ΤΟ F/B ΞΑΝΑ ΜΠΛΟΚΑΡΙΣΕ TO VIVA LA REVOLUCION (!!!)


Πριν λίγο μας ενημέρωσαν ότι το f/b πάλι μπλοκάρισε το blog: VIVA LA REVOLUCION
Στέλνοντας πάλι μνμ ότι οι δημοσιεύσεις του είναι spam 
Δείτε Tα Αυτοκόλλητα:


Τώρα Γνωρίζετε... Τι πρέπει να Ξανακάνετε !!!

Αναλυτικά:  
πληκτρολογώντας την διεύθυνση - λινκ του blog που είναι αυτό: https://zanterevolucion.blogspot.com/ 
και προσπαθώντας να το αναρτήσετε είτε στο προφίλ σας, είτε να το στείλετε με μνμ σε κάποιον φίλο σας στο fb, 
 -Λόγω ότι το fb το έχει μπλοκάρει- 
Δεν σας αφήνει k σας στέλνει μνμ Αυτό: 


Επιλέγουμε με κλικ το "ενημερώστε μας " 
και ανοίγει μια νέα φόρμα Αυτή:



Εκεί που γράφει εξηγήστε γιατί νομίζετε ότι πρόκειται για λάθος στο κουτάκι 

Γράφουμε: πως Αυτή η σελίδα: https://zanterevolucion.blogspot.com/ 
είναι πολιτικού ενημερωτικού χαρακτήρα και δεν παραβιάζει με υβριστικό ή άλλο περιεχόμενο τους κανόνες του f/b και να αρθεί άμεσα το μπλοκάρισμά της.
και πατάμε αποστολή 

Συμπάθιο που Σας βάζουμε σε κόπο αλλά βλέπετε τα φασιστοειδή κλπ συγγενείς τα βάλανε με το blog 

Επιβεβαιώνουν έτσι...πόσο πολύ τους πονάει η Αγωνιστική - Επαναστατική Φωνή μας 

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

ΣΤΟ ΤΖΑΝΤΕ...ΤΣΗ ΤΥΡΙΝΗΣ...




«Την Κυριακή της Τυρινής οι Ζακυνθινοί δεν την βλέπανε σαν τη μεγαλύτερη γιορτή του νησιού (το προνόμιο αυτό το είχε ο γιορτασμός του Αγίου Διονύση), άλλα όλοι συμφωνούσανε πως ήτανε η πιο διασκεδαστική ημέρα του χρόνου. 

Θα έλεγε κανείς ότι ξέροντας πως από την αυριανή θ’ άρχιζε η ατέρμονη και βαρετή Μεγάλη Σαρακοστή με την τυραννική νηστεία της, οι Τζαντιώτες γυρεύανε να συνοψίσουνε, απόγιομα μέσα, τις περασμένες εμπειρίες τριών βδομάδων ξέφρενου γλεντιού.

Όλα τα μπαλκόνια των αρχοντικών της Πλατείας Ρούγας ήτανε στολισμένα με πολύχρωμα χαλιά, που φτάναν ως εκεί π’ αρχίζανε τα βόλτα. Βάγια, μυρτιές και κάθε λογής μυριστικά στολίζανε τις σιδεριές και τις τζελουζίες.
Σα σκοτείνιαζε λίγο, όλα αυτά τα παλατάκια φεγγοβολούσανε. 
Τόρτσες, φανάρια, δαυλοί και αμέτρητα βεγγαλικά φωτίζανε τον κάτωθες δρόμο.
Το σουλάτσο του κόρσου άρχιζε από τον Πλατύφορο, έφτανε στον 'Αη Παύλο και γύριζε πάλι πίσω. 
Ένα πλήθος από πρόχειρες «μποτέγες» εστήνουνταν κάτω από τις κολονάδες και πουλούσανε κάθε λογής ροζόλια, παντεσπάνι, παστέλι, μαντολάτο, σουμάδες και φριτούρες.

Στο πλάτωμα του Αη Παύλου και σ’ εκείνα των Αγίων Σαράντα, της Ανάληψης, του Γιοφυριού, καθώς και στον ίδιο τον Πλατύφορο, διάφορες συντροφιές («θίασοι» θα τους έπεφτε πολύ!) παίζανε τις περίφημες ζακυνθινές «Ομιλίες». 
Έβλεπες εκεί την Αρετούσα να ενθουσιάζεται με τον Έρωτόκριτο και από την πολλή συγκίνηση να ξεπετιέται από τη γυναικεία μάσκα της η άκρη του πιο αρειμάνιου μουστακιού. Τα ίδια πάθαινε παρακάτω και η καημένη η Σάρα στη «Θυσία του Αβραάμ». Κι άσε κείνον τον «Γάμο του Κοντογιαννάκη μετά της Άγγελικούλας Μπότση», που γι’ ανεξήγητους σε μας λόγους τόσο ενθουσίαζε τους Τζαντιώτες του καιρού εκείνου.
Άσχετα όμως από τους σταθμούς αυτούς, στην ίδια την Πλατεία Ρούγα διαβαίνανε το ένα πίσω από τ’ άλλο τα στολισμένα άρματα, που το καθένα τους παρίστανε κάποια ιστορική, οικογενειακή η άλλη διασκεδαστική σκηνή. 
Μερικά από αυτά κουβαλούσανε μουζικάντηδες και τραγουδιστάδες, που ψάλλανε ερωτικές καντάδες σε κάποιαν. . . ανύπαρκτη «καλή» τους, ενώ πάνω από τα κεφάλια τους κρεμότανε ένας φωτισμένος γλόμπος που παρίστανε το φεγγάρι.
Άλλοι πάλι, που το κάρο τους ήταν φορτωμένο με στάχυα μιμούνταν τους θεριστάδες. 
Έβλεπες ακόμα ένα κάρο γεμάτο μάσκαρες, με κεφάλια ζώων μαντηλοδεμένα και τον κτηνίατρο που τα κουράριζε.
Άλλα πού να παρακολουθήσεις όλα αυτά τα θεάματα ! 'Ο καθένας σταματούσε κι άκουγε ό,τι του γουστάριζε κι άφηνε τ’ άλλα για. . . του χρόνου.
Τελικά, κατά τις 6 το απόγιομα, κρεμούσανε από το καμπαναριό των 'Αγίων Πάντων ένα μάτσο σκόρδα κι άλλες πρασινάδες και η βαρύτερη της εκκλησιάς καμπάνα ειδοποιούσε τους πιστούς πως σε λίγες ώρες θ’ άρχιζε η Μεγάλη Σαρακοστή. 
Αυτό ήτανε και το σύνθημα για κάπου τρεις ώρες ξέφρενου γλεντιού.
Γύρω στις 9 το βράδυ ο ενθουσιασμός τού κοσμάκη έφτανε στο κατακόρυφο κι όλοι πια ετοιμάζονταν για το ηρωικό φινάλε της «σεμνής» αυτής γιορτής. 
Ενώ οι Άγιοι Πάντες νεκροσημαίνανε και μια μπάντα έπαιζε πένθιμα εμβατήρια, ξεκινούσε από την εκκλησία η κηδεία τού Καρνάβαλου: το Πόβερο Καρναβάλε.
Τις ταινίες του μαυροντυμένου φέρετρου (πού στο καπάκι του φάνταζε μία θεόρατη μάσκα) κρατούσανε τέσσερεις (υποθετικοί) μεγιστάνες. 
Πίσω ερχότανε ο βασιλιάς φορώντας την κορόνα του και μετά μια ολόκληρη κουστωδία από «μεγάλους άρχοντες», με φανάρια και λαμπάδες στο χέρι. 
Το μασκοφορεμένο πόπολο, που ακολουθούσε «άδον και ορχούμενον», φώναζε κάθε τόσο κάτι σπαρακτικά «πόβερο καρναβάλε! κλαίγοντας τάχατες το «φτωχό καρναβάλι, που πέθανε και το κηδεύανε. 
Αυτή η... πενθιμοκωμική περιφορά περνούσε από τους κυριότερους δρόμους της πολιτείας και κατάληγε στον Πλατύφορο, την κεντρική δηλαδή πλατεία, όπου ο κόσμος, πεθαμένος από τα γέλια και την κούραση της ατέλειωτης περαντζάδας, το έριχνε στα ροζόλια και τις ορτζάδες.
Αυτή όμως η παρένθεση δεν κρατούσε πολύ, γιατί γρήγορα φτάνανε τα μεσάνυχτα. 
Δώδεκα η ώρα ίν πούντο όλα τα καμπαναρία της Χώρας αρχίζανε να βαράνε πένθιμα, αναγγέλλοντας το σταμάτημα των Απόκρεω και την αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής. 
Ο κόσμος τότε με... κατεβασμένα αυτιά, γύριζε σπιτάκι του λυπημένος που τέλειωσε μια τέτοια ήμερα, άλλα και επειδή από αύριο ξεκινούσε ο μαραθώνιος της σαρανταήμερης νηστείας.
Γιατί η νηστεία τα χρόνια κείνα δεν ήτανε παίξε γέλασε για τους απλούς ανθρώπους το ν’ αρτυθείς νηστίσιμη ισοδυναμούσε με.. . προδοσία της Ορθοδοξίας και της φυσικής επέκτασής της, δηλαδή του ίδιου του Γένους.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΡΩΜΑΣ, ΑΝΤΑΤΖΙΟ ΚΑΙ ΦΟΥΓΚΑ, τ.2, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑ

