ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορίες Απ' τη Ζωή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορίες Απ' τη Ζωή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 12 Μαΐου 2019

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΝΑΣ (ΑΛΗΘΙΝΗ) ΑΠ' ΤΟ ΠΟΛΥΠΑΘΟ ΚΙΛΚΙΣ !!



Γιορτή της Μητέρας σήμερα και το μυαλό δεν μπορεί να μην πάει στις μάνες εκείνες που έχασαν τα βλαστάρια τους κι η καρδιά τους συνεχίσει να χτυπά μέχρι να κλείσουν τα μάτια χωρίς να ξεχάσουν ποτέ.
Επέλεξα να σας πω μια αληθινή πολεμική ιστορία από το γειτονικό πολύπαθο Κιλκίς που έγινε το 1947
Για τις μάνες εκείνες λοιπόν που βίωσαν τον πόνο της βίαιης απώλειας του παιδιού τους και τη μέρα αυτή στερήθηκαν το δικαίωμα της Γιορτής τους.
Για τις μάνες που ο πόλεμος τις αφαίρεσε τα όνειρα.
Θα σας μιλήσω για τη Μαρίτσα, την πανώρια κόρη, 19 χρονών το 1947, ήταν σύνδεσμος και αρραβωνιασμένη με αντάρτη. Καταδικάζεται «πεντάκις» σε θάνατο με τουφεκισμό, αφού έχουν προηγηθεί φρικτά βασανιστήρια πάνω στο κορμάκι της.
Το στρατοδικείο δεν ανακοίνωσε όμως την ημερομηνία εκτέλεσης για να σπάσουν το ηθικό της οικογένειας και για να μην μπορέσει ο λαός του Κιλκίς να ξεσηκωθεί.
Τη διήγηση που ακολουθεί την έκανε η μητέρας της Μαρίτσας στα εγγόνια της όταν πλέον είχε γεράσει και έγινε γιαγιά.
«Έπεφτα να κοιμηθώ το βράδυ και το πρωί μ' έβρισκε με τα ματιά ορθάνοιχτα, την καρδιά βουτηγμένη στον πόνο, το μυαλό γεμάτο σκέψεις και κακά ενδεχόμενα.
Τέσσερα μερόνυχτα κράτησε το μαρτύριο.
Κάποιο απ' αυτά τα ατελείωτα βράδια ο ήχος της μηχανής και σε συνέχεια το φρενάρισμα ενός αυτοκίνητου έσκισε στα δυο τη σιγαλιά της νύχτας. Το τεντωμένο μου αυτί αφουγκράστηκε:
Μάναααα! η φωνή του λατρεμένου μου παιδιού μού τρύπησε την καρδιά. Σαν τρελή πετάχτηκα έξω, αναμαλλιασμένη και ξυπόλυτη. Αγάντα, καρδιά μου. Στην καρότσα του στρατιωτικού αυτοκίνητου, που ήταν σταματημένο μπροστά στην πόρτα της αυλής μας, ήταν το κοριτσάκι μου ή τουλάχιστον ό,τι είχε απομείνει απ' αυτήν την πανώρια κοπέλα.
Με ματιά γεμάτα λαχτάρα, άπλωνε τα χέρια της προς τα μένα, φωνάζοντας "Μάνααα"! Με δυο δρασκελιές έφτασα κοντά της και άπλωσα με την ίδια λαχτάρα τα χέρια να την αγγίξω, να τη σφίξω στην αγκαλιά μου, να την προστατέψω, να την κρατήσω, μη μου την πάρουν, μη μου ξεριζώσουν τα σπλάχνα.
Δεν πρόλαβα. Με ένα απότομο γκάζι το αυτοκίνητο έφυγε σαν βολίδα. Δε μ' άφησαν ούτε καν να την αποχαιρετήσω, να τη φιλήσω για τελευταία φορά.
Δεν επέτρεψαν ούτε μια τελευταία αγκαλιά στη μάνα και στη μελλοθάνατη κόρη. 
Έμεινα εκεί, καταμεσής του δρόμου, βουβή, να βλέπω το αυτοκίνητο - νεκροκρέβατο να παίρνει μακριά μου το παιδί μου, το αίμα μου, το σπλάχνο μου, τη ζωή μου. 
Κόρη μου! Λατρεμένη μου κόρη!
Πήρα να κυνηγώ το αυτοκίνητο από πίσω. Δεν το προλάβαινα, τα χαλίκια μάτωναν τα γυμνά μου πόδια, μα εγώ συνέχιζα να τρέχω ξοπίσω του. Τριακόσια μέτρα μακριά, στο νεκροταφείο, σταμάτησε και έσβησε τη μηχανή του. Το σκοτάδι αραιό, μόλις που άρχιζε να αχνοφέγγει και η ησυχία νεκρική!
Και τότε, μέσα στη σιγαλιά, βρόντηξε ο πρώτος πυροβολισμός. Και ύστερα και δεύτερος και τρίτος.
11 Νοεμβρίου 1947! 
Τα βόλια των άνανδρων φονιάδων καρφώθηκαν στο κορμάκι του παιδιού μου. 
Μαρμάρωσα! Αγάντα, καρδιά μου! Πώς και δε σταματάς τους χτύπους σου. Πώς και αντέχεις ακόμα και τρέχεις προς το νεκρό σου παιδί;».
Thesska Katerina

