ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΕΛΙΔΑΣ

TRANSLATE

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αντεργατικές Αξιώσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αντεργατικές Αξιώσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Η ΓΥΜΝΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΟΥ ΑΚΟΜΗ ΑΝΕΧΟΜΑΣΤΕ... και ΟΙ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΤΟΥ...


Κόβουν τις μέρες της καραντίνας των υγειονομικών από 14 σε 7 για να μην καταρρεύσει το σύστημα Υγείας! Αυτό παραδέχθηκε ευθέως ο λοιμωξιολόγος και εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας, Σωτήρης Τσιόδρας, στην ενημέρωση της Τρίτης. 
Την Τετάρτη ανακοίνωσαν πως το μέτρο αυτό επεκτείνεται σε δημόσιες υπηρεσίες που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία του κράτους. 
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως, λόγω των μεγάλων ελλείψεων και των αυξημένων αναγκών, ένας γιατρός ή νοσηλευτής που είναι ύποπτο κρούσμα κορονοϊού θα πρέπει να επιστρέψει κατά 7 μέρες νωρίτερα στο νοσοκομείο.
 Και αυτό διότι όπως παραδέχθηκε ο Σ. Τσιόδρας «κρίθηκε απαραίτητο να υπάρξει αυτή η διαφορά και η διαφοροποίηση των 7 ημερών από τις 14 μέρες σε αυτούς για να μην αδυνατίσει σημαντικά το σύστημα Υγείας». 
Έτσι λοιπόν σύμφωνα με τον Σ. Τσιόδρα μετά τις 7 μέρες οι υγειονομικοί θα «επιστρέφουν στη δουλειά», δηλαδή θα επιστρέφουν με ρίσκο γιατί δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια. 
Ούτε λίγο ούτε πολύ μας είπε ότι δεν γίνεται αλλιώς, κάνοντας την παραδοχή ότι «δεν μπορούμε σε αυτές τις περιπτώσεις να τηρήσουμε το 14 μέρες γιατί μετά το σύστημα Υγείας σιγά σιγά θα καταρρέει».

Η απόφαση αυτή ανακοινώθηκε από το υπουργείο Υγείας όταν τα κρούσματα ήταν 387 και ο αριθμός των νεκρών πέντε και πλέον καθημερινά καταγράφονται υγειονομικοί που βρίσκονται θετικοί στον κορονοϊό ή μπαίνουν σε καραντίνα. 
Εύκολα καταλαβαίνει κανείς πως και η καραντίνα των 7 ημερών μπορεί να γίνει ακόμα λιγότερων ημερών για να μην «πέσει» το σύστημα Υγείας. 
Κι ακόμα πιο εύκολα καταλαβαίνει πως το σύστημα είναι μισόγυμνο και κινδυνεύει στα σοβαρά να μείνει γυμνό ...με ό,τι αυτό σημαίνει για τη δημόσια υγεία.

Δύο σκέψεις. Μια άμεση, μια για παραπέρα. 

Πρώτη: Η ομολογία του κου Τσιόδρα δικαιώνει τα αιτήματα των υγειονομικών. Η κατάσταση δεν είναι για χειροκροτήματα, είναι για προσλήψεις τώρα, για έμπρακτη στήριξη των υγειονομικών και ενίσχυση των νοσοκομείων και των μονάδων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Οι υγειονομικοί το φωνάζουν... δυναμώνουμε τη φωνή τους!

Δεύτερη: Η γύμνια του συστήματος Υγείας είναι γύμνια συνολικά ενός συστήματος κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού που ξέρει με κάθε μέσο να θωρακίζει τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων και ακριβώς γι' αυτό το λόγο είναι αδύνατο να θωρακίσει μαζικά τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες. 
Είναι γύμνια ενός συστήματος όπου η Υγεία, όπως και άλλες λαϊκές ανάγκες, είναι εμπόρευμα. Είναι γύμνια του καπιταλισμού.
Ευκαιρία...
Ως ευκαιρία για να ξεδιπλωθεί η στρατηγική του κεφαλαίου σε όλα τα επίπεδα αντιμετωπίζουν τα αστικά επιτελεία την πανδημία, εξαπολύοντας ταυτόχρονα ένα προπαγανδιστικό κρεσέντο, με στόχο το λαό, προκειμένου να κάνουν «προετοιμασία εδάφους».
Σε επίπεδο ΕΕ, για παράδειγμα, παρουσιάζουν τη σημερινή κατάσταση ως μια «ευκαιρία» ώστε η ιμπεριαλιστική ένωση να ισχυροποιήσει την ικανότητά της στη «διαχείριση κρίσεων», να θωρακίσει τους οικονομικούς και άλλους μηχανισμούς της.

