 9 διαδηλωτές, ενώ τραυματίζουν πάνω από 200.
 Πρώτος νεκρός από σφαίρες χαφιέδων, που είχαν οχυρωθεί στην ταράτσα ξενοδοχείου, είναι ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. Ο τραγικός του θάνατος θα εμπνεύσει τον μεγάλο μας ποιητή Γιάννη Ρίτσο να γράψει τον «Επιτάφιο».
Ο επικεφαλής της Αστυνομίας Ντάκος δίνει εντολή και πυροβολούν εν ψυχρώ τους διαδηλωτές που κατευθύνονται προς το Διοικητήριο. Οι αστυνομικοί παίρνουν τα όπλα από τους στρατιώτες που δεν υπακούουν στις εντολές να πυροβολήσουν τους απεργούς.
Για 36 ώρες η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στα χέρια του λαού, η αστυνομία κλείνεται στα Τμήματα. Στην κηδεία των θυμάτων συμμετέχει μια λαοθάλασσα 150.000 ανθρώπων, σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού της πόλης. 
Ψάλλουν το «Πένθιμο Εμβατήριο». Αξιωματικοί και φαντάροι αγκαλιάζονται με τους πολίτες. Οι γυναίκες από τα μπαλκόνια της πόλης ραίνουν τους διαδηλωτές με λουλούδια.
 Οι εργάτριες στολίζουν με λουλούδια τις κάννες των όπλων της στρατιωτικής δύναμης που ακολουθούσε τη διαδήλωση.
Ο επικεφαλής των στρατιωτών, που συνοδεύουν τους διαδηλωτές, ο λοχαγός Μ. Μαρινάκης τιμώντας τους ήρωες νεκρούς μιλάει στους συγκεντρωμένους.
 Τονίζει ότι ο στρατός, σαν ένα κομμάτι του λαού, συμμερίζεται τον πόνο και τη θλίψη του. 
Το 1980 ο απόστρατος πλέον συνταγματάρχης Μ. Μαρινάκης γράφει σε επιστολή του προς τον «Ριζοσπάστη»:
«Στο ερώτημα αν την ενέργεια που έκανα πριν από σαράντα χρόνια θα την επαναλάμβανα αργότερα, σαν συνταγματάρχης, απαντώ κατηγορηματικά και αδίστακτα ΝΑΙ. Κάθε στρατιώτης είναι ένας στρατευμένος πολίτης. Γι' αυτό, όταν ο λαός μαζεύεται αυθόρμητα για να διαδηλώσει τη δίκαιη απαίτησή του να έχει ελευθερία, εργασία και μόρφωση για τα παιδιά του, ο στρατός δεν τον χτυπά, γιατί ο στρατός είναι τα παιδιά του».

Το 1949 ο υπουργός Εργασίας της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης Απ. Γκρόζος, στην ομιλία του για την Πρωτομαγιά, 
σημειώνει: «Στη διοίκηση της ΓΣΕΕ βρίσκονται οι ίδιοι άνθρωποι που το 1941 δήλωναν πίστη και αφοσίωση στον Χίτλερ και Μουσολίνι, ενώ οι γνήσιοι ηγέτες των εργατών, όπως ο Παπαρήγας, ο Δημητρίου, ο Τιμογιαννάκης, ο Ελευθεριάδης και άλλοι δολοφονήθηκαν, οι ηγέτες των ναυτεργατών καταδικάστηκαν σε θάνατο και δεκάδες εκατοντάδες συνδικαλιστικά στελέχη κλείστηκαν στις φυλακές και τις εξορίες. 
Ολο αυτό το τρομοκρατικό και δολοφονικό όργιο ένα σκοπό έχει: Να τρομοκρατήσει την εργατική τάξη, για να παραιτηθεί από κάθε αξίωση καλύτερης ζωής, να την καθυποτάξει στα εκμεταλλευτικά και ιμπεριαλιστικά σχέδια των ντόπιων και ξένων εκμεταλλευτών. 
Στα τρομοκρατικά και δολοφόνα μέτρα της μοναρχοφασιστικής κυβέρνησης κανένας εργάτης και υπάλληλος δεν πρέπει να δειλιάσει και να τρομοκρατηθεί. (...) συντονίστε τον αγώνα σας για να κερδίσετε τα οικονομικά και συνδικαλιστικά σας δικαιώματα. (...) πυκνώστε τις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού. Στον αγώνα αυτό δεν είστε μόνοι σας. Στο πλευρό σας είναι ο Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας».

Την 1η Μάη του 1950, που «όλα τα 'σκιαζε η φοβέρα», στην Καισαριανή, στο Σκοπευτήριο, μαζεύτηκαν πάνω από 5.000 άνθρωποι. Με όρκο «να μην ξεχάσουν το αίμα που χύθηκε».

Στις 2 Μάη του '51, με τα στρατοδικεία και τα εκτελεστικά αποσπάσματα να δουλεύουν υπερωρίες, μέσα από τις ανταποκρίσεις του, ο σταθμός «Φωνή της Αλήθειας» μεταφέρει στα ελληνικά ραδιοκύματα την εικόνα από το γιορτασμό της Πρωτομαγιάς στα πέρατα του κόσμου. Από το Παρίσι με σύνθημα «οι Αμερικάνοι να γυρίσουν στα σπίτια τους». Από τη Ρώμη όπου η κυβέρνηση με εντολή των Αμερικανών προσπάθησε να ματαιώσει τη διαδήλωση. Από την Πράγα όπου μίλησαν ενάντια στον πόλεμο στην Κορέα. Από τη Μόσχα...

Πρώτη Μάη του 1952. Η προκήρυξη - ρεπορτάζ καταγράφει:
«Tα χακοφορεμένα παιδιά μας πετσοκόβονται στη μακρινή Κορέα για τ' αμερικανικά συμφέροντα. Ολο και πιο πολύ αίμα ζητάει ο αχόρταγος αμερικάνικος Μινώταυρος. Και οι κρεατομεσίτες της Αθήνας του προσφέρουν κι άλλες 700.000 κορμιά με το βορειοατλαντικό σύμφωνο» (...) δεκάδες χιλιάδες λαϊκοί αγωνιστές βρίσκονται και πάλι δεσμώτες στα ξερονήσια και τις αμερικανικές Βαστίλες. Καινούριο κύμα από μαζικές συλλήψεις και σκηνοθετημένες δίκες με υπαγόρευση του Πιουριφόι ετοιμάζουν οι Πλαστηροβενιζέληδες. Τα χέρια των δημίων στάζουν με το αίμα του εθνικού μας ήρωα Νίκου Μπελογιάννη, του μεγάλου αυτού γιου του λαού μας. Πείνα - Κρεμάλα - Πόλεμος. 
Είναι ο νόμος του αμερικανικού δολαρίου. Σ' αυτόν το νόμο υποτάσσεται και δουλεύει όλο το μοναρχοφασιστικό σκυλολόι. Το Παλάτι. Ο Παπάγος. Ο Πλαστήρας. Ο Βενιζέλος. Ολοι οι απατεώνες και δημαγωγοί, οι Σβωλοτσιριμώκοι και Σία. Οι προδότες και διασπαστές Κύρκηδες. Οι πουλημένοι και διορισμένοι ρεφορμιστές και αγροτοπατέρες. Ολοι τους συναγωνίζονται ποιος θα εξυπηρετήσει καλύτερα τον Αμερικάνο αφέντη. (...) ο Πιουριφόι αφού έφθειρε τον ψευτοδημοκράτη Πλαστήρα με τη δολοφονία Μπελογιάννη (...) ετοιμάζεται να επιβάλει διχτάτορα τον Παπάγο».

1954. Πάλι η προκήρυξη της Πρωτομαγιάς κάνει ρεπορτάζ: «Μιλάνε για τον από βορρά κίνδυνο, ενώ ο πραγματικός κίνδυνος βρίσκεται μέσα στη χώρα μας. Είναι η αμερικανική κατοχή. Εντείνουν τη συκοφαντική εκστρατεία ενάντια στα πιο συνεπή πατριωτικά κόμματα, το ΚΚΕ και το ΑΚΕ». Ανάμεσα στα αιτήματα προβάλλουν: 12μηνη θητεία, επιστροφή από την Κορέα.

1956. Προκήρυξη της ΟΕΝΟ: «Κυνηγήστε τους ναυτοκάπηλους. Να επιστραφούν όλα τα δάνεια και οι οφειλές των εφοπλιστών στο ΝΑΤ. Αύξηση των συντάξεων στα 70% του μισθού. Να καταργηθούν οι μαύροι κατάλογοι. Λευτεριά στον Αμπατιέλο, τον Μπεκάκο, τον Κολιαράκη, τον Κλαουδάτο, τον Ορφανό, τον Γκότση, σ' όλους τους δεσμώτες ναυτεργάτες».

Η προκήρυξη του 1965 έχει ειδικό χαρακτηριστικό την εναντίωση στον πόλεμο στο Βιετνάμ.

Πρωτομαγιά του 1968: Προκήρυξη του Εργατικού Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου: «Η εργατική τάξη έχει και γενναίες και ηρωικές παραδόσεις. Αγωνιστείτε ενωμένοι εναντίον της χούντας σε όλα τα μέτωπα και με όλες τις μορφές. Μετατρέψτε τους τόπους δουλειάς σε επάλξεις ελευθερίας. Υπερασπισθείτε σθεναρά τα δικαιώματα της εργασίας, της επιβίωσης, της βελτίωσης των αποδοχών και της εξασφαλίσεως δουλειάς. (...) 
Η τιμή της πρωτοπορίας στη μάχη κατά της χούντας ανήκει στην εργατική τάξη και τη νεολαία. (...) Εκδηλώστε με κάθε μέσο το μίσος προς τους τυράννους και προς τα όργανά τους, τους εργατοκάπηλους της παλιάς και νέας ΓΣΕΕ που κορυβαντούν τώρα μέσα στη σκοτεινιά της δικτατορίας».