Κυριακή 8 Ιουλίου 2018

O ΜΙΚΡΟΣ ΓΙΟΣ ΤΟΥ CHE, ΕΡΝΕΣΤΟ, ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ!!


Ερνέστο Γκεβάρα Μαρτς: O πατέρας μου είναι το μέλλον καθ' οδόν



O μικρός γιος του Τσε μιλά στην εφημερίδα
Juventud Rebelde


Πηγή: www.juventudrebelde.cu / Luis Hernández Serrano

Λέει ότι δεν ξέρει να μιλά όπως τα αδέρφια του, όμως δεν θα σταματήσει να μιλά 90 χρόνια μετά από τη γέννηση του Τσε. 
Ο Ερνέστο Γκεβάρα Μαρτς, σπάει τη σιωπή του για να θυμηθεί τον πατέρα, που όπως ομολογεί, με τα γράμματά και τις συμβουλές του σμίλεψε την ψυχή του για μετά.

Δεν ήταν ούτε δύο χρονών όταν ο πατέρας του - με τα χέρια του δεμένα και χωρίς να εκφράσει την τελευταία του επιθυμία - πυροβολήθηκε με εντολές της CIA στο σχολείο της Λα Ιγιέρα στη Βολιβία, στις 9 Οκτωβρίου 1967.

Αυτό ήταν το πρώτο κίνητρο της επίσκεψή μας στον τελευταίο γιο του Ηρωικού Αντάρτη, τον δικηγόρο Ερνέστο Γκεβάρα, 52 ετών, ο οποίος μας δέχτηκε στο σπίτι του στην Αβάνα.

Μας λέει ότι δεν ξέρει να μιλάει όπως τα άλλα τρία αδέλφια του: Η Αλέιδα, παιδίατρος, ο Καμίλο, επίσης δικηγόρος και η Σέλια, κτηνίατρος, αλλά αποφάσισε να το κάνει τώρα, παραμονές των 90ων γενεθλίων του Τσε:

Φυσικά, όλοι μας υποφέραμε και πάντα λυπόμαστε για την πρώιμη φυσική απουσία ενός ανθρώπου σαν κι αυτόν, ωστόσο, είμαστε ευτυχείς που έχουμε το αίμα και τα γονίδιά του και αποτελούμε μια πολύ όμορφη οικογένεια. Ο πυρήνας μου (η γυναίκα μου και τα τρία μου παιδιά) είναι σήμερα μια από τις μεγαλύτερες χαρές μου.

