Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

- Για τον Κώστα μας...

Κώστας Βουτσάς: Το αετόπουλο της ΕΠΟΝ που έγινε σταρ του σινεμά


Ήρθε πρώτη φορά σε επαφή με τον κινηματογράφο ως Αετόπουλο, όταν μπήκε για να πετάξει κρυφά προκηρύξεις της ΕΠΟΝ. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τότε πως θα κατακτούσε τη μεγάλη οθόνη ως ηθοποιός.

Κατιούσα


Ο ίδιος έλεγε πως σκοπεύει να παραβρεθεί μόνο σε μία κηδεία, τη δική του. Στο ενδιάμεσο φρόντισε να γευτεί όλους τους χυμούς της ζωής, αλλά να την γνωρίσει και από την ανάποδη, μακριά από τις χαρές της και την καταξίωση, μέσα από τον αγώνα και τις στερήσεις. Κι όπως είπε για αυτόν ο Γ. Βογιατζής: Αν δεν έχεις πονέσει στη ζωή σου, δεν μπορείς να κάνεις τον κόσμο να γελάσει. 
Γεννήθηκε στο Βύρωνα, την τελευταία μέρα του 1931, αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είχε καταγωγή από προσφυγική οικογένεια και το αρχικό όνομα της οικογένειας ήταν Σαββόπουλος, άλλαξε όμως από τα βουτσιά (=βαρέλια) που έφτιαχνε ο παππούς του. Ο ίδιος θυμάται ότι η οικογένειά του ήταν τόσο φτωχή, που τα πρώτα χρόνια δεν έμενε σε σπίτι, αλλά μες σε μαγαζί, όπου οι γονείς του κάλυπταν τη βιτρίνα για να μη φαίνεται στους περαστικούς. Το όνομά του το πήρε από έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον οποίο δε γνώρισε ποτέ, κι είχε πεθάνει σε μικρή ηλικία από δάγγειο πυρετό.
Ο πατέρας του, εργάτης οδοποιίας, ήταν κομμουνιστής, μέλος του ΚΚΕ από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του. Συνελήφθη, φυλακίστηκε κι υπέστη βασανιστήρια μπροστά στα παιδιά του, για να κάνει δήλωση μετανοίας, αλλά παρέμεινε αλύγιστος. Ο μικρός Κώστας έζησε από πρώτο χέρι όλες αυτές τις στιγμές, για να μπει κι αυτός από νωρίς στον αγώνα, στα χρόνια της Κατοχής. Έτσι έγινε κι η πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο, όπου πετούσε κρυφά προκηρύξεις ως Αετόπουλο.
Δουλεύοντας από μικρός με κασελάκι όπου πουλούσε τσιγάρα, στη διάρκεια του πολέμου αντάλλασσε φτηνά ελληνικά τσιγάρα με εκείνα που του έδιναν Άγγλοι αιχμάλωτοι πολέμου, λιγότερα σε ποσότητα αλλά καλύτερα ποιοτικά, τα οποίο ο ίδιος μεταπουλούσε ακριβότερα σε εύπορους κατοίκους της πόλης. Επίσης, εργαζόταν ως αβανταδόρος σε παπατζήδες, πάντα με κίνητρο να κερδίζει λίγα χρήματα για την πάμφτωχη οικογένεια.
Ο Βουτσάς είχε αθλητική κλίση, κι ασχολούνταν με το δρόμο και το άλμα εις μήκος στο σύλλογο ΒΑΟ. Κάποιο καλοκαίρι ο προπονητής του τον έστειλε για προετοιμασία σε κατασκήνωση στη Νέα Μηχανιώνα, όπου είδε τις πρόβες ενός θεατρικού και αποδοκίμασε έναν από τους ηθοποιούς. Τότε ο υπεύθυνος του έργου τον προκάλεσε να ανέβει στη σκηνή για να αποδείξει πως το κάνει καλύτερα, όπως και έγινε.
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, όπου γράφτηκε κρυφά από τον πατέρα του. Ξεκίνησε την επαφή με το θέατρο στα περιφερόμενα μπουλούκια της εποχής και αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στην Αθήνα. Μάλιστα, τη μέρα που έφευγε με το τραίνο, πέταξε κυριολεκτικά “μαύρη πέτρα” πίσω του, αφού έριξε μια πέτρα μαυρισμένα από τα λάδια της ατμομηχανής. Αρχικά κόπηκε δυο φορές στην επιτροπή για την απαραίτητη τότε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος των ηθοποιών, μάλιστα ένα από τα μέλη τον είχε προτρέψει να γίνει τραπεζικός υπάλληλος. Ο Κώστας Βουτσάς πείσμωσε και απέδειξε πόσο άδικο είχε εκείνος ο κριτής.
Ακολούθησε μια σταδιοδρομία που ξεκίνησε το 1953 με την ταινία “Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται” και περιλάμβανε δεκάδες ταινίες, σειρές και θεατρικές παραστάσεις, με τις οποίες ασχολήθηκε κυρίως μετά τη δεκαετία του ’90. Έγινε ένας από τους πιο αγαπημένους κωμικούς ηθοποιούς του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, χωρίς να χάσει τη δημοφιλία του και αργότερα, όπως αποδεικνύει η συνεχής παρουσία τους στο χώρο της μικρής και μεγάλης οθόνης. Οι ταινίες που πρωταγωνίστησε αποτελούν τυπικά δείγματα της ηθογραφικής κωμωδίας και φαρσοκωμωδίας του παλιού ελληνικού κινηματογράφο, ενώ ο Βουτσάς είχε πολλές συμμετοχές και την “εποχή της βιντεοκασέτας”, όπως έγιναν συλλήβδην γνωστές οι ταινίες της περιόδου, μολονότι πολλές εξ αυτών προβλήθηκαν αρχικά κανονικά στον κινηματογράφο.
Συνεργάστηκε αρχικά με τον Δαλιανίδη, με όλους τους σπουδαίους σεναριογράφους και σκηνοθέτες της εποχής, αλλά και με τα ιερά τέρατα της μεγάλης οθόνης. Καθιερώθηκε σε κωμικούς ρόλους, αφήνοντας εποχή με χαρακτηριστικές ατάκες: Από το “Φσσσστ Μπόινγκ”, το οποίο προέκυψε μετά από δικό του αυτοσχεδιασμό, μέχρι το κωμικά τονισμένο “Κατ-ίνα! Σαλαμάκι…” και το κλασικό “Έχω και κότερο, πάμε μια βόλτα;”… Στάθηκε αξιοπρεπέστατα στα μιούζικαλ της εποχής, μολονότι δεν είχε βγάλει ποτέ σχολή χορού, ενώ το κλασικό κινηματογραφικό του ζευγάρι ήταν η Μάρθα Καραγιάννη, με την οποία όμως δεν είχαν ποτέ δεσμό στην πραγματική ζωή.
Μεγαλύτερο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες δουλειές του όπως “Εγώ ρεζίλεψα το Χίτλερ” (1973), όπου εκθειάζεται η αντίσταση κατά των ναζί, πάντα με τους περιορισμούς της χουντικής λογοκρισίας και των μετεμφυλιακών στερεοτύπων και το “Ένα τανκς στο κρεβάτι μου”, που εικονίζει τον “παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο” πρωταγωνιστή να προσπαθεί να προσαρμοστεί στην εκάστοτε εξουσία, την ώρα που ο φοιτητής αδελφός του βγαίνει στην αντίσταση κατά της χούντας. Την πολιτική ατμόσφαιρα τις παραμονές και τα πρώτα χρόνια της “Αλλαγής” αποτυπώνουν ταινίες όπως “Ο Κώτσος στην ΕΟΚ” και “Ο Κώτσος έξω από το ΝΑΤΟ”.
Παροιμιώδης γυναικάς, με αρκετά πολυτάραχη προσωπική ζωή, έκανε τρεις γάμους και απέκτησε συνολικά τρεις κόρες και ένα γιο από την τελευταία σύζυγό του, την κατά 39χρόνια νεότερη Αλίκη Κατσαβού. Θετός γιος του είναι επίσης και ο ηθοποιός Άνθιμος Ανανιάδης. Και αν τα περισσότερα ΜΜΕ ασχολήθηκαν με το αξιοπερίεργο γεγονός πως έγινε πατέρας, έχοντας πατήσει σχεδόν τα 85, υπήρξε μια πρόσφατη, πολύ ανθρώπινη στιγμή, με τον ίδιο να στέκεται αμήχανος μπροστά στις κάμερες, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο της πρώτης συζύγου του, της Έρρικας Μπρόγιερ. Αργότερα ανακοίνωσε πως δε θα παραστεί στην κηδεία της, γιατί η μόνη αντίστοιχη που σκοπεύει να παραστεί είναι η δική του…
Ο ηθοποιός παρέμεινε πιστός στις πολιτικές ιδέες της νιότης του, όντας προσεχτικός στις δημόσιες διατυπώσεις του, χωρίς να διεκδικεί αγωνιστικές δάφνες και παραδεχόμενος την αδράνειά του στα χρόνια της χούντας. Παρά κάποιες επιμέρους θολές ή ατυχείς πολιτικές δηλώσεις, ο Κώστας Βουτσάς στήριζε σταθερά και δημόσια το ΚΚΕ, ενώ παλιότερα είχε αποκαλύψει ότι είχε πέσει ακόμα και θύμα “bullying” από κάποια κυρία σε εκλογικό κέντρο για τις πολιτικές του θέσεις.

