Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

Ο "ΛΗΣΤΟΤΡΟΦΟΣ" ΠΟΙΗΤΗΣ ΠΟΥ ΕΒΟΣΚΕ ΠΡΟΒΑΤΑ

Ανιχνεύοντας τις σελίδες των φίλων μας στο f/b, σας παρουσιάζουμε τον ''ληστοτρόφο" Ποιητή που έγραψε το "Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου".
Σήμερα το βράδυ σε φιλικό σπίτι εδώ στο Ηράκλειο έμαθα για έναν πολύ σπουδαίο άνθρωπο και είπα να σας τον γνωρίσω κι εσάς. Το 1983 ο συνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος μελοποιεί πέντε ποιήματα του ανάμεσα σε αυτά το πασίγνωστο και διαχρονικό "Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου".
Ένας άνθρωπος που δεν είχε τελειώσει ούτε το δημοτικό σχολείο, με την γενικότερη στάση ζωής του αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί παράδειγμα για όλους μας, μεγαλύτερους αλλά και νεότερους.

Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου,
σκύβω το κεφάλι στα μαρτύρια σου
και θαυμάζω λαέ μου τα έργα σου.
Ματώνεις τη σκέψη σου,
ματώνεις τα νύχια σου λαέ μου.
Για να βγάλεις τον άρτο τον επιούσιο.

Απ' τη σελίδα της Μαή Παπαγεωργίου

Κρητίστωρ - Ιστορία-Λαογραφία-Λογοτεχνία-Ονοματολογία-Συλλεκτισμός-Βιβλιοπαρουσιάσεις-Μουσική
VIVI.PBLOGS.GR





Σχόλια
Katia Kappatou Στις 3/12/17 η Κ Ο Ρεθύμνου και ο Γ.Γ του κόμματος , ήρθαν στα Ανώγεια και τίμησαν τον ποιητή και το έργο του .
Διαχείριση


βαλια Καλντα Που το γλεντησατε κιόλας! !!!το θυμάμαι που το ανέβασες, Κάτια μου !!!!
Διαχείριση


Nana Roditou τωρα θα ακουσω τα τραγουδι του !!

Διαχείρι

Διαχ«Τον κομμουνιστή λαϊκό ποιητή, Μιχάλη Σταυρακάκη ή Νιδιώτη, πολλοί τον τίμησαν για το ποιητικό έργο του, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και στο εξωτερικό.
Δίκαια τον αποκάλεσαν προσκυνητή του λαού από το πιο γνωστό ποίημά του, το “Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου”.

Όμως ο Μιχάλης Σταυρακάκης δεν ήταν μόνο προσκυνητής του λαού, δεν ήταν μόνο ο ποιητής που έκφρασε τους πόθους και τους καημούς των ταπεινών ανθρώπων του μεροκάματου, δεν έμαθε να λέει μόνο το στιχάκι των δυστυχισμένων: “Αχ θεέ μου”, όπως ο ίδιος με σεμνότητα γράφει σε ένα ποίημά του για τον εαυτό του.

Το πιο σημαντικό στοιχείο στο έργο του, αυτό που το ανεβάζει από την απλή στιχουργία των ριμαδόρων της μαντινάδας στο επίπεδο της λαϊκής λογοτεχνίας, είναι ότι δεν υποτάσσεται σ’ αυτά που νοιώθει και καταλαβαίνει ο καθημερινός άνθρωπος του μόχθου. 

Προσπαθεί να τον ανυψώσει, να του δείξει πόσο μεγάλος είναι ο άνθρωπος του λαού, όταν συνειδητοποιεί τη θέση του στην κοινωνία και τη δύναμή του να επιβάλλει το δίκιο του και το δικαίωμά του στην ευτυχία. 

Γεια και χαρά σας πεντακάθαρα χέρια. Γεια και χαρά σας χέρια του μέλλοντος”.