Διαβλέπουν μέσα στην καταστροφή την ευκαιρία ώστε η ΕΕ να ξαναπάρει «τα πάνω της», να αναδειχτεί ο «ηγετικός ρόλος» της ιμπεριαλιστικής ένωσης στον «δυτικό κόσμο», λόγω και της «πολιτικής απομονωτισμού» και της «απόσυρσης» των ΗΠΑ.

Η πανδημία, λοιπόν, ως μια «ευκαιρία» για να ισχυροποιηθεί και να αναβαθμιστεί η ΕΕ έναντι «φίλων» και «εχθρών», στον ανελέητο ανταγωνισμό που έχει μόνιμα θύματα τους λαούς και τους εργαζόμενους.

Σε ό,τι αφορά το αστικό πολιτικό σύστημα στη χώρα μας, τα ίδια επιτελεία παρουσιάζουν την κατάσταση ως «χρυσή ευκαιρία» για μια «άλλη πολιτική κουλτούρα», ώστε η πολυπόθητη «συναίνεση» να εκφραστεί πιο ανοιχτά, να μείνει ως «παρακαταθήκη» και για την επόμενη μέρα.
Οι εκκλήσεις αυτές δεν αφορούν βέβαια τα αστικά κόμματα - που «ομονοούν» έτσι κι αλλιώς στη στρατηγική του κεφαλαίου - 
αλλά το λαό. 
Αυτόν καλούν να συναινέσει στην αντιλαϊκή επίθεση που έχουν δρομολογήσει και στην αξιοποίηση της πανδημίας για νέα σκληρά μέτρα που ήρθαν για να μείνουν. Αυτόν καλούν να βάλει τον πήχη των απαιτήσεών του ακόμα παρακάτω, να συναινέσει στο όνομα του «ρεαλισμού» και της «κοινής προσπάθειας» στη συνέχιση των θυσιών χωρίς τέλος, για να θωρακιστεί και να ανακάμψει η καπιταλιστική κερδοφορία.

Την ίδια ακριβώς στιγμή, η προπαγανδιστική ομοβροντία μιλάει για τη «μεγάλη ευκαιρία» που ανοίγεται, ώστε να αλλάξει ο τρόπος που λειτουργεί η αγορά εργασίας, να τρέξουν μια ώρα αρχύτερα οι «αναγκαίες» και «αναπόφευκτες» αλλαγές.

Δεν εννοούν βέβαια την αξιοποίηση των μεγάλων παραγωγικών δυνατοτήτων προς όφελος των εργαζομένων, όπως θα μπορούσε να γίνει στο πλαίσιο μιας εξουσίας και οικονομίας στα χέρια του λαού. 
Αντίθετα, «σαλπίζουν» γενικευμένη επίθεση στα δικαιώματα της εργατικής τάξης, σύμφωνα με τα σχέδια που έχει εδώ και καιρό πάνω και κάτω από το τραπέζι το κεφάλαιο για ένταση της εκμετάλλευσης με όλες τις μεθόδους, εκτίναξη της «ευελιξίας» και της δουλειάς - λάστιχο με την αξιοποίηση και της τηλεργασίας, παραπέρα ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, πετσόκομμα σε μισθούς, χτύπημα της συλλογικής οργάνωσης και δράσης.

Αλλά και οι αναλύσεις τους για το πώς θα επηρεαστούν οι κοινωνικές σχέσεις σε όλα τα επίπεδα, από την επικοινωνία έως την ψυχαγωγία, έχουν στο επίκεντρο ακριβώς το πώς θα χτυπηθούν η αλληλεγγύη και η συλλογικότητα, το πώς ακόμα πιο βαθιά θα εντυπωθούν στις λαϊκές συνειδήσεις οι «αξίες» του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος, η «ατομική ευθύνη» και το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

Κι αν όλα αυτά «κάτι θυμίζουν» από το πολύ πρόσφατο παρελθόν, δεν είναι άλλο από την αντίστοιχη προπαγανδιστική ομοβροντία που συνόδεψε τα μέτρα που πάρθηκαν στην τελευταία καπιταλιστική κρίση, η οποία επίσης λειτούργησε ως «ευκαιρία» για το κεφάλαιο, προκειμένου να φορτώσει στις πλάτες του λαού εκατοντάδες αντιλαϊκά μέτρα, με τα οποία βρίσκεται και σήμερα αντιμέτωπος.

