Συμπληρώνονται φέτος 105 χρόνια από την ημέρα που μια από τις πιο όμορφες ιστορίες στα χρονικά έλαβε χώρα κοντά σε μια άσημη βελγική πόλη. Την Ιπρ.
Μια ιστορία που, ως και το λυκαυγές του προηγούμενου αιώνα, κυκλοφορούσε περισσότερο ως ένα παραμύθι των ηρώων του πολέμου, ως ένα θρύλος.
Ωστόσο επιβεβαιώθηκε από μαρτυρίες επιζώντων και επιστολές
στρατιωτών που έγιναν μάρτυρες μια
ιστορικής, αυθόρμητης εκεχειρίας, η
οποία συνδυάστηκε με ποδόσφαιρο και,
δυστυχώς, κράτησε λίγο.
Ακριβώς 105 χρόνια πριν, παραμονή Χριστουγέννων του 1914, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήδη αριθμεί τέσσερις μήνες εχθροπραξιών κι απλώνεται στη γηραιά ήπειρο.
Ακριβώς 105 χρόνια πριν, παραμονή Χριστουγέννων του 1914, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήδη αριθμεί τέσσερις μήνες εχθροπραξιών κι απλώνεται στη γηραιά ήπειρο.
Ο εν
λόγω πόλεμος ήταν ο σκληρότερος και
φονικότερος απ όσους η ανθρωπότητα είχε
ζήσει μέχρι τότε και τη νίκη, υπέρ των
συμμαχικών δυνάμεων της Αντάντ, έκρινε
το δυτικό μέτωπο.
Εκεί τέθηκαν αντιμέτωπες
οι δυνάμεις της Γερμανίας και της
Αυστροουγγαρίας με αυτές της Γαλλίας,
της Βρετανίας, του Βελγίου και, αργότερα,
των ΗΠΑ.
Μάχες στα χαρακώματα φυσικά,
όπου εκατομμύρια βρήκαν τον θάνατο όχι
από σφαίρα εχθρού από τις κακουχίες και
το κρύο.
Λίγες ώρες πριν τα Χριστούγεννα, περιγράφει ο τελευταίος εν ζωή στρατιώτης, ο Σκωτσέζος Αλφρεντ Αντερσον (πέθανε το 2005 σε ηλικία 109 ετών),
Λίγες ώρες πριν τα Χριστούγεννα, περιγράφει ο τελευταίος εν ζωή στρατιώτης, ο Σκωτσέζος Αλφρεντ Αντερσον (πέθανε το 2005 σε ηλικία 109 ετών),
μερικοί Γερμανοί στρατιώτες σκέφτηκαν ότι θα ήταν καλή ιδέα να στολίσουν τη δική τους πλευρά των χαρακωμάτων. Εβαλαν μικρά κεράκια πάνω στα δέντρα και άρχισαν να τραγουδούν τα κάλαντα.
Απέναντι, κάποιοι Βρετανοί, άρχισαν και αυτοί να τραγουδούν στη δική τους γλώσσα.
Ολα
αυτά συνέβαιναν ενώ η κάθε πλευρά ήταν
κρυμμένη. Ο φόβος ότι αν κάποιος έκανε
το πρώτο βήμα και άφηνε τη θέση του, θα
είχε κάνει και το μοιραίο λάθος, παρέλυε
τις αισθήσεις.
Κάτι τέτοιο όμως δεν
συνέβη κι ύστερα από λίγη ώρα άρχισαν
και οι ανταλλαγές ευχών και δώρων ανάμεσα
στους στρατιώτες, που σύντομα συναντήθηκαν
στη νεκρή ζώνη. Ουίσκι, τσιγάρα και
σοκολάτες άλλαζαν χέρια. «Αγκάλιαζα
ανθρώπους που πριν από λίγη ώρα προσπαθούσα
να σκοτώσω» είχε πει ένας Αγγλος
στρατιώτης μιλώντας χρόνια αργότερα
στο BBC.
«Η ομίχλη είχε σχεδόν διαλυθεί, όταν άκουσα μια φωνή να λέει ότι Βρετανοί και Γερμανοί είχαν βγει από τα χαρακώματα και αντάλλασσαν δώρα. Σύντομα εμφανίστηκε ένας Σκωτσέζος στρατιώτης κρατώντας μια μπάλα ποδοσφαίρου αλλά έμοιαζε τελείως παράταιρη με το σκηνικό της μάχης. Μέσα σε λίγα λεπτά ο αγώνας είχε αρχίσει. Το να παίζεις πάνω στον πάγο δεν ήταν καθόλου εύκολο, παρόλα αυτά προσπαθήσαμε να μείνουμε πιστοί στους κανονισμούς» αναφέρει η μαρτυρία ενός Βέλγου.