Για τον Κώστα μας
26-02-2020

“‘Οσο υπάρχουμε κι εμείς θα θυμόμαστε κάθε στιγμή μαζί σου, τα γέλια μας, την εμπιστοσύνη σου, την πίστη σου στη Ζωή και κυρίως την εξαιρετική τιμή να παίξουμε μαζί τόσες φορές.”

Ελένη Γερασιμίδου

Από τις πιο ευτυχισμένες συναντήσεις που είχα στη δουλειά μου αυτή με τον Κώστα Βουτσά. Προικισμένος με όλα τα καλά του κόσμου που χάριζε απλόχερα.
Σε όλους μας. Και μόνο που αξιώθηκες να είσαι στην ίδια σκηνή, να χαίρεσαι την αξία του,να μαθαίνεις τους κώδικες του, ήθος του, την αγάπη του για όλο τον κόσμο,τα ανεξάντλητα αστεία του. Κι όταν έδινε συμβουλές δεν ήταν για το πώς θα παίξεις, αλλά πρακτικές συμβουλές από την πείρα του για να μη κουραστείς και να αντέξεις στην πολύωρη πρόβα.

“Κάτσε Ελένη”, μου λέει.
“Μα δεν κουράστηκα. Μόλις αρχίσαμε”.
“Βρήκες κάθισμα; Κάτσε. Θα κουραστείς μετά!”

Και σε κάθε εκλογική αναμέτρηση….”Τί σταυρώνουμε Ελένη στο Υπόλοιπο Αττικής;”
‘Οσο υπάρχουμε κι εμείς θα θυμόμαστε κάθε στιγμή μαζί σου, τα γέλια μας, την εμπιστοσύνη σου, την πίστη σου στη Ζωή και κυρίως την εξαιρετική τιμή να παίξουμε μαζί τόσες φορές.

Σε όλους τους δικούς του κουράγιο και δύναμη.