Μέσα στις δυο μόνο αυτές σειρές -που αναφέρονται στα φαγωμένα αλλά αλέκιαστα από την κλοπή της εκμετάλλευσης εργατικά χέρια- ο Μιχάλης Σταυρακάκης, με τη λιτότητα και την αφαίρεση της πιο εκλεπτυσμένης, λόγιας ποίησης, μπόρεσε να χωρέσει το μεγαλείο των αληθινών δημιουργών του πλούτου, αλλά και των αληθινών δημιουργών της κοινωνικής εξέλιξης, της ιστορίας.
Καθένας που ο σκληρός αγώνας της επιβίωσης του στέρησε τη χαρά της μάθησης και της τέχνης, ο εργάτης, ο φτωχός αγρότης, ο βιοπαλαιστής, μπορεί να μην επικοινωνεί εύκολα και χωρίς καθοδήγηση, με τη σκοτεινή γλώσσα της ποίησης για παράδειγμα του Σεφέρη.είριση


Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να τρώει τα πίτουρα του νόθου εμπορικού, φολκλόρ τραγουδιού και των κάθε λογής υποπροϊόντων της μαζικής κουλτούρας, των κακόγουστων τηλεοπτικών σήριαλ ή των διάφορων “πρωινάδικων”, “μεσημεριάδικων” και “βραδυνάδικων”, είναι σαν να μας λέει με το έργο του ο Μιχάλης Σταυρακάκης.

Με γλώσσα γνήσια, ξεκάθαρη, διαυγή.

Έχοντας βιωματικά αφομοιωμένη τη λαϊκή σοφία, αλλά και τη μακριά παράδοση της δημοτικής ποίησης.

Που ξέρει τους τρόπους να απευθύνεται και να συγκινεί τη λαϊκή ψυχή.

Ο Μιχάλης Σταυρακάκης κατορθώνει να καλλιεργεί σε πλατιά λαϊκά στρώματα την πίστη στα πιο μεγάλα, τα πιο προχωρημένα ανθρώπινα ιδανικά.

Στα ιδανικά του αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό το υπέροχο ποίημά του, γραμμένο το 1997 με τίτλο
Στσ’ αγάπης τη βαθιά πληγή”.
Αν το διαβάσει κανείς επιφανειακά, νατουραλιστικά θα φανταστεί πως είναι ποίημα ερωτικό, όπως και τόσα άλλα λυρικά, νοσταλγικά της νιότης ποιήματα που έχει γράψει κατά καιρούς.
Όμως εκείνος μιλά για μια κατακόκκινη πληγή από έναν πιο βαθύ και πιο πλατύ έρωτα:

Τον έρωτα για τον εργαζόμενο άνθρωπο και την πάλη του για τη νέα κοινωνία, τη σοσιαλιστική, που όταν έγραφε το ποίημα είχε πρόσφατα ανατραπεί.
Πρόκειται άλλωστε για μια ιδέα στην οποία είχε ήδη αναφερθεί παλιότερα το 1989, στο ποίημά του “Αγάπη”, από την ποιητική συλλογή του “Αιχμές”:
Αγάπησα μια κοπελιά και θαρρούνε πως αυτό είναι αγάπη. Μια μέρα σε μια διαδήλωση αγροτών – απεργών αγάπησα τους απεργούς και τότε είδα πως η αγάπη που γεννιέται μέσα από τη μάχη του δίκιου είναι η πιο δυνατή αγάπη”.
Η απάντησή του στα δραματικά γεγονότα της αντεπανάστασης και της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση είναι, όπως σε όλη την ποίησή του, αισιόδοξη και καταφατική.

Ακούστε το συμπέρασμα του ποιήματος
 “Στσ’ αγάπης τη βαθιά πληγή”:
“Αυτός που ξέρει ν΄ αγαπά
και να ελπίζει ξέρει
μέσα στη νύχτα πολεμά
ξημέρωμα να φέρει”.