Τα αδέρφια μου και εγώ, προερχόμαστε από ένα ζευγάρι που βρέθηκε στη μέση ενός απελευθερωτικού πολέμου στη χώρα μας. Τι όμορφο πράγμα! Η μητέρα μου συμμετείχε στον παράνομο αγώνα στη Σάντα Κλάρα. Είχε εντοπιστεί από τα κατασταλτικά όργανα της τυραννίας του Μπατίστα, ήταν δηλαδή “καμένη” και γι αυτό έπρεπε να βγει στο βουνό, στο Σιέρα ντε Εσκαμπρέι, όπου εκεί γνώρισε τον πατέρα μου.


Και οι δύο συμμετείχαν στον αγώνα στο κέντρο της χώρας. Και η κατάληψη της Σάντα Κλάρα ήταν ένα εξαιρετικό γεγονός, ένας κρίσιμος κρίκος για τον θρίαμβο της Επανάστασης.

Θέλω να σας διευκρινίσω ότι όταν ένας γιος μιλά για τον πατέρα χωρίς να μιλά για τη μητέρα, είναι δύσκολο να μην είναι λίγο άδικος . Γι αυτό θα την αναφέρω αμέσως τώρα, Αλέιδα ή Χοσεφίνα - Γιατρός (το όνομα της παρανομίας) και κάποιες φορές, απλά Μητέρα. Και τον πατέρα μου θα τον πω, Κομαντάντε Γκεβάρα, ή απλά Τσε.


Ξέρω ότι δίδαξε καλά τα τέσσερα παιδιά του. Με τα γράμματά του, με αυτή την εικόνα του Τσε σε εκατομμύρια ανθρώπους, μας άφησε μια Επανάσταση που έκανε και μας ζήτησε να σπουδάζουμε και να γίνουμε επαναστάτες.

Όπως εξηγεί η μητέρα μου, στο βιβλίο της Αναπόληση, η ζωή μου δίπλα στο Τσε, συνδέθηκε με το επαναστατικό κίνημα σαν μαχητής της παρανομίας στην παλιά επαρχία Λας Βίγιας, εκπληρώνοντας αποστολές μεταφοράς διάφορων συντρόφων στο βουνό. Επίσης, ανέβηκε στο Εσκαμπρέι μεταφέροντας 50.000 πέσος, τα οποία είχε τοποθετήσει στην πλάτη της με επιδέσμους, πράγμα που έκανε πολύ δύσκολο το περπάτημα μέχρι το Γκανιλάνες, το πρώτο στρατόπεδο που οργανώθηκε από τον Κομαντάντε Γκεβάρα στο ελεύθερο έδαφος της κεντρικής επαρχίας της χώρας.

Η Αλέιδα ήταν μητέρα και πατέρας, αυτό είναι ένα από τα πιο μοναδικά πράγματα στη ζωή μου. Και ο τρόπος που οδήγησε την οικογένεια, σαν μητέρα και πατέρας, είναι κάτι για το οποίο την ευγνωμονούμε και οι τέσσερις. Αυτή της η αυταπάρνηση με κάνει να μην μπορώ να αναφέρω τον Τσε χωρίς να μιλήσω γι αυτήν, αυτήν που σηκώνονταν πάντα στις πέντε το πρωί, πολλές φορές απλά για να μας αποχαιρετήσει όταν πηγαίνουμε για να εκπληρώσουμε διάφορα καθήκοντα, όπως για παράδειγμα να κόψουμε ζαχαροκάλαμο.


Έτσι λοιπόν, έχω την τιμή να είμαι γιος του Τσε, με μια τέτοια μητέρα! Τους ένωσε μια μεγάλη αγάπη, που φαίνεται και στα γράμματά τους, σημάδια μιας όμορφης συναισθηματικής σχέσης. Με ευχαριστεί ο τρόπος που γνωρίστηκαν, ερωτεύτηκαν και αγαπήθηκαν. Και εκμεταλλεύομαι αυτή την ευκαιρία, για να φανεί η μεγάλη ευαισθησία του απαιτητικού αυτού ανθρώπου, του γεμάτου τρυφερότητα.
Για παράδειγμα, γράφοντας της από το Κονγκό το 1965, λέει:Όταν άγγιξα το σημάδι που άφησε στο δέρμα σου ένας επίδεσμος, ξέσπασε μέσα μου μια πάλη ανάμεσα στον άψογο επαναστάτη και στον άλλον, τον πραγματικό Τσε”.

