ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017

Ισοπεδωτικές απλές-κατανοητές Αλήθειες του Γραμματέα του ΚΚΕ !!


,,η μεγαλύτερη προσφορά του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οδήγησε στην απογοήτευση έναν κόσμο που ένιωθε πραγματικά αριστερός, ριζοσπάστης, ο οποίος τα προηγούμενα χρόνια βρέθηκε στο δρόμο, στους αγώνες που αναπτύχθηκαν. 
Αυτός ο κόσμος τώρα μπορεί να δει αυτό που δεν μπορούσε να δει το 2012, το 2015, παρά τα όσα -ακόμα και με πολιτικό κόστος τότε - του έλεγε το ΚΚΕ. Μπορεί να δει ότι οι κυβερνήσεις του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, ανεξάρτητα πως ονομάζονται, με ποια πρόσωπα, με ποια συνθήματα πλασάρονται, είναι από χέρι αντιλαϊκές.
 Η ελπίδα, η προοπτική δεν βρίσκεται στην εναλλαγή κυβερνήσεων παρόμοιας κοπής και λογικής αλλά στη συμπόρευση και ενίσχυση του ΚΚΕ για την ανασύνταξη του κινήματος, την ανάπτυξη της κοινωνικής συμμαχίας στο δρόμο της ρήξης και της σύγκρουσης με το σύστημα και την εξουσία του.,,




Ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτούμπας, παραχώρησε συνέντευξη στην εφημερίδα «Νέα Σελίδα» και τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Τζαννετάτο.

Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της συνέντευξης.
***

-- Το ΚΚΕ επιμένει ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ είναι άλλες όψεις του ίδιου νομίσματος. Παρ' όλα αυτά στις πρόσφατες έρευνες κοινής γνώμης καταγράφεται μία αντοχή του ΣΥΡΙΖΑ στα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Μήπως τελικά είναι ισοπεδωτική η ρητορική σας;

-- Πόσο ισοπεδωτικό αλήθεια, μπορεί να είναι το πραγματικό γεγονός ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ψήφισαν το 3ο μνημόνιο που μας έφερε εκατοντάδες νέους εφαρμοστικούς νόμους; 
Το γεγονός ότι καθημερινά δίνουν διαπιστευτήρια στο κεφάλαιο, την ΕΕ, το ΔΝΤ, το ΝΑΤΟ; 
Βέβαια στην παρούσα φάση φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει πολύ καλά τη βρώμικη δουλειά για το κουαρτέτο, ρίχνοντας και λίγη αριστερόσκονη για να θολώνει τα νερά ανάμεσα στους ψηφοφόρους του. Ενώ η ΝΔ και λόγω προϋπηρεσίας, όχι άδικα, φωνάζει ότι εκείνη διαθέτει το «know how».

 Ούτε η αριστερόσκονη του κ. Τσίπρα ούτε οι συντηρητικές κορόνες του κ. Μητσοτάκη μπορούν να κρύψουν τη στρατηγική τους σύμπλευση. 
Η ανάπτυξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ίδια με αυτή της ΝΔ που όπως και να τη βαφτίσουν «δίκαιη», «βιώσιμη» εξασφαλίζει κέρδη στους ομίλους, ενώ μεγαλώνει η εκμετάλλευση, η ανεργία, η μερική απασχόληση, σμπαραλιάζονται δικαιώματα.

-- Ζούμε ήδη τον όγδοο χρόνο μνημονιακών δεσμεύσεων που έχουν οδηγήσει σε βίαιες κοινωνικές ανατροπές. Ωστόσο το ΚΚΕ δεν φαίνεται να κεφαλαιοποιεί πολιτικά τον κοινωνικό θυμό.

-- Η εικόνα που έχουμε από όλους και όλες είναι ότι το ΚΚΕ, όχι μόνο είναι σταθερό, αλλά βρίσκεται με ανεβασμένα τα ποσοστά του. 
Όμως αυτό ούτε μας εφησυχάζει ούτε αρκεί από μόνο του. 
Έχουμε πλήρη συνείδηση ότι ο δικαιολογημένος θυμός του λαού συνυπάρχει με την απογοήτευση και το συμβιβασμό.
 Και δυστυχώς η μεγαλύτερη προσφορά του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οδήγησε στην απογοήτευση έναν κόσμο που ένιωθε πραγματικά αριστερός, ριζοσπάστης, ο οποίος τα προηγούμενα χρόνια βρέθηκε στο δρόμο, στους αγώνες που αναπτύχθηκαν. 
Αυτός ο κόσμος τώρα μπορεί να δει αυτό που δεν μπορούσε να δει το 2012, το 2015, παρά τα όσα -ακόμα και με πολιτικό κόστος τότε - του έλεγε το ΚΚΕ. Μπορεί να δει ότι οι κυβερνήσεις του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, ανεξάρτητα πως ονομάζονται, με ποια πρόσωπα, με ποια συνθήματα πλασάρονται, είναι από χέρι αντιλαϊκές.
 Η ελπίδα, η προοπτική δεν βρίσκεται στην εναλλαγή κυβερνήσεων παρόμοιας κοπής και λογικής αλλά στη συμπόρευση και ενίσχυση του ΚΚΕ για την ανασύνταξη του κινήματος, την ανάπτυξη της κοινωνικής συμμαχίας στο δρόμο της ρήξης και της σύγκρουσης με το σύστημα και την εξουσία του.

-- Ναι, αλλά και τα μαζικά κινήματα δείχνουν κουρασμένα.

-- Τα «κινήματα» που φτάνουν λίγο έξω από το Μαξίμου, μέχρι να αλλάξει ο ένοικος, δείχνουν το «δέντρο» για να κρύψουν το «δάσος», είναι λογικό να κουράζονται, ακόμα και να εξαφανίζονται. 

Αλήθεια, πού είναι εκείνο το λεγόμενο «κίνημα των αγανακτισμένων» που με τόση στοργή αγκαλιάστηκε ακόμα και από επιτελεία του συστήματος; 

Το ΚΚΕ με συνέπεια παλεύει για ένα κίνημα που σήμερα ανασυντάσσει τις δυνάμεις του, που προετοιμάζεται για την αναμέτρηση με τον πραγματικό αντίπαλο, που συνδέει επιμέρους αιτήματα και στόχους άμεσης ανακούφισης του λαού με την ανάγκη της πολιτικής διεξόδου από την κρίση σε όφελος του εργαζόμενου λαού κι όχι της τάξης που τον εκμεταλλεύεται. 

