Δίπλα στον τάφο του Νίκου Γόδα, οι σύντροφοί του.
Όλοι μαζί κάνουν το μικρό Λαζαρέτο μεγάλο, μεγάλο σαν τα ιδανικά τους, κόκκινο σαν το νεανικό τους αίμα.
Ο Νίκος ήταν 27 χρονών.
Πλάι του ο Λεωνίδας μόλις 19.
Παρακάτω ο Δημήτρης πρόλαβε να κλείσει τα 22, το ίδιο και ο Παναγιώτης.
Ο Σίμος κατάφερε να γίνει ακριβώς 20 χρονών…
ο Φάνης τον πέρασε, όχι πολύ, αλλά τουλάχιστον πέρασε τα 21 που ήταν το όριο ενηλικίωσης.
Κάθε σταυρός και μια ζωή στην αυγή της, κάθε σταυρός και μια ματωμένη ιστορία με απάνθρωπα βασανιστήρια στις φυλακές, ξεκινώντας από τα Σωφρονιστήρια Ανηλίκων και συνεχίζοντας στη Μακρόνησο για τους στρατεύσιμους, στα Γιούρα για τους ενηλίκους, στην Κέρκυρα για τους μελλοθάνατους…
Σαν χθες τη νύχτα, 18 προς 19 Νοέμβρη 1948, μετά το κλείσιμο των πολιτικών κρατουμένων στα κελιά τους στην πτέρυγα Θ́ των φυλακών Κέρκυρας, ακούστηκαν τα βήματα του δεσμοφύλακα.
Σαν χθες τη νύχτα, 18 προς 19 Νοέμβρη 1948, μετά το κλείσιμο των πολιτικών κρατουμένων στα κελιά τους στην πτέρυγα Θ́ των φυλακών Κέρκυρας, ακούστηκαν τα βήματα του δεσμοφύλακα.
Σταμάτησε μπροστά από το κελί του Νίκου Γόδα.
Ήξερε. Το περίμενε. Όλοι το περίμεναν.
Ήξερε. Το περίμενε. Όλοι το περίμεναν.
Την τελευταία νύχτα τους έπαιρναν από τα κελιά και τους έβαζαν σε έναν χώρο έξω από το κεντρικό κτήριο, στον "Γολγοθά".
Εκεί μπορούσαν να γράψουν το τελευταίο τους γράμμα, το γράμμα στη μάνα, στη σύντροφο, στο παιδί… ποιο παιδί;
Οι ίδιοι ήταν ακόμα παιδιά στην ηλικία…
πότε να προλάβουν να ερωτευθούν, να παντρευτούν, να κάνουν οικογένειες… πότε;
Εκείνος που εκτελέστηκε 20-22 χρονών στα 1947, στα 1948 ή στα 1949 ήταν παιδί μόλις 9, 10, 11 χρονών όταν μπήκαν στην πατρίδα μας οι ναζί.
Τα επόμενα χρόνια ήταν ο ίδιος πιτσιρίκος που κράταγε τσίλιες για να κλέψουν οι άλλοι το καρβέλι το ψωμί από τα γερμανικά φορτηγά.
Μόλις λίγο μεγάλωσε άρχισε να βλέπει τον πατέρα του στο χωριό να μην έχει σπόρους να φυτέψει τα χωράφια, ήταν η τιμωρία του επειδή είχε πάρει μέρος στην Αντίσταση.
Τον μεγάλο του αδερφό είχε να τον δει πολύ καιρό, ήξερε ότι ήταν στη μάχη του Δεκέμβρη στην Αθήνα, τον είχαν συλλάβει οι Άγγλοι και τον είχαν στείλει μαζί με χιλιάδες άλλους κάπου στην Β. Αφρική, σε κάποιο στρατόπεδο.
Η αδερφή του πεινούσε, η μάνα του έλεγε ότι εμείς δεν δικαιούμαστε βοήθεια από την OUNRA, εμείς δεν δικαιούμαστε ούτε σπόρους, ούτε πετρέλαιο, ούτε γάλα σε σκόνη για τα παιδιά μας…
Μετά, το χωριό του άρχισε να ερημώνει.
Όσοι σώθηκαν από τις φονικές συμμορίες που όργωναν την ύπαιθρο, άρχισαν να ανεβαίνουν στα βουνά, ειδικά μετά τον Ιούνιο του 1946, όταν άρχισε να ισχύει το Γ΄ Ψήφισμα.