Αλήθεια, τι κοινωνικό και οικονομικό σύστημα είναι αυτό, τι εξουσία που την κάθε είδους καταστροφή - για την οποία παρεμπιπτόντως ευθύνεται - την βλέπει ως ευκαιρία για κέρδη, για ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε ανταγωνιστές, για να υποβαθμίζει τις λαϊκές ανάγκες, για να υποτάσσει πιο βαθιά το λαό στα συμφέροντα της μικρής μειοψηφίας της κοινωνίας;

Αν υπάρχει μια ευκαιρία για το λαό, είναι και μέσα από την περίπτωση της πανδημίας να συνειδητοποιήσει τι σάπιο, αντιλαϊκό και αδιόρθωτο είναι το σημερινό καπιταλιστικό σύστημα, πόσο μακριά βρίσκεται από τις ζωτικές, κρίσιμες κοινωνικές - λαϊκές ανάγκες.

Ευκαιρία για να συνειδητοποιήσει ότι μόνο με τη δικιά του πάλη, τη διεκδίκηση και την αλληλεγγύη μπορεί να εξασφαλιστεί η προστασία του από την πανδημία, αλλά και από τα αντεργατικά μέτρα που λαμβάνονται στο όνομά της.

Ευκαιρία λοιπόν για να βγουν ουσιαστικά συμπεράσματα για το ότι οι ανάγκες του, ακόμα και η ίδια του η ζωή, δεν χωράνε στα όρια του σημερινού καπιταλιστικού συστήματος, να οργανωθεί, να συγκεντρώσει δυνάμεις για την αντεπίθεση, με στόχο την ανατροπή του.

Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

ΟΙ ΝΕΕΣ ΑΝΤΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΩΝ ΣΤΟ ΣτΕ !!

Επίθεση που αφορά όλη την εργατική τάξη.