Στο στρατόπεδο στη Λα Βίγιας, στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο, στο πρώτο μέρος που ήταν η Αντάρτικη Διοίκηση της επαρχίας,ο Κομαντάντε Γκεβάρα της έδωσε ένα τουφέκι Μ-1 και της δήλωσε ότι το κέρδισε. Αργότερα, την άφησε να μάθει για την ύπαρξη της Περουβιανής του συζύγου, της οικονομολόγου Ίλντα Γκαντέα και της κόρης του Ιλντίτα - Μπεατρίς.

Η Αλέιδα λέει στο βιβλίο της ότι στις 2 Γενάρη 1959, στο δρόμο για την πρωτεύουσα, στην πρώτη στάση για να βάλει καύσιμα στο τζιπ, στο Λος Αραμπος του Ματάνσας – άλλοι λένε στο Κολοσσαίο – ο Τσε της εκδήλωσε για πρώτη φορά την αγάπη του. Και στις 7 Γενάρη την παρουσίασε στον Φιντέλ και στην Σέλια (Σάντσες).

Η Χοσεφίνα [ Αλείδα Μαρτς ] αναφέρει ότι στις 12 Γενάρη της έδωσε να διαβάσει ένα γράμμα προς την Ιλντα, με το οποίο της ανακοίνωνε επίσημα τον χωρισμό τους, γιατί σκόπευε να παντρευτεί μια κουβανή κοπέλα που είχε γνωρίσει στον αγώνα.

Ο Ερνέστο επιμένει ότι παρά την προφανή σοβαρότητα και των δύο, αποτελούσαν ένα ζευγάρι με τεράστια ανθρώπινη ευαισθησία, έως και ποιητική.



Αυτό εμφανίζεται σε ένα σημείο του προαναφερθέντος βιβλίου Αναπόληση, στο οποίο η “Γιατρός” [ η μητέρα μου] γράφει ότι αυτόν τον αξέχαστο Γενάρη, όταν μπήκε στο δωμάτιό μου στο (κάστρο) Λα Καμπάνια ξυπόλυτος και σιωπηλός, ολοκληρώθηκε ένα γεγονός πέρα από την πραγματικότητα και ο Τσε με διάθεση χιούμορ το αξιολογεί ως η μέρα της κατάληψης του κάστρου”. Χρησιμοποίησε αυτή την έκφραση σαν μια παροιμία, γιατί σε κάθε κάστρο, για να το καταλάβεις, πρώτα γίνεται η πολιορκία και μετά σιγά-σιγά, αφού μελετήσεις τα αδύνατα σημεία του, αποφασίζεται η επίθεση. 

"Πράγματι, αυτό συνέβη", θυμάται η Αλέιδα Μαρτς, "γιατί εγώ ήμουν ερωτευμένη πολύ περισσότερο από όσο πίστευα , και απλά, παραδόθηκα χωρίς να αντισταθώ και χωρίς να δώσω καμία μάχη [...].

Ο γάμος πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουνίου, στο κάστρο Λα Καμπάνια. Από αυτή την ένωση γεννήθηκαν η Αλειδίτα [Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 1960], ο Καμίλο [Κυριακή 20 Μαΐου 1962], η Σέλια [Παρασκευή 14 Ιουνίου 1963] και ο Ερνέστο [Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 1965].

Σε ένα γράμμα, ο πατέρας μου ομολογούσε στην Αλέιδα
Έτσι, πέρασα ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου, περιορίζοντας την αγάπη με άλλες σκέψεις και με τον κόσμο να πιστεύει ότι πρόκειται για ένα μηχανικό τέρας [...] ”.