Χωρίς αμφιβολία ο Σταυρακάκης κατείχε γερά την τέχνη να εκλαϊκεύει σύνθετες πολιτικές έννοιες διεισδύοντας με τον παροτρυντικό λόγο του σε όλους εκείνους που πρώτοι απ’ όλους τον έχουν ανάγκη.
Σ΄ εκείνους δηλαδή που υφίστανται την υλική και πνευματική εκμετάλλευση και στους οποίους ο δικός μας πολιτικός λόγος, ο λόγος των στελεχών και των μελών του ΚΚΕ δύσκολα μπορεί να τους φτάσει και να τους ακουμπήσει.

Η ποίησή του διδάσκει και διαπαιδαγωγεί, χωρίς να χάνει τον ψυχαγωγικό της χαρακτήρα.

Είναι ποίηση στρατευμένη, χωρίς να διαλαλεί τη στράτευσή της, όπως συχνά συμβαίνει σε αυτοδίδακτους σαν αυτόν λογοτέχνες, που θέλουν, αλλά δεν ξέρουν πώς να μεταδώσουν τα μηνύματά τους.

Φαντάζομαι ότι όλοι θα προσέξατε στην πρόσκληση της σημερινής εκδήλωσης το ποίημα “Εργάτης”, για το ταξικό, διεθνιστικό περιεχόμενο που ο δημιουργός του προσδίνει στην έννοια της ελευθερίας, απαντώντας εύστοχα στην αστική προπαγάνδα για την “ελευθερία” που τάχα παρέχει στο άτομο η καπιταλιστική κοινωνία:
Δεν είναι λευτεριά εκείνη,
φώναξε εργάτη δυνατά,
που ξεχωρίζει τους ανθρώπους
σε δούλους και αφεντικά.
Δεν είναι λεύτερη πατρίδα
που έχει σύνορα στη γη,
ζωή που ζει μέσα στη φτώχεια
δεν είναι λεύτερη ζωή
”.
Για τη βαθιά του προσήλωση στην ιδέα του προλεταριακού διεθνισμού είναι χαρακτηριστικά τα παρακάτω λόγια του:

Ο Καζαντζάκης είπε ότι είναι μεγάλη ευθύνη να είσαι Κρητικός, ο Ατατούρκ είπε ότι είναι μεγάλη ευθύνη να είσαι Τούρκος, κι εγώ λέω πως είναι μεγάλη ευθύνη να είσαι Διεθνιστής”.
Πάνω στο θέμα των φυλετικών διακρίσεων και του διεθνισμού, συγκλονιστικό μέσα στην απλότητά του είναι και το ποίημά του, “Γράμμα στην Αφρικάνα Χαϊμαλίνα”:
Χαϊμαλίνα, ρωτάω τα πρόβατά μου πώς μοιράζουνε στα ίσια τον ίσκιο ενός ασφένταμου κι έχουν λευκά και μαύρα τα ίδια δικαιώματα ενώ οι άνθρωποι σκοτώνονται μοιράζοντας μια πήχη γης;

