Τζόγος των εισφορών χωρίς καμιά εγγύηση για την καταβολή των «συντάξεων»
Τις αμέσως επόμενες μέρες αναμένεται να ξεκινήσει στη Βουλή η συζήτηση του νομοσχεδίου που φέρνει η κυβέρνηση για τη δημιουργία του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ), ολοκληρώνοντας αυτό που ξεκίνησε με νόμο του 2012 (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑ.Ο.Σ.), συνέχισε και επικαιροποίησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τον νόμο του 2016.
Πυρήνας του νομοσχεδίου είναι η θεσμοθετημένη κλοπή δισεκατομμυρίων ευρώ από τις τσέπες των εργαζομένων - ασφαλισμένων, τα οποία θα δίνονται χάρισμα στις μεγάλες επιχειρήσεις για να τα τζογάρουν. Ενώ για τους ίδιους τους εργαζόμενους το αν, πότε και πόση σύνταξη θα πάρουν, δεν το εγγυάται κανένας.
Πρόκειται για συνέχεια αντιασφαλιστικών νόμων προηγούμενων δεκαετιών που αφαίμαξαν τα αποθεματικά των Ταμείων με διάφορους τρόπους (δάνεια, χρηματιστήριο κ.ά.) για τη χρηματοδότηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Σήμερα, η κυβέρνηση της ΝΔ, προκειμένου να ρίξει στάχτη στα μάτια των ασφαλισμένων, κυρίως των νέων, για τις πραγματικές στοχεύσεις του νομοσχεδίου, ισχυρίζεται ότι το κεφαλαιοποιητικό σύστημα «είναι η απάντηση στους κινδύνους που προκαλεί η γήρανση του πληθυσμού», ότι «θα συμβάλει στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας» και ότι θα δίνει μεγαλύτερες συντάξεις. Σπεύδει επίσης να «καθησυχάσει» τους παλιούς ασφαλισμένους ότι δεν θα έχει επιπτώσεις γι' αυτούς.
Η αλήθεια βέβαια είναι τελείως διαφορετική και κάνει επιτακτική την ανάγκη να δοθεί μαζική απάντηση στους νέους αντιασφαλιστικούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης.
«Δώρο» δισεκατομμυρίων ευρώ στο κεφάλαιο
Η ίδια η έννοια της κεφαλαιοποίησης διαψεύδει την κυβέρνηση. Στο ΤΕΚΑ θα υπαχθούν υποχρεωτικά οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας από 1/1/2022 και προαιρετικά όσοι ασφαλισμένοι είναι κάτω των 35 ετών, αλλά και κλάδοι ελεύθερων επαγγελματιών, που μέχρι τώρα δεν υπάγονται στην Επικουρική Ασφάλιση. Σε αυτό, ο κάθε ασφαλισμένος θα έχει έναν «ατομικό κουμπαρά», στον οποίο θα αποθέτονται οι εισφορές του που δεν θα μπορεί να ακουμπήσει. Ο ασφαλισμένος ξέρει τι εισφορές θα δίνει, αλλά δεν έχει ιδέα αν και πόση σύνταξη θα πάρει.
Αθροιστικά οι «ατομικοί κουμπαράδες» θα διαμορφώνουν τεράστια ποσά, τα οποία θα πηγαίνουν στον «μεγάλο κουμπαρά», στις τσέπες δηλαδή των κεφαλαιοκρατών - διαχειριστών, που δεν έχουν καμιά υποχρέωση να τα επιστρέψουν.
Εχουν όμως το απόλυτο δικαίωμα να τα τζογάρουν, με το ρίσκο ακόμα και να χαθούν. Να γίνουν δηλαδή «αέρας» οι εισφορές και τελικά οι συντάξεις. Ακόμα όμως και αν υπάρξει κάποιο κέρδος από την επένδυση, οι συνταξιούχοι θα γλείψουν ένα κοκαλάκι απ' αυτό και οι επιχειρήσεις θα κρατήσουν τη μερίδα του λέοντος, από ένα αρχικό κεφάλαιο που δεν τους ανήκε! Δηλαδή, μονά - ζυγά κερδισμένοι οι επιχειρηματικοί όμιλοι και χαμένοι οι ασφαλισμένοι, που αναλαμβάνουν τεράστιο ρίσκο να μείνουν και χωρίς συντάξεις.
Τα περί «κρατικής εγγύησης» στην «καταβολή ελάχιστης μηνιαίας σύνταξης» είναι λόγια του αέρα. Στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι μερικές δεκάδες ευρώ που καμία σχέση δεν έχουν με την έννοια και τη σημασία της σύνταξης.
Από την άλλη, με δεδομένο ότι μέσα σε 30 χρόνια έχουν νομοθετηθεί περίπου 10 αντιασφαλιστικοί νόμοι, που αλλάζουν κάθε φορά προς το χειρότερο τους όρους συνταξιοδότησης, πόση αξία έχει η εγγύηση που δίνει σήμερα μια κυβέρνηση για μια σύνταξη που υποτίθεται ότι θα δοθεί μετά από 40 χρόνια; Απολύτως καμιά!
Με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, επί της ουσίας καταργείται η επικουρική σύνταξη και ο εργαζόμενος παύει να θεωρείται ασφαλισμένος. Είναι πλέον «επενδυτής», οι εισφορές του γίνονται κεφάλαιο που τζογάρεται και τα αποτελέσματα του τζόγου θεωρούνται μερίσματα - εάν υπάρξουν.