Dionisis Vitsos
ΔΕΣ ΑΚΟΜΗ:

ΜΕΛΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΑ ΗΘΗ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΜΑΣ


Αλίευση - Παρουσίαση Viva.La.Revolucion

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

- Για τον Κώστα μας...

Κώστας Βουτσάς: Το αετόπουλο της ΕΠΟΝ που έγινε σταρ του σινεμά


Ήρθε πρώτη φορά σε επαφή με τον κινηματογράφο ως Αετόπουλο, όταν μπήκε για να πετάξει κρυφά προκηρύξεις της ΕΠΟΝ. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τότε πως θα κατακτούσε τη μεγάλη οθόνη ως ηθοποιός.

Κατιούσα


Ο ίδιος έλεγε πως σκοπεύει να παραβρεθεί μόνο σε μία κηδεία, τη δική του. Στο ενδιάμεσο φρόντισε να γευτεί όλους τους χυμούς της ζωής, αλλά να την γνωρίσει και από την ανάποδη, μακριά από τις χαρές της και την καταξίωση, μέσα από τον αγώνα και τις στερήσεις. Κι όπως είπε για αυτόν ο Γ. Βογιατζής: Αν δεν έχεις πονέσει στη ζωή σου, δεν μπορείς να κάνεις τον κόσμο να γελάσει. 
Γεννήθηκε στο Βύρωνα, την τελευταία μέρα του 1931, αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είχε καταγωγή από προσφυγική οικογένεια και το αρχικό όνομα της οικογένειας ήταν Σαββόπουλος, άλλαξε όμως από τα βουτσιά (=βαρέλια) που έφτιαχνε ο παππούς του. Ο ίδιος θυμάται ότι η οικογένειά του ήταν τόσο φτωχή, που τα πρώτα χρόνια δεν έμενε σε σπίτι, αλλά μες σε μαγαζί, όπου οι γονείς του κάλυπταν τη βιτρίνα για να μη φαίνεται στους περαστικούς. Το όνομά του το πήρε από έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον οποίο δε γνώρισε ποτέ, κι είχε πεθάνει σε μικρή ηλικία από δάγγειο πυρετό.
Ο πατέρας του, εργάτης οδοποιίας, ήταν κομμουνιστής, μέλος του ΚΚΕ από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του. Συνελήφθη, φυλακίστηκε κι υπέστη βασανιστήρια μπροστά στα παιδιά του, για να κάνει δήλωση μετανοίας, αλλά παρέμεινε αλύγιστος. Ο μικρός Κώστας έζησε από πρώτο χέρι όλες αυτές τις στιγμές, για να μπει κι αυτός από νωρίς στον αγώνα, στα χρόνια της Κατοχής. Έτσι έγινε κι η πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο, όπου πετούσε κρυφά προκηρύξεις ως Αετόπουλο.
Δουλεύοντας από μικρός με κασελάκι όπου πουλούσε τσιγάρα, στη διάρκεια του πολέμου αντάλλασσε φτηνά ελληνικά τσιγάρα με εκείνα που του έδιναν Άγγλοι αιχμάλωτοι πολέμου, λιγότερα σε ποσότητα αλλά καλύτερα ποιοτικά, τα οποίο ο ίδιος μεταπουλούσε ακριβότερα σε εύπορους κατοίκους της πόλης. Επίσης, εργαζόταν ως αβανταδόρος σε παπατζήδες, πάντα με κίνητρο να κερδίζει λίγα χρήματα για την πάμφτωχη οικογένεια.
Ο Βουτσάς είχε αθλητική κλίση, κι ασχολούνταν με το δρόμο και το άλμα εις μήκος στο σύλλογο ΒΑΟ. Κάποιο καλοκαίρι ο προπονητής του τον έστειλε για προετοιμασία σε κατασκήνωση στη Νέα Μηχανιώνα, όπου είδε τις πρόβες ενός θεατρικού και αποδοκίμασε έναν από τους ηθοποιούς. Τότε ο υπεύθυνος του έργου τον προκάλεσε να ανέβει στη σκηνή για να αποδείξει πως το κάνει καλύτερα, όπως και έγινε.
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, όπου γράφτηκε κρυφά από τον πατέρα του. Ξεκίνησε την επαφή με το θέατρο στα περιφερόμενα μπουλούκια της εποχής και αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στην Αθήνα. Μάλιστα, τη μέρα που έφευγε με το τραίνο, πέταξε κυριολεκτικά “μαύρη πέτρα” πίσω του, αφού έριξε μια πέτρα μαυρισμένα από τα λάδια της ατμομηχανής. Αρχικά κόπηκε δυο φορές στην επιτροπή για την απαραίτητη τότε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος των ηθοποιών, μάλιστα ένα από τα μέλη τον είχε προτρέψει να γίνει τραπεζικός υπάλληλος. Ο Κώστας Βουτσάς πείσμωσε και απέδειξε πόσο άδικο είχε εκείνος ο κριτής.
Ακολούθησε μια σταδιοδρομία που ξεκίνησε το 1953 με την ταινία “Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται” και περιλάμβανε δεκάδες ταινίες, σειρές και θεατρικές παραστάσεις, με τις οποίες ασχολήθηκε κυρίως μετά τη δεκαετία του ’90. Έγινε ένας από τους πιο αγαπημένους κωμικούς ηθοποιούς του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, χωρίς να χάσει τη δημοφιλία του και αργότερα, όπως αποδεικνύει η συνεχής παρουσία τους στο χώρο της μικρής και μεγάλης οθόνης. Οι ταινίες που πρωταγωνίστησε αποτελούν τυπικά δείγματα της ηθογραφικής κωμωδίας και φαρσοκωμωδίας του παλιού ελληνικού κινηματογράφο, ενώ ο Βουτσάς είχε πολλές συμμετοχές και την “εποχή της βιντεοκασέτας”, όπως έγιναν συλλήβδην γνωστές οι ταινίες της περιόδου, μολονότι πολλές εξ αυτών προβλήθηκαν αρχικά κανονικά στον κινηματογράφο.
Συνεργάστηκε αρχικά με τον Δαλιανίδη, με όλους τους σπουδαίους σεναριογράφους και σκηνοθέτες της εποχής, αλλά και με τα ιερά τέρατα της μεγάλης οθόνης. Καθιερώθηκε σε κωμικούς ρόλους, αφήνοντας εποχή με χαρακτηριστικές ατάκες: Από το “Φσσσστ Μπόινγκ”, το οποίο προέκυψε μετά από δικό του αυτοσχεδιασμό, μέχρι το κωμικά τονισμένο “Κατ-ίνα! Σαλαμάκι…” και το κλασικό “Έχω και κότερο, πάμε μια βόλτα;”… Στάθηκε αξιοπρεπέστατα στα μιούζικαλ της εποχής, μολονότι δεν είχε βγάλει ποτέ σχολή χορού, ενώ το κλασικό κινηματογραφικό του ζευγάρι ήταν η Μάρθα Καραγιάννη, με την οποία όμως δεν είχαν ποτέ δεσμό στην πραγματική ζωή.
Μεγαλύτερο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες δουλειές του όπως “Εγώ ρεζίλεψα το Χίτλερ” (1973), όπου εκθειάζεται η αντίσταση κατά των ναζί, πάντα με τους περιορισμούς της χουντικής λογοκρισίας και των μετεμφυλιακών στερεοτύπων και το “Ένα τανκς στο κρεβάτι μου”, που εικονίζει τον “παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο” πρωταγωνιστή να προσπαθεί να προσαρμοστεί στην εκάστοτε εξουσία, την ώρα που ο φοιτητής αδελφός του βγαίνει στην αντίσταση κατά της χούντας. Την πολιτική ατμόσφαιρα τις παραμονές και τα πρώτα χρόνια της “Αλλαγής” αποτυπώνουν ταινίες όπως “Ο Κώτσος στην ΕΟΚ” και “Ο Κώτσος έξω από το ΝΑΤΟ”.
Παροιμιώδης γυναικάς, με αρκετά πολυτάραχη προσωπική ζωή, έκανε τρεις γάμους και απέκτησε συνολικά τρεις κόρες και ένα γιο από την τελευταία σύζυγό του, την κατά 39χρόνια νεότερη Αλίκη Κατσαβού. Θετός γιος του είναι επίσης και ο ηθοποιός Άνθιμος Ανανιάδης. Και αν τα περισσότερα ΜΜΕ ασχολήθηκαν με το αξιοπερίεργο γεγονός πως έγινε πατέρας, έχοντας πατήσει σχεδόν τα 85, υπήρξε μια πρόσφατη, πολύ ανθρώπινη στιγμή, με τον ίδιο να στέκεται αμήχανος μπροστά στις κάμερες, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο της πρώτης συζύγου του, της Έρρικας Μπρόγιερ. Αργότερα ανακοίνωσε πως δε θα παραστεί στην κηδεία της, γιατί η μόνη αντίστοιχη που σκοπεύει να παραστεί είναι η δική του…
Ο ηθοποιός παρέμεινε πιστός στις πολιτικές ιδέες της νιότης του, όντας προσεχτικός στις δημόσιες διατυπώσεις του, χωρίς να διεκδικεί αγωνιστικές δάφνες και παραδεχόμενος την αδράνειά του στα χρόνια της χούντας. Παρά κάποιες επιμέρους θολές ή ατυχείς πολιτικές δηλώσεις, ο Κώστας Βουτσάς στήριζε σταθερά και δημόσια το ΚΚΕ, ενώ παλιότερα είχε αποκαλύψει ότι είχε πέσει ακόμα και θύμα “bullying” από κάποια κυρία σε εκλογικό κέντρο για τις πολιτικές του θέσεις.