Αυτοί που κλέβουνε το βιός σου Χαϊμαλίνα, κλέβουν και το δικό μου το τυρί. Τώρα που σου γράφω Χαϊμαλίνα απ’ το πιο ψηλό βουνό της Κρήτης προβοδώ τα πρόβατά μου
”.
Ασφαλώς κι εσάς, όπως κι εμένα, όπως όλους θα σας έχει απασχολήσει το ερώτημα:
Κάτω από ποιες συνθήκες ένας βοσκός που δεν μπόρεσε να τελειώσει ούτε καν το Δημοτικό, γίνεται ποιητής;
Είναι γνωστό φυσικά ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να εκδηλώσει και να αναπτύξει δημιουργικές ικανότητες αν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Όμως ένας μισοαγράμματος άνθρωπος που καταφέρνει με την ποίησή του να συγκινήσει μεγάλους μουσικοσυνθέτες, όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος και κορυφαίους τραγουδιστές, όπως ο αξέχαστος Ξυλούρης, ένας βοσκός που καταφέρνει να διακριθεί σε έναν από τους πιο εξελιγμένους τομείς της ανθρώπινης δημιουργίας, όπως είναι η ποίηση, δεν είναι δα και μια συνηθισμένη περίπτωση.
Ο Μιχάλης Σταυρακάκης έγινε ποιητής γιατί σίγουρα -όπως δείχνει τόσο η στάση του, όσο και η ποίησή του- υπήρξε ένας ιδιαίτερα ευαίσθητος άνθρωπος που τον συγκινούσε αφάνταστα η ομορφιά της φύσης και που ταυτόχρονα διέθετε υψηλό ηθικό φρόνημα και βαθύ το αίσθημα του δίκιου.
Γι’ αυτά τα τελευταία άλλωστε πέρασε πάμπολλες δοκιμασίες και διώξεις στη ζωή του.
Το ολοκαύτωμα των Ανωγείων από τους Ναζί καταχτητές, τον οδήγησε από τα 15 του χρόνια στην οργάνωση της ΕΠΟΝ και έναν χρόνο μετά στη σύλληψη και φυλάκισή του από τους Γερμανούς.
Το κρίσιμο σημείο της στροφής στην τέχνη του ήταν όμως η συνάντηση της ευαισθησίας του με τα μεγάλα, τα φωτεινά κομμουνιστικά ιδανικά.
Να πως ο ίδιος περιγράφει στον “Ριζοσπάστη” της 30ης Νοέμβρη 1983 τη συνάντησή του με την κομμουνιστική ιδεολογία, λίγο μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, όταν οι αντάρτες κατέφευγαν κυνηγημένοι στο μιτάτο του, το μαντρί του, στον Ψηλορείτη:

Τους φύλαξα, τους τάϊσα. Συνέχισαν να ‘ρχονται… Αλλά όλο και λιγότεροι. Αυτοί που απουσίαζαν είχαν δολοφονηθεί σε ενέδρες. Καθώς μπάλωναν στο φως του λίχνου τα ρούχα τους και γιάτρευαν ο ένας του άλλου τις πληγές σιγοτραγουδούσαν ριζίτικα. Παράξενοι μου φαίνονταν στην αρχή. Μια ώρα ύπνος… μια μπουκιά ψωμί… Και νάτοι πάλι να χάνονται στις κορφές πηδώντας σαν αετοί από χαράκι σε χαράκι. Ένας τους έβγαλε κάποιο βιβλίο απ’ το βουργιάλι του. Πάρτο μου είπε. Θα σου αρέσει. Ήταν η “Μάνα” του Γκόρκι!
Από κείνες τις στιγμές κι ύστερα σταμάτησαν οι μαντινάδες του να αναφέρονται σε έρωτες και πάθη.
Τώρα τα τραγούδια του ήταν αφιερωμένα σ’ αυτούς τους παράξενα περήφανους ανθρώπους, που τους αποχαιρετούσε κάθε φορά με στίχους σαν αυτόν:
Έναν ελεύθερο αετό,
σκλαβιά δεν τον κιοτεύει
όπου ταμπούρι πολεμά
κι όπου φωτιά χορεύει
”.
Φυσικά δεν γλύτωσε την κατηγορία του ληστοτρόφου, τη σύλληψή του το 1951 και τον εκτοπισμό του το 1954 στο Γύθειο.
Εκεί στο μεγάλο σχολειό της εξορίας γνώρισε και τη σύγχρονη ποίηση, την ποίηση του Βάρναλη, του Ρίτσου, του Λειβαδίτη.
Από κει κι έπειτα πέρασε στην ενεργητική δράση, πρώτα από τις γραμμές της ΕΔΑ, ενώ από το 1973 -μέσα στη δικτατορία- ως μέλος πια του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας πρωτοστάτησε στην ανασυγκρότησή του και αναδείχθηκε σε στελεχικές θέσεις τόσο του κόμματός μας όσο και του αγροτικού κινήματος.
Τραβώντας με αφοσίωση ως το τέλος της ζωής του με τις πράξεις αλλά και με την τέχνη του το δύσκολο δρόμο της πάλης για να υψώσει το πολιτικό, ιδεολογικό, πολιτιστικό κριτήριο του λαού έτσι που να μπορεί να ορίσει τη ζωή και το μέλλον του.