Το ματς, και δη χωρίς διαιτητή, διήρκησε μία ώρα και οι Γερμανοί τελικά νίκησαν 3-2. Μάλιστα η αναμέτρηση έληξε άδοξα όταν η (αυτοσχέδια, από άχυρο και δεμένη με σύρμα!) μπάλα διαλύθηκε, χτυπώντας σε ένα συρματόπλεγμα. Το ίδιο πρόχειρα ήταν και τα γκολπόστ για τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ξύλα, χλαίνες και κράνη. Όταν τελείωσε το ματς, οι δύο πλευρές πήραν πίσω από τη νεκρή ζώνη τους ανθρώπους που είχαν χάσει τη ζωή τους και τους έθαψαν με όλες τις τιμές που θα μπορούσαν να τους αποδώσουν υπό αυτές τις συνθήκες.
Ιστορία αγάπης,
ανθρωπιάς και ειρήνης
Η άτυπη εκεχειρία επεκτάθηκε κατά μήκος των 800 χιλιομέτρων του δυτικού μετώπου, όπου στρατοπέδευαν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο στρατιώτες.
Ενας από τους
τελευταίους επιζώντες του Α' Παγκοσμίου
Πολέμου ήταν ο Μπέρτι Φέλσταντ, ο οποίος
μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής
του το φθινόπωρο του 2001 και σε ηλικία
106 ετών, θυμόταν με πολλές λεπτομέρειες
την ιστορική ανακωχή.
«Τα όπλα σίγησαν και οι στρατιώτες άρχισαν να βγαίνουν από τα χαρακώματά τους» είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή του ο Ουαλός που πολέμησε ως τυφεκιοφόρος κοντά στο γαλλικό χωριό Λαβεντί: «Αφήσαμε και εμείς τα όπλα μας και συναντήσαμε τον εχθρό. Απ' όσο θυμάμαι, οι Γερμανοί βγήκαν πρώτοι και άρχισαν να έρχονται προς το μέρος μας. Τους αντιγράψαμε αυθόρμητα».Όταν οι στρατιώτες των δύο πλευρών είχαν βγει από τα χαρακώματα, ένας Βρετανός εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση και είχε στήσει ένα αυτοσχέδιο κουρείο στην ουδέτερη ζώνη. Ο κουρέας «αδιαφορούσε πλήρως τι εθνικότητας ήταν οι πελάτες του, απλώς χρέωνε δύο τσιγάρα το κάθε κούρεμα» περιγράφει το γεγονός στο ημερολόγιό του ο Γερμανός Γιόζεφ Σέμπαλντ.
«Μπορεί να ήταν πόλεμος, ωστόσο δεν υπήρχε ούτε ένα ίχνος εχθρότητας ανάμεσα στους στρατιώτες, οι οποίοι έπαιζαν ποδόσφαιρο μέχρι τελικής πτώσεως» συμπληρώνει.Μια ιστορία αγάπης, ανθρωπιάς και ειρήνης στην καρδιά του πολέμου, ο οποίος ολοκληρώθηκε το 1918 με 9 εκατομμύρια νεκρούς και 21 εκατομμύρια τραυματίες. Ο καθένας μιλούσε στη γλώσσα του σε εκείνη τη μοναδική ανακωχή. Όμως εκείνη η ιδιόρρυθμη Βαβέλ δεν χώριζε τους λαούς. Τους ένωνε.
Το ημερολόγιο του Τσέμις
και ο... Χίτλερ
Η ανακωχή στο βελγικό μέτωπο, κοντά στην Ιπρ, κράτησε μόνο για το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων όμως σε άλλες περιοχές συνεχίστηκε μέχρι την Πρωτοχρονιά.
Οι στρατηγοί και
των δύο πλευρών έγιναν έξαλλοι όταν τα
γεγονότα μαθεύτηκαν. Εξ ου και διατάχθηκαν
εκτεταμένοι βομβαρδισμοί τις επόμενες
ημέρες ενώ οι στρατιώτες δεν έμεναν
ποτέ σταθεροί σε ένα μέτωπο, ώστε να μην
έρχονται κοντά με τους αντιπάλους.
Το 1999, στο σημείο από όπου ξεκίνησε η ανακωχή στήθηκε ένας ξύλινος σταυρός, για να θυμίζει σε όλους εκείνο το βράδυ του 1914.