*
Η θρυλική απολογία του Αύγουστου Σπάις 


«Κύριοι Δικαστές,
Αν σας περνάει η ιδέα στα σοβαρά, πως με τις κρεμάλες σας μπορείτε να σταματήσετε το κίνημα, που εξωθεί εκατομμύρια γονατισμένων από την καταπίεση εργατών στην εξέγερση, είστε, μα την αλήθεια «πτωχοί τω πνεύματι».
Κρεμάστε μας, μα περιμένετε το τέλος. 
Αν εσείς είσθε τυφλοί και δεν μπορείτε να το δείτε, εγώ σας το αναγγέλλω!
Γύρω σας, κάτω σας, δίπλα σας, πάνω σας, από όλες τις μεριές, ξαπλώνεται μια τεράστια φωτιά. Θέλετε να μη τη βλέπετε; Δικαίωμα σας. Μα δε θα την αποφύγετε. 
Θέλετε να απαλλαγείτε μια για πάντα απ’ όλους εμάς τους «Συνωμότες», κάντε το.
Απαλλαγείτε όμως πρώτ’ απ’ όλα, απ’ τα αφεντικά της βιομηχανίας, που δημιούργησαν την ανήθικη περιουσία τους, με το κλεμμένο αντίτιμο της εργασίας που δεν πληρώθηκε.
Μέσα στο Σύστημα σας οι μηχανές σας φέρνουν την υπερπαραγωγή, που οδηγεί τον πραγματικό παραγωγό στην Αθλιότητα και στο Θάνατο. Είναι αυτό που σεις αποκαλείτε “Αύξηση του Εθνικού Πλούτου”.
«Εθνικού»! Τί ειρωνεία! Τη χώρα μερικών προνομιούχων του Έθνους, να λέτε!
Θέλετε να διαμορφώσετε την κατάσταση; 
Καταργείστε πρώτα απ’ όλα εσάς τους ίδιους, τον εαυτό σας, γιατί Σεις με τη συμπεριφορά σας απέναντι στους εργάτες είσθε οι πρώτοι Πράκτορες της Επαναστάσεως.
Καταργείστε την αρπαγή και το πλιάτσικο αυτό είναι το καθήκον σας. Καταργείστε αυτούς τους 50-100 - 200 ανθρώπους που θέλουν να απολαμβάνουν το παν, χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτε.
Απ’ αυτή την Τάξη, εμείς πάμε να Απαλλαγούμε!
Κοιτάξτε το οικονομικό (πλαίσιο) της Μάχης!
 Οι εργάτες έχουν πετσοκοφτεί και Σεις καλοί μου Χριστιανοί κι ευγενικοί μου μπουρζουάδες, 
Σεις είσθε οι Κοινωνικοί Γύπες, που τρώτε τις σάρκες των πτωμάτων.
Θα θέλατε να κάνουμε μαζί μια βόλτα στα στενοσόκακα τούτης της πολιτείας;
 Όπου ξεμετρούνε τις μέρες τους οι αληθινοί Δημιουργοί του Πλούτου; 
Να, βλέπετε δεν υπάρχουν εδώ άνθρωποι. Υπάρχουν πτώματα μάλλον που μπορούμε να πούμε πως έχει αρχίσει η αποσύνθεσή τους.
Η γενική Κρατικοποιήση των Μέσων Παραγωγής γίνεται αναπόφευκτη Αναγκαιότητα, 
πρέπει επιτέλους ν’ αρχίσει η ΕΠΟΧΗ του ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ και
 της Παγκόσμιας Συνεργασίας!



Εκείνοι που λένε τούτο είναι δικό μας πρέπει να τα ιδούν όλα κοινά, για το καλό όλων κι αυτό θα γίνει μια μέρα, είτε το θέλετε είτε δεν το θέλετε.
Η ιστορία διδάσκει πως ότι ήτανε να γίνει, έγινε.



Όποιος λέει Ιδιωτική Βιομηχανία,
λέει Αναρχούμενη(κομμουνιστική) Οικονομία!
Μετρημένοι άνθρωποι χρησιμοποιούν, προς όφελός τους, τις εφευρέσεις και τα επινοήματα του Νου.
Ο κόσμος είναι για τους λίγους, γύρω από τους οποίους πέφτουν οι άνθρωποι θύματα του πλούτου. 
Με τις μηχανές τους μετατρέπουν το ανθρώπινο αίμα σε βόλους χρυσαφιού.
Με την πολλή δουλειά δολοφονούν τις γυναίκες και τους ανήλικους. 
Με την ανεργία σκοτώνουν τα θύματα των μηχανών της. 
Κι αυτοί οι άνθρωποι λέγονται Χριστιανοί. Θαυμάστε αυτούς τους... χριστιανούς!
Κατηγορούμεθα πως παραβήκαμε τον Νόμο.
ΝΑΙ! Τον παραβήκαμε!
Για να δείξουμε στον λαό κατά ποιο τρόπο οι Θεσμοί, αυτά τα τελευταία 20 χρόνια αποβλέπουν συστηματικά σε ένα σκοπό. Να εγκαθιδρύσουν σε τούτη τη χώρα μια ΟΛΙΓΑΡΧΙΑ, που πιο δυνατή δεν υπήρξε ποτέ σε κανένα μέρος της Γης.



Οι ιδέες αυτές που υπερασπίζω είναι δικές μου. Είναι ένα κομμάτι από τον ίδιο τον εαυτόν μου.
Πώς είναι δυνατόν να τις εγκαταλείψω;
Ρούχα είναι να τα βγάλεις και να τα παρατήσεις;
 Μα κι αν μπορούσα ακόμα, πάλι δε θα τις άφηνα. 
Δεν είναι λοιπόν αφέλεια εκ μέρους σας να νομίζετε ότι μπορείτε ν’ απαλλαγείτε Σεις από τις ιδέες αυτές, που κερδίζουν έδαφος, μέρα με τη μέρα, 
στέλνοντας μας στην κρεμάλα;
Αν το να λες την αλήθεια πρέπει να τιμωρείται με θάνατο, 
Εμείς 
δε θα πάψουμε να λέμε την αλήθεια, όσους θανάτους κι αν μας επιβάλλετε!
 Σας περιφρονούμε και στο θάνατο!
Εμπρός, καλέστε το δήμιο. 
Η αλήθεια, που κρεμάστηκε στο πρόσωπο του Χριστού, του Σωκράτη, του Τζιορντάνο Μπρούνο, του Χιούζ, του Γαλιλαίου, ζει ακόμη. Δεν πέθανε. Πολλοί άλλοι, που αποτελούμε ετέρμονη λεγεώνα, μας πρόλαβαν σε τούτη την οδό.

Κοιτάτε μας! Είμαστε έτοιμοι καθ’ όλα, να τους ακολουθήσουμε στη ΜΑΤΩΜΕΝΗ Πορεία!»

* * *
Οι ένορκοι εξέδωσαν την ετυμηγορία τους στις 20 Αυγούστου 1886 κι έκριναν ενόχους και τους οκτώ κατηγορούμενους.
Οι Σπάϊς, Έγκελ, Φίσερ, Λινγκ, Σβαμπ, Φίλντεν και Πάρσονς καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ ο Νίμπι σε κάθειρξη 15 ετών.
Μετά την εξάντληση και του τελευταίου ενδίκου μέσου, ο κυβερνήτης της Πολιτείας του Ιλινόις, Ρίτσαρντ Όγκλεσμπι, μετέτρεψε σε ισόβια τις θανατικές ποινές των Σβαμπ και Φίλντεν.
Ο Λινκ επιλέγει ένα διαφορετικό τέλος. Λίγο πριν εκτελεστεί καπνίζει ένα τελευταίο τσιγάρο με ...εκρηκτική ύλη!
11 Νοεμβρίου 1887: Οι Σπάϊς, Πάρσονς, Φίσερ και Έγκελ οδηγήθηκαν στην αγχόνη, τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα»

Σάββατο 29 Απριλίου 2017

H Zωή της Ελληνίδας στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου:



,,Το λαϊκό μας τραγούδι ξεπήδησε από μια ανάγκη, γι’ αυτό είναι αληθινό, γι’ αυτό εξελίχθηκε. 
Πρέπει όμως ν’ αδειάσεις ψυχή και πνεύμα για να το πιάσεις. 
Πρέπει να ζυμωθείς με το λαό, να ζήσεις τους καημούς του. 
Γράφεται πρώτα με την καρδιά και το συναίσθημα και ύστερα με τεχνική. 
Κι έτσι μόνο μας αναστατώνει, μας βάζει σε κίνηση, μας προβληματίζει,,

Η γυναίκα που βάλθηκε να σπάσει το ανδρικό κατεστημένο του λαϊκού πάλκου, με την περιπετειώδη ζωή και την απαράμιλλη πένα της, έζησε από πρώτο χέρι τις τραυματικές εμπειρίες του ξεριζωμού από τη Μικρά Ασία και την προσφυγιά.

Αντισυμβατικός και επαναστατικός νους από μικρή, η νεαρή δασκάλα αποφασίζει να γίνει ηθοποιός, κόντρα στα συντηρητικά ήθη της εποχής, γράφοντας ταυτοχρόνως ποιήματα και σκαρώνοντας στίχους, μια ενασχόληση που θα τη μετέτρεπε σύντομα σε μια από τις κορυφαίες στιχουργούς που γνώρισε ποτέ ο τόπος!

Με τον Τσιτσάνη «δάσκαλό της στον στίχο», όπως το έλεγε η ίδια, η Παπαγιαννοπούλου θα μας χαρίσει αλησμόνητες επιτυχίες, όπως «Δυο πόρτες έχει η ζωή», «Είμαι αετός χωρίς φτερά», «Γυάλινος κόσμος», «Είμαστε αλάνια», «Όνειρο απατηλό» και τόσα και τόσα μνημειώδη άσματα του λαϊκού μας πενταγράμμου.