Με λίγα λόγια, ο Μιχάλης Σταυρακάκης δεν ήταν ένας απλός βοσκός, αλλά ένας μορφωμένος και διαμορφωμένος στην ανώτερη σχολή της ταξικής πάλης ποιητής.
Πρέπει να πολεμούμε για να μη χαθεί αυτό που κάνει τον κόσμο μεγάλο”, δήλωνε άλλωστε ο ίδιος, εννοώντας ότι δεν πρέπει να παραιτηθούμε ποτέ, όσες δυσκολίες κι αν συναντήσουμε, από τον αγώνα για να περάσει η ανθρωπότητα από την προϊστορία που βρίσκεται σήμερα στην ιστορία, από τη βαρβαρότητα της εκμετάλλευσης, του ανταγωνισμού, των πολέμων, των κρίσεων, της φτώχειας σε έναν ανώτερο πολιτισμό αντάξιο του ανθρώπινου είδους.

Το αύριο ομορφαίνει με το καθήκον του σήμερα”,
 συμπλήρωνε επιγραμματικά σε ένα από τα πρώτα ποιήματά του θέλοντας να υπογραμμίσει ότι το σοσιαλιστικό μέλλον δεν θα ‘ρθει από μόνο του έτσι νέτο σκέτο, ούτε θα μας το χαρίσει κανείς θεός ή πεφωτισμένος ηγέτης.
 Με τη συμμετοχή του καθενός στους σημερινούς ταξικούς αγώνες, οικονομικούς, πολιτικούς, ιδεολογικούς χρειάζεται να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για την κατάργηση του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος και την κατάκτηση μιας ανώτερης μορφής οργάνωσης της κοινωνίας, όπου ο άνθρωπος θα πάψει για τον άνθρωπο να είναι λύκος.
Κι αυτό είναι η ελάχιστη τιμή που μπορούμε να αποδώσουμε σε έναν “βοσκό”, το ελάχιστο χρέος που οφείλουμε σ’ έναν από τους πιο δεμένους με τα φτωχά λαϊκά στρώματα δημιουργούς της νέας συνείδησής τους, όπως υπήρξε ο ποιητής Μιχάλης Σταυρακάκης».