Μόνο ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να αντέχει, να παλεύει, να μην υποχωρεί στις πρώτες δυσκολίες, να μην μασά την καραμέλα της «κοινωνικής συναίνεσης» που προβάλλουν τα άλλα κόμματα, να μην σκοντάφτει στην πολιτική αστάθεια με την οποία φοβερίζουν το λαό. 

Ένα τέτοιο κίνημα δεν ζητάει θυσίες από το λαό για να ανακάμψουν τα κέρδη των καπιταλιστών, αλλά θυσίες στον ταξικό αγώνα που φέρνει πιο κοντά την προοπτική της πραγματικής αλλαγής.

 Βεβαίως αυτό το κίνημα δεν προβάλλεται από τα ΜΜΕ είτε τα φιλοκυβερνητικά είτε τα αντιπολιτευτικά, όπως έκαναν πρόσφατα με την εξαφάνιση της συγκέντρωσης χιλιάδων εργαζομένων που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του ΠΑΜΕ στον Πειραιά για την καταστροφή στο Σαρωνικό.

-- Γιορτάζετε φέτος τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την Οκτωβριανή επανάσταση. Πρόσφατα ξέσπασε η γνωστή διαμάχη με τη σύγκριση ναζισμού - σταλινισμού. Ποια είναι η θέση σας;

-- Δεν ήταν σύγκριση ναζισμού - σταλινισμού, ήταν προσπάθεια εξίσωσης του φασισμού που είναι παιδί του καπιταλισμού με το σοσιαλισμό που τον νίκησε. Όμως, 
η Οκτωβριανή Επανάσταση, το κορυφαίο κοσμοϊστορικό γεγονός του 20ού αιώνα, απέδειξε ότι ο καπιταλισμός, δεν είναι ανίκητος. 
Απέδειξε ότι μπορεί να οικοδομηθεί μια ανώτερη οργάνωση της κοινωνίας, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. 

Αυτή η κοινωνία πρόσφερε πρωτόγνωρες κατακτήσεις στους λαούς που έζησαν στις χώρες του σοσιαλισμού. Οι εργάτες που παρήγαγαν τον πλούτο, έγιναν ιδιοκτήτες του. 
Η χώρα βγήκε από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Εκατομμύρια στρέμματα των γαιοκτημόνων πέρασαν στα σοβιέτ. 
Η γενική εκπαίδευση έγινε υποχρεωτική και δωρεάν. Οι γυναίκες έγιναν ίσες με τους άντρες και στην αμοιβή εργασίας και στα εκλογικά δικαιώματα. Ίδια δικαιώματα απέκτησαν όλα τα έθνη της πολυεθνικής τότε Ρωσίας. 
Η Σοβιετική Ένωση συνέβαλε καθοριστικά στη συντριβή της πολεμικής μηχανής του ναζισμού - φασισμού με 20 εκατομμύρια νεκρούς.

 Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι η λεγόμενη εξίσωση του κομμουνισμού με το ναζισμό την οποία έχουν κάνει σημαία τους οι αντιδραστικές συντηρητικές δυνάμεις, η ΕΕ και άλλα επιτελεία του συστήματος, εκτός από ανιστόρητη, δείχνει και το φόβο μπροστά σε μια τέτοια προοπτική.

-- Σε όλα τα πορίσματα των οργάνων του Κόμματος δεν υπάρχει αναφορά σε ενδεχόμενα λάθη ιστορικών προσωπικοτήτων, όπως ο Λένιν. Για τον δε Στάλιν υπάρχουν μόνο παραδοχές σε λάθη τακτικής. Δεν θεωρείτε ότι υπήρξαν και ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά την περίοδο του σταλινισμού;

-- Μιλάτε για μια ολόκληρη περίοδο όπου υπήρχε πόλεμος, ιμπεριαλιστική περικύκλωση και επέμβαση, ταξική σύγκρουση, και εμφύλιος και ξέρετε ότι όλα αυτά δεν γίνονται με ροδοπέταλα. 
Το να αποδίδεις όμως ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά σε μια περίοδο οικοδόμησης του σοσιαλισμού ακόμα και άθελά σου το ταυτίζεις με το φασισμό που γέννησε και εξέθρεψε ο ίδιος ο καπιταλισμός.
 Το ΚΚΕ είχε το θάρρος να μελετήσει τη σοσιαλιστική οικοδόμηση για να δώσει απαντήσεις για τις αιτίες ανατροπής. 
Δεν εξωραΐζουμε το σοσιαλισμό του 20ού αιώνα, κάνουμε κριτική στις πραγματικές αδυναμίες, τις οποίες εντοπίζουμε και στη χρονική περίοδο που ηγέτης ήταν ο Στάλιν. 
Περίοδος όμως που ο σοβιετικός λαός και το Κόμμα του, ως σύνολο, υπεράσπισε τη σοσιαλιστική πατρίδα του, η Σοβιετική Ένωση ηγήθηκε της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών, αναγεννήθηκε από τις στάχτες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και κατάφερε να αναδειχθεί σε δεύτερη δύναμη παγκοσμίως. 
Κι εδώ που τα λέμε: Δεν σας λέει τίποτε το γεγονός ότι ο Στάλιν και ο Λένιν στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ -και όχι μόνο- βρίσκονται στις πρώτες θέσεις της δημοτικότητας παρά τους τόνους λάσπης που έχουν πέσει πάνω τους δεκαετίες τώρα;

-- Οι πολιτικές της λιτότητας έχουν οδηγήσει σε άνοδο της ακροδεξιάς, όπως είδαμε και στη Γαλλία και στη Γερμανία. Γιατί δεν μπορεί η Αριστερά να εκφράσει την αντίθεση στη λιτότητα και να διατυπώσει μια πειστική εναλλακτική πρόταση;

-- Αυτή την περίοδο σε όλο τον κόσμο, παρουσιάζεται μια αντιδραστικοποίηση, μια επιστροφή στον αστικό εθνικισμό, που στην οικονομία εκφράζεται με τις τάσεις «προστατευτισμού».
 Τραμπ στις ΗΠΑ, Brexit στη Μεγάλη Βρετανία, άνοδος της Λεπέν στη Γαλλία, τώρα στη Γερμανία με το 12% του ΑfD, αλλά και στην Αυστρία ή τη Φινλανδία και αλλού. 