Η μανιώδης χαρτοπαιξία της ωστόσο και η έλλειψη επιμέλειας στη διεκδίκηση της πατρότητας των στίχων της, τους οποίους πουλά με το σωρό για να βγάζει τα προς το ζην, σύντομα θα τη φέρουν σε ρήξη με τους κορυφαίους συνθέτες της εποχής, με τη ζωή να της επιφυλάσσει μεγάλες δοκιμασίες και τραγικά συμβάντα, όπως την απώλεια της κόρης της.

Αυτή ήταν όμως η σπουδαιότερη γυναίκα στιχουργός της Ελλάδας, η Μικρασιάτισσα που πλούτισε την ελληνική μουσική με στίχους αθάνατους, μια προσωπικότητα που δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την αναγνώριση του έργου της και την είσπραξη των οφειλόμενων δικαιωμάτων. 
Παρά την επιτυχία λοιπόν της δουλειάς της, η ίδια θα πεθάνει στην ψάθα και το όνομά της δεν θα φιγουράρει δίπλα στα θρυλικά πνευματικά της παιδιά.
Η λαϊκή μας ιστορία θα αποκαθιστούσε ωστόσο αργότερα τη «γριά που πουλούσε τα τραγούδια της για πενταροδεκάρες» για να ικανοποιεί το χαρτοπαικτικό της πάθος, μια γυναίκα μποέμισσα που έζησε με πάθος και υπηρέτησε με την ίδια δυναμική τη μεγάλη της αγάπη: τους στίχους που έγιναν σουξέ και δόξασαν συνθέτες και τραγουδιστές.

«Εγώ γράφω τραγούδια και τα πουλώ. 
Από κει και πέρα δεν ανακατεύομαι αν θα πιάσουν ή όχι, αν θα βγουν ή δεν θα βγουν σε δίσκους. Μόλις τα παραδώσω, υπογράφω και μια δήλωση παραιτήσεως από διάφορα δικαιώματα, ας πούμε απαρνούμαι τα πνευματικά μου τέκνα», δήλωνε σε συνέντευξή της στην εφημερίδα «Ακρόπολις» το 1960.

«Μας γέλασες παλιοζωή /
 μας γέμισες ελπίδες / 
μα στις βαθιές ρυτίδες / 
το δάκρυ μας κατρακυλά /
 Νύχτα πέρασε το τραίνο /
 και το χάσαμε /
 κάπου θέλαμε να πάμε /
 μα δε φτάσαμε», 
έγραφε η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου στο ακυκλοφόρητο «Νύχτα πέρασε το τραίνο» του Μάνου Λοΐζου, σε έναν στίχο που συμπυκνώνει μια ζωή δημιουργίας, πάθους και προσωπικών τραγωδιών…

Πρώτα χρόνια

Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου γεννιέται πιθανότατα το 1893 (σύμφωνα με το δελτίο της αστυνομικής της ταυτότητας) στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας ως Ευτυχία Χατζηγεωργίου-Οικονόμου (αργότερα Νικολαΐδου). Για τα παιδικά της χρόνια δεν είναι και πολλά γνωστά, παρά μόνο ότι βίωσε από πρώτο χέρι τη φρίκη της μικρασιατικής καταστροφής και τον ξεριζωμό του ελληνισμού, καταφθάνοντας στην Ελλάδα το 1922 με πτυχίο δασκάλας ανά χείρας.

Το 1922 θα βρει λοιπόν την οικογένεια της Παπαγιαννοπούλου, αυτή, τον σύζυγό της, τις δύο κόρες της αλλά και τη μητέρα της στην Αθήνα, με την ίδια να μην εργάζεται βέβαια ποτέ ως εκπαιδευτικός, καθώς μέχρι τότε την είχε κερδίσει το σανίδι.

Η θεατρίνα δούλεψε με διαλείμματα σε περιπλανώμενα μπουλούκια από το 1926-1942, οργώνοντας την ελληνική επαρχία και φτάνοντας μάλιστα κάποια στιγμή να συνεργαστεί και με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Στην προσωπική της ζωή, ο γάμος με τον πρώτο της σύζυγο διαλύεται αυτή την εποχή, κυρίως λόγω της κοινωνικής κατακραυγής για το επάγγελμά της…

Από θεατρίνα, στιχουργός

Η αγάπη της όμως για τους στίχους και τα ποιήματα έκαναν από νωρίς την εμφάνισή τους. Στην άγνωστη πτυχή της ζωής της, η Παπαγιαννοπούλου εκδίδει την ποιητική συλλογή «Πνοές» το 1931 (εξαντλημένη έκδοση), ενώ λόγος γίνεται και για δεύτερο ποιητικό πόνημα, το «Φλογέρα και άρπα», το οποίο ωστόσο χάθηκε στη λήθη του χρόνου.

Ταυτόχρονα με το ποιητικό έργο, άρχισε να σκαρώνει στιχάκια, τα οποία συνήθιζε μάλιστα να γράφει σε πακέτα τσιγάρων, πριν καθαρογράψει στο χαρτί. Η ενασχόλησή της πάντως με τη στιχουργική σε επαγγελματικό επίπεδο άρχισε σε μεγάλη ηλικία, με την Παπαγιαννοπούλου να εμπιστεύεται σε συνθέτες στίχους για ρεμπέτικα τραγούδια έχοντας πλέον περάσει το 50ό έτος της ηλικίας της.

Αν και η πρώτη της επαφή με το τραγούδι έγινε κάπου εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ’40, ενώ λίγο αργότερα ήρθε και η δισκογραφία, με τη Μαρίκα Νίνου να μεσολαβεί και να γνωρίζει τη Μικρασιάτισσα στον Τσιτσάνη. 
Τα δυο πρώτα τραγούδια που του έγραψε ήταν τα «Στο παλιόσπιτο ετούτο» και «Πήρα τη στράτα κι έρχομαι».

Η επιτυχία των στίχων κάνουν τον Τσιτσάνη να αγοράσει κι άλλα τραγούδια της, με το όνομά της να ακούγεται στην αγορά και πολλοί συνθέτες να τη βλέπουν ως φλέβα χρυσού: Μανώλης Χιώτης, Απόστολος Καλδάρας, Στέλιος Χρυσίνης, Κώστας Καπλάνης, Μπάμπης Μπακάλης, Στέλιος Καζαντζίδης κ.ά.
Το όνομά της απουσιάζει όμως συστηματικά από τους δίσκους, ενώ για πνευματικά δικαιώματα ούτε λόγος. Μόνο αργότερα, πολύ αργότερα, 
ο Μάνος Χατζιδάκις θα βάλει για πρώτη ίσως φορά (με εξαίρεση τον Καλδάρα) 
το όνομά της δίπλα από τους στίχους που του εμπιστεύτηκε στο «Είμ’ αϊτός χωρίς φτερά». Ήταν η περίοδος που συνεργάστηκε με τους «έντεχνους» Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Μούτση κ.ά.

Η Παπαγιαννοπούλου «εξαναγκάστηκε» σαφώς να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη στιχουργική καθώς το μεγάλο της πάθος, η χαρτοπαιξία, καλούσε σε οικονομική ανακούφιση από τη χασούρα. 
Το ίδιο μάλιστα πάθος θα φέρει αναστάτωση στο σπιτικό που έφτιαξε με τον δεύτερο σύζυγό της, όταν η ίδια το έσκαγε κρυφά τη νύχτα για να τα χάσει όλα στα χαρτιά. 
Άρχισε λοιπόν να «σκοτώνει» τα στιχάκια της για να έχει λεφτά για την «τσόχα», όπως την αποκαλούσε, χωρίς να νοιάζεται ούτε για καριέρα ούτε για υστεροφημία. Για ένα κομμάτι ψωμί προμήθευε αφειδώς τους μεγάλους συνθέτες με αξέχαστους στίχους, τροφοδοτώντας έτσι την ελληνική μουσική με μνημειώδη τραγούδια…

Πάντως, για την ίδια η χαρτοπαιξία ήταν και ένα είδος καταφύγιου μετά τον θάνατο της κόρης της, Μαίρης (1960). Τσακισμένη από την τραγική απώλεια, βρίσκει τη μόνη παρηγοριά στο χαρτί. Δύο χρόνια μάλιστα πρωτύτερα, είχε γράψει το προφητικό -θα έλεγε κανείς- τραγούδι «Δύο πόρτες έχει η ζωή»: 
«Μέσα σε αυτό το τραγούδι, ένιωσα για πρώτη φορά την οδύνη, σαν χάνεις μια αγαπημένη ύπαρξη και ύστερα μένεις μόνη. Σε αυτούς τους στίχους έχω κλεισμένη όλη μου τη ζωή ή μάλλον τη ζωή της ζωής μου, την κόρη μου τη Μαίρη», έλεγε η μεγάλη μαστόρισσα των στίχων.

Για την περίοδο αυτή, παρατηρεί ο μεγάλος Αλέκος Σακελλάριος στη βιογραφία που σκάρωσε στην Παπαγιαννοπούλου: 
«Η Ευτυχία, κεραυνοβολημένη από τον θάνατο της κόρης της, έβαλε το μαύρο φουστάνι και το μαύρο μαντίλι στο κεφάλι της -που δεν τα έβγαλε ποτέ ως το θάνατο της- κι αφοσιώθηκε στην ανατροφή της μικρής Ρέας».

Η στάση της πάντως αυτή και η συνήθεια των συνθετών να μην αποδίδουν την πατρότητα των στίχων στην Παπαγιαννοπούλου θα καταλήξει σε μόλις 160 τραγούδια να φέρουν την υπογραφή της. 
Πόσα έγραψε συνολικά, κανείς δεν ξέρει, καθώς ο χρόνος και τα κλειστά στόματα έστειλαν το μεγαλύτερο τμήμα του έργου της στη λήθη.
Για την ίδια έφτανε πάντως να καλύπτει τα τρέχοντα βιοποριστικά της έξοδα και τη χαρτοπαικτική της μανία, με τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργημάτων της να μην τα διεκδικεί ποτέ.
 Σε μια δηλωτική της στάσης της περιπέτεια, τα περίφημα «Καβουράκια» έφεραν τη ρήξη στις σχέσεις της με τον Βασίλη Τσιτσάνη: όταν η Παπαγιαννοπούλου αποφάσισε όψιμα να διεκδικήσει την πατρότητα των στίχων, ο κορυφαίος τραγουδοποιός αντέδρασε αναφέροντας ότι η τελική επιτυχημένη μορφή του τραγουδιού οφείλεται στον ίδιο και ότι εκείνη απλώς έδωσε στην αρχή ένα προσχέδιο.