Με όχημα το ενισχυμένο αντεργατικό πλαίσιο, μεθοδεύουν νέα χτυπήματα στους μισθούς
Η προσφυγή του ΣΕΒ ενάντια στις τριετίες πατά στο οπλοστάσιο που έχουν διασφαλίσει στο κεφάλαιο οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ
Η προσφυγή του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) πριν από τις βουλευτικές εκλογές, με την οποία ουσιαστικά οι βιομήχανοι στρέφονται συνολικά ενάντια στις τριετίες (δηλαδή στην προσαύξηση του κατώτατου μισθού με βάση την προϋπηρεσία), έρχεται να επιβεβαιώσει για μια ακόμη φορά ότι η αντεργατική επίθεση στο εισόδημα και τα δικαιώματα των εργαζομένων συνεχίζεται με αμείωτη ένταση και στη λεγόμενη «μεταμνημονιακή περίοδο».
Τη μονιμοποίηση και όλων των προηγούμενων χτυπημάτων στους μισθούς, πάνω στα οποία «χτίζονται» και οι νέες αξιώσεις του κεφαλαίου, επιβεβαίωσε και η πρόσφατη δημοσιοποίηση της απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) με την οποία κρίνεται αμετάκλητα «συνταγματική» η κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού στους δημόσιους υπαλλήλους...
Κόντρα στα απατηλά αφηγήματα περί «δίκαιης» και «βιώσιμης ανάπτυξης», που αναμασούσαν και στην προεκλογική περίοδο η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και όλα τα υπόλοιπα κόμματα του κεφαλαίου, επιβεβαιώνεται ότι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η διαχρονική προσπάθεια των επιχειρηματικών ομίλων, με τη στήριξη όλων των κυβερνήσεών τους, για παραπέρα συμπίεση των μισθών, για τη θωράκιση των κερδών και της ανταγωνιστικότητάς τους.
Η ενιαία αυτή στρατηγική, με κομβικά σημεία την περιβόητη ΠΥΣ αρ. 6 του Φλεβάρη του 2012, της κυβέρνησης Παπαδήμου, στη συνέχεια τον νόμο 4093 του ίδιου έτους επί κυβέρνησης ΝΔ και από εκεί τον νόμο 4172/2013 (νόμος Βρούτση), μέχρι την τελευταία παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ, τον Σεπτέμβρη του 2018 (ν. 4564), με την οποία ο νόμος Βρούτση τέθηκε για πρώτη φορά σε εφαρμογή, πλέον ως νόμος Βρούτση - Αχτσιόγλου, αποτελεί μια ευθεία αντεργατική γραμμή που υπηρετήθηκε με συνέπεια από όλες τις κυβερνήσεις ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ.
Κομβικές παρεμβάσεις στον κατώτατο μισθό, εργαλείο για το χτύπημα όλων των εργαζομένων
Με όλες αυτές τις κομβικές παρεμβάσεις, κυρίως πάνω στον κατώτατο μισθό, επιταχύνθηκε η επίθεση του κεφαλαίου συνολικά στους μισθούς όλων των εργαζομένων. Και ακριβώς πάνω σε όλο αυτό το αντεργατικό οπλοστάσιο, το κεφάλαιο, οι κυβερνήσεις και τα κόμματά του προετοιμάζουν και τα επόμενα χτυπήματα, προαναγγελία των οποίων αποτελεί η παρέμβαση του ΣΕΒ.
Με την ΠΥΣ 6/2012 επί κυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και στη συνέχεια με τον νόμο 4093/2012, ο κατώτερος μισθός της ΕΓΣΣΕ μειώθηκε κατά 22% και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών και διαμορφώθηκε στα 586 ευρώ και 511 ευρώ μεικτά αντίστοιχα.
Ταυτόχρονα, «πάγωσαν» και οι τριετίες από το 2012 και μετά, με ρήτρα μάλιστα ότι μέχρι η ανεργία να πέσει κάτω από το 10%, δεν θα υπάρξει «ξεπάγωμα» των τριετιών. Οι μόνες τριετίες (προϋπηρεσία) που αναγνωρίστηκαν ήταν αυτές που κάποιος εργαζόμενος είχε συμπληρώσει μέχρι τη νομοθέτηση της ΠΥΣ (Φλεβάρης 2012).
Ακολούθησε ο νόμος 4172/2013, γνωστός αρχικά ως νόμος Βρούτση, με τον οποίο καταργούνται οι συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον κατώτατο μισθό, ο καθορισμός του οποίου θα γίνεται μόνιμα με Υπουργική Απόφαση και με γνώμονα την «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρήσεων και την κατάσταση της «εθνικής οικονομίας»...