Σε συνθήκες οπισθοχώρησης του κινήματος, έξαρσης του αντικομμουνισμού από τα επιτελεία και τα κόμματα του συστήματος, μεγάλης δυσαρέσκειας λαϊκών μαζών, αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, αναπτύσσονται τάσεις εθνικιστικές, συντηρητικές. 
Δεν παραβλέπουμε βέβαια το γεγονός ότι αυτές οι δυνάμεις στηρίζονται από ισχυρά τμήματα του μονοπωλιακού κεφαλαίου των χωρών τους, τα οποία έχουν οικονομικά συμφέροντα προς στιγμήν σε αυτή την κατεύθυνση. 
Αποτελούν κόμματα-τσιράκια, εφεδρείες του καπιταλιστικού συστήματος για να σας το πω αλλιώς. Η αντιμετώπισή τους, η μείωση έως εξαφάνιση της επιρροής τους, δεν μπορεί να γίνει από δυνάμεις που ο κάθε λαός τις έχει δοκιμάσει στην κυβερνητική αστική εξουσία, που του έχουν επιβάλει σκληρά μέτρα λιτότητας και αφαίρεσης κοινωνικών δικαιωμάτων, όπως είναι τα διάφορα παραδοσιακά νεοφιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ή τα νεοεμφανιζόμενα αστικά σοσιαλδημοκρατικά, με την ονομασία της «αριστεράς», όπως στην Ελλάδα ο ΣΥΡΙΖΑ ή στη Γερμανία η Die Linke, αλλού άλλα παρόμοια που συνεργάζονται μάλιστα και στο πλαίσιο του ΚΕΑ στην ΕΕ.

Πειστική εναλλακτική πρόταση κι απάντηση μπορεί να δώσει ένα ταξικά προσανατολισμένο εργατικό - λαϊκό κίνημα σε κάθε χώρα, η διεθνιστική αλληλεγγύη των λαών, η ισχυροποίηση των Κομμουνιστικών Κομμάτων που έχουν γνήσια επαναστατική στρατηγική. 
Το πραγματικό αντίβαρο στον αστικό εθνικισμό είναι μόνο ο προλεταριακός διεθνισμός. Και η ιστορία έχει αποδείξει ότι όταν αδυνατίζουν όλοι αυτοί οι παράγοντες δυναμώνουν τα φαντάσματα του παρελθόντος.

-- Στην επιτροπή της Βουλής που επεξεργάζεται το νομοσχέδιο για τη ταυτότητα φύλου, το ΚΚΕ εμφανίστηκε αντίθετο. Γιατί αρνείστε τη δυνατότητα σε εκείνους που θέλουν -έστω και υποκειμενικά- να προσδιοριστούν διαφορετικά να το πράξουν; Δεν αναγνωρίζετε το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν;

-- Αναγνωρίζουμε τη δυνατότητα να αλλάξει το φύλο στα νομικά έγγραφα ενός ατόμου trans. 
Όμως, αυτή η νομική αναγνώριση χρειάζεται να βασίζεται σε ορισμένα επιστημονικά κριτήρια και μέτρα κοινωνικής προστασίας (χωρίς να θεωρούμε ότι είναι υποχρεωτική προϋπόθεση η χειρουργική επέμβαση). 
Έτσι, το άτομο μπορεί να στηριχθεί και να επιλύσει αυτή τη σύγκρουση προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση με βάση την ατομική του απόφαση. 
Το νομοσχέδιο δεν εξασφαλίζει σε καμιά περίπτωση αυτές τις κοινωνικές προϋποθέσεις για να στηριχθεί το ατομικό δικαίωμα. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να μας πείσει ότι η έννοια του ατομικού δικαιώματος δεν έχει κανένα κοινωνικό και πολιτικό προσδιορισμό. 
Μάλιστα προβάλει ότι τα ατομικά δικαιώματα μπορούν να ικανοποιηθούν σε συνθήκες που τσακίζονται τα διακηρυγμένα κοινωνικά δικαιώματα. 

Την ίδια στιγμή, ανάγει τον «αυτοπροσδιορισμό» του ατόμου στο άπαν και αρνείται το φυλετικό διαχωρισμό σε άνδρες-γυναίκες ως αντικειμενικό γεγονός. 
Αυτή η αντίληψη, όσο και αν εμφανίζεται ως στοιχείο που αφορά μόνο το φυλετικό προσδιορισμό, αναπαράγεται σε όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής, καλλιεργώντας την κοινωνική αδράνεια και οπισθοδρόμηση. 
Δρα ανασταλτικά στην ανάγκη χειραφέτησης της λαϊκής συνείδησης από τον ατομισμό, τον υποκειμενισμό, τον ανορθολογισμό, τη μοιρολατρία.
Οι υπογραμμίσεις στις απαντήσεις 
του:  

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

,,Εκεί που σταυρώνανε τα Φωτεινά Ελληνικά Νιάτα,,

· 
Θα ‘ταν Γενάρης του 1949. Μακρόνησος, Τέταρτο Τάγμα πολιτικών κρατούμενων. 
Ζούσαμε περιορισμένοι μέσα στους περίφημους κλωβούς Α, Β, Γ, Δ, σε σκηνές εκτεθειμένες στον ανελέητο βοριά και το αλάτι της θάλασσας. 
Οι πιο πολλοί ήμασταν νέοι –είκοσι και κάτι. 
Κάποιο απομεσήμερο μπήκε κάποιος στη σκηνή μας.

-Φέρνουν τον Λουντέμη, μας είπε.