Οι μελοποιημένοι στίχοι της αποτέλεσαν πάντως ακρογωνιαίο λίθο της λαϊκής μουσικής: 
«Αντιλαλούνε τα βουνά», 
«Είμαστε αλάνια», 
«Σε τούτο το παλιόσπιτο», 
«Ηλιοβασιλέματα»,
 «Περασμένες μου αγάπες», 
«Δυο πόρτες έχει η ζωή»,
 «Φεύγω με πίκρα στα ξένα», 
«Γυάλινος κόσμος», 
«Θα βρω μουρμούρη μπαγλαμά»,
 «Όνειρο απατηλό», 
«Στο τραπέζι που τα πίνω»,
 «Στου Αποστόλη το κουτούκι»,
 «Ρίξτε στο γυαλί φαρμάκι», 
«Μου σπάσανε το μπαγλαμά», 
«Ανεμώνα»,
 «Αργά είναι πια αργά», 
«Λίγο-λίγο θα με συνηθίσεις»,

 «Πήρα από τη νιότη χρώματα»,
«Αν είναι η αγάπη έγκλημα», «Η διπρόσωπη», «Ένας αϊτός γκρεμίστηκε», «Συρματοπλέγματα βαριά», 
«Είμαι αετός χωρίς φτερά», 

«Τι έχει και κλαίει το παιδί», «Η Μαλάμω», «Πετραδάκι, πετραδάκι», «Του ντερβίση το πιοτό», «Τι να σου κάνει μια καρδιά» και τόσοι και τόσοι ακόμα αξιοσημείωτοι σταθμοί του λαϊκού πενταγράμμου…

Τελευταίες στροφές

Η Παπαγιαννοπούλου, μια μορφωμένη γυναίκα της εποχής, συνδύασε ερωτικό στίχο και κοινωνικό προβληματισμό, δημιουργώντας σχολή στην ελληνική στιχουργική, έτσι όπως απαθανάτισε τον καημό του Έλληνα:
 «Βλέπετε τον Έλληνα και μερακλώνεται και σηκώνεται και χορεύει ζεϊμπέκικο. Δεν λέω τον σνομπ, αλλά τον άλλο, που παθιάζεται και στριφογυρίζει, ζώντας εκείνη τη στιγμή τους πόθους του και τα όνειρά του. 
Τραγουδά και χορεύει τις λύπες του και τις χαρές του, βαλσαμώνει τον πόνο του, μεταμορφώνει σε ήχους τους χτύπους της καρδιάς του. 
Το λαϊκό μας τραγούδι ξεπήδησε από μια ανάγκη, γι’ αυτό είναι αληθινό, γι’ αυτό εξελίχθηκε. 
Πρέπει όμως ν’ αδειάσεις ψυχή και πνεύμα για να το πιάσεις. Πρέπει να ζυμωθείς με το λαό, να ζήσεις τους καημούς του. Γράφεται πρώτα με την καρδιά και το συναίσθημα και ύστερα με τεχνική. Κι έτσι μόνο μας αναστατώνει, μας βάζει σε κίνηση, μας προβληματίζει», έλεγε η Παπαγιαννοπούλου σχετικά.


Τα τραγούδια της αποτελούν μνημεία του λαϊκού μας πολιτισμού και πάγιες αξίες στην καρδιά του Έλληνα. Αξίζει να ακούσουμε εδώ και πάλι τον Σακελλάριο στη χιουμοριστική ιστορία της ζωής της: 
«Αυτά τα λίγα λεφτουδάκια, που χρειαζότανε για την ψυχαγωγία της, τα έβγαζε μόνη της. Έπαιρνε συχνά μέρος σε κάτι αρπαχτές παραστάσεις σε μακρινές αθηναϊκές συνοικίες και έγραφε πάντα τραγούδια, που τα πουλούσε σε λαϊκούς συνθέτες για ένα πενηντάρι ή για ένα κατοστάρικο. Το κακό είναι ότι πουλούσε τραγούδια και σε άθλιους στιχουργούς που είχαν μια οικονομική επιφάνεια και καμώνονταν τους σπουδαίους… 
Κατόρθωσε το τρελό: να συνδυάσει ερωτικό και κοινωνικό τραγούδι σε τρία τετράστιχα. Ίσως αυτό ήταν και η αποθέωσή της και ίσως το μυστικό της επιτυχίας της, κάτι που πολύ αργότερα το “δανείστηκαν” αρκετοί.
 Τραγούδια που αφήσανε στους αγοραστές περιουσίες ολόκληρες, είχανε πουληθεί από την Ευτυχία για τέσσερα-πέντε δεκάρικα. Η καημένη, όμως η Ευτυχία, ποτέ δεν βαρυγκώμησε: “Με γεια τους με χαρά τους”, έλεγε. 
Κι όταν είχε πάλι αδεκαρίες -και πότε δεν είχε;- έγραφε μερικά τραγούδια και πήγαινε και τα μοίραζε δεξιά κι αριστερά. 
Η ζωή της όλη, όπως σας είπα και παραπάνω, ήτανε μια ζωή γεμάτη μιζέρια και φτώχεια. Η Ευτυχία, όμως, ποτέ δεν έχασε το κέφι της. Σατίριζε όλους και όλα. Και πρώτα-πρώτα τον ίδιο της τον εαυτό»…
Αυτή ήταν η ζωή της μυθικής πια Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, μιας γυναίκας που αγάπησε, που έζησε με πάθος και μετέφερε λίγο από αυτό στο χαρτί, γεννώντας αξέχαστες επιτυχίες του λαϊκού πενταγράμμου.

Η «Γριά» έκλεισε τα μάτια της σε ηλικία 79 ετών, στις 7 Ιανουαρίου 1972, έχοντας στο πλευρό της την άλλη της κόρη, Ρέα, που τη φρόντισε ως τα γεράματά της. Τελευταία της επιθυμία ήταν να της τραγουδήσουν το «Άμαξα μεσ’ τη βροχή»…

Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Ο Τσε Γκεβάρα μιλάει στους Νέους-Che Guevara talks to young People

,,Γιατί στόχος του σοσιαλισμού σήμερα, σε αυτήν τη φάση οικοδόμησης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, δεν είναι απλά η δημιουργία αστραφτερών εργοστασίων. 
Τα εργοστάσια αυτά φτιάχνονται με στόχο τον ολοκληρωμένο άνθρωπο. 
Ο άνθρωπος θα πρέπει να μετασχηματίζεται παράλληλα με την ανάπτυξη της παραγωγής. 
Δεν θα κάναμε τη δουλειά μας αν ήμασταν αποκλειστικά παραγωγοί εμπορευμάτων και πρώτων υλών και δεν ήμασταν ταυτοχρόνως ικανοί να παράγουμε ανθρώπους,, 


Το παρακάτω κείμενο αποτελεί ομιλία του Τσε κατά το κλείσιμο σεμιναρίου που είχε διοργανώσει η Ένωση Νέων Κομμουνιστών του Υπουργείου Βιομηχανίας με τίτλο «Η νεολαία και η Επανάσταση». Εκφωνήθηκε στις 9 Μάη 1964 στην Αβάνα.
Αυτό το φορτίο το κουβαλά κανείς για αρκετό καιρό και είναι δύσκολο να αποκοπεί από την σκέψη των ανθρώπων από τη μία μέρα στην άλλη – ακόμα και όταν διακηρρύσσεται ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης. 
Μάλιστα, η διακήρυξη αυτή καθυστέρησε σε σχέση με το ίδιο το γεγονός, γιατί υπήρχε ήδη μια σοσιαλιστική επανάσταση αφού είχαμε αναλάβει τον έλεγχο των περισσότερων από τα βασικά μέσα παραγωγής. Από πολιτική άποψη όμως δεν συμβαδίζαμε πλήρως με όλες τις κατακτήσεις που σημείωνε η επανάσταση στον οικονομικό τομέα και σε ορισμένες πτυχές του ιδεολογικού τομέα.
Αυτή η ιδιαιτερότητα της επανάστασης μας επιβάλλει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν πρόκειται να χαρακτηρίσουμε το κόμμα μας ως ηγεσία της εργατικής τάξης στο σύνολο της και ιδιαίτερα σε ότι έχει να κάνει με τις συγκεκριμένες σχέσεις που αναπτύσσει με καθεμία από αυτές τις διοικητικές δομές όπως ο στρατός, ο μηχανισμός ασφάλειας κλπ. 
Το κόμμα μας δεν διαθέτει ακόμη καταστατικό, ούτε καν είναι ακόμη οριστικά διαμορφωμένο. Η ερώτηση, λοιπόν, είναι: Γιατί δεν υπάρχει καταστατικό; Εμπειρία υπάρχει μεγάλη και μάλιστα εμπειρία που έχει σχεδόν πενήντα χρόνια πρακτικής εφαρμογής. Τι είναι αυτό που συμβαίνει άραγε;
 Υπάρχουν ορισμένα ερωτήματα σχετικά με αυτήν την εμπειρία στα οποία προσπαθούμε να απαντήσουμε, ερωτήματα όμως που δεν μπορούμε να απαντήσουμε με τρόπο αυθόρμητο ούτε και με μια ανάλυση επιφανειακή γιατί οι συνέπειες για το μέλλον της επανάστασης είναι καθοριστικές.
Στην Κούβα η ιδεολογία των προηγούμενων κυρίαρχων τάξεων επιβιώνει επειδή αντανακλάται στις συνειδήσεις των ατόμων, όπως περιέγραψα προηγούμενως. Είναι επίσης παρούσα γιατί εισάγεται διαρκώς από τις Ηνωμένες Πολιτείες – το κέντρο συντονισμού της διεθνούς αντίδρασης – οι οποίες εξάγουν συμμορίες, δολιοφθορείς και προπαγανδιστές κάθε λογής, και με τις αδιάκοπες εκπομπές τους ουσιαστικά έχουν πρόσβαση σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια, με εξαίρεση την Αβάνα. 
Ο λαός της Κούβας βρίσκεται συνεπώς σε συνεχή επαφή με την ιδεολογία των ιμπεριαλιστών. Η ιδεολογία αυτή διαμορφώνεται κατάλληλα εντός της χώρας μέσω μηχανισμών προπαγάνδας επιστημονικά σχεδιασμένων ώστε να προβάλλουν την σκοτεινή πλευρά ενός συστήματος σαν το δικό μας, το οποίο αναγκαστικά θα έχει και σκοτεινές πλευρές. Αυτό συμβαίνει διότι βρισκόμαστε σε μια μεταβατική περίοδο και επειδή όσοι από εμάς έχουμε ηγηθεί της επανάστασης έως τώρα δεν είμαστε επαγγελματίες οικονομολόγοι και πολιτικοί, με πλούσια εμπειρία και ένα επιτελείο από πίσω απ’ τον καθένα μας.