Και σε ένα τετράδιο με σημειώσεις που της στέλνει από πολύ μακρυά, της λέει:Το παρελθόν έχει τελειώσει, είμαι το μέλλον καθ οδόν (...) αν μια μέρα νοιώσεις τη βία μιας ματιάς, μη γυρίσεις, μη σπάσεις το ξόρκι, συνέχισε να φτιάχνεις τον καφέ μου και άσε με να σε ζήσω στην αιωνιότητα της στιγμής”.

Η συμβουλή του πατέρα μου στα γράμματά του

Ο Ερνέστο αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή στην ΕΣΣΔ, το 1987. Όπως εξομολογείται, έχει πραγματικούς φίλους εδώ και πολλά χρόνια, που τον έχουν συντροφέψει σε διάφορες στιγμές της ζωής του.

Στην αντίληψή μου ο αληθινός φίλος αποτελεί ζωτική δομή μιας κοινωνίας και μετατρέπεται σε μέλος της οικογένειάς σου. Φέρνω σαν παράδειγμα τον Χοσέ Ρικάρδο, γιο του Πάπι από τους αδερφούς Ταμάγιο, τον Καμίλο Σάντσες, γιο του Κομαντάντε Σάντσες Πινάρες, τον Παντόχα, γιο του καπετάνιου Όλο και άλλους, που κατά τον ίδιο τρόπο, είναι σαν αδέρφια για όλους εμάς.... Ο πατέρας μας στα γράμματά του μας σμίλεψε την ψυχή για μετά.

Εγώ , για παράδειγμα, θυμάμαι με αγάπη και τους φυλάω στη μνήμη μου, τους άνδρες της Προσωπικής Ασφάλειας, που μας πρόσεχαν κατά την απουσία του Τσε, όταν είμαστε παιδιά. Τον Φέλο, από το Πιναρ ντελ Ρίο, τον Νέστρορ, από την Αβάνα, τον Μισαέλ από την ανατολική επαρχία... Τους βλέπαμε σαν δάσκαλους ή και σαν γονείς μας... Σε μας τα αγόρια, μας έμαθαν μέχρι και πως κατουράμε. Από τους τρεις ζει μόνο ο Νέστρορ, ο μαύρος. Τους δύο που πέθαναν εδώ και καιρό, τους κηδέψαμε και τους πενθήσαμε σαν μέλη της οικογένειάς μας. Ο Ίσαελ μας έμαθε να πυροβολούμε με τα όπλα Brno 2 και Calibre 22.

Mεγαλώνοντας, παρουσιάστηκα στις Ειδικές Δυνάμεις του ΜΙΝΙΤ (ΥπΕσ) και έγινα υπολοχαγός, ήταν μια τιμή για μένα. Τότε ήμουν 23 ετών. Όταν πυροβολούσα με το όπλο στις ασκήσεις που κάναμε, ερχόταν στο μυαλό μου ο θρύλος του πατέρα μου.

Το 1990, σε μια Ακαδημία της Σοβιετικής Ένωσης, έγινα Αξιωματικός Επιχειρήσεων της Αντικατασκοπίας. Είχα πάντα μαζί μου τις συμβουλές του πατέρα μου στα γράμματά του.

Ο πατέρας μου όπως είναι γνωστό, έκανε το γύρο της Λατινικής Αμερικής με τον Αλμπέρτο Γρaνάδο (με την μοτοσυκλέτα La Poderosa). Και στη Σιέρα Μαέστρα έπρεπε να καταβάλει προσπάθειες να εκπαιδεύσει αντάρτες με χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο, αγρότες πρακτικά αναλφάβητους.

