Δημήτρης Τάκης:
- Μου φερες τσιγάρα μωρέ ζαγάρι;
Με ρώτησε με φωνή δυνατή και συνάμα γεμάτη αγάπη η ηλικιωμένη γυναίκα.
-Σου φερα βρε κοπελιά απάντησα εγω.
Σου εφερα και τον Ριζοσπάστη, Σάββατο σήμερα, το ξέχασες;
Αντε βαλε μπρίκι στη φωτια.Παω εγω να μοιρασω τα υπόλοιπα ψωμια στο χωριό και σε κανα τεταρτο θα ειμαι πισω.
-Αιντε καμάρι μου και γω θα στον εχω έτοιμο τον καφε.
Αιντε σύρε στη δλεια σου.
Έφυγα σβέλτα.
Ήθελα να τελειωσω οσο γρηγορότερα γινόταν.
Ήθελα να γυρισω και να πιω τον καφε απ τα χερακια της "αρραβωνιαρας"μου.
Ετσι θελαμε να λεμε ο ενας τον άλλον.
Πατημένα τα 45 εγω τότε κι η θεια Φωτω ειχε ήδη περασει τον έναν αιωνα ζωης.
Λεβεντισσα.
Θερία γυναικα.
Περήφανη σε όλα της.
Τετρακόσια ταχε.Δε φορουσε καν γυαλιά όταν έπαιρνε την εφημερίδα με το σφυροδρέπανο στα χέρια της και στην κυριολεξία την κατάπινε.
Όλα τα φροντιζε μονη της.
Όλα.
-Αμα ερθεις αύριο καμάρι μου να μου φέρεις ενα πακο μακαρόνια και κανα καλμαλινη, νταξει;
-Οτι θέλει το κοριτσι μου απαντούσα εγω.
Πως να πω οχι;
Σε ποιον να πεις οχι άλλωστε;
Σε ποιον;
Στον άνθρωπο που σεβονταν και καμαρωναν ολοι;
Ολοι στο μικρό ορεινό χωριό ηταν περηφανοι και καμαρωναν για την αντάρτισσα Φωτεινή.
Τέσσερα βόλια την ειχαν βρει στο κορμι της και κεινη επέζησε.Έγκυος τοτε στην μοναδικη της κορη.
Τα καταφερε.
Περασε φυλακές,βασανιστήρια,εξορίες,ξύλο ανελέητο.
Δε λυγισε.
Δεν υπεγραψε.
-Μου δίνει ζωη ο Θεός για τουτη δω την κοπέλα έλεγε δείχνοντας την ογδονταχρονη κορη της.Αμα πεθανω εγω θα χαθει και τούτη.
Χαιρομουν σαν μικρό παιδί που του τάζουν γλυκά και καραμέλες να καθόμαστε μαζι και να κουβεντιαζουμε για ωρες στο μικρό δωμάτιο με την ξυλοσομπα στη μεση.
Λέγαμε για το κόμμα, για τα καινούργια μέτρα που θα ψηφιζε η κυβέρνηση.Για τα συλλαλητήρια που οργανώνονταν απ το ΠΑΜΕ.
-Μακαρι να με βασταγαν τα ποδαρια μου και θα ρχομουν και γω μαζι σου αυριο μου έλεγε.Γέρασα μωρε.Δε βασταω πια.
- Εσυ θεια Φωτω τις βάζεις όλες κάτω απαντούσα εγω θέλοντας να εμψυχωσω τη γρια αντάρτισσα.
Πες μου τώρα για το Γραμμο. Πες μου πως γνώρισες τον αντρα σου.Θελω να μαθω.Πες μου πού τον κρέμασαν οι φασίστες. Πεστα μου ολα.
Και κείνη στεκόταν για ώρες και μου τα λεγε. Μεχρι που κουραζοτανε και ακουμπούσε πισω το λευκό της κεφαλι με τις μακριές πλεξούδες και την επερνε ο ύπνος.
Κι εγω σαν καλος αρραβωνιαρης της έβγαζα τις παντόφλες, της ανέβαζα τα πόδια στο κρεβατι και την σκεπαζα με την μπερτα της.
Έφευγα σιγα σιγα μην τυχόν και την ξυπνήσω για να ξαναβρεθουμε παλι την αλλη μέρα. Με φρέσκο καφέ, με καινούριο πακέτο τσιγάρα και νέες ιστορίες απ το Γράμμο.
Κάποια στιγμή σε μια εκδήλωση για το 24ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ έπεσε στα χέρια μου μια παλιά ασπρόμαυρη και ξεθωριασμένη φωτογραφία.
Την πήρα και την καθάρισα ψηφιακά.
Την μεγέθυνα, την τοποθέτησα σε μια όμορφη ασημένια κορνίζα και της την πήγα να την δει.
Την πήρε στα χέρια της, την κοίταξε καλά καλά για κανά τέταρτο χωρίς να πει το παραμικρό.
Εγώ τσιμουδιά, άχνα.
Παρέμεινα μόνο να κοιτάζω τα μάτια της που γέμιζαν με κείνον τον γλυκό πόνο που φέρνουν και ξυπνούν οι αναμνήσεις.
Αναγνώρισε τον εαυτό της αμέσως.
- Αυτή είμαι γω, είπε.