Την ίδια στιγμή, προβάλλουν τις πιο εκθαμβωτικές και φετιχιστικές όψεις του καπιταλιστικού συστήματος. Όλα αυτά εισάγονται στη χώρα και συχνά επιδρούν στο υποσυνείδητο πολλών ανθρώπων. Φέρνουν επίσης στην επιφάνεια απωθημένα συναισθήματα που δεν είχαν καν αγγιχτεί λόγω της ταχύτητας της διαδικασίας και της μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης η οποία απαιτήθηκε για να υπερασπιστούμε την επανάσταση μας – όπου η λέξη «επανάσταση» συνδέθηκε με τη λέξη «πατρίδα», με την υπεράσπιση όλων των συμφερόντων μας. 
Αυτό είναι ότι ιερότερο για τον καθέναν, ανεξάρτητα ακόμα και από την ταξική του προέλευση.
Απέναντι στην απειλή μιας θερμοπυρηνικής επίθεσης, όπως τον Οκτώβρη (του 1962), η συσπείρωση του λαού ήταν αυτόματη. Πολλοί άνθρωποι που ούτε σκοπία δεν είχαν εμφανιστεί για να φυλάξουν ποτέ τους στις πολιτοφυλακές προσφέρθηκαν να πολεμήσουν. Συντελέστηκε μια μεταμόρφωση κάθε ανθρώπου μπροστά στην κατάφωρη αδικία. 
Καθένας ήθελε να εκδηλώσει την αποφασιστικότητα του να αγωνιστεί για την πατρίδα του. 
Και είχε να κάνει επίσης με την απόφαση που παίρνει ένας άνθρωπος όταν βρίσκεται μπροστά σε έναν κίνδυνο από τον οποίον δε μπορεί να ξεφύγει με κανέναν τρόπο τηρώντας ουδέτερη στάση – γιατί απέναντι στις ατομικές βόμβες δεν υπάρχει ουδετερότητα, ούτε πρεσβείες, ούτε τίποτα. Τα εξολοθρεύουν όλα.

Έτσι έχουμε πορευτεί: με άλματα, άλματα ακανόνιστα, όπως προχωρούν όλες οι επαναστάσεις, εμβαθύνοντας όμως την ιδεολογία μας συγκεκριμένους τομείς, μαθαίνοντας όλο και πιο πολύ, συγκροτώντας σχολές μαρξισμού. 
Ταυτόχρονα, ανησυχούμε διαρκώς μήπως, μέσα από αυτήν την κριτική στάση απέναντι στα καθήκοντα του κόμματος σε κάθε επίπεδο του κρατικού μηχανισμού, οδηγηθούμε σε στάσεις που θα αδρανοποιήσουν την επανάσταση και θα εισαγάγουν συγκαλλυμένα τις μικροαστικές αντιλήψεις ή την ιδεολογία του ιμπεριαλισμού. 
Γι’ αυτό ακόμη και σήμερα δεν έχουμε οργανώσει κατάλληλα το κόμμα – γι’ αυτό δεν έχουμε ακόμη εξασφαλίσει τον αναγκαίο βαθμό θεσμοποίησης στα ανώτερα επίπεδα του κράτους.

Μας απασχολούν, όμως, και ορισμένα άλλα ζητήματα. Πρέπει να οικοδομήσουμε κάτι καινούργιο που να μπορεί να εκφράζει με σαφήνεια τις σχέσεις που, κατά την κρίς μας, πρέπε να υπάρχουν ανάμεσα στις μάζες και στα άτομα που βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, τόσο άμεσα όσο και μέσω του κόμματος. 
Έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται πιλοτικά διάφορα μοντέλα τοπικής αυτοδιοίκησης: ένα από αυτά βρίσκεται στο Ελ Κάνο, άλλο στο Γκουίνες και ένα άλλο στο Ματάνζας. Μέσα από αυτά τα πιλοτικά προγράμματα, παρατηρούμε διαρκώς τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα όλων αυτών των διαφορετικών συστημάτων – στα οποία ενυπάρχουν σπέρματα ενός ανώτερου τύπου οργάνωσης – και ότι αντιπροσωπεύουν για την ανάπτυξη της επανάστασης και, κυρίως, για την ανάπτυξη του κεντρικού σχεδιασμού.

Μέσα σε αυτήν την πανσπερμία, μέσα από τις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις υποστηρικτών διαφορετικών ιδεών, ακόμη και αν δεν υπήρχαν τάσεις ή καθορισμένα ρεύματα, άρχισε να αναπτύσσεται και το έργο της νεολαίας. 

Η οργάνωση νεολαίας άρχισε να λειτουργεί αρχικά ως παρακλάδι του Αντάρτικου Στρατού, κατέκτησε ένα μεγαλύτερο ιδεολογικό βάθος στην συνέχεια, και τέλος, εξελίχθηκε στην Ένωση Νέων Κομμουνιστών – σε έναν προθάλαμο θα λέγαμε για να γίνει κανείς μέλος του κόμματος, πράγμα το οποίο προϋποθέτει την υποχρέωση να αποκτήσει μια ανώτερη ιδεολογική κατάρτηση. 
Γύρω από αυτά τα ζητήματα δεν έγινε καμία πραγματική συζήτηση, αν και υπήρξαν κάποιες συζητήσεις σχετικά με το ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος της οργάνωσης νεολαίας από πρακτική άποψη. 
Θα πρέπει η νεολαία να συναντιέται τρεις, τέσσερις ή πέντε ώρες για να συζητά φιλοσοφικά ζητήματα; Μπορεί να το κάνει, κανείς δεν λέει ότι δεν επιτρέπεται. Είναι απλώς ένα θέμα ισορροπίας και στάσης απέναντι στην επανάσταση, το κόμμα και κυρίως απέναντι στο λαό. Το γεγονός ότι η νεολαία καταπιάνεται με θεωρητικά ζητήματα δείχνει ότι έχει κατακτήσει ένα θεωρητικό βάθος. Όταν όμως το μόνο που κάνει είναι να ασχολείται με θεωρητικά ζητήματα, σημαίνει ότι η νεολαία δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει τη μηχανιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων και βρίσκεται σε σύγχυση όσον αφορά τους στόχους της.

Έχει γίνει επίσης λόγος για τον αναγκαίο αυθορμητισμό, για τη χαρά της νιότης. Η νεολαία λοιπόν – αναφέρομαι στο σύνολο της και όχι συγκεκριμένα σε αυτήν την ομάδα του Υπουργείου – οργάνωσε τη χαρά. 
Και οι ηγέτες της βάλθηκαν να αναλογίζονται τι είναι αυτό που οφείλουν να κάνουν οι νέοι, οι οποίοι εξ ορισμού θα πρέπει να είναι χαρούμενοι. 
Και αυτό ακριβώς μετέτρεπε τους νέους σε γέρους. 

Γιατί θα πρέπει ένας νέος άνθρωπος να κάτσει να σκεφτεί πως έπρεπε να είναι η νεολαία; 
Να κάνει απλά αυτό που σκέπτεται, αυτό θα πρέπει να χαρακτηρίζει τη νεολαία. Όμως συνέβαινε το αντίθετο, γιατί υπήρχε μια μερίδα ηγετών της νεολαίας που ήταν πραγματικά γερασμένη. Τότε είναι που η χαρά και ο αυθορμητισμός της νεολαίας γίνονται κάτι επιφάνειακό. 
Θα πρέπει για μια ακόμα φορά να είμαστε προσεκτικοί σε αυτό το ζήτημα και να μην συγχέουμε τη χαρά, τη ζωντάνια και τον αυθορμητισμό που διακρίνει τη νεολαία όλου του κόσμου – και κυρίως την κουβανική, λόγω των χαρακτηριστικών του κουβανικού λαού – με την επιπολαιότητα.
Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Μπορεί κανείς και πρέπει να είναι αυθόρμητος και χαρούμενο, πρέπει όμως την ίδια στιγμή να είναι και σοβαρός. Τίθεται λοιπόν εδώ ένα από τα πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα, ως προς την θεωρητική του διάσταση. Γιατί, με απλά λόγια, αυτό σημαίνει να είναι κανείς Νέος Κομμουνιστής. 
Δεν πρέπει να χρειάζεται να σκεφτείς πως θα πρέπει να είσαι, είναι κάτι που πρέπει να βγαίνει από μέσα σου.
Δεν ξέρω αν εισχωρώ σε βαθιά ημι-φιλοσοφικά νερά, αναφέρομαι όμως σε ένα από τα θέματα που μας έχουν απασχολήσει περισσότερο απ’ όλα. 

Ο κύριος τρόπος με τον οποίο η νεολαία θα πρέπει να δείχνει τον δρόμο προς τα εμπρός είναι ακριβώς με το να βρίσκεται στην πρωτοπορία σε καθέναν από τους τομείς εργασίας που συμμετέχει. 