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αφού διατήρησε επί 4 ολόκληρα χρόνια το αίσχος της ΠΥΣ 6/2012, το 2018 ήταν αυτή που, με δόλωμα μερικές δεκάδες ευρώ αύξηση στον κατώτατο μισθό, ενεργοποίησε για πρώτη φορά τον νόμο Βρούτση, ψηφίζοντας τον νόμο 4564.
Αντίστοιχα, αφού διατήρησε άθικτο όλα αυτά τα χρόνια τον «υποκατώτατο» μισθό για τους νέους εργαζόμενους, προχώρησε σε μια... μετεξέλιξή του: Η κατάργησή του συνοδεύτηκε ουσιαστικά από την αντικατάστασή του με τη μεγάλη μείωση των εργοδοτικών εισφορών για τους νέους εργαζόμενους. Ετσι προσφέρεται στην εργοδοσία ένα πιο μόνιμο διπλό δώρο: Αφενός δεν επιβαρύνεται καθόλου από την κατάργηση του «υποκατώτατου» μισθού, αφετέρου διατηρεί τη δυνατότητά της να εκμεταλλεύεται ακόμα πιο φτηνό εργατικό δυναμικό και να το ανακυκλώνει, όπως και τη δυνατότητά της να αξιοποιεί αυτό το όπλο για να συμπιέσει συνολικότερα τους μισθούς για όλους τους εργαζόμενους.
Στη βάση της ενεργοποίησης του νόμου Βρούτση - Αχτσιόγλου, τον Φλεβάρη του 2019 εκδίδεται η σχετική εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας, την οποία σήμερα αμφισβητεί προκλητικά ο ΣΕΒ, ζητώντας ουσιαστικά την πλήρη κατάργηση των τριετιών.
Οι βιομήχανοι από την πρώτη στιγμή είχαν αμφισβητήσει τη νομιμότητα της συγκεκριμένης Υπουργικής Απόφασης, όσον αφορά το σκέλος των τριετιών, επικαλούμενοι μεταξύ άλλων ακριβώς τους νόμους 4093/2012 και 4172/2013 και ειδικότερα τη διάταξη όπου ο κατώτατος μισθός ορίζεται ως «μοναδιαία αξία (ποσό) αναφοράς».
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο προβάλλει σήμερα ο ΣΕΒ αυτές τις αντεργατικές αξιώσεις, πέρα από την επίμαχη εγκύκλιο, είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ άφησε ανέγγιχτη και τη διάταξη του μνημονιακού νόμου 4093/2012 της ΝΔ που προβλέπει το «πάγωμα» των τριετιών από τον Φλεβάρη του 2012 και μετά και μέχρι η ανεργία να πέσει κάτω από το 10%, αλλά και τον νόμο 4172/2013.
Τι σημαίνουν το τσεκούρωμα και το πάγωμα των τριετιών
Για να φανεί το μέγεθος των ανατροπών που έχουν επιβληθεί στους μισθούς, αλλά και τι σημαίνουν οι προκλητικές αξιώσεις του ΣΕΒ, που η κυβέρνηση της ΝΔ θα υλοποιήσει μέχρι κεραίας, αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι τον Φλεβάρη του 2012, για τους υπαλλήλους στον ιδιωτικό τομέα που αμείβονταν με τον κατώτατο μισθό, για κάθε τρία χρόνια προϋπηρεσίας υπήρχε προσαύξηση του μισθού τους κατά 10% και μέχρι τρεις τριετίες (προϋπηρεσία 9 ετών). Η συνολική προσαύξηση επομένως έφτανε το 30% επί του κατώτερου μισθού.
Αντίστοιχα για τους εργατοτεχνίτες, η προσαύξηση επί του κατώτατου ημερομισθίου για κάθε τρία χρόνια προϋπηρεσίας ήταν 5% και μέχρι έξι τριετίες, δηλαδή 30% για τα 18 χρόνια προϋπηρεσίας.
Μετά τον Φλεβάρη του 2012 και τον νόμο 4093/2012που ακολούθησε, οι εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό δεν λαμβάνουν πλέον καμιά προσαύξηση στο μισθό τους για το χρόνο που εργάζονται μετά τον Φλεβάρη του 2012.
Ετσι, αν ένας μισθωτός είχε συμπληρώσει μία τριετία τον Φλεβάρη του 2012, μέχρι σήμερα (2019) έχει χάσει δύο τουλάχιστον τριετίες, δηλαδή έχει απώλεια 20% επί του μισθού του. Οσοι μάλιστα μισθωτοί ανέλαβαν εργασία μετά τον Φλεβάρη του 2012, μέχρι σήμερα δεν δικαιούνται καμία προσαύξηση προϋπηρεσίας στον κατώτατο μισθό, καθώς οι τριετίες, σύμφωνα με τον 4093/2012, παραμένουν «παγωμένες»...
Πάνω σε αυτό το «πάγωμα» και με όχημα τον νόμο 4172/2013, με τον οποίο ο κατώτατος μισθός ορίζεται ως «μοναδιαία αξία (ποσό) αναφοράς», ο ΣΕΒ και άλλες ενώσεις του εγχώριου κεφαλαίου αξιώνουν ουσιαστικά την πλήρη κατάργηση των τριετιών. Τυχόν ικανοποίηση από το ΣτΕ των αξιώσεων του ΣΕΒ θα οδηγήσει σε αρκετές περιπτώσεις σε νέες σημαντικές μειώσεις, ενώ θα σημάνει και την επίσημη μονιμοποίηση του σημερινού «παγώματος».