Για τον Κώστα μας
26-02-2020

“‘Οσο υπάρχουμε κι εμείς θα θυμόμαστε κάθε στιγμή μαζί σου, τα γέλια μας, την εμπιστοσύνη σου, την πίστη σου στη Ζωή και κυρίως την εξαιρετική τιμή να παίξουμε μαζί τόσες φορές.”

Ελένη Γερασιμίδου

Από τις πιο ευτυχισμένες συναντήσεις που είχα στη δουλειά μου αυτή με τον Κώστα Βουτσά. Προικισμένος με όλα τα καλά του κόσμου που χάριζε απλόχερα.
Σε όλους μας. Και μόνο που αξιώθηκες να είσαι στην ίδια σκηνή, να χαίρεσαι την αξία του,να μαθαίνεις τους κώδικες του, ήθος του, την αγάπη του για όλο τον κόσμο,τα ανεξάντλητα αστεία του. Κι όταν έδινε συμβουλές δεν ήταν για το πώς θα παίξεις, αλλά πρακτικές συμβουλές από την πείρα του για να μη κουραστείς και να αντέξεις στην πολύωρη πρόβα.

“Κάτσε Ελένη”, μου λέει.
“Μα δεν κουράστηκα. Μόλις αρχίσαμε”.
“Βρήκες κάθισμα; Κάτσε. Θα κουραστείς μετά!”

Και σε κάθε εκλογική αναμέτρηση….”Τί σταυρώνουμε Ελένη στο Υπόλοιπο Αττικής;”
‘Οσο υπάρχουμε κι εμείς θα θυμόμαστε κάθε στιγμή μαζί σου, τα γέλια μας, την εμπιστοσύνη σου, την πίστη σου στη Ζωή και κυρίως την εξαιρετική τιμή να παίξουμε μαζί τόσες φορές.

Σε όλους τους δικούς του κουράγιο και δύναμη.




ΤΟ F/B ΜΠΛΟΚΑΡΕ ΤΟ BLOG Viva La Revolucion

Viva La Revolucion: ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΤΙΚΑ: 38 ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΟ F/B ΓΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ...:

ΤΟ F/B  ΜΠΛΟΚΑΡΕ  ΤΟ BLOG:   https://zanterevolucion.blogspot.com/ ------ Η Λογοκρισία Συνεχίζεται  Μεσημεριάτικα το f/b έστειλε σε συν... 
Καλούμε τους φίλους μας να στείλουν αιτήματα Γράφοντας: πως Αυτή η σελίδα: https://zanterevolucion.blogspot.com/

είναι πολιτικού ενημερωτικού χαρακτήρα και δεν παραβιάζει με υβριστικό ή άλλο περιεχόμενο τους κανόνες του f/b και να αρθεί άμεσα το μπλοκάρισμά της
Αναλυτικά:  
πληκτρολογώντας την διεύθυνση - λινκ του blog που είναι αυτό: https://zanterevolucion.blogspot.com/ 
και προσπαθώντας να το αναρτήσετε είτε στο προφίλ σας, είτε να το στείλετε με μνμ σε κάποιον φίλο σας στο fb, 
 -Λόγω ότι το fb το έχει μπλοκάρει- 
Δεν σας αφήνει k σας στέλνει μνμ Αυτό: 

Επιλέγουμε με κλικ το "ενημερώστε μας " 
και ανοίγει μια νέα φόρμα Αυτή:



Εκεί που γράφει εξηγήστε γιατί νομίζετε ότι πρόκειται για λάθος στο κουτάκι 

Γράφουμε: πως Αυτή η σελίδα: https://zanterevolucion.blogspot.com/ 
είναι πολιτικού ενημερωτικού χαρακτήρα και δεν παραβιάζει με υβριστικό ή άλλο περιεχόμενο τους κανόνες του f/b και να αρθεί άμεσα το μπλοκάρισμά της.
και πατάμε αποστολή 

Μέσα και απ΄αυτή τη λογοκρισία και το μπλοκάρισμα της σελίδας στο f/b Επιβεβαιώνονται όλοι εκείνοι που έχουν αποκαλύψει πόσο επίπλαστη και πόσο ελεγχόμενη είναι αυτή η υποτιθέμενη ελευθερία των σόσιαλ μίντια...Γι Αυτό ποτέ να Μην ξεχνάμε την οργανωμένη σε ταξικές οργανώσεις πάλη κ δράση μας
Νέα Ενημέρωση 28/2/2020: ΞΑΝΑ ΣΗΜΕΡΑ 

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2020

ΑΘΗΝΑ-AΠΟΚΡΙΕΣ: Η ΠΙΟ ΥΠΕΡΟΧΗ ΠΑΡΕΑ...ΣΤΗ ΠΛΑΚΑ !!!