Αυτός είναι ο λόγος που πολλές φορές είχαμε διάφορα μικροπροβλήματα με τη νεολαία: γιατί δεν έκοβε όσο ζαχαροκάλαμο όφειλε να κόψει, γιατί δεν συμμετείχε αρκετά στις εθελοντικές εργασίες.
 Με δυο λόγια, κανείς δεν μπορεί να καθοδηγήσει με τη θεωρία και μόνο, ούτε μπορεί να υπάρξει σταρτός αποτελούμενος από στρατηγούς. 
Ο στρατός μπορεί να έχει έναν στρατηγό, και αν είναι πολύ μεγάλος, μπορεί να έχει περισσότερους στρατηγούς και έναν γενικό διοικητή. 
Αν όμως δεν υπάρχουν αυτοί που θα πάνε στο πεδίο της μάχης, δεν υπάρχει στρατός. 
Και αν στο πεδίο της μάχης ο στρατός δεν καθοδηγείται από εκείνους που έχουν πάει και οι ίδιοι στο μέτωπο για να πολεμήσουν, αυτός ο στρατός είναι άχρηστος. 
Ένα από τα χαρακτηριστικά του δικού μας αντάρτικου στρατού ήταν ότι εκείνοι που προάγονταν σε έναν από τους τρείς και μοναδικούς βαθμούς του στρατού – υπολοχαγός, λοχαγός ή διοικητής – ήταν μόνο όσο είχαν με κάποιον τρόπο διακριθεί στο πεδίο της μάχης χάρη στις ατομικές τους αρετές.
Στους δύο πρώτους βαθμούς – του υπολοχαγού και του λοχαγού – ανήκαν όσοι διηύθυναν τις επιχειρήσεις των μαχών. 
Έχουμε ανάγκη συνεπώς από υπολοχαγούς και λοχαγούς ή όπως αλλιώς θέλετε να τους ονομάσουμε. Θα μπορούσαμε αν θέλετε να τους αφαιρέσουμε τον στρατιωτικό τίτλο. 

Τα άτομα, όμως, που θα βρίσκονται στην ηγεσία πρέπει να ηγούνται με τα ο παράδειγμα που δίνουν.
 Το να ακολουθήσεις κάποιον ή να κάνεις τους άλλους να σε ακολουθήσουν είναι ένα έργο που ορισμένες φορές μπορεί να γίνει δύσκολο. 
Είναι όμως απείρως πιο εύκολο από το να υποχρεώσεις κάποιους άλλους να βαδίσουν σε ένα μονοπάτι ανεξερεύνητο όπου κανείς δεν έχει ακόμη περπατήσει.

Η νεολαία μένει να αναλάβει τα μεγάλα ζητήματα που έχει προτάξει η κυβέρνηση, ως ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν από τις λαϊκές μάζες, να τα μετατρέψει σε δική της υπόθεση και στον δρόμο αυτό να πορευτεί στην πρωτοπορία. Με την καθοδήγηση και τον προσανατολισμό του κόμματος, η νεολαία θα πρέπει να βαδίζει στην πρωτοπορία.

Με την απόρριψη όλων των λανθασμένων τρόπων λειτουργίας της ηγεσίας και την εκλογή ως μελών του κόμματος των παραδειγματικών εργαζομένων, των πρωτοπόρων εργαζομένων οι οποίοι στον χώρο εργασίας μπορούσαν να μιλήσουν με κύρος, των ίδιων πρωτοπόρων εργαζομένων που πήγαιναν στο μέτωπο, συντελείται η πρώτη ποιοτική αλλαγή στο κόμμα μας. 

[Σημ: Ως μέρος της αναδιοργάνωσης των Ενοποιημένων Επαναστατικών Οργανώσεων και της συγκρότησης τα ου Ενωμένου Κόμματος της Σοσιαλιστικής Επανάστασης, το 1962-1963, καθιερώθηκε μια διαδικασία κατά την οποία οι εργαζόμενοι εκλέγονται από τους συναδέλφους τους, σε συνελεύσεις που πραγματοποιούνται στους χώρους εργασίας, για την ομάδα από την οποία το κόμμα εκλέγει τα μέλη του. Αυτή η διαδικασία ισχύει μέχρι σήμερα στο Κομουνιστικό Κόμμα Κούβας].

Η αλλαγή αυτή, χωρίς να είναι η μοναδική, και συνοδευόμενη στην συνέχεια από μια σειρά οργανωτικών μέτρων, αποτελεί την πιο σημαντική πτυχή της μετεξέλιξης μας. Έχει επίσης υπάρξει μια σειρά αλλαγών όσον αφορά τη νεολαία.

Η δική μου τώρα επιμονή σε αυτό το σημείο – κάτι που κατ’ επανάληψη σας έχω εκφράσει – είναι να μην πάψετε να είστε νέοι, να μην μετατραπείται σε γέρους θεωρητικούς ή σε θεωρητικολόγους. 
Να διατηρήσετε τη φρεσκάδα και τον ενθουσιασμό της νιότης. 
Να είστε ικανοί να αφουγκράζεστε τα μεγάλα κελεύσματα της κυβέρνησης, να τα αφομοιώνετε και να γίνεστε η κινητήρια δύναμη ολόκληρου του μαζικού κινήματος, βαδίζοντας στην πρωτοπορία. 
Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να μπορείτε να κρίνετε ποιοι είναι οι σημαντικοί τομείς στους οποίους η κυβέρνησης δίνει μεγαλύτερη έμφαση – μια κυβέρνηση που εκπροσωπεί το λαό και είναι την ίδια στιγμή ένα κόμμα.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει κανείς να αξιολογεί τα πράγματα και να θέτει προτεραιότητες. Αυτά είναι τα καθήκοντα που πρέπει να εκπληρώσει η οργάνωση νεολαίας. 

Μιλήσατε για την τεχνολογική επανάσταση. Είναι ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα, ένας από τους πιο συγκεκριμένους στόχους που προσιδιάζει στην ιδιοσυγκρασία των νέων. 
Δεν μπορεί όμως κανείς να πραγματοποιήσει την τεχνολογική επανάσταση από μόνος του, μια που είναι κάτι που συντελείται σε όλο τον κόσμο, σε κάθε χώρα, σοσιαλιστική και μη σοσιαλιστική – αναφέρομαι στις ανεπτυγμένες χωρες φυσικά.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες συντελείται μια τεχνολογική επανάσταση. Στη Γαλλία υπάρχει μια ισχυρή τεχνολογική επανάσταση, όπως και στη Βρετανία και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Και οι χώρες αυτές σίγουρα δεν είναι σοσιαλιστικές. 

Η τεχνολογική επανάσταση πρέπει συνεπώς να έχει ένα ταξικό και σοσιαλιστικό περιεχόμενο. 
Για να υπάρξει αυτό, απαιτείται μια μεταμόρφωση της νεολαίας, ώστε να γίνει μια πραγματική κινητήριος δύναμη. 
Είναι απαραίτητο να εξαλειφθούν, με άλλα λόγια, όλα τα κατάλοιπα της παλιάς κοινωνίας που έχει πεθάνει. 

Δεν μπορούμε να δούμε την τεχνολογική επανάσταση ανεξάρτητα από μια κομμουνιστική στάση απέναντι στην εργασία. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Αν δεν υπάρχει μια κομμουνιστική στάση απέναντι στην εργασία, δεν μπορεί να γίνει λόγος για μια σοσιαλιστική τεχνολογική επανάσταση.

Πρόκειται απλά για τον αντικατοπτρισμό στο εσωτερικό της Κούβας της τεχνολογοικής επανάστασης που συντελείται με μεγάλα βήματα χάρη στις πρόσφατες επιστημονικές εφευρέσεις και ανακαλύψεις. Αυτά είναι γεγονότα που δεν μπορούν να διαχωριστούν το ένα από το άλλο. 

Η κομμουνιστική στάση απέναντι στην εργασία συνίσταται στις αλλαγές που πραγματοποιούνται στην συνείδηση του κάθε ατόμου, αλλαγές που αναγκαστικά απαιτούν πολύ χρόνο. 

Δεν μπορεί κανείς να έχει την αξίωση οι αλλαγές αυτές να ολοκληρωθούν σε μια σύντομη χρονική περίοδο, κατά την οποία η εργασία θα εξακολουθεί να έχει τον ίδιο χαρακτήρα που έχει και σήμερα – θα εξακολουθεί να είναι μια καταναγκαστική κοινωνική υποχρέωση – ώσπου να μετατραπεί σε κοινωνική ανάγκη. 
Αν σε κάθε μας βήμα συνδιάζουμε την ικανότητα να μεταμορφώνουμε τους εαυτούς μας, γενικεύοντας την στάση μας απέναντι στη μελέτη της νέας τεχνολογίας, με την ικανότητα να αποδίδουμε στις θέσεις εργασίας μας ως μέλη της πρωτοπορίας, τότε θα προχωρήσουμε. 
Και αν σταδιακά συνηθίσετε να μετατρέπετε την παραγωγική σας εργασία σε κάτι που με το πέρασμα του χρόνου γίνεται ανάγκη, τότε αυτόματα θα γίνετε η πρωτοπόρα ηγεσία της νεολαίας και δεν θα προβληματιστείτε ξανά για το τι οφείλετε να κάνετε. Θα κάνετε απλά ότι τη δεδομένη στιγμή σας φαίνεται πιο λογικό. 
Δεν θα χρειάζεται να ψάχνετε να βρείτε τι είναι αυτό που ικανοποιεί τη νεολαία.
Θα είστε συγχρόνως νέοι αλλά και εκπρόσωποι της πρωτοπορίας της νεολαίας. 

Όσοι είναι νέοι, προπαντός νέοι στο πνεύμα, δεν χρειάζεται να ανησυχούν για το τι πρέπει να κάνουν για να ευχαριστήσουν τους άλλους. Να κάνετε απλά ότι είναι απαραίτητο, ότι σας φαίνεται λογικό τη δεδομένη στιγμή. Έτσι η νεολαία θα γίνει ηγεσία. 