Λίγες μόλις μέρες αργότερα, τον Ιούλιο άρχισαν οι πρώτες εκτελέσεις.
Μέσα στα τέλη εκείνου του ματωμένου καλοκαιριού του ’46, έφυγε κι εκείνος για το βουνό, κυνηγώντας κάτι απλό και μεγάλο, κοινό για όλους εκτός από τους δικούς του, κυνηγώντας τη ζωή…
Μετά ήρθε το σωφρονιστήριο ανηλίκων, οι βασανισμοί, οι βιασμοί, η πείνα, το ξύλο, ο εξευτελισμός…
Ο πατέρας του είχε χαθεί, κάποιοι είπαν ότι τον είχαν πάρει στα Γιούρα, εκεί που τους έπαιρναν για να θανατώσουν έμμεσα όσους ξέφευγαν από το άμεσο μαχαίρι του Γ΄ Ψηφίσματος.
Ο ίδιος, μόλις λίγο μεγάλωσε, τον πήραν από το Σωφρονιστήριο και έκτοτε γύρισε όλες τις φυλακές των μελλοθανάτων, το Ιτζεδίν, το Επταπύργιο και τώρα την Κέρκυρα με το τελευταίο της κελί… το Λαζαρέτο…
Πριν ξημερώσει η μέρα, τους πήγαν στο παλιό λιμάνι τη πόλης.
Εκεί τους περίμενε ένα μικρό πλοίο, ο Αλέξανδρος. Πηγαίνοντας για το Λαζαρέτο, πέρασαν μπροστά από το άλλο μικρό νησάκι που είναι δίπλα από την Κέρκυρα, το Βίδο.
Εκεί ήταν οι φυλακές των ανηλίκων κομμουνιστών, όλοι παιδιά κάτω των 21 ετών (όριο ενηλικίωσης της εποχής), η λεγόμενη και «μικρή Μακρόνησος».
Δύο μικρά, καταπράσινα κομμάτια γης μέσα στα νερά του Ιονίου, το ένα για να βασανίζει ανηλίκους, το άλλο για να σκοτώνει νέους και τα δύο μαζί για να κυνηγούν και να σκοτώνουν τα όνειρα των ανθρώπων για μια όμορφη, δίκαιη, ελεύθερη ζωή.
Οι Αρχές φρόντιζαν να γίνονται οι μεταγωγές των μελλοθανάτων πολύ νωρίς το πρωί, πριν το χάραμα, πιστεύοντας ότι θα έκρυβαν μέσα στο σκοτάδι της νύχτας την αλήθεια των εκτελέσεων.
Δεν τα κατάφεραν, δεν τους άφηναν εκείνοι που έμεναν πίσω, εκείνοι που περίμεναν τη σειρά τους στο επόμενο θανατικό δρομολόγιο του «Αλέξανδρος».
Έφτιαχναν οι κρατούμενοι αυτοσχέδια χωνιά και σκαρφάλωναν όσο πιο κοντά μπορούσαν στα μικρά παράθυρα των κελιών τους, από εκεί φώναζαν μέσα στη νύχτα
«Κερκυραίοι, αυτή τη νύχτα παίρνουνε πάλι ανθρώπους για εκτέλεση»
… πάνω στην ώρα που ο ήλιος του Νοέμβρη έκανε να σηκωθεί πίσω από τα Ηπειρώτικα βουνά για να φωτίσει ξανά τη ζωή, πάνω σ’ εκείνη την ώρα ακούστηκαν οι πυροβολισμοί από το Λαζαρέτο…
«Κερκυραίοι, αυτή τη νύχτα παίρνουνε πάλι ανθρώπους για εκτέλεση»
… πάνω στην ώρα που ο ήλιος του Νοέμβρη έκανε να σηκωθεί πίσω από τα Ηπειρώτικα βουνά για να φωτίσει ξανά τη ζωή, πάνω σ’ εκείνη την ώρα ακούστηκαν οι πυροβολισμοί από το Λαζαρέτο…
ήταν ξημέρωμα 19 Νοέμβρη 1948.
Κείμενο από τη Σοφία Χουδαλάκη το 2018
https://www.902.gr/.../den-tha-epitrepsoyme-na-svisoyn...