Αθηνα-Απόκριες και Πλάκα..επάνω κάτω στα σοκάκια..να μπαινοβγαίνουμε στα κουτούκια-κατρακύλα τα σκαλιά στα υπόγεια-
και ναι, προλάβαμε οι νεολαίοι του τοτε τις κανταδόρικες παρέες..και τα κατρούτσια απάνω στα αθηναίικα τραπέζια..και αμα μας βλέπανε τη πιτσιρικαρία πιάνανε τα μπουζούκια και τα μπαγλαμαδάκια και μας καθίζανε να κεραστούμε απ τα κοψίδια της λαδόκολας και να πιούμε απαραιτήτως και ενα τουλάχιστον ποτηράκι κρασί..
κλείναμε το μάτι ο ένας στον άλλο,ήταν ντροπή για μας το φαί και μόνο για τους..γέρους..χχχ..λαϊκά ακόμη δεν ακούγαμε..Ροκ και ποπ ακούγαμε και χορεύαμε σέικ και μπλουζ..χχ..
μαζεύαμε τα μανίκια καμπάνες που κρεμιόντουσαν στα τραπέζια,(με τα παντελόνια καμπάνες σκουπίζαμε τους δρόμους), κάθε που απλώναμε χέρι για μεζέ, γελάγανε και εκείνοι κάτω απο τα στριφτά μουστάκια και κοιτάζανε με χαμόγελο συγκαταβασης τα αγόρια μας με τα μακριά μαλλιά και τα δαντελωτά πουκάμισα.εεε καμμιά φορα έπεφτε και το μάτι λοξά στα πόδια των κοριτσιών με τα μίνι..διακριτικά όμως..
Αγκαλιά ήτανε τα κουτουκάκια,πέρναγες κι άκουγες μπαγλαμά και δίπλα καντάδες αθηναϊκές και παρακάτω λατέρνες,και τους Poll..Ανθρωπε αγάπα και Μεσα στης Πλάκας τα στενάαα..και παλάτια χρυσοστόλισταααα..και λατέρνες..Beatles και ξένα συγκροτήματα..ροκάκια..και μπλουζ και μπαλάντες..και στη Μνησικλέους επάνω, τέρμα στα σκαλάκια ,οι μπουάτ,η Απανεμιά και οι Εσπερίδες με τ απαγορευμένα τραγούδια και τους πρώτους μας έρωτες..Ερωτας και πολιτική..μάλιστα..
Πιο κάτω η Ντόρα η Γιαννακοπουλου,ξεχύνονταν οι μελωδίες και η μαγική φωνή απ' τ ανοιχτό παράθυρο,αποσταιναμε στο πέτρινο πεζούλι και μαγευομαστε από τα μπλε και κοκκινα φεγγάρια,σμιγανε τα χέρια,τα σφιγαμε ως να πονέσουν,μεθύσι νέκταρ ..
Φίσκα τα δρομάκια απο κόσμο..κανείς δεν ήξερε κανέναν και όλοι μαζί η πιό υπέροχη παρέα...τιποτα αναμενόμενο..πανσπερμία εποχών,ιδεών,συνηθειών και όλα αυτά μαζί σε έναν υπέροχο απροσδιόριστο αχταρμά..τι να τις κάνεις τις στολές..τις μεταμφιέσεις..ποτέ δε θυμάμαι να μασκαρευτήκαμε και ποτέ δεν θυμάμαι να καθίσαμε να φαμε εκτός από τα υποχρεωτικά κεράσματα.
Ξεροσφύρι πίναμε κι αυτο λίγο, που να μείνει και μυαλό απο το χορό και το ξεφάντωμα. Κι αμα κανένας έλεγε *πάμε να φάμε* τον ξεκόβαμε..χχχ..γέρασε αυτος λέγαμε...πάλι για φαι και ποτό λέει!!!...ακου ταβέρνα και φαί!!!..χορός τραγούδι και έρωτας..κι αυτός ο ταλαίπωρος ο Έρωτας στα μάτια ήτανε,αλλά ηταν ο καλύτερος!!..
Κι εκείνο το φιλί στο κατέβασμα στους Αέριδες με τα μάτια κόκκινα και τα μάγουλα να καίνε..Αυτό ήταν μεθύσι, του έρωτα,να παραπατάς να ζαλίζεσαι και να σου κόβεται η ανάσα..τι να τα κανεις τ΄άλλα τα κρασομεθύσια τα μπάσταρδα, πονοκέφαλο και στομαχόπονο φέρνανε..κοντοζύγωνε και η καληνύχτα και αντε να περάσει η νύχτα με το τραντζιστοράκι στο προσκέφαλο....άντε μετά να γιορτάσεις απόκριες..και να τρως κοψίδια και να μην μελαγχολείς...και να μην θυμάσαι εκείνη την φράση ..
-Στο φαί και στο ποτό στρώνονται όσοι γερνάνε..είτε μέσα τους,είτε έξω τους...
Αφιερωμένο:
Παλάτια χρυσοστόλιστα χαρέμια με διαμάντια θα χτίσω για να κάθεσαι να σε κοιτώ στα μάτια Σαν άγγελος μου φαίνεσαι στο θρόνο καθισμένη Ζαλίζουμαι σαν σε κοιτώ μικρή μου χαϊδεμένη Ό,τι ζητήσεις θα το βρεις μικρή μου χαϊδεμένη Δεν θα σου λείπει τίποτα θα ζεις κι ευτυχισμένη.


Παλάτια χρυσοστόλιστα χαρέμια με διαμάντια θα χτίσω και θα κάθεσαι να σε κοιτώ στα μάτια Σαν άγγελος μου φαίνεσαι στο θρόνο καθισμένη ζαλίζομαι σαν σε κοιτώ μικρή μου, παντρεμένη Ό,τι ζητήσεις θα το βρεις μικρή μου, παντρεμένη δε θα σου λείπει τίποτα θα ζεις ευτυχισμένη θα χτίσω και θα κάθεσαι να σε κοιτώ στα μάτια παλάτια χρυσοστόλιστα χαρέμια με διαμάντια _______________________________________ Και το τραγούδι αυτό εντάσσεται στο γενικότερο πλάισιο της στροφής της θεματολογίας που ακολούθησαν οι περισσότεροι συνθέτες μετά την επιβολή της μεταξικής λογοκρισίας. Παναγιώτης Κουνάδης, Τα ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ, ένα ταξίδι στο λαϊκό τραγούδι των Ελλήνων.2010

ΔΕΣ ΑΚΟΜΗ:

ΜΕΛΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΑ ΗΘΗ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΜΑΣ


Αλίευση - Παρουσίαση Viva.La.Revolucion

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΟΜΝΥΟΥΝ ΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΣΤΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ


Στον δημόσιο έλεγχο επανέρχεται ο τομέας της καθαριότητας των δήμων στην Νορβηγία, μετά την αποτυχία της ιδιωτικοοικονομικής διαχείρισης στις εργασίες της αποκομιδής οικιακών στερεών απορριμμάτων.
Μετά τη δήλωση πτώχευσης της μεγάλης εταιρείας RenoNorden ένας σημαντικός αριθμός Δήμων της Νορβηγίας επανέκτησε  πάλι  τις υπηρεσίες καθαριότητας.
Σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα απομένει να γίνει η σταθεροποίηση της τάσης αυτής. Ίδιες πηγές αναφέρουν ως «κίνητρα – θετικά σημεία»:
  • Ο Δημοτικός χαρακτήρας επιτρέπει μακροχρόνιο σχεδιασμό και επενδύσεις αντί του βραχυπρόθεσμου οφέλους και σχεδιασμού επί συγκεκριμένου σκοπού, του ιδιωτικού τομέα.
  • Παραμένει η τεχνογνωσία στις Δημοτικές Υπηρεσίες.
  • Εξασφαλίζονται μόνιμες συνθήκες εργασίας και αμοιβών με αξιοπρέπεια.
  • Τα «σκουπίδια» δεν είναι απορρίμματα, είναι υλικά προς αξιοποίηση και κατά συνέπεια πόροι δημιουργίας εισοδήματος που πρέπει να επιστρέφει στους παραγωγούς τους.
Τέλος τίθεται το ερώτημα: «Οι στρατηγικοί στόχοι της πρόληψης, επαναχρησιμοποίησης επανάκτησης υλικών και ανακύκλωσης, είναι δυνατόν να εξυπηρετηθούν από πρόσκαιρα οικονομικά συμφέροντα;».
Από tvxs.gr

Αλίευση - Παρουσίαση Viva.La.Revolucion

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΣΤΟ ΤΖΑΝΤΕ




Το κεί­με­νο που θα δια­βά­σει ο ανα­γνώ­στης, ανα­φέ­ρε­ται στα παλιά χρό­νια του Ζάντε και πε­ρι­γρά­φει τα ήθη και τα έθιμα του νη­σιού, τις βεγ­γέ­ρες που γί­νο­νταν, τις πο­λυ­τε­λείς βίλες των αρι­στο­κρα­τι­κών οι­κο­γε­νειών, τη ζωή τους και την ανε­με­λιά τους. Αρ­χί­ζει από το 1910 και τε­λειώ­νει το 1940. Μία τρια­κο­ντα­ε­τία γε­μά­τη ζωή με τις καλές και τις κακές στιγ­μές. Οι λο­γο­τε­χνι­κές σε­λί­δες δεν υστε­ρούν. Πά­μπολ­λοι λο­γο­τέ­χνες και μου­σουρ­γοί ανα­φέ­ρο­νται.

Ο συγ­γρα­φέ­ας των ανα­μνή­σε­ων όμως, δεν ανα­φέ­ρε­ται και στον λαό της Ζα­κύν­θου. Πως ζούσε, τι προ­βλή­μα­τα είχε και πως τα αντι­με­τώ­πι­ζε. Αξί­ζει όμως ν’ ασχο­λη­θού­με και με αυτό το θέμα σ’ ένα ξε­χω­ρι­στό κομ­μά­τι στο άμεσο μέλ­λον.

Το κεί­με­νο το έγρα­ψε ο συγ­γε­νής μου Ιρις Πο­λί­της και ήρθε στα χέρια μου από την αδελ­φή του και ξα­δέλ­φη μου Φρί­ντα Πο­λί­τη. Και οι δύο δεν βρί­σκο­νται εν ζωή σή­με­ρα. Ετσι απο­φά­σι­σα να δη­μο­σιευ­τούν οι ανα­μνή­σεις του Ι.Π. ώστε να μη χα­θούν οι πο­λύ­τι­μες ανα­φο­ρές στα ήθη και στα έθιμα μιας πε­ρα­σμέ­νης-ίσως όχι τόσο, επο­χής της Ζά­κυν­θος.

ΑΡΗΣ ΚΑΡ­ΡΕΡ
Η πόλι της Ζα­κύν­θου

Η πόλι της Ζα­κύν­θου είναι χτι­σμέ­νη στο Ανα­το­λι­κό πα­ρα­θα­λάσ­σιο μέρος του νη­σιού , αμ­φι­θε­α­τρι­κώς εν μέρει, επί των υπερ­κει­μέ­νων λόφων και κυ­ρί­ως στις ρίζες του βε­νε­τσιά­νι­κου κά­στρου. Το μά­κρος της πό­λε­ως είναι πλέον των δύο χι­λιο­μέ­τρων και σαν φόντο την πλαι­σιώ­νουν κα­τα­πρά­σι­νοι λόφοι. Με την χα­ραυ­γή, οι πρώ­τες αχτί­νες του ήλιου, που ση­κώ­νο­νται από τα βάθη της Πε­λο­πον­νή­σου, την χρυ­σώ­νου­νε ολό­κλη­ρη.

Στο υψη­λό­τε­ρο ση­μείο της πόλης, προς το κά­στρο, βρί­σκε­ται ο Πύρ­γος του Κα­μπα­να­ρί­ου της Πι­κρι­διώ­τισ­σας, σφρα­γί­δα και συ­μπλή­ρω­μα του γύ­ρω­θε ει­δυλ­λια­κού το­πί­ου. Η ρυ­μο­το­μία κα­θα­ρώς με­σαιω­νι­κή, έχει έντο­νο βε­νε­τσιά­νι­κο χρώμα. Από τις κε­ντρι­κές αρ­τη­ρί­ες ξε­κι­νά­νε τα γρα­φι­κά κα­ντού­νια, στα οποία γρά­φτη­καν ιστο­ρί­ες έρω­τος και βε­ντέ­τας, και αντη­χού­σαν πα­θη­τι­κές ζα­κυν­θι­νές σε­ρε­νά­δες.

Όλοι ανε­ξαι­ρέ­τως οι δρό­μοι πλα­κό­στρω­τοι, η φη­μι­σμέ­νη δε Πλα­τεία Ρούγα είχε μεριά κι άλλη κο­λώ­νες (στοές), εκεί δε ήτανε σχε­δόν όλα τα μέ­γα­ρα της τότε αρι­στο­κρα­τί­ας. Επί­σης κο­λώ­νες είχε και ο πα­ρα­λια­κός δρό­μος του Άμμου.Όταν θέ­λου­με να πούμε «εις το κέ­ντρο της πό­λε­ως» σαν να βρι­σκό­μα­στε σ’ ένα από τα άκρα αυτής λέμε: «τη μέσα μερία ή πλέον σύ­ντο­μα «μέ­σα­θε». Από το κέ­ντρων δε για να πούμε «προς τα άκρα», με­τα­χει­ρι­ζό­μα­στε την «όξω μερία» ή «όξωθε» και από τις συ­νοι­κί­ες προς την πλευ­ρά του φρου­ρί­ου λέμε «τσ’ απάνω με­ρί­ες». Στη πόλη οι ονο­μα­σί­ες των δρό­μων αν και είναι γραμ­μέ­νες τσι κα­ντου­νά­δες του σπι­τιό­νε, για τους πολ­λούς όμως είναι τε­λεί­ως άγνω­στες και αντίς αυτών με­τα­χει­ρί­ζο­νται τα ονό­μα­τα των συ­νοι­κιών που έχουν επι­βλη­θεί με την πά­ρο­δο των χρό­νων.