Αν δηλαδή ένας εργαζόμενος που μέχρι τον περασμένο Φλεβάρη αμειβόταν με τον κατώτατο μισθό (586 ευρώ) και είχε προσαύξηση 20% για δύο τριετίες που είχε συμπληρώσει πριν το 2012, λάμβανε συνολικά 704 ευρώ μαζί με την προϋπηρεσία. Τώρα και παρά την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ, αν καταργηθούν οι δύο τριετίες που έχει εξασφαλίσει, η συνολική του αμοιβή θα μειωθεί στα 650 ευρώ μεικτά!
Οι νέες αντεργατικές αξιώσεις των βιομηχάνων και η προθυμία της κυβέρνησης της ΝΔ να τις κάνει πραγματικότητα πατούν σε όλο το αντεργατικό οπλοστάσιο που διατήρησε και ενίσχυσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η οποία μάλιστα απέρριψε με συνοπτικές διαδικασίες τις προτάσεις νόμου του ΚΚΕ και την επίμονη διεκδίκηση εκατοντάδων συνδικαλιστικών οργανώσεων για κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων, επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, πλήρη επαναφορά των τριετιών και των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι παρά τη δημοσιότητα που πήρε η προσφυγή του ΣΕΒ στο ΣτΕ, η κυβέρνηση της ΝΔ τηρεί «σιγήν ιχθύος»! 
Τόσο η κυβέρνηση όσο και το υπουργείο Εργασίας «έχουν καταπιεί τη γλώσσα τους», επιβεβαιώνοντας και με αυτόν τον τρόπο ότι οι προεκλογικές διακηρύξεις της ΝΔ για «ποιοτικές θέσεις εργασίας» και καλές αμοιβές στους εργαζόμενους ήταν αέρας κοπανιστός...
Επίθεση που αφορά όλη την εργατική τάξη
Η επίθεση στον κατώτατο μισθό δεν αφορά βέβαια μόνο τους εργαζόμενους που αμείβονται με αυτόν. Καθώς αποτελεί το «κατώφλι» της μισθολογικής κλίμακας, επιδρά συνολικά σε όλους τους μισθούς και άρα και στον μέσο μισθό, δηλαδή αφορά ολόκληρη την εργατική τάξη.
Αντίστοιχα, το χτύπημα των τριετιών και εν γένει της προϋπηρεσίας αφορά εξίσου όλους τους μισθωτούς, αφού όπως προκύπτει και από τις συναντήσεις συνδικάτων και Ομοσπονδιών με εργοδοτικούς φορείς, οι εργοδότες αμφισβητούν την προϋπηρεσία ως στοιχείο προσαύξησης των μισθών γενικά, ακόμα και στο πλαίσιο κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας.
Οπως επιβεβαιώνεται και από τα επίσημα στοιχεία, οι ανατροπές στον κατώτατο μισθό που επιβλήθηκαν το 2012, σε συνάρτηση με την υπονόμευση των κλαδικών Συμβάσεων, συνεχίζουν να επενεργούν μέχρι σήμερα, οδηγώντας τις εργατικές αμοιβές σε ζοφερά επίπεδα.
Συγκεκριμένα, την περίοδο 2011 - 2018, ο μέσος μεικτός μισθός της συνολικής απασχόλησης μειώθηκεκατά 27,5%, της πλήρους απασχόλησης κατά 20,26% και της μερικής απασχόλησης κατά 36,15%. Η μείωση αυτή είναι συνεχής: Ο μέσος μεικτός μισθός της συνολικής απασχόλησης το 2011 ανερχόταν στα 1.264 ευρώ, τον Νοέμβρη του 2014, λίγο πριν αναλάβει την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, ο μέσος μεικτός μισθός συρρικνώθηκε στα 1.008,9 ευρώ, για να φτάσει τον Νοέμβρη του 2018 στα 916,03 ευρώ μεικτά.
Τέλος, με βάση τα στοιχεία του ΕΦΚΑ για τους μισθούς το 2018, μέχρι 400 ευρώ μεικτά λαμβάνει το 19,7% των μισθωτών, μέχρι 650 ευρώ μεικτά (δηλαδή κάτω από τον σημερινό κατώτερο μισθό) λάμβανε το 37,2%, ενώ σχεδόν ένας στους δύο, το 49,1%, λάμβανε μέχρι 800 ευρώ μεικτά!
Αυτή είναι η κληρονομιά για την εργατική τάξη που άφησαν πίσω τους την προηγούμενη επταετία οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. 
Απέναντι στην εντεινόμενη επίθεση του κεφαλαίου, απέναντι σε όλο αυτό το αντεργατικό πλαίσιο, πρέπει να ενισχυθεί η πάλη των εργαζομένων, για την πλήρη κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων, για ανάκτηση των τεράστιων απωλειών, για αυξήσεις στους μισθούς και κατοχύρωση δικαιωμάτων.