Ποιος ήταν ο Μιχάλης Νιδιώτης
”Ο Μιχάλης Σταυρακάκης ή Νιδιώτης υπήρξε Κομμουνιστής, λαϊκός αγωνιστής και ποιητής. Γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1928, πήρε μέρος σε όλους τους λαϊκούς αγώνες ως ενεργό μέλος του κόμματος. Πρωτοστάτησε στην συνδικαλιστική οργάνωση των κτηνοτρόφων και στο κίνημα της ειρήνης. Φυλακίστηκε και εξορίστηκε για αυτή του τη δράση. Ο Μίχαλος έφυγε από τη ζωή τον Ιούλη του 2000, τιμημένος ευρύτερα για το έργο του που αποτελεί παρακαταθήκη για το σήμερα..”
Τρία χρόνια πριν, τον Δεκέμβριο του 2014, η ΑΝΩΓΗ είχε ετοιμάσει ένα αναλυτικό κείμενο για τη ζωή και τη δράση του “Προσκυνητή του λαού, του ποιητή της φτωχολογιάς”, όπως αναφερόταν στον τίτλο του αφιερώματος για τον Μιχάλη Σταυρακάκη. Εκεί μεταξύ άλλων διαβάζουμε  τα εξής:
“Ο στιχουργός του ”Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου” με την γενικότερη στάση ζωής του αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί παράδειγμα για όλους μας, μεγαλύτερους αλλά και νεότερους.
Ήταν 13 Ιουλίου του 2000 όταν η ανωγειανή γη υποδέχτηκε στην αγκαλιά της τον Νιδιώτη, που έφυγε σε ηλικία 72 ετών και η ΑνωΓη επιχειρεί σήμερα μια μικρή αναδρομή στην ζωή και την δράση του.
Ο Μιχάλης γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1928 και πατέρας του ήταν ο Γιώργης Σταυρακάκης ή Πανιάς. Είχε 7 αδέρφια,τέσσερα αγόρια (τον Μανώλη,τον Χαραλάμπη,τον Γιάννη και τον Στελή) και τρία κορίτσια (την Λουκία, την Λετίτσια και την Μαρία).
Από μικρός κιόλας ο Μιχάλης είναι ένα πνεύμα ανήσυχο και δραστήριο και προσπαθούσε διαρκώς να μαθαίνει και να αφομοιώνει πράγματα. Τα καλοκαίρια που δεν είχε σχολείο περνούσε τις ώρες και τις μέρες του στον Ψηλορείτη όπου βοηθούσε τον πατέρα του στα πρόβατα κάνοντας τον μαντρατζή. Η συναναστροφή του αυτή με μεγαλύτερους αποτέλεσε ένα πραγματικό σχολείο ζωής για τον μικρό Μιχάλη.
Δυστυχώς δεν κατάφερε να ολοκληρώσει το Δημοτικό σχολείο καθώς τον πρόλαβε  ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Γερμανική Κατοχή που τόσα δεινά έφερε και στο χωριό μας.
Το 1943 σε ηλικία 15 ετών οργανώνεται στην ΕΠΟΝ Ανωγείων.
Στις 30 Απριλίου 1944 συλλαμβάνεται μαζί με άλλους πατριώτες από τους Γερμανούς στο Αρκάδι Μονοφατσίου. Από εκεί οδηγούνται στο Δημοτικό σχολείο στο Χουδέτσι το οποίο στη διάρκεια της Κατοχής χρησιμοποιούνταν ως φυλακή από όπου ο Νιδιώτης καταφέρνει να αποδράσει.
Το 1950 εκλέγεται μέλος του συμβουλίου του Κτηνοτροφικού συλλόγου Ανωγείων, ενώ το 1951 συλλαμβάνεται με την ψευδή κατηγορία ότι έγραψε Κομμουνιστικά συνθήματα στους τοίχους του Δημοτικού σχολείου. Το 1954 εξορίζεται για δυο χρόνια στο Γύθειο Λακωνίας .
Το 1957 εκλέγεται στο γραφείο της ΕΔΑ Ανωγείων και το 1958 αναπληρωματικό μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής της ΕΔΑ Ηρακλείου.
Το 1962 συλλαμβάνεται ξανά και φυλακίζεται ως ληστοτρόφος και εκτελεστικό όργανο των τότε καταδιωκόμενων πολιτών μετά τον εμφύλιο. Απαλλάσσεται όμως από το Εφετείο Χανίων το 1963.
Το 1963 αρθρογραφεί στην εφημερίδα του Ηρακλείου ”Κρητικό Φως” με το ψευδώνυμο ”Οι Σύντεκνοι”.