Οι κυ­ριό­τε­ρες συ­νοι­κί­ες που αρ­χί­ζουν από το ένα άκρο της πό­λε­ως είναι: Του Εσταυ­ρω­μέ­νου, τσι Αγίας Τρια­δός, του Ρε­πά­ρο­νε, του Μπάν­κου, του Πλα­τύ­φο­ρου, του Γε­φυ­ριού, των Μα­κε­λειό­νε, του Ντε­πό­ζι­του, τσι Πα­λιάς Βρύ­σης απ’ όπου ξε­κι­νά­ει η σαρ­τζά­δα (δρό­μος πλα­κό­στρω­τος) για το Φρού­ριο, τσ’ Αγίας Αννας, του Αγρα­πι­δά­κη, του Κε­ρα­μι­δά­κη, του Αγίου Αγνά­ντιου (Ιγνά­τιος), τσ’ Οβρια­κής (Γέτο), τσ’ Οδη­γή­τριας, τσ’ Ανά­λη­ψης, των Αγίων Σα­ρά­ντα, του Αγίου Λου­κός, Τσα­χου­χα­ρέϊ­κα, του Αγίου Παύ­λου, Κα­μί­νια, του Αγίου Βα­σί­λη, του Αγίου Λα­ζά­ρου, τ’ Αγιαν­νιού, το Κα­ντού­νι, τσι Φα­νε­ρω­μέ­νης, του Πόν­τζου (στοά), τσι Κου­τσου­πί­ας, του Αμμου, του Αγίου Διο­νυ­σί­ου, τα Τα­μπά­κι­κα, του Μα­κρύ­ου Κα­ντου­νιού (πα­λιό­τε­ρα ονο­μα­στό για τις ωραί­ες φά­ντρες του), του Αϊ Γιάν­νη του Γου­ζέ­λη, του Αγίου Αν­δρε­ός, του Νιο­χω­ριού, τσ’ Επι­σκο­πια­νής, Κα­μά­ρα, τ’ Αγίου Χα­ρα­λα­μπί­ου, τ’ Αϊ Γιώρ­γη του Πε­ντο­κά­μα­ρου, του Κή­πο­νε και τσ’ Αγίας Βαρ­βά­ρας.

Το κα­μά­ρι της Ζά­κυν­θος, δείγ­μα πο­λι­τι­σμού, απο­τε­λού­σε το με­γα­λό­πρε­πο θέ­α­τρο που βρι­σκό­ταν επί της πλα­τεί­ας Σο­λω­μού, στο οποίο ακού­στη­καν οι καλ­λί­τε­ροι ιτα­λι­κοί με­λο­δρα­μα­τι­κοί θί­α­σοι.

Τα δύο μο­να­δι­κά σε χώρο και πο­λυ­τέ­λεια κα­ζί­να του νη­σιού, απο­τε­λού­σαν το στο­λί­δι του Ζάντε στα οποία γρά­φτη­κε και η ιστο­ρία του φη­μι­σμέ­νου καρ­να­βα­λιού.

Οι Ζα­κυν­θι­νοί κυ­ρί­ως της πό­λε­ως έχου­νε στην ομι­λία τους το ελα­φρώς και ιδιά­ζον ερω­τη­μα­τι­κό που είναι αδύ­να­το να το μι­μη­θεί ένας ξένος παρά τις προ­σπά­θειες που κα­τα­βά­λουν οι ηθο­ποιοί στα έργα του Ξε­νό­που­λου. Η κου­βέ­ντα τους, ακόμα και η σο­βα­ρή, διαν­θί­ζε­ται μ’ ένα λεπτό χιού­μορ και είναι πάντα έτοι­μοι για ένα αστείο ή ένα πεί­ραγ­μα και γε­νι­κά ο χα­ρα­κτή­ρας τους είναι εύ­θυ­μος, γε­λα­στοί και ιδίως φι­λό­μου­σοι.
Εδώ η ποί­η­ση και η σά­τι­ρα ήτανε πα­ρά­δο­ση με επί κε­φα­λής τον Σο­λω­μό, τον Κάλβο, τον Φώ­σκο­λο και πάρα πολ­λούς άλ­λους αξιό­λο­γους πνευ­μα­τι­κούς αν­θρώ­πους. Αλλά και στη μου­σι­κή δεν υστέ­ρη­σε το νησί με πρώτο τον Παύλο Καρ­ρέρ(ης) και μια πλειά­δα άλλων αυ­το­δί­δα­κτων αφα­νών μου­σι­κών που άφη­σαν τα πα­θη­τι­κό­τε­ρα τρα­γού­δια για σε­ρε­νά­δες.
ΖΑ­ΚΥΝ­ΘΟΣ 1910-1940
Ανέκ­δο­τα – Μάν­τσιες

Δε­ξιώ­σεις, Χρι­στού­γεν­να, Καρ­να­βά­λι, Σα­ρα­κο­στή, Πάσχα, Βα­σι­λι­κός (Κυ­νή­γι)

1915-1940. Στη Ζά­κυν­θο την εποχή εκεί­νη, υπήρ­χε μια έντο­νη κο­σμι­κή κί­νη­ση. 

Πε­ρισ­σό­τε­ρα από 20 σπί­τια κατά το διά­στη­μα του χει­μώ­να, έδι­ναν επί­ση­μους χο­ρούς, τσά­για, χο­ρευ­τι­κές συ­γκε­ντρώ­σεις, βεγ­γέ­ρες για τζόγο κλπ. 
Από τα σπί­τια αυτά τα πιο αξιό­λο­γα ήτανε του Ρώμα, του για­τρού Ν. Μου­ζά­κη, του Γαί­τα-Μερ­κά­τη, της Νανάς Δημ. Λούν­τζη, της Αι­μι­λί­ας Πα­πα­λε­ο­νάρ­δου (το γένος Δα­μί­ρη), του Αλε­ξάν­δρου Αναστ. Λούν­τζη, του Ερ­μά­νου Αναστ. Λούν­τζη, του Αντω­νί­ου Κο­μού­του, του Τζώρ­τζη Λ. Καρ­ρέρ, του Φι­λίπ­που Λ. Καρ­ρέρ, του Διο­νυ­σί­ου Αντ. Μακρή, του Σπυρ. Συ­γού­ρου-Δε­σύ­λα, του Αναστ.Κόκλα, του Ιρη Γιαν­να­κού, του Κων­στα­ντί­νου Τυ­ρο­γα­λά, του Κέκου Δη­μά­κου, του Κων. Πο­λί­τη, του Ευ­στα­θί­ου Σπ. Αυ­γου­στί­νου, του Νι­κο­λά­ου Και­ρο­φύ­λα­κος, του Ιω­άν­νου Στρού­τζα, συμ­βο­λαιο­γρά­φου κλπ.

Στις συ­γκε­ντρώ­σεις αυτές επι­κρα­τού­σε εγκαρ­διό­τη­τα και συ­γκρα­τη­μέ­νη ευ­θυ­μία, όπου όμως πλε­ό­να­ζε η νε­ο­λαία, η ευ­θυ­μία γε­νι­κευό­τα­νε με έντο­νο πά­ντο­τε επτα­νη­σια­κό χα­ρα­χτή­ρα. Στους επί­ση­μους χο­ρούς ζή­λευε την πλήρη ορ­γά­νω­ση που ήτανε απο­τέ­λε­σμα μιας μα­κραί­ω­νης οι­κο­γε­νεια­κής πα­ρα­δό­σε­ως. Δεν εί­χα­νε τί­πο­τα το εξε­ζη­τη­μέ­νο ή το νε­ο­πλου­τι­στι­κό, σ’ αυ­τούς κυ­ριαρ­χού­σε η απλό­τη­τα και η αρ­χο­ντιά.

Το θέαμα δε που πα­ρου­σί­α­ζαν οι χοροί αυτοί, ιδίως σε με­ρι­κά προ­νο­μιού­χα σπί­τια όπως των Ρώμα, Λούν­τζη, Γαί­τα-Μερ­κά­τη, Καρ­ρέρ, και Και­ρο­φύ­λα­κος (Ιο­νι­κής Τρα­πέ­ζης), ήτανε αυ­τό­χρη­μα φα­ντα­σμα­γο­ρι­κό με τις ωραιό­τα­τες βρα­δι­νές τουα­λέ­τες και τα θαυ­μά­σια παλιά κο­σμή­μα­τα που φο­ρού­σαν αι κυ­ρί­ες και αι δε­σποι­νί­δες καλ­λο­νές αι πε­ρισ­σό­τε­ρες και τα φράκα και τα σμό­κιν των αν­δρών.