Μου είπαν ότι έχεις φτιάξει μια επιχείρηση με ένα πολύ συμβολικό όνομα: “La Poderosa”;

La Poderosa; Nαι, διευθύνω αυτή την επιχείρηση, ειδικότερα ασχολούμαι με το κομμάτι του εξωτερικού. Είναι ένα ταξιδιωτικό γραφείο, τουριστικό, ειδικευμένο στις μοτοσυκλέτες, στη Harley Davidson, την πιο δυνατή, την πιο γνωστή και την πιο εμπορική στο εξωτερικό, αυτή που γενικά αρέσει πιο πολύ σαν μηχανή βόλτας. Εγώ πηγαίνω με μία από αυτές και ξεναγώ τους τουρίστες. Η μηχανή αυτή ονομάζεται “La Poderosa”, ως ένας φόρος τιμής σε εκείνη την Northon 500 με την οποία ο Τσε και ο Αλμπέρτο Γρανάδο διέσχισαν την Λατινική Αμερική...
Στη συνέχεια, η συνέντευξη πηγαίνει στο πως τα γράμματα του πατέρα του, σημάδεψαν τον τρόπο που θα έβλεπε το μέλλον.

Με τα γράμματά του στην οικογένειά μας, μας προετοίμασε για το μέλλον, μας προειδοποίησε για τη ζωή και μας έδωσε μαθήματα. Ήταν πεισμένος ότι θα μπορούσε να πεθάνει.

Α! και μια άγνωστη είδηση! Ποτέ η μητέρα μου Αλέιδα Μαρτς, δεν το έχει πει, και σήμερα εγώ θέλω να το πω, μπορώ να το αποκαλύψω μετά τόσα χρόνια. Αυτή ζήτησε από “το γέρο μου” να πάει να πολεμήσει στη Βολιβία, όταν θα το επέτρεπαν οι συνθήκες και αυτός υποσχέθηκε ότι έτσι θα γινόταν, αλλά τελικά δεν μπόρεσε να ανοίξει το δεύτερο μέτωπο που ήλπιζε να δημιουργήσει.


Ξέρω επίσης ότι είσαι διεθνιστής, όπως ο πατέρας σου ...

Διεθνιστής; Ναι, ήμουν σχεδόν δύο χρόνια στην Αγκόλα, πρώτα στην Κάχαμα, μετά στη Μπενγουέλα, στο Λόμπιτο και σε άλλες πολεμικές ζώνες. Φυσικά, μάχιμος αλλά και ως Αξιωματικός Επιχειρήσεων της Στρατιωτικής Αντικατασκοπείας.

Σου αρέσει το σκάκι όπως στον Τσε;

Ήταν το αγαπημένο του άθλημα. Επειδή ήταν αυτό που έμοιαζε με τη στρατιωτική τέχνη, όπου ασκούσε τακτική και στρατηγική, την επίθεση, αντεπίθεση και τελικά την άμυνα με τα πιόνια όπως ο αξιωματικός, ο βασιλιάς , οι πύργοι, σαν να ήταν μέρος μιας μάχης με όπλα.

Δεν υπάρχουν και εκείνοι που προσπαθούν να αμαυρώσουν την ιστορία του πατέρα σου με συκοφαντίες;

Ο πατέρας μου ήταν πάνω απ όλα πολύ γενναιόδωρος και ανθρώπινος, παρά τις συκοφαντίες των εχθρών. Η καλύτερη απόδειξη γι αυτό, είναι ότι πήγε να πολεμήσει σε άλλες χώρες. Άφησε τα πάντα, την αγάπη μας, την αγάπη του λαού, για να μπορέσουν άλλα παιδιά, άλλοι νέοι και άνθρωποι, να έχουν υγεία, μόρφωση, ιατρική περίθαλψη, ανθρώπινα δικαιώματα και τελικά να ζουν καλά και να είναι ευτυχισμένοι.

Για να είσαι αυθεντικός επαναστάτης

Εμπνευσμένος από τη συζήτηση, ο Ερνέστο ξεκινά μια ιστορική αναδρομή. Θυμάται ότι, όταν τελείωσε την ιατρική ο πατέρας του, ξεκίνησε από το Μπουένος Άιρες στις 7 Ιούλιου 1953, το δεύτερο ταξίδι του στη Λατινική Αμερική.