Το 1970 Ανωγειανοί φοιτητές εκδίδουν στην Αθήνα την εφημερίδα ”Η Φωνή των Ανωγείων” και ο Μιχάλης αρθρογραφεί εκεί με το ψευδώνυμο ”Νιδιώτης”.
Το 1973 στρατολογείται και γίνεται μέλος του τότε παράνομου Κ.Κ.Ε. Το 1974 ιδρύει την πρώτη κομματική οργάνωση Μονοφατσίου και εκλέγεται Γραμματέας της.
Η Νομαρχιακή Επιτροπή και η Κ.Ο.Β του Κ.Κ.Ε ύστερα από ψηφοφορία το 1977 επιλέγουν τον Μιχάλη Σταυρακάκη ως υποψήφιο του κόμματος στις εκλογές στο ψηφοδέλτιο του Νομού Ηρακλείου.
Το 1978 έρχεται και η έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του με τον τίτλο ”Ποιήματα”.
Το 1979 εκλέγεται μέλος του ΟΑΣΝΗ στον οργανωτικό τομέα με αρμοδιότητες του να είναι μεταξύ άλλων και η οργάνωση και διεύρυνση των Αγροτικών συλλόγων, ενώ το 1982 εκλέγεται μέλος της Νομαρχιακής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε
Το  1983 ο συνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος μελοποιεί πέντε ποιήματα του ανάμεσα σε αυτά το πασίγνωστο και διαχρονικό ”Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου”.
Την ίδια χρονιά πρωτοστατεί στην κίνηση Ειρήνης με έδρα το χωριό Αρμανώγεια και καταφέρνει να εκδοθεί η εφημερίδα ”Ειρήνη”.
Το 1984 ο ΟΑΣΝΗ απονέμει στον Μιχάλη Σταυρακάκη το βραβείο ”ΚΙΛΕΛΕΡ”. Οι εφημερίδες της εποχής γράφουν τότε χαρακτηριστικά: ”Βραβεύτηκε ο προσκυνητής του λαού, ο ποιητής της φτωχολογιάς!”.
Τον ίδιο χρόνο εκδίδει την δεύτερη ποιητική συλλογή του με τίτλο ”Αιχμές”.
Ποιήματα του έχουν μεταφραστεί στα Γερμανικά και στα Αγγλικά .Επίσης ο Γιάννης Ξυλούρης ή Ψαρογιάννης έχει γράψει τον δίσκο ”Αυγή ξανανταμώσαμε” με μαντινάδες και ποιήματα του Νιδιώτη.
Η εφημερίδα του Λονδίνου Guardian δημοσίευσε και σχολίασε ένα ποίημα του Νιδιώτη με τίτλο ”Γράμμα σε μια Αφρικάνα -Χαϊμαλίνα ”.Το πρακτορείο ειδήσεων Associated Press δημοσίευσε  επίσης και σχολίασε ποιήματα του .
Το 1994 εκδίδεται η τρίτη ποιητική συλλογή του με τίτλο ”Ντούκου-ντούκου το Σοφαδάκι”.Το 2000 εκδίδει το βιβλίο ”Θύελλες και Κατατρεγμοί”με αληθινές διηγήσεις ανθρώπων στα χρόνια της Κατοχής αλλά και στοιχεία της ζωής για το πως ζούσαν οι παλιότεροι,ένα βιβλίο που πρέπει και αξίζει να διαβαστεί από όλους.
Ο Νιδιώτης ”έφυγε” τον Ιούλιο του 2000 αφήνοντας πίσω του μια τεράστια παρακαταθήκη αλλά και το στοιχείο ότι και ο πιο απλός άνθρωπος χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση μπορεί με τους στίχους της ψυχής του να αγγίξει και να συγκινήσει τις καρδιές του λαού.Τα Ανώγεια τον αποχαιρέτησαν εκείνο το καλοκαίρι με σεβασμό και τιμή όπως άρμοζε σε ένα γνήσιο και αυθεντικό τέκνο τους.Γνήσιος όπως και η πιο αντιπροσωπευτική ίσως μαντινάδα του :
Χέρια που δεν αρπάξανε ξένο ψωμί να φάνε,
αυτά κρατούνε την τιμή όσο βαριά και να ‘ναι…
Απ την ομιλία του Δ. Κουτσούμπα στη εκδήλωση μνήμης προς τον κομμουνιστή ποιητή Μιχάλη Σταυρακάκη: “Γεια και χαρά σας πεντακάθαρα χέρια. Γεια και χαρά σας χέρια του μέλλοντος
Ελενη Μαρκακη ''Ενας βοσκός που έγραφε ποιήματα'' είχα γράψει εδώ στο φ/β για τον Νιδιώτη... Και ένας φίλος -πολύ σωστά- με διόρθωσε: '' Ενας ποιητής που έβοσκε πρόβατα''...
Διαχείριση