-Και που είναι τώρα;
-Στο λιμανάκι του Αη-Γιώργη, σε λίγο ξεκινάνε.
Πώς να βγούμε από το σύρμα; 
Μόνο όταν υπήρχε αγγαρεία μας επιτρέπανε την έξοδο. 
Χωρίς να το πολυσκεφτώ, πήγα στην αποθήκη και πήρα δύο άδεια μπιτόνια. 
Ο φρουρός με ρωτά «Ήρθε φορτίο;» «Ναι», του είπα και προχώρησα. Με άφησε.
Βάδιζα στο στενό μονοπάτι πλάι στη θάλασσα και συλλογιζόμουν τι είναι τούτο που με τραβάει σαν μαγνήτης. 
Μενέλαος Λουντέμης… 
Δεν ήταν μόνο ο συγγραφέας. Ήταν πιο πολύ το σύμβολο... Τόσοι λιγοστοί εξάλλου οι επώνυμοι στους τόπους της δοκιμασίας… Η καρδιά μου φούσκωνε από συγκίνηση και ευγνωμοσύνη…

Πλησιάζοντας το μικρό όρμο είδα τη μικρή ομάδα με τους κρατούμενους και τη φρουρά να έχει ήδη ξεκινήσει. Στάθηκα πάνω σ΄ ένα βράχο πλάι στο μονοπάτι και περίμενα.

–Ποιος είναι ο Λουντέμης; Ρώτησα τον πρώτο κρατούμενο καθώς περνούσε μπροστά μου. 
Κι εκείνος, μ΄ ένα κίνημα της κεφαλής μου τον έδειξε. Ένας μικροσκοπικός άνθρωπος προσπαθούσε να σκαρφαλώσει στο απότομο μονοπάτι. 
Αγκομαχούσε και κούτσαινε και από πίσω τον έσπρωχνε ο χωροφύλακας για να τα καταφέρει.
Τα μάτια μου θάμπωσαν, έτσι που η κίνηση του Λουντέμη διαλύθηκε μέσα στην όρασή μου, αποσπάσθηκε από την ύλη κι έγινε μια μαύρη διάφανη πεταλούδα που σπάραζε καθώς της έμπηγαν την καρφίτσα. 
Κουνούσε σπαστικά τα φτερά της μετρώντας την αγωνία της.
Δεν είδα τον Λουντέμη να περνά από μπροστά μου, ούτε τον συνάντησα στο στρατόπεδο. 
Η συνάντηση και η γνωριμία μας έγινε πολύ αργότερα στο Βουκουρέστι, στα χρόνια της Δικτατορίας. 
Τον έβλεπα ζωντανό, ζωηρό, γελαστό μπροστά μου. 
Κι όμως τίποτα δεν μπορούσε να σβήσει την πρώτη εικόνα, εκείνη της μαύρης πεταλούδας που αγκομαχούσε και σπάραζε στο ανηφορικό μονοπάτι στη Μακρόνησο.
Και τώρα σκέφτομαι πόσο σωστή ήταν εκείνη η φευγαλέα εικόνα. 
Μια ευγενική ψυχή που όσο πιο σημαντικά δώρα μας χάριζε, τόσο πιο βαθιά έπεφτε στην παγίδα που ως φαίνεται είναι η μοίρα των προικισμένων, των «διαφορετικών».
Ένας τέτοιος «διαφορετικός» υπήρξε ο Μενέλαος Λουντέμης για μας… 
Μέσα στις σκηνές της Μακρονήσου, εκεί που σταυρώνανε τα φωτεινά ελληνικά νιάτα, μονάχα ένας ήλιος θα μπορούσε να μας θαμπώσει. 
Ένας τέτοιος ήλιος ήρθε τότε, μέσα στο συννεφιασμένο Γενάρη του 1949 και καθώς τον αντίκρισα, τα μάτια μου υγρανθήκανε από ευγνωμοσύνη. Για πάντα.
Αθήνα, 29.3.99
ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ"
(Από την εισαγωγή του βιβλίου ΠΟΙΗΤΙΚΑ που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα)
το βρήκαμε στη:

*********************
Απ’ τ’ ακρωτήρι που κυττάει προς τα πελάγη
μες’ σ’ ένα σύννεφο απ’ αμμόσκονη και φως,
Με τ’ ανοιξιάτικου πρωινού τις ηλιαχτίνες
κινούνε, κι έρχονται, και φτάνουνε, καθώς
-σμήνος χαρμόσυνο- οι μικρές μας χρυσαϊτίνες.

Ξαναγυρνούν οι ουρανοί οι λησμονημένοι…
Μεθυστικός δονεί στα στέρνα μας σεισμός.
Στ’ ακροθαλάσσι μας φτεροκοπούν αλκυόνες 
Περνάει φλογάτη μια βραγιά από ανεμώνες,
που τις μαστίγωσε ο χιονιάς, κι’ ο φασισμός.

Καλωσορίσατε. Σα φύλλα από βιολέττες,
τα λόγια αυτά από τα τραγούδια μου μαδώ,
καθώς ο μπάτης το μαντήλι μου φουσκώνει
Πάω να σας δείξω ουρανό –και δείχνω σκόνη…
Δεν έχουμε άλλο τίποτα εδώ.

Περνάει η γυναίκα, -η Ανδρομάχη, η Ηγερία…
Περνάει μαζί της η φωτιά κα το νερό.
Μα οι ραβδισμοί βαρειά τα γόνατα λυγάνε.
Ά! Τη γυναίκα, που δεν πρέπει να τη χτυπάνε
ούτε και με της μύγας το φτερό.

Πρώτη περνά –παραμερίστε να διαβεί-
Περνάει πικρή, βαλαντωμένη, η νέα μητέρα.
Μικρή τρυγόνα, δίχως ταίρι και φωλιά.
Η αυγουστιάτικη περνάει μοσκοβολιά,
της νέας μας θρησκείας η πλατυτέρα.

Περνάει η Μάνα –γονατίστε- η μαύρη Μάνα-
Στήθος κλειστό σαν ιερό εκκλησιάς βουβής.
Μερονυχτίς ηχολογάνε νοερά της,
τα Σκοπευτήρια που ματώσαν τα όνειρά της,
καταμεσίς στο πανηγύρι της ζωής.

Περνούν οι ωραίες –ωραίες όλες, ως τη μια:
Τα έκθαμβα μάτια, τ’ ανυπόμονα τα χείλη..
Περνάει η νέα Ελληνίδα η ανθοστήλη.
Όλες ωραίες –ωραίες όλες- ως τη μια.
Για να περάσουνε πετούμε τις πληγές μας-
γιασεμιά…
Λεύκες ολόρθες που εθροούσατε μακρυά μας
τρεις αργοκίνητους αιώνες, τρεις χρονιές.
Σήμερα θύελλα, αύριο πείνα –οι παγωνιές.
Ζούσατε κάτω απ’ τη βροχή κι’ απ’ τη στοργή μας
(μια βαρβαρότητα όλη η μέρα σας ωμή)
Με λίγα ψίχουλα από ελπίδα και ψωμί.