Τα σα­λό­νια, με την κομψή παλιά επί­πλω­σή τους καλ­λι­τε­χνι­κούς πο­λυ­ε­λαί­ους, τους ζω­γρα­φι­κούς πί­να­κες με προ­σω­πο­γρα­φί­ες προ­γό­νων κατά κα­νό­να – και με τους με­γά­λους βε­νε­τσιά­νι­κους κα­θρέ­φτες, πα­ρου­σί­α­ζαν μία ει­κό­να πε­ρα­σμέ­νων επο­χών. Κυ­ριαρ­χού­σαν πα­ντού το ασήμι, τα κρύ­σταλ­λα και τα παλιά Βε­νε­τσιά­νι­κα ή Εγ­γλέ­ζι­κα σερ­βί­τσια, δείγ­μα της πα­ρελ­θού­σης οι­κο­νο­μι­κής ευ­η­με­ρί­ας και οι­κο­γε­νεια­κής πα­ρα­δό­σε­ως.

Η «Κα­ντρί­λια» ήτανε το απο­κο­ρύ­φω­μα τσή βρα­διάς κατά την οποία τα ζευ­γά­ρια συ­να­γω­νί­ζο­ντο σε ομορ­φιά, σε χάρη και σε ευ­θυ­μία. 
Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι από τους άν­δρες δι­ηύ­θυ­ναν το χορό, δύο όμως ήτανε οι πιο πε­ρι­ζή­τη­τοι, ο Νικ. Και­ρο­φύ­λαξ και ο Αντ. Κο­μού­τος (ονο­μα­στή η δε­ξιο­τε­χνία τους και το εξαι­ρε­τι­κό τους μπρίο). 
Η «Κα­ντρί­λια» τε­λεί­ω­νε κατά τα με­σά­νυ­χτα και αμέ­σως ανοι­γό­τα­νε η τρα­πε­ζα­ρία, όπου τους προ­σκε­κλη­μέ­νους πε­ρί­με­νε ένα πλου­σιό­τα­το μπου­φέ, με ό,τι ωραίο, ό,τι εκλε­κτό προ­σέ­φε­ρε ο τόπος και η δε­ξιο­τε­χνία της οι­κο­δέ­σποι­νας.

ΖΑ­ΚΥΝ­ΘΟΣ: Τότε που…ζού­σα­νε – Η «Κα­ντρί­λια»


**********


ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΜΕ «ΜΟΡΕΤΤΕΣ» ΚΑΙ «ΝΤΟΜΙΝΑ»

«Αυτή η λατρεία για ξεφάντωμα [στη Βενετία] δεν μπορούσε βέβαια να μην επηρεάσει και το Stato del mar: Τις αποικίες.
Έτσι εκατάντησε ακόμα χρόνια μετά την αποχώρηση των τελευταίων «Μαρκουλίνων»[Ενετοί στρατιώτες] οι Ζακυνθινοί να ζούνε 12 ολόκληρους μήνες περιμένοντας τις τρεις Κυριακές που είναι γι’ αυτούς οι πιο ευτυχισμένες ήμερες τού χρόνου: Γουρουνοκυριακή, των Απόκρεω και της Τυρινής!

Η μεγάλη ατραξιόν, το καινούργιο στοιχείο πού κάνει τις εβδομάδες αυτές τόσο διαφορετικές, είναι η παράδοξη ελευθερία τής Γυναίκας, από την αριστοκράτισσα ως την τελευταία φάντρα! 

Ελευθερία ανύπαρχτη τον ρέστο καιρό. 
Στο «σουρτάρι τού κομμού» τής πιο φτωχιάς Ζακυνθινιάς, σ’ ένα μπογαλάκι κρυμμένο κάτω από τα «προικιά», που με τόσο κόπο φαίνει ολοχρονικής, θα βρείτε την κλασσική «σκευή», το μαύρο μεταξωτό ντόμινο, ένα ζευγάρι μεταξωτές κάλτσες, λουστρίνια σκαρπίνια και τη «μορέττα», τη μάσκα. 
'Όλες το ίδιο! Καμμιά τους δεν διαφέρει. Καμιά δεν είναι πλουσιώτερα ή χειρότερα ντυμένη. Έτσι η ανωνυμία είναι απόλυτη!
 Υπάρχουνε βέβαια οι «ειδικοί», εκείνοι που από μια κίνηση τού κεφαλιού, μια χειρονομία, ένα γέλιο πού κατά λάθος βγαίνει στον φυσικό του τόνο (γιατί όλες μιλάνε με ψεύτικη φωνή) είναι σε θέση να καταλάβουνε με ποιαν έχουν να κάνουν. Πόσοι όμως είναι αυτοί οι Σέρλοκ Χόλμς; 
Το ίδιο τους το ταλέντο, ύστερα, τους επιβάλλει την εχεμύθεια! Κάτι ας πούμε σαν επαγγελματικό μυστικό.
Το απόγευμα της Γουρουνοκυριακής το γλέντι στους δρόμους αρχίζει με τους «Δράκους». Παρέες δηλαδή από ασπροντυμένους μασκαράδες που τρέχουν απάνω-κάτω καμπανέλλες.
Υστερ’ από λίγο αρχίζουνε να κυκλοφορούνε οι πρώτες «μασκαράτες». Οργανωμένοι όμιλοι που παριστάνουνε ώρισμένα ιστορικά ή τοπικά γεγονότα. 
Άλλοι πού περνάνε στις διάφορες γειτονιές και παίζουνε τίς περίφημες «Ομιλίες». Λαϊκά θεατρικά εργάκια που έχουνε ένα εξαιρετικός ίστορικο-φιλολογικό ενδιαφέρον.
Από τίς 2-6 τ ’ απόγιομα χοροί σε δυό καζίνα —του Ρώμα και του Λομβάρδου— όπου όμως οι μάσκαρες μπαίνουνε με μπιλλιέτο. 
Γίνουνται και δυο μεγάλες «φέστες» με φράκο και μεγάλη επισημότητα. 
Αυτές κρατάνε ως τα χαράματα, ενώ οι καθημερινοί χοροί σταματάνε στις 6 το απόγευμα επειδή όλος ο κόσμος αυτήν την ώρα χύνεται στους δρόμους: στο Κόρσο! 
Δεξιά κι’ αριστερά στην πλατεία Ρούγα, όπου κυκλοφορούνε όλες αυτές οι χιλιάδες άνθρωποι, τα μαγαζιά μένουν ανοικτά ως τα μεσάνυχτα. 
Ανάμεσα στις κολόνες μπαίνουνε καρέκλες κι όλος αυτός ό κόσμος πίνει... λικέρ. Από έναν ανεξήγητο λόγο, ο Ζακυνθινός που ολοχρονικής ρουφάει τη βερντέα, το ψαθόχρωμο κρασάκι του, το Καρναβάλι πίνει λικέρ (αργότερα και ως τα σήμερα: μπύρα!). Θέλετε να μάθετε πώς τα λένε[αυτά τα λικέρ]; Μπέλα Ρόζα, διασμόρακο, φλουσκουνόρακο καί Μυστρά!

΄Οσην ώρα κάθουνται στις κολόνες, οι διάφορες μασκαράδες εξακολουθούνε να παρελαύνουνε. 
’Αν θέλετε να χορέψετε ακόμα (και φυσικά θέλετε —θα περιμένετε του χρόνου;) τότε πρέπει να πάτε στα λαϊκότερα κέντρα χορού: Τις «Καβαρκίνες» και τα «Βελλιόνια».
Πρόκειται για σάλες πού αντίθετα με τα δυο μεγάλα «Καζίνα» λειτουργούνε μονάχα τις ημέρες αυτές. 