Κωστας Χατζηδακης Μαη τόν αδελφό του τόν Στελιο πρέπει Να τόν ξέρεις. Και να σου πω ότι εκτός από σύντροφοι με τόν πατέρα μου ήταν πολλοί καλοι φίλοι. Στις οικονομικες εξορμήσεις εβγεναν σχεδόν πρώτοι ήταν υπέροχος άνθρωπος
Διαχείριση


Γιάννης Παϊδούσης Καλημέρα καλή Κυριακή
διαμαντια του απλου λαου

Διαχείριση


Eleni Polichronidou ΚΑΛΗΜΕΡΑ,ΚΑΛΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ...Διαχείριση

Παντελης Μιχελακης Τον είχα γνωρίσει υπέροχος άνθρωπος πραγματικά κουμουνιστής !!!!
Διαχείριση


Mariam Mariam ναι έτσι είναι ......ξεχωριστός και αγαπημένος.....
Διαχείριση


Ζουμπουλια Σαλουστρου Τώρα που σου γράφω, Χαϊμαλίνα,
Από το πιο ψηλό βουνό της Κρήτης,
ροβολώ τα πρόβατα μου
στον ίσκιο ενός ασφένταμου.
Έχω πρόβατα λευκά
σαν το λευκό μου χρώμα.
Έχω πρόβατα μαύρα,
Σαν το δικό σου χρώμα, Χαϊμαλίνα.
Το αίμα τους είναι ίδιο, κόκκινο,
Σαν το δικό μας αίμα, Χαϊμαλίνα.
Ρωτάω τα πρόβατα μου
Πως μοιράζονται στα ίσα
Τον ίσκιο του ασφένταμου
Κι έχουν, λευκά και μαύρα,
Τα ίδια δικαιώματα
Ενώ οι άνθρωποι σκοτώνονται
Μοιράζοντας μια πήχυ γης.
Αρμέγω τα πρόβατα μου
Και φτιάχνω το γάλα τους τυρί.
Μια φορά το χρόνο,
κουρεύω τα πρόβατα μου,
κι η γυναίκα μου στο τελάρο ολημερίς
φτιάχνει ρούχα μαύρα και λευκά.
Εσύ, Χαϊμαλίνα,
Δεν γνωρίζεις εμάς τους λευκούς,
Που φτιάχνουμε το τυρί,
Τις γυναίκες μας,
Που φτιάχνουν τα ρούχα στο τελάρο.
Εσύ γνωρίζεις τους άγριους λευκούς,
Που ήρθαν στην πατρίδα σου,
Και σκοτώνουν τα αδέρφια σου.
Αυτοί που κλέβουν το βιο σου, Χαϊμαλίνα,
Κλέβουν και το δικό μου τυρί.
Τώρα που σου γράφω, Χαϊμαλίνα,
Από το πιο ψηλό βουνό της Κρήτης,
ροβολώ τα πρόβατα μου.»
Γράμμα σε μια Αφρικάνα” του Ανωγειανού ποιητή Μιχάλη Σταυρακάκη ή Νιδιώτη, που δημοσιεύτηκε το 1978.
Διαχείριση


Panayiotis Chatjellis Υπέροχο!!! Με συγκίνησε!!!
Διαχείριση


Mima Barberi υποκλίνομαι!!!!!!!!!!!
Διαχείριση