Ά, τα τραγούδια που θα λέαμε στη χαρά μας…
Τάπαμε κλάματα τρεις χρόνους στη σειρά,
για τα χαμένα καλοκαίρια –τα παιδιά μας,
που άφησαν βίαια τη ζωή με μια κραυγή,
και το γαρούφαλο του έρωτα απ’ το στόμα
τους το φορέσανε στο στήθος μια πληγή.

Και τα κορίτσια, τ’ ανθισμένα, ωραία, κορίτσια.
Που ακινητούν σε κοιμητήρια βραδυνά,
λιγνά φυτά, κεραυνωμένα απ’ το δρολάπι,
πούφυγαν άξαφνα απ’ το πλάι σας με ένα «αχ»!…
πριν να προφτάσουν να στενάξουν απ’ αγάπη.

Μα ας τη σκορπίσουμε τη θλίψη αυτή την ώρα.
Κι ας ξεδιπλώσουμε στον ήλιο τη χαρά.
Καλωσορίσατε! Κι’ οι γάζες μας μαντήλια!
(Ά, τι γλυκά η πληγή μας τώρα που πονεί…)
Καλωσορίσατε! Ξεβράχνιασε η φωνή!
Ω, εσύ, γυναίκα, οπτασία λησμονημένη…
Μικρή παιδούλα, μάνα, κόρη αυριανή…
Μέσα στα σπλάχνα σου βογγούνε οι σκοτωμένοι
Και τραγουδούν οι αυριανοί μας ζωντανοί!

– Μενέλαος Λουντέμης,
«Έρχονται οι γυναίκες στη Μακρόνησο»

Περισσότερα για Τόπους Εξορίας δες Εδώ

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

,,κάτι στο μπούμ Εστράβωσε,,


Ο Καστρινος καστρινος κοινοποίησε μια παλιότερη δημοσίευση.
29/9/17
Πολλοί έχουμε πέσει από κούνια τούτη την εποχή..
ΕΠΕΣΑ ΑΠΟ ΚΟΥΝΙΑ!!
Θα πω την ιστορία μου, πίσω πολλά σκαλούνια,
και θα σας πω πως έπεσα, μικρός από την κούνια.

Ειμουνα ωραίος σαν μωρό, ξανθούλης, παχουλάτος,
και φασκιωμένο μ΄είχανε, για ίσιος, και στυλάτος.


Ειχα ματάκια έξυπνα, είχα και πονηράδα,
απ΄τον καθρέπτη μ΄έβλεπα, που είχε η αρμαράδα.

Όταν με ξεφασκιώσανε, άρχισα να κουνιέμαι,
είχ΄άνεση για αέρια, και για να κατουριέμαι.

Ηταν θεοσεβούμενη, και το δειχνε η μητέρα,
έβλεπα πότε τον παπά, και πότε τον πατέρα.

Πολλές φορές στον ύπνο μου, είδα να μ΄ευλογάει,
μωρό μέσα στην κούνια μου, τι να με κυνηγάει?

Επαιρνα σκόρσο, ταραχή, με κείνα του τα γένια,
με τον παππούλη είμαστε, σαν μία οικογένεια.

Αρχισα και σκριμίδαγα, είχα πολλά να δείξω,
σκαρφάλωσα στα κάγκελα,τι μου΄ρθε να πηδήξω?

Είχα την ατυχία μου, βουτιά με το κεφάλι,
ο διάολος για μένανε, κακία είχε βγάλει.

Μεγάλωνα και το βλεπα, σημάδι μου΄χε μείνει,
κάτι στο μπούμ εστράβωσε, από την μέρα εκείνη.

Φαινόμουν ανισσόροπος, πρέπει να είχα βλάβει,
το μέγεθος τσι μούρλιας μου, δεν είχα καταλάβει.

Τα είχα τα παράσιτα, βαθιά μές το μυαλό μου,
και διάβαζα τα του θεού, για να βρω το καλό μου.

Παλάβωσα και κάμποσους, κ΄η μούρλια θα τσου μείνει,
σαν βαρεμένος και λειψός,έχω μεγάλη ευθύνη.

Από την κούνια έπεσα, μικρός κι έγινα θέμα,
και μπίτι για τα σίδερα, το παίρνετε για ψέμα?>



,,Αυτόνε –τέτοιον λέοντα– είχε κάμει αρνάκι η Μαριδγίτσα στην ποδιά της,,

,,Με τα χάδια της τον μέρεψε. Με τα γλυκά της λόγια τον είχε γητεμένο. Στα γόνατά της τον εκοίμιζε.,,
Σκλάβος στη Χαλκίδα
«Ό,τι κι αν γένηκε, ο διάλος τον πήρε και τον σήκωσε», συλλοϊζόνταν μέσα τους ούλοι, όσοι τον ξέρανε, όσοι είχαν με δαύτον γνωριμίες.



Οι «Καϋμοί στο Γρυπονήσι» είναι το πρώτο βιβλίο του Γιάννη Σκαρίμπα. Εκδόθηκε το 1930 από το περιοδικό «Ελληνικά Γράμματα» και φιλοτεχνήθηκε με τις εικόνες του Σ. Φραγγουλίδη και τις ξυλογραφίες του Γ. Οικονομίδη.
Από τη δεύτερη έκδοση του βιβλίου (Κάκτος, Αθήνα 1975) μεταφέρουμε το παρακάτω διήγημα.

ΣΚΛΑΒΟΣ ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΑ
(Χαρισμένο στην ποιήτρια Ρίτα Ν. Μπούμη)

Μια χαρά είχε αράξει στην αγκαλιά της γυναικούλας του της Μαριδγίτσας.

Αυτηνής πούχαν μάγια τα κάλλη της και τον κράταγαν πλάι της, πούταν μέλι τα φιλιά της και τα λόγια της και τον είχαν μερέψει – σκεδόν μαγέψει – στην ποδιά της.

Το ξεφτέρι αυτόν – το δελφίνι της θάλασσας – που μύριζε αρμύρα το κορμί του και μυρουδιά καραβίσα.