Για να σκουπίσει ευθύς αμέσως όμως τα δάκρυα της και να πει με τον μοναδικό της τρόπο.
- Ααχχχ Δημητράκη μου !
Σου ρχεται τρέλα αν σκεφτείς με ποιους πολεμήσαμε τι καταφέραμε μεις τότε με το τίποτα στα χέρια μας.
Κι έπειτα....
Έπειτα ήρθε κείνο το κουμάσι ο Παπανδρέου κι έφερε τους Εγγλέζους.
Κι ούλοι οι καπεταναίοι μεμιάς γινηκαν φυγάδες.
Κι οι μουτσοι κι οι ρουφιάνοι γινηκαν αρχηγοί και βουλευταδες.
Πήρε την κορνίζα με την φωτογραφία και την έβαλε στο κομοδίνο.
Την κοίταξε για μια στιγμή ακόμα και μονολόγησε με γλυκό χαμόγελο.
- Πως πέρασαν τα χρόνια !!!
Αυτή η γυναίκα που έκανε τα τόσα σπουδαία.
Που πέρασε μέσα απ τη φωτιά της κόλασης του πολέμου και του θανάτου είπε με γλυκό χαμόγελο:
"πώς πέρασαν τα χρόνια ..."
Τόσο απλά τής φανήκανε όσα γιγάντια έκανε .
Απλά περασμένα τα είδε.
Χωρίς στόμφο, χωρίς έπαρση, χωρίς να κομπάζει για τίποτε .
Όπως αξίζει και ταιριάζει στους αληθινά γενναίους .
Ετσι διδάχτηκα εγω την ιστορία μας.
Οχι απ τα βιβλια του σχολείου και τις ιστορικες ψευτιες των μεγαλοεκδοτων.
Όχι απ' τα πληρωμένα ντοκιμαντέρ και τα σκηνοθετημένα βίντεο του γιου τιουμπ.
Αυτες τις γυναίκες θελω να θυμάμαι και να τιμω !
Για αυτές τις γυναίκες νιώθω υπερήφανος και τις λατρεύω.
Αυτές οι γυναίκες "γιορταζουν" , όχι σήμερα όχι αύριο ούτε μεθαύριο.
Μα κάθε μέρα...
Στη θεια Φώτω ...
Κάποια στιγμή σε μια εκδήλωση για το 24ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ έπεσε στα χέρια μου μια παλιά ασπρόμαυρη και ξεθωριασμένη φωτογραφία.
Την πήρα και την καθάρισα ψηφιακά.
Την μεγέθυνα, την τοποθέτησα σε μια όμορφη ασημένια κορνίζα και της την πήγα να την δει.
Την πήρε στα χέρια της, την κοίταξε καλά καλά για κανά τέταρτο χωρίς να πει το παραμικρό.
Εγώ τσιμουδιά, άχνα.
Παρέμεινα μόνο να κοιτάζω τα μάτια της που γέμιζαν με κείνον τον γλυκό πόνο που φέρνουν και ξυπνούν οι αναμνήσεις.
Αναγνώρισε τον εαυτό της αμέσως.
- Αυτή είμαι γω, είπε.
Για να σκουπίσει ευθύς αμέσως όμως τα δάκρυα της και να πει με τον μοναδικό της τρόπο.
- Ααχχχ Δημητράκη μου !
Σου ρχεται τρέλα αν σκεφτείς με ποιους πολεμήσαμε τι καταφέραμε μεις τότε με το τίποτα στα χέρια μας.
Κι έπειτα....
Έπειτα ήρθε κείνο το κουμάσι ο Παπανδρέου κι έφερε τους Εγγλέζους.
Κι ούλοι οι καπεταναίοι μεμιάς γινηκαν φυγάδες.
Κι οι μουτσοι κι οι ρουφιάνοι γινηκαν αρχηγοί και βουλευταδες.
Πήρε την κορνίζα με την φωτογραφία και την έβαλε στο κομοδίνο.
Την κοίταξε για μια στιγμή ακόμα και μονολόγησε με γλυκό χαμόγελο.
- Πως πέρασαν τα χρόνια !!!
Αυτή η γυναίκα που έκανε τα τόσα σπουδαία.
Που πέρασε μέσα απ τη φωτιά της κόλασης του πολέμου και του θανάτου είπε με γλυκό χαμόγελο:
"πώς πέρασαν τα χρόνια ..."
Τόσο απλά τής φανήκανε όσα γιγάντια έκανε .
Απλά περασμένα τα είδε.
Χωρίς στόμφο, χωρίς έπαρση, χωρίς να κομπάζει για τίποτε .
Όπως αξίζει και ταιριάζει στους αληθινά γενναίους .
Ετσι διδάχτηκα εγω την ιστορία μας.
Οχι απ τα βιβλια του σχολείου και τις ιστορικες ψευτιες των μεγαλοεκδοτων.
Όχι απ' τα πληρωμένα ντοκιμαντέρ και τα σκηνοθετημένα βίντεο του γιου τιουμπ.
Αυτες τις γυναίκες θελω να θυμάμαι και να τιμω !
Για αυτές τις γυναίκες νιώθω υπερήφανος και τις λατρεύω.
Αυτές οι γυναίκες "γιορταζουν" , όχι σήμερα όχι αύριο ούτε μεθαύριο.
Μα κάθε μέρα...
Στη θεια Φώτω ...