Σε αυτή την περιοδεία, σημειώνει, ήρθε σε επαφή στη Βολιβία με τον αντίκτυπο της επανάστασης του 1952, στη Γουατεμάλα ήταν μάρτυρας της ανατροπής του Χάκομπο Άρμπενς, στην Κόστα Ρίκα, στη Γουατεμάλα και στο Μεξικό, έρχεται σε επαφή με τους επιζώντες κουβανούς επαναστάτες των γεγονότων της 26ης Ιουλίου 1953 (επίθεση στο στρατόπεδο Μονκάδα) και γνώριζει τον Φιντέλ Κάστρο. Εκεί αποφασίζει να ενταχθεί στο επαναστατικό κίνημα που ηγείται και μετά την απόβαση του Γκράνμα ξεκινά τον αγώνα στην Κούβα.

Στις 10 Δεκεμβρίου 1953, σε γράμμα του στη θεία του Μπεατρίς, από την Κόστα Ρίκα, ομολογεί ότι στη Γουατεμάλα θα τελειοποιούσε τον εαυτό του και θα κατακτούσε αυτό που χρειάζεται για να είναι ένας αυθεντικός επαναστάτης. Της λέει: “
Εκτός από γιατρός, είμαι δημοσιογράφος και ρήτορας .... σε αγκαλιάζω και σε αγαπώ, ο ανιψιός σου με τη σιδερένια υγεία, το άδειο στομάχι και την ξεκάθαρη πίστη στο σοσιαλιστικό μέλλον. Chau, Chancho”.

Στις 12 Φεβρουαρίου 1954, στο τέλος άλλου γράμματος προς την Μπεατρίς, την αποχαιρετά με αυτό τον τρόπο: “
Μια ατσάλινη αγκαλιά από τον προλετάριο ανιψιό σου”.

Στις 6 Ιουλίου 1956, σε γράμμα προς τους γονείς του από τη φυλακή στο Μεξικό, γράφει: "
Ένας νέος κουβανός ηγέτης με κάλεσε να ενταχθώ στο ένοπλο απελευθερωτικό κίνημα της χώρας του, και φυσικά, δέχτηκα. Το μέλλον μου συνδέεται με την κουβανική επανάσταση. Ή θα θριαμβεύσω μαζί της ή θα πεθάνω εκεί. Πέρασα τη ζωή μου ψάχνοντας την αλήθεια μου μέσα στα παραπατήματα. Στον τάφο μου θα πάρω μόνο τη θλίψη ενός ανολοκλήρωτου τραγουδιού”.

Σε άλλο γράμμα, προς τη μητέρα του, γράφει: “
Το επάγγελμά μου σήμερα, μοιάζει με του «σαλταδόρου», σήμερα εδώ, αύριο εκεί. Τα σημάδια είναι καλά, προμηνύουν τη νίκη. Αλλά αν κάνουν λάθος, τελικά, ακόμα και οι θεοί κάνουν λάθος. Η πορεία μου είναι ουσιαστικά μια περιπέτεια και ο αγώνας θα είναι με την πλάτη στον τοίχο, όπως στους ύμνους, μέχρι να νικήσω ή να πεθάνω...”.
(στμ)

Τρίτη 8 Μαΐου 2018

Μία Αληθινή Ιστορία από Τούρκους Ψαράδες και Ένα Αθλητικό Γεγονός που Θα Σε Καθηλώσει:

Και το Αθλητικό Γεγονός που ξεκίνησε το 1930...,
-Απέναντι στους πολεμοκάπηλους σχεδιασμούς και Απ' τις δύο Μεριές του Αιγαίου
Θα σας πω μια ιστορία μικρή:
Ήταν Δεκέμβριος του 2009 όταν Τούρκοι ψαράδες από απέναντι (Τσεσμέ Σμύρνης) φέρανε τα δίχτυα Χιώτη ψαρά τα οποία είχε κατασχέσει η τουρκική ακταιωρός διότι τα είχε καλάρει αυτός μέσα στα τουρκικά νερά. Βγήκανε λοιπόν τα δίχτυα του σε δημοπρασία, οι Τούρκοι ψαράδες αποφάσισαν να συμπαρασταθούν στον Χιώτη συνάδελφό τους που τα έχασε, συνεννοήθηκαν να μην "τα χτυπήσουν" κι έτσι τα πήραν σε τιμή εκκίνησης 480 ευρώ και τα φέρανε μετά Βαΐων και κλάδων πίσω στον ιδιοκτήτη τους.