Ετσι, η σύνταξη ως δικαίωμα που απαντά στην ανάγκη επιβίωσης των συνταξιούχων καταργείται και μετατρέπεται σε ατομική υπόθεση - ευθύνη. Το αν και τι μερίσματα θα πάρει ο ασφαλισμένος, είναι ένα ρίσκο που αναλαμβάνει ο καθένας ατομικά, όπως ατομικά θα υποστεί και τις συνέπειες...
Μεγάλη επισφάλεια και για τους σημερινούς συνταξιούχους
Σε ό,τι αφορά τους σημερινούς συνταξιούχους, παρά τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης, η επισφάλεια είναι μεγάλη, αφού οι σημερινές συντάξεις χρηματοδοτούνται από τις εισφορές που εισπράττονται από τους εν ενεργεία ασφαλισμένους. Από το 2022 και μετά, οι εισφορές των εν ενεργεία θα πηγαίνουν - σύμφωνα με το νομοσχέδιο - στους ατομικούς λογαριασμούς τους και όχι για την πληρωμή των συντάξεων.
Επομένως και με δεδομένη τη διαρκή απόσυρση του κράτους από τη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης προκύπτει σοβαρό ζήτημα χρηματοδότησης των σημερινών συντάξεων και όσων ασφαλισμένων είναι ενταγμένοι στο «παλιό» σύστημα και πρόκειται να βγουν στη σύνταξη τα επόμενα χρόνια.
Το χρηματοδοτικό κενό - ανάλογα με τις παραδοχές - εκτιμάται από τα 48 έως τα 78 δισ. ευρώ. Αυτό το ποσό, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι θα καλυφθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό, θα επιβαρύνει τους φορολογούμενους, δηλαδή και πάλι ο λογαριασμός θα φορτωθεί στα λαϊκά στρώματα. Η επιβάρυνση αυτή μπορεί να συνδυαστεί και με μείωση των υφιστάμενων συντάξεων, όπως και των νέων συντάξεων για τους ασφαλισμένους που θα παραμείνουν στο ισχύον σύστημα.
Οσο για τη συμβολή του «κουμπαρά» στην ανάπτυξη, που επικαλείται η κυβέρνηση ως το τυράκι στη φάκα, από την οποία οι ασφαλισμένοι έχουν κάτι τάχα να περιμένουν, η πείρα από τα προηγούμενα χρόνια είναι διδακτική και κανείς δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα που στήνουν κράτος και επιχειρηματικοί όμιλοι.
Τα λεγόμενα αποθεματικά των Ταμείων λεηλατήθηκαν και στο παρελθόν για να γίνουν κεφάλαιο για επενδύσεις, ιδιαίτερα μεταπολεμικά, όταν έγιναν «δανεικά και αγύριστα» προς τους καπιταλιστές, μετατράπηκαν σε ιδιωτικές περιουσίες, έγιναν βιομηχανίες, καράβια, τράπεζες. Οι εργαζόμενοι όμως δεν κέρδισαν ποτέ τίποτα και οι «μαύρες τρύπες» στα Ταμεία μεγάλωσαν, με αποτέλεσμα να πληρώσουν τον λογαριασμό και με μειώσεις συντάξεων τα χρόνια που ακολούθησαν. Αυτό θα γίνει ακόμα πιο απροκάλυπτα τώρα, με την παράδοσή τους στον τζόγο.
Η «καραμέλα» του δημογραφικού
Σε ό,τι αφορά, τέλος, την επίκληση του δημογραφικού προβλήματος, που προκύπτει από τη γήρανση του πληθυσμού, ως «άλλοθι» για τη νέα αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση, η κυβέρνηση δεν πρωτοτυπεί καθόλου. Τα τελευταία 30 χρόνια τουλάχιστον, αυτό είναι το μόνιμο επιχείρημα, για κάθε αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση, απ' όλες διαχρονικά τις κυβερνήσεις.
Το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, όμως, και το τζογάρισμα των αποθεματικών δεν λύνουν και ούτε μπορούν να λύσουν το δημογραφικό πρόβλημα. Αξιοποιούνται σε όλο τον κόσμο για να επιταχύνουν την απόσυρση του κράτους και της εργοδοσίας από την Ασφάλιση, μετατρέποντάς την ολοένα και περισσότερο σε ατομική υπόθεση.
Οι κοινωνίες μπορεί όντως να «γερνάνε», αφού αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής και ταυτόχρονα έχουν μειωθεί οι γεννήσεις, αλλά γιατί αποτελεί πρόβλημα για μια κοινωνία το 30% του πληθυσμού της να είναι 65 ετών και πάνω όπως προβλέπει η Eurostat ότι θα συμβεί το 2100;
Αλλά και τα αίτια της υπογεννητικότητας, που η αντιμετώπισή της θα μπορούσε να συμβάλει στην ταχύτερη ηλικιακή ανανέωση του πληθυσμού, δεν μπορούν να αναζητηθούν έξω από το ίδιο το σύστημα και τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, που καταδικάζει τα νέα ζευγάρια σε ανασφάλεια και μεροδούλι - μεροφάι, χωρίς εισόδημα και πραγματική στήριξη της οικογένειας, ενώ η «φροντίδα» του για τους γηραιότερους εξαντλείται σε αλλεπάλληλες αυξήσεις των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και σε ιδιωτικοποίηση της όποιας Πρόνοιας...
https://www.rizospastis.gr/page.do?publDate=28/8/2021&id=18321&pageNo=5