Απαράλλαχτα όπως και στο παλιό βενετσιάνικο Ριντόνο, τόσο στις λέσχες, όσο και στις καβαρκίνες υπάρχουνε ιδιαίτερες αίθουσες για τζόγο. Μπορεϊς να παίζεις με τη μάσκα, ακριβώς όπως δεν είσαι υποχρεωμένος να βγάλεις το προστατευτικό αυτό κάλυμμα, αν πας στο θέατρο. Μιλάω για τις γυναίκες ή έστω για τους «ντομινοφόρους» που επιθυμούνε να κρατήσουνε την ανωνυμία τους.»
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΡΩΜΑΣ(1906-1981) :Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», Μάρτιος 1956

Απ' τα Σχόλια:


Vasilis Greek Τα ντόμινα, για να μην αναγνωριστούν, αποφεύγανε να μιλάνε. Θυμάμαι μια θεία φανατικιά στους μετασεισμικούς χορούς και το Θειάφι που μου επέταξε στο χορό της Τσουκνοπέφτης στο "Καζίνο" του Κόκκινου Βράχου, αντίς την είπα ... θεία. Η μακαρίτισσα η Νόννα μου σε κάτι καρναβάλια με ντόμινο είδε κι έπαθε να ξεφύγει από τις ορέξεις του ,,, αγαπημένου της αδρεφού ...


Gianneta Paschali Πόσο θα ήθελα να παρακολουθήσω το τζαντιωτικο καρναβάλι μέσα από τα μάτια της μυθιστορηματική ηρωίδας Διαμάντινας ΝταΒιντσεζα με ξεναγό το Διονύσιο Ρωμα!!!!!

Υπέροχη ανάρτηση!! Μας έβαλε σε διάθεση αποκριών!!!


Συντάκτης
Dionisis Vitsos Λίγο μεταφυσική η επιθυμία σας, όπως και να το κάνουμε. Κι εμείς αρκούμαστε στις εφικτές μαρτυρίες.


Annie Nounessi Έτσι ήτανε και τσου Κορφούς, μα οχι πια.


Nicola Chris όπως πάντα επίκαιρες και ενδιαφέρουσες αναρτήσεις.
Καβορκίνες και Βελλιόνια καθόλου τυχαία τα ονόματα αυτών των κέντρων χορού .
Το Cavalchina είναι ένα από τα πιο σημαντικά κοσμικά γεγονότα του καρναβαλιού της Βενετίας.Μεγάλος χορός που γίνεται στο Θέατρο La Fenice .Για την περίσταση το  θέατρο απελευθερώνεται από τις πολυθρόνες για να φιλοξενήσει την πίστα. Το μουσικό ρεπερτόριο αποτελείται από κλασική και παραδοσιακή μουσική που παίζεται αυστηρά ζωντανά

VEGLIONE αγρυπνία- που γίνεται σε ένα θέατρο ή σε μια μεγάλη αίθουσα, και κρατάει μέχρι τις πρώτες πρωινές με χορό και μουσική .
Χορευτική γιορτή .


Popi Karavia Kavouropoulou Πριν απο τους σεισμους μου ελεγε η μητερα μου ο καλυτερος χορος ηταν ο χορος του πρασινου 
Τον εκαναν οι χωρικοι με φαγητα και αρνια ψητα και πηγαινε πολυς κοσμος 
Στο ρωμιανικο καζινο εμπαιναν μονο οι αρχοντες και αν εβλεπαν στην πορτα καποιοιν με λασπωμενα παπουτσια τον εδιωχναν .
Οι κυριες φορουσαν τουαλετες και αυτη με τη μητερα της απεξω τις εβλεπαν 
Οταν ημουνα στο γυμνασιο παρ οτι δεν μας το επετρεπαν πηγαιναμε ντυμενες μασκαρουλες με ντομινο μαυρο 
Ερχοντουσαν και αγορια και αυτα μασκε .Για να γωριζομαστε το συνθημα ηταν το γυμνασιο καιγεται ετσι γνωρισα και τον αντρα μου χα χα χα


Vasilis Greek Νομαρχη Ελλαδίτη τον εμπάσανε οι υπηρεσίες του Καζίνου από την πλαϊνή γιατί εμφανιστηκε με ενδυμασία ... περιπάτου σε σουαρέ που οριζόταν το φράκο. 
Και είθε να μπάσουνε τσου τάγκαρους με τα λασπωμένα; 
Αγκαλά και οι χωριάτες οι δικοί μας είχανε πόληψη, Εκαθότουνα στην Καμάρα κι αλλάζανε τα τσαρούχια με πίλιο ντε σου ποδέματα. 
Κι αφήνανε τα ζωντανά στα Χάνια στα Παστρέικα και δώθε. 
Και οι εκ Βανάτου και της αυτής κατευθύνσεως στη Γαϊδουροταβέρνα,
 Όσοι θα μπαίνανε μέσαθες. Γιατί για τον Άμμο και την κουτζουπία τα ... ζωντανά είχανε ελευθεροκοινωνία. Τα γίδια πανηγυρικά εμπαίνανε τσι Τρινές για το όσο πιο φρέσκο γενότουνα ... ρυζόγαλο. Και μετά


Vasilis Greek και μετά εφιλιόντουσαν και ελέγανε να καβατζάρουμε το Πάσκα να έρθουμε και του χρόνου. Ίσα μ έδεκει.


****************************
kαι για το Σήμερα... απολαυστικά τα περιγράφει:

Καστρινος καστρινος:
18 Φεβρουαρίου

                 
              Αρχίζουν τα πάρτι.

Φλεβάρης.. κι οι αμυγδαλιές, νυφούλες ανθισμένες,
να φέρνουνε την Άνοιξη, απ΄τον Θεό πλασμένες.

Την εποχή Απόκρεων, θέλουν να μας θυμίσουν,
και για χορό με διάθεση, όλους να μας γεμίσουν.

Που όμως λιγοστεύουνε, και μας ζητούν ευθύνη,
όσες εδώ στον τόπο μας, έχουνε απομείνει.

Και δεν μας λένε ψέματα, αρχίζουνε τα πάρτι,
με μάσκες, και χορεύοντας, για να΄μπουμε στον Μάρτη.

Μα φαίνεται μειώθηκε, απ΄αυτά η συμμετοχή μας,
κάτι που αναμένετο, αυτή την εποχή μας.

Κάτι που δεν προσέχουμε, και μας το παίρνει ο χρόνος,
στο δέντρο τση παράδοσης, που σπάει ο κάθε κλώνος.

Πολλά στο δρόμο άλλαξαν, που φέρναμε από πάππου,
μα δεν τα διαφυλάτουμε, και τελειώνουν κάπου.

Σ΄ένα νησί που ακούγετε, κάθε καλό του.. χέστο,
χωματερές ολούθενες, με δίχως λίγο σέστο.

Και γίνονται προσπάθειες, να σηκωθεί κομμάτι,
μα γίναμε κακόγουστοι, μ΄αδιαφορία γεμάτοι.

Παρ΄όλα αυτά υπάρχουμε, και κάποιοι προσπαθούμε,
στο χρώμα και στο δρώμενο, με κόπο να σταθούμε.

Με μυρωδιές μας έρχεται, κι η τσικνοπέμπτη πάλι,
κι οφείλει να ξανάρθουνε, βραδιές με καρναβάλι.

Ελπίζω και να ζήσουμε, νύχτες μασκαρεμένες,
μα λείπουνε οι αίθουσες, με δαύτο τεριασμένες.

Κι οι μουσικές που παίζουνε, θέλουν τη προσοχή τσους,
αλλά αυτό το ξέρουνε, ο θέος και η ψυχή τσους.

Όμως η φύση ξάνοιξε, κι η Άνοιξη πλησιάζει,
αυτή που μένει ακλόνητη, και τρόπο δεν αλλάζει.

Η αμυγδαλιές παράδειγμα, π΄ανθίζουνε στο κρύο,
στην λύσσα των Απόκρεων, και στων βραδιών το μπρίο.

Κάτι που δείχνει αλλαγή, κανείς όπου κοιτάξει,
αυτό που και στα δρώμενα, δεν νιώθει η νέα τάξη.

Όσο για αυτό το μέλλον μας, που θα΄βγουμε ποίος ξέρει,
αφ΄ ούλοι πλέον μάθαμε, με έναν καφέ στο χέρι.!!!