Ο Σακίρ, ψαράς από τον Τσεσμέ ήταν αυτός που είδε την τουρκική καταδίωξη να μαζεύει τα δίχτυα του Χιώτη, είδε και τον ίδιον τον Χιώτη ψαρά την επόμενη μέρα που πήγε στο σημείο της καλάδας και τα έψαχνε.
 Γνωριζόντουσαν οι δυο τους από το πέλαγος.
Αφού λοιπόν πήρανε τα δίχτυα οι Τούρκοι ψαράδες στη δημοπρασία, τα φέρανε πανηγυρικά με κονβόι βαρκών και τα παραδώσανε μεσοπέλαγα στον συνάδελφό τους από τη Χίο.
Μετά αποβιβάστηκαν όλοι μαζί με τις βάρκες σε παραλιακό ταβερνάκι του νησιού και κάνανε γλέντι τρικούβερτο με ούζα, για να σφραγίσουν τη φιλία και την αλληλεγγύη τους.
Όλα αυτά συνέβησαν μόνον εννέα (9) χρόνια πριν από σήμερα
Εννιά λοιπόν χρόνια πριν συναντήθηκαν μεσοπέλαγα οι βάρκες των Τούρκων ψαράδων με αυτές των Ελλήνων συναδέλφων τους για να τους παραδώσουν τα δίχτυα που είχε κατασχέσει η τουρκική ακταιωρός, όπως έγραψα στην προηγούμενη ανάρτηση.

Εννιά χρόνια επίσης, είχαν περάσει και από την Μικρασιατική καταστροφή, όταν ο νεοϊδρυθείς τότε στη Χίο Προσφυγικός Σύλλογος "Η Αναγέννησις" διοργάνωσε ημερήσια εκδρομή στην απέναντι ακτή, για να πάνε οι άρτι εκδιωχθέντες να δουν τα σπίτια και τα κτήματά τους, να συναντηθούν και με τους Τούρκους πρώην γείτονές τους. Η ίδια και πάλι κατάσταση μεσοπέλαγα. 
Οι Τούρκοι βγήκαν με βάρκες και με μουσικές και υποδέχτηκαν τους παλιούς γειτόνους τους, τους συνόδευσαν στην βόλτα τους και οργάνωσαν γλέντια σε σπίτια και καφενέδες, ομοίως με όργανα μες στις βάρκες τους ξεπροβόδισαν το απόγευμα μέχρι τα μισά του θαλάσσιου στενού Τσεσμέ - Χίου.
Ήταν 1931, εννιά μόλις χρόνια μετά τα γεγονότα της Σμύρνης.
Την ίδια εκείνη χρονιά έγινε και ο ποδοσφαιρικός αγώνας Λαίλαψ Χίου-Καρσιγιακά Σμύρνης, ο οποίος διεκόπη στο 3ο λεπτό λόγω καταιγίδας και για τον οποίον έχω ξαναγράψει.
Τον αγώνα αυτόν τον συνεχίσαμε σε μια συγκινητική ποδοσφαιρική συνάντηση 94 χρόνια μετά στη Χίο, όπου κατέφθασε η Καρσιγιακά με 2.500 οπαδούς της και έγινε η πιο λαμπρή και συγκινητική εκδήλωση φιλίας μεταξύ των λαών των δύο ακτών.
Σας ξαναποστάρω εδώ το βίντεο που έφτιαξαν Τούρκοι ντοκυματερίστες. Αξίζει να αφιερώσετε λίγο χρόνο:
απόλαυσε Στιγμές:
Γιάννης Μακριδάκης
H Φωτο από επεξεργασία του blog