Που σκάλωνε σα γάτος στις σκαλιέρες και καπέλωνε – με το πιλήκι του – τα πόμολα.

Αυτόν που σαν πουλί φλετούραε μες στις αρματωσές των μπάρκων κι απ’ αψηλά ανάμπαιζε τον κόσμο. Αυτόν, ναι τον Γιάννη, τον είχε πάρει σκλάβο της αυτή. Η Μαριδγίτσα…

Σα μωρό παιδάκι κάθουνταν σιμά της. Απ’ το φουστάνι την κράταε.

Τον χάσανε οι σκούνες και τα κότερα. Τον χάσανε τα πόρτα. Το χάσανε κ’ οι γιαβουκλούδες στα λιμάνια.

Του κάκου αναρωτιόντανε οι φίλοι του. Το θάμα τους κάναν οι καραβοκυραίοι, το σταυρό τους.

Πάει, χάθηκε απ’ τον κόσμο. Έγιν’ άφαντος.

Μήτε στα τόπια φαίνονταν, μήτε στα βιλαέτια. Μήτε της στεριάς, μήτε του πελάου.

Άλλοι αναρωτιόνταν μην απόθανε. Άλλοι λέγαν πως επνίγηκε. Κι άλλοι πως σ’ ένα κοντραμπατζίδικο μπαρκάρισε, κουρσάρος πως εγίνη στο Μισίρι!

«Ό,τι κι αν γένηκε, ο διάλος τον πήρε και τον σήκωσε», συλλοϊζόνταν μέσα τους ούλοι, όσοι τον ξέρανε, όσοι είχαν με δαύτον γνωριμίες.

Σκλάβος και παλληκάρι στη δουλειά όταν ήθελε, μα στις αναποδιές του ίδιο θερίο.

Θερίο ανήμερο ήταν στην καρδιά και στο μπουρί του. Διάολος απ’ το ρέμα ανάμεσα στς ανθρώπους. Σκάνταλο μες στα πανιά και στα τραμπάκουλα.

Ησυχία το πνέμα του δεν είχε. Ζάπ’ δεν εγίνονταν το τέρας, λιθάρι πάνω στ’ άλλο δεν άφινε. Τους σκύλους έβαζε σ’ αγγάρεια.

Με τους συντρόφους του –τους ναύτες– είχε ούλο να κάμει. Με τον καπετάνιο, το λοστρόμο. Ούλους άνω κάτω τους έφερνε ο κανάγιας. Ο διάβολος δουλειά δεν είχε, τα βρακιά του έλυνε κ’ έδενε.

Σκάλωνε σα γάτος αψηλά στα φλίτσα κι ανάμπαιζε από κεις τον καπετάνιο. Με το χάρο αστειεύονταν –χαχάνιζε– τις ψυχές του κόσμου έπαιζε κορώνα γράμματα μαζί του.

Τα πανιά του παπαφίγκου να στριγκάρει, του φώναζε ο λοστρόμος απ’ το κάσαρο, αυτός έπιανε όσες μούδες τ’ άρεσε στις γάμπιες! Όρτσα δίπλα σταύρωνε τους φίγκους!

Όπ’ ευτύς η γολέτα έμπαινε τραβέρσο… Τσαλαβούταε στον τόπο με την πλώρη της.

Όξω φρενών ο καπετάνιος τού βούιζε με τη μπουρού από κάτω: …Τον παπαφίγκο στρίγκα μωρέ Τούρκοοο!… Άχ μπαγάσα θα μας πνίξεις…

Αυτός το γουδί το γουδοχέρι. Άφινε τις γάμπιες, φλετούραε στην κόφφα.

Φούσκωνε κι άφριζε κάτω του η θάλασσα. Οι αρματωσές έτριζαν. Αυτός εκείς εστέκονταν κ’ έβγαζε λόγο… για ν’ ακάνε! Έδειχτε με το δάχτυλο τα σύγνεφα κι αποτείνονταν στο καπετάνιο και στο πλήρωμα:
Αγαπητοί μου συμπολίτες
κλέφτες και λωποδύτες…
από δω και πέρα
θα σας πάρει ο διάολος τον πατέρα!…



Με το γκρα τον κατέβαζαν από κείθες. Πέντ’ εξ του άστραφταν στον αέρα. Ούλο το πλήρωμα έπεφτ’ απάνω του κι ούλους αυτός τους έκανε ζάπι!…

Σιδερένια ήσαν τα μπράτσα και τα χέρια του. Μπρούτζινο ήταν το κορμί του.

Όπου σε μάγκωναν οι φούχτες του, σε ξέραιναν, όπου σε λάχαιν’ η γροθιά του πιάνονταν η πνοή σου. Γλέπανε και παθαίναν ώστε να τον κλείσουνε λιταρωτόν στο μπαλαούρο.

Μα πού ν’ αλλάξει γνώμη. Σα τον έβγαζαν, τ’ είχες Γιάννη, τ’ είχα πάντα. Ξανά την πρώτη τέχνη του, τα ίδια.

Πυροφάνια έβαζε στα δάχτυλα των συντρόφων του, των μούτσων, όταν κοιμόντουσαν. Με μιά σαλιωμένη κλωστή τους μάλαζε το σβέρκο. Μ’ ένα πούπουλο τους σγάρλαε τη μύτη. Κι απέ ξεραίνονταν στα γέλια!…

Με μαδέρια, με στραβόξυλα, μ’ ό,τι τύχαινε ξωπίσω του, αυτοί τον εκυνήγαγαν. Καπνός κι αντάρα, πάγαινε από κοντά του το βριξίδι. Απ’ τις Χριστο-Παναγίες τάραζαν οι σκούνες.



Τον παίρναν στο κοντό να τον σκοτώσουν. Μα πού να τον λάβουν το Σατανά τον τραγοπόδαρο; Σα ζουλάπι αυτός ριχιότανε στους κάλους. Σαν ραγκουτάγκος σκαρφατσάλωνε αψηλά στους παπαφίγκους. Στα μπαστούνια των γαμπιών, αυτός τουμπάριζε. Άντε πιάστον! Κι από κεις τους έπαιζε κλαρίνο της μύτης με τα δάχτυλα και καμμιά φορά τους ψιλοκατουρούσε…

Κι από κοντά τον τρέμαν τα λιμάνια.