Σήμερα έχουμε ξεκινήσει μια διαδικασία πολιτικοποίησης, αν μπορούμε να την ονομάσουμε έτσι, του Υπουργείου Βιομηχανίας. Το Υπουργείο είναι ένας πολύ ψυχρός χώρος, ένας πολύ γραφειοκρατικός χώρος, μια φωλιά βαρετών και σχολαστικών γραφειοκρατών, από τον υπουργό και κάτω, που βασανίζονται αδιάκοπα με συγκεκριμένα καθήκοντα προκειμένου να βρουν νέες σχέσεις και νέες συμπεριφορές. 
Εσείς λοιπόν ως οργάνωση νεολαίας παραπονεθήκατε ότι δεν παρακολούθησαν πολλοί τις εκδηλώσεις που οργανώσατε – ο χώρος ήταν άδειος τις μέρες που δεν ήμουν εγώ – και θα θέλατε να κάνω μια παρατήρηση. Μπορώ να πω κάτι, δεν μπορώ όμως να ζητήσω από κανέναν να έρθει εδώ. 
Τι ακριβώς συμβαίνει; 
Το πρόβλημα είναι απλά ότι είτε υπάρχει έλλειψη επικοινωνίας, είτε υπάρχει έλλειψη ενδιαφέροντος, και ότι σε κάθε περίπτωση το θέμα δεν έχει αντιμετωπιστεί από τους ανθρώπους που έχουν επιφορτιστεί να το κάνουν. Και αυτό είναι ένα συγκεκριμένο καθήκον του Υπουργείου. Είναι καθήκον της οργάνωσης νεολαίας, να υπερνικήσει την αδιαφορία που υπάρχει στο Υπουργείο. 
Αναμφίβολα, πάντα υπάρχει περιθώριο για ανάλυση και αυτοκριτική. 
Είναι πάντα επίκαιρη η εκτίμηση ότι δεν γίνονται όλα όσα είναι απαραίτητα ώστε να υπάρχει μια διαρκής επικοινωνία με τον κόσμο.
Σωστά. Όταν όμως κάποιος κάνει αυτοκριτική, πρέπει να είναι ολοκληρωμένη. Αυτοκριτική βέβαια δεν σημαίνει αυτομαστίγωση, αλλά έχει να κάνει με την ανάλυση της στάσης του καθενός. 
Και επιπλέον ο τεράστιος φόρτος εργασίας που κουβαλά ο καθένας στις πλάτες του – όπου στοιβάζονται το ένα πάνω στο άλλο τα καθήκοντα – σημαίνει ότι γίνεται πιο δύσκολο να υπάρξει μια άλλου είδους σχέση, να επιδιώξει κανείς μια σχέση πιο ανθρώπινη, θα μπορούσαμε να πούμε, μια σχέση λιγότερο εγκλωβισμένη στα γραφειοκρατικά κανάλια που σκάβουμε μέσα από το ατελείωτο χαρτομάνι.
Αυτό θα έρθει με τον καιρό, όταν η δουλειά δεν θα είναι τόσο πιεστική, όταν θα μπορεί κανείς να βασιστεί σε έναν επαρκή αριθμό στελεχών, όταν θα εκπληρώνονται πάντα όλα τα καθήκοντα, και όταν θα έχει εκλείψει η δυσπιστία απέναντι στην εργασία που είναι ένα από τα επονείδιστα στοιχεία που χαρακτηρίζουν ολόκληρο αυτό το στάδιο της επανάστασης μας. 

Σήμερα είναι απαραίτητο να ελέγχει κανείς προσωπικά κάθε έγγραφο, να κάνει ο ίδιος τους υπολογισμούς των στατιστικών στοιχείων, και πάλι ανακύπτουν λάθη. Όταν λοιπόν όλη αυτή η περίοδος παρέλθει – ήδη πλησιάζει προς το τέλος της και σύντομα θα εκλείψει – και όταν όλα τα στελέχη ισχυροποιηθούν, όταν θα έχουμε όλοι μας προοδεύσει λίγο ακόμα, τότε φυσικά θα υπάρχει χρόνος για άλλου είδους σχέσεις.
 Αυτό δεν σημαίνει ότι ο υπουργός ή ο διευθυντής θα βγαίνει να ρωτάει τον καθένα πως είναι η οικογένεια του. 
Σημαίνει ότι θα μπορούμε να οργανώσουμε σχέσεις που να μας επιτρέπουν να εργαζόμαστε καλύτερα και μέσα στο υπουργείο αλλά και έξω από αυτό, έτσι ώστε να γνωριστούμε καλύτερα.

Γιατί στόχος του σοσιαλισμού σήμερα, σε αυτήν τη φάση οικοδόμησης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, δεν είναι απλά η δημιουργία αστραφτερών εργοστασίων. 
Τα εργοστάσια αυτά φτιάχνονται με στόχο τον ολοκληρωμένο άνθρωπο. 
Ο άνθρωπος θα πρέπει να μετασχηματίζεται παράλληλα με την ανάπτυξη της παραγωγής. 
Δεν θα κάναμε τη δουλειά μας αν ήμασταν αποκλειστικά παραγωγοί εμπορευμάτων και πρώτων υλών και δεν ήμασταν ταυτοχρόνως ικανοί να παράγουμε ανθρώπους. 

Πρόκειται εδώ για μια απο τις αποστολές της νεολαίας: να ωθήσει και να καθοδηγήσει, μέσω του παραδείγματος της, τη δημιουργία του μελλοντικού ανθρώπου. 
Σε αυτό το έργο δημιουργίας και καθοδήγησης συμπεριλαμβάνεται και η συγκρότηση του εαυτού μας, γιατί απέχουμε όλοι από το να είμαστε τέλειοι. 

Και όλοι θα πρέπει να βελτιωνόμαστε μέσα από τη δουλειά μας, τις διαπροσωπικές σχέσεις, μέσα από της σοβαρή μελέτη και τις αντιπαραθέσεις με κριτικό πνεύμα. Όλα αυτά συμβάλλουν στον μετασχηματισμό του ανθρώπου. 
Αυτό το γνωρίζουμε, μια που έχουν περάσει πέντε ολόκληρα χρόνια από τον θρίαμβο της επανάστασης μας.
 Επτά χρόνια πέρασαν επίσης από τότε που οι πρώτοι από εμάς αποβιβάστηκαν και ξεκίνησαν τον αγώνα, την τελική φάση του αγώνα. 
Όποιος κοιτάξει προς τα πίσω και αναλογιστεί πως ήταν ο ίδιος πριν επτά χρόνια θα αντιληφθεί ότι η απόσταση που έχουμε διανύσει είναι μεγάλη, πολύ μεγάλη, αλλά και ότι απομένει ακόμη αρκετός δρόμος.

Αυτοί είναι οι στόχοι μας. Είναι σημαντικό για τη νεολαία να κατανοήσει ποιός είναι ο ρόλος της και ποια είναι η βασική της αποστολή.
 Δεν χρειάζεται να παραφουσκώνει την σημασία του ρόλου αυτού, ούτε να θεωρεί τον εαυτό της ως κέντρο του σοσιαλιστικού σύμπαντος. 
Θα πρέπει όμως να βλέπει τον εαυτό της ως έναν σημαντικό κρίκο, έναν πολύ σημαντικό κρίκο που μας δείχνει το μέλλον.

Εμείς οδεύουμε προς τη δύση, παρόλο που, κατά μία έννοια γεωγραφική, ανήκουμε ακόμη στη νεολαία. Έχουμε φέρει σε πέρας πολλά δύσκολα καθήκοντα. Είχαμε την ευθύνη της καθοδήγησης μιας χώρας σε στιγμές τρομακτικά δύσκολες και αυτό βέβαια γερνά και φθείρει τους ανθρώπους. 
Σε μερικά χρόνια το καθήκον όσων από εμάς έχουν απομείνει θα είναι να αποσυρθούμε σε χειμερινά καταλύματα αφήνοντας τους νέους να καταλάβουν τις θέσεις μας.
 Όπως και να έχουν τα πράγματα, πιστεύω οτι εκπληρώσαμε με αρκετή αξιοπρέπεια μια αποστολή πολύ σημαντική. 
Δεν θα ήταν, όμως, το έργο μας ολοκληρωμένο αν δεν ξέραμε ποια είναι η κατάλληλη στγμή να αποσυρθούμε. 

Συμπληρωματικά, μια άλλη αποστολή σας είναι να διαμορφώσετε τους ανθρώπους που θα μας αντικαταστήσουν, έτσι ώστε το γεγονός ότι εμείς θα καλυφθούμε από τη λήθη, σαν κάτι που ανήκει στο παρελθόν, να αναδειχθεί σε ένα από τα πιο σημαντικά κριτήρια βάσει των οποίων θα αξιολογήσουμε τη δράση ολόκληρης της νεολαίας και ολόκληρου του λαού.

Πηγή: Ο Τσε Γκεβάρα μιλάει στους νέους (Che Guevara habla a la juventud / Che Guevara talks to young people), Pathfinder Press, 2000. Ελληνική Έκδοση: Διεθνές Βήμα, 2004.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

90 πλοία θανάτου με ραδιενέργεια βυθίστηκαν σε Πελοπόννησο, Κεφαλλονιά, Ζάκυνθο κ.α.