Το 1999, στο σημείο από όπου ξεκίνησε η ανακωχή στήθηκε ένας ξύλινος σταυρός, για να θυμίζει σε όλους εκείνο το βράδυ του 1914.
Η ιστορία από γερμανικής πλευράς
επιβεβαιώθηκε μόλις το 2006 από ένα βιβλίο
που εξέδωσαν οι εκδόσεις Bertelsmann με
στοιχεία που συνέλεξε ο ιστορικός και
συγγραφέας Μίκαελ Γιουργκς. Μάλιστα
βρήκε αδημοσίευτες επιστολές και
ημερολόγια Γερμανών που βρίσκονταν
τότε στα χαρακώματα, κυρίως από το
ημερολόγιο του υπολοχαγού Κουρτ
Τσέμις.
«Αρχικά δεν μπορούσα να διαβάσω τα ημερολόγια του πατέρα μου» είπε ο γιος του, Ρούντολφ Τσέμις, λίγο πριν πεθάνει το 2008, εξηγώντας ότι ο Κουρτ Τσέμις του χρησιμοποιούσε μια αρχαϊκή μορφή στενογραφίας και χρειάστηκε τη βοήθεια ενός γηραιότερου καθηγητή για... αποκρυπτογράφηση.Η περιγραφή είναι συγκλονιστική:
«Ο στρατιώτης Μέκελ από τον λόχο μου, ο οποίος είχε ζήσει πολλά χρόνια στην Αγγλία, φώναξε στους Βρετανούς μιλώντας τους στα αγγλικά και σύντομα ξεκίνησε μια ζωηρή συζήτηση. Τελικά οι στρατιώτες βγήκαν από τα χαρακώματα, έσφιξαν τα χέρια στην ουδέτερη ζώνη και αλληλοευχήθηκαν χαρούμενα Χριστούγεννα μιλώντας ο καθένας στη γλώσσα του. Συμφωνήθηκε ότι την επόμενη ημέρα, ανήμερα της σημαντικότερης γιορτής των Καθολικών, κανείς δεν θα πυροβολούσε. Βάλαμε ακόμη περισσότερα κεριά στο μήκους ενός χιλιομέτρου χαρακώματός μας, αλλά και χριστουγεννιάτικα δένδρα. Οι Βρετανοί εξέφρασαν τη χαρά τους για τη φωταψία με σφυρίγματα και χειροκροτήματα. Πέρασα όλη τη νύχτα ξύπνιος, όπως και οι περισσότεροι. Αν και κάπως κρύα, η νύχτα εκείνη ήταν υπέροχη» κατέληξε ο Γερμανός δάσκαλος, ο οποίος έχασε τη ζωή του στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τη διάρκεια του οποίου είχε αιχμαλωτιστεί από Ρώσους στρατιώτες.
Από τις βελγικές ακτές ως τα ελβετικά σύνορα, όλοι γιόρτασαν εκείνα τα Χριστούγεννα.
Εκτός φυσικά από τους στρατηγούς αλλά και έναν Αυστριακό δεκανέα, ο οποίος αρκετά χρόνια αργότερα, στο βιβλίο «Ο Αγών Μου» ανέφερε το περιστατικό και σημείωσε πως «τέτοιες συνεννοήσεις μεταξύ απλών στρατιωτών θα έπρεπε να απαγορεύονται». Ο εν λόγω Αυστριακός ονομαζόταν Αδόλφος Χίτλερ…Η μαρτυρία του Φράνσις Τόλιβερ από το Λίβερπουλ ήρθε να προστεθεί στις άλλες φίλων και εχθρών. Καθώς ήταν ξαπλωμένος στη βραχώδη και παγωμένη γη άκουσε από την αντικριστή γραμμή κάποια φωνή να τραγουδά. Το τραγούδι, που ζέστανε την παγωμένη ατμόσφαιρα, ήταν αυτό που οι Γερμανοί ονομάζουν «Stille Nacht», οι Αγγλοι «Silent Night» (και εμείς «Αγια Νύχτα»).
Τα
πολεμικά τείχη είχαν πέσει για λίγες
ώρες.
Οι μάχες θα συνεχίζονταν σε λίγο
το ίδιο αδυσώπητες και πολυαίμακτες.
Πολλοί από εκείνους που τραγούδησαν,
δεν έμελλε να γυρίσουν στα σπίτια τους.
Τη γέννηση του Θείου Βρέφους δεν έμελλε
να γιορτάσουν επιστρέφοντας στην
ειρηνική δημιουργική ζωή.
Ο καταστροφικός
πόλεμος
τους αφάνισε.
Αντλήσαμε πληροφορίες Από Εδώ
Παρουσίαση Viva La Revolucion