Μέσ’ στα καφέ-αμάν και στα μπουρδέλα μπούκερνε σα τρελλοτραμουντάνα απ’ τα μπουγάζα. Μ’ ούλες τις πριμαντόνες εγνωρίζονταν. Μ’ ούλους τους κοντραμπαντζήδες είχε φιλίες και παρτίδες. Μ’ ούλους τους μαχαιροβγάλτες μες στις πιάτσες.

Σειότανε και λυγιότανε μέσα στις μπυραρίες και τα κλαμπ, μες στα καφέ-αμάν της Αλεξάντρειας και της Σμύρνης. Ούλα τα κορίτσια –εκεί– αγκαζάριζε, ούλο τον κόσμο εκέρναε κονιάκια.

Έπινε –ρούφαε σα δελφίνι– και λιανοψιλοτραγούδαε.
Θάλασσα πικροθάλασσα
που σε γ….. τα ψάρια.

Κι απέ του χόρευε. Μαζί με τις αρτίστες χόρευε στα πάλκα. Χόρευε ζεϊμπέκικο, μάνα καϋμένη. Χόρευε το τσάμικο στ’ ανύχι.

Βροχή πέφταν τα τάλλαρα στο βιολιτζή, στις πριμαντόνες, και στις γκόμενες. Βροχή πάγαιναν και τα πιάτα, τα ποτήρια, στον αγέρα. Άλλα, σαν μπόμπες σκάζανε στους τοίχους κι άλλα με τα δόντια του τα ροκάναε ως μαρουλόφυλλα!…

Π’ ανάθεμα το μυαλό του, ούλο και στο λιμεναρχείο τον ξεφόρτωναν για ξεμέθυσμα…

Αυτόνε –τέτοιον λέοντα– είχε κάμει αρνάκι η Μαριδγίτσα στην ποδιά της.

Με τα χάδια της τον μέρεψε. Με τα γλυκά της λόγια τον είχε γητεμένο. Στα γόνατά της τον εκοίμιζε.

Της Άρνης το νερό τον είχε ποτισμένο.

Ξέχασε κι αυτός τη θάλασσα πλάι της, σβήσαν μες στο μυαλό του οι ζουγραφιές των λιμανιών και των πελάων. Ξέχασε ο κιαρατάς και τους δικούς του.

Μήτε ν’ ακούει ήθελε πλιό από τη θάλασσα, μήτε και από πλεούμενα να ξέρει.

Αυτός το μέλι των χειλιών της ρούφαε, και της φωνής της αφρουγκάζονταν τη γλύκα…

Μες στο κανάλι της αγάπης του αντρειευόταν και αρμένιζε…

Έτσι τον χάσανε οι θάλασσες, έτσι τον χάσανε κ’ οι πιάτσες. Τον έχασε και η ταβέρνα: «Το αναυάγιο» όπου κι αυτός τα «κοπάναε» στη Χαλκίδα.

Κανείς πλιό δεν τον γύρευε, κανείς δεν αρώταε για δαύτον. Μήτ’ οι οχτροί του, μήτ’ οι φίλοι του, μήτε κ’ οι δικοί του.

Μόνο η μάνα του, η θειά Καλλίτσα. Πάλε η μάνα… Αυτή…

Αυτή που τον είχε έγνοια και καμάρι της, αυτή που τον ανακάτευε –τον μπέρδευε– πάντα μες στις κουβέντες και στο νου της. Αυτή που στα ύπνα και στα ξύπνα της τον νείρονταν, που στα ‘μπά της και τα ‘βγά της τον εκάλει. Ναι μωρ’ αυτή που κοιλοπόνεσε, που τον ντάντεψε, ώστε να γίνει παίδαρος και άντρας.

Τους στρατοκόπους αρώταε και τους διαβάτες να της πουν, στα περιγιάλια αγνάντευε τις σκούνες. Τον κόσμο εσταύρωνε… Τους ξενητευτήδες και τους πραματευτάδες γλυκοερώτα:

Μην τον είχε δει κανείς με τα ματάκια του, μην αντέσει, αυτοί, τον είχαν.

Έναν με τα ναυτικά.

Έναν ψηλόν, έναν όμορφο, έναν αντρειωμένο.

Που φόραε ζουνάρι πλουμιστό. Πούταν το πρόσωπό του σαν τον ήλιο…

Έναν σειστή, ένα λυγιστή, έναν κοντυλοφρύδη. Που πορβατούσε κ’ ήταν σαν να κένταε, μωρέ που έλεες πως γλυκοτραγουδούσε σαν ομίλειε…

Μην τύχει της έρμης και τ’ς αρρώστησεν, μην της καϋμενούλας και της πνίγει. Σκλάβο τους οι κουρσάροι μην της τον πήρανε, στην Αραπιά μην της τον πήγανε της δόλιας…

Κάπου τον είχαν δει κι αυτοί το γιόκα της, κάπου τον είχαν –δαύτοι– αντέσει. Εκείς κατά τη Σαλονίκη τον πήραν τα ματάκια τους, κατ’ το Δεδεαγάτς κατέ το Βόλο.

Για τη Μαύρη Θάλασσα μ’ ένα τραμπάκουλο μπαρκάρισε, μ’ ένα μπάρκο-μπέστια Σκοπελίτικο για το Αντζέμι.

Όχι, στο Τούνεζι αρμένιζε, στη Μπαρμπαριά κατ’ το Αλγέριο. Μ’ ένα βαπόρο Αράπικο για το Μισίρι, λέει, πάει…

…Μήτε αρρωστήσει έχει, μήτε πνίγει ο Γιάννης σου… της γλυκοψιλομίλησε ένας κοντός, ένας ξανθός, ένας γαλανομάτης.

…Μήτε στη Μπαρμπαριά ταξίδεψε, μήτε στ’ Αλγέρι πάει. Μόν’ μιά ψηλή μόν’ μιά λιγνή, μιά γλυκοκλειστοφρύδα, αυτή στο πήρε σκλάβο της το γιόκα σου.