,,φάτε ψάρια-κολυμπήστε,, 
καλέ μου άνθρωπε οι καπιταλιστές που ανέχεσαι ή και υποστηρίζεις:


Τα βούλιαξαν σκόπιμα από το 1985 έως το 1996. Θανάσιμες συνέπειες (και για την Ελλάδα) σε ανθρώπους και οικοσύστημα 
Ενενήντα εμπορικά πλοία-ραδιενεργές βόμβες βυθίστηκαν σκόπιμα στη Μεσόγειο Θάλασσα κατά την περίοδο 1985-1996, μετατρέποντας σχεδόν το σύνολο της θαλάσσιας περιοχής σε υγρό τάφο, με τις θανάσιμες συνέπειες (και για την Ελλάδα) που είναι δεδομένο πως υπάρχουν για την ανθρώπινη υγεία, αλλά και το οικοσύστημα, να παραμένουν ανυπολόγιστες! 
Ενα από αυτά, μάλιστα, όπως έγραφε χθες η εφημερίδα «Il Messaggero», καταβυθίστηκε την περίοδο εκείνη ανοιχτά των ακτών της Καλαβρίας, όπου πρόσφατα υπήρξαν καταγγελίες για «αυξημένα επίπεδα ραδιενέργειας», γεγονός που έδωσε αφορμή στις Αρχές να δώσουν εντολή πραγματοποίησης μετρήσεων, τα αποτελέσματα των οποίων όμως δεν έχουν εκδοθεί ακόμη. 
Σαν να μην έφτανε αυτό, η εφημερίδα αναφέρεται και σε έγγραφο του 2009 του δικαστή Μπρούνο Τζορντάνο, σχολιάζοντας ότι η υπόθεση θάφτηκε, καθώς «κρατήθηκε μυστικό για χρόνια». Σε αυτό το έγγραφο μάλιστα ο δικαστής καταγγέλλει ότι εντοπίστηκε στο Ιόνιο, ανοιχτά των ακτών της Καλαβρίας, το πλοίο-φάντασμα «Cunsky», στο οποίο επίσης υπήρχαν βαρέλια με επικίνδυνα απόβλητα, αλλά και ανθρώπινα κρανία! 
Την αποκάλυψη του σκανδάλου έκανε χθες επιτροπή του ιταλικού Κοινοβουλίου, η οποία την περίοδο αυτή ερευνά υποθέσεις παράνομης διακίνησης ραδιενεργών και τοξικών αποβλήτων. Απόρρητα έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών που αποχαρακτηρίστηκαν πρόσφατα δείχνουν, σύμφωνα με τη «Messaggero», ότι περίπου 90 σκοπίμως βυθισμένα πλοία έχουν δηλητηριάσει τη θαλάσσια γειτονιά μας. Πιο συγκεκριμένα, την αποκάλυψη έκανε ο πρόεδρος της επιτροπής Αλεσάντρο Μπράτι, ανακοινώνοντας ότι 60 έγγραφα της πρώην υπηρεσίας πληροφοριών Sismi έχουν αποχαρακτηριστεί έπειτα από αίτημά του και το περιεχόμενό τους πρόκειται να δοθεί στη δημοσιότητα. 

Έγγραφα 
Ανάμεσά τους βρίσκονται και έγγραφα, τα οποία αφορούν πλοία που βυθίστηκαν στη Μεσόγειο. «Τα ναυάγια μπορεί να περιέχουν επικίνδυνα ή ραδιενεργά απόβλητα» σημειώνει η κοινοβουλευτική επιτροπή, σύμφωνα με την εφημερίδα. 
Ενα από τα έγγραφα, το οποίο η Sismi απέστειλε στο πρωθυπουργικό γραφείο του Λαμπέρτο Ντίνι και το υπουργείο Αμυνας της Ιταλίας στις 5 Σεπτεμβρίου 1995, αποκαλύπτει ότι από τις 14 Απριλίου 1989 έως τις 22 Ιουλίου 1995 περίπου 90 εμπορικά πλοία με επικίνδυνα απόβλητα βυθίστηκαν στη Μεσόγειο. 
Οπως σημειώνει η «Messaggero», καταγράφονται οι συντεταγμένες των ναυαγίων, το φορτίο, τα στοιχεία των εφοπλιστών, η διαδρομή τους κ.ά. 
Αγνωστο παραμένει δε, και το αν υπάρχει ελληνική εμπλοκή, καθώς θα χρειαστεί να περιμένει κανείς να δει το περιεχόμενο των εγγράφων για να μπορέσει να διαπιστώσει αν στα ονόματα των πλοιοκτητών αναφέρεται και το όνομα κάποιου Ελληνα εφοπλιστή. 
«Τα τοξικά προκαλούν λευχαιμία και άλλες θανατηφόρες ασθένειες» 
«Τα πυρηνικά είναι γεννήτορες της λευχαιμίας και πολλών άλλων θανατηφόρων ασθενειών. Πρόκειται για ένα τεράστιο περιβαλλοντικό σκάνδαλο, ένα έγκλημα που αποσιωπάται…» αναφέρει ο διευθυντής στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας Αρχιπέλαγος Θοδωρής Τσιμπίδης, σχολιάζοντας τα όσα αποκαλύφθηκαν χθες από τον ιταλικό Τύπο. 
«Τα βαρέλια αυτά (με τοξικά και πυρηνικά απόβλητα) κάποια στιγμή θα ανοίξουν. Κάποια πιθανώς να υπέστησαν ρήγματα την ώρα που βυθίζονταν. Μετά τα 100-150 μέτρα θέλει ειδική κατασκευή (για να μη διαρρεύσουν), η οποία προφανώς δεν υπήρχε. Και όσα δεν έσπασαν από την πίεση που ασκεί το βάθος από εκεί και πέρα κινδυνεύουν από τη διάβρωση που θα προέλθει από την ηλεκτρόλυση, η οποία διαρκεί περίπου μία δεκαετία. Αρα, σήμερα κινδυνεύουμε άμεσα. Πρέπει ο κόσμος να καταλάβει πως είναι τα απόβλητα των Βορειοευρωπαίων. Δεν υπάρχουν μικρές χημικές βιομηχανίες, αλλά και η πυρηνική βιομηχανία στην Ευρώπη είναι συγκεκριμένη. Μία “μαφία” οργανωμένη, με κοστούμια, έκανε συμφωνίες με μεγάλες βιομηχανίες στην Ευρώπη, με την “υπόσχεση” ότι θα πάνε τα απόβλητα κοντά στην Αφρική και θα τα θάψουν εκεί». 

1η k 17 Μάη Απαντάμε Σε: κυβέρνηση-κουαρτέτο-κεφάλαιο για τα νέα αντιλαϊκά μέτρα:


Πανελλαδική πανεργατική απεργία στις 17 Μάη
Η επιτυχία της απεργίας είναι στα χέρια των εργατών, τονίζει με ανακοίνωσή του το ΠΑΜΕ

Κάλεσμα στα συνδικάτα και τους εργαζόμενους να πάρουν στα δικά τους χέρια την 24ωρη πανελλαδική πανεργατική απεργία που κηρύχθηκε για τις 17 Μάη σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, απευθύνει το ΠΑΜΕ, για να δοθεί απάντηση στα νέα αντιλαϊκά μέτρα που συμφώνησαν κυβέρνηση και κουαρτέτο. 
Ταυτόχρονα, το ΠΑΜΕ καλεί τους εργαζόμενους να είναι σε πλήρη ετοιμότητα, για άμεση απεργιακή απάντηση σε περίπτωση που η κυβέρνηση φέρει νωρίτερα προς ψήφιση στη Βουλή το νέο αντιλαϊκό πακέτο.

Σημειώνεται ότι ήδη από την περασμένη Τρίτη, στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΓΣΕΕ, τα στελέχη της ΔΑΣ (στηρίζεται από το ΠΑΜΕ), είχαν καταθέσει πρόταση για προκήρυξη νέας 24ωρης πανελλαδικής απεργίας, προτείνοντας μάλιστα η απεργία να προκηρυχτεί στις 10 Μάη, όπως και να αντιμετωπιστεί σε κάθε περίπτωση τυχόν προσπάθεια της κυβέρνησης να κάνει ελιγμούς σε σχέση με την ημερομηνία ψήφισης των αντιλαϊκών μέτρων.

Στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής, η πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΕ απέφυγε να ορίσει ημερομηνία απεργίας, ενώ την Πέμπτη 27 Απρίλη σε σύσκεψη που οργάνωσε με τη συμμετοχή συνδικαλιστικών και επιστημονικών φορέων -κάτω και από την πίεση που ασκήθηκε από τις πρωτοβουλίες του ΠΑΜΕ- αποφάσισε απεργία στις 17 Μάη, όπως και ότι η ημερομηνία θα τροποποιηθεί στην περίπτωση που η κυβέρνηση φέρει τελικά νωρίτερα τα μέτρα προς ψήφιση στη Βουλή. Ανάλογη απόφαση πήρε την Πέμπτη και η ΑΔΕΔΥ.

Ανακοίνωση του ΠΑΜΕ

Σε ανακοίνωσή της η Εκτελεστική Γραμματεία του ΠΑΜΕ, με το σύνθημα «Όλοι στη μάχη για την επιτυχία της απεργίας στις 17 Μάη», τονίζει:

«Η Εκτελεστική Γραμματεία καλεί τα Συνδικάτα και τους εργαζόμενους να δώσουμε τον καλύτερο εαυτό μας, όλες τις δυνάμεις για να είναι μαζικές, μαχητικές οι Πρωτομαγιάτικες απεργιακές συγκεντρώσεις.

Να αποτελέσουν βήμα κλιμάκωσης για την επιτυχία της Πανελλαδικής Πανεργατικής απεργίας σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα στις 17 Μάη.

Αξιοποιούμε τις εκδηλώσεις, τις συσκέψεις, τις περιοδείες μπροστά στην 1η Μάη για να παρθούν αποφάσεις στους χώρους δουλειάς για την επιτυχία της απεργίας. Για να πάρει απάντηση η κυβέρνηση, η ΕΕ, το μεγάλο κεφάλαιο για τα μέτρα που τσακίζουν τα δικαιώματα της ζωής των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων.

Η απεργία στις 17 Μάη στα χέρια των εργατών.

Και μετά την 1η Μάη, χωρίς να χαθεί χρόνος, συζητάμε και αποφασίζουμε με τους εργαζόμενους στους χώρους δουλειάς μέσα από συλλογικές διαδικασίες για να μπουν στην οργάνωση της επιτυχίας της απεργίας περισσότεροι εργαζόμενοι.

Για να μην περνάει η απογοήτευση, ο φόβος, η τρομοκρατία.

Δίνουμε τη μάχη και είμαστε σε ετοιμότητα αν η κυβέρνηση φέρει τα μέτρα πιο πριν, θα απαντήσουμε άμεσα νωρίτερα».