Περαστικός απ’ τη Χαλκίδα την εγνώρισε. Νά, κατά πώς λέει και το τραγούδι έγινε.
«…Απ’ τη Πόλη ερχότανε κι απ’ τα νησά
κι απ’ τη γειτονιά της επέρασε,
τα βασιλικά της επότιζε
και τις μαντζουράνες της δρόσιζε.
Έκοψε τον κλώνο και τούδωσε
τούπε κ’ ένα λόγο που τ’ άρεσε:
μπρε παλληκαράκι μ’ αν μ’ αγαπάς
τί περνοδιαβαίνεις και δε μιλάς,
στείλε προξενήτρες στη μάνα μου
και προξενητάδες στο μπάρμπα μου…»



Έτσι έκαμε κι αυτός.

«Έστειλε προξενήτρες στη μάνα της και προξενητάδες στο μπάρμπα της».

Τώρα εκείς βρίσκονταν π’ ανάθεμα τον, στη Χαλκίδα, σκλάβος της κι αφέντης της, δεμένος της και δέτης της…

Τα κάλλη της δούλευε. Τα ρούσα τα μαλλιά της τής έπλεκε και της ξέπλεκε. Αλυσιδίτσες τής τάκανε και γαϊτανάκια. Σκαλιέρες και σκοινάκια ολομετάξινα. Την έντυνε, την ξέντυνε, την έλουζε. Με τα δάχτυλά του τα φρύδια της της έστρωνε και μια τής τ’ αναμάλλιαζε. Τα ματόκλαδά της τα μυριόμετρα, τον έβαζε να της μετράει, το χνούδι να της δαγκώνει των αφτιών της. Τις δυό τις φούχτες του έκανε δαχτυλιδάκια αυτός, στη μέση της.

Αψηλά του την ασήκωνε σαν κούκλα. Στο τοίχο –σαν κάδρο του– την έστηνε…

,,Βάλε φτερά στη Σκέψη σου,,


Από μένα πρός εμένα.
--------------------------------------
Μη σταματάς να ταξιδεύεις και μην αφήνεις αναπάντητα " γιατί".
Γέμιζε το δισάκι σου με χρώματα και ήχους, με θυμό κι αλήθειες,
με νερό κι αλάτι.
Τρύγησε τις κορφάδες.Κι ύστερα μπές βαθειά, σκάψε το χώμα,
βρές τους βολβούς.
Κοιμήσου πλάτη-πλάτη με τα δέντρα. Πές τους ευχαριστώ. 
Κι ύστερα, βύθισε τις γνώσεις σου 
ως το κρεββάτι της θάλασσας.
Γυμνή κι ωραία, σκεπάσου από κοχύλια. Βάλε φτερά στη σκέψη σου.
Πέτα μακρια, όσο πιο μακριά μπορείς.
Μέτρα τους μαυροφορεμένους.
Τις έρημες χώρες.
Τις ρημαγμένες ζωές.
Σβήνε μ ορμή κεράκια γενεθλίων.
Είναι το πρώτο ψέμμα που γιορτάζουμε.
Γκρέμιζε εκκλησιές.
Χτίσε στη θέση τους γιοφύρια. Κανείς να μην χωρίζει τον άνθρωπο απ΄τον άνθρωπο.
Άναψε μια φωτιά μεγάλη. Να καίει μερόνυχτα. Αιώνες.
Ρίξε και κάψε οτι άχρηστο κουβαλάς.
Σχήματα ψεύτικα, ρούχα και στολίδια.
Κι ας την να καίει μερόνυχτα.
Να ζεσταθεί ο κόσμος.
Και σαν ξανά θα γεννηθείς μες σ ολα αυτά κι απ΄όλα αυτά
γύρνα ξανά στο σπίτι.
Ξεκουράσου.
...Χαμογελώντας, ξεκίνα για τ άλλο τ ωραίο ταξίδι.
Τότε - μόνο τότε- έχεις δικαίωμα να πεθάνεις..

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Newsweek:Kε Κουροσάβα με ποιους συνεργαστήκατε καλύτερα με τους Αμερικανούς ή με τους Ρώσους;


Το 1975 ο διάσημος σκηνοθέτης Ακίρο Κουροσάβα συνεργάζεται κατά σειρά με το Χόλιγουντ, και τη Μόσφιλμ, το ξακουστό σοβιετικό στούντιο παραγωγής ταινιών. Η σοβιετική παραγωγή είναι η ταινία Dersu Uzala. Η υπόθεσή της διαδραματίζεται στα άγρια τοπία της Σιβηρίας και αναφέρεται στη φιλία ενός εξερευνητή και ενός τοπικού κυνηγού. Η ταινία τιμήθηκε με το Βραβείο Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
Λίγο καιρό μετά, ο Κουροσάβα αναφέρεται σε αυτή τη διπλή εμπειρία του, σε μια συνέντευξή του στο Newsweek και κάνει τις απαραίτητες συγκρίσεις. Η σχετική δήλωσή του -που την βρίσκουμε και την αντιγράφουμε από το βιβλίο “ΕΣΣΔ – 100 ερωτήσεις & απαντήσεις”, είναι χαρακτηριστική, δίνει μια άλλη, ουσιαστική διάσταση στην έννοια της καλλιτεχνικής ελευθερίας, κι ανατρέπει ένα καθιερωμένο στερεότυπο της αστικής προπαγάνδας.
Ο διάσημος ιάπωνας σκηνοθέτης του κινηματογράφου Ακίρα Κουροσάβα γύρισε ταινίες και στο Χόλλιγουντ, και στο στούντιο Μόσφιλμ (την ταινία “Ντερσού Ουζαλά”). 
Το αμερικανικό περιοδικό “Νουσγουικ” τον ρώτησε με ποιους συνεργάστηκε καλύτερα: 
με τους αμερικανούς ή με τους ρώσους; 

Κι ο Κουροσάβα απάντησε: “Στις ΗΠΑ είναι τέτοιο το κατεστημένο που ο εμπορικός διευθυντής, και όχι ο σκηνοθέτης, “παίζει το πρώτο βιολί”. 
Κι αν ο εμπορικός διευθυντής ανακατώνεται σ’ όλα τα μικροπράγματα και προβάλλει συνεχώς απαιτήσεις, είναι απλούστατα ανυπόφορο να εργαστείς. 

Όσο για τους ρώσους, αυτοί δίνουν στο σκηνοθέτη πλήρη εξουσία και πλήρη ελευθερία”.

Παρακάτω μπορείτε να δείτε σε δύο μέρη την ταινία Dersu Uzala.